Η λούρα της Γαράσαρης του Πόντου και η μουσική της παράδοση
Θέλησα να ανοίξω το θέμα αυτό, γιατί νομίζω παρουσιάζει ενδιαφέρον από πολλές απόψεις. Κέντρο του θα αποτελέσει το παρακάτω λινκ, όπου ακούγεται ένα αντιπροσωπευτικό αυθεντικό απόσπασμα από την λύρα της Γαράσαρης του Πόντου. Οι ηχογραφήσεις προέρχονται από προσωπική μου έρευνα στον Πλατανότοπο Καβάλας, όπου μετά από επανειλημμένες καταγραφές για πολλά χρόνια του οργανοπαίκτη μπαρμπα-Σπύρου Γαλετσίδη (τελευταίου γαρασαρώτη ζουρνατζή και από τους τελευταίους λυράρηδες) κατέληξα να ηχογραφήσω δεκάδες άγνωστους σκοπούς από την παράδοση της Γαράσαρης. Ο παππούς παίζει εκτός από λύρα (λούρα) ζουρνά, τουλουμπά (ποντιακή τσαμπούνα), γαβάλ (φλογέρα) και ταβούλ (νταούλι). Το ηχητικό αυτό απόσπασμα ηχογραφήθηκε το 2010. Παίζει στην αρχή δύο “οτουράγα”, δύο καθιστικά δηλαδή τραγούδια (με τουρκικούς στίχους), το Εκίνι και το Κούρτικο, κι έπειτα σκοπούς πάνω στον χορό “Ομάλιν”.
Ορισμένα γενικά για την Γαράσαρη
Η Γαράσαρη (Νικόπολη) του Πόντου, σημερινό Sebin Karahisar, βρίσκεται ηπειρωτικά της Κερασούντας. Γύρω από την Γαράσαρη ήταν μαζεμένα πολλά ρωμαίικα χωριά με πληθυσμό ποντιόφωνο, ο οποίος όμως μιλούσε ένα ιδιόμορφο ποντιακό ιδίωμα, τόσο που υπήρχε δυσκολία στην γλωσσική επικοινωνία με τους υπόλοιπους Ποντίους.
Ο πολιτισμός της Γαράσαρης παρουσιάζει πολλές ιδιαιτερότητες. Η ιδιαίτερη μουσική της παράδοση τελευταία έχει γίνει μεν μόδα, όσον αφορά βέβαια μόνο στους χορευτικούς σκοπούς της (καθιστικά νομίζω είναι η πρώτη φορά που δημοσιεύονται στο παραπάνω απόσπασμα), αλλά ο τρόπος που εκτελείται από οργανοπαίκτες που κατάγονται από άλλες περιοχές του Πόντου απέχει πολύ από το αυθεντικό παίξιμο, που όπως θα ακούσετε είναι πολύ ιδιόμορφο.
Σημειώσεις
Μερικές σημειώσεις για την μουσική παράδοση της Γαράσαρης, από τις οποίες προκύπτουν και διάφορα ζητήματα:
1. Η παράδοσή της αποτελείται, θα έλεγα, μουσικά από 2 κατηγορίες: α. τα “οτουράγα” (το οτουράγ, τα οτουράγα), που στα τουρκικά θα πει καθιστικά, τα οποία έχουν πραγματικά πολύ ισχυρή παρουσία και από πλευράς συχνότητας, αλλά και από πλευράς συναισθηματικού βάρους στα πλαίσια της γαρασαρώτικης κοινότητας, και β. τα χορευτικά. Τα χορευτικά ακολουθούν τους ρυθμούς και τα πατήματα του υπόλοιπου ποντιακού χώρου, με πολλές όμως ιδιαιτερότητες στο ύφος, τόσο το χορευτικό όσο και το μουσικό. Τα οτουράγα διαθέτουν ένα μουσικό ύφος που θυμίζει άλλες μουσικές παραδόσεις. Κάποιος γνωστός μου που σπούδασε την λαϊκή τουρκική μουσική μου είπε ότι πιθανώς να έχει σχέση με την αλευίτικη παράδοση. Εγώ βρίσκω κάποια συγγένεια με τα τραγούδια του Ασίκ Βεϊσέλ, αλλά και με το Φαρασιώτικο μουσικό ιδίωμα. Ιδού λοιπόν το πρώτο αδιερεύνητο σημείο. Από πού προέρχεται αυτό το ιδιαίτερο μουσικό ύφος των καθιστικών της Γαράσαρης, που διαφέρει τελείως από το αντίστοιχο των καθιστικών της περιοχής της Χαλδίας (Τραπεζούντα, Αργυρούπολη), από όπου προέρχονται κυρίως τα σημερινά μας ποντιακά ακούσματα. Σημειωτέον ότι ο παππούς μου είπε ότι τα καθιστικά τους αυτά παίζονται πολύ όμορφα με σάζι…
2. Ενώ οι Ρωμιοί της Γαράσαρης ήταν ελληνόφωνοι, τα καθιστικά τραγούδια τα τραγουδούσαν κατ’ αποκλειστικότητα στην τουρκική, ενώ τα δίστιχα που τραγουδούσαν στους χορευτικούς σκοπούς ήταν άλλα στα ποντιακά, άλλα στα τουρκικά, κυρίως μάλλον όμως στα τουρκικά. Για τα τραγούδια που τραγουδούσαν στα τουρκικά ρώτησα επανειλημμένα τον παππού. Μου έλεγε ότι ήταν δικά τους, ελληνικά. Μου έλεγε όμως και ότι τραγουδούσαν τα ίδια με τους Τούρκους.
3. Στα καθιστικά είναι φανερό το ιδιαίτερο μουσικό ύφος. Σχετικά με τους χορευτικούς σκοπούς που παίζει ο παππούς, όσοι έχουν εξοικειωθεί με ποντιακά ακούσματα, θα παρατηρήσουν ένα ιδιόμορφο παίξιμο. Ένα παίξιμο που θα το ονόμαζα κέντημα, με συνεχείς ιδιόμορφες αναβοκαταβάσεις της μελωδίας που δίνουν ενίοτε την εντύπωση του “κόντρα” στον ρυθμό παιξίματος.
4. Η “λούρα” η γαρασαρώτικη παρουσιάζει κι αυτή έντονες ιδιομορφίες.
- Είναι μεγάλη σε μέγεθος.
- Η χορδή σολ (η ψηλή δηλαδή) είναι δεξιά, αντί να είναι αριστερά όπως στην κλασική κεμεντζέ.
- Ο οργανοπαίκτης δεν ακουμπά τη λύρα μεταξύ των μηρών του, αλλά την παίζει κατακόρυφα σχεδόν στον αέρα.
- Όταν η μελωδία πάει στην ψηλή χορδή το παίξιμο είναι “μονοχορδία”. Δηλαδή δεν ισοκρατεί η μεσαία, όπως συμβαίνει στην κεμεντζέ. Αυτό κάνει το άκουσμα πιο μονότονο. Ενώ όταν παίζει την μεσαία χορδή, ισοκρατεί η χαμηλή.
Αυτά ως μία συνοπτική παρουσίαση της μουσικής παράδοσης της Γαράσαρης. Αναμένω σχόλια, παρατηρήσεις, ιδέες…
Δημήτρης Μαντζούρης