Η καταγωγή των ρεμπέτικων

Μεταφέρω εδώ το άρθρο του ερευνητή Πάνου Σαββόπουλου, όπως δημοσιεύτηκε στην[b][u] “Ελευθεροτυπία”[/b][/u]και το έβαλε ο φίλος Koutroufi στις “Ανακοινώσεις” , γιατί είναι μια αφορμή για προβληματισμό, αντιπαράθεση απόψεων και σχολιασμό.

"Το πρόβλημα της καταγωγής και της εμφάνισης των ρεμπέτικων τραγουδιών είναι θολό και δυσεπίλυτο. Βασικοί λόγοι είναι η πληθώρα των, συχνά ασαφών, στοιχείων που υπεισέρχονται στο πρόβλημα, η έλλειψη έγκυρων γραπτών αναφορών, αλλά και ο ορισμός-περιγραφή του ίδιου του αντικειμένου. Τι εννοούμε δηλαδή με τον όρο «ρεμπέτικα». Για την ίδια τη λέξη πάντως, αλλά και τον ώς τις μέρες μας «ελευθεριάζοντα» χαρακτήρα της, έχω αναφερθεί εκτεταμένα στο βιβλίο μου Περί της λέξεως «ρεμπέτικο» το ανάγνωσμα… και άλλα, εκδόσεις «Οδός Πανός».
Το παρόν κείμενο θα προσπαθήσει να αναζητήσει την προέλευση των «πρώτων ρεμπέτικων» τραγουδιών, τα οποία θα μπορούσαμε να ονομάσουμε επίσης «μάγκικα», «κουτσαβάκικα», «μόρτικα» κ.λπ., δηλαδή τα τραγούδια που προήλθαν και εξέφραζαν τους μάγκες, τα κουτσαβάκια, τους μόρτες κ.λπ. Πρόκειται για μια πρώτη και μερική δημοσίευση για το θέμα, η οποία όταν θα συμπληρωθεί πλήρως, θα εκδοθεί χωριστά.

Στα πρώτα πρώτα ρεμπέτικα τραγούδια δεν υπάρχει επώνυμος δημιουργός και γι’ αυτό συνήθως τα λένε «παραδοσιακά ρεμπέτικα» ή «ρεμπέτικα της ανώνυμης δημιουργίας». (Προτιμώ τον σαφέστερο όρο «παραδοσιακά ρεμπέτικα».) Τα τραγούδια αυτά τα γνωρίζουμε μόνον από τις ηχογραφήσεις τους, οι οποίες έγιναν, με ελαχιστότατες εξαιρέσεις, από το 1906 ώς το 1930, κυρίως όμως στη δεκαετία του '20, στην Αμερική και στην Ελλάδα. Ποιος είναι ο ακριβής αριθμός αυτών των ηχογραφήσεων είναι εξαιρετικά δύσκολο να εκτιμηθεί, κυρίως γιατί θα πρέπει να καθοριστεί τι θα λέμε «παραδοσιακό ρεμπέτικο». Για λόγους λοιπόν απλούστευσης, αν θεωρήσουμε ότι «παραδοσιακά ρεμπέτικα» είναι τα παραδοσιακά τραγούδια που τα στιχάκια τους μιλάνε για μάγκες, αλάνια, ντερβίσια κ.λ.π., για χασίσια και τεκέδες, μαχαιρώματα και φόνους, παρανομία, εξουσία και φυλακές, τυχερά παιχνίδια κ.λπ., τότε οι ηχογραφήσεις τους είναι τουλάχιστον 100. (Μιλάμε πάντα για ηχογραφήσεις σε δίσκους γραμμοφώνου στις 78 στροφές, αλλιώς το «παιχνίδι» είναι χαμένο από χέρι…) Σημειωτέον ότι οι ηχογραφήσεις αυτές αντιστοιχούν μόνο σε 60 διαφορετικά τραγούδια, αφού υπάρχουν επανηχογραφήσεις κάποιων διάσημων τραγουδιών. Επειδή όμως για το ίδιο τραγούδι οι επανηχογραφήσεις του δεν είναι σχεδόν ποτέ ίδιες στιχουργικά, και μάλιστα κάποιες φορές ούτε μελωδικά, θεωρούνται όλες ενδιαφέρουσες και αποκαλυπτικές.

Είναι δύσκολο να εξακριβωθεί ο τόπος καταγωγής κάθε τραγουδιού από αυτά τα 60, δηλαδή σε ποια (ευρύτερη) περιοχή πρωτοεμφανίστηκε και πώς στη συνέχεια διαδόθηκε. Γενικά μιλώντας, τα πρώτα αυτά ρεμπέτικα, τα «παραδοσιακά», εμφανίστηκαν στις περιοχές της Σμύρνης, της Πόλης και της Αθήνας-Πειραιά. Για τα 30 από αυτά υπάρχουν βάσιμες «υποψίες» για τον τόπο καταγωγής τους. Για τα υπόλοιπα, ας ενδιαφερθεί και κάνας πολυπράγμων ρεμβετοβαρεμένος πανεπιστημιακός, απ’ αυτούς που δεν έχουν ακούσει στη ζωή τους περισσότερα από 300 ρεμπέτικα!

Η μελέτη πάντως αυτών των περίπου 100 ηχογραφήσεων που διασώθηκαν, βοηθάει πολύ στο να σχηματιστεί μια ικανοποιητική εικόνα για τη δημιουργία τους και κατ’ επέκταση για τις ρίζες των ρεμπέτικων τραγουδιών, άσχετα αν ανακύπτουν και κάποια ζόρικα ερωτήματα… Από τις 100 λοιπόν αυτές ηχογραφήσεις οι 18 ανήκουν σε τραγούδια με συγκεκριμένη θεματολογία στίχων. Π.χ. «Το κουτσαβάκι» (Κα Κούλα, 1919 και Μ. Παπαγκίκα 1920 και 1925), «Μάγκας του Ψυρρή» (Τ. Νικολάου, 1931), «Πολίτικο ζεϊμπέκικο» (Α. Νταλγκάς, 1928) κ. ά. Οι 82 υπόλοιπες ηχογραφήσεις, οι οποίες και είναι «όλα τα λεφτά», ανήκουν σε τραγούδια τα οποία αποτελούνται από μία σχεδόν τυχαία «συρραφή» διαφόρων στίχων, χωρίς καμία εννοιολογική σύνδεση μεταξύ τους και με ποικιλία συνδυασμών. Οι στίχοι αυτοί συνήθως είναι:

  1. Αδέσποτα γνωστά «πονηρά» στιχάκια που γνώριζε και χρησιμοποιούσε ευρύτατα η μαγκιά, και οι …παραφυάδες της.

  2. Στιχάκια αδέσποτα (αλλά και όχι) από αστικά-λαϊκά και δημοτικά τραγούδια.

  3. Στιχάκια που έφτιαχναν (επινοούσαν, εμπνέονταν…) οι ευφυείς μάγκες της παρέας και που συχνά περιέγραφαν συμβάντα και καταστάσεις τους.

Φυσικά δεν είναι πάντα εύκολο να βρει κανείς από πού προέρχεται κάθε στιχάκι.

Κρίνω σκόπιμο, τώρα, να σας δώσω συγκεκριμένα παραδείγματα τραγουδιών αποτελούμενα από αδέσποτα στιχάκια.

Δε μου λέτε το χασίσι πού πουλιέται;

Λ. Μενεμενλής, 1927

Δε μου λέτε, δε μου λέτε το χασίσι πού πουλιέται; / Το πουλούν οι δερβισάδες στους Απάνω μαχαλάδες.

Μες στου Τσαμπάκη την αυλή σκοτώσαν ένα χασικλή / και τον κλαίγαν χασικλήδες που 'ταν όλοι μερακλήδες.

Βρε συ Γιάννη, σαν πεθάνεις, το λουλά τι θα τον κάνεις; / Θα τον βάλω προσκεφάλι να φουμάρω και στον Αδη.

Γύρω γύρω τα δερβίσια και στη μέση τα χασίσια, να φουμάρουνε τ’ αλάνια που ‘ν’ απ’ το πρωί χαρμάνια.

Σα με δεις και κάνω βόλτα βάλε το κλειδί στην πόρτα / να 'μπω μέσα να φουμάρω χασικλίδικο τσιγάρο.

Να κι ο Γιάννης από πέρα, τράκα-τρούκα τη μαχαίρα / και του κάνει τα πλευρά του μαλακά σαν την κοιλιά του.

Κυρ λοχαγέ κυρ λοχαγέ μας έσπασες τον αργιλέ / μας έσπασες και το καλάμι που θα γεννόμαστε χαρμάνοι.

Εδώ, όλοι οι στίχοι είναι αδέσποτοι και φαίνεται να τους ήξερε καλά και να τους χρησιμοποιούσε φυσικά η μαγκιά. Ειδικότερα ο δεύτερος (Μες στου Τσαμπάκη την αυλή…) είναι διασκευή του γνωστού στίχου «Μες στου Συγγρού τη φυλακή…», γιατί ίσως εδώ περιγράφεται ένα περιστατικό σε κάποια παρέα ή γειτονιά, στην αυλή κάποιου κυρίου Τσαμπάκη! Το ημιστίχιο «Σα με δεις και κάνω βόλτα βάλε το κλειδί στην πόρτα» φαίνεται να είναι αστικό λαϊκό, ενώ το προτελευταίο ημιστίχιο «Να κι ο Γιάννης από πέρα, τράκα-τρούκα τη μαχαίρα» είναι γνωστό δημοτικό και απαντάται κυρίως σε αποκριάτικα τραγούδια. Προφανώς παρεισέφρησε λόγω της «μαχαίρας»!

Πήραν τα φρύγανα φωτιά

Πωλ Γαδ, 1929

Πήραν τα φρύγανα φωτιά και κάψανε το μαχαλά / εκάψανε κι εμένανε που μ’ έχει η μάνα μ’ ένανε.

Ανοιξε μάνα, άνοιξε, γιατί με κυνηγούνε / κι αν δεν ανοίξεις το πορτί, το αίμα μου θα πιούνε.

Το πρώτο ημιστίχιο, από τον πρώτο στίχο, είναι αστικό-λαϊκό, ενώ το δεύτερο ημιστίχιο είναι γνωστό δημοτικό.

Ο δεύτερος στίχος είναι από την «παρακαταθήκη» της μαγκιάς.

Σε αρκετές περιπτώσεις οι στίχοι, στα τραγούδια με αδέσποτα στιχάκια, σχηματίζουν δύο ή και τρεις ομάδες με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά:

α. Μία ομάδα με αδέσποτα στιχάκια και μία με στιχάκια που σχηματίζουν μια υποτυπώδη θεματολογία.

β. Δύο ή και τρεις διαφορετικές μικροθεματολογίες.

γ. Μία ομάδα με θεματολογία και κολλητά διάφορα αδέσποτα «πονηρά», αστικά-λαϊκά και δημοτικά.

Πάντως είναι συχνές οι περιπτώσεις αδέσποτων στίχων που «σουλατσάρουν» ελεύθερα σε διάφορα τραγούδια και οι οποίοι στίχοι, με την κατάλληλη επιλογή, σχηματίζουν, ένα είδος θεματολογίας. Υπάρχουν κι άλλες περιπτώσεις από ποικίλους συνδυασμούς αδέσποτων στίχων και τραγουδιών που προέκυψαν, και φυσικά για όλες αυτές τις περιπτώσεις έχω χαρακτηριστικά παραδείγματα. Δεν είναι όμως του παρόντος (χώρου και χρόνου), γι’ αυτό επιφυλάσσομαι. Θα σας αναφέρω μόνο ένα τραγούδι.

Καλογεράκι-Ντουντού

Α. Νταλγκάς, 1931

Καλογεράκι θα γινώ και ράσο θα φορέσω / και κομπολόι θα κρατώ, φως μου, για να σ’ αρέσω.

Μωρή Ντουντού δεν ντρέπεσαι να λες πως δεν παντρεύεσαι; / Μωρή Ντουντού κάτσε καλά γιατί θα έμπω σε μπελά.

Αντιλαλούν οι φυλακές, τ’ Ανάπλι κι ο Γιεντί-Κουλές.

Κάλλιο έχω πέντε μαχαιριές παρά τα λόγια που μου λες.

Τα δύο πρώτα στιχάκια αποτελούν μία θεματολογία (έστω την… ελάχιστη) και μάλλον προέρχονται από τη δημοτική παράδοση. Τα δύο επόμενα αποτελούν μία άλλη, διαφορετική, θεματολογία, μάλλον από την αστική-λαϊκή παράδοση. Τέλος, τα δύο τελευταία είναι πολύ γνωστά αδέσποτα, το πρώτο («Αντιλαλούν οι φυλακές…») από τη δημοτική παράδοση, μάλλον πριν από το 1900, και το δεύτερο είναι πονηρό, που έχει περάσει τουλάχιστον σε τρία παραδοσιακά ρεμπέτικα με αδέσποτα στιχάκια.

Να σημειώσω εδώ ότι η συγκρότηση τραγουδιών με αδέσποτα στιχάκια δεν ήταν αποκλειστικό «προνόμιο» της μαγκιάς, αφού υπάρχουν τουλάχιστον 35 ηχογραφήσεις με αστικά-λαϊκά και δημοτικά, με την ίδια ακριβώς δομή, αλλά χωρίς πονηρά στιχάκια, βεβαίως βεβαίως. Ενα απ’ τα χαρακτηριστικότερα είναι το «Αθήνα και Πειραία μου» (Μ. Παπαγκίκα, 1925) και απολαύστε στιχουργικό… σεργιάνι.

Αθήνα και Πειραία μου

Αθήνα και Πειραία μου και γαλανή σημαία μου. / Ελα βαρκούλα πάρε με και στον Περαία βγάλε με. / Ελα βαρκούλα πάρε με και μες στη Σμύρνη βγάλε με. / Ελα βαρκούλα Συριανή πάρε και με την ορφανή. / Ελα να πάμε ‘κεί που λες που κάνουν τα πουλιά φωλιές. / Ελα να πάμε μάτια μου κι ας φέρουν τα κομμάτια μου. / Ελα να πάμε στο νησί η μάνα σου, εγώ κι εσύ. / Τα μάτια σου τ’ αράπικα μ’ έκαναν και τρελάθηκα. / Εχεις δυο μάτια σαν ελιές που ‘ναι γεμάτα μαριολιές. / Τα μάτια σου τ’ αλλιώτικα τα Πασαλιμανιώτικα.

Θα ήθελα να σας δώσω εδώ μόνο ένα παράδειγμα για το μέγα σουλάτσο κάποιων στίχων. Για ευκολία παίρνω το στιχάκι «Δε μου λέτε, δε μου λέτε το χασίσι πού πουλιέται;». Και σας παραθέτω σε ποια τραγούδια έχει σουλατσάρει και με τι μορφή:

Α. «Οι ντερβίσηδες» (Κα Κούλα, 1920): «Δε μου λέτε, δε μου λέτε το χασίσι πού πουλιέται».

Β. «Ερχομαι τον τοίχο-τοίχο» (Γ. Κατσαρός, 1930): «Δε μου λέτε, δε μου λέτε το χασίσι πού πουλιέται;».

Γ. «Δυο ψαράκια μελανούρια» (Κα Κούλα, 1919): Μπαρμπα Γιάννη μου ντερβίση πού πουλιέται το χασίσι;».

Δ. «Το βλαμάκι» (Κα Κούλα, 1922): «Μπαρμπα Γιάννη μου ντερβίση πού πουλιέται το χασίσι;».

Ε. «Μπαρμπα-Γιάννης» (Παπαγκίκα, 1925): «Δε μού λέτε, δε μού λέτε το χασίσι πού πουλιέται;».

Στ. «Η νταμίρα» (Βιδάλης, 1924): «Δε μού λέτε, δε μού λέτε το χασίσι πού πουλιέται;».

Ζ. «Η νταμίρα» (Α. Νταλγκάς, 1926): «Δε μού λέτε, δε μού λέτε το χασίσι πού πουλιέται;».

Η. «Η νταμίρα» (Μενεμενλής, 1927): «Δε μού λέτε, δε μου λέτε το χασίσι πού πουλιέται;».

Θ. «Η νταμίρα» (Καρίπης, 1928): «Δε μου λέτε, δε μου λέτε η νταμίρα πού πουλιέται;».

Ι. «Η νταμίρα» (Πωλ, 1928): «Δε μου λέτε, δε μου λέτε η νταμίρα πού πουλιέται;».

Επιπρόσθετα σας αναφέρω απλά ότι το γνωστό στιχάκι «Γύρω γύρω μπαγλαμάδες και στη μέση…» το συναντάμε σε οκτώ τουλάχιστον ηχογραφήσεις, το δε «Τράβα μάγκα στη δουλειά σου να μην…», σε ισάριθμες.

Κι αν οι στίχοι των πρώτων ρεμπέτικων μπαινόβγαιναν σε τραγούδια… όπως γουστάραν, σαν «αλητεμένοι» που ήταν, μη νομίσετε ότι οι «ηδονικές» μελωδίες τους έμεναν πίσω. Η μελέτη των τραγουδιών αυτών δείχνει ότι οι μελωδίες τους «πατάνε», μερικώς ή και καθ’ ολοκληρίαν, σε προϋπάρχουσες μελωδίες, κυρίως από την αστική-λαϊκή παράδοση, αλλά και από την τουρκική. Να δώσω κάποια παραδείγματα για διαφώτιση:

  1. Η εισαγωγή από τα «Κομμένα μαλλιά» (Γ. Βιδάλης, 1926 και Μ. Παπαγκίκα, 1927) και από τους «Ψαράδες» (Μ. Παπαγκίκα, 1927) απαντάται στο «Bahriye Cifte Teli», αγνώστων (σε εμένα) λοιπών στοιχείων (1935;) και στο «Γιαντίμ γιαντίμ γιανιόρουμ μπεν» με τον Μ. Μελκών (1954;).

  2. Το τραγούδι «Το μωρό μου» (Κ. Δούσας, 1931) έχει εισαγωγή που είναι απ’ το «Αϊβαλιώτικο ζεϊμπέκικο» και το κύριο θέμα από το «Ησουνα ξυπόλυτη» (Α. Κωστής, 1930).

Η πρωιμότερη ηχογράφηση του «Αϊβαλιώτικου ζεϊμπέκικου» πρέπει να έγινε το 1923 στην Αμερική από το Ντούο Κυριακάτη-1923 Victor Αμερικής Vi-68637.

  1. Η μελωδία από την «Ελληνική απόλαυση» (Γ. Κατσαρός, 1927) είναι βασισμένη ποικιλοτρόπως:

α. Στο «Χανούμικο» (παραδοσιακό οργανικό), 1920.

β. Στο «Χανούμικο ζεϊμπέκικο» (παραδοσιακό οργανικό), 1927.

γ. Σε ένα τουρκικό τραγούδι, άγνωστου τίτλου και τραγουδιστή. Είναι έγγιστα της δεκαετίας του 1910 και μάλλον της Odeon, ο δε τραγουδιστής δεν αποκλείεται να είναι ο Yashar. (Η ετικέτα είναι εντελώς κατεστραμμένη.)

δ. Στο «Aydin Zeybek», 1927.

ε. Στο «Κασαμπαλιώτικο ζεϊμπέκικο», 1931.

στ. Σε άλλες τούρκικες ηχογραφήσεις.

Και ο σχετικός κατάλογός μου είναι… γεμάτος.

Να επισημάνω τώρα μερικά χαρακτηριστικά των «παραδοσιακών» ρεμπέτικων με τα αδέσποτα στιχάκια τους.

  1. Εμφανίζονται νωρίτερα στη δισκογραφία, απ’ ό,τι τα υπόλοιπα «παραδοσιακά», τα οποία έχουν θεματολογία στους στίχους τους, πράγμα που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι πρέπει να είναι και παλαιότερα. Δηλαδή πρώτα έγινε η εύκολη, βολική, εκφραστική και αυθαίρετη -τυχαία, αν θέλετε- «συρραφή» στίχων και μετά ήρθε το συγκροτημένο θεματολογικά τραγούδι.

  2. Το μελωδικό τους ύφος παραπέμπει, ως επί το πλείστον, στη μικρασιατική μουσική παράδοση.

  3. Η ορχήστρα που ερμηνεύει είναι στο ύφος που έχουν τα «σαντουρόβιολα».

  4. Σε ό,τι αφορά τους χορούς στους οποίους χορεύονται τα τραγούδια αυτά, ουδέν μη αναμενόμενον. Από τα 82, τα 66 είναι ζεϊμπέκικα (ο βασικός χορός της μαγκιάς), τα 10 είναι χασάπικα, τα 4 καρσιλαμάδες και τα 2 τσιφτετέλια.

  5. Κανένα απ’ αυτά δεν έχει ηχογραφηθεί με μπουζούκι.

  6. Οι 45 από τις 82 ηχογραφήσεις έγιναν στην Αμερική, οι 35 στην Ελλάδα και 2 στη Μ. Ασία.

  7. Οι μελωδίες και τα στιχάκια απ’ αυτά τα τραγούδια «πέρασαν», είτε ολόκληρα είτε και μερικώς, σε κλασικά ρεμπέτικα της δεκαετίας του 1930, σε λαϊκά της δεκαετίας του 1950 και σε πρόστυχα σκυλάδικα του 1960. Για παράδειγμα, το «Αντιλαλούν οι φυλακές» του Μάρκου έχει όλα τα στιχάκια του αδέσποτα και ολόκληρη τη μελωδία του δανεισμένη από παραδοσιακό («Τα ούλα σου», 1919).

Πάντως το ζήτημα των αδέσποτων στίχων και της «κυκλοφορίας» τους σε διάφορα ελληνικά τραγούδια, αλλά και η μελέτη των μελωδιών των αντίστοιχων τραγουδιών, είναι πολύ ενδιαφέρον θέμα, γιατί αποκαλύπτει άγνωστα στοιχεία που έχουν σχέση με την τοπογραφία των τραγουδιών, τις μετακινήσεις πληθυσμών εν ταυτώ και τις νέες πατρίδες, τις επιδράσεις της εποχής, την ανάμειξη πολιτισμών, τις μουσικές επιδράσεις μεταξύ των λαών, τις νέες δημιουργίες κ.λπ.

Υστερα από όλα τα παραπάνω και ανακεφαλαιώνοντας, πιστεύω ότι πρώτα πρώτα εμφανίστηκαν τα «παραδοσιακά» ρεμπέτικα που αποτελούνταν από μία συρραφή αδέσποτων στίχων και ότι αυτά δημιουργήθηκαν με «συλλογικό» τρόπο από το «περιβάλλον» που εξέφραζαν. Και όταν λέω συλλογικό εννοώ ότι ξεκινούσε το τραγούδι μ’ ένα - δυο στιχάκια πάνω σ’ ένα γνωστό μοτίβο και στη συνέχεια από «στόμα σε στόμα και από χέρι σε χέρι» (από τραγουδιστή σε τραγουδιστή και από οργανοπαίκτη σε οργανοπαίκτη) «συρραπτόταν» το τραγούδι σε μία μορφή. Και η μορφή αυτή μπορούσε να παραλλαχτεί ανάλογα με τα στιχάκια που μπαινόβγαιναν. Η μελέτη των 82 αυτών τραγουδιών, σας βεβαιώνω, αποκαλύπτει και τον τρόπο της δημιουργίας τους και την αυθεντικότητά τους. Κι αν κάποιος ισχυριστεί ότι ίσως στο «διάστημα» από την πονηρή παρέα στο φωνογράφο τα τραγούδια αυτά υπέστησαν κάποιες αλλαγές, κάτι που ίσως ελαττώνει την αυθεντικότητά των ηχογραφήσεων, έχω τις εξής απαντήσεις: Πρώτον, οι τραγουδιστές που τα οδήγησαν στα αυλάκια της δισκογραφίας δεν είχαν ποτέ τη φήμη… δημιουργού, ώστε να παρέμβουν καταλυτικά (πλην Α. Νταλγκά). Δεύτερον, και αν ακόμα έγιναν κάποιες αθέλητες «αλλαγές» από τους τραγουδιστές, επειδή ίσως δε θυμούνταν καλά τα στιχάκια ή μπέρδευαν τη «σειρά» τους κ.λ.π., αυτό δεν παίζει κανένα ρόλο, αφού το ίδιο ακριβώς γινόταν και στην παρέα, μια και τα τραγούδια αυτά δεν είχαν θεματολογία με «στόρι» και… ροή. Εξάλλου η επιλογή της τεχνικής της ελεύθερης «συρραφής» αδέσποτων στίχων, πολλούς από τους οποίους χρησιμοποιούσαν οι μάγκες και στην καθημερινή τους ομιλία, ήταν προφανώς σε αρμονία με τη γενικότερη διάθεσή τους, με τον χαρακτήρα τους, αλλά και τη ζωή τους συνολικά. Οι μάγκες, ως γνωστόν, ζούσαν τη στιγμή, το «τώρα» υπακούοντας ασυνείδητα στον παμπάλαιο κανόνα «φάγομεν, πίωμεν, αύριον γαρ αποθνήσκομεν… και όλα τέρμα». Ε, λοιπόν, η «στιγμή», το «τώρα», στο τραγούδι δεν θα μπορούσε να τονιστεί καλύτερα από ένα γνωστό, ζουμερό, περιγραφικό και χαρακτηριστικό αδέσποτο στιχάκι, μερικές φορές μάλιστα και σοφό σαν τις παροιμίες. Και σίγουρα η ομήγυρη θα βαριόταν ν’ ακούει ένα ολόκληρο τραγούδι-«σίριαλ» (ιστορία), μάλιστα ύστερα από φουμάρισμα αγνού μελαχρινού «αφγάνι» από ξερικά «φυτά», τα οποία επιτηρούσαν και επόπτευαν αυστηρά όλο το εικοσιτετράωρο φτερωτά βιβλικά φίδια, τα οποία μπορούσαν μάλιστα να ισορροπήσουν και όρθια! Προτιμούσαν, λοιπόν, οι μάγκες τις εναλλασσόμενες μικρές, ζωντανές και «νωπές» εικόνες, ακριβώς σαν τις τζουρίτσες που τραβούσαν, εικόνες που έρχονταν ξαφνικά και μετά έφευγαν, για να δώσουν τη θέση τους στις επόμενες, ενώ αυτή η εναλλαγή θα ‘χε, φαντάζομαι, και κάποια επήρεια στην ποικιλία των στροφών του ζεϊμπέκικου. (Θα μπορούσε κάποιος εδώ να σκεφτεί τι γίνεται στα κρητικά γλέντια με τις μαντινάδες τις «γυρίστρες».) Καλό παράδειγμα γι’ αυτά που λέω είναι «Τα ούλα σου» (Μ. Παπαγκίκα, 1925), «Δε μου λέτε το χασίσι πού πουλιέται;» και άλλα.

Αυτά λοιπόν τα τραγούδια της απόλυτης ελευθερίας επιλογής αδέσποτων στίχων και ανάλογων μελωδιών θεωρώ ότι είναι οι ρίζες των ρεμπέτικων τραγουδιών. Και βέβαια, παράλληλα μ’ αυτά τα εκ «συρραφής» ρεμπέτικα «κυκλοφορούσαν» ευρέως κι αυτά τα λίγα με συγκεκριμένη θεματολογία στίχων, όπως: «Το κουτσαβάκι» (1919), «Αλανιάρη με φωνάζουν» (1919) κ.ά. Ο …σπόρος φαίνεται να 'χε πέσει, και η πανταχού παρούσα, όπως σε Σμύρνη, Πόλη, Πειραιά, Αθήνα…, μαγκιά είχε τα δικά της τραγούδια".

Πράγματι έχει γινει μια αξιοσημείωτη δουλεία και αξίζουν πολλά μπράβο στον κύριο Πάνο Σαββόπουλο και φυσικά στην Ελένη που το ανάρτησε.Ο κος Σαβββόπουλος φαίνεται πως έχει συγκενρώσει πολλές πληροφορίες πάνω στο θέμα.Αλλά η δικιά μου γνώμη είναι πώς:

  1. επειδη έχουν περασει σχεδόν 100 χρονια
    2.Επειδή οι πρώτοι “ρεμπέτες”, αν θα μπορούσαμε συμβατικα να τους αποδωσουμε αυτον τον όρο, έκαναν την “δουλεία” τους σε πλήρη αφάνεια.
  2. Και άλλα τα οποία δεν μου έρχονται στο μυαλό τώρα, επειδή είναι και πρωί.Χαχα!!!
    Δεν μπορούμε να είμαστε ποτέ σίγουροι για την προέλευση του ονόματος των ρεμέτικων τραγουδιών.
    Ευχαριστώ.

Θέλω να προλάβω τον Άρη, που θα είναι (φαντάζομαι) σκληρότερος από μένα.

Ο περί ου ο λόγος κύριος, είναι ένα μηδενικό, που έχει μαζέψει φύρδην-μύγδην στοιχεία από τη βιβλιογραφία, αλλά ΚΥΡΙΩΣ τον Πετρόπουλο, τον οποίο μάλιστα σκυλοβρίζει κι από πάνω.

Είναι ο άνθρωπος που μιλάει γιά “περιθώριο”, γιά “του σκοινιού και του παλουκιού”, γιά χασικλήδες και έτσι, τσιμπολογάει πότε από τον Σπύρο Παπαϊωάννου και πότε (παλιά, πριν τον πάρει είδηση) από τον Κουνάδη, που δε βλέπει μπρος από τη μύτη του, και σκορπάει τις εγωπαθείς αρλούμπες του.

Είχε και παλαιότερα σχολιασθεί στο Φόρουμ, και μάλιστα με καθόλου κολακευτικά λόγια.

Αν, Ελένη, θέλεις να μιλήσουμε επί της ουσίας των λεγομένων του, δεν έχω καμιάν αντίρρηση.

Ειναι πολυ επιθυμητό ,και θα βοηθουσε πολυ εμας τους κοινους θνητους ,Κωστα, αν γινουν μερικες αναλυσεις και σχολια για το αρθρο που ανεβασε η Ελενη!!!
Φιλικα

Ο δικός μου προβληματισμός από το κείμενο του Πάνου Σαββόπουλου.

Ισχύει και εδώ απόλυτα αυτό που φωνάζουμε, πως κάθε φαινόμενο που ερευνάται
[είτε αφορά στον πολιτισμό, όπως εδώ, είτε σε οποιοδήποτε άλλο τομέα]
πρέπει να εξετάζεται ως όλο και όχι φέτα φέτα ή ψίχουλο ψίχουλο.
Ξεκινάς εδώ, επομένως, από το σύνολο που λέγεται αστικό λαϊκό τραγούδι, μαζεύεις όλο το υλικό που έχεις στη διάθεσή σου, ( και υπάρχει πάρα πολύ…)
Κατά πρώτον τις ηχογραφήσεις.
Και εδώ θα διαφωνήσω με τον Π.Σ.
Έχουμε στη διάθεσή μας για έρευνα τον κατάλογο του Δ. Μανιάτη, με όλες σχεδόν τις ηχογραφήσεις , οι οποίες είναι πολύ περισσότερες από τις αναφερθείσες 100 και εκτείνονται σχεδόν από το 1900 έως το 1920 ή 1930 και οι οποίες ρίχνουν φως και στη θεματολογία.
Έπειτα ανατρέχεις σε όλες τις υπάρχουσες γραπτές πηγές, για να εκφέρεις άποψη.
Π.χ., το Χειρόγραφο της Βιέννης… έτσι σου λύνεται απόλυτα η απορία για την προέλευση των λαϊκών δίστιχων…
Δεν μπορείς να ονομάζεις «ρεμπέτικα παραδοσιακά» τα τραγούδια της ανώνυμης λαϊκής δημιουργίας από το 1900 έως το 1920 ή 1930.
Αν αναζητήσεις την προέλευση των «πρώτων ρεμπέτικων» τραγουδιών στενεύοντας τη θεματολογία αποκλειστικά και μόνο στα «μάγκικα», «κουτσαβάκικα», «μόρτικα» κ.λπ., δηλαδή τα τραγούδια που προήλθαν και εξέφραζαν τους μάγκες, τα κουτσαβάκια, τους μόρτες κ.λπ.
τότε πώς στην ευχή να εξηγήσεις την προέλευση άπειρων τραγουδιών, των οποίων η θεματολογία ουδεμία σχέση έχει με αυτή που αναφέρθηκε;
Πώς προήλθαν το «Μαύρα μάτια…», «Τι μʼ ωφελούν οι άνοιξες», «Κόρη μάγισσα» και…. τόσα άλλα ως ουν έστι αριθμός;
Προέκυψαν από το πουθενά ή μήπως να μην τα εντάξουμε στα ρεμπέτικα; Αλλά και πού να τα εντάξουμε; Στα «ελαφρά»;

Το ξεκίνημα από το σύνολο που λέγεται αστικό λαϊκό τραγούδι και η προσεκτική μελέτη των πηγών, σου δείχνει το δρόμο.
Έτσι διαπιστώνεις πως το ερωτικό δίστιχο ήταν το βασικό κύτταρο του αστικού λαϊκού τραγουδιού, η σπονδυλική του στήλη, με ρίζες ως την Αναγέννηση… και πως φυσικό αναμενόμενο είναι να το ακολουθήσει και το ρεμπέτικο τραγούδι.
Και να επεκταθεί φυσικά και το ρεμπέτικο, όπως και η γενικότερη κατηγορία στην οποία υπάγεται, το αστικό λαϊκό τραγούδι, και σε όλα τα υπάρχοντα άλλα θέματα τα οποία θα καταγράψει, όπως οι ουσίες, η φυλακή, η παρανομία, αλλά και ο θάνατος, η αρρώστια κ.λπ. κ.λπ.

κυριε Φερρη, δεν ξερω αν μου επιτρεπετε-ται και αν εχει καποια αξια να καταθεσω το πως εισεπραξα το σχολιο σας, θα το κανω ομως. Μιλωντας ως ακροατης-θεατης μη γνωριζωντας ουτε εσας ουτε τον κυριο Σαββοπουλο( τον οποιον καμμια διαθεση να υπερασπιστω δεν εχω)
προσωπικα, ουτε τρεφοντας καποια συμπαθεια-αντιπαθεια εκατερωθεν, θελω να πω πως δεν ηχει ευχαριστα το να χαρακτηριζει καποιος που κινειται στον ιδιο χωρο καποιον αλλο του ιδιου χωρου. Θα ηταν προτιμοτερο να σχολιασουν αλλοι μη εμπλεκομενοι επαγγελματικα την αξια του και οχι εσεις. Εσεις με τις γνωσεις σας θα μπορουσατε να βοηθησετε να το διαγνωσουμε( το οτι ειναι μηδενικο ) διατηρωντας την ευγενεια που τοσο λειπει απο την σημερινη κοινωνια μας.
Χωρις καμμια διαθεση νουθεσιας εκφραζω την οχι τοσο καλη αισθηση που μου προκαλεσε το σχολιο σας οπως θα το εκανα σε εναν καλο μου φιλο.
Κοσμας Φωτιαδης

Και εγώ θα ήθελα (σαν “κοινή θνητή” που είμαι!;-)) να ακούσω τι έχουν να πουν οι ειδήμονες για τις θέσεις/πληροφορίες του Σαββόπουλου. Είναι δύσκολο να κρίνεις το ποιον ενός ερευνητή όταν δεν έχεις επαρκείς γνώσεις. Πάντως, βρήκα ένα άρθρο του Σαββόπουλου που με προβλημάτιζε λίγο. Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό “Μετρονόμο”:

Παραθέτω το κομμάτι για τους αμανέδες:

Οι μανέδες έχουν αρχαιοελληνική καταγωγή από το Λίναιο θρήνο, το δε όνομα μανές (όπως λένε και οι Μικρασιάτες και όχι α-μανές) προέρχεται πιθανά από το αρχαιοελληνικό μανέρως - (μανία + έρως) - μανέ(ρω)ς - μανές. Δέχτηκε βέβαια στη πορεία και επιδράσεις. Λίαν παρεξηγημένο είδος ο μανές καταδιώχτηκε άγρια και με μίσος, απαγορεύτηκε δε με γελοίες αστυνομικές διατάξεις από τους άσχετους απληροφόρητους, αναίσθητους, αδιάφορους και (κυρίως) κομπλεξικούς «Ελληνάρες» της εποχής γιατί τον θεωρούσαν τούρκικο είδος λόγω των πολλών «αμάν» τελικώς προερχομένου εκ του «αμήν». τελος του τσιτάτου

Ξέρω ότι ένα περιοδικό δεν είναι επιστημονικό σύγγραμμα, αλλά πιστεύω προσωπικά ότι παρόλα αυτά ο αρθρογράφος οφείλει να παραθέτει κάποιες πηγές ή στοιχεία που να υποστηρίζουν τα λεγόμενά του… κάτι που δεν το κάνει ο Σαββόπουλος, απλώς αναπαράγει παμπάλαιες και όχι και τόσο εμπειριστατωμένες απόψεις. Εμείς εδώ στο φόρουμ (που είμαστε οι περισσότεροι απλοί “ερασιτέχνες” μουσικόφιλοι) έχουμε συζητήσει τους αμανέδες σε πολύ περισσότερο βάθος. Και στη “Κλίκα”, που είναι πάλι περιοδικό που κρατιέται από ερασιτέχνες (πάντα με την έννοια του ότι οι περισσότεροι συνεργάτες δεν ασχολούνται με τη μουσική έρευνα “προς το ζην”), τα άρθρα που δημοσιεύονται είναι πάντα “ψαγμένα” και καλά τεκμηριωμένα. Δεν ξέρω τον Σαββόπουλο, ίσως είναι άδικο να τον κρίνω από ένα άρθρο…από την άλλη, νομίζω ότι καμιά φορά χρειάζεται αυτή η καταραμένη “σχολαστικότητα” (βλ. το σχόλιο για τους “πανεπιστημιακούς”) για να διευρύνουμε τις γνώσεις μας για το ρεμπέτικο και για τη ελληνική μουσική γενικά. Και δεν είναι, βέβαια, καθόλου ανάγκη να κατέχεις μια πανεπιστημιακή έδρα για να κάνεις καλή έρευνα…

Εύα

Φέρρη, δεν ξέρω αν ο ΠΣ αντιγράφει κ.λπ., διότι δεν έχω κανένα βιβλίο του. Κατά καιρούς μόνο τον έχω ακούσει εδώ και εκεί (στην τηλεόραση κυρίως) να αναμασάει τα γνωστά στερεότυπα του Πετρόπουλου και του Σχορέλη, διανθίζοντάς τα με δικές του σάλτσες.

Το συγκεκριμένο κείμενο παραπάνω δεν περιέχει ούτε μια νέα πληροφορία για οτιδήποτε. Αναφέρεται σε θέματα που έχουν καλυφθεί εξαντλητικά εδώ και δέκα χρόνια (και βάλε) σε τούτο εδώ το forum. Βάλε με νου σου δηλαδή, τι μπορείς να βρεις με γενικότερο google.

Τι μας λέει δηλαδή;
Οτι τα αδέσποτα προηγήθηκαν της επώνυμης δημιουργίας. Μάλιστα.
Οτι καλύτερα να τα λέμε “παραδοσιακά”. Νταξ.
Οτι ήταν αποτέλεσμα συρραφής αδέσποτων στίχων. Σωστά. Αλλά κυρίως από το δημώδες, κάτι που δεν λέει γιατί δεν το ξέρει. Να δείτε όμως ότι την επόμενη φορά που θα αναφερθεί στο θέμα θα το προσθέσει.
Οτι αυτή η συρραφή είχε παρεϊστικο - συλλογικό χαρακτήρα; Μπα;
Το ότι για να τεκμηριώσει τα παραπάνω, παρέθεσε στιχάκια; Μάλιστα. Μόνο που αυτά είναι από τα γνωστά mp3 που όλοι έχουμε, που έχουν κυκλοφορήσει και σε εφημερίδες, σε τηλεπεριοδικά κ.λπ., και βαρεθήκαμε να ακούμε.

Από ρεμπέτικο δηλαδή ο φίλτατος Πάνος δεν σκαμπάζει.

ΠΡΟΣΘΗΚΕΣ:
Κώστα Φέρρη, νομίζω ότι μετά το… λούσιμο που έριξες στον ΠΣ, μπορείς να προσθέσεις και μερικά στοιχεία. Ετσι, για να μην κατηγορηθείς για λάσπη.
Α, ενημερωτικά: Ο Αρης τώρα κάνει εκπομπές στον 902 TV, οπότε δεν προλαβαίνει και το forum.

το ρεμπέτικο κατα την γνώμη μου χρειάζεται πανεπιστημιακή έρευνα και σε βάθοε χρόνου!
Ολα τ άλλα αποτελούν απόψεις καλοδεχούμενες (και όχι πάντα!!)

δεν θα σχολιάσω την ατυχή έκφραση “μηδενικό” για τον Πάνο Σαββόπουλο απο τον κ.Φέρρη.
θα πω όμως ότι οι τηλεοπτικές του εκπομπές ήταν ίσως οι μόνες που μου άρεσαν.
και ειδικά στα παιξίματα!..

Evaba,
«Οι μανέδες έχουν αρχαιοελληνική καταγωγή από το Λίναιο θρήνο, το δε όνομα μανές (όπως λένε και οι Μικρασιάτες και όχι α-μανές) προέρχεται πιθανά από το αρχαιοελληνικό μανέρως - (μανία + έρως) - μανέ(ρω)ς - μανές.»
Πρόπερσυ βρέθηκα στην έκθεση βιβλίου στο Πασαλιμάνι και εν μέσω βιβλίων μαγειρικής και ταρώ βρήκα σε ένα πάγκο τευχίδιο με τον τίτλο «Περί του σμυρναϊκού μανέ» με συγγραφέα τον Γεωρ. Κ. Φαίδρο το οποίο εκδόθηκε στη Σμύρνη το 1881 (το εν λόγω βέβαια τευχίδιο είναι σε νεώτερη έκδοση (εκδ. ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ)). Ο πλήρης τίτλος είναι (χρησιμοποιώ κεφαλαία):
ΠΡΑΓΜΑΤΕΙΑ
ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΣΜΥΡΝΑΙΚΟΥ ΜΑΝΕ
Η ΤΟΥ ΠΑΡ’ ΑΡΧΑΙΟΙΣ ΜΑΝΕΡΩ
ΩΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙ
ΑΝΕΥΡΕΣΕΩΣ ΤΟΥ ΑΙΛΙΝΟΥ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΗΘΩΝ ΚΑΙ ΕΘΙΜΩΝ ΔΙΑΣΩΖΟΜΕΝΩΝ ΕΙΣΕΤΙ ΠΑΡΑ ΤΩ ΕΛΛΗΝΙΚΩ ΛΑΩ
Η παραπάνω θεωρία περί της προέλευσης του μανέ βρίσκεται εκεί μέσα. Νομίζω ότι ο Ν. Πολίτης την έχει αμφισβητήσει αυτή τη θεωρία.
Παρεμπιπτόντως, στην περσινή έκθεση, σε ένα άλλο πάγκο πέτυχα και ένα βιβλίο του Π. Σαββόπουλου για το ρεμπέτικο. Το αγόρασα και αυτό. Είχε και σι ντι.

Η Ελένη κι ο Κώστας με κάλυψαν, ευγενής είμαι αλλά όχι υποκριτής, όσο γιά… τις “εκτελέσεις” του Πάνου Σαββόπουλου δεν καταλαβαίνω πότε έγινε και μουσικός! Αν μιλάμε γιά τον Αγάθωνα, ναι, σπουδαίος. Αν μιλάμε γιά τον Σαούλη, σίχαμα. Διαλέγετε και παίρνετε.

Koutroufi,

Πάρα κάτω βρίσκεις μία από τις πολλές συζητήσεις που έχουν γίνει κατά καιρούς για τον αμανέ. Θα δεις και τις απόψεις το Ν. Πολίτη, που έχει γράψει και άρθρο για το ζήτημα αυτό.

Είναι να απορείς πώς οι (εντελώς ανυποστήριχτες) εικασίες του κ. Φαίδρου περί της καταγωγής του αμανέ επίβιωσαν μέχρι τις μέρες μας και ακόμα αναφέρονται σε (νομίζω!) σοβαρά περιοδικά…

Ελπίζω να μη με παρεξηγήσετε, το πόνημα του κ. Φαίδρου έχει σίγουρα ενδιαφέρον, γιατί δείχνει πώς οι Έλληνες διανοούμενοι αντιλαμβάνονταιν και εξηγούσαν τα σύγχρονά τους πολιτιστικά φαινόμενα. Όμως, αν είναι να μιλάμε “επί της ουσίας”, αμφιβάλλω αν αυτή η μελέτη (από το 1881!) είναι η καλύτερη πηγή.

Εύα

Mπαίνω στο θέμα γιά το δημοσίευμα Π. Σαββόπουλου, από μιά άλλη πόρτα όμως.
Απ΄την αρχή διευκρινίζω ότι τον γνωρίζω από παλιά, αλλά στις παρακάτω γραμμές δε θέλω να μπω στη διαδικασία ούτε να τον υποστηρίξω, ούτε να τον κρίνω.
Θέλω μόνο να πω κάποιες γενικότερες σκέψεις.

Πιστεύω πως όταν ασχολείται κανείς με ένα θέμα, όποιο κι αν είναι αυτό, είναι απαραίτητο να μπορεί (να προσπαθεί τουλάχιστο) να βγαίνει έξω απ΄αυτό, να το αντιμετωπίζει κριτικά και αυτοκριτικά. Να αγωνίζεται δηλαδή γιά μιά ψύχραιμη (κρύα, με την καλή έννοια) ματιά παρατηρητή. Αυτό το βρίσκω γενικά σωστό, άσχετα αν έχουμε να κάνουμε μ΄ένα θέμα ή με τη σχέση μας μ΄έναν άνθρωπο.

Βέβαια, απ΄τη στιγμή που αποφασίζει να βγει κανείς στο ανθρωποφαγείο της δημοσιότητας, πρέπει ν΄αποφασίσει αν θ΄ακολουθήσει τους τρέχοντες ”κανόνες”, αν θα παίξει αυτό το παιχνίδι. Η τρέχουσα δημοσιότητα είναι ένα παιχνίδι πρόκλησης. Αυτό περνάει σήμερα. Οι ακραίες απόψεις, ο επιθετικός, ειρωνικός και προκλητικός τόνος, τραβάει κοινό. Το κοινό έχει εθιστεί να αποζητάει προβοκάτορες, να έχει κάτι ν΄ασχολείται, να συζητάει, μαλλώνει, κουτσομπολεύει, γιά να ”περνάει η ώρα”, όπως λένε. Ακόμα και η ύστατη ανοησία είναι ένας τρόπος να τραβάς την προσοχή και, αυτό ζητάν όλοι/ες σήμερα.
Συνηθέστατα, το πρόσωπο που δημιουργεί τα ερίσματα γιά να μαλλώνουν οι άλλοι, τρίβει τα χέρια του γιατί έχει πετύχει το σκοπό του…

Κάτι άλλο είναι ότι, σήμερα, το ”περιθώριο, η παρανομία, οι εγκληματικές πράξεις, οι κάθε είδους διαστροφές, η αυτοκαταστροφή κλπ. κλπ. σέρνουν το χορό, όπου το μαντήλι το κρατάν οι πρώτες διδάξασες ΗΠΑ (αυτό δεν αποτελεί αμέση ή έμμεση φτηνή πολιτική προπαγάνδα).
Η τριλογία του ”Νονού” του Κόπολα είναι η Βίβλος των απανταχού πιτσιρικάδων.

Η πλειοψηφία των δικών μας αλλοτριωμένων και κοντόφθαλμων εμπόρων επανεκδόσεων των ”ρεμπέτικων”, βάζουν τραγικά τετριμένους και με πλήρη έλλειψη φαντασίας τίτλους-κράχτες γιά να ελκύσουν και πατάν σ΄αυτό το δρόμο.

Θεωρώ πως θά΄πρεπε να μην πέφτουμε τόσο εύκολα σε τέτοιες παγίδες, σαν ανέμπειρες Κοκκινοσκουφίτσες, και ν΄αρχίσουμε να βλέπουμε το θέμα του ρεμπέτικου κάτω από σκέψεις σα και την παρακάτω:

το ”περιθώριο”, η παρανομία, τα ναρκωτικά, το ”σκοινί και το
παλούκι”, δεν αποτελούν συνειδητές επιλογές. Κανείς δε θέλει
βρίσκεται στο περιθώριο, εκτός από μιά μικρή περίοδο της
νεότητας, όπου θεωρείται in και cool. Μπαίνουμε στο περιθώριο
γιά πολύ συγκεκριμένους κοινωνικούς λόγους. Ο Μάρκος, γιά
παράδειγμα, δεν ήθελε να βρίσκεται εκεί και να διαλύει τον εαυτό
του, άσχετα πως το κουλάντρισε το θέμα, άντλησε έμπνευση
απ΄αυτό κλπ. κλπ.

Τελειώνοντας, εκεί που ριζικά διαφωνώ με τον Π. Σαββόπουλο είναι στό ότι έχει μπει στην περιοχή της προσωπικής ανακύκλωσης και χρησιμοποιεί , γνωρίζοντας καλά την ελληνική γλώσσα, ένα λεξιλόγιο που έλκει μεν, είναι όμως αδιέξοδο και καταλήγει σε μπούμερανγκ…

Κ. Φέρρη
Παρόλο που και γώ ανήκω σ αυτούς που με “λιγώνει” ο τρόπος του ΠΣ και δε θεωρώ ότι προσφέρει κάτι καινούριο και αξιόλογο στον χώρο αυτό, δε μπορώ απ την άλλη να μην εκφράσω την έκπληξη για τον χαρακτηρισμό που δίνετε σε έναν μουσικό, που έτυχε να συνεργάστηκε μαζί του…(πέρα του ότι ξεχνάτε τα άλλα ονόματα των εκπομπών του όπως Μητρέντζης,Σ.Παπαζογλου,Γκουβέντας,Αλεξανδρής,κτλ κτλ)
Ο χαρακτηρισμός ΣΙΧΑΜΑ με κάνει να νοιώθω ιδιαίτερα άβολα ειδικά όταν προέρχεται απο σας που έρχεστε απο μια τηλεοπτική παραγωγή της τελευταίας χρονιάς, η οποία κατα γενική αποδοχή περιελάμβανε και …τραγουδιστές ΠΟΛΥ χειρότερους (δεν γνωρίζω ονόματα αλλα για του λόγου το αληθές http://www.youtube.com/watch?v=v6gpwSK8EW0 )

με εκτίμηση και σεβασμό για το συνολικό σας έργο

Νίκος Ρονδέλης

Απο την Παρασκευη που διάβασα το κείμενο περι του οποίου ο λόγος συγκρατήθηκα γα μην γράψω την αποψάρα μου,αλλά να που για κάποιον λόγο τωρα λύγισα.
Το λοιπόν,με το κείμενο διαφώνησα του Σαββόπουλου.Πολλά απο αυτά που ανέφερε κυρίως τα ιστορικά στοιχεία δεν τα ήξερα.Και μου άρεσαν.Αλλά το αντιμετοπίζουμε λάθος το θέμα.Απο άλλη σκοπιά.Τέλος πάντων.
Τις τελευταίες μέρες πιάνοντας τον εαυτό μου να αναλώνεται σε ηλίθιες σκέψεις περί καλλιτεχνών του λαϊκού τραγουδιού,και να βάζω χαζά κολήματα,είπα τέρμα ο κάθε ρεμπετολόγος που τέτοιοι είναι και ο Σαββόπουλος και ο Φέρης.Πήραν κάθε πεθαμένο και αναστήθηκαν αυτοί.Δεν με οδηγεί πουθενά.Τα ιστορικά στοιχεία είναι αυτά που θέλω να κρατάω απο δω και πέρα.Την γνώμη μου την εχω και θα διαφωνήσουν πολλοί.Ρεμπέτικο δεν υπήρξε.Μόνο λαϊκό τραγούδι.Αποψαρα.Αλλα έλα που εγω δεν δηλώνω κάτι ώστε να με χαλάσει ο έτερος συνάδελφος Σαββόπουλος.
Κόμπλεξ αποτυχημένου καλλιτέχνη είναι τούτη η δραστηριότητα ή οτι θες αλλό,δεν με νοιάζει αλλά δεν έχουν λόγω ύπαρξης.
Κάθε φορά που συναντάω δημιουργούς του τώρα,πόσο άχρηστοι μου φαίνονται οι ρεμπετολόγοι.
Τελειώνοντας χρόνια μου πολλά για την σήμερον ημέρα

Γεια σας Κ Φέρρη

Ασχετα με τη συζήτηση αυτή, σας έχω στείλει ένα προσωπικό μήνυμα, αν έχετε χρόνο και μπορείτε να ρίξετε μια ματιά, σας ευχαριστώ.

“Μηδενικό” ο Πάνος Σαββόπουλος!!!
“Σίχαμα” ο Σαούλης!!!
ΕΥΓΕΝΗΣ!!! ο κ. Φέρρης!!!

να δω τι άλλη αρλούμπα θα μας πείτε κ.Φέρρη σ’ αυτό το ποστ!!!:108:

Αυτό το ¨πράγμα ¨λέγετε συζήτηση για την καταγωγή του ρεμπέτικου???:106:

Οχι! Σίγουρα όχι!..
τους προσβλητικούς έως και υβριστικούς χαρακτηρισμούς άλλος τους ξεκίνησε…

ΥΓ.λόγω "βεβαρημένου παρελθόντος " αποσύρομαι απ’ αυτή τη κουβέντα και θα αναζητήσω την "τύχη μου " σε άλλα ποστ…:088:

αρχισαν τα οργανα !!!

το ρεμπετικο φορουμ , δε ζει μονο με τη μαζωξη στη “Ναουσα” και τη συναντηση στα “6 αδελφια” …
ουτε με τις μικρες αγγελιες “πωλειται οργανο” !!!
ουτε με τις στιχοπλοκιες (εκει να δειτε γλεντια) …
ουτε με τα λουστρα …
ουτε με τα γιουτουμπακια …
ουτε με τις ηχογραφησεις …
ουτε με τις ευχες , “χρονια πολλα” και απο πισω , “κακο χρονο να `χεις” , λεω εγω τωρα …:044:

ολα τα παραπανω ειναι ανιαρα , ο λαος θελει “κολοσσαιο” …

και ειμαστε μετα απο μηνες , παλι στο σωστο δρομο … σαούλη το σαούλη , γεμιζει το σακουλι …
και οι “ασκοι του Αιολου” βεβαιως …:089: