Οσμαντάκας ή Σαμαντάκας

Οι Ελληνικοί στίχοι
και οι παραλλαγές αυτών είναι στο 15 (πιο πίσω ).
Σε νεκρό απευθύνονται =μοιρολόϊ=Ελεγεία λύπης.

1 «Μου αρέσει»

Με τίποτα! Ποτέ δεν μιλάς έτσι σ’ έναν διαπιστωμένα νεκρό! Φόρα τσαρούχια, στρίψε μουστάκα… Αυτά σε ένα μοιρολόι θα έπρεπε να περιβληθούν με πολλά «άααχ, και να…. ξύπναγες, άαααχ…. και να φόραγες τα τσαρούχια…. Και ακόμα: «Εσύ κοιμάσαι, κι εγώ νυστάζω». Δεν θα το πεις στον νεκρό αυτό. Άλλο η κοίμησις νεκρού και άλλο ο ύπνος του (ζώντος) δικαίου και, αν έχεις πλέον κοιμηθεί τον ύπνον τον υστερνόν, και να νύσταζα δεν θα το ΄λεγα δημόσια, θα (έπρεπε να) μυρολογούσα. Και άλλο ένα ακόμα: όταν κοιμάσαι τον ύπνον τον υστερνόν, σάβανο λέγεται το ύφασμα που σε τυλίγει, όχι σεντονάκια. (αν και τούτο, μαζί με το «σε συλλογιούμαι κι αναστενάζω» θα μπορούσε να θεωρηθεί συμφυρμός από άλλο, ερωτικό τραγούδι)

Ο Μενούσης μεθυσμένος πάει την έσφαξε
το πρωί ξεμεθυσμένος πάει την έκλαψε:
Σήκω πάπια μ’, σήκω χήνα μ’, σήκω κι άλλαξε…

Και σε άλλα.

Και στην πραγματικότητα βέβαια: πού μ’ αφήνεις κλπ.

Και το περίμενα, όταν έγραφα τα παραπάνω, ότι ίσως ένα, άντε δύο παραδείγματα, θα βρεθεί. Να σου φέρω εγώ, Περικλή, καμμιά τριανταριά παραδείγματα της δικής μου εκδοχής. Αλλά το κυριότερο: Ο Μενούσης δεν ήταν μυρολογίστρα, να ξέρει τους αυστηρούς κανόνες του μυρολογιού. Θα μου πείς, και ο Σαμαντάκας….

Για όποιον ενδιαφέρεται, οι αλβανικοί στίχοι αντιγραμμένοι από εδώ και “επιβεβαιωμένοι” ακουστικά από τις διάφορες ηχογραφήσεις:

Hajde more Osman Taka
hajde more djale i bukur

Hajde more Osman Taka
hajde more djale levendi

Hajde more Osman Taka
hajde para se ta varnin
ai kerkoi vallen e tij

Hajde more Osman Taka
hajde se ce holle vallen
hajde vallen ne tepsi

Μια κάποια μετάφραση ως υποθετικό συμμάζεμα της αυτόματης:

Άιντε μωρέ Οσμάν Τάκα
Άιντε ωραίο παλικάρι

Άιντε μωρέ Οσμάν Τάκα
Άιντε μωρέ Λεβέντη

Άιντε μωρέ Οσμάν Τάκα
Άιντε πριν σε κρεμάσουνε
Ζήτησε τον χορό σου

Άιντε μωρέ Οσμάν Τάκα
Άιντε χόρεψε λίγο (Ή ίσως: άιντε να χορέψω λίγο)
Άιντε χόρεψε στο ταψί (Ή ίσως: άιντε να χορέψω στο ταψί)

Επίσης στο ακόλουθο λινκ, στα αγγλικά, μερικές πληροφορίες (με την προσωπική επιφύλαξη που συνοδεύει τις “πληροφορίες” γενικώς) για το τραγούδι, την παράδοση που το συνοδεύει, και το χορό του:

Νίκο, μπορεί (δεν ξέρω) το πραγματικό μοιρολόι από μοιρολογίστρες να μην περιλαμβάνει τέτοια πράγματα. Αλλά αυτό δεν είναι πρόβλημα. Το τραγούδι του Σαμαντάκα (που έτσι κι αλλιώς είναι στην καλύτερη περίπτωση υπολειμματικό) δεν είναι μοιρολόι, δε μοιρολογάνε τον Σαμαντάκα κάθε φορά που το λένε. Είναι πιο πολύ ένα τραγούδι όπου παρατίθεται το μοιρολόγισμα, κατά κάποιον τρόπο, δηλαδή κάτι σαν τον Μενούση όπου αυτή η παράθεση είναι πιο ξεκάθαρη.

Άλλωστε, κι αν οι επαγγελματίες μοιρολογίστρες ακολουθούν συγκεκριμένους κανόνες, σίγουρα δεν ισχύει το ίδιο για τους συγγενείς και τους οικείους, που λένε ό,τι τους βγει από την ψυχή εκείνη την ώρα.

Πάντως νομίζω ότι το μοτίβο «σήκω καημένε Χ από το μαύρο χώμα», ή σε κάθε ανάλογη παραλλαγή, είναι κλασικό.

Μα, ακριβώς! Αν «παίζει» μαύρο χώμα, έχουμε δεδηλωμένο νεκρό, οπότε η προτροπή «Σήκω Μαριώ από το μαύρο χώμα! – Με τί χεράκια, η μαύρη, να σ΄κωθώ!» εκπέμπει την τραγικότητά της, κι ας μην είναι κανονικό μυρολόι το τραγούδι. Στον Σαμαντάκα όμως, με τίποτα δεν αφήνεται να υποδηλωθεί κάτι παρόμοιο. Ένα τραγούδι πράγματι ελλειπές, κάπως ανασούμπαλο, αλλά σαφέστατα με στοιχεία (ύπνοι σε σεντονάκια, ωραίες υπάρξεις που κοιμούνται μακριά από τον ήρωα) που κάθε άλλο παρά παραπέμπουν σε ήδη επισυμβάντα ή έτοιμον να επισυμβεί θάνατο. Απορώ πού βλέπετε, και οι δύο, το υποτιθέμενο μυρολόι.

Το βλέπω (ακούω) σαν μνημόσυνο, (σήκω να χορέψεις τον χορό που ζήτησες πριν σε κρεμάσουν), απόλεια αγαπημένου προσώπου, όπως “ξύπνα περδικομάτα”, η “4-5 μάρμαρα”,= μνήμα. βλάχικα (λα πάτρου τσίντσι μάρμαρι) και τόσα τόσα άλλα.

1 «Μου αρέσει»

Με συγχωρείς, Σπύρο, εγώ αναφερόμουν σαφέστατα στον ελληνικό στίχο, όχι τον αλβανικό. Ο αλβανικός, σαφέστατα περιγράφει το συμβάν του χορού και τίποτε άλλο, ο ελληνικός το αγνοεί παντελώς.

λα πατρου, λαι βιτσινα και τα μυαλα στα καγκελα κυριε σπυρο!

Το «εσύ κοιμάσαι κι εγώ νυστάζω», που υπάρχει ως ανεξάρτητο δίστιχο και που κανονικά δεν αναφέρεται σε θάνατο αλλά πράγματι σε ύπνο, μάλλον το κόλλησαν συνειρμκά. Εκεί το τραγούδι αρχίζει να χάνει το όποιο νόημά του. Στα σημεία όμως όπου το διατηρεί, εγώ μάλλον θάνατο βλέπω, ιδίως αφού διάβασα και τα εγκυκλοπαιδικά περί του Οσμάν Τάκα.

Γενικώς θα έλεγα ότι νοηματικά το τραγούδι δεν είναι και για να του γυρεύουμε πολλά. Ή είναι μια αόριστη ανάμνηση των αλβανικών στίχων, που φαίνονται πιο συγκροτημένοι, ή πολυχρησιμοποιημένο και φθαρμένο - σε κάθε περίπτωση το βασικό που έχει να μας πει είναι απλό:

«Γεια σου Σαμαντάκα»!

Όλα τα υπόλοιπα, απ’ όπου κι αν προήλθαν, πλέον στη σημερινή μορφή είναι απλώς παραγεμίσματα.

Εγώ με τίποτα, το λέω για τρίτη φορά. Ούτε η παραμικρή νύξη για καταδίκη, τελευταία επιθυμία κλπ. όπως στο αλβανικό κείμενο.

Αυτά, από ΄μένα…

1 «Μου αρέσει»

Ρε παιδιά, τι εμμονή είναι αυτή να βρούμε σχέση των στίχων με την επικεφαλίδα του τραγουδιού;!!
Δεν είναι ξεκάθαρο δηλ ότι πρόκειται για στίχους ερωτικούς; Με το ζόρι να το πούμε μοιρολόι!!!
Πρόκειται για κλασική περίπτωση αλλαγής στίχων του αρχικού τραγουδιού.

Οι αληθινοί στίχοι του Οσμαντάκα όπως περίπου τους θυμόταν η κυρά-Φανή Δημοπούλου από το Δολό Πωγωνίου:

Γεια σου (ω)ρέ Οσμάν Τάκα, τη λεβεντιά σου να ’χα.

Ωρέ πήγα να σκοτώσω, τέτοιο παλικάρι

Ωρέ σαν χορεύει, πηδάει σαν το λιοντάρι.

Σου χαλαλίζω και τη ζωή σου,

χόρεψε, μπίρο μου, με την ψυχή σου

2 «Μου αρέσει»

Ερωτικούς λες; Το «τη λεβεντιά σου να 'χα» θα το έλεγε μάλλον άντρας προς άντρα, όχι βέβαια ερωτικά αλλά με θαυμασμό.

Βέβαια, το ενδεχόμενο να το λέει γυναίκα προς άντρα ερωτικά (τη λεβεντιά σου, δηλ. εσένα, να είχα [στην αγκαλιά μου λ.χ.]) δεν το είχα σκεφτεί - μπορεί…

Πάντως εγώ νομίζω ότι το κυρίως νόημα δεν είναι κανένα. Τραγούδι αφιερωμένο στον Σαμαντάκα, έτσι σκέτα, και τέρμα. Απο κει και πέρα, χορευτική μουσική με απλώς μερικά λόγια σαν επένδυση.

Εγώ πάντως δεν το βρίσκω ούτε μυρολόι, ούτε πληροφορικό / περιγραφικό αξιοσημείωτου θανάτου, αλλά ούτε και ερωτικό παρά μόνο υμνητικό αξιοσημείωτου ανθρώπου, φτιαγμένο πολύ απρόσεκτα. Το (πολύ ενδιαφέρον) της κυρά- Φανής, υμνητικό κι αυτό, είναι σωστότερα φτιαγμένο.

Ανεξάρτητα πάντως απ’ όλα τ’ άλλα, αυτό

πρέπει κανονικά να μην το αφήνουμε άψαχτο: δεν γίνεται ένα τραγούδι που υμνεί π.χ. τον καπετάν Γούλα να έχει τίτλο Ο καπετάν Κόλιας ή Της λυγερής και του Κώττα. Αν βρούμε κάτι τέτοιο, θα ψάξουμε πού και γιατί παρεισέφρησε το λάθος. Αλλά δεν βλέπω κάτι τέτοιο εδώ, βλέπω ένα κακοφτιαγμένο υμνητικό όπως ήδη είπα.

Προφανώς και δεν είναι ύμνος του έρωτος κ. Νίκο, αλλά το “σε συλλογιεμαι κι αναστεναζω” μόνο ερωτικό είναι.

Κατά την άποψη μου, είναι απλό συνονθύλευμα κλασικών στίχων και τίποτα περισσότερο.

Μα είπαμε, Δημήτρη μου, ακριβώς: είναι κακοφτιαγμένο συμπήλιμα στίχων και ήδη, αρκετά το ψιψιρίσαμε.

Προσωπικά μου άρεσε - λόγια και μουσική - από όταν το πρωτοάκουσα πριν καμιά 15ετία. Και βέβαια, μια που το τραγούδι δεν εξιστορεί τα του προσώπου, με είχε παρακινήσει να αναζητήσω όσα πρόχειρα υπήρχαν γι’ αυτό.
Τώρα σχετικά με το νόημα των στίχων, είναι νομίζω βέβαιο ότι το τραγούδι απευθύνεται πρώτιστα στον κόσμο της περιοχής που γνωρίζει τα σχετικά με την παράδοση του Οσμαντάκα, οπότε γι’ αυτόν τον κόσμο δεν τίθεται και θέμα για το τι εννοούν τα λόγια.
Η κατανόηση των στίχων προϋποθέτει ως γνωστή μια ορισμένη εξιστόρηση.
Επομένως, σύμφωνα με την εξιστόρηση που παραλείπεται αλλά είναι γνωστή στο πρωταρχικό “κοινό” του τραγουδιού, ο ύπνος του Οσμαντάκα δεν μπορεί παρά να παραπέμπει μεταφορικά στο θάνατό του.
Άλλωστε θα ήταν κάπως δυσανάλογο να ζητά το τραγούδι, από κάποιον που απλώς κοιμάται, να σηκωθεί και να βάλει τα τσαρούχια. Σιγά το πράγμα, αν απλώς κοιμάται. Αν όμως είναι νεκρός αποκτά ουσιαστικό νόημα αυτό το κάλεσμα.
Τέλος, παρότι απευθύνεται σε νεκρό, δεν το άκουσα ποτέ σαν μυρολόι. Δε νομίζω ότι ένα τραγούδι που μιλά για νεκρό είναι “επομένως” και μυρολόι.

2 «Μου αρέσει»

Δεν έχει σημασία τι πιστεύεις για το ποιες είναι οι παραδοσιακές φιγούρες των Τσάμηδων, αλλά το ποιες είναι οι φιγούρες αυτές. Και μένα μόνο το σπαγγάτο με ξένισε και η ταλάντωση των ώμων. Όλες τις άλλες φιγούρες τις έχω δει. Ακόμα και το να πατάει κάποιος πάνω στον χορευτή κάπου το έχει πάρει το μάτι μου.

1 «Μου αρέσει»

Όταν «απλώς κοιμάσαι», τότε «απλώς ξυπνάς». Και μόλις ξυπνήσεις, φοράς τα τσαρούχια και στρίβεις το μουστάκι. Έτοιμος! Δεν φαντάζομαι να περίμενε κανείς να βουρτσίσει πρώτα τα δόντια του και να πλύνει το πρόσωπό του ο Σαμαντάκας πηγαίνοντας φυσικά στο μπάνιο (ποιο μπάνιο!..), μετά να αλλάξει, βάζοντας τις πυτζάμες (ποιες πυτζάμες :rofl: ) κάτω απ’ το μαξιλάρι, και να φορέσει φουστανέλα και τσαρούχια….