Το έγκλημα στη Χαροκόπου

Μήπως κανείς γνωρίζει λεπτομέρειες για το έγκλημα σχετικά με τον Αθανασόπουλο του άσματος της Κακούργας Πεθεράς; Εννοώ ημερομηνίες και τέτοια; Τώρα τελευταία είχα ακούσει μάλλον στη τηλεόραση ότι κάτι επρόκειτο να γίνει (αναψηλάφιση;) σχετικά με αυτό. Δεν είμαι βέβαιος όμως διότι φευγαλαία το άκουσα τη στιγμή εκείνη και δεν συγκράτησα λεπτομέρειες.
Η έκκληση για βοήθεια σχετικά με το “Ο Κουμπούρας απ’τη Βάθη” (τελευταίες δύο στροφές) και “Μ’είπες να γίνω μάγκας” ισχύει. Ακόμη βρίσκομαι σε αδιέξοδο.
Ευχαριστώ όλους.

Έχει βγει και βιβλίο, ποόσφατα, κι έχει πολύ ενδιαφέρον.

Κώστα το βρήκα το βιβλίο και πιστεύω να το έχω σε καν δυο μέρες. Εννοείς τούτο(;):Τίτλος: Έγκλημα στη Χαροκόπου
Συγγραφέας : Κοντογιαννίδης Τάσος
Εκδότης : Άγκυρα. Οπότε θα γράψω μια περίληψη για να γνωρίζουν την ιστορία όλοι οι ενδιαφερόμενοι. Βλέπεις το σχολείο κλείνει και αρχίζει να περισσεύει λίγος χρόνος.
Χαιρετώ όλους. Η παραπάνω έκκληση για τα δυο τραγούδια συνεχίζει να ισχύει. Ακόμα δεν έχω καταφέρει να βγάλω τους επίμαχους στίχους.

Είναι αλήθεια ότι ο δίσκος αυτός είχε το ρεκόρ πωλήσεων όλων των εποχών μέχρι πολύ πρόσφατα, ή μήπως είναι διαδόσεις;

Το “Τραγούδι του Αθανασόπουλου” του Γιακουμή Μοντανάρη, έχει το μεγαλύτυερο ρεκόρ πωλήσεων γιά πάντα, “κατ’ αναλογίαν”. Πούλησε δηλαδή περισσότερους δίσκους, απ’ όσα γραμμόφωνα υπήρχαν τότε στην Ελλάδα γιά να το παίξουν. Λέγεται πως όλοι οι γαμπροί που είχαν κακές πεθερές, έστηναν γλέντι, και στο τέλος “σπάγανε το δίσκο” στα πόδια της πεθεράς! Λένε επίσης πως απ’ αυτό προέρχεται και η φράση “θα σπάσω πλάκα”.

Κάπου είχα διαβάσει, σ’ αυτό το φόρουμ ίσως(;), ότι είχε καταφέρει να αγοράσει και ένα ακριβό σπίτι από τις τότε πωλήσεις των σίσκων, ή κάνω λάθος; Κάτι τέτοιο θυμάμαι.

Η ΚΑΚΟΥΡΓΑ ΠΕΘΕΡΑ
Στίχοι και Μουσική ΙΑΚΩΒΟΥ ΜΟΝΤΑΝΑΡΗ

Στου Χαροκόπου τα στενά, μια μικροπαντρεμένη
Εσκότωσε τον άντρα της βρε η δαιμονισμένη.
Στον ύπνο που κοιμότανε, μάνα και θυγατέρα,
Εβάλανε τον ανηψιό και τούριξε τη σφαίρα.

Κι η Φούλα τότε φώναξε: «Μάνα μου, πως σπαράζει

Κι η μάνα της της απαντά: «Πνίχτε τον!» Και διατάζει!

  • Βάλτε φωτιά και κάφτε τον, και κάντε τον κομμάτια,
    κι εμπρός να τον πετάξουμε, να μη μας δούμε μάτια.»

Τότε τον πήραν σέρνοντας, στη σκάφη τον πετάνε,
Φωτιά του βάζουν να καεί. Στέκονται, τον κοιτάνε.
Πω, πω! Καπνός και μυρουδιά, σβήστε τον, θα πιαστούμε.
Κομμάτια να τον κάνουμε, έτσι θα σκεπαστούμε!

Με μια καρδιά μαρμάρινη, τον έκανε κομμάτια,
Με τέχνη και υπομονή ανύποπτα δεμάτια.
Και νύχτα τα πετάξανε στο ρέμα, να τα πάρει,
Μ’ αυτά στην άκρη στάθηκαν, Θεού ‘τανε η χάρη.

Για να πιαστούν οι αίτιοι, πραγματικοί φονιάδες,
Κι όχι ο γιατρός, ο φίλος του, κι οι δύο φιλενάδες.
Ένας διαβάτης που περνά, περίεργα κοιτάζει.
Τι νάναι αυτά τα δέματα; Κακό στο νου του βάζει.

Του αστυνόμου μίλησε. Στο ρέμα πάνε πάλι.
Τα δέματα ανοίξανε, βλέπουν κορμί, κεφάλι.
Ανατριχιάζουν κι έφριξαν, σαν είδανε ανθρώπου
Κορμί, κεφάλι, δέματα να είναι τέτοιου τρόπου.

Κι η αστυνομία άρχισε, οι κύριοι Κουτουμάρης,
Λεονταρίνης και λοιποί, που πρώτος είναι ο ʼρης
Που έριξε όλο το φως στην εγκληματική,
Και τους τσακώσαν όλους τους κι είναι στη φυλακή.

Βρε Φούλα, δεν εσκέφτηκες, δεν πόνεσε η καρδιά σου
Τον άντρα σου, τα νειάτα σου, τα άμοιρα παιδιά σου

Βρε Φούλα πως εβάσταξες, και πως βαστάς ακόμα
Εσύ νάσαι στη φυλακή κι ο άντρας σου στο χώμα;

Και συ, κακούργα πεθερά, τους πήρες στο λαιμό σου
Την κόρη σου, τον ανεψιό, τη δούλα, το γαμπρό σου

Καϋμένε Αθανασόπουλε, τι σούμελλε να πάθεις,
Από κακούργα πεθερά τα νειάτα σου να χάσεις

Σαν τόμαθε η μανούλα του, κλίνουν τα γόνατά της,
Και πέφτει κάτω αναίσθητη μες στην αυλόπορτά της.
Ωσάν το ψάρι σπαρταρά και σαστισμένη κράζει:

  • Τον γιό μου εσκοτώσανε! Πω! Πω! Κι αναστενάζει.

Φωνή, αντάρα, κλάματα, δάκρυα σαν ποτάμι
Εγέμισαν τα στήθη της και τρέμει σαν καλάμι.
Μάνα, γλυκειά μανούλα μου, πάψε τα δάκρυά σου,
Και πάρε τα παιδάκια μου μέσα στην αγκαλιά σου.

Αυτά θα έχεις πιά παιδιά. Μένα λησμόνησέ με.
Κάνε σταυρό στην Παναγιά. Μάνα! Συγχώρεσέ με!

Νιώθω πως οι σπαραξικάρδιοι αυτοί στίχοι, είναι ένα εκρηκτικό μίγμα naif ποίησης, αρχαίας Ελληνικής τραγωδίας και Καραγκιόζη-μελόδραμα.

Φυσικά, στην ηχογράφηση, χρησιμοποιήθηκαν μόνο τα τέσσερα τετράστιχα. Απ’ όσο ξέρω, η εκτέλεση με τον Τσίγκο στο τραγούδι κι εμένα στην απαγγελία, είναι μόλις η δεύτερη εκτέλεση, και η πρώτη με ολοκληρωμένο το τραγούδι.

Το περιστατικό έγινε το 1931. Το σπίτι στην Χαροκόπου (Καλλιθέα), μέχρι πρόσφατσ τουλάχιστον, ήταν όρθιο, ακατοίκητο και στοιχειωμένο!

Οι κινηματογραφιστές της δεκαετίας του 60, που είχαμε γιά στέκι μας τη Στοά στην πλατεία Κάνιγγος, το λεγόμενο Χόλλυγουντ, γνωρίσαμε από κοντά τον ένα από τους δύο γιούς του Αθανασόπουλου και της Φούλας. Αν θυμάμαι καλά, λεγόταν Νίκος, και ήταν φαρμακοποιός στην πλατεία. Ήταν ψώνιο με τον κινηματογράφο, και ήθελε να κάνει παραγωγές. Ήταν όμως κάπως… ασταθής στη σκέψη και την έκφραση, κι έτσι κανείς δεν τόλμησε να του προτείνει να κάνομε ταινία την ιστορία του πατέρα του.

Νομίζω Κώστα ότι καθώς απαγγέλλεις δίνεις κάποια σκωπτική χροιά στη φωνή σου (π.χ. Πωπω…, και τρέμει σαν καλάμι, καθώς και η τελευταία στροφή). Αποδίδεις το naif και το καραγκιόζ μεόδραμα ή κάνω λάθος;

Έχω προσπαθήσει να μάθω αυτό το τραγούδι καλά. Μ’ αρέσει να το τραγουδώ πιο αργά απ’ ότι στην ηχογράφηση και με λίγο τράβηγμα της φωνής σε ορισμένα σημεία στο τέλος στίχων. Στις λιγοστές τραγουδομαζώξεις φαίνεται περίεργο το τραγούδι προς τα Κερκυραϊκά δεδομένα, αλλά δεν κολλάω. Η δε σύζυγος δεν το πάει καθόλου, όχι λόγω μάμας, ίσως δεν της πάει το παραπονιάρικο στυλ, αλλά κι εκεί δε κολλάω. Πάντα μετά φροντίζω να της τραγουδώ το “Σ’ αγαπώ γιατί ‘σ’ ωραία” που “τση κάεται” όπως λένε εδώ, δηλ. της πάει.

Σ’ όλες τις συζύγους, προκαλεί απέχθεια αυτό το τραγούδι! Πράγμα που σημαίνει πως η τεράστια επιτυχία του, είναι ακόμα πιό εντυπωσιακή, μιά και αφορούσε μόνο το 50 % του κοινού.

Όσο γιά την απαγγελία μου, τη λέω “Ο Καραγκιόζης στην Επίδαυρο”, σε σκηνοθεσία Ροντήρη!

Σ’ όλες τις συζύγους, προκαλεί απέχθεια αυτό το τραγούδι! Πράγμα που σημαίνει πως η τεράστια επιτυχία του, είναι ακόμα πιό εντυπωσιακή, μιά και αφορούσε μόνο το 50 % του κοινού.

Όσο γιά την απαγγελία μου, τη λέω “Ο Καραγκιόζης στην Επίδαυρο”, σε σκηνοθεσία Ροντήρη! Κάτι που κάνει τη δική μου σύζυγο, ν’ ανατριχιάζει ακόμα πιό πολύ! Κι όμως, έκατσε κι έκανε τη διασκευή, με τη μεγαλύτερη επιμέλεια που μπορούσε, αλλά… κλείνοντας τ’ αυτιά!

Μάγκες έχω άποψη για το έγκλημα στη Χαροκόπου. Καλά κουμάσια ήταν όλοι, και ιδίως ο Αθανασόπουλος και η Κάστρου (η κακούργα πενθερά), σύμφωνα με αυτά που γράφει ο Τάσος Κ. Κονταγιαννίδης στο βιβλίο του ΤΟ ΕΓΚΛΗΜΑ ΣΤΟΥ ΧΑΡΟΚΟΠΟΥ (Άγκυρα, 2001).

Ναι μεν η Κάστρου ήταν ακόλαστη άνευ φραγμών, και μάλιστα κατά καιρούς τα είχε και με τον Αθανασόπουλο ενώ ήταν παντρεμένος με τη κόρη της (Σο)Φούλα, αλλά ήταν και λάτρης του οθωμανικού, πράγμα που δεν είχε ποτέ η γυναίκα του αποδεχθεί. Και τα πράγματα φθάσανε στο αμήν τη νύχτα 3 προς 4 Γενάρη όταν έφθασε σε βιασμό η υπόθεση και με δυσκολία ξέφυγε η σύζυγος από τα νύχια του.

Την απόφαση της εκτέλεσης πήρε ο Μοσκιός (ανεψιός) με παρότρυνση της Κάστρου κι αφού τον πότισε ούζο προηγουμένως και χρησιμοποίησε της ψυχοπαθολογία του.

Τραγική φιγούρα η Φούλα βέβαια, αλλά και συνυπεύθυνη, γιατί δεν προσπάθησε να αποτρέψει το γεγονός ενώ μπορούσε να το κάνει. Μάλλον έκανε τα στραβά μάτια μέχρι να γίνει (τραβάτε με κι ας κλαίω τουτέστιν).

Όσο για το τραγούδι, ναι μεν γράφτηκε από τον Ιάκωβο Μοντανάρη, αλλά η μουσική ήταν του Μάρκου (Κοντογιαννίδης 2001: 10). Η αρχή του δε συμπίπτει σχεδόν με ένα ποίημα που σύνθεσε ο Πολ Νορ (Νίκος Λαΐδης) και έχει ως εξής:

Στου Χαροκόπου τα στενά, μια μικροπαντρεμένη
τον άνδρα της εσκότωσε, βρε την δαιμονισμένη.
Αντρούλη μου, πώς σ’ έσφαξαν, ως σφάζουνε τα βόδια,
κι αλλού πήγαν τα χέρια σου κι αλλού πήγαν τα πόδια.

Κι αν εγώ σε σκότωσα μαζί με τη μαμά μου,
\και σε λιανίσαμε μαζί, κύρη μου και κιμά μου,
εκείνη αν είν’ υπόδειγμα των στοργικών μανάδων,
εγώ είμαι η άξια κόρη της, η κόρη των κιμάδων.

Αχ άντρα μου, αντρούλη μου, γιατί να μου τον κόψετε;
η μάννα μου και ο Μοσκιός ο άθλιος ας όψεται
Στον τόνο αυτό μοιρολογάει η Φούλα μας με νάζι,
που έχει φωνή και συγκινεί, κι έχει ματιά που σφάζει!

Περισσότερες λεπτομέρειες σε λίγο.

Καλά τη βγάλανε όμως. Οι καταδίκες ήταν βαριές αλλά τελικά φτηνά τη γλιτώσανε και μάλιστα όλα πήγαν κατ’ ευχήν για τη Φούλα. Και το νταραβέρι της είχε στη φυλακή με το διευθυντή φυλακών που ήταν καψούρης μαζί της και την είχε στα ώπα ώπα τη κόρη (και καθ’ έλξιν και τη μάνα) και σε δέκα χρονάκια είχαν καθαρίσει αφού αποφυλακίστηκαν με δικές του προσπάθειες λόγω συγγενείας του διευθυντή με το Τσολάκογλου, πρωθυπουργό εκείνης της εποχής μετά την εισβολή των Γερμανών στην Αθήνα.
Κοιτάξτε καταδίκες:

  1. Άρτεμις Κάστρου, σύζυγος Παναγιώτου, ετώς 45, εις θάνατον!
  2. Σοφία Αθανασοπούλου, σύζυγος Δημητρίου, ετών 25, εις θάνατον
  3. Γιαννούλα Μπέλλου του Γεωργίου (η δούλα), ετών 38, εις ισόβια δεσμά!
  4. Δημήτριος Μοσκιός του Περικλέους,(ο πυροβολήσας) ετών 18, κάθειρξις 20 ετών
  5. Σπύρος Μαγουλόπουλος, (ο ζαχαρώνων τη Φούλα και ο τακτοποιήσας το θέμα μεταφοράς των τεμαχίων του Αθανασόπουλου) κάθειρξις 18 μηνών
    6)Αντώνιος Μαγουλόπουλος (ανεψιός του προηγουμένου, ετών 23, αθώος
  6. Κορναράκης Γεώργιος (ο καραγωγέας που μετέφερε τα τεμάχια Αθανασόπουλου), ετών 34, αθώος.

Αν και αρχικά μια ευνοϊκή ρύθμιση απόλυσης κρατουμένων δεν συμπεριελάμβανε τη Κάστρου και τη Φούλα, ο διευθυντής φυλακών έκανε το θαύμα του προσβλέπων είς “ηθικήν” ανταμοιβήν εκ μέρους της Φούλας. Δε σφάξανε όμως. Τελικά παντρέυτηκε ένα συνταγματάρχη, Αγαπητός Κομήτης λεγότανε και αποτέλεσε υποδειγματική σύζυγο απ’ ό,τι λέει ο Τάσος Κ. Κοντογιαννίδης στο βιβλίο του ΤΟ ΕΓΚΛΗΜΑ ΣΤΟΥ ΧΑΡΟΚΟΠΟΥ (2001). Κάνανε ευτυχισμένη ζωή και η Φούλα πέθανε το 1974 από καρδιά. Η κηδεία της έγινε από το Α΄ Νεκροταφείο (λέτε να υπάρχει ο τάφος της ακόμα;)

Η πενθερά (Κάστρου) υπέφερε πολύ στα τελευταία της που τα πέρασε άρρωστη στο κρεββάτι και πέθανε το 1956.

Ο δε Μοσκιός είχε πεθάνει νωρίτερα αφού είχε εισαχθεί στο Δρομοκαϊτειο, τρελός δηλαδή. Είχε από πριν το κουσούρι και μετά τα συμβάντα οπωσδήποτε τα πράγματα χειροτέρεψαν.

Τώρα για περισσότερες πληροφορίες, το βιβλίο παρουσιάζει αρκετό ενδιαφέρον. Σας το στέλνουν με 10 Ευρώ (περιλαμβανομένης και της αποστολής με κούριερ).
Αυτά μάγκες περί του Αθανασόπουλου. Καλό κουμάσι και του λόγου του. Τόσο που έτσι σκέφτομαι να διασκευάσω τους στίχους του τραγουδιού. Δεν θα μου πηγαίνει να το τραγουδάω πλέον.

Πως φορτώνουμε φωτογραφίες στο φόρουμ μπορείτε να μου πείτε; Να ανεβάσω καναδυό;

Δες στο formatting στην αριστερη στήλη την συνταξη των εντολών για jpeg files

Μπράβο, Δαμιανέ, δεν είχα το κουράγιο -και το χρόνο- να κάνω αυτή τη σύνοψη. Είναι άψογη η έρευνα του Κοντογιαννίδη (είναι δημοσιογράφος, και δούλευε με τον Χατζηνικολάου στο Mega, ίσως είναι τώρα στον Alpha).

Δύο συμπληρώματα: Η πεθερά τρελλάθηκε επίσης.
Όπως σας είπα, ο γιός που γνώρισα, ήταν λίγο βλαμμένος… Φαίνεται πως ήταν οικογενειακό.

Τα περί κτήνους (του “καϋμένου” του Αθανασόπουλου) και τα σεπαρέ με τις γκόμενες, καταπληκτικά, έ;

Αλλά, Θεέ μου, τι γκόμενα η Φούλα!!!
Πεθαίνω…

Εννοείς η ζωγραφιά στην αρχή; Ε, δεν δείχνει και πολλά μαυρόασπρη καθώς είναι. Δεν έχει όμως το βιβλίο λεπτομέρειες για μετέπειτα. Θα υπεισέλθω σε μεμονωμένες λεπτομέρειες που ίσως ενδιαφέρουν μετέπειτα. Πως μπορώ να επικοινωνήσω με τον Κοντογιαννίδη, καμιά διεύθυνση μέιλ; Θέλω να τον ρωτήσω πράγματα. Κώστα περιμένω αν ξέρεις κάτι.