Γράφονται σήμερα ρεμπέτικα τραγούδια;

Ρε παιδιά, γιατί τόσος λόγος για την αποδοχή, για το χρόνο που θα αναδείξει ή θα θάψει τα κομμάτια, για το αξεπέραστο των φωνών/οργανοπαιχτών και γενικώς για κριτήρια ποιότητας; Σάματις τον καιρό που γράφονταν εκείνα τα ρεμπέτικα στα οποία όλοι συμφωνούμε ότι είναι ρεμπέτικα, δε γράφονταν και μάπες τραγούδια; Αυθεντικότατα μεν, αλλά δευτεράντζες. Καθώς και άλλα που να ήταν μεν καλά αλλά να μη μας σώθηκαν. Για την πρώτη περίπτωση δεν έχω κάποιο παράδειγμα πρόχειρο αλλά τι διάβολο, κανείς δεν άνοιγε τη στοματάρα του και να φτύνει διαμάντια μέρα μπαίνει μέρα βγαίνει. Για τη δεύτερη σκέφτομαι τους ολιγόγραφους συνθέτες: κοτζάμ Μπάτης, Δελιάς, Γιοβάν Τσαούς, προφανώς δε θα έγραψαν από 10-12 κομμάτια ο καθένας μόνο. Αυτά ξέρουμε γιατί αυτά συνέβη να βγουν σε δίσκο. Και πάλι, μέσα από αυτό το μικρό δείγμα εγώ δεν τα βρίσκω όλα καλά. Γούστα θα μου πείτε: καλά, ας μη δώσουμε περισσότερη σημασία. Στους πολυγράφους όμως, είναι κανείς που να βρίσκει όλα τα 100-200-1000 τραγούδια του αγαπημένου του συνθέτη εξίσου καλά; Σε κάποια αναφωνούμε «πω, κομματάρα» και σε άλλα, απλούστατα, όχι.

Ας αφήσουμε την ποιότητα έξω από τη συζήτηση. Άλλο αν ένα κομμάτι είναι καλό ή όχι κι άλλο σε ποιο είδος το κατατάσσουμε.

Τέτοιες προσεγγίσεις -ασχέτως αν συμφωνεί κανείς ή όχι- υποδηλώνουν έναν ακόμα λόγο για τον οποίο δυσκολευόμαστε να βρούμε κοινό ορισμό. Κάποιοι αντιμετωπίζουν με περισσότερο συναισθηματισμό το είδος και το “μυθοποιούν” έως ένα βαθμό, ενώ κάποιοι (Βλ. pepe παραπάνω: “…αξεπέραστο των φωνών/οργανοπαιχτών…”) το βλέπουν πιο απομυθοποιημένα, πιο πεζά.

Η κάθε μια από τις παραπάνω περιπτώσεις δυσκολεύεται κάπως να δεχτεί την άλλη “οπτική γωνία”, πόσο μάλλον έναν πλήρη ορισμό.

Μα καλά, έχεις τέτοια φιλοδοξία να βρεθεί κοινός ορισμός; Το μόνο αδύνατον κατά τη γνώμη μου. Περισσότερες πιθανότητες δίνω στον Πλατανιά να κερδίσει την Μπαρτσελόνα εκτός έδρας…

XAXAXAXAXAXAXAXAXAXAXAXAXAXAXAXAXAXAXAXAXAXAXAXAXAXA…
Ράγισα απ’ τα γέλια Άλκη!!!

και πού, να μιλήσεις και για Νταλγκά…

Ξανακοιτάω όμως αυτά που έγραψα στο #158 και χωρίς να θέλω ν’ αλλάξω κάτι βρίσκω σαν κάτι να τους λείπει. Ίσως ο υποκειμενισμός του δημιουργού ή του ακροατή (που λειτουργεί σαν αναδημιουργός μέσα του), που δε μπορεί παρά κάτι να μοιράζεται από το ήθος της μουσικής που αγαπάει, σαν συμμέτοχος.

Καλά κάνεις και το αναφέρεις Άγη, γιατί μέσα στην πληθώρα μηνυμάτων το 158 μου είχε διαφύγει. Και είναι από τα σημαντικά μηνύματα του νήματος, γιατί βοηθάει να ξεκαθαρίσουμε αρκετές έννοιες, όπως:

[ul]
[li]τραγούδι της προφορικής παράδοσης - τραγούδι γραμμένο για τη δισκογραφία [/li][li]πολιτιστικό βίωμα - [αισθητική] σχολή [/li][li]βιωματική εμπειρία της μουσικής - βιωματική εμπειρία των κοινωνικών συνθηκών [/li][/ul]

Αν υπήρχε τρόπος θα μαρκάριζα το #158 μ’ ένα σελιδοδείκτη.

Μια μικρή παρατήρηση ωστόσο: Εκεί που λες «Σε μια εξέλιξη πριν ακόμα από τον πόλεμο, όλο και περισσότερο πρόκειται πια για τραγούδι γραμμένο ειδικά για να δισκογραφηθεί», μην ξεχνάμε ότι στον “σμυρναίικο” κλάδο, πλάι σε τραγούδια σαν πολλά της Παπαγκίκα, του Νταλγκά κλπ. που είναι «προφορική παράδοση στοιχειωδώς προσαρμοσμένη στα δισκογραφικά δεδομένα», έχουμε από νωρίς και άλλα που φαίνεται να συντέθηκαν εξαρχής σε μια τελική μορφή (τόσες στροφές σ’ αυτή τη σειρά, άρα τόσες εισαγωγές κλπ.). Το “πειραιώτικο” τραγούδι άργησε να κατακτήσει αυτό το στάδιο, μόλο που όταν το κατέκτησε επικράτησε και εκτόπισε το “σμυρναίικο”.

Τώρα για το καινούργιο που λες, για τον υποκειμενισμό του δημιουργού και του ακροατή, δε μας το κάνεις τάλιρα;

Τραγουδώντας ένα τραγούδι, παίζοντας ένα όργανο, πατώντας στα χνάρια ενός είδους, γίνεται κανείς συμμέτοχος σε κάτι από το φορτίο που κουβαλά η μουσική, εφόσον τουλάχιστον της δίνει ο ίδιος κάτι από την ψυχή του. Εν τέλει σαν να πρόκειται για σχέση απόστασης αλλά και ταύτισης, οπότε εκεί που “δεν υπάρχει” ρεμπέτικο ταύτοχρονα κι ο κανείς αυτός γίνεται και λίγο ρεμπέτης. Κάτι γύρω από αυτό προσπάθησα να πω.

Μάνα μη με λες τεμπέλη
Σε τούτο 'δω το ξέφραγο αμπέλι
Και πριν αρχίσεις τις επικρίσεις
Μάθε πως είμαι θύμα τη δικής σου κρίσης

Θέλω να βγω και να δουλέψω
Και στην κουβέντα αυτή δεν ήθελα να μπλέξω
Μα όλα πια μου φαίνονται μια απάτη
Μόστρα με δάνεια μα στων παιδιών την πλάτη

Τι κι αν αρχίσεις τις κατσάδες
Δεν προσκυνώ πασόκους τσιφλικάδες
Με τη Ν.Δ. τα είδαμ’ όλα
Κρύψου Κωστάκη για να μη σου βάλω φόλα

Αυτή η γενιά που έκανε πολυτεχνεία
Μεγάλα λόγια και χρεοκοπία
Νέτα στο λέω μας έχετε γαμήσει
Χασίσι και επιστροφή στη φύση

Τόσο κοντά, μα τόσο μακριά,

Τόσο κοντά, μα τόσο μακριά,
Τι να σου πω για να σου κλέψω την καρδιά
Τόσο κοντά, μα τόσο μακριά,
Με σένα μπρος μου έχω χάσει τη μιλιά

Σκληρός ο κόσμος και σου παίρνει τα μυαλά
Μια ιδέα είναι όλα κι είμαστε καλά
Θέλω να διώξω απ το μυαλό μου τα παλιά
Πάρε τις σκέψεις μου και κράτα μ αγκαλιά.

Έλα να γίνουμε για λίγο δυο παιδιά
Κράτα το χέρι μου και βγάλε τη θηλιά
Άσε με να βρω τι σου κλείνει τα ρολά
Να γελάς φως μου είναι η μέγιστη μαγκιά.

Τόσο κοντά, μα τόσο μακριά,
Μέσα μου καίει μια σκοτεινή φωτιά
Τόσο κοντά, μα τόσο μακριά,
Κι έζησα όλη τη ζωή μου στα κρυφά

Το φως χορεύει μες τα πράσινα νερά
Ζούμε στην πιο ωραία χώρα του ντουνιά
Κι αν είμαι άνεργος και χάνω τα μαλλιά
Δεν έχω φίλους και γκρινιάζω γενικά

Χρυσό παλάτι το κορμί σου και πετράδια τα φιλιά
Λεπτή η έννοια ευτυχία τελικά
Κι αν όλα όσα σου χω πει δεν είναι αρκετά
Τράβα στις φίλες σου που είναι και καλά

Τόσο κοντά, μα τόσο μακριά,
Όταν αρχίζει να μ αρέσει η μοναξιά
Τόσο κοντά, μα τόσο μακριά,
Ένα τραγούδι με λυτρώνει τελικά

Τόσο κοντά, μα τόσο μακριά,
Ίσως και να 'μαστε μια ολόκληρη γενιά
Τόσο κοντά, μα τόσο μακριά,
Που ζήσαμε όλη τη ζωή μας στη σκιά.

Μουσική/Στίχοι: Doesntfitinatag
Πιάνο και Φωνή: Doesntfitinatag
Κιθάρα: Perry
Τουμπερλέκι και Φωνητικά: Μαριέττα - Σοφία

Σήκω χόρεψε μικρό μου μες της νύχτας το ρυθμό
κοίτα τη φωτιά πως καίει, ρούφα το γλυκό καπνό
πάνε κάτω τα φαρμάκια με το γλέντι το χορό
κι αύριο θα σε ξυπνήσω μ’ ένα κελάηδισμα γλυκό.

Βλέπω εσένα που κουνιέσαι σαν ατίθαση φωτιά
θέλω απόψε να ξεχάσω ντέρτια και πικρά ποτά
μόνο εσένα ν’ αγαπάω, μόνο εσένα να ποθώ
κι όταν θα σε αγκαλιάζω μέσα στα μάτια σου να κοιτώ.

Δεν έχω σκοπό να σε επικρίνω αν είσαι εσύ ο δημιουργός αλλά το πρώτο τραγούδι είναι το χτες το βράδυ στου καρίπη σε άλλο τόνο, αν δεν κάνω λάθος. Δεν θα αναλύσω την άποψη μου γενικότερα, αλλά δε μου άρεσαν τα παραπάνω τρία τραγούδια. Φιλικά πάντα.

Ούτε γράφονται, ούτε πρόκειται να γραφούν ξανά “ρεμπέτικα” τραγούδια…

Το μόνο σίγουρο… " γράφτηκαν σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο, τραγουδήθηκαν
και θα τραγουδιούνται όσο υπάρχουν άνθρωποι που τα διαδίδουν "

Από κει και μετά γράφονται άλλα τραγούδια, λαϊκά, αξιόλογα ή μη, αλλά ρεμπέτικα ποτέ !

Αυτή είναι η θέση και η γνώμη μου… καλές γιορτές σε όλους τους φίλους…!

Συμφωνώ απόλυτα με την Πελαγία.
Η μίμηση και η αντιγραφή κλιμάκων ή στίχων δεν είναι αρκετή, αφού δεν θα αναπαράγει (και πώς θα ήταν δυνατόν, άλλωστε) το κλίμα της εποχής, κατά την οποία άνθησε αυτό το είδος που εκ των υστέρων ονομάστηκε “ρεμπέτικο”.
Και ούτε είναι ανάγκη για κάτι τέτοιο.
Γράφτηκαν και γράφονται έκτοτε υπέροχα λαϊκά τραγούδια τα οποία καταξιώθηκαν στη συνείδηση του κόσμου και τα οποία γεμίζουν άνετα το πρόγραμμα ενός μαγαζιού, μαζί μ’ αυτά που ονομάζουμε “ρεμπέτικα”.

Πελαγία, είσαι το 5ο άτομο (και η 3η γυναίκα στη σειρά) που το λέει αυτό: "…γράφονται άλλα τραγούδια, λαϊκά, αξιόλογα ή μη, αλλά ρεμπέτικα ποτέ". Θα σε ρωτήσω κι εσένα τα ίδια και ελπίζω να πάρω επιτέλους απάντηση.

Με ποια κριτήρια τα ξεχωρίζεις;
Πώς αντιλαμβάνεσαι το κάθε είδος τραγουδιών και τα κατατάσσεις;

Ελένη, τα ίδια τα έχεις ξαναγράψει σε προηγούμενα μηνύματα και έχεις πάρει και απαντήσεις (σε αντίθεση με τα δικά μου ερωτήματα). Απλά διάβασε τα μηνύματα που έχουν γραφτεί.

“Τι μ’ ωφελούν οι άνοιξες” Η ταινία γυρίστηκε το '62. Το τραγούδι “χτυπήθηκε” το '67. Από πότε θα τόχε στο συρτάρι του όμως ο Μάρκος;

//youtu.be/SAxC3oVrJ00

Από το πρώτο μήνυμα σ’ αυτό το τόπικ, έθεσα τις “συντεταγμένες”, πάντα κατά τη γνώμη μου.
Ό,τι άλλο και αν προσθέσω, απλώς θα επαναλαμβάνομαι και αυτό καταντά κουραστικό.
Προφανώς, καθένας από εμάς έχει διαμορφώσει μια άποψη, άσχετα αν πείθει ή όχι την ομήγυρη για την ορθότητά της ή όχι.

Κατά τη γνώμη μου είναι άλλο το ότι γενικά το ρεμπέτικο τραγούδι ήταν καρπός μιας ορισμένης περιόδου, κι άλλο το να “εφαρμόζουμε” αυτή την άποψη στο ένα ή στο άλλο πρόσωπο. Ο Μάρκος, όσο κι αν είχε διαφοροποιηθεί ο ήχος του από το 30 ως το 60, θα παρέμενε ο ίδιος μέχρι το τέλος της ζωής του. Δεν είναι ότι ο Μάρκος δεν θα 'γραφε ρεμπέτικα και ωραία, πετυχημένα τραγούδια με τον τρόπο που ήξερε να το κάνει αυτό (λχ “παράπονο ατελείωτο”, γραμμένο σίγουρα γύρω στο 60), είναι ότι το περιβάλλον γύρω του είχε μεταβληθεί. Και για τον Παπαϊωάννου στις ζωντανές ηχογραφήσεις, που έγραψα σε προηγούμενο ποστ, δεν είναι το θέμα στη διαφορά του ήχου που ακούγεται, είναι στον κρότο των πιάτων που σπάνε σωρηδόν πράγμα που θα ήταν αδιανοητο 40 χρόνια νωρίτερα. Την “απόδειξη” δεν την προσφέρει το ένα ή το άλλο άτομο αλλά οι συνθήκες γύρω του.

ΥΓ Η ταινία, που δεν την ήξερα, όπως γράφει στους τίτλους είναι του Γκρεγκ Τάλας, του δημιουργού που έκανε και την ταινία “Το ξυπόλητο τάγμα”.

Εδώ θα πάρω θέση γιατί φαίνεται ότι η σκοπιά σου είναι απολύτως διαφορετική από το θέμα ‘‘αν γράφεται σμρ ρεμπέτικο’’.
Σύμφωνα με τα λεγομενα σου δλδ θα πρέπει τα σημερινά ρεμπέτικα που/αν γράφονται να αναπαράγουν το κλίμα της εποχής της οποίας άνθισαν??Δηλαδή ο Δημήτρης Ν. θα πρέπει να γράψει ζώντας στο μυαλό του στο 30’??? Εδώ βρίσκεται η διαφορά στο σκεπτικό σας. Εσύ θεωρείς το ρεμπέτικο αυστηρά προκαθορισμένο σε κάποια χρονικά όρια. Ο Δημήτρης θεωρεί ότι το ρεμπέτικο είναι μια μουσική φόρμα με τα χαρακτηριστικά της (τα οποία όσες φορές ρωτήθηκες δεν καθόρισες, με αποτέλεσμα η επιχειρηματολογία σου να είναι λειψή) που μπορεί να χρησιμοποιηθεί και να εκφράσει ακόμα. Και οι δύο έχετε υπό όρους δίκιο. Το ρεμπέτικο του 30’ και για μένα δε γράφεται ξανά λόγω στίχων κυρίως. Η μουσική είναι άλλο θέμα. Η χρήση των κλιμάκων του ρεμπέτικου δεν είναι μίμηση Ελένη, το ύφος που θα τα χρησιμοποιήσεις μπορεί να είναι. Νικριζ και ουσακ δεν παίζει μόνο ο ρεμπέτης, παίζει και ο δημοτικός. Εγώ λέω ότι το ύφος του ρεμπέτικου έσβησε και δεν έχει συνέχεια στη σύνθεση. Αλλά εγώ θεωρώ ρεμπέτικα αυστηρά τα μόρτικα κ.λ.π. μέχρι το 36-37’. Λαϊκά (που θεωρώ όλα τα τραγούδια μετά την λογοκρισία, για τυπικούς λόγους) κυρίως με ύφος 45’ και έπειτα μπορεί να πει κανείς ότι έχουν μια συνέχεια. Ο Δημήτρης δήλωσε νομίζω ότι δεν ενδιαφέρεται για το πώς θα ονοματστούν τα τραγούδια του και αυτό δείχνει ότι οι ορισμοί λίγο τον νοιάζουν και περισσότερο κοιτάει την ουσία άρα την μουσική. Έχει πιο βιωματική σχέση με τα τραγούδια αυτά που από τη σκοπιά του είναι ζωντανά και με συνέχεια. Εσύ το βλέπεις πιο ‘‘μελέτη’’…
Εν ολίγοις αν και έχω εκφράσει την άποψη μου για τον αν γράφονται ή ου, λέω ότι είναι και φουλ υποκειμενικό αυτό. Ο καθένας θεωρεί ότι γουστάρει. Και στο φινάλε φινάλε, αν βγαλουμε τις ταμπέλες ρεμπέτικα κ.λ.π. όλα μουσική είναι.

γιατί όμως δεν υπάρχουν δείγματα γραφής; (έστω ως προς τη μουσική) 70 χρόνια δεν είναι και λίγα ε;

Είχα αποφασίσει να μήν ξαναγράψω,γιατί οπως λέει καί η Ελένη,επαναλαμβανόμαστε,καί ο καθένας ετσι καί αλλιώς εχει τήν αποψή του καί δέν τήν αλλάζει!!!
Το θέμα είναι οτι ολοι αυτοί πού εγραψαν σε αυτό το θέμα,καί είναι τής γνώμης,οτι δέν γράφονται στήν σημερινή εποχή ρεμπέτικα τραγούδια,δέν μπορούν ακόμα να εξηγήσουν, τι είναι ,και τι πάει να πεί ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ.Ποιά είναι η διαφορά Ρεμπέτικου καί λαϊκού τραγουδιού,καί τα ρέστα…
Πώς λοιπόν μπορείς να λές οτι δέν γράφονται ρεμπέτικα,εφόσον δέν μπορείς να πείς μέ λόγια απλά τι πάει να πεί η λέξη???
Τι εποχή γράφτηκαν τα τραγούδια το ξέρουμε ολοι.Σε ποιές συνθήκες γράφτηκαν το ξέρουμε ολοι,και δέν χρειάζεται να τα λέμε πάλι ολα αυτά.Αλλά αυτή δέν είναι η εξήγηση πού ζητάμε.
Ακόμα καί σήμερα ,μετά από σχεδόν εναν αιώνα,μαλώνουν οι ειδικοί τού θέματος ,για τόν ορισμό τής λέξης!!!
Τήν γνώμη μου τήν είπα στά μηνύματά μου,καί ειδικά στό 69,94,106,καί δέν θα τήν ξαναγράψω γιά αυτό το θέμα.
Ενα μόνο θα πώ ακόμα…αν είναι ενα τραγούδι ρεμπέτικο,το καταλαβαίνει η ψυχή καί η καρδιά αυτουνού πού το ακούει…!!!Ολα τα αλλα είναι γιά μένα θεωρίες .
Πάντα με καλή καρδιά καί ευτυχισμένες γιορτές να εχουμε ολοι μας!!!

Συμφωνώ και εγώ με την Πελαγία και την Ελένη.

Ναι μεν δεν μπορούμε να ορίσουμε τη διαφορά μεταξύ ρεμπέτικου και λαϊκού, αφού υπήρξαν εποχές που ο όρος ρεμπέτικο απλά δεν χρησιμοποιήθηκε, ενώ άλλες φορές πάλι έκανε αισθητή την ύπαρξή του σπανιότατα (θυμίζω και πάλι τη “ρεμπέτικη λαϊκή ορχήστρα” του “ρομαντικού μπαρ Ο Μάρκος”) αλλά αυτό δεν καθορίζει αυτόματα κάθε σημερινή δημιουργία που απλά αναπαράγει το κλίμα της παλαιότερης εποχής, η οποία όμως δεν ξαναγυρνάει για να δέσει το γλυκό, ως “ρεμπέτικο τραγούδι”. Μπορεί ίσως κάποια στιγμή αργότερα, όταν (και αν βεβαίως) τέτοια τραγούδια θα έχουν περάσει και σε κύκλους εκτός εκείνων όπου σήμερα δραστηριοποιούνται οι συνθέτες τους, να δημιουργηθεί ένας όρος όπως π.χ. “μεταρεμπέτικο” ή “νεορεμπέτικο”, για να τα περιγράψει.

Νομίζω κι εγώ πως αρκετές μέρες τώρα, επαναλαμβανόμαστε και ανακυκλώνουμε, στην προσπάθεια να πείσει ο ένας τον άλλον, κάτι που δεν πρόκειται να γίνει. Και εγώ, λοιπόν, σταματώ εδώ και θα επανέλθω μόνο αν κατατεθεί κάποια καινούργια άποψη ή θέση, που δεν είχε ως τώρα παρουσιαστεί. Ωραία συζήτηση ήταν.