Το τραγούδι, όπως το παραθέτει ο Άγης από το βιβλίο του Ιωάννου, είναι «Ο ύπνος του άγουρου και η λυγερή» (τίτλος που αν δεν κάνω λάθος τού έχει αποδοθεί από τον Νικόλαο Πολίτη). Το βρίσκουμε και σε πληρέστερες παραλλαγές, μερικές δε τόσο πλήρεις ώστε δημιουργούν την υπόνοια ότι πρόκειται για συμφυρμούς πλειόνων του ενός τραγουδιών.
Μια από τις πιο γνωστές εκδοχές του ως κανονικού τραγουδιού (εννοώ μαζί με τη μουσική, όχι ως τυπωμένου κειμένου) είναι η καλύμνικη:
Μέρα μέρωσε, τώρα η αυγή χαράζει,
τώρα τα πουλιά, τώρα τα χελιδόνια,
κλπ.κλπ., τώρα λαλούν και λένε:
Ξύπνα αφέντη μου, κλπ.,
ξύπνα αγκάλιασε κορμί κυπαρισένιο…
Άσε λυγερή τον ύπνο να χορτάσω,
γιατί αφέντης μου στη βίγλα μ’ είχε απόψε
για να σκοτωθώ ή σκλάβο να με πάρουν.
(Νίκο Π., ποτέ δεν είχα φανταστεί ότι ο «αφέντης» του νέου είναι κυριολεκτικά αφέντης. Βέβαια έτσι όπως το θέτεις βγάζει πολύ περισσότερο νόημα. Εγώ έλεγα πως θα 'ταν ο πατέρας του.)
Μα έδωσε ο θεός κι η Παναγιά η παρθένα,
χίλιους έκοψα και χίλιους λαβωμένους,
κι ένας μου ‘φυγε, κι εκείνος λαβωμένος.
Παίρνω ένα στρατί, στρατί το μονοπάτι,
βρίσκω ένα δεντρί, βρίσκω ένα κυπαρίσι.
-Δέξου με δεντρί, δέξου με κυπαρίσι.
-Να οι κλώνοι μου, και κρέμα τ’ άρματά σου,
να κι η ρίζα μου, και δέσε τ’ άλογό σου,
να κι ο ίσκιος μου, και πέσε αποκοιμήσου,
και στο μισεμό το νοίκι να πληρώσεις:
τρία σταμνιά νερό 'πό κρουσταλλένια βρύση.
Η περίπτωση αυτού του τραγουδιού μ’ έχει απασχολήσει πολύ. Πρόκειται για ένα αρχικό ενιαίο τραγούδι που αποσπάσματά του αυτονομήθηκαν σε διάφορες τοπικές παραδόσεις, ή, αντιθέτως, για αρχικώς ανεξάρτητα τραγούδια που συμφύρθηκαν;
Το καλύμνικο που σας παρέθεσα έχει μια ενιαία ιστορία με αρχή, μέση και τέλος. Θα μπορούσε να είναι δείγμα του ενιαίου αρχικού τραγουδιού. Η ερωμένη ξυπνάει τον ασίκη της, ο οποίος νυστάζει επειδή χτες πέρασε όλες αυτές τις ταλαιπωρίες: ο αφέντης του (με την όποια έννοια -δεν έχω ακόμη πλήρως αποδεχτεί την ερμηνεία του Νίκου Π.) τον έστειλε στον πόλεμο σε μια επιχείρηση αυτοκτονίας, όμως αυτός αντεπεξήλθε με τόσο υπεράνθρωπο ηρωισμό ώστε να δικαιολογείται ο χαρακτηρισμός «ακριτικό» (μόνο οι ακρίτες ως ήρωες τραγουδιών τούς σφάζαν χίλιους-χίλιους), στο τέλος περιπλανήθηκε -μάλλον κυνηγώντας τον ένα που του γλίτωσε-, νυχτώθηκε στην ερημιά και κοιμήθηκε κάτω από ένα δέντρο…
Εντάξει, η ιστορία έχει νόημα. Δεν ακολουθεί όμως έναν κεντρικό πυρήνα. Το τελευταίο επεισόδιο με το δέντρο, αν και λογικά δεν είναι τελείως ξεκάρφωτο, σε καμία περίπτωση δεν είναι απαραίτητο για την πλοκή του μύθου.
Επιπλέον το επεισόδιο αυτό υπάρχει και ως ξεχωριστό τραγούδι, το «Σάββατο Βραδύ» της Καρπάθου, προσφάτως σουξέ με τη Μάρθα Φριντζήλα:
Σάββατο βραδύ με διώξαν οι δικοί μου
‘πού το σπίτι μας κι απού τ’ αρχοντικό μας.
Φεύγω κλαίοντας, στον κάμπο κατεβαίνω.
Σπίτι δε θωρώ, διεμονή να μείνω,
μόνο ένα δεντρό, το λέουν κυπαρίσι…
Κλπ. συνεχίζει περίπου όπως το καλύμνικο.
Με διαφορετικό φυσικά σκοπό αλλά βασικά τα ίδια λόγια το «Σαββατόβραδο» υπάρχει και στη βορειοθρακιώτικη παράδοση των Αναστενάρηδων, και σε βιβλίο το έχω δει και ως παλιό σαμιώτικο. Θα μπορούσε να είναι τμήμα του προηγούμενου που αποσπάσθηκε και του προσθέσαν μερικούς εισαγωγικούς στίχους, αλλά θα μπορούσε και να είναι ανεξάρτητο τραγούδι μέρος του οποίου (από το «βρίσκω ένα δεντρί» κ.εξ.) αποσπάστηκε και συμφύρθηκε με τον «Ύπνο του άγουρου» ο οποίος κατά τα άλλα τέλειωνε με τη μάχη. Όποιο από τα δύο κι αν ισχύει, από τη στιγμή που το «Σαββατόβραδο / Σάββατο βραδύ» υπάρχει ως τραγούδι, είναι ξεκάθαρο ότι είναι παραλλαγή του «Μια Παρασκευή» που αναφέρει ο Δημήτρης Ν.:
Μια Παρασκευή κι ένα Σαββάτο βράδυ
μάνα μ’ έδιωχνε από τ’ αρχοντικό μας
κι ο πατέρας μου κι αυτός μού λέει να φύγω.
Φεύγω κλαίγοντας…
Δεν έχω ακούσει να το τραγουδάνε πιο πέρα, αλλά αφού αυτοί οι τρεισήμιση στίχοι δεν είναι παρά εναλλακτική διατύπωση του ίδιου περιεχομένου όπως οι δυόμιση πρώτοι του καρπάθικου/βορειοθρακιώτικου Σαββατόβραδου, προφανώς και η συνέχεια η ίδια θα είναι. Άρα ο αφηγητής είναι άντρας: δεν είναι η κόρη που τη διώχνουν δίνοντάς τη στο γαμπρό, αλλά ο νέος που φεύγει είτε για τον πόλεμο είτε για αδιευκρίνιστους λόγους. Το γεγονός ότι η συνέχεια πέρα από τους στίχους αυτούς ξεχάστηκε έδωσε τη δυνατότητα νέας ερμηνείας, ότι διώχνουν την κόρη, με αποτέλεσμα το τραγούδι να γίνει δευτερογενώς γαμήλιο. (Ίσως μάλιστα γι’ αυτό και να δανείστηκε την έρρυθμη εισαγωγή ενός άλλου γαμήλιου, του «Μάνα μου τα λουλούδια μου».)
Στην Ανατολική Κρήτη υπάρχει ένα άλλο τραγούδι, που κάποιοι στίχοι του είναι κοινοί με τούτα εδώ και άλλοι είναι κοινοί με άλλα τραγούδια, και που τραγουδιέται στο σκοπό της Κανελόριζας (σε τοπική παραλλαγή):
Σαββατόβραδο με διώξαν οι δικοί μου
απ’ το σπίτι μας κι από τα γονικά μου.
Τι ήτον η αφορμή, τι ήτο το καμπαέτι;
Κόρην αγαπώ, ξανθή και μαυρομάτα.
Φεύγω κλαίοντας, στον κάμπο κατεβαίνω,
βρίσκω ένα δεντρί κλπ. κλπ.
Αν συνέχιζα να παραθέτω όλα τα παραδείγματα που έχω μαζέψει θα καταλήγαμε με μια ομάδα τραγουδιών που όλα έχουν ανταλλάξει μεταξύ τους στοιχεία, χωρίς η φορά του δανεισμού να είναι πάντοτε ανιχνεύσιμη (ποιο έδωσε και ποιο πήρε). Τα τραγούδια αυτά είναι:
-Τα παραπάνω
-Η γνωστή Κανελόριζα (Θράκη, Μικρά Ασία, Κάρπαθος)
-Το Κάτω στο γιαλό (πλένουν Χιώτισσες κλπ. / σε όλο το Αιγαίο)
-Ο Αητός, γνωστός κυρίως ως ριζίτικο Δ. Κρήτης (Σε ψηλό βουνό σε ριζιμιό χαράκι κάθεται αετός βρεγμένος χιονισμένος και παρακαλεί τον ήλιο ν’ ανατείλει…)
-Ένα ακόμη καρπάθικο, στον ίδιο σκοπό με το Σάββατο βραδύ, όπου η κοπέλα τού λέει πάλι «ξύπνα αγκάλιασε κλπ.», αλλά αυτή τη φορά αυτός δε σηκώνεται, γιατί δεν είναι κοιμισμένος αλλά σκοτωμένος.
-Μάνα λούζε με (Κρήτη, Κάρπαθος)
-Ορισμένα αποκριάτικα διάφορων περιοχών, από τα αθώα εύθυμα τραγούδια με ζωάκια που κάνουν γάμους και άλλα κωμικά πράγματα.
Από χρόνια έχω στα υπόψην να κάνω μια σχετική έρευνα. Όμως ακόμη μαζεύω στοιχεία, γιατί κάθε τόσο εμφανίζεται κι άλλο ένα τραγούδι που συνδέεται με κάποιο από όλα αυτά. Ωστόσο, θεωρώ ήδη προκαταβολικά ότι το κλειδί όλης της υπόθεσης είναι το ποιητικό μέτρο:
Όλα αυτά τα τραγούδια είναι 12σύλλαβα ιαμβικά. Κάθε δημοτική μελωδία είναι κατάλληλη για κείμενο ενός συγκεκριμένου ποιητικού μέτρου, με σπάνιες τις εξαιρέσεις όπου στίχοι διαφορετικών μέτρων μπορούν να τραγουδηθούν στην ίδια μελωδία. Εφόσον το 12σύλλαβο ιαμβικό είναι ένα σχετικά σπάνιο μέτρο, είναι πιθανόν κάθε τοπική παράδοση να μην είχε περισσότερο από έναν, άντε δύο σκοπούς γι’ αυτό, ενώ για άλλα μέτρα όπως το κλασικό 15σύλλαβο ιαμβικό υπάρχουν δεκάδες ή εκατοντάδες σκοποί στο ίδιο χωριό (που ωστόσο κατά κανόνα είναι κοινοί για περισσότερα από ένα κείμενα). Οι Βορειοθρακιώτες αναστενάρηδες λένε στον ίδιο σκοπό το τραγικό Σαββατόβραδο και το εύθυμο «Πέντε πονικοί και δεκαοχτώ νυφίτσες», και οι Καρπάθιοι λένε στον ίδιο σκοπό το Σάββατο Βραδύ και το ακόμη τραγικότερο με τον νέο που κοιμάται τον αξύπνητο.
Εφόσον υπάρχει ένα μίνιμουμ νοηματικής συνάφειας, είναι εύκολο να μπερδευτεί κάποιος, να ξεκινήσει από ένα τραγούδι και να καταλήξει σε άλλο, όταν ο σκοπός είναι ο ίδιος. Τέτοια «λάθη» με τη χρήση καθιερώνονται ως πλέον σωστά. Ένα πολύ σαφές παράδειγμα είναι δύο πανελληνίως γνωστά τραγούδια, που αρχίζουν με τον ίδιο στίχο:
α) Κάτω στο γιαλό, κάτω στο περιγιάλι,
πλέναν Χιώτισσες, πλέναν παπαδοπούλες,
πλέναν κι άπλωναν και με τον άμμο παίζαν.
Φύσηξε βοριάς, μαΐστρος, τραμουντάνα,
…και μιανής της σήκωσε το φουστάνι και φάνηκε το πόδι της κι έλαμψε όλη η πλάση και την είδαν από το πέλαγος οι πειρατές κι ήρθαν και την άρπαξαν και την πήγαν στο σκλαβοπάζαρο κι έζησε αυτή καλά κι εμείς καλύτερα.
β) Κάτω στο γιαλό, κάτω στο περιγιάλι
κόρην αγαπώ, ξανθή και μαυρομάτα
δώδεκα χρονών, κι ο ήλιος δεν την είδε,
μόνο η μάνα της Κανέλα τη φωνάζει,
Κανελόριζα και ρίζα της κανέλας,
φούντα της μηλιάς, τα μήλα φορτωμένη .…
Στην πρώτη ιστορία ο στίχος «Κάτω στο γιαλό κάτω στο περιγιάλι» έχει ουσιαστικό λόγο ύπαρξης, γιατί παλιά όντως κατέβαιναν στο γιαλό για να πλύνουν, και γιατί αν δεν ήταν στο γιαλό δε θα έκαναν απόβαση οι πειρατές. Στη δεύτερη ιστορία ο ίδιος στίχος δεν προσθέτει τίποτε: είτε στο γιαλό την αγαπούσε είτε στο βουνό, τα ίδια θα γίνονταν. Άρα στην «Κανελόριζα» ο στίχος αυτός είναι δάνειος από το άλλο τραγούδι. Ο συμφυρμός έγινε λόγω κοινής μελωδίας. Υπάρχει κοινή μελωδία; Ναι, υπάρχει. Στο δίσκο της Σαμίου «Της κυρά Θάλασσας» υπάρχει μία παραλλαγή από το Τρίκερι Βόλου όπου το κείμενο με την αρπαγή από τους πειρατές τραγουδιέται στο σκοπό της Κανελόριζας, ενώ σ’ αυτό το βιντεάκι ακούμε, από την Ανατολική Θράκη, τον ίδιο σκοπό με κείμενο όπου συμφύρονται ο Ύπνος του Άγουρου και οι Χιώτισσες (αρχίζει στο 4’20’’). Αντίστοιχα, ο Αητός του ριζίτικου υπάρχει και σε ανατολικοθρακιώτικο τραγούδι αλλά αντί να κάθεται σε ψηλό βουνό κάθεται κάτω στο γιαλό, κάτω στο περιγιάλι, προφανώς για τους ίδιους λόγους.
Συμπερασματικά, όσο κι αν η φορά του δανεισμού μένει ακόμη να προσδιοριστεί για τις περιπτώσεις όπου δεν είναι τόσο προφανής όσο στα τελευταία αυτά παραδείγματα, ο μηχανισμός που την ενεργοποίησε θεωρώ σχεδόν βέβαιο ότι είναι αυτός που περιέγραψα. Από κει και πέρα, με τους συμφυρμούς πολλών τραγουδιών σε ένα, τις διασπάσεις ενός τραγουδιού σε πολλά (απόρροιες αυτού του μηχανισμού) και επιπλέον με τη συντόμευση τραγουδιών που οι στίχοι τους πέρα από τους λίγους πρώτους ξεχάστηκαν, δημιουργούνται κείμενα με πραγματικά ή φαινομενικά νέο περιεχόμενο, τα οποία μπορούν να ταιριάξουν σε νέες περιστάσεις (π.χ. στο γάμο), διαφορετικές από τις αρχικές. (Το βιβλίο του Αλ. Πολίτη δεν το έχω υπόψη μου αλλά και μόνο από το θέμα φαντάζομαι ότι θα το βρω συναρπαστικό.)