Η καταγωγή των ρεμπέτικων (II)

H ελευθερία ως κατανόηση και επίλυση της αναγκαιότητας, που είπε ο Πάνος Καραγιώργος πιο πριν, αποτελεί την υλιστική εκδοχή η οποία εμένα προσωπικά με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο.
Οι άλλες υποκειμενικές εκδοχές αποτελούν ψευδαίσθηση και όχι πραγματικότητα.
Όμως δεν μπορώ να μη λάβω υπ’ όψιν μου το εξής.
Μέσα σ’ αυτή την αίσθηση (μάλλον ψευδαίσθηση) ελευθερίας οι ρεμπέτες έγραψαν αυτές τις τραγουδάρες και δημιούργησαν ένα πολιτισμό ανεπανάλληπτο και χωρίς προηγούμενο.
Δεν γίνεται να γράψεις τέτοια πράγματα αν δεν σε διαπερνά η αίσθηση ή ακόμα και ψευδαίσθηση
ότι είσαι ελεύθερος στο ότι ανήκεις σ’ ένα κόσμο εσωτερικό πούχεις φτιάξει εσύ ο ίδιος και που κανένας δεν μπορεί να στον αγγίξει.
Σε ό,τι αφορά λοιπόν την δημιουργία θα πω (κι ας φαίνεται παράξενο) ότι η λέξη “ψευδαίσθηση”
όχι μόνο δεν με χαλάει αλλά μου φαίνεται υπερχρήσιμη.
Δεν θέλω να το συνεχίσω άλλο γιατί νομίζω ότι ήδη βγήκα έξω απ’ το θέμα του ποστ…

Όμως, koraki, υπάρχει μιά δόση εξωραϊσμού στα γραφόμενα.
Ο Μάρκος στα τέσσερα όχι να τραγουδήσει δεν μπορούσε μα ούτε να σηκωθεί και να περπατήσει.
Απευθυνόμενος στη “ρεμπελεμένη του ζωή” τη ρωτά “τι σου ’ κανα και μου 'κανες τα μάτια βουρκωμένα”, κι αυτό δεν αλλάζει όσο νοσταλγικά κι αν ακούει κανείς το στίχο τραγουδισμένο, κι όσα απομνημονεύματα κι αν διαβάσουμε.

Ο Μπάτης δεν έγραψε τους σφουγγαράδες γιά το σημερινό ακροατή που λιώνει στη νοσταλγία.
Το 'γραψε μάλλον για τους ίδιους τους σφουγγαράδες, που (αν βγάζανε σφουγγάρια) θα σηκώνονταν και θα το χόρευαν, με μιά προσγειωμένη, προσδιορισμένη, μετρημένη και συνειδητή ευχαρίστηση, για τη μέρα τους που δεν πήγε χαμένη.
Ενώ, αν δε βγάζανε σφουγγάρια, θα 'χανε τις μαύρες τους, γιατί είχανε παιδιά να θρέψουν, μόνο που ο Μπάτης δεν το λέει αυτό. Από διακριτικότητα.

Άλκη, δε διαφωνώ στο εξής: το ελαφρό τραγούδι ήταν κατά μία έννοια λαϊκό. Με την έννοια ότι ο κόσμος το τραγουδούσε στα λαϊκά μαγαζιά, τις ταβέρνες τις παρέες κλπ. Όμως, μπορείς να εξισώσεις το ρεμπέτικο ως λαϊκή δημιουργία με το ελαφρό; εγώ λέω, σαφέστατα όχι. Το ένα μας ήρθε από τα πάνω, και το άλλο από τα κάτω, και πατούσε πάνω σε αιώνες λαϊκής παράδοσης. Το πρώτο εγώ το ερμηνεύω ως κάτι που ξεφύτρωσε από τον “χώρο” που του έδωσε η ξενόδουλη άρχουσα τάξη, προβάλλοντας ταυτόχρονα και την δικιά της αισθητική.

Δεν έχω λόγο να αμφισβητήσω τον Μπαρμπα Γιάννη, ή ακόμα και τον Μάρκο, ο οποίος έτρεφε μέγιστο σεβασμό για τον Αττίκ. Από την άλλη και τα μάμπο και τις ρούμπες του Χιώτη άκουγε ο κόσμος στα λαϊκά μαγαζιά από τα τέλη του '50 και πέρα. Όμως τον ίδιο καιρό, η κοινωνική και πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα είναι σε όλους γνωστή. Και ορισμένοι αναρρωτιούνται προς τί η κυριαρχία των ουσάκ, των χιτζάζ και του αργού τέμπου από τότε κι έπειτα…

Θέλω να πω ότι, χωρίς να παραβλέπω το ότι μέρος των χαμηλών λαϊκών στρωμάτων αγκάλιασαν και το ελαφρό, το επιθεωρισιακό, το γλυκανάλατο ευρωπαϊκό, δεν μπορούμε να το εξισώνουμε ως λαϊκή δημιουργία με το ρεμπέτικο, δε μπορούμε να έχουμε αμφιβολία για το ποίο από τα δύο μουσικά ρεύματα αποτελούσε το “γνήσιο”, το ατόφιο, το ρωμέικο αστικό λαϊκό τραγούδι της εποχής.

Ας οριοθετήσουμε λίγο το πράμα.
Κάνεις λάθος να μπερδεύεις τους “σφουγγαράδες” με το “πάγωσε η τσιμινιέρα”, γιατί το μεν ένα είναι ρεμπέτικο, γνήσια λαϊκό εργατικό τραγούδι, ενώ το άλλο ανήκει στην “λόγια”, επαναστατική δημιουργία. Η καίρια διαφορά είναι ότι το δεύτερο μπορεί να είναι συνειδητά στρατευμένο σε μια ιδεολογία ενώ το πρώτο όχι.
Το ρεμπέτικο από μόνο του, δε μπόρεσε ποτέ, και δε θα μπορούσε άλλωστε ποτέ, να είναι επαναστατικό, με την έννοια της κοινωνικής αλλαγής μέσα από την όξυνση της ταξικής πάλης. Κι αυτό, για τον ίδιο λόγο που η εργατική τάξη δεν θα μπορούσε από μόνη της, κι αυθόρμητα, να διεκδικήσει και να κατακτήσει την εξουσία, δίχως την καθοδήγηση της συνειδητής, οργανωμένης, επαναστατικής πρωτοπορίας της.

Όσο για το συγκεκριμένο, ναι, δεν είναι μια πεζή περιγραφή της καθημερινότητας του σφουγγαρά. Είναι ζεϊμπέκικο, μεταλλικό, μαγκιώρο, αρσενικό, λεβέντικο. Επειδή αυτά τα χαρακτηριστικά έχει η συγκεκριμένη λαϊκή αυτή δημιουργία, το ρεμπέτικο. Αυτό δεν αναιρεί όμως τίποτα από τα προηγούμενα. Η τέχνη κουβαλάει κοινωνικά μηνύματα, τα οποία δεν τα αλλοιώνουν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της.

Και όχι, δεν είναι η πραγματικότητα μέσα από τα μάτια του χασικλή, του τεμπέλη του αλήτη που μαστουρώνεται, του μαφιόζου. Είναι η πραγματικότητα όπως βιώνεται από μια ολάκερη κοινωνική τάξη, που μέσα σ’ αυτήν και πέριξ αυτής υπάρχουν και οι περιθωριακοί και οι… τεμπέληδες, και οι αλήτες κλπ, κλπ. Όλος ο Πειραιάς, ίσαπάνω στην Κοκκινιά και μέσα, όλοι ήτανε αλήτες, πρεζάκια και πουτάνες;

Ελευθερία είναι η κατανόηση της αναγκαιότητας, η κατανόηση των νόμων της κοινωνικής και φυσικής κίνησης. Για παράδειγμα, ο άνθρωπος απελευθερώνεται όταν κατανοεί τους φυσικούς νόμους κίνησης και υποτάσσει την φύση στις ανάγκες του, με την βιομηχανία. Ας μην καταπιαστούμε όμως παραπέρα με την ανάλυση των αστικών ελευθεριών, πχ, γιατί θα νυχτώσουμε, κι από την άλλη βρισκόμαστε και σε ρεμπέτικο φόρουμ.

Αυτός ο μεταμοντερνισμός έχει κάνει μεγάλη ζημιά…

Μ΄ αρέσει φίλε μου (κοράκι)η οπτική γωνία που το βλέπεις και περιγράφεις τους χαρακτήρες , ο τρόπος που αντιλαμβάνεσαι τη σκέψη τους,τον τρόπο που βίωναν την καθημερινότητά τους κατά την κρίση σου. Μ αρέσουν αυτές οι εικόνες γιατί μου θυμίζουν διήγημα

Υπαρχει παντα το διλημμα ,γραφω πολλα σαν σχολιο και ρισκαρω να γινω βαρετος,η γραφω λιγα και προσπαθω με αυτα τα λιγα λογια να δωσω την γνωμη μου!!!
Στο σχολιο 16 στο θεμα αυτο ειχα γραψει την γνωμη μου!!
http://www.rembetiko.gr/forums/showpost.php?p=189111&postcount=16
Θα προσθεσω και το σχολιο του Πανου Καραγιωργου…Το ρεμπέτικο είναι το αστικό λαϊκό τραγούδι μιας συγκεκριμένης ιστορικής περιόδου, το οποίο γεννήθηκε κάτω από συγκεκριμένες (ιδιαίτερα οξυμένες!) κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες…!!!
Για μενα αυτα τα λογια τα λενε ολα!!!
Εχουν περασει δεκαετιες και ακομα ψαχνομαστε για τον ορισμο του ρεμπετη και τι ειναι ρεμπετικο!!!
Το κλιμα της εποχης που βγηκαν αυτα τα τραγουδια ηταν καθοριστικη για αυτον τον ορο.ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ.Ο ηχος των τραγουδιων αυτων,εννοω τις ηχογραφησεις απο τα γραμμοφωνα,η φωνη απο τους τραγουδιστες…Ολα αυτα φτιαχνουν αυτο το κατι,αυτο το ξεχωριστο που εχουν αυτα τα τραγουδια.Τα πιο πολλα τραγουδισμενα απο αυτους που τα εγραψαν!!!Χωρις παντα να εχουν φοβερες και ωραιες φωνες.Αλλα αυθεντικες!!!Δεν μπορω να φανταστω τα τραγουδια του Κερομυτη με αλλη φωνη!!!
Και σημερα μπορει να γραψει καποιος ενα τραγουδι παρομοιο Π.Χ.με το διαζυγιο του Μαρκου.Αν θελετε τραγουδι ερωτικο!!!Ποτε ομως δεν θα το πουμε ρεμπετικο.Γιατι???
Γιατι η σημερινη εποχη ειναι αλλη!!!Δεν εχει την χροια εκεινης της εποχης.
Το διαζυγιο το λεμε ρεμπετικο τραγουδι ,οχι για τα λογια του ,ειτε επειδη ειναι χασαπικο,αλλα γιατι το εγραψε ο ΜΑΡΚΟΣ!!!
Και για ατην γνωμη μου,αυτο το στυλ,το Πειραιωτικο ειναι αυτο που πολλοι ονομαζουν Καθαρο ρεμπετικο!!!
Παντα φιλικα
Κωστας

έλα όμως που το ρεμπέτικο δεν αρχίζει και σταματά στο Μάρκο! Αν περιοριζόταν μόνο στην πειραιώτικη σχολή θα υπήρχε τέτοια σαφήνεια που δεν θα χρειαζόταν καν να συζητάμε…
Ο Τούντας για παράδειγμα για πολλούς δεν είναι ρεμπέτης.Για άλλους είναι.
Τα σαντουρόβιολα πολλοί τα τοποθετούν εκτός ρεμπέτικου.Άλλοι τα εντάσσουν.
Τα τραγούδια της 10ετίας του '50 άλλοι τα αποκαλούν ρεμπέτικα και άλλοι λαικά.
στα δε κανταδόρικα (λαική καντάδα) που τα συνέθεσαν ρεμπέτες (όπως το χαράματα η ώρα τρείς)
άλλοι λένε ναι και άλλοι όχι!
Και γω ο ίδιος φίλε Νεαπολιτιώτη δεν έχω καταλήξει και περιμένω με πολύ ενδιαφέρον την εξέλιξη της συζήτησης. Υστερα απο πολλά χρόνια δουλειάς το μόνο σαφές σε μένα είναι η ΑΣΑΦΕΙΑ! Εχοντας εμπιστοσύνη στο επίπεδο της συζήτησης το οποίο θεωρώ ότι είναι υψηλό πιστεύω ότι τελικά μπορεί να βρεθεί άκρη…

Μόνο που η αφαίρεση οδηγεί ενδεχομένως σε “αφηρημένες” εντυπώσεις: Εφόσον, καταρχήν, ο άνθρωπος με τη βιομηχανία δεν υποτάσσει τη φύση στις ανάγκες “του”, αλλά στις ανάγκες του κεφαλαίου και του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, τότε η κατανόηση των νόμων κίνησης της κοινωνίας και της φύσης έχει ακόμα δρόμο να κάνει, ως την υποταγή των ανθρώπινων σχέσεων και της σχέσης του ανθρώπου με τη φύση στις ανάγκες του ανθρώπου, ο οποίος δεν είναι παρά η σχέση του με τον “εαυτό” του και η σχέση του με τη φύση…

Έπειτα η φράση “ελευθερία είναι η γνώση της αναγκαιότητας” αφορά, νομίζω, τη σχέση του ανθρώπου, σαν ιστορικού όντος με την ιστορική του “μοίρα”, ώστε να είναι δημιουργός της ιστορίας του κι όχι άθελητο προϊόν της. Η αναγωγή των ατομικών συμπεριφορών και της έννοιας της ατομικής ελευθερίας σε αυτή την φιλοσοφική (και πρακτική) γενίκευση, μπορεί μεν τελικά να πέφτει πάντα “μέσα” [li], αλλά αποτελεί επίσης και εννοιολογικό άλμα από τη μιά κατηγορία στην άλλη.
[/li]Ο ατομικός άνθρωπος είναι πραγματικά ελεύθερος όταν δεν ζει ούτε σαν δούλος ούτε σαν αφεντικό.
Την εσωτερική του ελευθερία την κατακτά, όταν επιμένει να μην ζει έτσι, ακόμα κι όταν ολόκληρος ο κόσμος είναι χωρισμένος μόνο σε δούλους κι αφεντικά.
Την πραγματική του ελευθερία την κατακτά, σε έναν κόσμο χωρίς δούλους κι αφεντικά, αλλά η κατάκτηση αυτού του κόσμου προϋποθέτει και την εσωτερική του ελευθερία.
Η κατάκτηση αυτού του κόσμου προϋποθέτει επίσης την κατανόηση της ιστορικής αναγκαιότητας, σαν της αναγκαιότητας που ανταποκρίνεται στους εκάστοτε πραγματικούς όρους της ιστορικής κίνησης, στους πραγματικούς όρους της ανθρώπινης δραστηριότητας η οποία παράγει γιά τον άνθρωπο τα μέσα της ζωής του.

Όσο γιά τους ρεμπέτες, επιμένανε νομίζω να μην ζούνε ούτε σαν δούλοι ούτε σαν αφεντικά.
Και λεγοντας ότι ήταν τέτοιοι, γιατί ήταν τραγουδιστές ενός κόσμου μαστόρων την στιγμή που αυτός γινόταν κόσμος προλεταρίων (και μισθωτών εργατών), ή τραγουδιστές ενός κόσμου προλεταρίων (και μισθωτών εργατών) που μόλις γεννιόταν από έναν κόσμο μαστόρων [**], επιστρέφω στις “εμμονές” μου…

[li] Η έννοια της ατομικής ελευθερίας περιέχει και την ελευθερία της βούλησης. Όχι σαν ελευθερία για την απλή βούληση, αλλά σαν ελευθερία για τη βούληση της βούλησης. Ο πρεζάκιας θέλει πρέζα, αλλά κανείς δεν ρωτά αν θέλει να θέλει πρέζα. Κανείς δεν θέλει να βρεθεί κλεισμένος σ’ ένα λευκό κελί, αλλά ενδεχομένως θέλει μ’ όλη του τη συνείδηση κι ακολουθεί το δρόμο που τον οδηγεί σ’ αυτό. Έτερον εκάτερον.
[/li]
[**] Δεν γράφω ενός κόσμου φεουδαρχών, κολλήγων, ανεξάρτητων αγροτών, γιατί το ρεμπέτικο είναι αστικό τραγούδι (τραγούδι των αστικών κέντρων, των πόλεων, άσχετα αν εμφανίστηκε όχι σε όλα αλλά σε μερικά μόνο αστικά κέντρα). Και δε γράφω ενός κόσμου εμπόρων, τοκογλύφων, “αστών”, γιατί είναι τραγούδι λαϊκό από τη γέννησή του.

Στην Περσεφόνη, είναι. Στην Πασαλιμανιώτισα, με τίποτα.

Επί του θέματος, σκοπεύει να τοποθετηθεί κανείς;

Στο Χάρο μήπως;

Μήπως μπήκαμε ήδη στη Βυζαντινολογία;

— Νέο μήνυμα προστέθηκε στις 02:25 ::: Το προηγούμενο μήνυμα δημοσιεύθηκε στις 02:21 —

Και γιά να είμαι σαφέστερος, δε μας ενδιαφέρει “ποιός είναι ρεμπέτης”; και αν ακόμα υπάρχει τέτοιο πράγμα και πως ορίζεται, αλλά ποιά τραγούδια θεωρούμε ρεμπέτικα.

Και γιά να γίνει αυτό, πρέπει να πούμε που κατατάσσομε αυτά που δεν θεωρούμε ρεμπέτικα.

Και μη μου πει κανείς γιά “λαϊκά”, γιατό λαϊκό ήταν τότε το “Οργανάκι” του Αττίκ.

Nομίζω ότι πρέπει να πάρουμε τα πράγματα απο την αρχή σύμφωνα με το σχεδιάγραμμα της Ελένης και βήμα-βήμα για να μην πελαγώσουμε. Αν υπάρχει διάθεση για τροποποίηση του σχεδιαγράμματος ας προτείνει κάποιος τη γνώμη του.
Σ΄ αυτό το σημείο πιστεύω ότι χρειάζεται να πειθαρχήσουμε (εννοώ το βήμα-βήμα) προκειμένου η συζήτηση νάχει αρχή μέση και τέλος και να μην γίνει κουραστική…

Ωραία, ξεκινάμε απʼ το σχεδιάγραμμα της Ελένης. Λιγάκι υπεραπλουστευμένο το βλέπω, ίσως όμως είναι καλύτερα έτσι. Σχολιάζω:

Α. Προ της δισκογραφίας: Δεν μπορεί να μείνει χωρίς επεξηγήσεις, αλλά ας το παραβλέψουμε προς το παρόν. Κάποιες επεξηγήσεις έχω δώσει εγώ στο #96.

Β.1. 1900 – 1922: Τα δημοτικά να μην συμπεριληφθούν, δεν είναι αστικά. Το ίδιο και δημοτικοφανή τύπου Ο γερο Δήμος πέθανε, που άλλωστε δεν είναι ανώνυμα, ούτε λαϊκά.

Β.3.1933 – 1950:
Πρώτον, δεν είναι μόνο η «πειραιώτικη» παρέα ( Γιοβάν Τσαούς, Γενίτσαρης μέσα), αλλά και δεκάδες άλλοι νεώτεροι, με πολλά τρανταχτά ονόματα, που πρέπει να γίνει πολύ «ευρύτερος» ο κύκλος της για να τα περιλάβει. Δεύτερον, η παρεμβολή της κατοχικής περιόδου είναι καταλυτική. Τρίτον, δεν τολμάω τόσο εύκολα να μην αναφέρουμε καθόλου τον προσδιορισμό ρεμπέτικο. Και βεβαίως, το μεγάλο δίλημμα του πότε μπαίνει η διαχωριστική γραμμή ρεμπέτικο / λαϊκό. Ας αφήσουμε απʼ έξω το θέμα της λογοκρισίας…

Έχω λοιπόν τις εξής προτάσεις: να σπάσει η περίοδος αυτή σε δύο κομμάτια: μέχρι 1942 και από 1946. Η πρώτη υποπερίοδος να χρονολογηθεί 1933 – 1942, περιλαμβάνοντας όλους αλλά χωρίς αναφορές ονομάτων. Μόνο «μπουζουκομπαγλαμάδες". Η δεύτερη «1946 - μέχρι περ. δεκαετία 1950». Η περίοδος 1933 – περ. δεκαετία 1950 να ονομαστεί «Ρεμπέτικη» περίοδος, τα εισαγωγικά μπορεί και να απαλειφθούν.

Β.4.: Ας ονομαστεί π.χ. «1960 και μετά: Νεώτερα Λαϊκά».

Προβλήματα υπάρχουν βέβαια πολλά, π.χ. δεύτερη καριέρα Βαμβακάρη. Ε, θα χρειαστούν και μερικές ακόμα επεξηγήσεις, διευκρινίσεις κλπ.

ΑΡΧΙΚΑ, ΖΗΤΑΩ ΣΥΓΝΩΜΗ ΠΟΥ ΘΕΤΩ ΤΙΣ ΑΠΟΨΕΙΣ ΜΟΥ ΣΑΝ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΑΛΛΑ ΑΚΟΜΑ ΔΕΝ ΓΝΩΡΙΖΩ ΚΑΛΑ ΤΟ ΤΡΟΠΟ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΟΥ ΦΟΡΟΥΜ!
ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ ΣΑΒΒΟΠΟΥΛΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΓΝΩΜΕΣ ΟΛΩΝ ΣΑΣ ΗΤΑΝ Η ΠΡΟΚΛΗΣΗ ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΠΑΡΑΜΕΝΩ ΠΙΑ ΕΝΑΣ ΑΠΛΟΣ ΕΠΙΣΚΕΠΤΗΣ- ΘΕΑΤΗΣ, ΑΛΛΑ ΝΑ ΓΙΝΩ ΚΙ ΕΓΩ ΜΕΛΟΣ ΜΕ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΑΠΟΨΗΣ!
ΟΤΑΝ ΔΙΑΒΑΣΑ ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗΣ ΕΙΛΙΚΡΙΝΑ ΜΠΕΡΔΕΥΤΗΚΑ.
ΚΑΚΕΝΤΡΕΧΕΙΕΣ, ΥΒΡΙΣΤΙΚΟΙ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΙ, ΕΝΤΟΝΕΣ ΔΙΑΦΩΝΙΕΣ ΚΑΙ ΟΥΣΙΑ ΚΑΜΙΑ!
ΓΙΑ ΕΝΑ ‘‘ΜΗΔΕΝΙΚΟ’’ ΕΓΙΝΕ ΝΤΟΡΟΣ 4 ΣΕΛΙΔΩΝ!
ΕΛΑΧΙΣΤΑ ΑΞΙΟΠΡΕΠΗ ΚΑΙ ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ!
ΚΑΙ ΑΦΟΥ ΕΒΓΑΛΕ Ο ΚΑΘΕΝΑΣ ΤΑ ΑΠΩΘΗΜΕΝΑ ΤΟΥ…ΑΡΧΙΣΕ Η ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗ ΤΟΥ ΘΕΜΑΤΟΣ…ΛΙΓΟ ΠΙΟ ΣΟΒΑΡΑ ΚΑΙ ΑΝ ΜΗ ΤΙ ΑΛΛΟ ΛΙΓΟ ΠΙΟ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ!
ΜΙΛΑΤΕ ΓΙΑ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ, ΓΙΑ ΛΑΙΚΟ, ΓΙΑ ΑΣΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ, ΓΙΑ ΚΑΤΑΓΩΓΗ, ΓΙΑ ΜΟΥΣΙΚΗ, ΓΙΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗ!
ΚΑΠΟΙΕΣ ΑΠΟΨΕΙΣ ΠΟΥ ΤΕΘΗΚΑΝ ΓΙΑ ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΕΙΝΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΓΝΩΣΗ!ΔΕΝ ΤΑ ΓΝΩΡΙΖΟΥΝ ΟΛΟΙ!ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΤΑ ΓΝΩΡΙΖΟΥΝ ΟΛΟΙ!ΚΑΙ ΣΑΦΩΣ Η ΔΙΑΦΩΤΙΣΗ ΕΚ ΜΕΡΟΥΣ ΣΑΣ ΕΙΝΑΙ ΑΚΡΩΣ ΧΡΗΣΙΜΗ ΚΑΙ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ!
ΟΜΩΣ, ΜΟΝΟ ΟΙ ΕΧΟΝΤΕΣ ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΣΑΣ ΔΙΑΒΑΣΟΥΝ ΚΑΙ ΝΑ ΔΙΔΑΧΘΟΥΝ.
ΟΙ ΥΠΟΛΟΙΠΟΙ ΧΡΕΙΑΖΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΤΟ ΣΑΒΒΟΠΟΥΛΟ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΣΤΙΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΕΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΕΚΠΟΜΠΕΣ ΤΟΥ ΣΤΟ ΡΑΔΙΟΦΩΝΟ ΚΑΙ ΣΤΗ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ ΚΑΙ ΤΟΝ ΦΕΡΡΗ ΜΕ ΤΙΣ ΔΙΚΕΣ ΤΟΥ ΚΑΙ ΑΚΟΜΑ ΤΟΣΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ ΠΟΥ ΚΑΤΑ ΚΑΙΡΟΥΣ ΚΑΤΑΠΙΑΝΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΑ ΡΕΜΠΕΤΙΚΑ Ή ΟΠΩΣ ΑΛΛΙΩΣ ΘΕΛΕΤΕ ΟΝΑΜΣΤΕ ΤΑ.
ΟΙ ΔΙΚΟΙ ΜΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΣΤΟ ΧΩΡΙΟ ΠΟΥ ΜΕΓΑΛΩΣΑ ΖΟΥΝ ΚΑΙ ΘΥΜΟΥΝΤΑΙ ΜΕ ΟΣΑ ΠΡΟΑΝΕΦΕΡΑΚΑΙ ΟΧΙ ΜΕ ΤΟ INTERNET!ΚΑΙ Ο ΚΑΘΕΝΑΣ ΣΥΜΦΝΑ ΜΕ ΤΟ ΠΟΣΟ ΕΧΕΙ ΕΝΤΡΥΦΗΣΕΙ ΣΤΟ ΘΕΜΑ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ ΕΙΤΕ ΑΠΟ ΔΙΣΚΟΥΣ ΕΙΤΕ ΑΠΟ ΒΙΒΛΙΑ ΠΟΥ ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ, ΚΡΙΝΕΙ ΑΝΑΛΟΓΩΣ ΑΥΤΑ ΠΟΥ Η ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΤΗΣ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΟΥ ΠΑΡΕΧΕΙ!
EΠΙΠΛΕΟΝ, ΞΕΡΩ ΟΤΙ ΑΡΚΕΤΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ ΤΟ ΦΕΡΡΗ -ΟΧΙ ΤΟΣΟ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΜΟΥΣΙΚΟΥΣ ΚΑΙ ΤΗ ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ ΠΟΥ ΕΠΕΛΕΞΕ- ΑΛΛΑ ΓΙΑ ΑΡΚΕΤΑ ΑΥΘΕΝΤΙΚΑ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΠΟΥ ΕΠΙΛΕΓΕΙ ΣΤΙΣ ΕΚΠΟΜΠΕΣ ΤΟΥ ΑΥΤΕΣ!
ΞΕΡΩ ΟΜΩΣ ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ ΟΤΙ Ο ΣΑΒΒΟΠΟΥΛΟΣ ΕΧΕΙ ΤΕΤΟΙΑ ΑΠΗΧΗΣΗ ΠΟΥ ΠΟΛΛΟΙ ΘΑ ΖΗΛΕΥΑΝ ΛΙΓΟΙ ΘΑ ΕΙΧΑΝ…
ΔΕΙΤΕ ΣΥΝΑΥΛΙΕΣ ΤΟΥ, ΕΚΠΟΜΠΕΣ ΤΟΥ ΣΤΗ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ ΠΟΥ ΠΑΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕΣΑΝΥΧΤΑ ΚΑΙ ΑΚΟΜΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝΤΑΙ, ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΟΥ ΣΦΥΖΟΥΝ ΑΠΟ ΚΟΙΝΟ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΟΤΑΤΟ ΜΑΛΙΣΤΑ ΜΕ ΔΥΝΑΤΕΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ!
ΚΑΤΑΛΗΓΟΝΤΑΣ, ΘΑ ΙΣΧΥΡΙΣΤΩ ΟΤΙ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΝΘΡΩΠΟΣ, ΑΠΟΨΗ ΚΑΙ ΑΡΘΡΟ ΠΟΥ ΝΑ ΜΗ ΠΑΡΕΙΣ ΤΙΠΟΤΑ ΑΠΟ ΑΥΤΟ ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΣ ΤΟ! ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ‘‘ΜΗΔΕΝΙΚΑ’’ ‘‘ΣΙΧΑΜΑΤΑ’’ ΚΑΙ ‘‘ΥΠΟΚΡΙΤΕΣ’’ ΟΤΑΝ ΜΙΛΑΜΕ ΓΙΑ ΜΟΥΣΙΚΗ!ΕΘΝΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ!
ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΕΙΝΑΙ ΟΠΩΣ ΠΡΟΕΙΠΑ ΑΠΩΘΗΜΕΝΑ ΠΟΥ ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΕΡΧΕΤΑΙ ΣΤΙΓΜΗ ΠΟΥ ΚΑΝΕΝΑΣ ΜΑΣ ΔΕΝ ΤΑ ΕΛΕΓΧΕΙ!ΕΙΝΑΙ ΚΡΙΜΑ ΚΑΙ ΛΥΠΗΡΟ ΝΑ ΑΚΥΡΩΝΟΥΜΕ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΠΟΙΩΝ ΕΙΤΕ ΕΙΝΑΙ ΦΕΡΡΗΣ ΕΙΤΕ ΣΑΒΒΟΠΟΥΛΟΣ! Ο ΚΑΘΕΝΑΣ ΕΧΕΙ ΤΗΝ ΑΝΑΛΟΓΗ ΑΞΙΑ ΤΟΥ!
ΓΙ ΑΥΤΟ ΣΥΝΕΧΙΣΤΕ ΝΑ ΠΑΡΕΧΕΤΕ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΟΠΩΣ ΣΑΣ ΤΑΙΡΙΑΖΕΙ ΚΑΙ ΜΗΝ ΚΑΝΕΤΕ ΤΗ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ RING ΓΙΑ ΗΛΙΘΙΕΣ ΔΗΘΕΝ ΚΟΥΛΤΟΥΡΙΑΡΙΚΕΣ ΚΑΙ ΠΙΑΣΑΡΙΚΕΣ ΣΥΖΗΤΗΣΕΙΣ!
Υ.Γ1 ΑΝ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΜΟΥ ΘΕΩΡΗΘΕΙ ΕΚΤΟΣ ΘΕΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΔΙΑΓΡΑΦΕΙ ΘΑ ΤΟ ΣΕΒΑΣΤΩ ΑΠΟΛΥΤΑ!
Υ.Γ2 ΑΝ ΚΑΤΙ ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΘΕΩΡΗΘΕΙ ΚΑΚΟΠΡΟΑΙΡΕΤΟ ΤΟΤΕ…ΜΕΑ CULPA!!!ΔΙΚΟ ΜΟΥ ΛΑΘΟΣ!!!
Υ.Γ3 ΤΕΛΟΣ, ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ ΠΟΥ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΕ ΜΕ ΠΑΘΟΣ ΝΑ ΥΠΕΡΑΣΠΙΖΕΣΤΕ ΤΟ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ ΚΑΙ ΝΑ ΤΟ ΔΙΑΔΙΔΕΤΕ!!!ΣΑΣ ΑΞΙΖΟΥΝ ΠΟΛΛΑ ΜΠΡΑΒΟ ΓΙΑ ΤΟ ΧΡΟΝΟ ΠΟΥ ΑΦΙΕΡΩΝΕΤΕ ΕΔΩ ΜΕΣΑ!!

Rita σε καλωσορίζω στο φόρουμ! Σε διαβεβαιώνω ότι έχει μεγάλο ενδιαφέρον.
Μόνο ,θα σου το πουν και οι συντονιστές, μη γράφεις με κεφαλαία , είναι πολύ κουραστικό

Πολύ σε ευχαριστούμε, Ρίτα, για την τοποθέτησή σου. Οι απόψεις των μελών είναι πάντα ευπρόσδεκτες και λαμβάνονται σοβαρότατα υπόψη.

Φυσικά και έχεις δίκιο για την «πρώτη» δημοσίευση του θέματος, όπως είδες έγιναν οι διορθωτικές κινήσεις και είμαστε πολύ καλύτερα τώρα.

Είμαστε ένα διαδικτυακό μέσο, και μόνο έτσι μπορούμε να λειτουργούμε. Οι «υπόλοιποι», αν ενδιαφέρονται ειδικά για τα θέματα που πραγματευόμαστε και δεν είναι «γενικό κοινό», θα χρειαστεί να ψάξουν και λίγο, τι να κάνουμε… Όμως, (όχι που να το παινευτούμε αλλά) αρκετά συχνά σε μη ηλεκτρονικά μέσα όπως περιοδικά, βιβλία κλπ. αναφέρονται πληροφορίες που έχουν αντληθεί από το φόρουμ μας.

Δεν αμφιβάλλω ότι οι εκπομπές και, γενικότερα, τα δρώμενα στα οποία εμπλέκεται ο Π. Σαββόπουλος μάλλον έχουν μεγάλη ακροαματικότητα και είναι δημοφιλέστατα. Τώρα, για το πόσες και ποιες «δυνατές προσωπικότητες του χώρου» δίνουν το «παρών» σε αυτές, φαίνεται ότι οι δημόσιες σχέσεις των μίντια, που λέμε, δουλεύουν σωστά. Εμάς αυτό δεν μας αφορά.

Σου εύχομαι, όλες και όλοι σου ευχόμαστε, καλές συζητήσεις στο φόρουμ.

Και, πεζά γράμματα, εντάξει;

To ελαφρό τραγούδι είναι ΑΣΤΙΚΟ. Μπορεί όμως να χαρακτηριστεί και ΛΑΙΚΟ;;

Είναι ένα θέμα που ακόμα δεν έχω ξεκαθαρίσει. Αστικό είναι σίγουρα απ’ τη στιγμή που η ύπαρξη του συνδέθηκε ( στο τέλος του 19ου και στην αρχή του 20ου) με το θέατρο το οποίο ήταν και ο βασικός τροφοδότης του. Με δεδομένο ότι στην Ελλάδα δεν υπήρχε εργοστάσιο παραγωγής δίσκων αυτά τα τραγούδια μεταδίδονταν απο στόμα σε στόμα και απο παρτιτούρες στις οποίες (όπως ήταν φυσικό για την εποχή) είχαν πρόσβαση μόνο οι άνθρωποι των …“ανωτέρων τάξεων”.
Η μελωδική γραμμή του ελαφρού τραγουδιού είναι αυστηρά δυτική όπως και η ρυθμολογία του.
Ευσταθεί σίγουρα ο ισχυρισμός ότι δεν μπορεί αυτή η μουσική να αποτελεί συνδετικό κρίκο ή συνέχεια της λαικής μας παράδοσης. Ακριβώς για το λόγο ότι οι λαικοί άνθρωποι δεν συμμετείχαν στην δημιουργία της.
Τώρα όμως θα πω αυτό που με μπερδεύει…
Το ελαφρό τραγούδι συγχωνευόμενο με την Αθηναική καντάδα απετέλεσε ένα συμπαγές ρεπερτόριο το οποίο παίχτηκε τραγουδήθηκε και αφομοιώθηκε στις ταβέρνες απο τους λαικούς ανθρώπους. Πολύ αργότερα με την εμφάνιση των ελληνικών δίσκων οι συνθέτες του έδωσαν και λαικό χρώμα κάτι όμως που στην πρώτη φάση της συζήτησης δεν μας αφορά.
Και για να γίνω συγκεκριμένος θέτω το εξής ερώτημα…
Μπορεί να χαρακτηριστεί ΛΑΙΚΟ αυτό το είδος τραγουδιού το οποίο αν και ξενόφερτο αφομοιώθηκε και τραγουδήθηκε απο λαικό κόσμο έχοντας μάλιστα για πολλες δεκαετίες την ταβέρνα σαν φυσική του έδρα;;

Θα είμαι κατηγορηματικός (φυσικά, πρόκειται για προσωπική άποψη): Όχι, το (αστικό βεβαίως) ελαφρό τραγούδι δεν είναι λαϊκό. Βέβαια και τραγουδήθηκε, μάλιστα ευρέως, σε ταβέρνες και λαϊκά στέκια. Αλλά δεν απαγορεύεται στο λαό να του αρέσουν και να τραγουδάει και μη λαϊκά τραγούδια. Κάπου κατά του Γκύζη, οι παλαιότεροι θα τη θυμούνται, υπήρχε «η φωλιά της Όπερας», ταβερνάκι όπου σύχναζαν τριτοκλασάτοι τραγουδιστές της Λυρικής και «πλήθος κόσμου», που τους άκουγε με ευχαρίστηση. Αυτό δεν αρκεί για να καταταχθεί η Όπερα στα λαϊκά τραγούδια. Το ίδιο ισχύει και για τον Αττίκ, τον Χαιρόπουλο, τον Κώστα Γιαννίδη (όχι τον Γιάνη Κωνσταντινίδη), τη Δανάη και όποιον άλλον. Και να πάω και παραπέρα: Το «Ετίναξα την ανθισμένη αμυγδαλιά» ή το «Κελαϊδήστε πουλάκια, κελαϊδήστε» δεν είναι λαικά, είναι Αθηναϊκή (όχι λαϊκή) καντάδα, κάποιος διαχωρισμός πρέπει να υπάρξει. Οι «μπεκρήδες» της Πλάκας δεν τραγούδησαν ποτέ τον ντενεκέ του πετρελαίου, ούτε Μάρκο πριν από το 1960 (ή προπολεμικό Χιώτη).

Όσο για την προφορική μετάδοση των τραγουδιών, Άλκη, μην σου διαφεύγει ότι από τα μέσα της δεκαετίας 1910 και μετά, η διάδοση του γραμμοφώνου είναι πιο έντονη σε καφενεία και πλατείες, και ας χτυπιούνταν οι δίσκοι στην Εσπερίαν, άρα δεν ήταν απαραίτητη η παρτιτούρα για τη διάδοση των επιτυχιών της εποχής.

Κάποτε είχα πεί για κάποια μη λαϊκά τραγούδια όπως η Βοσκοπούλα, ο γερο Δήμος και άλλα, ότι «Από Έλληνες κυρίως, σε ελληνική γλώσσα είναι γραμμένα, σε Έλληνες βασικά απευθύνονται, στην Ελλάδα έγιναν γνωστά και αγαπητά.» άρα, τα χαρακτηρίζει ελληνικότητα. Ναι, αλλά δεν γράφτηκαν από το λαό ή για το λαό. Για τους αστούς γράφτηκαν, άλλο αν τα αγάπησαν και μη αστοί.

Ο Ηλίας Πετρόπουλος ισχυρίζεται πως ακολούθησε την κατάταξη του Ν. Γ. Πολίτη.
Και πάλι, σύγχιση, είναι, αφού ο Πετρόπουλος ασχολείται μόνο μ’ αυτό που εκείνος ονομάζει ρεμπέτικο, και που θεωρεί μία πρόσθετη κατηγορία στον κατάλογο του Πολίτη. Εντάσσει δηλαδή σε μιά μόνο κατηγορία, όλες τις άλλες κατηγορίες του συνόλου.

Κατά τα άλλα, δε μπορούμε να κλείσομε τα μάτια και να πιάσομε μόνο από το 1900 και πέρα, κι ύστερα να κολήσουμε στη δισκογραφία. Παρθενογένεση δεν υπάρχει.

Πως “αστικά λαϊκά τραγούδια” κάποιου είδους ήδη από το 1834, δεν υπάρχει καμμία αμφιβολία. Ο Χανς Κρίστιαν Άντερσεν μας περιγράφει λαϊκούς οργανοπαίκτες, που παίζουν από αμανέδες ίσαμε το “Fra Diavolo” του Auber. Και μέσα σ’ όλα, έναν ύμνο γιά τον Όθωνα. Από την άλλη, στο Καφενείον η Ελλάς οργίαζαν τα νταούλια, κι εκεί γεννήθηκλαν τα ληστρικά. Το 1854, ο Κουρτέσης γράφει κι ανεβάζει το έργο “Ο υποψήφιος βουλευτής και οι τραμπούκοι”, όπου έχει κι ένα δήθεν “κουτσαβάκικο”, θα τόλεγα… αρχοντοκουτσαβάκικο τραγούδι, των τραμπούκων (=μόρτες=μάγκες=κουτσαβάκηδες). Γύρω στο 1990 νομίζω, ο Μιχαήλ Μητσάκης μιλάει γιά δύο κουτσαβάκηδες στου Ψυρρή, που τραγουδάνε “Βάρα με με το στιλέτο κ.λ.”. Είναι αποδεδειγμένο πλέον, ακόμα και με τον διωγμό του Μπαϊρακτάρη, πως πριν τον Πειραιά, η “μάγκα” ή “μαγκία” είχε έδρα του Ψυρρή.

Κι ύστερα, λαϊκό τραγούδι δεν είναι αυτό που “γράφεται γιά το λαό γιά το λαό”, ούτε αυτό που έχει μεγάλη απήχηση στο “λαό”, γιατί τότε θα μιλούσαμε γιά το Δημοφιλές τραγούδι. Έτσι δηλαδή που λειτουργούν σήμερα τα pop (popular=δημοφιλές) τραγουδάκια.

Θα πω κάτι αποφασιστικό, κι αν αυτό έχει απήχηση, ας σκύψομε πάνω σ’ αυτή τη σκέψη, να δούμε τι θα βγάλει.

Λαϊκό τραγούδι, είναι αυτό που αντέχει στο χρόνο, εκφράζοντας τα αισθήματα του λαού -δηλαδή της εθνικής ταυτότητας.

Όλες οι λέξεις είναι διαλεγμένες, κι ας μη συγχέουμε το “αίσθημα” με ιδεολογίες ή άλλα εγκεφαλικά πράγματα.

Μήπως λαϊκό τραγούδι είναι ολα αυτά;Είναι δηλαδή το τραγούδι που γράφεται απο τον λαό,το τραγούδι που ακούγεται απο τον λαό και ας είναι μόδα(εξάλλου μην ξεχνάμε και να το θεωρήσουμε σημαντικό οτι την εποχή που συζητάμε οτι υπήρξε το ρεμπέτικο ήταν της μόδας.Τα εκατοντάδες χιλιάδες δισκάκια του Βαμβακάρη που πουλιούνταν,ή η απήχηση του Τσιτσάνη δεν είναι λίγο,ούτε κακό.Μην φοβόμαστε να πούμε οτι ήταν της μόδας.Τα διμοφιλή έστω).Και μετά για να μην μπερδευτούμε με τα λαϊκοπόπ λέμε οτι λαϊκό τραγούδι είναι και το μπουζούκι και οχι η ηλεκρική κιθάρα π.χ.Είναι τα στεγανά που συζητάγαμε πιο πριν(οι κατηγορίες).Ο Θεοδωράκης γατί είναι λαϊκός;;Γέμισε γήπεδα;ΝΑΙ,είχε την φωνή του Μπιθικώτση(και οχι μόνο κυρίως λαϊκές φωνές);ΝΑΙ,είχε σαν βασικό ήχο και εκφραστή του το μπουζούκι;ΝΑΙ(ξέχωρα απο το άλλο συνθετικό του έργο)Είχε σαν βάση τον πόνο του λαού την συγκεκριμένη εποχή που ήταν εύκαρπη για να ποιάσεις τον σφυγμό;ΝΑΙ.Άρα, χωρίς κ.Φέρρη να σκαλώνω σε ιδεολογίες(που θα έπρεπε μάλλον) ναι το “τουτοι μπάτσοι που ρθαν τώρα” που σαν κοινό απήχησης είχε εμένα και εσάς που λέει ο λόγος-γλυτώνει την διμοφιλία-,έχει μπουζούκι όμως-είναι εξίσου λαϊκό με το “θολωμένο μου μυαλό”.Γράφτηκε απο κάποιον που άνηκε στον λαό,με τα εκφραστικά μέσα του λαού και τραγουδήθηκε απο τον λαό,όπως και ο Θεοδωράκης.Και μιλάω για τραγούδια που άντεξαν στον χρόνο,επειδή συμφωνώ με αυτό που είπατε.Και πολλά άλλα απο τα λαϊκά μας δεν άντεξαν στον χρόνο δεν σημαίνει όμως αυτομάτως αυτό οτι δεν είναι λαϊκά.
Καλησπέρα με την λίγο πρόχηρη σκέψη μου

Καλησπέρα σας,
Θα ήθελα εδώ να εκφράσω μια απορία που πάντα είχα, σχετικά με το διαχωρισμό ρεμπέτικου και λαικού τραγουδιού και το πως (και πότε) αυτός σηματοδοτείται. Από όσα έχω διαβάσει έχω καταλήξει (χωρίς όμως να πείθω τον εαυτό μου απόλυτα) ότι το ρεμπέτικο δεν έχει σημαντικές διαφορές με το μετέπειτα κλασσικό λαικό τραγούδι και ότι ο διαχωρισμός τους έγινε εκ των υστέρων όταν το “ρεμπέτικο” πλέον βρήκε απήχηση στη μεγάλη λαική μάζα. Το ρεμπέτικο πάντα εξέφραζε την πλειοψηφία του ελληνικού λαού αλλά τόσο οι κοινωνικοπολιτκές συνθήκες, όσο και οι νόρμες των εποχών εκείνων κρατούσα μακριά το λαό από τα τραγούδια που του ταίριαζαν. Κάπου διάβασα πρόσφατα -νομίζω το είπε ο Βαμβακάρης- ότι στην εποχή τους δεν υπήρχε ο όρος “ρεμπέτικο”. Ο όρος αυτός ¨κατασκευάστηκε" αργότερα για να διαχωρίσει το κλασσικό πλέον λαικό τραγούδι από το παλαιό “λαικό” τραγούδι το οποίο δεν είχε μεγάλη απήχηση και θεωρείτο περιθωριακό.

Αυτό που σήμερα ξέρουμε ως “πρώιμο ρεμπέτικο” ήταν όντως περιθωριακό. Στους τεκέδες και στις φυλακές, αλλά και σε χώρους όχι τόσο κακοχαρακτηρισμένους (π.χ. ταβέρνες ή απλώς στις παρέες) ανθρωποι γλεντούσαν τον καημό τους μ’ ένα τρόπο που δεν μπορούμε να πούμε ότι εξέφραζε την πλειοψηφία της κοινωνίας.
Ήταν οι παρίες των πόλεων: άνθρωποι φτωχοί, που μπορεί να ήταν ντόπιοι Αθηναίοι ή Πειραιώτες αλλά στην πλειοψηφία τους ήταν εσωτερικοί μετανάστες ή πρόσφυγες, που ήρθαν να δουλέψουν ως λιμενεργάτες ή ό,τι άλλο έβρισκαν, όπως περίπου οι σημερινοί μετανάστες / πρόσφυγες που έχουμε στην Ελλάδα. Αυτοί κουβαλούσαν από τα χωριά τους τους μουσικούς κώδικες για να εκφράζουν την ψυχή τους, που ήταν λίγο-πολύ οι φόρμες του δημοτικού τραγουδιού. Το περιεχόμενο όμως που θα εξέφραζαν με αυτές τις φόρμες ήταν πολύ διαφορετικό. Κάποιοι από αυτούς ξέπεφταν στην παρανομία και το περιθώριο, και τραγουδούσαν τη ζωή τους με τραγούδια χασικλήδικα, χαρτοκλεπτικά, πορτοφολάδικα, μαχαιροβγάλτικα κλπ., με τα οποία δύσκολα θα ταυτιζόταν κάποιος τρίτος (τουλάχιστον επιφανειακά: κατά βάθος αυτά τα τραγούδια θα πρέπει να είχαν κάτι το πανανθρώπινο, αλλιώς δεν μπορεί να εξηγηθεί ότι ακόμη σήμερα μας ενθουσιάζουν. Σ’ αυτό το αδιευκρίνιστο σημείο συμφωνώ μαζί σου.). Άλλοι δεν έπεφταν τόσο χαμηλά, αλλά και πάλι η ζωή τους περιοριζόταν στο μεροδούλι-μεροφάι, την αβεβαιότητα, τη φτώχεια και τον κοινωνικό ρατσισμό που εισέπρατταν. Φτώχεια και αβεβαιότητα υπήρχε και στο χωριό βέβαια, αλλά τη ζούσαν με διαφορετικό τρόπο.

Φυσικά κάποια θέματα που είναι ασυζητητί πανανθρώπινα, όπως ο έρωτας, αποτυπώθηκαν και στα τραγούδια αυτών των ανθρώπων. Αλλά ακόμη κι ο έρωτας περνάει μέσα από το φίλτρο που χαρακτηρίζει ολόκληρη τη ζωή τους: την απελπισία, την αβεβαιότητα κλπ…

Γι’ αυτά τα τραγούδια δε γνωρίζουμε πάρα πολλά πράγματα. Ο φυσικός τους χώρος είναι οπουδήποτε εκτός από τη δισκογραφία και το πάλκο. Έτσι τα πιο πολλά δεν καταγράφτηκαν και δεν τα 'χουμε σήμερα.

Κάποια στιγμή άρχισαν να σπάνε αυτά τα στεγανά. Μετά από τα πρώτα δειλά δισκογραφικά βήματα κάποιων Αμερικάνων, όπως ο Χαλικιάς, το πιο γερό άνοιγμα έγινε μάλλον με το Βαμβακάρη. Αρχίζει λοιπόν μία πορεία σύγκλισης ανάμεσα στα μέχρι τότε περιθωριακά έως υποκοσμικά τραγούδια και στις ευρύτερες λαϊκές μάζες. Αφενός, τραγούδια που μέχρι τότε ακούγονταν μόνο σε στενό κύκλο αρχίζουν να βγαίνουν παραέξω και να εκτελούνται δημόσια (πάλκο, γραμμόφωνο). Αφετέρου, πλάι στα εντελώς ιδιωματικά χαρακτηριστικά της θεματολογίας τους, την παρανομία, το νταηλίκι, το χασίσι, και κυρίως τη στάση ζωής “η κοινωνία μας έθεσε έξω από τους κόλπυς της κι εμείς είμαστε πολύ ευχαριστημένοι εδώ έξω, θέτουμε τους δικούς μας κανόνες και δε γυρεύουμε τίποτα από εσάς”, έρχονται και κάποια λιγότερο ιδιωματικά, πλατύτερης αποδοχής. Άλλο “η τύχη του το έφερε να κλέψει ένα σακάκι”, κι άλλο “πάλιωσε το σακάκι μου, θα σβήσω απ’ το μεράκι μου”! Το πρώτο αφορά λίγους και κρίνεται καταδικαστέο, το δεύτερο αφορά πάμπολλους και είναι απολύτως νόμιμο.


Το περίεργο είναι ότι η τρέχουσα έννοια που δίνουμε στους όρους “ρεμπέτικο” και “λαϊκό” και η διαφορά τους είναι ανεξάρτητη από αυτές τις εξελίξεις. Θα μπορούσαμε να λέμε ρεμπέτικο αυτό που αφορά τους ρεμπέτες, τους περιθωριακούς, όπως το “η τύχη του το έφερε”, και λαϊκό αυτό που αφορά το λαό, όλους, όπως το “πάλιωσε το σακάκι μου”. Δεν το κάνουμε όμως: το “πάλιωσε το σακάκι μου” θεωρείται ασυζητητί ρεμπέτικο, ενώ τα όρια του λαϊκού ξεκινάν πιο πέρα. Ακόμη και το αρχοντορεμπέτικο, με διαφορετική θεματολογία, διαφορετική στάση ζωής, διαφορετική μουσική και διαφορετικούς όρους δημιουργίας και πρόσληψης από το μουρμούρικο του τεκέ και της φυλακής, μάλλον στο ρεμπέτικο το κατατάσσουμε παρά στο λαϊκό.

Συχνά λέμε “δεν πιστεύω στις ετικέτες”. Οι ετικέτες δεν μπορούν να είναι απόλυτα ακριβείς, αλλά εξυπηρετούν στο να συνεννοούμαστε. Σε οποιοδήποτε βιβλίο ιστορίας, θα δούμε έναν τίτλο “Η τάδε περίοδος: από το 1562 ως το 1712”, και κάπου θα υπάρχει μία διευκρίνιση ότι αυτά τα όρια είναι συμβατικά και ότι δεν άλλαξαν όλα ξαφνικά την πρωτοχρονιά του 1562.