καλημέρα/ καλησπέρα.
Ένας Ιταλός φίλος που παίζει διάφορα Ελληνικά (όργανα και είδη τραγουδιών) ζήτησε τη βοήθειά μου για τους στίχους του τραγουδιού του τίτλου, αλλά τα βρήκα σκούρα
το λινκ:
ακούω περίπου τα παρακάτω, συγχωρέστε τυχόν αστοχίες οι γνωρίζοντες, αλλά κάποιες στιγμές δεν καταλαβαίνω λέξεις - ή ακόμα και φράσεις ολόκληρες.
μήπως κάποιος ξέρει/καταλαβαίνει κάτι περισσότερο? ευχαριστώ προκαταβολικά.
…
Ένα Σαββάτο βράδυ - την Κυριακή … δειλ(ι)νό (?)
…. (?) - στο πέρα το χωριό
για, κι ο (Μούκας?) ο καημένος
μες στην κουμαριά κρυμμένος
τον εζεμάτισε η Παπατζάβαινα (-λα?)
με κοχλαστό νερό μέσα στο μαγειρειό
πήγε την φίλησε μέσα στο μαγειρειό
και τον ζεμάτισε με κοχλαστό νερό
σου’ φυγαν τα μυαλά – τώρα στα γερατειά
τώρα στα γερατειά – τι τα ‘θελες αυτά
για, κι ο (Μούκας?) ο καημένος
μες στην κουμαριά κρυμμένος
(κι ο (Ν)ταβέλης (? )τη γυρίζει (?)
στο χωριό το τυμπανίζει (?)
άγνωστο σε μένα.
που το ακουσε? περιοχη? απο κασέτα δισκο?
εχει ηχητικο?
η περιοχη μας ενδιαφέρει γιατι υπάρχουν πάμπολοι σύλλογοι που “ερευνανε τας γραφάς”
δεν έχω ιδέα που το άκουσε, μπορεί να ψάχνει τυχαία στο ΥΤ και να επικεντρώνεται σε ό,τι του αρέσει.
Λινκ για ηχητικό υπάρχει παραπάνω, το έψαξα και σ’ άλλες εκτελέσεις (ελαφρώς διαφοροποιημένος τίτλος, Παπατσάβαινα) αλλά πάλι δεν καταλαβαίνω τα ίδια σημεία
Εικοστού αιώνα πρέπει να ΄ναι πάντως, έχει «ρεφρέν».
«το μάθαταν»: συγκερασμός του (ε)μάθατε και του μορίου αν, απομεινάρι αρχαίας σύνταξης (πρόχειρα μου ΄ρχεται: -“Ουκούν, έλεξε Δερκυλίδας, και τα εκείνης, ημέτερ’ αν είη, επεί νικηταί εσμέν”).
Τα έμπλεξα, το βιβλίο που θυμάμαι είναι το «Ν’ακούω καλά τ’όνομά σου», κι αυτό του Σωτήρη Δημητρίου, δείγματα γραφής
Στον πάτο μας είπαν να μην ζυγώνουμε το νοητό σύνορο και να μαζευόμαστε αποβραδίς στα κονάκια…
Αναπανδρώθηκα. Ηύραμαν με την θειάκω μου έναν από ταύτους, που ήταν στο χωριό.
«Ω παιδάκι μου», του λέει η θειάκω.
« Τι παιδάκι μου και παιδάκι μου λες», την φοβέρισε. «Τι’ ναι αυτό το παιδάκι μου. Ή σύντροφε ή τίποτα.»
Φιδοζωστήκαμαν.
Με βάση και τα παραδείγματα που έβαλα πιο πάνω, δεν πείθομαι ότι είναι συγκερασμός, είναι η κατάληξη του ρήματος στη συγκεκριμένη διάλεκτο, όπως π.χ. στον Ερωτόκριτο λέει «ένα κερίν αφτούμενο εκράτουν κι έσβησέ μου
Οι καταλήξεις -μαν, -ταν δεν έχουν καμία ετυμολογική σχέση με το αν. Είναι απλώς ιδιωματικές καταλήξεις, δηλαδή εξέλιξη των αρχαίων καταλήξεων διαφορετική από την κοινή πανελλήνια. Και στο εκράτουν, ενός διαφορετικού ιδιώματος, έχουμε πάλι κάτι παρόμοιο, μια κατάληξη διαφορετική από την κοινή.
(Στα αρχαία ο παρατατικός με αν σημαίνει ό,τι στα νέα ο παρατατικός με θα: θα πήγαινα, θα έκανα. Δυνητική οριστική. Στα ιδιώματα όπου αντί για -με, -τε λένε -μαν, -ταν δεν είναι δυνητική οριστική, είναι απλός παρατατικός ή αόριστος. Το -αν δε σημαίνει κάτι.)
Μαζί με τις διορθώσεις του Άνθιμου, είναι ακριβώς αυτό. Μπορείς να σβήσεις όλες τις παρενθέσεις και τα ερωτηματικά.
Την πρώτη ηχογράφηση άκουσα, δεν ξέρω αν οι άλλες δύο διαφοροποιούνται.