Ο συνάχης

Μήπως έχει κανείς τους στίχους του “συνάχη” γιατι με μπερδεύει λίγο

Κωνσταντίνος

Σιναχωμένος μου ρχεσαι σινάχι μου μάγκα μου από πέρα
Και μες τα χέρια σου κρατάς σινάχι μου μια δίκοπη μαχαίρα

Με ποιον τα χεις σινάχι μου και πάς να καθαρίσεις
Την ηθική σου θίξανε σινάχι μου και πας να καθαρίσεις

Κοίτα καλα σινάχι μου που πάντα ξεσπαθώνεις
Εκει που ανακατεύεσαι μουρμούρη μου
μπέσα ποτέ μη δώνεις

Ας το κουλασιλίκι σου και παψε το σιναχι
Και δε ανακατεύομαι σινάχι μου σε ό,τι κι αν σου λάχει

Κωνσταντίνε μου το θύμισες. Ενα τραγούδι που μου αρέσει και που δεν ακούμε συχνά!


Συναχωμένος μου 'ρχεσαι αμάν αμάν μουρμούρη μου από πέρα
Και μέσ’στα χέρια σου κρατάς συνάχη μου μιά δίκοπη μαχαίρα

Με ποιόν τα 'χεις συνάχη μου αμάν αμάν και πάς να καθαρίσεις
Την ηθική σου θίξανε συνάχη μου και πας να εγκληματίσεις.

Κοίτα καλά συνάχη μου αμάν αμάν που πάντα ξεσπαθώνεις
Και 'κεί π’ανακατεύεσαι συνάχη μου μπέσα ποτέ μη δώνεις.

Ασ’το μπουλασιλίκι σου αμάν αμάν και πάψε το συνάχι
Και δεν ανεκατεύομαι συνάχη μου σε ότι κι αν σου λάχει.

Συναχωμένος μου ‘ρχεσαι μουρμούρη μου μάγκα μου από πέρα
Και μέσ’ στα χέρια σου κρατάς συνάχη μου μια δίκοπη μαχαίρα.

Τι είναι το κουλασιλίκι ή μπουλασιλίκι;

μπουλασίκ στα τούρκικα είναι τα “πιατικά” και μάλιστα τα βρώμικα που χρειάζονται επειγόντως καθάρισμα…

δεν γνωρίζω με ποιά έννοια χρησιμοποιούνταν στην λαϊκή γλώσσα της εποχής και στα τραγούδια αλλα φαντάζομαι πως θα έχει σχέση με το καθάρισμα παντός τύπου…

ίσως ο κος Πολίτης μια πιό ακριβή ερμηνεία?

Δεν είμαι τουρκολόγος! Πάντως στο τουρκικό λεξικό bulasik πράγματι ίσον λάντζα, αλλά και bulasik adam ίσον φορτικός άνθρωπος, άρα μπορεί και να σημαίνει “μή μας κολλάς”.

Όχι, τουρκολόγος δεν έγινα στα 15 χρόνια που πέρασαν, ούτε και θα γίνω (πιά), όμως καλύτερο ψάξιμο στο Τουρκοελληνικό λεξικό, που έχει περίεργες δυσκολίες για τον συνηθισμένο σε συντακτικό σανσκριτικών γλωσσών, έμαθα: Ναι, bulaşık είναι η λάντζα (bulaşık makinesi = πλυντήριο), αλλά υπάρχει και απόδοση ως βρώμικος και ως μολυσμένος. Και υπάρχει (εδώ είμαστε!) και η λέξη bulaşıcı = επιδημικός, κολλητικός, λοιμώδης, μεταδοτικός, μολυσματικός και η λέξη bulaşıcılık (προφέρεται μπουλασιτζιλίκ αλλά με άτονα τα ı) που σημαίνει (κοίτα σύμπτωση, να τα βρίσκω αυτά σήμερα!) μεταδοτικότητα. Σωστότατα λοιπόν, ο Συνάχης επισημαίνεται απ’ τον Μάρκο ως φορέας ιού (τότε, απλό συναχάκι…) και προτρέπεται να φροντίσει να απαλλαγεί απ’ αυτόν.

(χάθηκε ένα - τζι - βέβαια, αλλά αυτά συμβαίνουν όταν μεταφέρονται δύσκολες λέξεις από μία γλώσσα σε άλλη…)

2 «Μου αρέσει»

??? Δεν το καταλαβαίνω. Ποια αλληγορία δηλαδή κρύβει το συνάχι;

Από μικρός, που διάβαζα μετά μανίας Πετρόπουλο, μέχρι μεγάλος που συνειδητοποίησα πόσο διάτρητη είναι η εγκυρότητά του, στο συγκεκριμένο ζήτημα θεωρούσα ότι η άποψή του με καλύπτει: ότι συνάχι* είναι αργκοτικός όρος για το τσαμπουκαλίκι ή κάτι τέτοιο.


*Μάλιστα εκείνος το γράφει σινάχι, για να τονίσει ότι ούτε ετυμολογικά δεν υπάρχει σχέση - δεν ξέρω αν το ετυμολογεί από καμιά τούρκικη ή άλλη λέξη

Το έχουμε συζητήσει παλιότερα…

3 «Μου αρέσει»

στα Τουρκικά δεν βρήκα κάτι. Αλήθεια, πώς έλεγαν το συνάχι (το κανονικό) οι αρχαίοι; (δεν διαθέτω αντιλεξικόν της αρχαίας ελληνικής γλώσσης)

Μάλλον συνάγχη: Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Δεν το θυμόμουν, ευχαριστώ Χρήστο. Αλλά αυτό δεν είναι αλληγορία. Είναι αργκοτική σημασία της λέξης. Εφόσον «συνάχι» μπορεί να σημαίνει χρήση ναρκωτικών (που βγάζει νόημα, αν έχεις τραβήξει μυτιές και μετά ρουφάς τη μύτη σου όλη την ώρα σαν συναχωμένος), εδώ δεν έχουμε κανένα κρυφό μήνυμα: μαστουρωμένος μου 'ρχεσαι, μαστούρη μου - ό,τι λέει, αυτό εννοεί.

Από εδώ όμως…

…άλλο καταλαβαίνω: ότι «συνάχι» σημαίνει απλώς συνάχι, κρυολόγημα. Και επειδή αποκλείεται το τραγούδι να μιλάει για κρυολόγημα, υπέθεσα ότι ο Νίκος διαβάζει κάποιο κρυφό μήνυμα από κάτω, μια αλληγορία.

1 «Μου αρέσει»

Θεωρώ ότι το μπουλασιλίκι συνδέεται με προβλήματα γενικώς. Ο σινάχης είναι αυτός που φέρνει προβλήματα, ο προβληματικός, εξού και το μπουλασιλίκι.

Όχι με προβλήματα γενικώς: Ειδικά, το πρόβλημα που βλέπει ο Μάρκος είναι: ο Συνάχης έρχεται μετά από χρήση ναρκωτικών (όχι μαστουρωμένος!), κρατώντας δίκοπη μαχαίρα. Βλέποντας τον σαφή κίνδυνο, προσπαθεί να τον καλμάρει. Όμως του εξηγιέται καθαρά πως, με τη νταμίρα που τραβάει, δουλειά δεν γίνεται, γι αυτό ας παρατήσει τα ναρκωτικά, αλλοιώς κανείς απ’ το (εκτός βαρειών ναρκωτικών) συνάφι δεν θα τον συνδράμει. Μπουλασιλίκι είναι το να είσαι συναχωμένος, δηλαδή να κάνεις χρήση ναρκωτικών και όχι μαύρης, που δεν σου θολώνει το μυαλό όπως αυτά.

2 «Μου αρέσει»