Ενδιαφέρουσες απόψεις σε συνέντευξη του Ρος Ντέιλι στην “Καθημερινή”
Ο δημιουργικός «Λαβύρινθος» του Ρος Ντέιλι
Την ώρα που οι περισσότεροι μουσικοί συνωστίζονται στην Αθήνα κυνηγώντας ένα συμβόλαιο με κάποια μεγάλη δισκογραφική εταιρεία και εμφανίσεις σε νυχτερινά κέντρα ή συναυλιακούς χώρους, ο Ρος Ντέιλι συνθέτει ήσυχος σε ένα μικρό ορεινό χωριό του Δήμου Ηρακλείου.
Εδώ και πέντε χρόνια έχει βάλει ένα στοίχημα, το οποίο καθώς δείχνει πια να αποδίδει, ίσως αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονται τη μουσική παραγωγή και διανομή, οι ίδιοι οι φορείς της, δηλαδή οι μουσικοί.
Μεταφέροντας το μουσικό του εργαστήρι (Λαβύρινθος), από τα Πετράλωνα της πολυσύχναστης Αθήνας στην Κρήτη, δημιουργώντας ένα μουσείο παραδοσιακών οργάνων και δουλεύοντας πολύ με την ιστοσελίδα του στο Ίντερνετ, ο Ρος Ντέιλι έχει καταφέρει να καταστήσει το μικρό Χουδέτσι, στα ορεινά του νομού Ηρακλείου, διεθνές κέντρο παραδοσιακής μουσικής.
Ο “Λαβύρινθος” δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει τόσο μακριά από μια μεγάλη πόλη χωρίς τη συνδρομή της τεχνολογίας.
Το 80% της δουλειάς που κάνουμε αφορά πλέον ένα κοινό που βρίσκεται εκτός των ελληνικών συνόρων κι αυτό διεκπεραιώνεται μέσω του site μας», λέει ο ίδιος.
Ο Ρος Ντέιλι περνάει τους χειμώνες του δίνοντας συναυλίες που κλείνει μέσω του site του σε ολόκληρο τον κόσμο και κάνοντας τη δουλειά που περισσότερο αγαπά, τη σύνθεση, στην ησυχία της επαρχίας, ενώ τα καλοκαίρια υποδέχεται μαθητές από όλη την Ευρώπη που έρχονται να παρακολουθήσουν σεμινάρια των καλεσμένων του, από διάφορες χώρες, δασκάλων.
Και καταφέρνει –κάθε χρόνο– να έχει στην Κρήτη μερικούς από τους σημαντικότερους δεξιοτέχνες της παγκόσμιας παραδοσιακής μουσικής.
Μόνο φέτος από τον Ιούνη ως το Σεπτέμβρη παρέδωσαν σεμινάρια οι Anwar Abu Dragh (Ιρακινά Makam), Tzvetanka Varimezova (Βουλγάρικο τραγούδι), Ballake Sissoko (Κόρα), Yurdal Tokcan (Ούτι), Goksel Baktagir (κανονάκι), Hussain Arman (Αφγανικό τραγούδι), Naseem Dakwar (Αραβικό βιολί) και άλλοι.
Η ιστορία του Ρος Ντέιλι είναι λίγο ως πολύ γνωστή.
Ο μεσήλικας σήμερα Ιρλανδός ήρθε νεαρός στις αρχές της δεκαετίας του ʼ80 προκειμένου να γίνει μαθητής του σημαντικότερου Κρητικού λυράρη που γνωρίσαμε ως σήμερα, του Κωστή Μουντάκη.
Η δεκαετία του ʼ90 τον βρήκε στην Αθήνα, όπου λειτούργησε τον Λαβύρινθο και ένα ωδείο στην περιοχή των Πετραλώνων. Όμως, η Αθήνα τον κούραζε… «Ήθελα να φύγω από την Αθήνα, δεν ήθελα όμως να θυσιάσω και την δουλειά που κάνω.
Τώρα είμαι σε ένα χωριό στην άκρη του θεού αλλά ηλεκτρονικά στο κέντρο της πιάτσας. Ένας άνθρωπος στο Πεκίνο παρακολουθεί εξίσου ικανοποιητικά τις δραστηριότητες μας με κάποιον στο διπλανό χωριό».
Κάποιες μέρες του φετινού καλοκαιριού το Χουδέτσι έμοιαζε σαν να ήταν υπό κατάληψη. Στο σχολείο μουσικά σεμινάρια, το ίδιο και στο μουσείο και τους χώρους του «Λαβύρινθου» και τα βράδια είτε γίνονταν συναυλίες, είτε μαζεύονταν δεκάδες μουσικοί στην πλατεία του χωριού και έπαιζαν για όλους. «Όση ώρα διαρκούν τα μαθήματα οι κάμερές μας καταγράφουν.
Αυτό όλο είναι υλικό που θέλουμε να αξιοποιήσουμε μέσα από το site μας στο Ίντερνετ», λέει ο Ρος, καθώς με ξεναγεί στους χώρους του μουσείου, όπου εκτίθενται 250 από τα όργανα τα οποία έχει μαζέψει από όλο τον πλανήτη.
O Ρος Ντέιλι, όμως, είναι και λίγο θυμωμένος.
Από το 2002, οπότε μετέφερε τις δραστηριότητες του σε αυτή την ξεχασμένη γωνιά της Κρήτης συναντά συνεχώς γραφειοκρατικά εμπόδια. Οι επίσημοι θεσμοί τον αφήνουν στο περιθώριο.
Αδυνατούν ακόμα και να στηρίξουν τεχνικά–γραφειοκρατικά δικές του διεθνείς πρωτοβουλίες, όπως συμπράξεις με διεθνή πανεπιστήμια που επιχείρησε να πραγματοποιήσει.
«Ένα από τα μόνιμα προβλήματα μας είναι ότι η μοναδική πηγή χρηματοδότησης που έχουμε είναι τα ευρωπαϊκά προγράμματα. Στην Ελλάδα, η διαδικασία του να μαθαίνει κανείς εγκαίρως ποια προγράμματα είναι ανοικτά και ποια όχι είναι πάρα πολύ δύσκολη. Τα περισσότερα περνάνε από το υπουργείο Πολιτισμού, οι διαδικασίες είναι αδιαφανέστατες και δεν έχει καμία σημασία ποια είναι η κυβέρνηση. Έμαθα σε ένα ταξίδι μου στις Βρυξέλλες ότι Ιρλανδία και Ισπανία έφτιαξαν μια εταιρεία προκειμένου να παίρνουν τα αναξιοποίητα κονδύλια των άλλων χωρών. Όταν δεν βρίσκεις από την χώρα σου υποστήριξη, πηγαίνεις σε αυτούς». Ο ίδιος ακόμα δεν το έχει κάνει - αν και πλέον, δεν θα δίσταζε όπως λέει.
Απαλλαγήκαμε από τις εταιρείες
Για τον Ρος Ντέιλι και το Λαβύρινθο η επανάσταση που φέρνει το Ίντερνετ στη μουσική βιομηχανία αποδείχθηκε μονάχα θετική. «Όλα αυτά τα χρόνια κάναμε δίσκους γιατί μας άρεσε, όχι γιατί ζούσαμε από αυτούς. Οι υπάλληλοι των δισκογραφικών εταιρειών, με κάποιες εξαιρέσεις φυσικά, ούτε τη δουλειά τους ξέρουν ούτε κανέναν σεβασμό έχουν στη μουσική ή στους καλλιτέχνες. Με τη νέα τεχνολογία ίσως έχουμε την ευκαιρία να απαλλαγούμε από δαύτους», λέει χαρακτηριστικά. «Φανταστείτε ότι από τα 20 ευρώ που μπορεί να στοιχίζει ένα cd, ο μουσικός παίρνει δεν παίρνει το ένα ευρώ.
Μέσω του Ίντερνετ ελπίζουμε να παρακάμψουμε τα 16 από τα 20 ευρώ. Από τα τέσσερα που υπολογίζουμε πως πρέπει να εισπράττουμε, θα βγάλουμε τα έξοδα συντήρησης του site». Στην άποψη πως η πειρατεία σκοτώνει την μουσική αντιστέκεται ακόμη πιο σθεναρά. «Οι δισκογραφικές εταιρείες κλέβουν ασύστολα τον κόσμο εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Είναι λάθος να λέμε ότι τη δισκογραφία την καταστρέφουν οι μαύροι.
Τη δισκογραφία την κατέστρεψε η ίδια η βιομηχανία με την απληστία της».
«Παράδοση δεν σημαίνει και συντήρηση»
Σ την πρώην Αμερικανική Βάση στις Γούρνες Ηρακλείου, όλα είναι έτοιμα για τη συναυλία που θα δώσει σε λίγο ο Ρος Ντέιλι και ο «Λαβύρινθος», με καλεσμένο τον Μπαλακέ Σισόκο από το Μάλι της Αφρικής, δεξιοτέχνη της κόρας (αφρικανική άρπα). Το κοινό αποτελείται, κυρίως, από κατοίκους της περιοχής, μεγάλους σε ηλικία. Ανθρώπους που περιμένεις να βλέπουν στη λύρα το ιερό σύμβολο της κρητικής παράδοσης. Όμως, ο Ρος Ντέιλι δεν παίζει κρητικά. Η λύρα δεν δεσπόζει στην σκηνή, αντίθετα χρησιμοποιείται ισότιμα με τα υπόλοιπα όργανα (κόρα, ταμπουράς, σάζι, πολίτικο λαούτο, ταρ, ιδιοκατασκευές) σε πρωτότυπες συνθέσεις και παραδοσιακές μελωδίες από όλο τον κόσμο. Ακόμα και αυτές οι λίγες μελωδίες που κατάγονται από την Μεγαλόνησο ακούγονται τόσο αλλοιωμένες που θα μπορούσες να πιστέψεις ότι είναι από το Αφγανιστάν ή το Μάλι της Αφρικής! Το κοινό χειροκροτεί με πάθος και στο τέλος σχολιάζει θετικά την «Σούστα» που έπαιξε η Αφρικανική κόρα.
«Εδώ στην Κρήτη δέχθηκα πολλές φορές κριτική επειδή δεν τα παρουσιάζω ακριβώς παραδοσιακά», μου λέει αργότερα ο Ρος Ντέιλι στο τραπέζι που του παρέθεσε ο δήμαρχος Γουρνών Ηρακλείου. «Θα ήταν αστείο βέβαια να επεδίωκα να γίνω Κρητικός λυράρης. Ιρλανδός είμαι ο κακομοίρης και μάλιστα κακό δείγμα, αφού δεν έχω ζήσει και πολύ εκεί», λέει γελώντας. Στο δικό του παίξιμο της λύρας αντανακλώνται στοιχεία της μουσικής του εμπειρίας απʼ όλο τον πλανήτη. «Το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να είμαι αληθινός απέναντι στον εαυτό μου.
Το αυθεντικό, παλιό γνήσιο κρητικό, ας το παίξουν οι… παλιοί γνήσιοι αυθεντικοί Κρητικοί. Είναι δική τους ευθύνη», λέει και μου χαμογελάει με νόημα. Έχει κάθε δίκιο. Τα τέσσερα τοπικά ραδιόφωνα που πιάνω το επόμενο πρωί στο δρόμο προς το χωριό Χουδέτσι, παίζουν κάποιες παλιές κρητικές μελωδίες, παίζουν όμως και σύγχρονους λυράρηδες, των οποίων το έργο περισσότερο αποδομεί (και μάλιστα με κακό τρόπο) την κρητική μουσική παρά τη διασώζει.
«Έχει παγιωθεί η ιδέα ότι όποιος ασχολείται με την παράδοση ασχολείται με τη «διάσωση» του παρελθόντος. Εμένα, όμως, με ενδιαφέρουν αυτές οι μουσικές στο παρόν και το μέλλον», λέει και θυμίζει ότι το προηγούμενο βράδυ στις Γούρνες κάποιες μελωδίες θύμιζαν πολύ σύγχρονους –έως και ποπ κάποιες στιγμές– ρυθμούς, άλλες έδειχναν κλασικές και άλλες είχαν έντονα αυτοσχεδιαστικό χαρακτήρα.
Μοναδικό στοιχείο ενότητας η παραδοσιακή καταγωγή οργάνων και μελωδιών.
«Η παράδοση περιέχει στοιχεία διαχρονικής αξίας, περιέχει όμως και συνήθειες που φθείρονται στο χρόνο. Η συνήθεια είναι έκφραση της πιο αδύναμης πλευράς του ανθρώπου. Στέκομαι απέναντι σʼ αυτό. Δεν έχω βεβαίως καμία δυνατότητα να προχωρήσω σε αντικειμενικό ορισμό της διαχρονικότητας στην παραδοσιακή μουσική», μου εξηγεί, «όμως είναι αυτό ακριβώς που ψάχνω όλα αυτά τα χρόνια». Όλα αυτά βέβαια αφορούν τη συζήτηση μας μόνο. Στο διπλανό δωμάτιο η κόρα, τα ούτια και οι ταμπουράδες επαναλαμβάνουν μια γλυκιά μελωδία από το Μάλι ξανά και ξανά.
Πανδαισία ήχων και ειδικά το αφγανικό ραμπάμπ!