Λοιπόν, κάτσε να δούμε. Ανοίγεις ενδιαφέρον ζήτημα.
Δεν είναι σαφές αν αυτό που παραθέτει ο Γεωργιάδης είναι κατά βάση 12σύλλαβο, με τους μισούς στίχους υπέρμετρους, ή 13σύλλαβο με τους μισούς στίχους λειψούς.
Για να είναι σαφές σε όλους τι συζητάμε, κλασικό παράδειγμα 12σύλλαβου είναι:
«Σαν της Ωριάς το κάστρο, κάστρο δέν ειδα» (σαντής - ωριάς - τοκά - στροκά - στροδέν - ειδά»
Και 13σύλλαβου:
«Δεν το 'λπιζα Μανόλη κορόιδο να πιαστείς» (εδώ είναι σαφείς οι τονισμοί).
Εδώ, στο τραγούδι του Κάη, οι μισοί στίχοι είναι είτε παραπανίσιοι είτε λιγοστοί, και οι άλλοι μισοί έχουν χασμωδίες (συνεχόμενα φωνήεντα) που δεν είναι σαφές αν πρέπει να τα πιάσουμε σαν μία ή σαν δύο συλλαβές.
Η γνώμη μου είναι ότι υπονοείται 13σύλλαβο και όχι 12σύλλαβο μέτρο. Και ότι όπου δε βγαίνουν οι συλλαβές, πρέπει είτε να ξαναμετρήσουμε αλλιώς τα συνεχόμενα φωνήεντα είτε να υποθέσουμε κάποιο λάθος. (Όχι κατ’ ανάγκην λάθος καταγραφής ή λάθος μνήμης του πληροφορητή: μπορεί και να «γράφτηκε» εξαρχής με μετρικό λάθος το στιχούργημα.)
Και το λέω αυτό για δύο λόγους:
α) Όχι, δε συνηθίζεται 12σύλλαβο σε ρίμες. Βασικά δε συνηθίζεται ολωσδιόλου (ούτε και εκτός ρίμας). Τα μόνα παραδείγματα που μπορώ να θυμηθώ είναι τα δύο που αναφέρθηκαν ήδη, το Κάστρο της Ωριάς και του Αντρονίκου ο γιος, και τα δύο παμπάλαια, πιθανώς άνω των χιλίων ετών, δηλαδή από εποχές πριν την πλήρη επικράτηση των ποιητικών μέτρων που ξέρουμε σήμερα.
β) Αντίθετα το 13σύλλαβο όχι απλώς συνηθίζεται σε ρίμες, αλλά είναι ακριβώς το μέτρο εκείνων των διστίχων που επεσήμανα ότι τα ξαναβρίσκουμε και σ’ άλλες ρίμες:
Κρίμα σε Αντρονίκη, κρίμα στο μπόι σου
εντρόπιασες κι εμένα κι ούλο το σόι σου
(το μπόι και το σόι προφέρονται δισύλλαβα, το ίδιο και το «σε-Αντρονίκη»).
Άρα:
Ακριβώς: δεκατρισύλλαβο θέλαμε.
Όμως, οι παραλλαγές ενός τραγουδιού, ακόμη και οι τόσο παραλλαγμένες ώστε τελικά να είναι διαφορετικό τραγούδι, κρατάνε πάντα το ίδιο ποιητικό μέτρο. Θα σκεφτεί κανείς «μα σιγά μην κρατούσε το υποδεκάμετρο ο λαϊκός ποιητής για να μετράει αν είναι 12 ή 13 οι συλλαβές του», αλλά δεν πάει έτσι. Αν οι συλλαβές είναι 12 ο σκοπός θα είναι φτιαγμένος ανάλογα, και αν είναι 13 ο σκοπός θα είναι αλλιώς. Κάθε τραγούδι μπορεί να τραγουδηθεί στον σκοπό άλλου, εφόσον το ποιητικό μέτρο είναι ίδιο (κλασικό παράδειγμα: Εθνικός ύμνος - Φραγκοσυριανή ), όχι όμως αν δεν είναι. Οι διαφορετικοί λοιπόν σκοποί κρατάνε ομοαδοποιημένα τα τραγούδια του κάθε ποιητικού μέτρου χωρίς καμία ανάγκη υποδεκάμετρου.
Το νόημα της προηγούμενης παραγράφου με πιο λίγα λόγια: βλέπω απίθανο τον συσχετισμό του Κάη με το ακριτικό.
(Εξήγησα πιο πάνω ότι και τον συσχετισμό του Κάη με τον Μανόλη χασικλή πάλι απίθανο τον βλέπω, παρά το ίδιο μέτρο, για άλλους τώρα λόγους.)
(για το συγκεκριμένο, ο ΝΓ λέει ότι υπάρχει ηχογράφηση. Τότε που έγραφε το βιβλίο (δεκαετία του 1990) δεν ήξερε κάτι παραπάνω. Τώρα, έχει βρεθεί κάτι; (π.χ. στο αρχείο Π. Κουνάδη ή στο sealabs);
Έχω μια υποψία.
Παραπάνω είδαμε μια παραπομπή:
“ Μαρία Ασβέστη, Δημώδη άσματα Αρετσούς, Κέντρο Αιγαιακών Λαογραφικών και Μουσικών Ερευνών, Αθήνα, 1997, σελ. 89 ”
Αυτό είναι ένα έργο που, αν θυμάμαι καλά, κυκλοφόρησε σε δύο μορφές. Η μία ήταν βιβλίο με σιντί κι η άλλη, με τίτλο «Στα 'μορφα τα καπηλειά - Δημώδη άσματα Αρετσούς», σκέτο σιντί (μάλλον με λίγο φυλλάδιο). Το σκέτο σιντί το έχω, όχι εδώ όμως, στην Αθήνα, και δεν το έχω ακούσει πρόσφατα ώστε να το θυμάμαι. Το τσέκαρα όμως εδώ, και στους τίτλους δεν υπάρχει τίποτε που να θυμίζει αυτό που αναζητούμε. Το βιβλίο δεν το έχω, δεν το έχω δει, και δεν μπορώ να αποκλείσω την πιθανότητα το συνοδευτικό σιντί (αν όντως υπάρχει) να είναι διαφορετικό από το σκέτο. Ή, μπορεί το βιβλίο να έχει το τραγούδι σε παρτιτούρα.
Τέλος:
«Ζγκατάψξ» λέμε, αλλά δεν τραγουδάμε.
Σε τραγούδια δεν είναι πολύ συνηθισμένο, αλλά υπάρχει. Σε δύο περιπτώσεις:
α) Εντελώς ντόπιο τραγούδι, που δεν είναι προσαρμογή πανελληνίου αλλά δημιουργήθηκε εξαρχής σ’ έναν τόπο όπου προφέρουν έτσι. Παράδειγμα, ένα σωρό σαμιώτικα και μυτιληνιά στιχάκια με τη μονοσύλλαβη λέξη «μνί».
β) Πανελλήνιο τραγούδι που να είναι τόσο πλέρια ενσωματωμένο σε κάποια τοπική παράδοση ώστε να έχει υιοθετήσει ακόμη και αυτές τις παραξενιές της προφοράς.