Από τη στιγμή που δε μιλάμε για μια επανεκτέλεση -όπου η προσπάθεια είναι να αποδοθεί η πρώτη εκτέλεση όσο το δυνατόν πιστότερα σε κάθε τομέα- αλλά για μια διασκευή, αυτή είναι μια πτυχή που είτε ηθελημένα είτε αθέλητα θα ξεδιπλωθεί.
Το βλέπουμε κι εδώ στο φόρουμ.
Πολλοί άνθρωποι που δεν τους αρέσει ο Μάλαμας μπήκαν στη διαδικασία να ακούσουν τα κομμάτια γιατί τους άρεσαν οι πρώτες εκτελέσεις ή είχαν περιέργεια.
Υπάρχουν και οι άλλοι (δεν έχουμε εκπροσώπηση στο φόρουμ μάλλον) που παρακολουθούν το Μάλαμα και δεν έχουν επαφή με αυτά τα τραγούδια, οι οποίοι άκουσαν αυτές τις διασκευές ακριβώς επειδή τις είπε ο Μάλαμας.
Για τους δεύτερους, ακόμα και αν δεν μπουν στη διαδικασία να ακούσουν τα πρωτότυπα, ήδη έχει επιτελεστεί αυτό που περιγράφεις -άκουσαν ένα τραγούδι/είδος/συνθέτη που πριν δεν το(ν) άκουγαν ούτε και είχαν διάθεση να μπουν στον κόπο. Δε νομίζω να υπάρχει δρόμος υπέρβασης αυτής της κατάστασης.
Αυτό δε σημαίνει απαραίτητα ότι οι επανεκτελέσεις θα οδηγήσουν σε “δεύτερη καριέρα” των κομματιών αυτών (το έχουμε δει να συμβαίνει, αλλά σπάνια), ούτε ότι θα “αναστήσουν” το είδος. Ίσως κάποιοι ακροατές μπουν στον κόπο να ακούσουν τις πρώτες εκτελέσεις, αν δεν τις είχαν ακούσει, και μια μερίδα αυτών να κολλήσει… το έχουμε ακούσει πολλές φορές αυτό, αλλά είναι απλά στατιστική, για μένα δε λέει κάτι παραπάνω.
Όπως ανέφερα στο προηγούμενο ποστ, η αισθητική είναι το πρώτιστο σημείο.
Οι διασκευές πχ των Ιμάμ, πήραν τραγούδια και τα έβαλαν σε μια ποπ φόρμα της μόδας, με διασκευές κατάλληλες να ακουστούν σε ένα πάρτυ ή ένα μπιτς μπαρ. Άλλες διασκευές πχ των Gajo Dillo (αν γράφεται έτσι), συγκέρασαν παλιά μουσικά είδη (ρεμπέτικο/gypsy jazz-manouche/swing) που αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα έχουν ξανά ένα σχετικό hype.
Εγώ δεν είμαι μουσικολόγος, θεωρώ όμως ότι το popular δεν είναι κατ’ ανάγκην λαϊκό. Οι παρούσες διασκευές, όπως πχ και οι διασκευές του Μυστακίδη στα ρεμπέτικα, ναι μεν φέρνουν το τραγούδι στο σήμερα, το επικαιροποιούν, αλλά με μια αισθητική που του επιτρέπει να συνεχίζει να είναι λαϊκό και να επιτελεί τον ίδιο σκοπό, όπως θα ήταν ένα λαϊκό (όχι “λαϊκοποπ”) σήμερα. Για μένα εκεί είναι το ζουμί.
Το παραπάνω νομίζω φέρνει ξανά στο προσκήνιο δυο πολυσυζητημένα θέματα. Το πρώτο είναι η σπάνη νέων τραγουδιών ή/και ο δισταγμός για δημιουργία από μια παγιωμένη πλέον μερίδα ανθρώπων που δρουν σε αυτόν το μουσικό χώρο και μοιράζονται μια αισθητική - οπότε η πλειοψηφία κάνει διασκευές/επανεκτελέσεις και δεν απασχολείται κυρίως με το τι γίνεται τώρα, με τα επόμενα βήματα των καλλιτεχνών του καιρού μας, αλλά με το παρελθόν (το θεωρώ χρήσιμο, μην παρεξηγηθώ, αλλά να μη φτάνει σε επίπεδο “μουσικού σχολαστικισμού”, χρειάζεται ισορροπία).
Το δεύτερο (που σχετίζεται με το πρώτο) είναι η δυσκολία έκδοσης (δίσκος, youtube, streaming) προσεγμένης δουλειάς σε στούντιο - γιατί πόσες διασκευές/επανεκτελέσεις να σηκώσει πια? Πχ όπως αναφέρθηκε, πολύ καλοί οι Σκούτας-Μηταράκης, η συντριπτική πλειοψηφία του υλικού τους όμως είναι από βίντεο με ζωντανές εμφανίσεις σε κάποιο κέντρο, ή σε κάποια εκπομπή, και λίγες με κομπανία χωρίς κοινό αποκλειστικά για ηχογράφηση. Έχουν κι αυτά την αξία τους, αλλά η δουλειά σε στούντιο είναι διαφορετική, μπορεί να αναδείξει άλλα πράγματα - και μένει παρακαταθήκη με ένα διαφορετικό τρόπο.