Ε, κάτσε όμως. Την Αχάριστη μπορεί να την έχεις ακούσει πολλές φορές διασκευασμένη, αλλά δε νομίζω αυτή εδώ η διασκευή να θυμίζει καμιά συνταγή.
Αυτό βέβαια είναι καθαρά θέμα γούστου, αλλά εμένα μου άρεσε. Μου άρεσε γιατί ήταν εντελώς σκέτη, μόνο νότες και λόγια, κανενός είδους σάλτσα. Και αυτό νομίζω ότι σε οποιοδήποτε μουσικό συμφραζόμενο είναι πάντα θετικό.
Είχα σχολιάσει αρκετά αυστηρά το «Ο ήλιος βασιλεύει»:
Όμως, σε συνδυασμό με την Αχάριστη η διασκευή του Ήλιου μού δίνει εντελώς διαφορετική εντύπωση απ’ ό,τι μόνη της. Δεν άκουσα όλο τον δίσκο στο Σποτιφάει, αλλά με τρία κομμάτια (αυτά τα δύο + το Ζαλίζομαι, πάλι ηπειρώτικο) αρχίζω να αποκτώ μια εικόνα του συνόλου. Και τελικά τη βρίσκω πολύ ενδιαφέρουσα.
Ακόμη δε πιο ενδιαφέρουσα αν τοποθετηθεί και στο αμέσως ευρύτερο πλαίσιο, της προηγούμενης δισκογραφίας του:
Ο Μυστακίδης ακολουθεί μια πορεία στην οποία παραμένει συνεπής χωρίς να γίνεται προβλέψιμος. Πάντα το ίδιο πράγμα κάνει, να μας παρουσιάζει παλιά γνωστά τραγούδια υπό πρωτότυπες οπτικές που πιθανώς να μην είχαμε σκεφτεί. Αλλά ενώ σε κάθε δίσκο υπηρετεί σταθερά μία -εκάστοτε- από αυτές τις οπτικές, με κανένα δίσκο δεν καθιέρωσε συνταγή στην οποία να επαναπαυτεί και να τη συνεχίσει μέχρις εξαντλήσεως.