Υπάρχει και μία καθαρά ελληνική (=πλήρως εξελληνισμένη) εκδοχή του Δόκτωρος: η κρητική. Μέσω σπασμένου τηλεφώνου ο σκοπός και κάποιοι στίχοι έφτασαν στην Κρήτη (μάλλον μέσω Ελλήνων και όχι Τουρκκρητικών, απ’ ότι μοιάζει). Το «αμάν ντόκτορ» έγινε απλώς «αμάν αμάν», το σαμπάχ αναίρεσε την ύφεση κι έγινε διατονικό, οι στίχοι άπλωσαν κάποιες συλλαβές και μάζεψαν άλλες και τελικά έφτασαν να γίνουν τροχαϊκοί 15σύλλαβοι, και στο τέλος έμεινε ένας σκοπός για οποιοδήποτε τροχαϊκό 15σύλλαβο δίστιχο, που τραγουδήθηκε στο πλαίσιο των λεγόμενων Ταμπαχανιώτικων.
Εδώ σε καθαρή (νομίζω) κρητική εκδοχή, με τον Νίκο Ξυλούρη. Αν δε γινόταν λόγος για γιατρούς, δεν πιστεύω να αναγνωριζόταν ότι πρόκειται για τον ίδιο σκοπό.
Εδώ πάντρεμα της κρητικής με τη μικρασιάτικη εκδοχή, ταιριασμένο μάλλον επίτηδες για να δείξει την εξέλιξη, με το Λάμπη Ξ. και τον Ψαραντώνη.
Η κρητική εκδοχή του Ντόκτορ είναι κατά τη γνώμη μου αυθεντικά ελληνική. Ξεφλουδίζοντάς την βρίσκουμε όλη την ιστορία των πόλεων της Κρήτης: επίδραση του μικρασιάτικου ελληνικού τραγουδιού (ο ίδιος ο σκοπός), της αστικής ελαφράς ποίησης της Κωνσταντινούπολης (15σύλλαβο τροχαϊκό), της αγροτοποιμενικής κρητικής ενδοχώρας (της οποίας το βασικό όργανο, η ασκομαντούρα, σφραγίζει τη μουσική του νησιού με την αισθητική των διατονικών κλιμάκων), άμα θέλετε πάμε και πιο πίσω, στο ενετικό δάνειο της ομοιοκαταληξίας. Και όλα αυτά με όχημα έναν μικρασιάτικο τούρκικο σκοπό.
Δε συμφωνώ ότι δεν έχει σημασία η προέλευση. Έχει κατά τη γνώμη μου την εξής σημασία: ότι άλλο να λέμε γενικά «έχουμε πολλά κοινά με τους τούρκους», που κάποιοι το φτάνουνε μέχρι του ακραίου σημείου «οι Έλληνες και οι Τούρκοι τραγουδούσαν αγκαλιασμένοι τα κοινά τους μεράκια γιατί έτσι έχω διαβάσει στη Λωξάντρα», κι άλλο να έχουμε συγκεκριμένα παραδείγματα δανείων που η πορεία τους μάς είναι γνωστή βήμα-βήμα. Βέβαια κι αυτούς που λένε τα περί αγκαλιάς και τραγουδιών τούς καταλαβαίνω: το κάνουν κλοπροαίρετα, από κόντρα στον εθνικισμό. Αλλά ο εθνικισμός δε νικιέται με το ρομαντισμό, νικιέται με τη γνώση.