ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ: ΣΤΙΧΟΥΡΓΟΣ, ΣΥΝΘΕΤΗΣ, ΕΡΜΗΝΕΥΤΗΣ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΟΠΑΙΚΤΗΣ
Γεννήθηκε το 1915 στην Καβάλα, από γονείς ευκατάστατους και πέθανε στην Αθήνα τον Ιούνιο του 1982. Όλη του η ζωή (κατά δήλωση του ίδιου προς τον Τ. Σχορέλη) κλείνεται σε τρεις λέξεις: Αγώνας, Τραγούδι, Έρωτας.
Το 1937 εγκαταστάθηκε στη Θεσ/νίκη όπου, παράλληλα με το σχολείο, σπούδασε κλασική κιθάρα.
Την ίδια χρονιά που ήρθε στη Θεσσαλονίκη, γνωρίστηκε και δούλεψε σαν τραγουδιστής και μουσικός (κιθαρίστας) με τους Τσιτσάνη, Βαμβακάρη και Παπαϊωάννου.
Η γνωριμία του με τον Γιάννη Παπαϊωάννου υπήρξε καθοριστική για την μετέπειτα ζωή του Γιάννη Κυριαζή.
- Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ έχει προπολεμική θητεία στο ρεμπέτικο τραγούδι. Είναι ο αντιπροσωπευτικός τύπος του λαϊκού δημιουργού που ό,τι κατέκτησε το πλήρωσε με αίμα!
- Έγραψε (σαν συνθέτης και στιχουργός) αρκετά τραγούδια, αλλά τα περισσότερα έμειναν αγραμμοφώνητα γιατί υπήρξε ΤΙΜΙΟΣ, ΑΣΥΜΒΙΒΑΣΤΟΣ, ΑΥΘΟΡΜΗΤΟΣ και ΑΓΝΟΣ ΡΕΜΠΕΤΗΣ, μακριά από τα εμπορικά κυκλώματα. Πολλά από τα τραγούδια του εμφανίζονται σαν δημιουργίες άλλων. Τηρουμένων των αναλογιών, το ασυμβίβαστο του χαρακτήρα του τον κατατάσσει στο Πάνθεο των Ασυμβίβαστων Ρεμπετών, μαζί με τους Γιοβάν Τσαούς, Βαγγέλη Παπάζογλου, και άλλους πολλούς και ριγμένους δημιουργούς.
Είπε ο ίδιος ο Γ.Κ., μεταξύ άλλων, στο Τ. Σχορέλη (στις 14/3/1978):
«Για να ανεβείς ψηλά πρέπει να περάσεις πολλές πόρτες χαμηλές και στενές και να σκύβεις και να σου βάζουν δάχτυλο από πίσω για να σε σπρώξουν. Όταν το κάνεις τότε φτάνεις στα σαλόνια. Δεν μπόρεσα να περάσω γιατί δεν μπόραγα να σκύβω. Πρόσεξε. Αυτό δεν θα πει πως όσοι φτάσανε, τους βάλανε δάχτυλο. Υπάρχουν πολλά παιδιά που ανέβηκαν με το σπαθί τους. Εγώ πάντως κατάπια ένα σπαθί ατσάλινο που φτανε έως το λαιμό και δεν μ’ άφησε να σκύψω και να περάσω τα πορτάκια της υποταγής και του συμβιβασμού.
…Στην κάθε εταιρεία μαζεύτηκαν εκατοντάδες τραγουδιστές, τραγουδίστριες και συνθέτες μπροστά στα πορτάκια. Εδώ αρχίζει το κακό.
Είναι σωστή ενέργεια η ανανέωση του υλικού κάθε εταιρείας. Αλλά αυτό πρέπει να γίνει από κατάλληλα πρόσωπα κι όχι από τους καταφερτζήδες που 'χουν πιάσει τα πόστα επειδή του ενός η γιαγιά έπαιζε πιάνο ή η αδελφή του άλλου τραγουδάει.
…Βγαίνει ένας λεπτεπίλεπτος και μας λέει τώρα θ’ ακούσετε τις λαϊκές επιτυχίες της εποχής κι από κοντά ακούμε να τραγουδάνε τα πισινά της Μανουέλας! Για το τι γίνεται μέσα στις εταιρείες δεν επεκτείνομαι γιατί θα γελάσει και το παρδαλό κατσίκι. Γίνονται πρωτοφανή πράγματα. Το κακό μεγαλώνει από τον αγώνα αλληλοεξοντώσεως μεταξύ των παλαιών.
…Οι έντεχνοι είναι εναντίον μας. Δεν χωνεύουν πως είναι δυνατό οι παλιοί χωρίς μουσική μόρφωση να γράφανε τέτοιες επιτυχίες. Και αφού δεν μπορούν να κάνουν τίποτα άλλο, λένε χυδαίο το πραγματικό λαϊκό.
Μας λένε ότι το: «Αν είσαι μάνα και πονείς, έλα στ’ Ανάπλι να με δεις» είναι χασικλίδικο. Είναι του υποκόσμου, κλπ. Γιατί δηλαδή, πρέπει να το ‘πε ένας φονιάς, ένας ληστής και να μη το ‘πε ο Κολοκοτρώνης; Υπάρχει πιο τραγικός στίχος και πιο μεγαλειώδης; Όποιος κι αν τον έγραψε. Είναι ο πόνος του φυλακισμένου που πέρασε απ’ τ’ Ανάπλι, από το κάθε Ανάπλι της χώρας.
Δύναμη του λαϊκού τραγουδιού είναι ό,τι αντλείται από τον λαό και σ’ αυτόν επιστρέφει και γι’ αυτό δεν μπορούν να το πολεμήσουν, όσες νότες κι αν ξέρουν".
-
Ο Γ.Κ. υπέστη πολλές κακουχίες στη ζωή του (αγώνες, ταλαιπωρίες της κατοχής, κατοπινές διώξεις, κλπ), που μπορεί, μαζί με τις καταχρήσεις που έκανε (κατά προσωπική του δήλωση στον Τάσο Σχορέλη, «έχω πιει ένα βαπόρι χασίσι και μια στέρνα πιοτά κάθε είδους»), να κατέστρεψαν την υγεία του (είχε φυματίωση).
-
Η φωνή του ήταν υπέροχη, είτε σαν πρώτη ή είτε σαν δεύτερη φωνή. Γνήσια ρεμπέτικη. Με ένα δικό της ξεχωριστό ηχόχρωμα.
Κατά προσωπική μου εκτίμηση και προτίμηση, ο Γιάννης Κυριαζής, ως ερμηνευτής, κατατάσσεται αναμφίβολα ανάμεσα στους πέντε πρώτους μεταπολεμικούς άντρες-ερμηνευτές του γνήσιου ρεμπέτικου (με τυχαία κατάταξη: Πρόδρομος Τσαουσάκης, Σταύρος Τζουανάκος, Οδυσσέας Μοσχονάς, Θανάσης Ευγενικός και Γιάννης Κυριαζής). Αργότερα, μετά το 1952, βγήκε στο στερέωμα ο ανυπέρβλητος Στέλιος Καζαντζίδης, βασιλιάς του κατοπινού (μετά το 1955) λαϊκού τραγουδιού. Βέβαια, ο Στελάρας ξεκίνησε με κατά βάση ρεμπέτικα (μιμούμενος όμως το ίνδαλμά του τον Πρ. Τσαουσάκη στη φωνή) και αργότερα συνέχισε με γνήσια λαϊκά και με τη γνωστή και ασύγκριτη εγκεφαλική φωνή του και έγινε αυτός που έγινε και ΘΑ ΜΕΙΝΕΙ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ. -
Το 1ο τραγούδι που ερμήνευσε ο Γιάννης Κυριαζής, και μάλιστα ιδιαίτερα υποδειγματικά, μαζί με τη Στέλλα Χασκίλ και τον Απ. Καλδάρα, ήταν το «Εβίβα Ρεμπέτες», το 1947, των Απόστολου Καλδάρα (σύνθεση) και Σπύρου Περιστέρη (στίχοι).
Μερικά από τα τραγούδια του (στίχοι μουσική):
- Θέλω βαρειά να κοιμηθώ (Πρ. Τσαουσάκης Ρένα Στάμου Νίκος Καλλέργης) (1952)
- Κοντά μου αγανάκτησες (Σταύρος Τζουανάκος Μαρία Γρίλλη) (1954)
- Μανούλες που έχετε παιδιά (Πρόδρομος Τσαουσάκης Μαρία Γρίλλη) (1954)
- Κλάψτε με φίλοι κλάψτε με (Πρόδρομος Τσαουσάκης Μαρία Γρίλλη) (δεκαετία 50)
- Τον Περικλή χτυπήσανε (Γιάννης Κυριαζής) (1963, γραμμένο πολύ νωρίτερα)
- Αϊντε πάμε (αντάρτικο, γραμμένο το 1943)
- Έφυγες κάποιο δειλινό (σε συνεργασία με τον Κώστα Καπλάνη) (Ι. Γεωργακοπούλου Στελλάκης)
- Γιατί χτυπά η καμπάνα
- Θα πεθάνω
- Μάνα μου για δες πως έχω γίνει (Γ. Κυριαζής) (1975)
- Η ζωντοχήρα (Γ. Κυριαζής) (1975)
- Τα ρούχα μου ελυώσανε (Γ. Κυριαζής) (1975)
- Το μαλλιαρό σκυλάκι σου (Γ. Κυριαζής) (1975)
- Αθηναίϊσσα (Γ. Κυριαζής) (1975)
- Έξω βρέχει (Γιάννης Τζιβάνης Ρένα Στάμου) (δεκαετία 50)
- Να φύγεις, να φύγεις
- Το μινόρε (αμανές)
- Το ναυάγιο
- Χαμογέλασε λιγάκι
- Μη παραπονιέσαι (Γιώργος Κάβουρας), κ.α.
Μερικά από τα τραγούδια του σαν ερμηνευτής:
- Εβίβα ρεμπέτες (Σπ. Περιστέρη Απ. Καλδάρα) (1947)
[Γ. Κυριαζής Στ. Χασκίλ Απ. Καλδάρας] - Τι όμορφη που είσαι όταν κλαις (Χρ. Κολοκοτρώνη Στέλιου Χρυσίνη) (1953;)
[Γ. Κυριαζής Μήτσος Ρουμελιώτης] - Τα σφάλματα που έκανα (Α. Τσόγκα Σπ. Καλφόπουλου) (;
[Χ. Σταθάτος Γ. Κυριαζής] - Οι ομορφιές του Πειραιά (Γεράσιμου Κλουβάτου Στέλιου Χρυσίνη) (1954)
[Καίτη Γκρέϋ Γ. Κυριαζής Δ. Ρουμελιώτης] - Η παραστρατημένη (Απόστολου Καλδάρα) (1947)
[Στέλλα Χασκίλ Γιάννης Κυριαζής] - Ο μήνας έχει δεκατρείς (Μ. Καραγιάννη Μάνου Χατζηδάκι) (1955)
[Ζωζώ Σαπουτζάκη Γ. Κυριαζής] - Ζωή μου φαρμακώθηκες (Δ. Γκούτη Μπάμπη Μπακάλη) (δεκ. 50)
[Πόλυ Πάνου Γ. Κυριαζής] - Κάποια κοπέλα όμορφη (Χρήστου Κολοκοτρώνη Στέλιου Χρυσίνη) (1957)
[Καίτη Γκρέϋ Γ. Κυριαζής] - Ηλιοβασιλέματα (Ευτ. Παπαγιαννοπούλου - Μ. Χιώτη) (1957;)
[Γιώτα Λύδια Γ. Κυριαζής] - Το παιδί μου απόψε πίνει (Χρ. Κολοκοτρώνη Ακη Πάνου) (δεκ. 50)
[Καίτη Γκρέϋ Γ. Κυριαζής] - Τα δώρα (Απ. Καλδάρα) (1952)
[Ρένα Στάμου Απ. Καλδάρας Γ. Κυριαζής] - Το απάτητο βουνό (Το πορτοφόλι τ αδειανό) (Απ. Καλδάρα Γιάννη Κυριαζή) (1952)
[Ρένα Στάμου Απ. Καλδάρας Γ. Κυριαζής]
- Ο Γιάννης Κυριαζής τραγούδησε υποδειγματικά Τσιτσάνη, Βαμβακάρη, Τούντα, Χατζηχρήστο, Παπάζογλου, Σέμση, Ροβερτάκη, κ.α.
- Είμαι παιδάκι με ψυχή (Β. Τσιτσάνη) (1975)
- Ο ισοβίτης (Μ. Βαμβακάρη) (1975)
- Μάνα μου με σκοτώσανε (Μ. Βαμβακάρη) (1975)
- Εγώ θέλω πριγκηπέσσα (Π. Τούντα πιθανότατα του Γ. Τσαούς) (1975)
- Το κοροϊδο (Μ. Βαμβακάρη) (1975)
- Η Βαρβάρα (Π. Τούντα πιθανότατα του Γ. Τσαούς) (1975)
- Δεν σε θέλω πια δεν είσαι ωραία (Μ. Βαμβακάρη) (1975)
- Μην είσαι ψεύτρα δίγνωμη (Γιάννη Λελάκη Απ. Χατζηχρήστου) (1975) (Συγκλονιστική ερμηνεία!)
- Κάθε βράδυ θα σε περιμένω (Μ. Βαμβακάρη) (1975)
- Η γάτα (Νίκου Μάθεση Στελλάκη Περπινιάδη) (1975)
- Όλοι οι ρεμπέτες του ντουνιά (Μ. Βαμβακάρη) (1975)
- Οι λαχανάδες (Κάτω στα λεμονάδικα) (Βαγγέλη Παπάζογλου) (1969)
- Αλεξανδριανή φελλάχα (Ρόζας Εσκενάζυ Μήτσου Σέμση) (1977)
- Μποέμισσα (Β. Τσιτσάνη) (1969;)
- Η ψευτοφιλία (Όλοι δουλεύουν μηχανές) (Βαγγέλη Παπάζογλου) (1969), με την Ι. Γεωργακοπούλου
- Δημητρούλα μου γειά σου (Παναγιώτη Τούντα) (1969;), με την Ι. Γεωργακοπούλου
- Ελενάκι βρε κουκλάκι (Ι. Γεωργακοπούλου Γ. Ροβερτάκη) (1969;), με την Ι. Γεωργακοπούλου
- Απόψε σμίγουν δυο καρδιές (Γ. Ροβερτάκη Αργύρη Νικολέσκο) (1962), με την Α. Αλιφραγκή, κ.α.
Σ.Π.