Καινούργιοι νεολογισμοί;

Καινούργιος νεολογισμός, η “πολιτειότητα”; Και τί σημαίνει;

1 «Μου αρέσει»

πολιτειότητα ουσ. (θηλ.) & πολιτότητα (επίσ.) ιδιότητα του πολίτη: ευρωπαϊκή ~.
< γαλλ. citoyenneté, αγγλ. citizenship]
(Χρηστικό Λεξικό Ακαδημίας Αθηνών, 2014)

1 «Μου αρέσει»

Ναι, είναι σχετικά καινούργιος. Από το ερμήνευμα του Χρηστικού καταλαβαίνει κανείς ότι δημιουργήθηκε από την ανάγκη απόδοσης ξένου όρου (ίσως στο πλαίσιο της ΕΕ) αλλά ότι έχουν προταθεί δύο εκδοχές που καμία τους δεν έχει (δεν είχε μέχρι το 2014) επικρατήσει. Στην ονλάιν έκδοση του Χρηστικού, που αναθεωρείται συχνότερα, βλέπω ότι με -ει- θεωρείται ο κύριος τύπος (στο λήμμα χωρίς -ει- λέει απλώς «βλ. πολιτειότητα»).

Απαραίτητη έννοια, αλλά η λέξη ακούγεται άγαρμπη. Η πολιτειότητα δε ακόμη περισσότερο.

Γιατί δεν λένε «η ιδιότητα του πολίτη»; Γιατί -υποθέτω- θα διαπίστωσαν στην πράξη ότι τα συμφραζόμενα όπου θα εμφανίζεται συχνά απαιτούν μονολεκτική απόδοση προκειμένου να βγουν σωστά συνταγμένες προτάσεις.

Πανομοιότυπο είναι το λήμμα και στο χαρτώο (2014) και στο ηλεκτρονικό λεξικό

Υπάρχει μια τάση πλέον να μεταφράζονται τα αγγλικά κατά λέξη αντί η μετάφραση να αποδίδει το νόημα, και αυτό δημιουργεί νεολογισμούς. Π.χ. το «συγκείμενο» σαν απόδοση του context ενώ υπάρχουν πιο κατανοητές λέξεις π.χ. πλαίσιο.

Αυτό άσ’ το, καλύτερα… Έχει δυστυχώς από καιρό επικρατήσει μία προσέγγιση προσκολλημένη σε αγγλικής προέλευσης τακτικές. Παράδειγμα: το γνωστό φίλμ «Educating Rita». Πώς το μεταφράσαμε; «Εκπαιδεύοντας τη Ρίτα». Δεν είναι όμως ωραία Ελληνικά αυτά, είναι ακριβώς κατά λέξιν μετάφραση. Η σωστή ελληνική απόδοση θα έπρεπε να ήταν «Η εκπαίδευση της Ρίτας». Σε παλαιότερες εποχές, το πρόσεχαν αυτό. Για παράδειγμα, «Τhe taming of the shrew” του Σέξπηρ είχε αρχικά αποδοθεί ως «Η στρίγγλα που έγινε αρνάκι», ακριβώς για να αποφευχθεί η άκριτη μεταφορά στην ελληνική γραμματεία μιας ιδιαιτερότητας της αγγλικής γραμματικής και, αργότερα, κάποιος νεότερος μεταφραστής προτίμησε τη φράση «Το ημέρωμα της στρίγγλας», σε μία επιτυχή προσπάθεια να αποδοθεί πιστότερα το νόημα της φράσης του Σέξπηρ, χωρίς να κακοποιηθεί η ελληνική γλώσσα.

1 «Μου αρέσει»

Η ελληνική απόδοση “συγκείμενο” για τη λέξη “context” είναι εδώ και πολλά χρόνια εγκαθιδρυμένη και “νομιμοποιημένη” (“Το πεδίο της αλληλοσυσχέτισης των δυνάμει σημασιών αποκαλείται διεθνώς context. Η λέξη αυτή αποδίδεται στα ελληνικά με το όρο συγκείμενο, παρότι δεν πρόκειται για κάποιο παράλληλο κείμενο, αλλά για το ίδιο το κείμενο. Το context είναι το κείμενο καθαυτό, όπως συνυφαίνεται από τα στοιχεία που το συνθέτουν”, https://opencourses.ionio.gr/modules/document/file.php/DFLTI383/ΑΡΧΕΙΟ%201.pdf)

Έχει περάσει, και ορθά, από χρόνια και στα σχολικά βιβλία (“2. Συγκείμενο Είναι το πλαίσιο αναφοράς του λογοτεχνικού έργου, δηλαδή τα ιστορικά, κοινωνικά και βιογραφικά/ιδεολογικά δεδομένα των συνθηκών της παραγωγής του. Τα στοιχεία του πραγματικού κόσμου που αναπαριστώνται στα λογοτεχνικά κείμενα αποτελούν το συγκείμενό τους και συμβάλλουν στην ερμηνεία τους. Τέτοια στοιχεία είναι, μεταξύ άλλων, η χωρο-χρονική τοποθέτηση (πού και πότε εκτυλίσσεται αυτό που διαβάζουμε), οι ιστορικές, κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες του χρόνου συγγραφής, η πολιτεία και το δίκαιό της (άγραφο ή γραπτό), ο πολιτισμός, η κουλτούρα και η θρησκεία, όπως μετουσιώνονται σε διαδεδομένες αντιλήψεις, παραδόσεις και ήθη”, https://iep.edu.gr/images/IEP/Modules/Sj_K2_Extra_Slider/Fakeloi_Ylikou/Neoelliniki-Glossa_G-Lykeiou_Fakelos-Ylikou_Diktya-Keimenon.pdf)

Σημειωτέον επίσης ότι έτσι εξυπηρετήθηκαν και οι αποδόσεις συγγενών όρων (περικείμενο, επικείμενο, υπερκείμενο, διακείμενο, μετακείμενο, αρχικείμενο)

1 «Μου αρέσει»

Το αντίθετο ακριβώς συνέβη.
Τον Ιανουάριο 1905 πρωτοπαίχτηκε στο Βασιλικό Θέατρο η εξαιρετική μετάφραση του Νίκου Ποριώτη “Το ημέρωμα της στρίγγλας”. Πολύ πολύ αργότερα (40 χρόνια μετά) επιχειρήθηκε άλλη μετάφραση με απόδοση του τίτλου “Η στρίγγλα που έγινε αρνάκι”

1 «Μου αρέσει»

Πιθανότατα, λοιπόν, ξεχάστηκε κάποια στιγμή το ανέβασμα του 1905, γιατί ακριβώς θυμάμαι προσωπικά (γεννήθηκα 1942) ως «παλαιότερο» τίτλο το «αρνάκι», και το «ημέρωμα» ως μεταγενέστερο. Και θυμάμαι καλά, δεν τα ξεχνάω αυτά. Μόνο, τί φάγαμε χτές μη με ρωτήσετε…

1 «Μου αρέσει»

Το “συγκείμενο” <συν+κείμενο αποδίδει εγγύτερα το αγγλικό “context” <con+text.
Παλαιότερες χρήσεις ήταν " τα συμφραζόμενα* και “το πλαίσιο”.

2 «Μου αρέσει»

Ωστόσο, η ιστορική πραγματικότητα υφίσταται ερήμην των προσωπικών μνημονικών ιχνών

γιατι βρε μια χαρά έννοιες ειναι το
“συμφραζόμενα” και το “συνημμένα” :blush:

Σύμφωνοι. Είναι ανεξάρτητη από αυτό το αντικειμενικό γεγονός η ένσταση ότι, αντί για κατά λέξη και σχεδόν κατά γράμμα μετάφραση, θα μπορούσε να είχε προταθεί και, ίσως, να επικρτήσει ένας εξαρχής ελληνικός πρωτότυπος όρος που να είναι πιο κατάλληλος.

Παρά ταύτα, τελικά με τον Άνθιμο θα συμφωνήσω: μια χαρά κατάλληλος είναι και αυτοτελώς. Το συγκείμενο σύγκειται, κείται-βρίσκεται μαζί, με το τμήμα κειμένου που εξετάζεται.

Και το συμφραζόμενο μια χαρά όρος είναι, αλλά όχι για την ίδια ακριβώς χρήση.

Βεβαιότατα, σε ό,τι αφορά την καταγραφή της για χρήση των επί τούτου επαγγελματιών ιστορικών. Στην πεζή μας τη ζωή όμως διαμορφώνονται συχνότατα καταστάσεις, βασισμένες σε προσωπικές εμπειρίες / αναμνήσεις, που ενώ δεν παραδίδουν (πάντοτε…) στοιχεία χρήσιμα για τον επαγγελματία ιστορικό, είναι σημαντικότατα για τα ίδια τα πρόσωπα και πρέπει και αυτά να καταγράφονται και, ευκαιρίας δοθείσης, να παρατίθενται .

Τη λέξη “μάζωξη” την αντιλαμβάνεσθε ως νεολογισμό; Το θυμάστε ότι δεν τη λέγαμε πάντοτε;

Προσωπικά θυμάμαι την πρώτη φορά που την άκουσα. Δεκ. '90, ήμουν φοιτητής, και ένας άλλος φοιτητής, μέλος κάποιας παράταξης, διέκοψε το μάθημα για να κάνει μια ανακοίνωση. Ανέφερε λοιπόν και μια συγκέντρωση, ονομάζοντάς την μάζωξη. Ήταν τόσο πρωτάκουστο για μένα και τους φίλους μου, ώστε σχολιάζαμε “σιγά μην είναι και ζωοπανήγυρη”.

Μέσα στα επόμενα χρόνια το ξανάκουσα, και σιγά σιγά άρχισα να το λέω κι εγώ. Όμως υπήρχε σαφώς η αίσθηση ότι δε λέγεται έτσι, ήταν σαν ένα σκόπιμο λάθος με κάπως ειρωνική χροιά.

Πλέον εδώ και πολλά χρόνια λέγεται τόσο συχνά, σε τόσο πολλά περιβάλλοντα και περιστάσεις, ώστε έχει χάσει κάθε απόχρωση, είτε ειρωνική είτε άλλη, και είναι πλέον μια απλή κοινή λέξη.

Πάντα ήταν μια απλή κοινή λέξη και κάθε άλλο παρά νεολογισμός. Προσωπικά θυμάμαι η ευρύτερη χρήση της να ξεκινάει από τις αρχές του 1980.

Μπορεί να ξενίζει κάπως, ωστόσο καταγράφεται ήδη στα μεσαιωνικά, παλαιότερα και σύγχρονα λεξικά μας:

μάζωξις -ξη η.* Συγκέντρωση, συνάθροιση:

  • πανήγυρις … και μάζωξις ανθρώπων (Βακτ. αρχιερ. 159)·
  • χίλιων θανάτων μάζωξις ζωή μου η πικραμένη (Σουμμ., Παστ. φίδ. Γ́ [890]).
    [<μαζώνω (μαζωκ‑) + κατάλ. ‑σις. Η λ. (‑ξη) στο Βλάχ. και σήμ. λαϊκ.]
    (Μεσαιωνικό Λεξικό Κριαρά)

    image
    (Λεξικό Δημητράκου)

    μάζωξη μά-ζω-ξη ουσ. (θηλ.) (λαϊκό): συγκέντρωση ατόμων σε κάποιο(ν) χώρο: κομματική/λαϊκή/οικογενειακή ~. ~ (της παρέας) στο σπίτι. Φιλικές ~ώξεις. Πβ. συνάθροιση, σύναξη. [< μεσν. μάζωξις]
    (Χρηστικό Λεξικό Ακαδημίας)

    μάζωξη [ mázoksi**]**, η (ουσ.).
    <λαϊκ.>
    Συγκέντρωση ατόμων, σύναξη για ορισμένο σκοπό, συνήθ. στο πλαίσιο μιας κοινωνικής, εορταστικής, θρησκευτικής περίστασης ή πολιτικού γεγονότος
    (ΣΥΝ συνάθροιση)
    [ΕΤΥΜ^ < μσν. μάζωξις < μαζώνω].
    (ΜΗΛΝΕΓ Πατάκη)

Το παράδειγμα από το δημ. τραγούδι (που είναι του Κίτσου η μάνα - τον στίχο τον ξέρω και με σύναξη και, πιο απροσδόκητα, με σύλλογο) είναι χαρακτηριστικό: η λέξη λεγόταν σ’ αυτή την παλιά φυσική δημοτική, η χρήση της περιορίστηκε (ο προσδιορισμός «λαϊκό» αυτό εννοεί), και αργότερα μάλλον θα ανασύρθηκε στο πλαίσιο του ειδικού λεξιλοίιου της αριστεράς, μιας πιο φτιαχτής δημοτικής, απ’ όπου και (ξανα;)γενικεύτηκε. Το ότι εσύ Νίκο το άκουσες καμιά δεκαριά χρόνια πριν από μένα δεν αλλάζει αισθητά τα πράγματα: το '70 κανείς δε θα σε καλούσε σε μάζωξη, το '80 θα σε καλούσαν ίσως κάποιοι λίγοι αλλά… δε θα καλούσαν εμένα, το '90 κι εμένα, κ.ο.κ.

(Προς τα τέλη '80 ήταν καινοτομία να σε καλέσουν και σε συγκέντρωση, μια λέξη που αρχίσαμε να λέμε για όταν καλούμε πολύ κόσμο στο σπίτι όχι για πάρτι αλλά για πιο καθιστικά και χαλαρά. Θυμάμαι ότι ενώ για μένα η έξη ερχόταν φυσικά, τους γονείς μου τους ξένιζε.)

Με λένε Άνθιμο
αν και όχι Λάνθιμο :wink:

1 «Μου αρέσει»

Ωπ, συγγνώμη. Είναι νωρίς, η στάθμη του καφέ δεν έχει χαμηλώσει αρκετά…