Ποιο είναι τελικά το ρεμπέτικο;

Απόσπασμα καταλόγου δισκογραφικής εταιρίας, προπολεμικά.
Προσέξτε το χαρακτηρισμό “ρεμπέτικο” δίπλα απ’ το τραγούδι του Γρηγόρη Ασίκη “Η ορφανή”.
Με την πρώτη ευκαιρία θα “ανεβάσω” και φωτογραφίες από ετικέτες 78άρηδων που αναγράφουν το χαρακτηρισμό “ρεμπέτικο”.

Διαφημιστικό για το μαγαζί του Μάρκου Βαμβακάρη:

Η ορχήστρα χαρακτηρίζεται “Λαϊκή ρεμπέτικη”.
Στο κάτω μέρος υπάρχει και η ημερομηνία…

(ΚΦ)

Ο όρος ρεμπέτικο υπήρχε. Το έχουμε πει 1000 φορές. Μόνο που ήταν (και είναι) μια μουσικολογική απροσδιοριστία.
O Πετρόπουλος ήταν αυτός που τα είπε ΟΛΑ ΜΑ ΟΛΑ ρεμπέτικα. Μα σμυρνιά, μα ρούμπες, μα χασάπικα, μα σέρβικα, μα αμανέδες, μα καντάδες… όλα ΡΕΜΠΕΤΙΚΑ για τον Πετρόπουλο. Ενώ στο απόσπασμα που ανέβασες ήταν πολύ πιό προσεκτικοί. Ρεμπέτικο η “Ορφανή”, χασάπικο οι “Πέντε μάγκες”. Ακατανόητο αλλά γνωστό το θέμα από τότε που κυκλοφόρησαν οι κατάλλογοι.

Ερώτηση: Τι είχε στο νού του ο Ασίκης όταν δήλωσε την “ορφανή” ως ρεμπέτικο και τι είχε στο νού του ο Γιοβάν Τσαούς όταν δήλωνε τους “πέντε μάγκες” ως χασάπικο;
Δεν ξέρω τι να υποθέσω και ειλικρινά θα ήθελα μια εξήγηση.

Εξάλλου όλοι οι υπόλοιποι χαρακτηρισμοί αφορούν ρυθμικούς προσδιορισμούς, ενώ ο χαρακτηρισμός “ρεμπέτικο” είναι γενικός…

Το απόσπασμα καταλόγου το έβαλα γι’ συγκεκριμένο λόγο Κώστα. Δηλαδή:
Δεν ονόμαζαν “ρεμπέτικα” μόνο τα “βραχνά” του Μάρκου, τα “χασικλίδικα” του Δελιά, τους “χαβαλέδες” του Μπάτη κλπ. Χαρακτήριζαν έτσι και την παραγωγή των Μικρασιατών, κάτι που οι μεταγενέστεροι (όπως εμείς καλή μας ώρα) νομίζουν ότι έκανε ο Πετρόπουλος. Επιμένω και -ως γνωστός ξεροκέφαλος- θα επιμένω σ’ αυτό…

Ο χαρακτηρισμός “ρεμπέτικο” υπάρχει από το 1910 περίπου (τραγούδι “Απονιά”, η ετικέτα υπάρχει στο βιβλίο “Φωνογραφιτζήδες”). Τώρα, για το τι σήμαινε εκείνη την εποχή ο όρος “ρεμπέτικο”, μόνο μαντεψιά μπορούμε νε κάνουμε, όπως λεει και ο ΚΚ.

Α, και κάτι που έχει πλάκα: ο όρος “αρχοντορεμπέτικο” εμφανίζεται σε ετικέτα το 1931 και μάλιστα σε τραγούδι με τον Νταλγκά. Τι να σήμαινε άραγε?

Ο προσδιορισμός ρεμπέτικο δεν αποκλείει και πολλούς άλλους χαρακτηρισμούς γιά ένα τραγούδι!
Ο Ασίκης χαρακτήρισε την «Ορφανή» σαν ρεμπέτικο γιατί πολύ πιθανόν έτσι έθεσε την ερώτηση στο μυαλό του κι όχι ρυθμικά/χορευτικά γιά να απαντήσει όπως απάντησε ο Γιοβάν Τσαούς.
Όταν με ρωταέι εμένα κάποιος που μαθαίνει κρουστά γιά ένα τραγούδι του απαντάω: 3/4
Αν είναι χορευτής απαντάω: Τσάμικος (Ηπείρου, Πελοπον.)
Ανάλογα και γιά το ίδιο τραγούδι μπορώ να απαντήσω: παραδοσιακό, αργό, ιστορικό, δημοτικό.
Γιά το τραγούδι του παραδείγματός μου λοιπόν πιστεύω πως ο Ασίκης θα απαντούσε:«δημοτικό» ενώ ο Γιοβάν Τσαούς: «τσάμικος»

Εμένα περισσότερο απ’ όλα με διαολίζει το
λαϊκή ρεμπέτικη ορχήστρα
στην αφισούλα του μαγαζιού του Μάρκου.
Δηλαδή, σα να λέμε ΙΧ άσπρο αυτοκίνητο?

Ακατανόητο. Φαίνεται πως ο extra προσδιορισμός “ρεμπέτικη” στο “λαϊκή” κάποιου είδους αναφορά είναι. Μήπως το “λαϊκή ορχήστρα” υπογραμμίζει ότι δεν παίζουν ελαφρύ ή δημώδες ενώ το “ρεμπέτικη ορχήστρα” στο ότι δεν είναι σμυρνέϊκα (σαντουροβιόλια ούτια κλπ). Ας μην ξεχνάμε πως το νέο μουσικό είδος που λάνσαρε η τετράδα του Πειραιά ήταν αβάπτιστο.

Εντάξει, τα τραγούδια υπήρχαν και πριν, αλλά το μαζικό στοιχείο με δίσκους και κέντρα διασκέδασης που επροωθείτο από τον Μάρκο και τους φίλους του, ως μουσικό ρεύμα, όνομα δεν είχε ακόμα. Αναγκαστικά λοιπόν, για να οριοθετηθούν σε σχέση με άλλα μουσικά ρεύματα, όφειλαν να ετεροπροσδιοριστούν εν μέρει δηλώνοντας τι ΕΙΝΑΙ αλλά και τι ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ μέσα σε μια πρόταση.

Είπαμε, υποθέσεις κάνουμε.

(Γιώργος Βαβουλές)

Οντως ειναι μυστηριο η ακριβης εννοια του μουσικου ειδους που καθοριζει ο ορος “ρεμπετικο” οταν πρωτοεμφανιζεται στη δισκογραφια οπως επισης του χαρακτηρισμου “ρεμπετης” .
Για παραδειγμα συνανταται στη “Σμυρνια” της ΠΑΠΑΓΚΙΚΑ το 1918, στο “Σαλα σαλα” του ΝΤΑΛΓΚΑ το 1927, στο “Καλογερακι” του Δούσα το 1930, το “Σαν πας στα ξενα” με τον ΚΑΡΙΠΗ το 1930, στο
“Μπαγλαμαδες” με τον ΒΙΔΑΛΗ, αλλα και στο πασιγνωστο “παραδοσιακο” “Τι σε μελλει εσενα” με τον ΒΙΔΑΛΗ και σε αλλα πολλα εχω μια λιστα με καμμια 30ρια.
Μεσα σ’αυτα αλλα ειναι γνωστα Σμυρνεικα και παραδοσιακα, αλλα ειναι νεες συνθεσεις και πραγματικα τιποτα δεν φαινεται να
ξεχωριζει αυτα τα τραγουδια απο αλλα παρομοια.
Μια δικη μου εκδοχη ειναι οτι ο ορος υπηρχε και
εξεφραζε ενα ιδιαιτερο ειδος τραγουδιου -το οποιο το ψαχνουμε- και οι εταιρειες επιλεκτικα δινουν τον τιτλο αυτο για να “σπρωξουν” καποιο τραγουδι εμπορικα. Τωρα το τι εξεφραζε ο τιτλος ρεμπετικο δεν μπορει να ειναι κατι αλλο απο το αλητικο, μαγκικο ή της φυλακης τελος παντων παρανομο και αυτο συμπεραινω απο το οτι η εννοια αυτη διασωθηκε τουλαχιστον με την προφορικη παραδοση παρ’ολες τις παραφθορες του χρονου.
Ας μην ξεχναμε οτι ο ορος ρεμπετης-ρεμπετικο δεν εμφανιζεται προ του 1905 (Απονια) ενω υπηρχαν οι λεξεις : μαγκας, κουτσαβακης, μορτης, μπουζουκι
κλπ

(Το μήνυμα τροποποιήθηκε από τον/ην yiorgosv 05 Φεβρουάριος, 2005)

Ο ΚΩΣΤΑ ΤΖΟΒΕΝΟΣ σαντουριερης και τσεμπαλιστας
απο την Αθηνα (γενν.στου Ψυρρη με Ναξιωτικη καταγωγη το 1898) λεει στον Τασο Σχορελη γυρω στο '70-'72 :
"Το 1925 παιζαμε στο “Ζεφυρο” στην Πλατεια Θησειου με τους
Σ.ΠΕΡΙΣΤΕΡΗ (μαντολινο), ΚΩΣΤΑ ΚΑΡΙΠΗ (κιθαρα), ΟΓΔΟΝΤΑΚΗ (βιολι) και ΑΝΤΩΝΗ ΝΤΑΛΓΚΑ (τραγουδι).
Μεχρι τις 10 παιζαμε κλασσικη μουσικη εως και οπερετες,
10 με 12 διαφορα και μετα τις 12 ρεμπετικα.
Νωρις το μαγαζι ειχε οικογενειες και αργοτερα τους καλυτερους γλεντζεδες. (!!)

Ενα αλλο ειναι οτι ο ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ κανει την ομιλια για το ρεμπετικο εκει καπου στο '48. Κι αυτο λεει παρα πολλα !!
Ηδη εως τοτε ειχε διαμορφωθει μια ισχυρη συνειδηση στο λαικο αισθητηριο παρόλο το κυνηγητο που εχει ηδη υποστει το ρεμπετικο σαν ανατολικοτροπο λαικο μουσικο ειδος, σε σημειο ενας “κλασσικο-σπουδαγμενος” νεος να κατσει να ασχοληθει σοβαρα με αυτο.

Σε έναν δίσκο γραμοφώνου του Νταλγκά που έχω στο τραγούδι “Μάγκας” αναφέρει ακριβώς δίπλα και εντός παρενθέσεως την λέξι Ρεμπέτικον. Ο Μάγκας είναι απ’ όσο ξέρω παραδοσιακό. Μήπως τον πρώτο καιρό υπό τον τίτλο ρεμπέτικο εθεωρούντο τα παραδοσιακά και δημώδη τραγούδια?
Ο δίσκος είναι της Pathe του 1928.

(Το μήνυμα τροποποιήθηκε από τον/ην Μιχάλης 06 Φεβρουάριος, 2005)

Πάντως κάτι τέτοιο “παίζει” στο μυαλό μου.
Οτι δηλαδή, η λέξη “ρεμπέτικο” είχε κάποια κοινά αποδεκτή ερμηνεία αλλά σαφέστατα δεν είχε φορτιστεί στο βαθμό που είναι σήμερα.

Κάτι σαν το “ρούμπα” (παράδειγμα) που λέμε σήμερα. Ξέρουμε τι περίπου σημαίνει, ξέρουμε πάνω κάτω πότε τη λέμε και πότε όχι, γνωρίζουμε ότι δεν είναι και τόσο… καλά ορισμένη, δεν χολοσκάμε κιόλας. Αλλά δεν περιμένουμε μετά από 50 χρόνια να γίνεται και της πουτάνας με αυτή τη λέξη.

Εκτός βέβαια οι επερχόμενες γενιές εμφανισθούν με μια τέτοια ΑΝΑΓΚΗ. Αλλά αυτό θα είναι δικό τους πρόβλημα, και θα είναι δική τους η υποχρέωση να ορίσουν τους όρους που χρησιμοποιούνε. Και όχι δική μας. Οπότε εμείς συνεχίζουμε να την “πετάμε” τη λέξη όποτε και όπου γουστάρουμε και αυτό ας μπερδέψει και ας παιδέψει αφάνταστα τους μάγκες μετά από 50 χρόνια. Και ας εμφανιστεί ένας Χατζιδάκης τότε να βγάζει λόγους για τους ΡΟΥΜΠΕΤΕΣ και ο Πετρόπουλος να εκδίδει την ΡΟΥΜΠΟΛΟΓΙΑ και να έχει γεμίσει ο τόπος με ΡΟΥΜΠΟΛΟΓΟΥΣ που να τσακώνονται αν ο Μαργαρίτης ήταν μεγαλύτερος ΡΟΥΜΠΕΤΗΣ από τον Φοίβο.

Με ρουμπέτικους χαιρετισμούς
(μα… δεν είναι γελοίο;)

ΚΚ

Πόσοι είναι αραγε οι δίσκοι που έχει γραφτεί η λέξη Ρεμπέτικο? Γνωρίζει κάποιος?

Με αφορμή την οπτική γωνία του Κώστα (στο μήνυμα πιό πάνω) που μού άρεσε, θα περιγράψω κι εγώ τη πορεία της λέξης «ρεμπέτικο» και των εννοιών της, όπως την συναντώ τα τελευταία 12 χρόνια εδώ στη Γερμανία.
Πριν το 90 οι Έλληνες μουσικοί εδώ έπαιζαν κυρίως Θεοδωράκη. Οι Γερμανοί (η μάζα) γνώριζαν το συρτάκι και το «Ώπα» του Ζορμπά σαν σήμα κατατεθέν της Ελληνικής μουσικής. Από ρεμπέτικο δεν είχαν ιδέα.
Από το 90 και μετά τα πράγματα άλαξαν. Κάπου άκουσαν οι κουλτουριάρηδες γιά το ρεμπέτικο και το ΄κάναν καραμέλλα. Να «τα μπλούζ της Ελλάδας», «τα τραγούδια του υποκόσμου»,…
Όλοι οι μουσικοί που κατάλαβαν πως βγαίνει νυχτοκάματο ευκολότερα το γύρισαν λοιπόν το παραμύθι προς τα κει! Η ταμπέλα έγινε ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ.
Η «κοντούλα λεϊμονιά», ο Ζαμπέτας, το Διπάτ, οι ρούμπες και τα τσιφτετέλια, τα συρτάκια, το «Μαρία με τα κίτρινα», το «θέλεις να πεθάνω», «πότε βούδας…», «γκρίχισε βαϊν», ο Νταλάρας,…όλα κάτω από την Ταμπέλα!

«Καλά τα λέει ο χριστιανός, φώναξε Νεοέλλην
μα οι μερίδες είν΄πολλές και ένα το καρβέλιν…»

Γελοίο είναι ΚΚ, αλλά τι να πεις και τι να κάνεις;
Το άτιμο το χρήμα και η ματαιοδοξία του κορδώματος πουλάνε φύκια γιά μεταξωτές κορδέλλες!

Μιας και μιλάμε πάλι για το “Θέμα”, διαβάστε τι μου στείλανε και επιβεβαιώστε αν γνωρίζετε:

Στη διεθνή γλώσσα των Τσιγγάνων “ράμπι” είναι το τσαντήρι, το παράπηγμα, το αυτοσχέδιο σπίτι. Ακόμα, ανάμεσα στους Τσιγγάνους υπάρχει η (εξελληνισμένη) λέξη “ραμπίτης” που σημαίνει από σκηνίτης, αλήτης, άστεγος, μέχρι και Τσιγγάνος που ακολουθεί την παράδοση. Γιά κοιτάξτε και κατα κεί.

Μπα δεν το βλεπω πιθανο … εξ ου και το ασμα "Τσαντιριμ ουστουνε …ραμπι -ραμπι μασσαλαχ "
Για μενα δυο ειναι οι λογικες εξηγησεις :
Απο το ρεμβω -ρεμβετης-ρεμπετης
το οποιο εξελιχθηκε στη Μ.Ασια σαν εκφραση αλλωστε εκει δινεται η ονομασια στο ασμα “Απονια” και στα υπολοιπα των αρχων του 20ου αιωνα.
Και υπαρχει και μια αμυδρη πιθανοτητα στο “ριμπεϊτ” που καπου
αναφερει ο Φερρης. Ιστορικα βεβαια ειναι ακομα αίολο και ατεκμηριωτο καποιος πρεπει να μας πει απο ποια πηγη προερχεται αυτη η ονομασια.
Επισης η φραση “ρεμπετ-ασκερ” αν προσδιοριστει
η χρονικη της προελευση και η ακριβης εννοια της -θα πρεπει να ειναι δανειο ή και αντι-δανειο απο Τουρκους ή Αραβες ή Περσες κλπ- θα μπορουσε να συσχετιστει περαιτερω.

(Νίκος Πολίτης)

Οι Έλληνες ήμασταν πάντα (και σήμερα ακόμα περισσότερο) τόσο υπερφίαλοι απέναντι σε μειονότητες ώστε ποτέ δεν καταδεχτήκαμε να ασχοληθούμε με λέξεις της (πάντως προφορικής, όχι γραπτής) γλώσσας τους. Και αυτό ισχύει και για τους ρεμπέτες. Επιπλέον, η λέξη ράμπι δεν περιέχει το ταύ (το ότι προσετέθη κατά τον εξελληνισμό της λέξης σε ραμπίτης δεν μετράει γλωσσολογικά) και επίσης το άλφα δεν γίνεται εύκολα έψιλον. Και μην ξεχνάμε ότι ο προσδιορισμός ρεμπέτικο απαντάει στη δισκογραφία της Σμύρνης/Πόλης ήδη το 1910 στο ανεκδιήγητο (κατά τη γνώμη μου, το ξαναλέω) “τικ τακ” και εκεί τους Τσιγγάνους δεν τους πολυήξεραν… Μάλλον λοιπόν δεν μας κάνει η περίπτωση. Όσο για το ρεμβάζω ή ρέμβομαι, δεν μου πολυαρέσει γιατί το παράγωγον θα ήταν ρεμβαστής και όχι ρεμβέτης. Από εκεί και πέρα ο καθένας έχει προσθέσει το μακρύ του και το κοντό του, μέχρι και την άποψη που βαρύγδουπα κατέθεσε Ελληνοαμερικάνος μπουζουξής στον συγγραφέα κ. Δ. Δ. Μανιάτη (και τον έπεισε…) ότι η λέξη προέρχεται από τη νότα Ρε (που ήταν η τονική για πολλές εκτελέσεις κομματιών) και το beat (= ρυθμός) των (ρεμπέτικων) κομματιών που τα συνόδευαν σε συγχορδία ρέ.

Αξιοσημείωτο πάντως το γεγονός ότι το τουρκοελληνικό λεξικό μου δεν περιέχει λήμμα rebet ή rembet.

Κατόπιν των παραπάνω αλλά και άλλων που όλα τα έχουμε όλοι ακούσει κατά κόρον, δεν θα συνεχίσω τη συζήτηση για την ετυμολογία της λέξης ως μη έχουσα νόημα, περιμένοντας κάποια εξήγηση, αν και όταν έρθει, που θα με πείσει και θα την υιοθετήσω.

Βρε παιδιά, μη σκοτώνεστε…
Η συζήτηση αυτή έχει ξαναγίνει, ψάξτε στα παλιά αρχεία, και πολλά πράγματα βγήκαν απ’ αυτήν.

Εκείνο που πρέπει να ξεκαθαρίσουμε, είναι πως άλλο εννοούσαν παλιά με τη λέξη “ρεμπέτικο”, και άλλο εννοούμε σήμερα.

Σήμερα κατά τη γνώμη μου, ρεμπέτικα είναι το τραγούδι που αναφέρεται σε κάποιο επίπεδο περιθωρίου που άπτεται της φτωχολογιάς (άπό την “Παξιμαδοκλέφτρα” ίσαμε το “Πέντε Έλληνες στον Άδη”, και που (ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΩΣ) παίζεται με μπουζουκομπαγλαμάδες. Αλλά, και έτσι, υπάρχουν προβλήματα. Τι θα πεις λόγου γιά τους “Λαχανάδες” π.χ. του Παπάζογλου (Τα Λεμονάδικα), που όταν τραγουδιούνται από τον Στελλάκη ή τη Ρόζα ανήκουν στη Σμυρνέϊκη (του Πειραιά) σχολή, ενώ όταν το τραγουδάει η Χωματιανού (:wink: με μπουζούκια φαίνεται ως καθαρόαιμο ρεμπέτικο;

Σ’ ό,τι αφορά το τι εννοούσαν οι παλιοί με τη λέξη, το χάος. Κι ας μην πέρνομε τις ετικέτες των δίσκων ως σοβαρή ένδειξη, γιατί πολλές φορές χρησιμοποιούσαν τη λέξη γιά… εμπορικούς λόγους (π.χ. “Τικ Τακ”, όπου ο χαρακτηρισμός “ρεμπέτικο” δικαιολογείται μόνο από την παρουσία του “μπουρδελιάρη” Ψαμματιανού.

Η δική μου άποψη, είναι πως “ρεμπέτης” είναι ο μποέμ ξενύχτης και περιπλανόμενος, ΕΝΘΕΝ ΚΑΙ ΕΝΘΕΝ ΤΟΥ ΠΕΡΙΩΡΙΟΥ, δηλαδή από τη μιά ο κανταδόρος ξενύχτης πλανώδιος μουσικός, κι από την άλλη ο αστός νεανίας που τον προσλαμβάνει γιά να τραγουδήσει μιά πατινάδα στη γκόμενα, και να ξενυχτήσουνε μαζί.

Μην ξεχνάτε πως ο Ναπολέων Λαπαθιώτης ξενύχταγε στους τεκέδες και τις κακές συνάφειες. Και όχι μόνο αυτός φυσικά.

Όσο γιά την ετυμολογία, ένα πράγματ είναι σίγουρο: πως η φράση “ρεμπέτ-ασκέρ” είναι Ελληνική, και αποτελεί τη γελοιποποίση του στρατιωτικού κουρελο-λόχου. (Ασκέρ είναι ο φαντάρος στα Τούρκικα, αλλά από “ρεμπέτ” δε σκαμπάζουν γρι). Η δική μου άποψη είναι πως η ρίζα προέρχεται από τη ρέμβη, το ρέμβομαι, το ρεμβάζω, τον ρεμβέτη (όπως λέμε προπέτης). Και αν ισχύουν τα “ριμπέϊτ” του Έμερυ, θα πρέπει κι αυτά να προέρχονται από την ίδια Ελληνική ρίζα, όπως γίνεται με πάμπολλες αραβοπερσικές λέξεις.

Επίσης, το “ρεμπέτ-ασκέρι” είναι πιθανότατο να προέρχεται και από το “ρέμπελο ασκέρι”, που σημαίνει αντάρτικο τάγμα (“το ρεμπελιό των ποπολάρων”), που έχουν στενή σχέση με του Αρματωλούς και Κλέφτες, που ήσαν ένοπλοι και μη ληστές οργανωμένοι σε “μάγκες” ή “μαγκίες”, και είναι αυ΄τοί φυσικά που τη χώθηκαν στην επανάσταση.

To «ρεμβάζω» σημαίνει περιπλανώμαι, ενεργώ όπως λάχει, ενεργώ αλόγιστα και «ρεμβασμός» σημαίνει το να περιπλανιέσαι, ανήσυχη ψυχική διάθεση, ανησυχία του νου.
Τη συμβουλή των γεροντότερων «μη ρεμπελεύεις» έτσι ακριβώς την καταλάβαινα. Μην περιπλανιέσαι. Μην παραμελείς τις υποχρεώσεις σου γιά χάρη των «γούστων» και της «αλόγιστης» ελευθερίας.
Επομένως η λέξη «ρεμπέτης», είτε προέρχεται από το ρεμβάζω είτε όχι, εκφράζει σαν ουσιαστικό εννοιολογικά το ρήμα με το παραπάνω!
Και φυσικά (συμφωνώντας με το Κ. Φέρρη) ό,τι είναι τα «κλέφτικα» γιά γιά το κοινωνικοιστορικό δημοτικό τραγούδι, είναι τα «ρεμπέτικα» γιά το κοινωνικοιστορικό αστικό τραγούδι.