Με αφορμή αυτό:
(ο σύνδεσμος δεν είναι δυνατόν να ανακτηθεί)
και κατά προέκταση αυτό:
θα ήθελα να διατυπώσω κάποιες σκέψεις και ερωτήματα.
Φυσικά τα σχετικά ποστ έχουν κλειδώσει, με πρώτο το αρχικό σχετικά με τις εκδηλώσεις της χούντας στο καλιμάρμαρο.
Προσωπικά το συγκεκριμένο ποστ του Νίκου Φορλαν δεν μού έθιξε κάποια ευαίσθητη χορδή. Για να είμαι σαφέστερος, είτε επειδή αυτά τα γεγονότα της περιόδου εκείνης μού ήταν γνωστά από καιρό, είτε επειδή βρίσκω σήμερα μετά από τόσα χρόνια κάπως ανούσιο το να δω πέντε γνωστά ονόματα που είχαν “κοσμήσει” με την παρουσία τους τις χουντικές φανφάρες με μόνο νόημα το να χαρακτηριστούν γιατί πριν 40 χρόνια δεχτήκανε να κάνουν τους καραγκιόζηδες των συνταγματαρχών, γι’ αυτούς τους λόγους λοιπόν το θεώρησα ανούσιο χωρίς αυτό φυσικά να αποτελεί “μομφή” προς το ΝΦ για τη δημοσίευση. Και σε τελική ανάλυση το ερώτημα της πολιτικής υποταγής ή πολιτικής ανεξαρτησίας των δημιουργών έχει άρρηκτη σχέση και με το περιεχόμενο του έργου τους.
Όσο “ανούσιο” βρήκα το ποστ αυτό καθαυτό, άλλο τόσο βεβιασμένη και να το πω κι αλλιώς: φοβική ως αντίδραση, βρήκα την πρωτοβουλία του Νίκου Πολίτη ως συντονιστή να κλειδώσει το θέμα. “Φοβική” γιατί πράγματι, αρκετές φορές συζητήσεις του φόρουμ που υπεισέρχονται στο πεδίο της πολιτικής έχουν προκαλέσει εντάσεις. Αλλά και τι μ’ αυτό; Μετά από τις εντάσεις πάλι ωραίοι είμαστε. Και να πω και κάτι ακόμα: Ποτέ οι εντάσεις με πολιτική αφορμή δεν έχουν φτάσει στο χαμηλό επίπεδο που φτάνουν καμιά φορά όταν η συζήτηση θίγει λχ τη δουλιά του α ή του β οργανοποιού, και ποτέ εντάσεις με αφορμή πολιτικές πλευρές μιας ψ θεματολογίας δεν έχουν αφήσει τόσα “σημάδια”, όσα αφήνουν αντιπαραθέσεις με ενελώς ουδέτερο ας πούμε αντικείμενο. Στο κάτω κάτω της γραφής, θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία.
Η επίκληση του κανονισμού οτι “συζητάμε για μουσική κι όχι για πολιτική”, ο ίδιος αυτός ο “κανονισμός”, θα καταντούσε εθελοντική συλλογική φίμωση, στην περίπτωση που θα εξαναγκαζόμασταν να απαλείψουμε από την καλλιτεχνική πράξη την όποια πλευρά της άπτεται της πολιτικής.
Να πάψουμε να μιλάμε λχ για τη μεταξική λογοκρισία μην τυχόν και “μπλέξουμε” με πολιτικά, να “ξεχάσουμε” λχ ότι υπήρξαν καλλιτέχνες που εκείνα τα χρόνια δεν έκαναν “εκπτώσεις” στο έργο τους με αποτέλεσμα να βρεθούν στο περθώριο κσι την πείνα γιατί κι αυτό δεν είναι “μουσικό” αλλά “πολιτικό” ζήτημα, να παρακάμψουμε το λαϊκό τραγούδι στα χρόνια της κατοχής, του εμφυλίου και τα μετεμφυλιακά χρόνια κλπ κλπ.
Να μην διατυπωθεί ούτε σκέψη λχ -από όποιον τρέφει τέτοιες σκέψεις- για το ρόλο και την παρουσία των σημερινών καλλιτεχνών στις συνθήκες της “κρίσης” που διανύουμε γιατί κι αυτό μπλέκει το τραγούδι και τη μουσική με την πολιτική και, όπως είπαμε “ο κανονισμός κλπ κλπ”.
Ίσως θα ήταν επίσης καλό να μιλάμε πιά μόνο για τη μουσική των τραγουδιών και όχι για τους στίχους, γιατί οι στίχοι έχουν λέξεις, και οι λέξεις εύκολα γίνονται “πολιτικές”.
Μήπως επίσης να ακολουθήσουμε το παράδειγμα των λαϊκων δημιουργών του ‘50, και ν’ αρχίσουμε κι εμείς να λέμε “μια γυναίκα” και να εννοούμε ας πούμε την Ελλάδα, να γίνουμε πιο “αλληγορικοί” στις αναφορές μας πάνω στα ζητήματα του λαϊκού τραγουδιού που “ακουμπάνε” περισσότερο ή λιγότερο σε πολιτική θεματολογία, ώστε να παρακάμψουμε τον “κανονισμό” και να μπορούμε έστω κι έτσι να εκφραζόμαστε;;;