Η Πρωτοχρονιά, παρόλο που είναι μία από τις «γιορτές» και, σήμερα, μάλλον η μεγαλύτερη όλης της σχετικής περιόδου, στην πραγματικότητα δεν είναι σημαντική χριστιανική εορτή.
Τιμώνται αφενός ο Άη Βασίλης, ένας από τους χιλιάδες αγίους του ημερολογίου και, αφετέρου η Περιτομή του Χριστού, που στη λαϊκή συνείδηση είναι σχεδόν άγνωστη.
Το βασικό γεγονός που εορτάζεται είναι αναμφισβήτητα η αλλαγή του χρόνου. Κάτι που δεν έχει σχέση με το θρησκευτικό μας εορτολόγιο.
Η Πρωτοχρονιά είναι μια γιορτή στον κύκλο του χρόνου, όχι τον θρησκευτικό αλλά τον γονιμικό. Παρόλο που στην παραμονή της λέμε τα κάλαντα όπως και στην παραμονή των Χριστουγέννων και των Φώτων, τα πρωτοχρονιάτικα κάλαντα έχουν σαφώς διακριτό χαρακτήρα από τα άλλα δύο.
Για να γίνει σαφέστερο αυτό, ας θυμηθούμε πρώτα πρώτα τι λένε τα χριστουγεννιάτικα κάλαντα:
Το κλασικό πανελλήνιο τραγούδι, γραμμένο σε καλογερίστικη καθαρεύουσα, ξεκινάει δηλώνοντας από τους πρώτους στίχους την πρόθεσή του: «Χριστού την θεία γέννηση να πω στ’ αρχοντικό σας». Και πράγματι, λέει όλη την ιστορία όπως περίπου παραδίδεται από τις Γραφές: λέει για τη Βηθλεέμ, για τη φάτνη των αλόγων, για αγγέλους που ψάλλουσι το Δόξα εν Υψίστοις, για την των ποιμένων πίστιν, για τους Μάγους εκ Περσίας, για τον Ηρώδη που φοβήθηκε ότι θα χάσει τη βασιλεία, κλπ…
Τα πρωτοχρονιάτικα, καμία σχέση! Σ’ αυτά εμφανίζεται ένας Άγιος Βασίλης, εντελώς άσχετος από την ιστορική προσωπικότητα του Μ. Βασιλείου, ο οποίος βασικά είναι ένα αγαθοποιό πνεύμα γονιμότητος:
[i]και στο ραβδί του ακούμπησε να πει την αλφαβήτα,
και το ραβδί, ξερό ραβδί, χλωρά βλαστάρια επέτα!
[/i]Για την ακρίβεια, ίσως όχι εντελώς άσχετος. Αυτό που υπάρχει κοινό μεταξύ του Μ. Βασιλείου και του εν λόγω αγαθού δαιμονίου είναι τα γράμματα:
[i]βαστά εικόνα και χαρτί, χαρτί και καλαμάρι…
Βασίλη, πούθεν έρχεσαι και πούθε κατεβαίνεις;
Από τη μάνα μου έρχομαι και στο σκολειό πηγαίνω.
Κάτσε να φας, κάτσε να πιεις, κάτσε να τραγουδήσεις.
Εγώ γράμματα μάθαινα, τραγούδια δεν ηξεύρω.
Και σαν ηξεύρεις γράμματα, πες μας την αλφαβήτα[/i].
Ακόμη κι αυτό όμως είναι μια εντελώς απόμακρη και θολή ανάμνηση της λογιοσύνης του Μ. Βασιλείου. Στην πραγματικότητα η «αλφαβήτα» παρουσιάζεται πιο πολύ σαν μαγικό ξόρκι που κάνει τη νεκρή χειμωνιάτικη φύση να ξυπνήσει (για τη μαγική δύναμη των γραμμάτων, θυμίζω την αποκαλυπτική αγγλική λέξη spell = ξόρκι / ορθογραφία). Τέτοιες αντιλήψεις μοιάζουν να προέρχονται από βαθύτατα αγράμματους ανθρώπους, ανθρώπους της φύσης, που μπορεί μεν να το 'χουν κάπου ακουστά ότι ο Άη Βασίλης ήταν δάσκαλος αλλά ουδόλως έχουν επηρεαστεί από τη διδασκαλία είτε τη δική του είτε οποιουδήποτε άλλου.
Τα κυριότερα μοτίβα ελληνικών πρωτοχρονιάτικων καλάντων είναι δύο. Το πρώτο είναι αυτό που μόλις ανέφερα, με το παιδί που γυρνώντας από το σχολείο απαγγέλλει την αλφαβήτα και μαγεύει τη φύση. Το δεύτερο είναι με τον Άη Βασίλη τον ζευγά, που τον επισκέπτεται ο Χριστός και ευλογεί τη σπορά του. Εδώ έχουμε μια πιο εκχριστιανισμένη εκδοχή της βασικής γονιμικής ιδέας.
Η διαφορά αυτή ανάμεσα στα Χριστούγεννα (την κατεξοχήν χριστιανική γιορτή) και την Πρωτοχρονιά (που λίγο πολύ αποτελεί παγανιστικό επιβίωμα) φαίνεται όχι μόνο στα κείμενα των καλάντων αλλά και στο πώς αντιμετωπίζονται αυτά τα κάλαντα: τουλάχιστον στα νησιά (γιατί από τα νησιά είναι που έχω πληροφορίες) τα χριστουγεννιάτικα είναι ένα σοβαρό παραλατρευτικό τραγούδι, που λέγεται συνήθως χωρίς όργανα, και που καταλήγει μεν σε κεράσματα αλλά όχι σε γλέντι. Αντίθετα τα πρωτοχρονιάτικα είναι απαλλαγμένα από κάθε αίσθηση κατάνυξης. Τα πρωτοχρονιάτικα κάλαντα είναι κι ένα από τα κατεξοχήν τραγούδια του ρεπερτορίου της τσαμπούνας -του οργάνου που κατά τα άλλα μεσουρανεί κυρίως στην περίοδο των ολοκάθαρα παγανιστικών Αποκριών-, ενώ όλοι οι μεγαλύτερης ηλικίας τσαμπουνιέρηδες που έχω ρωτήσει συμφωνούν ότι τα χριστουγεννιάτικα δεν τα έπαιζαν. Τουλάχιστον όχι «τότε» - μπορεί να ξεκίνησαν να τα παίζουν σε πιο πρόσφατες εποχές, όταν τα έθιμα του χωριού τους άρχισαν να εκφολκλορίζονται. Την πιο ξακάθαρη τέτοια μαρτυρία την έχω ακούσει από Φραγκοσυριανιούς: «Τα Χριστούγεννα για μας ήταν σοβαρή εορτή, δε γλεντούσαμε. Ενώ η Πρωτοχρονιά ήταν πανηγύρι. Όλοι μαζεύονταν σε γειτονικά σπίτια, οι ζαμπούνες δε σταματάγαν μέχρι το πρωί…» Αλλά και τον Ορθοδόξων οι αναμνήσεις λίγο πολύ στο ίδιο συμπέρασμα οδηγούν.
Παριανά κάλαντα: βασικά το πανελλήνιο κείμενο, αλλά σε πιο πλήρη ανάπτυξη απ’ ό,τι το λέμε συνήθως (τουλάχιστον εμείς εδώ στην Αθήνα)
Ξανά παριανά: το άλλο κείμενο, με τον ζευγά. Πλούσιος επίλογος με παινέματα.
Ξανά παριανά, μαζί με τη διαδικασία. Νομίζω καταλαβαίνετε τι εννοώ «απαλλαγμένα από κάθε αίσθηση κατάνυξης».
Στη Φολέγανδρο. Το κυρίως κάλαντο είναι το ίδιο (παραλλαγή του πανελληνίου με το αγαθό δαιμόνιο), αλλά το τραγούδι αρχίζει με μια ευχετική μαντινάδα σε τοπικό σκοπό.
Τα περίφημα αρχαγγελίτικα κάλαντα, σουξέ στους διάφορους πρόσφατους δίσκους και εκδηλώσεις με παραδοσιακά κάλαντα που όμως κανείς δεν έχει καταφέρει να τα επανεκτελέσει με κατανόηση. Το βασικό κείμενο είναι και πάλι αυτό με το δαιμόνιο, αλλά εδώ μοιάζει να είναι παραλλαγή από κάποια παλιότερη μορφή, χωρίς τα τσακίσματα.
Σύμφωνα με μια γραπτή καταγραφή της Ακαδημίας Αθηνών, και τα αρχαγγελίτικα κάλαντα ξεκίναγαν με μαντινάδα σε τοπικό σκοπό, όπως στη Φολέγανδρο.
Λέργικα κάλαντα. Στο ίδιο βασικό μοτίβο.
Χανιώτικα κάλαντα. Το άλλο μοτίβο, του ζευγά.
Τα εξίσου περίφημα ικαριώτικα κάλαντα. Αυτά δεν εντάσσονται σε κανένα από τα δεδομένα μοτίβα, ωστόσο διατηρούν το πνεύμα της γονιμότητας και της αφθονίας. Εδώ ο Άη Βασίλης βαστάει μυζήθρες και τυριά (δηλαδή ποια κατάνυξη πια…) κι ένα αγγινάρι. Το αγγινάρι πιστεύω ότι πρέπει να είναι η γκλίτσα (στην Κάρπαθο τη λένε αγγινοράβδι).
Επιβεβαίωση διά της εξαιρέσεως: Κερκυραϊκά κάλαντα, αυτή τη φορά τυπικώς χριστιανικά, για την Περιτομή Κυρίου και εορτήν του μάκαρος Μεγάλου Βασιλείου. Ο άγιος περιγράφεται πιστότερα όπως τον ξέρουμε από την επίσημη παράδοση της Εκκλησίας, και η γλώσσα είναι και πάλι καλογερίστικη καθαρεύουσα.
Αυτά προς το παρόν. Ξετινάζοντας το ΥΤ μπορεί κανείς να βρει εκατοντάδες κάλαντα ακόμα, πολλά εκ των οποίων αξιοσημείωτα ωραία.
Καλή χρονιά.