Εχει ο Σχορέλης στην Ανθολογία του μία εκδοχή του τραγουδιού από τον Μπαγιαντέρα, ο οποίος είχε γνωρίσει στη φυλακή τον Αντωνίτση, το φονιά του Σαρκαφλιά. Περιείχε μάλιστα το δίστιχο “Αντωνίτση κερατά, που έφαγες το Σαρκαφλιά”.
Ο Τσιτσάνης έβρισκε κάτι ηρωικό-ρομαντικό στο θάνατο του Σαρκαφλιά ("…το πιο καλύτερο παιδί…"). Ομως ο Μπαγιαντέρας, που είχε δει τα πράγμα από “τα μέσα”, τελείως διαφορετική άποψη: Κατάδικος της σειράς ο Σαρκαφλιάς, που μπαίνοντας στη φυλακή βρήκε το γηραιότερο Αντωνίτση να κάνει κουμάντο και σκέφτηκε να τρομάξει το γέρο και να κάνει εκείνος παιχνίδι. Αντίθετα ο Αντωνίτσης “…ήτανε καλός μάγκας…” λέει ο Μπαγιαντέρας. Του 'ριξε ο Αντωνίτσης τις μαχαιριές του και …γεια σου ο Σαρκαφλιάς.
Ας αφήσουμε όμως το …σενάριο της ταινίας κι ας μπούμε στην ουσία της ιστορίας: Με βάση τα στοιχεία που δίνει ο Μπαγιαντέρας, κι αν υπολογίσουμε ότι έκανε φυλακή στα τέλη της δεκαετίας του '20, το φονικό πρέπει να έγινε στις αρχές του 20ού αιώνα. Αρα το τραγούδι απέχει αρκετά από το να χαρακτηριστεί παλιό “μουρμούρικο” (για να χρησιμοποιήσω τον αδόκιμο όρο του Πετρόπουλου).
Οταν λέμε “παλιό” ή “παραδοσιακό”, τουλάχιστον όσον αφορά το χρόνο θέλει κάμποσο. Οταν για παράδειγμα ο Βαγγέλης Σωφρονίου (τραγουδιστής της δεκαετίας του '20) υποστήριζε ότι το “Σαν πεθάνω στο καράβι” είναι παλιό παραδοσιακό, βεβαίωνε ότι το είχε ακούσει να το τραγουδάει ο παππούς του. Κι επειδή τα τραγούδια που λένε οι παππούδες δεν τα μαθαίνουν στα γεράματα αλλά στα νιάτα τους, “Σαν πεθάνω στο καράβι” πρέπει να τοποθετείται από το 1850 και πίσω. Οταν λοιπόν ένα τραγούδι έχει αντέξει τουλάχιστον 60-70 χρόνια, μεταφερόμενο από στόμα σε στόμα κι άλλα 50 μέσω μιας γραμμοφώνησης (αυτή του Κατσαρού), τότε, ναι, μπορούμε να πούμε ότι είναι παραδοσιακό. Τα 20-30 χρόνια μάξιμουμ όμως φτάνουν;