Λοιπόν, μπορώ να πω παιδιά ότι είναι καλό βιβλίο!
Άργησα να πειστώ γι’ αυτό. Το θέμα του το κάνει φυσικά ενδιαφέρον για όσους… ενδιαφέρονται για τέτοια θέματα. Ο ήρωας, ένας νεαρός που ο πατέρας του φτιάχνει όργανα, μεγαλώνει μέσα στην πολυπολιτισμική και μουσικότατη Σμύρνη, αναπτύσσει μεράκι για τη μουσική, πάει να μαθητεύσει στου Γιοβανίκα, καθ’ οδόν συνδέεται ή απλώς διασταυρώνεται με άλλα υπαρκτά πρόσωπα όπως ο Νούρος, ο γέρο-Ογδόντας (πατέρας του Ογδοντάκη) και η Κιορ-Κατίγκω, και μέσα από τις περιπέτειές του γνωρίζουμε την πόλη και την εποχή, με κέντρο βέβαια τη μουσική της ζωή αλλά και με άλλες προεκτάσεις.
Διάβαζα λοιπόν και είχα αρχίσει να σκέφτομαι: ωραία που αντί για εγκυκλοπαιδικά άρθρα τα βλέπουμε όλα αυτά να ζωντανεύουν στο πλαίσιο μιας ιστορίας ενηλικίωσης, αλλά… κάτι λείπει ρε παιδί μου. Είπαμε να διαβάσουμε λογοτεχνία: καλά υλικά έχει η συνταγή, αλλά πού είναι η μαστοριά του μαγείρου;
Για χάρη του θέματος όμως προχώρησα και το τελείωσα. Μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι τελικά δικαιώθηκα, γιατί και του μαγείρου (της μαγείρισσας εν προκειμένω) η μαστοριά δεν άργησε να φανερωθεί. Ιδιαίτερα όταν φτάσαμε στην Καταστροφή, παρόλο που είναι δύσκολο θέμα γιατί το έχουν ήδη καλύψει δυνατές πένες εδώ και τρεις γενιές, ωστόσο το βιβλίο αποδείχτηκε δυνατό.
Οπωσδήποτε παραμένω με το ερωτηματικό που ήδη ανέφερα και αλλού, ότι δεν ξέρω ποιες λεπτομέρειες μπορώ να τις λάβω υπόψη μου και εγκυκλοπαιδικά (ότι π.χ. η σχολή του Γιοβανίκα λειτουργούσε έτσι όπως περιγράφεται, ή πώς έφυγε ο Νούρος από τη Σμύρνη, νύχτα καταζητούμενος, κλπ.), πού δηλαδή σταματάει η τεκμηριωμένη, από την έρευνα της συγγραφέως, πληροφορία και πού αρχίζει η μυθοπλασία.