Η μπρατσέρα

Η Λέρος, της Λέρου (επίσημα), θηλυκό όνομα. Ανεπίσημα, η Λέρο, της (ή τση) Λέρος.

Να δώ, έχοντας ανοίξει πανιά και καθήμενος στο τιμόνι, ταξιδεύοντας δηλαδή, της Λέρος τα βουνά, δηλαδή τον όγκο του νησιού, όπως διαγράφεται στον ορίζοντα καθώς πλησιάζω προς (ή απομακρύνομαι από) το νησί.

Η Λέρος, θηλυκό. Να δω της Λέρος τα βουνά = να πλησιάσω στη Λέρο.

Το νόημα όλης της στροφής είναι ότι ο ξενιτεμένος (away from home) Λεριός περιμένει πότε θα μπορέσει να ταξιδέψει ξανά στην πατρίδα του, και σκέφτεται τη στιγμή που, μέσα από τη βάρκα, θα δει τα βουνά της Λέρου.

(Ως προς τη γραμματική:
Σήμερα γενικα΄λέμε «η Λέρος, της Λέρου», αλλά στην παλιότερη και λίγο πιο λαϊκή γλώσσα είναι «η Λέρο, της Λέρος».)

Στη Λέρο εκτός από τον όρο “χαβάς”, ισχύει και ο όρος “σκοπός”, όπως και στα άλλα Δωδεκάνησα.

Έχει ενδιαφέρον ότι ο ίδιος ο Προύζος παράγγελνε τον σκοπό στους οργανοπαίκτες λέγοντας: “Παίξε το Προυζέλι”. Οι δε ντόπιοι τραγουδούν τον σκοπό με οποιαδήποτε δίστιχα. Συνηθίζουν όμως πια σήμερα να ξεκινούν με τον πρώτο τουλάχιστον δισκογραφημενο στίχο “Πότε θα ανοίξωμε πανιά…”, επιρροή προφανώς της δισκογραφίας στην ίδια την τοπική κοινωνία.

1 «Μου αρέσει»

Το τραγούδι κυκλοφόρησε και για την HMV Αγγλίας

2 «Μου αρέσει»

Ο Προυζος, που επιβεβαιωνω πως προφεροταν Προυντζος, ηταν πραγματι καραβοκυρης. Συμβαινει να ηταν προπαπους μου, απο το σοι της μητερας του πατερα μου. Εξ οσων θυμαμαι απο τις αφηγησεις, ταξιδευε με τη μπρατσερα του, ασχολουμενος με το εμποριο.
Το “να ειδω της Λερος τα βουνα να μου διαβουν οι πονοι…”, εχει να κανει με τη νοσταλγια της επιστροφης στο νησι.
Ο στιχος που τον εμφανιζει ατζαμη καπετανιο, ειναι προφανως, σατυρικος, κι αυτο ξερω απο τις αφηγησεις.
Σε οτι αφορα το γενος του ονοματος του νησιου, το οποιο ειναι αδιαμφισβητητα θηλυκο, πρεπει να χει να κανει με γλωσσικο ιδιωμα, που στη γενικη παραμενει Λερος. Για παραδειγμα, θυμαμαι οτι σε καποιες περιπτωσεις, οπως με μια Ειρηνη, μονιμως αποκαλουνταν σε ουδετερο γενος, το Ρηνιο.
Τωρα οσον αφορα του ποτε ειναι το τραγουδι, δε γνωριζω. Εμμεσα ομως μπορει να προσδιοριστει απο τα εξης:
Ο πατερας μου ηταν το 1909 γεννημενος και η μητερα του, κορη του Προυζου, μαζι με την οικογενεια της, μεταναστευσαν στην Αιγυπτο, στη διαρκεια της ιταλικης κατοχης, οταν ο πατερας μου ηταν 5 ετων, δηλαδη το 1914. Το τραγουδι προυπηρχε και υποθετω πως ηταν τραγουδισμενο, πριν το 1900 η καπου εκει κοντα.

Καμπουρης Μανωλης

5 «Μου αρέσει»

Πολύ ενδιαφέροντα αυτά που μας γράφεις, Μανώλη! Κάθε πληροφορία, ιδιαίτερα όταν προέρχεται από αποδεδειγμένα κατιόντες συγγενείς, άρα έγκυρη, είναι πολύτιμη.

Ειδικά για τη «ατζαμωσύνη» έχουμε δύο περιπτώσεις, σύμφωνα τουλάχιστο με τις Χατζηδάκι. Τη μια πάει ο Προύτζος να ορτσάρει, κι ο καιρός δεν σιουντάρει (δεν τον βοηθάει ο άνεμος), την άλλη πάει ο Προύντζος να φουντάρει και του σπάζει το κοντάρι. Έχεις ενδιαφέρουσες αφηγήσεις να μας πεις σχετικά;

1 «Μου αρέσει»

Ενδιαφέρον έχει και αυτή η καταγραφή:

Ο Προύζος

Φουρτούνιασεν η θάλασσα και μπρί χαράξει η μέρα
πάει να ράξει στο Λακκί ο Προύζος η μπρατσέρα.
Πάει ο Προύζος να φουντάρει
μα ο καιρός δε γ’κουμαντάρει

Ξημέρωσε η ανατολή και η αυγή ροδίζει
εμένα το πουλάκι μ’μου καένας δε ν’τ’ορίζει.
Πάει ο Προύζος να φουντάρει
και του σπάει το μαντάρι.

Ώ Παναγιά μου Λεριανή, μικρό ν’εκκλησιδάκι,
και βλέπε τη ν’αγάπη μ’μου που κάθεται στ’Αυλάκι.
Μπρατσέρα μου ορτσάρησε
έλα γιαλό φουντάρησε.

Στη σ’Σύμη και στη γ’Κάλυμνο ζούσι οι σφουγγαράες
στη γ’Κάρπαθο οι χτίστιες, στη λ’Λέρο οι ψαράες.
Μπρατσέρα μου, μπρατσέρα μου,
φέρε τη μ’περιστέρα μ’μου

Π. Καμπούρη, Από την παλιά Κάλυμνο, (Αναγνωστήριον Καλύμνου 2010)

Να σημειώσουμε το «μαντάρι»: από το «ιμαντάριον» και αυτό από το «ιμάς-άντος». Η «υπέρα», αρχαϊκότερα, δηλ. το σχοινί, του οποίου το ένα άκρο στερεωνόταν στην κεραία ή στο ψηλότερο σημείο τού κέρατος τού τετράγωνου ιστίου των ιστιοφόρων πλοίων.

3 «Μου αρέσει»

Δυστυχως δεν εχω στη μνημη μου κατι συγκεκριμενο σχετικα. Η γιαγια μου, η Μαρια, κορη του Προυζου, το τραγουδουσε με το “σιουνταρει” (σιγονταρει) και το θεωρουσε, οπως ολοι στην οικογενεια, πειραγμα, αστειο για να δημιουργει μια ευθυμη διαθεση το τραγουδι. Οταν το ακουγε η το τραγουδουσε, μεχρι να φτασει στο ατυχημα του καπετανιου, ειχε κατηφεια, αλλα σ εκεινο το σημειο, αλλαζε αμεσως η διαθεση της και χαμογελουσε. Γενικοτερα υπηρχε στη καθημερινοτητα του σογιου του πατερα μου, που γνωρισα, αλλα κ στις αφηγησεις τους για τη ζωη στο νησι, μια καλη διαθεση, που ειχε αστεια, φαρσες και ας πουμε καλοδιαθετες διαολιες, που μαλλον ηταν ευρυτερα τροπος ζωης. Για παραδειγμα, θυμαμαι πως η γιαγια μου, που ταν και ως κορη καραβοκυρη, “αντρουτσος”, αγοροκοριτσο, ατιθαση, ειχε παρει ενα απ τα ακινδυνα φιδια που υπηρχαν στο σπιτι, ως κατοικιδια, και το χε ριξει στον κορφο, μεσα απ το μισανοιχτο πουκαμισο, ενος λεριου, που συνηθιζε να κοιμαται καθιστος στο δρομο, ακουμποντας τη πλατη στο τοιχο. Αυτος τρομαξε και ξυπνησε φυσικα, αλλα κανεις, περιλαμβανομενου του παθοντα, δεν ενοχλουνταν η παρεξηγουνταν απο τετοιες συμπεριφορες. Ολοι το αντιλαμβανονταν ως αστειο γεγονος, και δημιουργουσε ευθυμη διαθεση.

1 «Μου αρέσει»

Πολύ ενδιαφέρουσα κι αυτή η παραλλαή!

Ερώτηση για τον Μανώλη: Οι πρόγονοί σου οι Προύτζοι, Λεριοί ήταν ή απ’ την Κάλυμνο;

Μάλλον ορτσάρισε / φουντάρισε θα έπρεπε να γράφει, προστακτική είναι, όχι παρατατικός

(τα έντονα, δικά μου)

Ίσως χτίστηδες με τη χαρακτηριστική για νότιο Αιγαίο έκθλιψη του συμφώνου μεταξύ δύο φωνηέντων. Κάποιος Δωδεκανήσιος;

Μαντάρι είναι, κατ’ επέκτασιν, και κάθε σκοινί που «ισάρει» / «μαντάρει» οποιοδήποτε πανί (σηκώνει ή κατεβάζει). Χαρακτηριστική η παρουσία της λέξης στο τραγούδι για την κόρη που ετραγούδησε το βράδυ βράδυ. Το τραγούδισμα ήταν τόσο ωραίο που
Όσα καράβια τ’ άκουσαν, όλα στέκουν μαντάρι:
«Ν’ ακούσουμε την κόρη αυτή, το τί τραγούδι λέει!»

Υπονοείται ότι μαντάρισαν τα πανιά, ώστε να ακινητοποιηθεί το καράβι για να απολαύσουν το τραγούδι.

Ναι, αυτό είναι (άρα χτίστηες), αν και θα περίμενε κανείς μάλλον χτιστάες. (Δωδεκανήσιος δεν είμαι αλλά έχω κάποια επαφή με τα εκεί ιδιώματα. Με της Λέρου όχι βιωματική.)

Με της Λέρος, ή της Κάλυμνος;

Ενδιαφέρουσες οι πληροφορίες. Και μια αξιοσημείωτη αναφορά κατ’ εμέ:

Βλέπουμε πόσο πιο κοντά ήταν οι άνθρωποι στη φύση και τα ζώα τότε σε αντίθεση με σήμερα. Καλά, πάντα υπήρχαν οι δεισιδαιμονιες, ενα γνωστό παράδειγμα είναι για το Σαπίτη που ενώ είναι ακίνδυνος οι παλιοί έλεγαν ότι αν σε δαγκώσει σαπιζει το μέρος του σώματος που δαγκωθηκε, γεγονός που φυσικά δεν ισχύει. Πέρα από τις δεισιδαιμονιες όμως, άλλο ένα τρανταχτό παράδειγμα είναι το Σπιτόφιδο, που το ονομα του λεγεται πως είναι από τις Κυκλάδες όπου συχνά οι άνθρωποι το ειχαν στους αποθηκευτικούς τους χώρους για τον έλεγχο των ποντικιών. Παρομοιες πρακτικές συναντώνται και σε άλλα μέρη της Ελλάδος με άλλα είδη, πχ σε αγρούς κτλ. Από περιέργεια έριξα μια ματιά ποια είδη συναντώνται στη Λέρο, αυτα είναι: το Θαμνόφιδο, το Λεβαντόφιδο, ο Έφιος και η Σαΐτα. Όλα ακίνδυνα για τον άνθρωπο!

Συγγνώμη αν (παρά)είναι άκυρα όλα αυτά για το φόρουμ αλλά το θεώρησα ενδιαφέρον. Επίσης αν γνωρίζουμε τα φιδια, που στην συντριπτική τους πλειοψηφία είναι ακίνδυνα, δεν έχουμε να φοβηθούμε τίποτα και ίσως πάψουμε να τα σκοτώνουμε σε κάθε ευκαιρία λες και είναι αυτός ένας από τους (δήθεν) σκοπούς μας σε αυτό το οικοσύστημα…

2 «Μου αρέσει»

Οι Προυζοι, δε γνωριζω αν ειχαν καταγωγη απ οπουδηποτε αλλου, περιλαμβανομενης της Καλυμνου. Οι Καμπουρηδες, γνωριζω απ το πατερα μου, πως ηταν απ τη Χιο. Βρεθηκαν στη Λερο οταν οι τουρκοι επιτεθηκαν στους εξεγερμενους κατοικους κι εκαψαν το νησι. Ως προς το επιθετο Καμπουρης, καποια στιγμη, με ειχε βρει ενας συνεπωνυμος φιλολογος, και μου χε πει μια ιστορια προιον ερευνας του, αλλα δεν εχει νοημα ενα τετοιο πλατιασμα, για κατι που δεν αφορα το τραγουδι.

2 «Μου αρέσει»

Και να προσθεσω πως ολοι θεωρουσαν τους εαυτους τους Λεριους.

1 «Μου αρέσει»

Εκτός θεματολογίας βέβαια είμαστε, αλλά πάντως ο Οικουρός Όφις, το φίδι προστάτης του σπιτιού, είναι αρχαία ελληνική παράδοση! Και βέβαια σε νησιά, με θάλασσα γύρω γύρω και άρα σχετικά κλειστό οικοσύστημα, δεν ήταν δύσκολο να ξέρει ένας κάτοικος αν υπάρχουν ολωσδιόλου φαρμακερά φίδια στο νησί του. Σε πολλά όντως δεν υπάρχουν.

1 «Μου αρέσει»

Δεν το ήξερα αυτό, αλλά ναι φαίνεται ότι είναι κάτι που έρχεται από πολύ παλιά. Βέβαια, ως Οικουρός Όφις μάλλον θα μπορούσε να χαρακτηριστεί οποιοδήποτε ακίνδυνο και γνώριμο στους ανθρώπους φιδι, ζούσε τότε μαζί τους. Το Σπιτόφιδο που αναφέρω, είναι συγκεκριμένο είδος (Zamenis Situla) και αυτή είναι η επικρατούσα κοινή ονομασία του.

Εδω και μια φωτο με το μοναδικό επικίνδυνο είδος στην Ελλάδα και η εξάπλωση του:
600px-Distribution_of_viper_species_in_Greece

1 «Μου αρέσει»

Μήλιος είμαι και μάλιστα μενω στην Μήλο , ότι υπάρχει Οχια της Μηλου , δεν το ήξερα !

1 «Μου αρέσει»

Και αφού δόθηκε off forum πληροφορία, να προτείνω στο FB για όσους έχουν ότι υπάρχει ομάδα ερπετών με πολλά φίδια ανά την Ελλάδα, κάτι το οποίο είναι πολύ χρήσιμο στο να τα γνωρίσουμε ώστε να τα προστατεύσουμε και κατόπιν να προστατευθούμε.
Κρίμα να σκοτώνονται συχνά πυκνά ακίνδυνα φίδια όπως καλό θα ήταν στην χώρα μας να μπορούμε να αναγνωρίζουμε τις οχιές :slight_smile:

2 «Μου αρέσει»

Το να το ξέρεις αυτό, Χάρη μου, είναι για σένα προσωπικά πολύ πιο σημαντικό απ’ το να ξέρεις με ποιόν τρόπο παίζονται οι ακριανές χορδές της λύρας του Ρός Ντάλι, ή το κατά πόσον η αγγλική λέξη Mansfield σημαίνει «ανδρικό πεδίο» ή «χωράφι του άνδρα»….

Για άλλη μια φορά: Τακτοποίησε τις προτεραιότητές σου!

4 «Μου αρέσει»

Ας μη κάνουμε διάκριση επικινδυνότητας ή μη, γιατί ούτε η 1η κατηγορία ούτε η 2η μας δίνει το δικαίωμα να διαλέξουμε ποιος θα ζήσει.

2 «Μου αρέσει»