"Οι Έλληνες του Γκέρλιτς", Γερ. Αλεξάτου

Και τι θα γίνει άμα ελεήσουν οι έχοντες τα σπάνια, μήπως θα γίνει το μπουζούκι της ρεμπετό - λαϊκής ορχήστρας δημοτικό όργανο και θα μπει στις δημοτικές ορχήστρες, τον 21ο αιώνα; Αν ήταν σημαντικό και κατάλληλο όργανο για την δημοτική μουσική, θα είχε μπει από τον 20ο αιώνα.

Για το λαούτο και το σαντούρι να το δεχτώ ότι είχαν συνοδευτικό ρόλο δίπλα στο βιολί, αλλά για το κλαρίνο μου κάνει εντύπωση, λόγω της μεγαλύτερης έντασης του κλαρίνου, μου είναι δύσκολο να φανταστώ κάτι τέτοιο.

Για το όνομα Μπαταριάς κάνει λόγο και ο Αριστείδης Μόσχος (σαντούρι) σε κάποια συνέντευξή του. Παραθέτω ένα απόσπασμα:

- Κύριε Αριστείδη θέλεις να μας μιλήσεις λίγο για τον πατέρα σου;
- Ναι, ο πατέρας μου ήτανε ένας άνθρωπος, ξέρω 'γω, δεν μπορώ να συναντήσω σήμερα το χαρακτήρα, και να του δώσω και χαρακτηρισμό και να στον περιγράψω τον πατέρα μου. Γιατί θάπρεπε κανείς να τον ζήσει, να τον εγνωρίσει, να τον δει, για να πάρει μια εικόνα. Εγώ…είναι φτωχά τα λόγια για να ζωγραφίσω τον πατέρα μου. Ως καλλιτέχνης ήτανε ένα κλαρίνο από τα…τα καλύτερα που…όχι μάλλον από τα καλύτερα…τώρα δεν μπορώ να μιλάω έτσι για τον πατέρα μου, αισθάνομαι άσχημα. Και δεν ήτανε ένα κλαρίνο αποκλεισμένο στη δημοτική, ήταν μεν παραδοσιακός, γνώριζε όλη την παράδοση μέχρι που ζούσε το ‘52, γνώριζε όλη την παράδοση της Ελλάδος, όλη τη μουσική που κυκλοφορούσε σ’ όλον τον ελλαδικό χώρο, αλλά δεν ήταν περιορισμένος μόνο στο δημοτικό τραγούδι, έπαιζε και πολλά ξένα πράγματα. Έπαιζε ρουμάνικα, έπαιζε βουλγάρικα, έπαιζε ουγγαρέζικα, έπαιζε πολλά.
- Ο πατέρας σου δεν έκανε δίσκους, δεν ηχογράφησε ποτέ;
- Ο πατέρας μου είχε μια νοοτροπία, δεν ήθελε…όχι πως δεν ήτανε με το λαό, αλλά αισθανότανε άσχημα…να…να περάσει κάπου, να πούμε, σ’ ένα χάνι ή σε μια ταβέρνα - που ήταν το Αγρίνιο γεμάτες ταβέρνες, πηγαίνανε κει κόσμος, μεθούσανε, κάνανε, ήταν…δεν ήταν δηλαδή κέντρα με αξιοπρέπεια - και ν’ ακούει και να παίζει το κλαρίνο του μέσα. Αισθανότανε…δεν ξέρω πως το είχε πάρει, για μένα…έπρεπε να βγάλει δίσκους.
- Υπάρχει αυτή η νοοτροπία σε πολλούς παλιούς μουσικούς, να μη θέλουν να ηχογραφήσουν δίσκους, γιατί δε θέλανε να…
- Ν’ ακουστεί σε χώρο που δε τους άρεγε, και να τον χρησιμοποιήσουν άνθρωποι που δε θα ‘θελε. Ήρθανε από την Οντεόν, απ’ την Κολούμπια…ερχόντανε. Ήρθανε άνθρωποι κάτω να τον πάρουνε πολλές φορές για…για φωνοληψία, για δίσκους. Για να αποφύγει ζητούσε τεράστια ποσά. Κάποτε δεν ξέρω στην Οντεόν τι ζήτησε, ζήτησε -προπολεμικώς που που παίρναν, δεν ξέρω, εικοσιπέντε δραχμές, τι παίρναν, σαράντα, πενήντα το κομμάτι -, ζήτησε ένα χιλιάρικο και δεν ξέρω πόσο ποσοστά ζήτησε, σαράντα τοις εκατό…Και θυμάμαι λέξη προς λέξη κάποιος, ένας κοντός τότε θυμάμαι στο σπίτι μας μ’ ένα ωραίο μαύρο κοστούμι, παιδί πολύ, πολύ μικρός, πολύ μικρός και του λέει: “εσείς κύριε Μόσχο τι ζητάτε, του λέει, πληρωμή ζητάτε, ή να μπείτε μέτοχος στην Εταιρεία;” Του είπε προς λέξη. Της Οντεόν ήταν αυτός, δεν θυμάμαι ποιος ήτανε. Και πήγαινε στο Μεσολόγγι, που ήτανε ένας άλλος κλαριτζής εκεί. Πήρανε εκείνον, το Μαργέλη, κάποιον Μαργέλη. Φίλοι με τον πατέρα μου ήτανε, κι εκείνος καλό κλαρίνο. Αλλά βέβαια δεν ήτανε στην κλάση του πατέρα μου, δεν ήτανε στη ίδια σειρά. Κι εκείνος ωραίος κλαριτζής ήταν, ωραίο δημοτικό κλαρίνο ήτανε. Εκείνος ήρθε κι έκανε φωνοληψίες…
- Ο περίφημος Φουσκομπούκας. Το κανονικό σας επίθετο είναι Μόσχος;
- Μόσχος. Φουσκομπούκας είναι ένα ψευδώνυμο το οποίο αποκτήσαμε απόναν παππού μου… απ’ τον παππού μου, που 'χε κάποιο μόρο ‘δω στο μάγουλο μ’ ένα μαύρο σημείο και φούσκωνε λίγο το μάγουλο και βγήκε Φουσκομπούκας.
- Το σόι σας, λοιπόν, είναι σόι μουσικών, απ’ ό,τι ξέρω, όχι μόνο απ’ τον πατέρα σας, αλλά…
- Πρός πάππου, προς πάππου. Δεν ξέρω αν έχεις υπόψη σου, αν έχεις διαβάσει κάποια άλλα βιβλία που έχουνε γράψει, κάποιοι άλλοι που ασχοληθήκανε στο Αγρίνιο, και ο Νόβας Αθανασιάδης έχει γράψει και ο… έχει γράψει ένα βιβλίο, μάλιστα, αποκλειστικό για τον πατέρα μου, “Ο Φουσκομπούκας κι ο Μπατάριας”. Για τον Μπαταριά και τον Φουσκομπούκα στο Μεσολόγγι. Όταν τέλειωσε η επανάσταση του '21 (γιατί η καταγωγή, η ιδιαιτέρα πατρίδα του πατέρα μου ήτανε,…μάλλον θα καταλήξανε κει οι παππούδες μας, η Πεντάλοφος έξω από το Αγρίνιο)…βρεθήκανε άνθρωποι της επαναστάσεως τώρα, ο προπάππος του πατέρα μου, ο Βασίλης Μόσχος (τον αναφέρει και η ιστορία, Γεροβασίλης, Βασιλάκης ήτανε, Γεροβασίλης Μόσχος), μετά την απελευθέρωση του '21 βρεθήκανε οι άνθρωποι φτωχοί, ακτήμονες.

Εγώ δεν γνωρίζω δημοτικούς ακροατές να ζητάνε δημοτικούς σκοπούς με παίξιμο μπουζουκιού. Πιστεύω αν υπήρχαν θα είχαν γραφτεί αρκετά και όχι ελάχιστα με μπουζούκι.

Σίγουρα σημαντικός τραγουδιστής για την εποχή του ο Στασινόπουλος, αλλά το δημοτικό τραγούδι απαιτεί διαφορετικό ύφος ανά περιοχή, οπότε ο καθένας κρίνεται καλύτερα στον τόπο του.