Ποιό είναι αυτό το τραγούδι; (Βαριά βαρούν οι μακαβιές)

ξερει καποιος αυτο το τραγουδι??? κι αν ναι που μπορω να το βρω?? εχει ηχογραφηθει??

καποιοι απο τους στιχους:

…και να κλαιω μερα νυχτα
τη δικη σου απονια

δεν σ ειδα χτες και τα προχτες
βαρια βαρουν οι μακαβιες
βαρια βαρουν οι μακαβιες
δεν σ ειδα χτες και τα προχτες

Τι με ωφελει κι αν ζησω
και δε ζησουμε μαζι
δυο καρδιες να γινουν ενα
κι ενα σωμα μια ψυχη.

δε σ ειδα σημερα και χτες
βαρια βαρουν οι μακαβιες
βαρια βαρουν οι μακαβιες
δε σ ειδα σημερα και χτες

3 χρόνια μετά έρχομαι να δώσω την απάντηση… κάλλιο αργά λένε…

:slight_smile:

Βρε παιδια,τι ειναι οι μακαβιες?

Είναι το “μαγκλάβιο” ή “μαγλάβι” ή “μακλάβι” που σημαίνει “ραβδί”, “ρόπαλο”.

Μεσαιωνική λέξη, παραφθαρμένη στο τραγούδι αυτό έφτασε, καθώς διαδιδόταν από στόμα σε στόμα, αρχικά.

[π.χ. σε φράσεις: “μαγκλάβια να σε δώσουσι, σίδηρα να σε βάλλουν…”
ή: "του κυρού τους την καρδιά πολλά μαγκλάβια δέρνουν]

Σε ευχαριστω Ελενη!
Κατι ακομα,μεσα στο τραγουδι τι θελει να πει?
Ειναι καποια εκφραση?
?

Από τη στιγμή που βρέθηκε μιά πειστική εξήγηση για τη σημασία και την προέλευση της λέξης, τα υπόλοιπα είναι εύκολα. Ξεκινάμε με μίαν έκφραση, “βαρειά βαρούν οι μακαβιές” που σημαίνει περίπου “επώδυνο είναι το ράβδισμα” (ή τα χτυπήματα με ρόπαλο). Θεωρείται και αυτό σαν κάτι δεδομένο, όπως π.χ. “στα όρη βγαίνει η κάπαρη” ή “αέρα βγάζουν οι στεριές” ή και πολλά ακόμα τέτοια λαϊκά “αποφθέγματα”. Ο λαϊκός στιχοπλόκος πολύ συχνά ψάχνει να ταιριάξει τέτοια “ρητά” με κάτι που να ριμάρει, για να γεμίσει το στίχο. Έτσι λοιπόν, “στα όρη βγαίν’ η κάπαρη, τα λόγια σου είναι ζάχαρη” ή “αέρα βγάζουν οι στεριές, τα λόγια σου είναι μαχαιριές” και επίσης “βαρειά βαρούν οι μακαβιές, δεν σ’ είδα σήμερα κι εχτές”.

Ναι, αλλά η κάππαρη βγαίνει και στο γιαλό. Όλες οι παραλίες γεμάτες είναι.:089:

Περικλή, μην το πολυψάχνεις… Το ζητούμενο για τον λαϊκό άνθρωπο δεν είναι πού, πραγματικά, θα βρούμε κάπαρη (που δεν βγαίνει στα όρη, συμφωνώ) αλλά πώς θα φτιάξουμε ένα ημιστίχιο να λέει μιαν απλή κουβεντούλα. Άσε που και οι θάλασσες βγάζουν αέρα, όχι μόνο οι στεριές. Αλλοιώς πώς θα είχαμε μπάτη;

Ε ναι, φυσικά.

Το ένα δύο τρία και τ’ άλλο τέσσερα
ζωή που την περνούμε κι εμείς τα λεύτερα
(μόνο για τη ρίμα, και ούτε καν ριμάρει!)

[i]Τρεις πέντε δεκαπέντε κι οχτώ εικοσιτρείς
στον Άδη θα με φέρει το πείσμα μιας μικρής.

Δυο και δυο κι άλλα δυο και δυο κι οχτώ δεκάξι,
πρέπει να τη σακκουλευτείς, μάγκα δεν είσαι εντάξει.

Δέκα μείον πέντε μείον πέντε, έξι διά δύο συν οχτώ[/i]…
(όχι, αυτό είναι άλλο)

Να συμπληρώσω και εγώ πως η φράση “βαριά χτυπούν οι μακαβιές” θέλει να δείξει την απελπισία του ερωτευμένου γιατί πέρασαν μια, δυο, τρεις κ. λπ. μέρες και δεν είδε το έτερον ήμισυ.

Όπως “βαριά βαρούν οι μακαβιές”
έτσι [b] “βαριά βαρούν τα σήμαντρα”[/b], σε έτερο τραγούδι, στο οποίο μάλιστα συναντάμε άλλη μια λέξη που χρειάζεται διευκρίνιση, την “μπαταριά”

“…Για σένα δε με μέλλει μα τη Παναγιά,
γιατί 'μαι δικασμένος για την μπαταριά…”

Καμιά ιδέα;

Μπαταριά είναι η “ομοβροντία” πολλών κανονιών, μάλλον από το γαλλικό batterie / ιταλικό batteria = συστοιχία κανονιών. Δικασμένος στη λαϊκή γλώσσα σημαίνει καταδικασμένος, όπως καλά ξέρουμε (και με δικάζουν ισόβια κλπ κλπ.) οπότε, σε κάποια παράνομη πράξη σχετική με πυροβολισμούς πάει το μυαλό μου.

Και πολύ σωστά, Νίκο!
Ψάχνοντάς το τώρα, βρίσκω το “μπατάρω” με την έννοια του “χτυπιέμαι”, “συγκρούομαι”, “μάχομαι”, στα μεσαιωνικά, οπότε “μπαταριά” είναι η “σύγκρουση”, η “μάχη”, η “ομοβροντία κανονιών”. :slight_smile:

Απ’ όσο ξέρω η μπαταριά είναι ριπή από όπλο

Δε θα έλεγα “σύγκρουση” και “μάχη”. Μπορεί στα μεσαιωνικά ελληνικά να είχε κι αυτή την έννοια, δεν ξέρω, αλλά σήμερα η λέξη, που δεν είναι ιδιαίτερα σπάνια ή ιδιωματική (καλά, αυτό είναι και θέμα προσωπικών συγκυριακών εμπειριών: εγώ έχω την αίσθηση ότι την ακούω συχνά, άλλος ίσως όχι) σημαίνει πυροβολισμός, κυρίως από πολλά κανόνια μαζί όπως λέει ο Νίκος, αλλά όχι αποκλειστικά: και “πυροβολισμός” γενικά.

Οπότε, το στίχο:

τον καταλαβαίνω μάλλον ως εξής: γιατί είμαι καταδικασμένος σε τουφεκισμό (άρα δε με νοιάζει για σένα, ούτε για τίποτε εγκόσμιο).

«Δικασμένος για» με την έννοια «καταδικασμένος σε» δεν το έχω ξανακούσει, αλλά δε με ξενίζει και πάρα πολύ. Θα μπορούσε να είναι μια ελαφριά απόκλιση από το συνήθως λεγόμενο, για να βγάλει ο στίχος μια συλλαβή παραπάνω και να ολοκληρωθεί το μέτρο. (Κατά τα άλλα, η έννοια «δικασμένος» = «καταδικασμένος» ισχύει όπως τα λέει ο Νίκος: προφανώς κανείς δε σκεφτόταν ούτε καν σαν θεωρητική πιθανότητα το να δικαστεί και να αθωωθεί!)

Λοιπόν, πολύ καλά λειτουργεί η συλλογική εργασία, έστω και μέσω αιθέρος (ethernet δε λένε;): αυτό που λέει ο Περικλής (ίσως “ενθαρυμμένος” και από τον Peven), εγώ δεν το είχα σκεφτεί: Τυφεκισμός, ως εκτέλεσις δικαστικής καταδίκης εις θάνατον. Πρέπει βέβαια να ψάξουμε να βρούμε, πότε καθιερώνεται στην Ελλάδα η προσφυγή σε στρατιωτικό άγημα για την εκτέλεση και να συγκρίνουμε με τους στίχους που παρέθεσε η Ελένη. Ίσως από άλλα συμφραζόμενα να βγαίνει ότι οι συγκεκριμένοι στίχοι υπήρχαν πολύ πριν την καθιέρωση της δι΄ αγήματος εκτέλεσης. Οφείλω όμως να ομολογήσω ότι την έκφραση “για τη μπαταριά” ως εναλλακτική του “εις θάνατον” δεν την έχω ξανακούσει.

Δύο εκδοχές έχει ο στίχος: ή είμαι δικασμένος λόγω μάχης που έδωσα (σκότωσα κάποιον/κάποιους)
ή είμαι δικασμένος με τουφεκισμό.

Δεν μπορούμε να ξέρουμε ποια από τις δυο εκδοχές έχει ακριβώς στο μυαλό του ο ανώνυμος στιχουργός, πάντως και στις δυο περιπτώσεις μάλλον δεν θα απέφευγε ο δράστης την εκτέλεση
η οποία θα γινόταν (σύμφωνα με το νόμο του 1929 *) από στρατιωτικό απόσπασμα αποτελούμενο από 12 άντρες (οι 6 μόνο με σφαίρες στα τουφέκια τους) και έναν αξιωματικό, τη στιγμή που χάραζε…

  • Αν οι στίχοι αφορούν σ’ αυτή την εποχή, βέβαια.

Είμαι δικασμένος για τη μπαταριά.
Είμαι καταδικασμένος για … ακολουθεί το αδίκημα συνήθως. Στην προκειμένη περίπτωση, η μπαταριά. Ποιον βρήκαν οι σφαίρες ή τα σκάγια, δε μας λέει, καθώς και το αποτέλεσμα. Τραυματισμός, θάνατος, κλπ

Ποιο ειναι το τραγουδι με τη μπαταριά;

Εχετε αναφερει μονο ενα διστιχο…

“Βαριά βαρούν τα σήμαντρα” - Παραδοσιακό (Ηπειρώτικο). Μπορείς να το ακούσεις ενδεικτικά εδώ, κάπου στο 2ο λεπτό ακούγεται το συγκεκριμένο δίστιχο.

Αν σε ενδιαφέρει γενικα΄να βρεις τη λέξη σε τραγούδια, υπάρχουν και οι «Κοντραμπατζήδες»:
[i]
Όλοι οι κοντραμπατζήδες εκάμαν συντροφιά
να πάνε να φωρτώσουν μπαρούτια και καπνά.

Κι απείτι κι εφορτώσαν κι εκάμασι πανιά,
να και το κολ-καΐκι και βγαίνει απ’ τη στεριά.

[…]
Τότε το κολ-καΐκι ρίχνει μια μπαταριά
και παίρνει το Θανάση απάνω στην καρδιά.

[…][/i]

Το έλεγε ο Παυλίδης στην Κάρπαθο και το λέει και ο Κλαδάκης στη Ρόδο. Νομίζω και σε κώτικη ηχογράφηση το έχω ακούσει. Δεν ξέρω αν υπάρχει στο ΥΤ. Το κολ-καΐκι είναι κάτι σαν το σημερινό καταδιωκτικό του λιμενικού.