Εφόσον μιλούμε για την αναφορά σε ουσίες των τραγουδιών του λαικού αλλά και του λόγιου αστικού τραγουδιού
Παραθέτω αντιγράφοντας και σταχυολογώντας ορισμένα στοιχεία από κείνη την περίοδο.
Το φαινόμενο της μαζικής χρήσης ναρκωτικών, καθοριστικό για την εξέλιξη της κοινωνικής συνείδησης της εποχής που εξετάζουμε, αποκρύπτεται, μέχρι τις μέρες μας, από το επίσημο κράτος. Διατρεβλώνεται σκόπιμα ως προς τα αίτια, τις πραγματικές διαστάσεις και τους ηθικούς αυτουργούς. Το πολύ πολύ προβάλλεται ως κατακριτέα ιδιαιτερότητα, βασικός λόγος απόρριψης του «ρεμπέτικου» τραγουδιού. Δεν τυγχάνει της δέουσας προσοχής των πάσης φύσεως παλιότερων και σύγχρονων μελετητών του. Αμέτρητες xιλιάδες πεινασμένοι χάνονται σε τεχνητούς «παράδεισους», ζοφερότερους και από την κόλαση της καθημερινής τους ζωής. Η εξουσία σε απόλυτη σύμπνοια με τους εμπόρους «βαρά τους ζουρνάδες» του ξέφρενου θανατερού ρυθμού.
Το χασίς είναι γνωστό από αρχαιοτάτων χρόνων. Αναλογίες με την νεότερη χρήση του συναντάμε στο πρώτο βιβλίο της Ιστορίας τον Ηρόδοτου, όπου αναφέρεται ότι οι Μασσαγέτες μαζεύονται γύρω από την φωτιά, καίνε κάνναβι, εισπνέουν και μεθούν με την μυρωδιά, όπως οι Έλληνες με το κρασί. «Όσο περισσότερο καρπό πετούν στην φωτιά, τόσο πιο πολύ μεθούν, ώσπου σηκώνονται, αρχίζουν το τραγούδι και το ρίχνουν στον χορό». Ο ίδιος ιστορεί ότι οι Σκύθες χρησιμοποιούν τις αναθυμιάσεις από το κάψιμο σπόρων κανναβουριάς ως είδος ατμόλουτρου, που απολαμβάνουν ωρυόμενοι.
Στο νεοελληνικό κράτος το χασίς είναι, τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα, από τα πιο προσοδοφόρα εξαγώγιμα προϊόντα. Λόγω του ευνοϊκού για την καλλιέργεια κλίματος αρχίζει (μετά το 1880), στην Πελοπόννησο, μαζική παραγωγή. Από το 1885 καταγράφονται επισήμως στα δημόσια θεραπευτήρια κρούσματα χασισοποσίας.
Ο υπουργός Εσωτερικών Στέφανος Δραγούμης φέρεται ότι επιβάλλει (1890) τον παλιότερο περιορισμό, απαγορεύοντας με εγκύκλιο να πίνουν χασίς στις φυλακές. Στις 12 Μαρτίου του ίδιου χρόνου, το ιατρικό συνέδριο ασχολείται με το θέμα, ζητά την με νόμο απαγόρευση της χρήσης χασίς στις φυλακές και τα καφενεία, όπως, επίσης, και το κλείσιμο των χασισοποτείων. Πρώτη νομοθετική «ρύθμιση» θεωρείται ένας νόμος του 1906. Νομιμοποιεί την καλλιέργεια, φορολογεί τους παραγωγούς και θέτει τελωνειακούς κανόνες για την εξαγωγή του προϊόντος. Λόγω της νέας εμπορικής συμφωνίας με την Αίγυπτο, η Ελλάδα δεσμεύεται απλώς να μην επιτρέπει τις εξαγωγές «μαύρου» προς αυτή την χώρα. Ο νόμος 1681 (1919) «Περί αλητείας» τιμωρεί τους άνεργους, που διάγουν ατάκτως και επιδίδονται συστηματικά στην χασισοποσία.
Με τον νόμο 2107 (11 Μαρτίου 1920), απαγορεύεται η καλλιέργεια, χρήση και εμπορία ινδικής καννάβεως. Για τα μάτια του κόσμου θεσπίζεται κατ’ ουσίαν εξαιτίας των συμβατικών υποχρεώσεων που απορρέουν από την Συνθήκη των Βερσαλιών. Δεν περιλαμβάνονται η μορφίνη, η ηρωίνη και η κοκαίνη, που με νομοθετικό διάταγμα (24 Δεκεμβρίου 1920) «τίθενται υπό κρατικό έλεγχο».Αρχίζει να διαφαίνεται στροφή στα λεγόμενα σκληρά ναρκωτικά, χωρίς να μειώνεται η κατανάλωση του χασίς. Το πολυτραγουδισμένο «Μαυράκι» δεν είναι μόνο απαντοχή χιλιάδων εξαθλιωμένων αλλά και βάλσαμο της βαριάς τραυματισμένης ελληνικής οικονομίας· από τις ελάχιστες πηγές εσόδων του κρατικού κορβανά. Γι’ αυτό και διαρκώς αναβάλλεται η εφαρμογή του νόμου 2107. Με τον νόμο 3070 (24 Μαρτίου 1924), επαναφέρονται οι διατάξεις του 1906 για την εξαγωγή του χασίς και μετατίθεται η υλοποίηση του 2107 την 1η Ιανουαρίου 1926. Με το νομοθετικό διάταγμα στις 7 Νοεμβρίου 1925, παρατείνεται η δυνατότητα νόμιμης χρήσης και εμπορίας χασίς μέχρι την 1η Ιανουαρίου 1936! Τον Οκτώβριο του 1927 οι αστυνομικές διευθύνσεις της πρωτεύουσας αναφέρουν ότι επισήμως λειτουργούν 35 χασισοποτεία στην Αθήνα και 22 στον Πειραιά.Οι εραστές της «φούντας» πολλαπλασιάζονται στην Μικρασιατική Εκστρατεία και Καταστροφή· το μόνο που βρίσκουν στις αφιλόξενες μικρασιατικές εκτάσεις οι χιλιάδες στρατιώτες, καθώς παίζουν κρυφτό με τον εχθρό φάντασμα. Περνώντας «του λιναριού τα πάθη», αρκετοί αναζητούν στην μαστούρα την ψευδαίσθηση της απόδρασης από την εξαθλίωση, την ήττα, τον εφιάλτη του παράλογου πολέμου. Δεν έχουν λόγους να αλλάξουν τρόπο ζωής όσοι επιστρέφουν στην πατρίδα. Εθίζουν, μάλλον, και τους φίλους τους, με τους οποίους μοιράζονται την ταυτότητα του «ξεγραμμένου». Αρκετοί πρόσφυγες, που «το πίνουν» στα μέρη τους συστηματικά ή περιστασιακά, συνήθως, σαν δείγμα κοινωνικής απελευθέρωσης και επίδειξης, το θεωρούν, τώρα, «έξοδο κινδύνου» από το βυθιζόμενο κοινωνικό σκάφος.
Στον νόμο 5539 «Περί μονοπωλίου ναρκωτικών» (Ιούνιος 1932) αντιμετωπίζονται, για πρώτη φορά, το χασίς και το όπιο σαν ναρκωτικά. Το 1934 προωθείται ο νόμος 6025, με τον οποίο τροποποιούνται επί το αυστηρότερο οι ποινές για τους χρήστες (φυλάκιση, εξορία και χρηματικό πρόστιμο). Από το 1933 οι αστυνομικές Αρχές αρχίζουν να σφραγίζουν και να καταγράφουν τις εντοπιζόμενες ποσότητες χασίς,οι οποίες επισήμως δηλώνεται ότι καίγονται (1935). Την χρονιά αυτή η Βουλή συμβιβάζεται ανοιχτά με τους καλλιεργητές και εμπόρους χασίς. Τους επιδοτεί ως αγρότες. Αγοράζει την πραμάτεια τους , υπολογίζεται ότι περίπου 85.000 κιλά συγκεντρώνονται στις κρατικές αποθήκες έναντι 100εκατομμυρίων δραχμών. Οι τιμές εκτινάσσονται στα ύψη, δημιουργείται τεράστια ζήτηση με την απότομη, προσυνεννοημένη έλλειψη. Οι έμποροι γίνονται ζάμπλουτοι, αφού και επιδοτούνται και διαθέτουν, συνήθως με την κάλυψη της αστυνομίας, από τα κρυφά τους αποθέματα, άφθονο «χόρτο» στους χαρμανιασμένους χασικλήδες. Επισήμως η ηρωίνη και η κοκαίνη έρχονται στην Ελλάδα προς το τέλος του 1921- αρχές του 1922. Η Γερμανία έναντι των οφειλόμενων στην χώρα μας πολεμικών επανορθώσεων… παραχωρεί 39,8 κιλά ηρωίνης (η ηρωίνη μπήκε στην αγορά το1890 από ως παυσίπονο απεξαρτητικό της μορφίνης από γνωστή φαρμακευτική εταιρεία) , 35,4 κοκαίνης και 20,4 κιλά μορφίνης .Από αυτά, μικρή ποσότητα διατίθεται στα κρατικά θεραπευτήρια και το μεγαλύτερο μέρος πωλείται από το κράτος με πλειοδοτικό διαγωνισμό! Δυο ή τρεις μεγαλέμποροι φαρμάκων το παίρνουν και το πουλούν ανεξέλεγκτα, μέχρι το 1924. Η εφαρμογή του νόμου «Περί μονοπωλίου ναρκωτικών» αποφέρει περίπου 9.000 κιλά ηρωίνης, τα οποία κατάσχονται από την αστυνομία, πλην, όμως, καταστρέφονται ( μόλις στις αρχές του 1937(την ίδια χρονιά γίνεται η απαγόρευση της χρήσης μαριχουάνας στις ΗΠΑ και καταργείται η ποτοαπαγόρευση).Η αστυνομία εκμεταλλευόμενη και το πλέγμα των αλληλοαναιρούμενων νόμων κάνει, συνήθως, «τα στραβά μάτια». Τα σοκάκια του πειραιώτικου λιμανιού και των φτωχοσυνοικιών, οι παράγκες στην πλατεία Καραϊσκάκη, οι σπηλιές (
του δράκου βγήκα που λέει κι ο Μπάτης) και άλλες ερημικές τοποθεσίες στην παράκτια περιοχή μέχρι την Δραπετσώνα, κάθε μέρα, γεμίζουν από εξαθλιωμένους. Ζητώντας μάταια να απαλύνουν τον πόνο τους, κλείνουν ραντεβού με τον αργό θάνατο ο οποίος θερίζει σκελετωμένα από την πείνα ή υποσιτισμένα κορμιά. Την περίοδο του Μεσοπολέμου, στον Πειραιά, με τους περίπου 300.000 κατοίκους, στο αστυνομικό δελτίο καταμετρούνται 2.500 θύματα της ηρωίνης. Ποτέ δεν θα μάθουμε, ίσως, πόσοι είναι οι χιλιάδες νεκροζώντανοι πρεζάκηδες, οι εκατοντάδες χιλιάδες αδήλωτοι, περιστασιακοί ή μόνιμοι χασικλήδες. Οι ποσότητες, όμως, των ναρκωτικών τις οποίες κατάσχουν σε μια πενταετία σε όλη την χώρα οι αστυνομικές Αρχές, σύμφωνα με τα δικά τους ελλιπή και αντιφατικά στοιχεία, είναι, όπως φαίνεται στον παρακάτω πίνακα, αστείες σε σχέση με την οξύτητα του κοινωνικού προβλήματος:
ΕΤΗ | ΚΑΤΑΣΧΕΘΕΙΣΕΣ ΠΟΣΟΤΗΤΕΣ ΣΕ ΚΙΛΑ
Χρονια---- Χασίς-------------Όπιο-------------Ηρωίνη----------------Κοκαΐνη- -----------------------Μορφίνη----------------------καταδίκες
1932------------ 0 --------------------- 1,1----------------------- 0 ---------------------------- 0 ----------------------- 0--------------------------160
1933-----------1.012----------------- 25 ----------------------- 2 ---------------------------- 0----------------------- 0-- ----------------------- 288
1934 --------- 163,2----------------- 6,4 -----------------------4,9--------------------------- 0,3 --------------------- 0 ------------------------- 248
1935------------61,6-------------------- 3,5------------------------ 0---------------------------- 0,2--------------------- 0------------------------- 170
1936-----------493,4-------------------10----------------------- 20------------------------------ 1,2 -------------------1,2- ------------------------ 82
ΣΥΝΟΛΟ-- 1.810,2--------------- 41,4------------------- 32,2 ----------------------------- 1,5---------------- -1,2----------------------- 988
Ξεπερνώντας απαγορεύσεις και πουριτανισμούς το λαϊκό αστικό τραγούδι με την αμεσότητα της θεματολογίας τού καταγράφει τολμηρά τον κοινωνικό εφιάλτη. Με τους άλλους κατατρεγμένους «ανεβάζει» και τους αμέτρητους φτωχούς ναρκομανείς από τον πάτο της κόλασης στο προσκήνιο της μαύρης τους ζωής. Αναδεικνύει το οξύτατο πρόβλημα, όταν όλοι, σκόπιμα, το αποσιωπούν. Αδρά ανυπόκριτα, ρωμαλέα, πότε παραστατικά, άλλοτε σαρκαστικά, πάντως αυθεντικά. Σε τέχνη μετουσιώνει και τις χαμένες νύχτες στα ντουμανιασμένα καταγώγια. Λόγω της έντασης και της έκτασης του προβλήματος, του ιδιόρρυθμου κοινωνικού περίγυρου, του πάθους και της ψυχικής διέγερσης, πολλά από τα λεγόμενα χασικλίδικα είναι αξεπέραστα μουσικά αριστουργήματα. Κορυφαίες στιγμές του τραγουδιού. Οι περισσότεροι δημιουργοί και εκτελεστές βιώνουν την κατάσταση ,είναι οι ίδιοι χρήστες. ʼλλοι, χωρίς να «παίρνουν», εμπνέονται από τον περίγυρο τους και περιγράφουν αυτό που βλέπουν.Η επέκταση της χρήσης και στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα είναι βέβαιη , αδύνατον όμως να υπολογισθεί το μεγεθός της, γιατί αποκρύπτεται εως και σήμερα καθώς το αναγκαίο χρήμα για την εξασφάλιση των ουσιών υπάρχει και η χρήση γίνεται με άλλους όρους.