“μ’ έξι φωτιές” λέει ο Μπάτης.
Να προσθέσω μια στροφή που έβαζαν ανάμεσα στην δεύτερη και την τρίτη. Ετσι τ’ άκουγε ο πατέρας μου τη δεκαετία του σαράντα να το παίζουν στα πειραιώτικα πάλκα:
“Τι να σου κάνω πρώτε* μου
δεν είναι από τα μένα
που 'ναι τα κάρβουνα ψιλά**
τα τούμπα*** βουλωμένα”.
- πρώτος μηχανικός
** τα ψιλά κάρβουνα ανέβαζαν υψηλή πίεση αλλά είχαν μικρή διάρκεια, με αποτέλεσμα να “ψοφάνε” το θερμαστή στην επιπλέον τροφοδοσία του καζανιού.
*** “τούμπα” λέγονται οι ενισχυμένοι σωλήνες υψηλής πίεσης.
Υποσημείωση για τον πρωτελευταίο στίχο:
Το να περάσεις το Βισκαϊκό ήταν πραγματικά βασανιστικό, γιατί αν δεν πας “κόστα-κόστα” δεν έχεις καμιά επαφή με τη στεριά και για μεγάλο διάστημα ουσιαστικά βρίσκεσαι στον ωκεανό. Και βέβαια τα καραβάκια της εποχής στα οποία αναφέρεται ο Μπάτης δεν ήταν ποντοπόρα.
AN