Ανέκδοτα (2008 - 2009)

Λεει η δασκάλα, i"Οποιος απαντήσει στις σημερινές ερωτήσεις, θα πάρει την υπόλοιπη μέρα ελεύθερη, να πάει σπίτι του να παίξει"[/i]. i
“Για πείτε μου, ποια είναι η πρωτεύουσα της Βιρμανίας;”[/i]
Κιχ από κάτω, κανείς πιτσιρικάς δεν το ήξερε.
i"Για πείτε μου, τι παράγει το Πακιστάν;"[/i]
Κιχ από κάτω, κανείς πιτσιρικάς δεν το ήξερε.
Φτιάχνει μια σαΐτα ο Τοτός, τη πετάει στα μαλλιά της δασκάλας…
i"Ποιός πέταξε τη αυτή τη σαΐτα;" [/i]
i"ΕΓΩ"[/i], λέει ο Τοτός, και παίρνει τη τσάντα του και φεύγει.

:019:

Την άλλη μέρα, λέει η δασκάλα:
i"Θέλω να μου φτιάξετε προτάσεις με τη λέξη ΜΑΛΛΟΝ".[/i]
Ελενίτσα: i"Η μαμά μου αγόρασε φασόλια, άρα /iγια μεσημέρι /iθα φάμε φασολάδα [/i]uΜΑΛΛΟΝ[/i]/u"[/i]
Κωστάκης: i"Ο μπαμπάς μου ξεκίνησε για το κουρείο, πάει να κουρευτεί [/i]uΜΑΛΛΟΝ[/i]/u"[/i]
Τοτός: i"Χθες που σχόλασα νωρίτερα (βλ. προηγ. ανέκδοτο) πήγα σπίτι, άνοιξα τη πόρτα της κρεβατοκάμαρας και βρήκα τη μαμά μου ΜΑΛΛΟΝ"[/i]

Οργίασες πάλι… Σειρά μου.


Μια φορά ήταν δύο πλαστικοί χειρουργοί κι ένας ξύλινος.


Κάνανε πριβέ πάρτυ οι αστερίσκοι. Χτυπάει η πόρτα, κι ανοίγει ένας αστερίσκος, βλέπει μια τελεία.

  • Τί θες εσύ εδώ; είναι πριβέ πάρτι μόνο για αστερίσκους!
  • Μη μασάς ρε… αστερίσκος είμαι, απλά έβαλα ζελέ στο μαλί.

Περπατάνε δυό δόντια μαζί.

  • Α, ρε τραπεζίτη…
  • Α, ρε κουφάλa!

[SIZE=6]ΕΠΕΙΓΟΥΣΑ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ![/SIZE]
ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΛΕΙ ΤΟΥΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΕΣ ΠΟΥ ΑΝΑΛΩΣΑΝ ΗΛΙΕΛΑΙΟ ΝΟΘΕΥΜΕΝΟ ΜΕ ΟΡΥΚΤΕΛΑΙΟ ΤΥΠΟΥ Ε58-Β ΝΑ ΠΕΡΑΣΟΥΝ ΑΠΟ ΚΤΕΟ ΜΕΧΡΙ 30-6-2008

[SIZE=2]ΠΑΡΑΤΑΣΕΙΣ ΔΕΝ ΘΑ ΔΟΘΟΥΝ
[/SIZE]
ΟΙ ΠΑΡΑΒΑΤΕΣ ΘΑ ΥΠΟΣΤΟΥΝ ΤΙΣ ΚΥΡΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ

Κάπου στην Αμερική, σε μια από τις κλασικές άγονες αχανείς εκτάσεις που βλέπουμε στις ταινίες, προσγειώνεται ένα UFO. Ανοίγει μια πόρτα και από μέσα βγαίνει ένα ρομποτάκι. Ερημιά, δεν υπάρχει ψυχή. Το μόνο που διακρίνεται είναι ένας αυτοκινητόδρομος που διασχίζει την έρημη περιοχή και πάνω σε αυτόν υπάρχει ένα βενζινάδικο. Έτσι το ρομποτάκι κατευθύνεται σε αυτό και όταν φτάνει βλέπει έκπληκτο την αντλία της βενζίνης. Στέκεται μπροστά της και την ρωτάει με την χαρακτηριστική ρομποτίσια φωνή του:
ΓΕΙΑ ΣΟΥ! ΠΩΣ ΣΕ ΛΕΝΕ;
(βέβαια η αντλία δεν απαντάει)
ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΤΟΜΕΑΣ ΣΟΥ;
(καμιά αντίδραση)
ΘΕΛΕΙΣ ΝΑ ΓΙΝΟΥΜΕ ΦΙΛΟΙ;
(μούγκα η αντλία)
Τότε το ρομποτάκι χάνει την υπομονή του και τσαντισμένο φωνάζει:
ΒΓΑΛΕ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΤΑ ΔΑΧΤΥΛΑ ΑΠΟ ΤΑ ΑΥΤΙΑ ΝΑ ΜΕ ΑΚΟΥΣΕΙΣ!!!

Το κρασάκι του Τσου

//youtu.be/y-wF3pHpEt8

Να’σαι καλά ρε μάστορα καταπληκτικό…

Στο βενζινάδικο λέει ένας “Φίλε, βάλε μου 10 ευρώ αμόλυβδη”, και ο βενζινάς “Μπα; Τόσο μεγάλος είναι ο λεκές;”

:019:

Στο βενζινάδικο λέει ένας “Φίλε, βάλε μου 10 ευρώ αμόλυβδη”, και ο βενζινάς “Μπα; Μήπως να βήξω να φουσκώσω και τα λάστιχα;”

:019:

Ένας ελέφαντας και ένα μυρμήγκι τρέχουν δίπλα- δίπλα στην παραλία.
Κάποια στιγμή το μυρμήγκι γυρνάει το κεφάλι του προς τα πίσω και λέει:
Πώπω! Σκόνη που σηκώσαμε!!!

Ένας μανιώδης συλλέκτης έργων τέχνης, φθάνει στην Μόσχα μετά από
πληροφορίες πως υπάρχει ένας πίνακας πραγματικό αριστούργημα με τίτλο “Ο Λένιν στην Βιέννη”. Πηγαίνει γραμμή στο Mουσείο Ιστορίας της Τέχνης στη Μόσχα και εκεί τον πληροφορούν ότι τον πίνακα που αναζητά τον έχει μια γριούλα σε ένα απομονωμένο χωριό στις κορφές του Καυκάσου. Ξεκινά ο άνθρωπός μας λοιπόν και μετά από 3 ημέρες ταξίδι φτάνει στο χωριό. Εκεί τον πληροφορούν ότι το σπίτι της γριούλας είναι 2 ημέρες δρόμος. Μαζεύει λοιπόν εξοπλισμό και προμήθειες και μετά από 2 μερόνυχτα πεζοπορίας και ορειβασίας φτάνει κατάκοπος στο σπίτι της γριούλας. Εκείνη τον καλοδέχεται, του βάζει λίγη ζεστή σουπίτσα για να ζεσταθεί και τον βάζει να καθίσει κοντά στο τζάκι. Αφού συνέρχεται της λέει :

[FONT=Arial]- Γιαγιά θα μπορούσα να δω τον πίνακα τώρα; και εκείνη τον οδηγεί σε ένα μεγάλο δωμάτιο όπου σε έναν τοίχο υπάρχει ένας τεράστιος πίνακας σκεπασμένος με ένα κόκκινο πανί. Τραβάει η γριούλα το πανί και μπροστά στα μάτια του συλλέκτη αποκαλύπτεται ένα αριστούργημα ζωγραφικής…
Μια γυμνή γυναίκα απεικονίζεται με ανοιχτά τα πόδια και ένας γυμνός
άντρας πάνω της…Ο συλλέκτης έχει μείνει άναυδος… Ρωτάει την γριούλα:

  • Ποια είναι αυτή η γυναίκα;
  • Μα η γυναίκα του Λένιν βέβαια, απαντάει η γριούλα.
  • Κι αυτός ο άντρας πάνω της; ξαναρωτάει έκπληκτος ο συλλέκτης.
  • Ο εραστής της… απαντάει ξερά η γριούλα.
    Ο συλλέκτης έχει μείνει κάγκελο.
  • Καλά και ο Λένιν που είναι; ρωτάει σαστισμένος ο συλλέκτης.
  • “Στη Βιέννη!!!” [/FONT]

:063:Μιά ημέρα μπένει στο γιατρίο μου ένας τούρκος που είχε έναν όγκο στό μέτοπο , τον πλησείασα και τον εξέτασα ο δέ όγκος ήταν ένας βάτραχος ! Τον ρωτάω πως άρχησε το πρόβλημα και μου απάντησε ο βάτραχος : ὁλο αυτό το πρόβλημα άρχησε με μιά μικρή αἱμοροοίδα . . .

Γίνεται παγκόσμια έρευνα για τις συνήθειες και τον τρόπο σκέψης των διαφόρων λαών. Σε ένα δωμάτιο είναι μια ξανθιά γκομενίτσα, και ένα τραπέζι, στο οποίο βρίσκονται ένα μισοτελειωμένο πλεκτό κι ένα σάντουιτς. Θα πρέπει ο κάθε εξεταζόμενος να τελειώσει το πλεκτό, να φάει το σάντουιτς και να πηδήξει τη γκομενίτσα. Με όποια σειρά θέλει.

Μπαίνει ένας Αμερικανός.
Τρώει πρώτα το σάντουιτς, μετά πηδάει τη γκομενίτσα, και τέλος τελειώνει το πλεκτό. Εξηγεί μετά ότι έτσι συνηθίζεται στην Αμερική: Το πρωί ξεκινάς με ένα καλό πρωινό, ρίχνεις ένα στη γκόμενά σου, και μετά δουλειά.

Μπαίνει ένας Γερμανός.
Τελειώνει πρώτα το πλεκτό, μετά τρώει το σάντουιτς, και στο τέλος πηδάει τη γκομενίτσα. Εξηγεί μετά ότι έτσι συνηθίζεται στη Γερμανία: Πρώτα η δουλειά, μετά φαγητό για να δυναμώσεις, και τελευταία η
διασκέδαση.

Μπαίνει κι ένας Έλληνας.
Βάζει τη γκομενίτσα να πλέκει, και την πηδάει τρώγoντας ταυτόχρονα το σάντουιτς. Αφού έχει εντυπωσιάσει τους πάντες με τη σύλληψη, εξηγεί ότι έτσι συνηθίζεται στην Ελλάδα: για να φας καλά, πρέπει να γαμάς τον εργαζόμενο!

Νικολάρα, εγώ δεν σου έδωσα “μπράβο” γιατί έχω ήδη κακοχαρακτηριστεί και …προσέχω :089:

Ρίχνω όμως ακόμα ένα ανέκδοτο:

- Φιλησέ με, φωνάζει παθιάρικα η κοπέλα.
- Δεν μπορώ, είσαι η γυναίκα του αδελφού μου! Κανονικά και που πηδιόμαστεστε, κακώς κάνουμε…

:019::019:

Κουφός (αλλά εξυπνάκιας): Πόσο κάνει ρε δύο κι ένα;

Χαζός: Μμμμμμμμ ΤΕΘΕΡΑ!!!

Κουφός: Να τη φας και να κρύα!

Μια μέρα στο μεγάλο δάσος κυκλοφορεί η φήμη ότι άνοιξε μία καντίνα. Όλα τα ζώα του δάσους έτρεξαν και με σειρά ιεραρχίας παρατάχτηκαν το ένα πίσω από το άλλο για να ψωνίσουν. Μετά από λίγη ώρα να 'σου σκάει και ο λαγός. Βλέπει την τεράστια ουρά που έχει δημιουργηθεί και πολύ άνετα τους προσπερνάει και πηγαίνει πρώτος πρώτος μπροστά από το λιοντάρι.

  • Τι κάνεις ρε μαλάκα λαγέ, λέει το λιοντάρι…
  • Να, εγώ για την καντίνα ήρθα, απαντάει ο λαγός…
  • Κι εμείς τι είμαστε εδώ που περιμένουμε στην σειρά, μαλάκες; …αποκρίνεται το λιοντάρι και του τραβάει μια ανάποδη και τον στέλνει πίσω.
    Σηκώνεται ο λαγός εκνευρισμένος και αφού προσπερνάει όλα τα ζώα, πάει και μπαίνει δεύτερος μπροστά από την αρκούδα…
  • Τι κάνεις ρε μαλάκα λαγέ, λέει η αρκούδα…
  • Να, εγώ για την καντίνα ήρθα…
  • Καλά ρε και ποιος νομίζεις ότι είσαι και έρχεσαι δεύτερος λέει η αρκούδα και του κόβει μια μπουνιά και να 'σου ο λαγός τελευταίος.
    Σηκώνεται στραβωμένος ο λαγός και γυρίζει την πλάτη του να φύγει φωνάζοντας…
    -Δε *****στε όλοι σας μωρέ…Δεν την ανοίγω σήμερα…

Πεθαίνει λοιπόν ένας ρωμιός και πρέπει να πάει στην κόλαση. Φτάνει στη ρεσεψιόν και ο υπάλληλος του ανακοινώνει ότι επειδή είναι υπήκοος χώρας μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μπορεί να διαλέξει μία από τις κολάσεις των χωρών-μελών.
Σκέφτεται λίγο και αποφασίζει να πάει στη γερμανική. Οργανωμένη χώρα σου λέει, τόσα χρόνια στην Ελλάδα τι κατάλαβα, μου βγάλανε το λάδι. Τουλάχιστον, ας πάρω μυρωδιά του τι σημαίνει Ευρώπη, έστω και στην κόλαση.
Φτάνει λοιπόν μπροστά στην πύλη της γερμανικής κολάσεως. Μαύρο μάρμαρο, καλογυαλισμένο, σιδερένια πύλη και ψηλά γράφει με μεγάλα γράμματα ΚΟΛΑΣΗ στα γερμανικά.
Χτυπάει.
Του ανοίγει ένας άψογα ντυμένος υπάλληλος και τον ρωτά τι θέλει.
Να δω, του απαντά εκείνος, πώς είναι.
Ούτε να το σκέφτεστε, του απαντά ο υπάλληλος. Όλη την ημέρα μας δέρνουνε με κάτι τεράστια μαστίγια και το βράδυ μας βάζουνε σε κάτι τεράστια βαρέλια γεμάτα σ***ά. Φρίκη. φρίκη.
Όπου φύγει-φύγει ο ρωμιός… Δοκιμάζει τις υπόλοιπες κολάσεις, τα ίδια. Έτσι, απογοητευμένος, καταφεύγει στην έσχατη λύση, την ελληνική κόλαση!
Φτάνει λοιπόν έξω από την πύλη. Μία πύλη εγκαταλειμμένη, βρώμικη όπου στο ψηλότερο σημείο της υπάρχει με μεγάλα φωσφορίζοντα γράμματα η λέξη ΚΟΛΑΣΗ. Το Κ και το Λ φυσικά δεν ανάβουν. Έτσι η επιγραφή γράφει -Ο-ΑΣΗ.
Ελληνική ανοργανωσιά…μουρμουρίζει…
Όσο πλησιάζει, ακούει κάτι περίεργους θορύβους… Μοιάζουν με μουσική. Πλησιάζει περισσότερο. Η μουσική πλέον ακούγεται ολοκάθαρα. Μπουζούκια, μπαγλαμάδες κλπ.
Χτυπάει… Του ανοίγει ένας τύπος κρατώντας μια μπουκάλα στο χέρι εντελώς φέσι και τον ρωτά τι θέλει.
Ήρθα να δω πώς είναι του λέει και βάζει το κεφάλι του μέσα…Τραπέζια, κάπνα, κάτι γκόμενες χορεύουν πάνω στα τραπέζια τσιφτετέλια, νταούλια…Γενικώς, μπάχαλο.
Τρελαίνεται ο τύπος… τι γίνεται εδώ, ρωτά.
Άσε φίλε, χάλια του λέει ο μεθυσμένος. Η κατάσταση είναι δραματική εδώ πέρα. Μας δέρνουν όλη μέρα με κάτι τεράστια μαστίγια και το βράδυ μας βάζουν σε κάτι τεράστια βαρέλια με σ***ά.
Πλάκα μου κάνεις, ρωτά ο πεθαμένος. Εδώ πίνετε και γλεντάτε…
Εεε, ξέρεις πώς είναι εδώ στην Ελλάδα. Πότε δεν έχουμε σ***ά, πότε χαλάνε τα μαστίγια…

Τρία στα γρήγορα:

Στο οδοντιατρείο, ο γιατρός πάνω απ’ το γιό και η μάνα να τραβάει τα μαλλιά του γιού και να παρακαλάει:
Ελα παιδάκι μου, μη κάνεις έτσι, ο γιατρός δεν θέλει να σε πονέσει.
Ανοιξε…
Ανοιξε το στοματάκι σου…
Ανοιξε το στοματάκι σου να πάρει ο γιατρός τα δαχτυλάκια του από μέσα.

Παππούς: Πάτερ είμαι 85 χρονών, παντρεμένος 60 χρόνια. Πάντα ήμουν πιστός στην γυναίκα μου, μέχρι χτες που κοιμήθηκα με μια μικρή και…
(ακολουθεί πολύωρη αναφορά με κολασμένες λεπτομέρειες)
Παπάς: Πότε εξομολογηθήκατε τελευταία φορά;
Παππούς: Ποτέ δεν έχω εξομολογηθεί! Είμαι Εβραίος.
Παπάς: Και τότε γιατί ήρθες και μου λες τέτοια πράγματα;
Παππούς: Δε κατάλαβες παπά. Σε όλο το κόσμο τα λέω!

Παίρνει ο κτηνοτρόφος δάνειο να αγοράσει ταύρο για το ζευγάρωμα.
Μετά από λίγο καιρό τον βλέπει ο τραπεζίτης και τον ρωτάει: Τι νέα; Πώς πάει ο ταύρος;
Κτηνοτρόφος: Τίποτα! Εχω 200 αγελάδες για πήδημα κι αυτός κάθεται και τις κοιτάει!
Τραπεζίτης: Πήγαινε αμέσως στο κτηνίατρο. Μην το αφήσεις, οι δόσεις τρέχουν.
(μετά από λίγες μέρες)
Τραπεζίτης: Τι νέα; Πώς πάει ο ταύρος;
Κτηνοτρόφος: Αψογα! Πήγα στον κτηνίατρο, μου έδωσε κάτι χάπια για τον τάυρο. Μόλις πήρε το πρώτο, πήδηξε και τις 200 αγελάδες και τώρα κάθονται αυτές και τον κοιτάνε ζητώντας κι άλλο!
Τραπεζίτης: Μωρέ μπράβο! Τι χάπια είν’ αυτά;
Κτηνοτρόφος: Δε ξέρω πως τα λένε. Μου τα έδωσε χύμα. Πάντως είναι κίτρινα με γεύση δυόσμο.

Ο Πανικας τρωει ψαρια οποτε του καθεται στο λαιμο ενα κοκκαλο. Αμεσως τρεχει στον πατριωτη του τον γιατρο Κωστηκα και γεματος πανικο μπαινει στο ιατρειο. Εκεινη την ωρα ο Κωστηκας
εγραφε την διατριβη του και βρισκονταν στην κοσμαρα του. Με αναθρες κραυγες και νοηματα
ο Πανικας ισα ισα του δινει να καταλαβει τι εχει συμβει.
Τοτε ο γιατρος του λεει ορθα κοφτα “ξεντυσου”. Ο αλλος τα χανει και κανει απεγνωσμενα νοηματα
πιανοντας το λαιμο του. Ξανα ο γιατρος “ξεντυσου”. Αρχιζει ο καψερος να ξετσιτσιδωνεται και μενει
με το σωβρακο. “Βγαλτο κι αυτο” προσταζει ο γιατρος! Τι να κανει ο δυστυχος βγαζει και το σωβρακο οποτε ο γιατρος του κολλαει ενα εμπλαστρο κατω απ τ`αρ…
ΑΑΑχχχ κανει ο Πανικας και πετιεται το κοκκαλο απ το λαιμο του!!!
Και ο γιατρος επιστρεφει στο γραφειο του και συνεχιζει να γραφει την διατριβη του…
“ΑΧΑΝ ΣΗ ΓΟΥΛΑΝ, ΕΜΠΛΑΣΤΡΟΝ ΣΤΑ ΚΑΚΑΛΑ”!!!

Περπατάει ο λαγός στο δάσος, και βλέπει την αλεπού να στρίβει ένα τρίφυλλο.
-Τί κάνεις εκεί ρε αλεπού; Δε ντρέπεσαι; Άστο τον μπάφο, κι έλα παρεούλα να περπατήσουμε στη φύση, ν’ακούσουμε τα πουλάκια…
Περπατώντας πάνε παρακάτω, βλέπουν την αρκούδα να φτιάχνει κάτι γραμμές κι ενώ είναι έτοιμη να σνιφάρει, της λέει ο λαγός:
-Έλα ρε αρκούδα πάς καλά; Μες τη φύση και πίνεις γραμμές; Ντροπή. Έλα ρε μαζί μας να περπατήσουμε στο δάσος να χαλαρώσουμε στη φύση!
Περπατώντας συναντάνε παρακάτω τον λύκο ο οποίος έχει ετοιμάσει έναν λουλά, οπότε του λέει ο λαγός:
-Ρε λύκε τί κάνεις εκεί; Ξεφτίλα! Ασε τους λουλάδες κι έλα μαζί να περπατήσουμε στη φύση να χαλαρώσουμε. Κι ο λύκος απαντά:
-Δε μας γaμείς ρε λαγέ που κάθε φορά που πίνεις ecstasy πρέπει να περπατάμε το μισό δάσος!


Σκάει πεθερά στο σπίτι του γιού της, μπαίνει μέσα με τα κλειδιά και βλέπει κεριά αναμένα, ρομαντική μουσική, χαμηλό φωτισμό, ερωτική ατμόσφαιρα και τη νύφη της θεόγυμνη στον καναπέ.
-Τί κάνεις γυμνή βρέ πρόστυχη; ρωτάει, και της απαντά η νύφη:
-Δεν είμαι γυμνή. Φοράω το φόρεμα του έρωτα. Περιμένω τον άντρα μου, και μόλις μπεί και με δεί έτσι, γίνεται χαμός!

Επιστρέφει η πεθερά στο σπίτι της, βάζει τσίπουρα με μεζέ παστουρμά στο τραπέζι, Καζαντζίδη στο στέρεο, χαμηλό φωτισμό, γδύνεται και περιμένει. Μόλις μπαίνει ο άντρας της μέσα, παθαίνει την πλάκα του, και της λέει:
-Τί σκaτά κάνεις γυμνή ρε συ; Τρελλάθηκες;
-Δεν είμαι γυμνή άντρα μου. Φοράω το φόρεμα του έρωτα…
-Το φόρεμα θέλει σιδέρωμα! Τί τρώμε για μεσημέρι;

Για όλα υπάρχει εξήγηση… :slight_smile: