Η αλαζονεία δεν είναι έμφυτη. Την αποχτάς με κόπους!

Καλέ Ελενίτσα, μάλλον μιλάς για το προηγούμενο βιβλίο του Κώστα Βλησίδη "Για μια βιβλιογραφία του ρεμπέτικου (1873-2001).

Δεν θα πήρες χαμπάρι, πως στα μέσα του Δεκέμβρη του 2006, εκδόθηκε αυτό που αναζητάς; “Σπάνια κείμενα για το ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ (1929-1959)”, εκδόσεις Εικοστού Πρώτου, Διάθεση : Χρηστάκης, Ιπποκράτους 10 -Τηλ:210-3607876.
Μια επιλογή από πολλά δημοσιεύματα με τα πλήρη κείμενα τους !
Εχεις χάσει ! Αναζήτησέ το !

Βεβαίως, δεν κατάλαβα τι σε προβληματίζει… Περί διαφώτισης, ωφέλειας και … (προς Θεού!) ζημιάς !!!
Αυτό θα 'θελα να το εξηγήσεις αγαπητή.


Ιδού ένα άρθρο, για τον Αγάπιο Τομπούλη, από την εφημερίδα ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ το 1937, του συντάκτη Θ-ς.

Ο μερακλής τραγουδιστής των τελευταίων σουλτάνων

Τον λένε Τομπούλη. Θα ημπορούσαν να τον έλεγαν Στρομπούλη. Η λαϊκουριά που ξέρη να γλεντλήση, να μερακλωθή, δίχως ετικέττα, δίχως το πηρούνι αριστερά, το μαχαίρι δεξιά, τον αναζητά σ’ όποια ταβέρνα ρίξη άγκυρα. Και ρίχνει άγκυρα από Σάββατο σε Σάββατο σε όλα τα ταβερνεία. Είνε ολοστρόγγυλος, με κεφάλι, λαιμό, κοιλιά, πόδια, ένα τόπι. Δυό μάτια αγαθά και ένα αδιάκοπο χαμόγελο, δίνουν την γοητεία της καλωσύνης στο στρογγυλό πρόσωπό του.
Είπαμε πως η γλεντζέδικη λαϊκουριά τον κυνηγά σ’ όσες ταβέρνες αγκυροβολήση από εβδομάδα σ’ εβδομάδα. Τον κυνηγά ν’ ακούση το ούτι του, την διπλοπεννιά του, τα τραγούδια του τα μακρόσυρτα τ’ ανατολίτικα, τα παθητικά. Τον κυνηγά γι’ αυτά πρό παντός η κατακαημένη προσφυγιά. Οι Πολίτες ακόμη περισσότερο που τον είχαν ζήσει σε καλύτερες γι’ αυτούς ημέρες, οι Σμυρνιοί, οι Πόντιοι, οι Λαζοί. Ξέρει όλα τα σεβνταλίδικα τραγούδια τους, τα γιαρεδάκια και τα μπουσελίκια τα λάζικα.
Αν δεν κάναμε όλοι φθηνή κατανάλωσι πνεύματος, κάποιος θα τον άρπαζε και θα τον έστιβε να δώση σ’ ένα σπαρταριστό βιβλίο όλη την ελληνική ανατολίτικη λαϊκή μούσα, που την ξέρει ο «ταμπουρατζής» Τομπούλης και η οποία σιγά-σιγά θα χαθή. Αυτές τις μέρες έχει τους καημούς του. Του στοίχισε η κατάργησις των μανέδων, που τόσους ήξερε. Έχει όμως τα τετράστιχά του με τους παθητικούς σκοπούς της λαγγεμένης Ανατολής και παρηγοριέται και αυτός και η πελατεία του. Αυτές τις ημέρες τον νέμεται η Πλάκα με τα ταβερνεία της. Την περασμένη εβδομάδα κάποιος συνοικισμός εκεί που είνε η μεγάλη του προτίμησις να τον έχη αιχμάλωτο. Ένας φίλος Πολίτης με παρέσυρε μια περασμένη νύχτα στο στέκι στην ταβέρνα της Πλάκας.

  • Πάμε ν’ ακούσης τον ουτιέρη των τελευταίων Σουλτάνων.
    Πήγα από ενδιαφέρον δημοσιογραφικό και έγινα θύμα στα μεράκια του, θαυμαστής του. Όλους θα μας ηλεκτρίζη πάντοτε η προγονική φλόγα της Ανατολής, μ’ όλους τους εξευρωπαϊσμούς μας και τις μοντέρνες κατακτήσεις. Φωνή κοινή, βραχνή λίγο, μα ολόκληρο το χρώμα τους πάθους της Ανατολής.
    -Ήσουν οργανοπαίκτης, Τομπούλη, στους Σουλτάνους; Ένα ποτηράκι κοκκινέλι μονορούφι και ύστερα η απάντησις:
    -Τι τα θές, αυτά περάσανε. Μεγαλεία χαμένα. Τώρα τι γινόμαστε. Στεναγμός κατόπιν, βόγγος στο ούτι και συνέχεια το τραγούδι: Ήθελα νάμουνα κουμπές…
    -Για σταμάτα, Τομπούλη. Πώς είχες πάει στους Σουλτάνους; Αποφασίζει να μιλήση με στεναχώρια. Τον πειράζει που θα ξεσκεπάση την πίκρα της ψυχής του. Η επιμονή μας τον αναγκάζει:
    -Ήμουνα παιδί αμούστακο όταν μ’ άκουσε μια ημέρα στο Βόσπορο ο μακαρίτης ο Χαμήτ. Τότε είχα καλή φωνή. Τώρα δεν την έχω. Αλλά έπαιζα και τότε όπως και τώρα ούτι με κάτι φίλους μου. Ο Σουλτάνος περνούσε βαρκάδα με την ακολουθία του. Δεν τον κατάλαβα γρηγορώτερα να σωπάσω. Ξέρεις πώς αν ο Σουλτάνος ήταν στις κακοκεφιές του μπορούσα να πάθω κανένα άσχημο καζίκι. Και νόμισα πώς θα το πάθαινα, όταν ύστερα από λίγο ένας από τους δικούς του ήρθε και ζήτησε να μάθη ποιος είμαι. Πήγε η ψυχή μου στο στόμα μου όταν μου είπε πώς το άλλο βράδυ έπρεπε να πάω με το ούτι μου στο σεράϊ του Ντολμά Μπαξέ. Είπα θα μου το σπάση καθώς και το κεφάλι μου. Μα ο αιμοβόρος εκείνος Σουλτάνος ήταν μερακλής. Το βράδυ που πήγα έκανε τα μουσαφιριλίκια σε κάτι δικούς του, ξένους και Τούρκους. Μ’ έβαλαν με άλλους και μόνο να τραγουδήσω και να παίξω. Έκαμα ό,τι μπορούσα, έπαιξα και για ένα χορό λάζικο που χόρεψαν δυό χανουμάκια. Ο Σουλτάνος με κύτταγε στο πρόσωπο. Εγώ με κλεφτές ματιές τον έβλεπα. Πήρα γενναίο μπαξίσι, μα το καλύτερο ήταν όταν μου είπαν ότι θα ανήκω με κάτι άλλους στη μουσική του παλατιού. Μούβαλαν μισθό και μου είπαν να κυττάξω να διορθωθώ. Έτσι, επειδή δεύτερη κουβέντα δεν χωρούσε στις επιθυμίες του Χαμήτ, έγινα μουσικός επαγγελματίας. Άλλα σχέδια είχα στη ζωή μου. Ο Χαμήτ όμως έτσι το θέλησε. Κισμέτ όλα, θα ειπής. Άντε γεία.
    Νέοι βόγγοι στο ούτι, νέο μεράκι και σεβντάς. Όταν σε βλέπω και περνάς…Αλλά το μεράκι έχει τώρα πνιγή από την δημοσιογραφική περιέργεια.
    -Καλά, ο Χαμήτ έπεσε. Ύστερα τι έγινες;
    -Αμάν, σκολσούμ, επιμένεις. Ύστερα ξέμεινα. Ήμουνα μισθωτός στο σεράϊ. Ο αδερφός του Χαμήτ που ανέβηκε στο θρόνο έδιωξε πολλούς από την κομπανία. Μα κράτησε τους Έλληνες. Ήταν καλύτερος αυτός και δεν ήθελε να πειράξη τους Ρωμιούς.
    -Ραγιάς είσαι σύ, μου είπε ένας άνθρωπός του, αλλά το λές καλά. Κύτταξε νάσαι φρόνιμος.
    -Θα είμαι, πασά μου. Εγώ τραγουδιστής μονάχα είμαι, του είπα. Έμεινα στο σεράϊ και επειδή ύστερα έγιναν οι πόλεμοι πηγαίναμε να διασκεδάσωμε το χαρέμι.
    Σταματά, κάτι τον συγκινεί περισσότερο και προσθέτει:
    -Αμάν, τι μου θύμισες πάλι.
    -Κανένα χανουμάκι, Τομπούλη, του Πατισάχ;
    -Ούφ! Άντε γειά, μουρμουρίζει. Ένα ποτηράκι ακόμη και κατόπιν:
    -Μη τ’ ακούς αυτά που λένε. Δεν ήσαν εύκολα αυτά τα πράγματα. Ματιές μπορεί, νάζια ναι, γλυκοκαμώματα ναι, μα όποιος πήγε να βάλη σε πράξι ό,τι είχε κατά νου έχανε το κεφάλι του. Εγώ πού πέρναγα πολλές φορές το Βόσπορο είχα ιδή πολλούς πνγμένους στα κύματα. Τέτοια να μας έλειπαν. Είχαμε και οικογένεια να θρέψουμε. Ύστερα μας πήρε το φιλότιμο, η πατρίδα. Όταν ήρθαν οι Εγγλέζοι, οι Έλληνες πήγαμε να κάνουμε το καθήκο μας. Αφήσαμε τον ταμπουρά και πήραμε το ντουφέκι. Άστα να χαρής…
    Και θεριεμένος τώρα στο βλέμμα του αρχίζει πάλι την διπλοπεννιά στο ούτι του. Δεν μιλούσε πια παρά την επιμονή μας. Είχε αφοσιωθή όλος στο τραγούδι του, που του ξαλάφρωνε το βάρος των αναμνήσεων.

Θ-ς

Ακρόπολις, 30 Δεκεμβρίου 1937

(Η πληκτρολόγηση-παρουσίαση του κειμένου, από το βιβλίο του Κώστα Βλησίδη, είναι του μέλους Adonis, στο sealabs, στις 30 Δεκεμβρίου 2006, ακριβώς 69 χρόνια μετά ! )

Ξεφυγαμε, οχι βέβαια οτι πειράζει, από το αρχικο θεμα του Άρη που ειχε σχεση με την αντικειμενικότητα της κριτικής.

Όμως και εγω πιστευω πως ανάλογες απόψεις που ταυτίζουν το “ρεμπέτικο”, γενικά το αστικο λαϊκο τραγούδι, σε ολη του την πορεια με το “περιθώριο” περα από το οτι ειναι ανιστορητες, μονο κακό κάνουν, αν δεν ειναι εκ του πονηρού.

Άλλο « να ταυτίζουμε το ρεμπέτικο σε όλη του την πορεία με το περιθώριο » και άλλο να θέλουμε να εξωραίζουμε τα πράγματα, υποβαθμίζοντας οτιδήποτε- για όποιο λόγο - δε μας αρέσει. (και με οποιαδήποτε μεθοδολογία )

Διότι, πως να το κάνουμε, γιά μεγάλες περιόδους λίκνο του ρεμπέτικου αποτέλεσε και το περιθώριο ( φυλακές, τεκέδες κ.λ.π ).Τι να κάνουμε, ενα πολύ μεγάλο μέρος της θεματολογίας των τραγουδιών κάποιας περιόδου, σαυτά αναφέρεται. Οι περισσότεροι ( όχι βεβαίως όλοι ) οι μεγάλοι δημιουργοί των τελευταίων περιόδων του, είχαν σχέση με «απαγορευμένες» η όχι ουσίες ( χασίς, αλκοόλ κ.α. ). Και βέβαια και με άτομα « εκτός των κοινωνικών ορίων ». Πολλούς επίσης έθελξε -αν και οι ίδιοι δεν ανήκαν σαυτόν - η γοητεία αυτού του απαγορευμένου , εκτός ορίων κόσμου.

Δεν μπορούμε λοιπόν, εν ονόματι οποιασδήποτε ιδεολογίας η καθωσπρεπισμού να περικόπτουμε κατά το δοκούν και την ιστορία του ρεμπέτικου, κρατώντας μόνο ότι μας αρέσει και αγνοόντας η πετώντας στα σκουπίδια τα υπόλοιπα !

Ιωάννα, τι ωραία που θυμήθηκες τον Αγάπιο Τομπούλη !
Θυμάμαι πως κάποτε ο Κώστας ( Φέρρης ) μου είχε διηγηθεί πως τον γνώρισε, όταν στα γεράματα αυτός και η γυναίκα του δούλευαν σαν κομπάρσοι στον Ελληνικό κινηματογράφο ! Μακάρι να μπορούσε και από δω να μας τάγραφε !

Στο τελευταίο βιβλίο του Βλησίδη υπάρχουν και φωτογραφίες του Τομπούλη ντυμένου τσολιά σε ελληνικές ταινίες. Για το ίδιο το βιβλίο, επιφυλλάσσομαι αφού το τελειώσω (πέντε σελιδούλες μείνανε…).

Ναι Νίκο μου, έτσι όπως τα λες είναι. Συμφωνώ απόλυτα…
Το «να ταυτίζουμε το ρεμπέτικο σε όλη του την πορεία με το περιθώριο» ελπίζω να μην το λένε πια οι σύγχρονοι ενασχολούμενοι. Υπάρχει επαρκής βιβλιογραφία επί του θέματος… Κι από την άλλη, αυτοί που υποστηρίζουν πως ουδέποτε το ρεμπέτικο είχε σχέση με περιθώριο, δεν γνωρίζουν στην ουσία τι είναι το “ρεμπέτικο”. Ή δεν ξεχωρίζουν τα ιδιοποιά του γνωρίσματα σε σχέση με το μεταγενέστερο κλασικό λαϊκό τραγούδι.
Θεωρώ όμως πια αυτές τις κουβέντες άνευ λόγου και αναμασήματα.
Κι είναι αστείο να χάσκουμε σα χάνοι -και να χτυπάει το φυλλοκάρδι μας, αν μας τα λένε αυτά, οι ίδιοι οι συντελεστές του, πχ. ένα παππούς-μουσικός 90 ή 80 ετών σήμερα, αλλά μεταξύ μας και προς τα έξω -με τα όποια κοινωνικοπολιτικά φίλτρα μας- να τα ωραιοποιούμε όλα και να τα αναγάγουμε σε κοινωνικούς προσανατολισμούς και θέσεις.

Είναι απλά τα πράγματα, τελικά. Εμείς τα δυσκολεύουμε !
Οι ίδιοι οι συντελεστές τού πράγματος, άλλα λέγαν από αυτά που προσπαθούμε τώρα να τους αποδώσουμε. Νιώθανε έτσι κι αλλιώς ιδιαίτεροι… Εμείς ντε και καλά πάμε να τους το χαλάσουμε ???
Τι έντεχνη μανία μας έχει πιάσει πια ;

Κώστα, Φέρρη ! Για ασχολήσου και με τον Τομπούλη λίγο… Τι είναι αυτά τα ωραία που μας είπε ο Νίκος; Φτάνουν βρε Κώστα τα γενικά περί Ρεμπέτικου… Τα εμπεδώσαμε ! Ξεκουνήσου λίγο, μην επαναπαύεσαι … Εχεις και υλικό και ευαισθησίες και γνώση και έμπνευση !
(Η σημείωσή μου είναι για την “ουσία” που προανάφερες ! Περί 8τομης Εγκυκλοπαίδειας - Ευτυχώς δλδ, που δεν τα ξοδέψαμε στην 4τομη !) :089:

ΥΓ:
Υπάρχει η λέξη “τα ιδιοποιά” που έγραψα; Τι ανασφάλεια έχω τώρα; Τι δεν μου κάθεται καλά; Βαριέμαι να ψάξω…
Το limonccelo φταίει… (μετά τα προηγηθέντα)! :slight_smile:

Το θέμα ρεμπέτικο και περιθώριο με έχει απασχολησει απο καιρό, αλλά τελευταια και λόγω σχετικού άρθρου για την εφημερίδα μας περισσότερο.
Είμαι πολυ νέος για καθωσπρεπισμούς, δεν ξέρω βέβαια για τα άλλα που αναφέρθηκαν, αλλά ας πω την αποψη μου και περιμενω και τις δικες σας παρατηρησεις.
Το ρεμπέτικο δημιουργήθηκε και εξέφρασε εναν πληθυσμό που βίαια αναγκάστηκε να αστικοποιηθεί, κατα τη διάρκεια μετατροπής της ελληνικης κοινωνιας από αγροτική σε αστική. Όταν χιλιάδες άνθρωποι συγκεντρωθηκαν σε παράγκες και σε πρόχειρα καταλύματα στα περίχωρα Αθήνας, Πειραιά, Θεσσαλονίκης κλπ., αισθανθηκαν την αναγκη να εκφράσουν τό νέο τρόπο ζωής τους, τις ανησυχίες τους, ακομα και την απέχθειά τους προς ένα κράτος που το ένιωθαν εχθρικό, τουλάχιστον.
Ένα μέρος αυτών των δημιουργών είχε σχέση με παράνομες δραστηριότητες, είχε βαθμιαία περάσματα από τον κόσμο της παρανομίας, κάποιοι από αυτούς παρέμειναν μόνιμα στο χώρο αυτό ενώ άλλοι ξέφυγαν και συνέχισαν τη ζωή τους, διατηρώντας όμως δεσμούς συμπάθειας με αυτούς τους χώρους.
Ο ολοένα αυξανόμενος όγκος της εσωτερικής μετανάστευσης, αλλά και οι πρόσφυγες που προστέθηκαν αργότερα δημιούργησε ένα πλήθος ανόμοιο σε χαρακτηριστικά, το οποίο καθόλου δεν ταιριάζει να αποκαλούμε “υπόκοσμο”. Ήταν άνεργοι, περιπτωσιακά εργαζόμενοι, μικροαπατεώνες, αρκετοί πάλι ήταν μορφωμένοι, αλλά η πλειοψηφία σχεδόν αυτών εντάχτηκε κατά κάποιο τρόπο στο σύστημα παραγωγής. Αργότερα οι κοινωνικές συνθήκες και κυρίως η άνοδος του εργατικού κινήματος βοήθησε τη μάζα αυτή να αποφύγει την “περιθωριοποίηση”, αλλά ως προλεταριάτο σχεδόν να ενταχθεί στο συστημα παραγωγης.
Τα τραγούδια που δημιούργησαν στη συνέχεια οι μάζες αυτες, τα “ρεμπέτικα” ή αστικά/λαϊκά, καθόλου δεν είναι του “περιθωρίου” ή του “υποκόσμου”. Διαφορετικά, κινδυνεύουμε να υποστηρίξουμε οτι ο μισός και βάλε πληθυσμός της Ελλάδας του μεσοπολέμου - που ζουσε κατω απο τις συνθηκες που ανέφερα - ήταν “περιθωριακός” ή ανήκε στον “υπόκοσμο”.
Εδώ μπαίνει και το θέμα των μεγάλων λαϊκών μας δημιουργών, που συμφωνα με την ισοπεδωτική άποψη: λαϊκός δημιουργός=ρεμπέτης = περιθωριο = υπόκοσμος, η οποία απαντά σε αρκετούς ρεμπετολόγους, είναι εντελώς ανυπόστατη και ανιστόρητη.
Αυτην ακριβώς την ισοπεδωτική - τουριστική - αντίληψη για το ρεμπέτικο απεχθανομαι και νομίζω το ίδιο πρέπει ολοι μας. Διαφορετικα προσβάλλουμε αυτό το είδος με το οποίο ασχολούμαστε μεσα από αυτο εδω το φόρουμ.

Επειδή το θέμα είναι σημαντικό, το μεταφέρω σε άλλο topic.

Να διορθώσω: οι φωτογραφίες του Τομπούλη δεν περιέχονται βεβαίως στο βιβλίο του Βλησίδη, αλλά μάλλον στον Πετρόπουλο που δεν τον έχω, αλλά τις έβλεπα στο rebetiko forum.

Εδώ θα εννοείς μάλλον http://www.rebetiko.gr/photosgal.asp?person_id=159

Ο Τομπούλης συγγενείς είχε? Αναρωτιέμαι που να βρίσκονται τα όργανά του…φαινόταν πολύ μερακλής και σ αυτά.Τα ούτια του ήταν ένα και ένα όλα.Και χρησιμοποιούσε εκτός απο τζουμπούς και διάφορες άλλες ιδιοκατασκευές (βλ. φωτο)

Νίκος

Γιά την αποκατάσταση της αλήθειας:

Γιά το Πολυτεχνείο, τα ηχητικά ντοκουμέντα ηχογράφησε (ΟΛΑ) ο Πάνος Πανουσόπουλος, αδελφός του Γιώργου (σκηνοθέτη). Ο Παπαδάκης έκανε (μαζί με τον Πάνο) τις μεταγραφές και το ηχητικό μοντάζ.

Βρήκα κι αυτό το αδικοθαμμένο θέμα.

Ο Μυστακίδης έβγαλε τον γνωστό δίσκο «Ρεμπέτικα με κιθάρα».

Ο Γ. Παπαδάκης δημοσίευσε μια κριτική που τον θάβει.

Ο χρήστης Άρης έλαβε αφορμή από αυτή την κριτική για να παρουσιάσει ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον δοκίμιο «κριτικής της κριτικής».

Μετά, άλλοι χρήστες μπήκαν στη μέση, κυρίως για να πουν «Εμένα μ’ αρέσει ο Μυστακίδης» ή «εμένα δε μ’ αρέσει ο Παπαδάκης» ή «μιας που το θυμήθηκα, τι άλλα;»

Νομίζω ότι ο Άρης ακόμη περιμένει μια απάντηση…

εσύ, Pepe τι απάντηση θα έδινες στον Αρη?

Χα! Με βάζεις σε πολύ διάβασμα τώρα, Γιάννη!

Προχείρως, θα έλεγα τα εξής:

-ότι δε διακρίνω κατ’ ανάγκην μεροληψία στην κριτική του Παπαδάκη. Παρόλο που ο δίσκος είναι από τους αγαπημένους μου (για την ακρίβεια είναι ο μαοναδικός δίσκος με σύγχρονες εκτελέσεις ρεμπέτικων που χαίρομαι που τον έχω), το θάψιμο του Παπαδάκη δεν παύει να είναι μια πιθανή γνώμη.

-ότι παρά ταύτα η κριτικοκριτική του Άρη είναι ένα πολύ καλό δείγμα δημιουργικής ανάγνωσης και αντίδρασης. Είναι δυστυχώς πολύ διαδεδομένη η τάση να διαβάζουμε κριτικές με ενδόμυχο σκοπό την αυτοεπιβεβαίωσή μας: «Επαινεί το δίσκο που άρεσε και σε μένα, είναι ωραίος» (= είμαι ωραίος) / «Θάβει το δίσκο που μου άρεσε, ή αντιθέτως επαινεί το δίσκο που εγώ θάβω, δεν ξέρει τι του γίνεται» (= όχι σαν κι εμένα). Εδώ επιτέλους κάποιος διαβάζει στ’ αλήθεια την κριτική, και την κρίνει στ’ αλήθεια.

Πάω πίσω να το ξαναδιαβάσω για μια πιο εμπεριστατωμένη γνώμη.

Το θέμα είναι ότι η κριτική γίνεται στη βάση “είναι γνωστός - κολλητός - μου ο τάδε? τον επαινώ! Δεν είναι? στο λάκκο με τα φίδια…”

Για μένα εκεί κυμαίνεται η κριτική του Άρη στον κ. Παπαδάκη.

Εννοώ ότι αυτό προσάπτει ο Άρης στον κ. Παπαδάκη.

Κοίτα να δεις! Τώρα που το ξαναδιάβασα, δε διατηρώ ακριβώς την ίδια γνώμη! Νομίζω ότι ο Άρης ήταν τσαντισμένος.

Δεδομένου ότι την απάντηση του Άρη την έχω ολόκληρη ενώ από το αρχικό κείμενο του Παπαδάκη έχω μόνο αποσπάσματα, δεν μπορώ να έχω πληρέστερη άποψη. Πάντως υποψιάζομαι ότι, όσο κι αν διαφωνούσα με τον Παπαδάκη (αφού -είπαμε- εμένα μ’ αρέσει ο δίσκος), θα μπορούσα να διαφωνώ εξίσου και με τον Άρη. Δύο αρνήσεις δεν κάνουν υποχρεωτικά μία κατάφαση.
Δεν ξέρω αν έχει ενδιαφέρον να κοσκινίσω φράση-φράση ένα κείμενο που γράφτηκε όταν δε γνώριζα το φόρουμ, από μέλος που δεν ξέρω αν είναι ακόμη ενεργό, και συζητήθηκε από ανθρώπους με τους οποίους ως επί το πλείστον δεν έχω ανταλλάξει ποτέ απόψεις.

— Νέο μήνυμα προστέθηκε στις 21:29 ::: Το προηγούμενο μήνυμα δημοσιεύθηκε στις 21:25 —

(Γράφαμε περίπου παράλληλα!)

Δεν κατάλαβα τι εννοείς. Συμφωνείς με τον Άρη που προσάπτει μεροληπτικά κίνητρα στον Παπαδάκη, ή προσάπτεις στον Άρη ότι ανακαλύπτει μόνος του δήθεν μεροληπτικά κίνητρα του Παπαδάκη;

Ο κ. Παπαδάκης έχει γράψει και καλά σχόλια σε άτομα που ούτε φίλοι ούτε γνωστοί του, του ήταν.

Το “θάψιμο” όπως λέει και ο Pepe, μπορεί να είναι προσωπική του άποψη.

Δεν νομίζω ότι μπορείς να συγκρίνεις το Γρηγορέα με το Μυστακίδη (κάτι που δεν έκανε ο Παπαδάκης αλλά ο Άρης), παίζουν συγγενικά αλλά διαφορετικά όργανα, με διαφορετική τεχνική και διαφορετικό ρεπερτόριο. Και δε μπορείς να συγκρίνεις τους συνθέτες με τους οποίους έχουν συνεργαστεί ( Τζωρτζινάκης και άλλοι για το Γρηγορέα, Θανάσης Παπακωσταντίνου και άλλοι για τον Μυστακίδη) για πολύ παρόμοιους λόγους, διαφορετικού είδους μουσικής και διαφορετικής τεχνικής σύνθεσης.

Πάντως δεν καταλαβαίνω με ποιά λογική ο Παπαδάκης κάνει δισκοκριτική σε κλασσικούς δίσκους, κάποτε τα αποτελέσματα είναι λιγάκι ευτράπελα όπως π.χ με τους Lyrae Cantus ÊñéôéêÞ ôïõ Ã. Å. ÐáðáäÜêç óôçí Åëåõèåñïôõðßá

Αρκετά ενδιαφέρον που ξαναμπήκε το θέμα μετα απο 5; Χρόνια.
Βλέποντας τα πράγματα απο απόσταση πια θα πω Ότι μια κριτική είτε Καλή είτε κακή εκφράζει μόνο αυτόν που την Γράφει και σε Τίποτα δεν επηρεάζει την πορεία του δίσκου. Ειδικά όταν πρόκειται και για κριτική του κου Παπαδάκη, Όλο το θέμα παίρνει και μια διάθεση χαβαλέ μιας και ο ίδιος μοιάζει να διασκεδάζει με τις κριτικές των κριτικών του και τις αντιδράσεις που αυτές προκαλούν και συνεχίζει με τον ίδιο τροπο.
Απ την Άλλη είναι Καλο που Υπάρχουν άνθρωποι σαν τον Παπαδάκη που ασχολούνται με την δισκογραφία έστω και μ αυτόν τον τροπο και ανακινουν Λίγο τα λιμνάζοντα ύδατα της ελληνικής δισκογραφιας.
Άποψη μου επί του θέματος είναι Ότι ο Παπαδάκης πιο πολυ ασχολείται με τα κείμενα που συνοδεύουν ένα δίσκο Παρα με το ηχογραφημα. Έχει κάποιες πάγιες θέσεις (επανεκτελεσεις πχ) στις οποίες στέκεται αρνητικά Εκτός κάποιων εξαιρέσεων.
Για τον συγκεκριμένο δίσκο μιας και Έχει πια 5 χρόνια ζωής μπορω να πω με βεβαιότητα Ότι η κακή κριτική του έκανε πιο πολυ Καλο Παρα κακο.
Οσο για τον Άρη τότε, ναι και Εγώ πιστεύω Ότι Ήταν θυμωμένος.

Δημήτρη και λοιποί φίλοι επιτρέψτε μου να μην είμαι τόσο επιεικής. Ο Παπαδάκης και ο κάθε Παπαδάκης που γράφει με αυτόν τον τρόπο, κάνουν κακό στη δισκογραφία και στην πορεία ενός δίσκου. Μπορεί να μην έχει δίκιο και τελικά να εκτίθεται αφού το ίδιο το έργο τον διέψευσε, αλλά η πρόθεσή του είναι να κάνει κακό. Ο Άρης είχε κάθε δίκιο να είναι θυμωμένος, κι εγώ ήμουνα και είμαι ακόμη. Δεν είχε βρει τίποτα θετικό σε αυτό το project ο κριτικός…
Κι όμως, τώρα που βλέπουμε τα πράγματα από μια χρονική απόσταση έχω να ρωτήσω τα εξής: το ότι τόσοι νέοι την ψάχνουν σήμερα με τη ρεμπέτικη, τσιμπιτή και λαϊκή κιθάρα σε ποιον το χρωστάμε? Ποιος αναζωπύρωσε το ενδιαφέρον? Ο δίσκος έγινε σημείο αναφοράς, μαζί με τις πρώτες εκτελέσεις. Η προσφορά του δίσκου σε αυτή την κατεύθυνση είναι ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ σημαντική. Πολλοί το είδαν εγκαίρως, ο Παπαδάκης όχι. Κρίμα για αυτόν.

Απορίας άξιο είναι πως κάποιος μπορεί να εκφραστεί αρνητικά γι’ αυτόν τον δίσκο, για οποιονδήποτε λόγο… Προσωπικά δεν μπορώ να καταλάβω, με ξεπερνάει.