"Τα νέα της Αλεξάνδρας" ή "Το τάβλι" (και άλλα reclaims)

Πριν από λίγες μέρες, σε ταβερνάκι, στον Κολωνό, δυο ηλικιωμένοι έπαιξαν με μπουζούκι, ανάμεσα στα άλλα, και «Τα νέα της Αλεξάνδρας» ή «Το τάβλι», όπως αναγράφεται το τραγούδι.
Με στίχους όμως διαφορετικούς απʼ αυτούς που έχουν καταγραφεί στη δισκογραφία, αλλά πάνω στο μοτίβο της «άτακτης Αλεξάνδρας».
Στο διάλειμμα που τους ρώτησα, μου ανέφεραν ότι το τραγούδι αυτό είναι πολύ παλιό, ότι το έμαθαν οι ίδιοι από τους γεροντότερους που το τραγουδούσαν, και όχι από τη δισκογραφία.

Προσπαθώντας να διασταυρώσω αυτή την πληροφορία, είδα ότι και ο Σχορέλης (σ. 133, Α΄) αναφέρει το τραγούδι ως παλιό, αδέσποτο.
Αναφέρει μάλιστα πως υπάρχει το τραγούδι σε δίσκο με τον Κατσαρό, πολύ παλιότερα.

Στη δισκογραφία, πάντως, αναφέρεται ως στιχουργός και συνθέτης ο Κ. Γιαννίδης, και σε α΄ερμηνεία το έχουμε με το Βαγ. Περπινιάδη, το 1960 – σε 2η με το Στράτο, το 1963.
Ο Κ. Γιαννίδης, από το 1958 ξεκίνησε να γράφει τα «6 λαϊκά τραγούδια», ανάμεσα στα οποία είναι και «Τα νέα της Αλεξάνδρας» ή «Το τάβλι» και είναι αλήθεια ότι τουλάχιστον αυτό το τραγούδι ξεχωρίζει σαν τη μύγα μεσʼ στο γάλα από τα υπόλοιπα τραγούδια του.

Γνωρίζει κανείς κάτι σχετικό;

Επίσης, για το θρυλικό «Ροζικλαίρ»

Το «Ροζικλαίρ» ήταν κινηματογράφος στην οδό Πατησίων 12.
Τον άνοιξε, το 1913 (εποχή ακόμα βωβού κινηματογράφου), ο Γερμανός Π. Φλεγκενάιμερ, και η ονομασία που του έδωσε προέκυψε από τα ονόματα που είχαν οι δυο κόρες του, Ρόζα και Κλαίρη.
Ήταν διαρκούς λειτουργίας, με 500 θέσεις. Ένα από τα κινηματογραφικά άδυτα του κέντρου της Αθήνας, από όπου οι κυρίες και οι σοβαροί κύριοι περνούσαν αποστρέφοντας το βλέμμα. Όχι πως είχε τίποτα το περίεργο, αλλά ήταν από τους κινηματογράφους του λαϊκού ομονοιακού κοινού. Θα πρέπει να ήταν πολύ ωραία αίθουσα για την εποχή της, αλλά –άγνωστο γιατί– μάλλον ξέπεσε νωρίς και συγκαταλεγόταν ανάμεσα στους λαϊκούς κινηματογράφους της Αθήνας («Πανόραμα», «Σιναμπάρ»), οπότε γίνονταν προσπάθειες ανάκτησης κύρους
Το 1916 διαφήμιζε: Η ΛΟΛΑ ΒΙΣΚΟΝΤΕ ΜΠΡΙΝΙΟΝΕ
Η διάσημος καλλιτέχνις πρωταγωνιστεί σήμερον εις θαυμασίας πλοκής κινηματογραφικόν έργον, Η ΜΑΣΚΑ ΤΗΣ ΝΕΚΡΑΣ, το οποίον παίζεται εις το ΡΟΖΙΚΛΑΙΡ, την πλουσιωτέραν και μεγαλειτέραν οικογενειακήν αίθουσαν.
Η αίθουσα του «Ροζικλαίρ» είναι αρκετά ευρύχωρος με όλα τα μέσα που χρειάζονται διά να θεωρήται μία από τας τελειωτέρας αιθούσας κινηματογράφων των Αθηνών. Εκτός των πολυπληθών ανεμιστήρων και απορροφητήρων που έχει το «Ροζικλαίρ», διαθέτει και ειδικά ηλεκτρικά μηχανήματα, τα οποία αρωματίζουν την ατμόσφαιραν αυτομάτως και όχι όπως εις μερικά κινηματοθέατρα, με ψεκαστήρας

Το 1927 μάλιστα εγκαταστάθηκε στην αίθουσα ραδιόφωνο (!) αντί για το πιάνο που ως τότε (σε όλους τους κινηματογράφους) ψυχαγωγούσε τους θεατές.
Λίγο πριν τον πόλεμο έχουν δημιουργηθεί οι μεγάλοι, σπουδαίοι κινηματογράφοι του κέντρου.
Το Ροζικλαίρ βρέθηκε περικυκλωμένο από ανταγωνιστές, απέναντι στους οποίους δεν μπορούσε να αντιταχθεί. Ούτως ή άλλως είχε πια την εικόνα του λαϊκού κινηματογράφου.
Μεταπολεμικά ακόμα χειρότερα, όταν μια πόλη που αναγεννιόταν ήθελε καινούργια, λαμπερά πράγματα.
Κι όμως, το Ροζικλαίρ ήταν ωραίος κινηματογράφος.
Διατηρούσε τον απόηχο της μπελ επόκ και έμοιαζε αισθητικά με λίγους άλλους αθηναϊκούς (Αττικόν, Ίρις μεταγενέστερα, Σπλέντιτ/Έσπερος).
Η είσοδός του ήταν μικρή σε βάθος, έμπαινες σχεδόν αμέσως στην αίθουσα. Η αίθουσα ήταν ψηλοτάβανη, με εξώστη και διακοσμημένη με περίτεχνα γύψινα.
Η είσοδος ήταν ανάποδα, έμπαινες δηλαδή από την πλευρά της οθόνης και αντίκριζες την πλατεία και τον εξώστη.
Τα καθίσματα ήταν αντίκες (και ως αντίκες πουλήθηκαν σε παλαιοπωλεία μετά την κατεδάφιση): με ασήκωτο μαντεμένιο σκελετό και ξύλινο κάθισμα και πλάτη. Ήταν τόσο γερά που άντεξαν δεκαετίες.
Το Ροζικλαίρ, όπως και οι άλλοι κεντρικοί λαϊκοί, προέβαλλε «2 έργα» τα οποία απευθύνονταν βέβαια σε λαϊκά γούστα και είχαν περιπετειώδες περιεχόμενο.
Αλλά το Ροζικλαίρ –όπως και η παραδιπλανή «Αλάσκα»– κρατούσαν κάποιο κύρος, σε σχέση με τους κινηματογράφους της οδού Αθηνάς• Πατησίων γαρ.
Οι κυρίες, όμως, σπάνιζαν όλο και περισσότερο, αν και το Ροζικλαίρ ήταν σχετικά ήσυχο και δεν συνέβαιναν όλα εκείνα τα φοβερά και τρομερά που αφηγούνται οι αστικοί μύθοι. Δεν πήγαινε η αριστοκρατία βέβαια και ήταν φυσικό οι θεατές να ήταν λίγο πιο ζωηροί…
Άλλωστε, μην ξεχνάμε ότι κάποτε οι κυρίες έπαψαν να πηγαίνουν ακόμα και στο Ρεξ.
Στη διάρκεια της επταετίας έγινε «κατά παραγγελία» μια προσπάθεια ευπρεπισμού των λαϊκών κινηματογράφων και στο πλαίσιο αυτό το Ροζικλαίρ μέχρι που άφησε τα «2 έργα» και επιχείρησε να λειτουργήσει με μια ταινία 1ης προβολής. Και αυτό όμως κράτησε πολύ λίγο.
Κατεδαφίστηκε μαζί με το κτήριό του (πρώην ξενοδοχείο «Μασσαλία»), το 1968.

Και κάτι άλλο, ενδιαφέρον:
Κάτω από το Ροζικλαίρ υπήρχε και το γνωστό, παλιότερα, κέντρο διασκέδασης «Πίγκαλς»

ΤΟ ΥΠΟΓΕΙΟ ΤΗΣ ΠΑΤΗΣΙΩΝ
Το Δεκέμβρη του 1948 ο Χιώτης εγκαινιάζει έναν καινούργιο χώρο νυχτερινής διασκέδασης, εμφανώς διαφορετικό από τα μέχρι τότε μαγαζιά με μπουζούκια, του τύπου του Καλαματιανού και του Μαργωμένου:
Στην οδό Πατησίων 12, λίγο πιο πέρα από την Ομόνοια και, κάτω από το θρυλικό σινέ Ροζικλαίρ, βρισκόταν η κοσμική ταβέρνα «Πίγκαλς».
Κατεβαίνοντας τα σκαλιά, αντίκριζες απέναντι στον τοίχο ένα πολύ περίεργο για την εποχή πάλκο.
Είχε το σχήμα θαλάσσιας αχιβάδας.
Πάνω σε ψάθινες καρέκλες κάθονταν με τα όργανα στα χέρια τους οι έξι «άσσοι» της Columbia και της His masterʼs voice, γνωστοί σε όλους από τις μεγάλες τους επιτυχίες: Χιώτης, Μητσάκης, Γκιζέλης, Σπαγγαδώρος, Κόμης, Γοζαδίνος και η βασίλισσα του λαϊκού και μοντέρνου τραγουδιού, Στέλλα, πρωτοεμφανιζόμενη στην Αθήνα.

[Εφημερίδα " Έθνος", 07/11/1916.
“Εμπρός”, 11/5/1907]

=============================
Τα στοιχεία για το “Πίγκαλς” είναι από αναφορά του Σώτου Αλεξίου.

1 «Μου αρέσει»

Πολύ ενδιαφέρον αυτό που καταγράφεις, Ελένη, σίγουρα θέλει ψάξιμο αλλά έχουμε ήδη τα πρώτα στοιχεία. Ελπίζω να βρεθούν και επιπλέον πληροφορίες.

Σχετικά με τις πληροφορίες για το Ροζικλαίρ: ενδιαφέρουσα η προέλευση της ονομασίας από τα ονόματα Ρόζα και Κλαίρη. Εύκολα, νομίζω, έρχεται η σκέψη ότι ο κύριος Φλεγκενάιμερ πρέπει να ήταν Γερμανοεβραίος, αφού Ρόζα (Εσκενάζη, Λούξεμπουργκ κλπ.) και Κλαίρη (Κλαίρ Μπλούμ, ηθοποιός) είναι ονόματα συνηθισμένα στους εν διασπορά Εβραίους. Οι λαϊκοί κινηματογράφοι της περιοχής Ομονοίας στην πρώιμη μεταπολεμική περίοδο, έτσι όπως τη γνώρισα τουλάχιστον εγώ ως παιδί και έφηβος, ήταν εκτός από το Ροζικλαίρ, η “Αλάσκα”, και αυτή πάνω στην Πατησίων κάποιες δεκάδες μέτρα μακρύτερα, καθώς και το “Αθηναϊκόν”, πίσω από την Αθηνάς κοντά στο Δημαρχείο. Τους “ψεκαστήρας” τους πρόλαβα κι εγώ, ήταν περίπου σαν τρόμπες του ντι ντι τι αλλά βαρειές, επαγγελματικές, όπου το ψέκασμα ήταν συνεχές, όχι μόνο όσο το χέρι προωθούσε το έμβολο της τρόμπας. Στην καθωσπρέπει Αθηναϊκή κοινωνία κυκλοφορούσε μεταπολεμικά η ρήση ότι, στην είσοδο του Ροζικλαίρ υπάρχει ανηρτημένη επιγραφεί που λέει “Παρακαλούνται οι κ. κ. Αξιότιμοι πελάται όπως αφήνουν τα κασελάκια των παρά την είσοδον της αιθούσης”, υπονοώντας ότι το κοινό ήταν λουστράκια της περιοχής.

Η πράγματι εντυπωσιακή εικόνα της τεράστιας αχιβάδας πάνω από τους καλλιτέχνες του Πήγκαλς υπάρχει βεβαίως σε δεκάδες σωζώμενες φωτογραφίες από την εποχή εκείνη. Όμως, Ελένη μου, κάτι δεν πάει καλά: Το 1948 ανοίγει ο Χιώτης το Πήγκαλς, το ρεπορτάζ είναι σε εφημερίδες του 1916 και του 1907.

Το ίδιο λέει κι ένας άλλος συνομήλικός σου Νίκο:

//youtu.be/AgtvCOLrUqI

Κουίζ για μή συνομήλικους: Η Σκουφίτσα, τί ήταν;

.νώκιτκαλυφορπ ακράΜ :ησητνάπΑ

:019::019::019::019::019::019:

Η άλλη όψη στο 45άρι με τα νέα της Αλεξάνδρας. Στο μελοδραματικό ύφος της εποχής και μάλλον παρωχημένο στιχουργικά, αλλά με όμορφη μελωδία δείχνει την ευελιξία του Γιαννίδη που μπορούσε άνετα να κινηθεί και πέρα από τη λόγια μουσική και το ελαφρό τραγούδι γράφοντας λαϊκά ή έστω λαϊκότροπα τραγούδια.

Διάβασα το παρακάτω άρθρο στο ogdoo.gr. Φαίνεται πολύ ενδιαφέρον και σαν μαρτυρία, δίνει μια παραπάνω διάσταση στο τραγούδι “τα νέα της Αλεξάνδρας”.

«Αυτά λοιπόν τα νέα της Αλεξάνδρας…»

Με άρθρο που δημοσιεύθηκε στο Ogdoo.gr στις 6 Οκτωβρίου 2013 αναφέρθηκα στην ιστορία του τραγουδιού του Κώστα Γιαννίδη (ή Γιάννη Κωνσταντινίδη) «Τα νέα της Αλεξάνδρας», που ηχογραφήθηκε με τη φωνή του Βαγγέλη Περπινιάδη (και το χαρακτηριστικό ήχο με τα πούλια από το τάβλι στην εισαγωγή) και κυκλοφόρησε σε δίσκο 45 στροφών Parlophone το 1961.

Ήταν μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του λαϊκού ερμηνευτή και συγχρόνως μια από τις απρόβλεπτες συνεργασίες, με έναν συνθέτη που είχε ήδη μια μεγάλη διαδρομή στο χώρο του «ελαφρού» τραγουδιού.

Την αφορμή για εκείνη την αναφορά στα «Νέα της Αλεξάνδρας», την είχα πάρει από ένα σχόλιο του φίλου Αντώνη Ανδριανού στο facebook, που έλεγε τα εξής:

Πραγματική ιστορία είναι η Αλεξάνδρα. Τελικά την σκότωσε ο αδελφός της για να ξεπλύνει, όπως είπε, την ντροπή επειδή δεν ήταν φρόνιμη. Τον έβαλε, λένε, το σόι να το κάνει, γιατί δεν ξεπλενόταν εύκολα. Ο άνθρωπος αυτός το μετάνιωσε βέβαια, αλλά το φονικό είχε γίνει. Την ιστορία μου μετέφερε ένας φίλος, που έμενε τότε στην Αμφιάλη και εκείνα τα χρόνια ήταν κοντινό το γεγονός…

Λίγες ώρες μετά τη δίκη για τη δολοφονία της Ελένης Τοπαλούδη και τη συγκλονιστική αγόρευση από την εισαγγελέα της έδρας κυρία Αριστοτέλεια Δόγκα, ήρθε στο φως μια νέα ιστορία, που παρουσιάζει μια εντελώς διαφορετική εκδοχή για το τέλος της Αλεξάνδρας του τραγουδιού. Μια ιστορία που δημοσιεύθηκε από την Αργυρώ Μουστάκα Βρεττού στη σελίδα της στο facebook και που νομίζω πως είμαστε υποχρεωμένοι να δημοσιεύσουμε.

Ίσως 60 χρόνια μετά να είναι πολλά, αλλά ποτέ δεν είναι αργά για την αλήθεια και την αποκατάσταση της.

Η 18χρονη Αλεξάνδρα ήρθε στο Αιγάλεω από τη Μάνη για να μάθει ραπτική. Έμενε σε ένα σπίτι με συγγενείς της, τότε που στη γειτονιά είχε μόνο προσφυγικά σπίτια και πολλά δωματιάκια με κοινή αυλή.

Ήταν πολύ όμορφη. Δεν πήγαινε πουθενά αλλού, εκτός από το σπίτι, τη μοδίστρα και το περίπτερο.

Στο περίπτερο καθόταν με τη θεία μου τη Μαίρη, συνομήλικες τότε.

Αρραβωνιασμένη και ερωτευμένη, κάτι τη βασάνιζε αλλά φοβόταν να μιλήσει. Οι φίλες της όμως καταλάβαιναν.

Η σπιτονοικοκυρά της Ε., σχεδόν 80 πια, δε μπορεί να ξεχάσει την εικόνα με το κεφάλι της ανοιγμένο και τα μυαλά χυμένα στον τοίχο.

Έκανε πολλές απόπειρες να τη βιάσει ο θείος της, ο ίδιος ο αδερφός της μάνας της κι εκείνο το βράδυ, η Αλεξάνδρα, φαίνεται, αντιστάθηκε όσο ποτέ.

Της τίναξε τα μυαλά με το όπλο του.

Αν τώρα, στο 2020, υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που λένε για την Ελένη Τοπαλούδη, ότι προκάλεσε, ότι εκδιδόταν, αν τώρα πέφτουν ισχυρά μέσα να καλύψουν τους φρικτούς δολοφόνους της, για σκεφτείτε τότε; τότε που ακόμα τα εγκλήματα τιμής, ήταν καθημερινότητα.
Η Αλεξάνδρα δεν έπαιρνε σκονάκια με τον μπακάλη, δεν έβγαινε βόλτες, δεν ήξερε πράγματι τι θα πει άνδρας. Ούτε καν ήξερε πού είναι το «Ροζικλαίρ».

Η Αλεξάνδρα ήταν ένα φοβισμένο κορίτσι που νόμιζε ότι ο αρραβωνιαστικός της θα την έσωζε από το εφιάλτη που βίωνε καθημερινά.

Λένε ότι ο δολοφόνος ο ίδιος, ο θείος της δηλαδή, έγραψε τους στίχους και τους έδωσε. Για να μείνει στην ιστορία σαν πουτάνα.

Στ’ ορκίζομαι Βαγγέλη μου

Για κάτσε να τα πούμε;

Η Αλεξάνδρα δολοφονήθηκε από τον ανώμαλο θείο της. Και βιάζεται καθημερινά εδώ και μισό αιώνα κάθε φορά που ακούγεται αυτό το τραγούδι. Μπείτε και δείτε ακόμα τι σχόλια αφήνει ο κόσμος για την δολοφονημένη Αλεξάνδρα.

Κι αυτά είναι τα πραγματικά νέα της Αλεξάνδρας. –

Υ.Γ. ακόμα και τώρα, η θεία μου φοβήθηκε όταν της είπα ότι θα το γράψω. Έχουν περάσει εξήντα χρόνια κι ακόμα φοβάται να μιλήσει γι’ αυτό.

Πηγή:
https://www.ogdoo.gr/erevna/thema/ta-nea-tis-aleksandras-mia-nea-martyria-pou-sokarei

3 «Μου αρέσει»

οι εποχές αλλάζουν, η πατριαρχία μένει η ίδια… για να προσέχουμε τί στίχους τραγουδάμε ελαφρά τη καρδία.

Συναρπαστικό! Δεν μπορώ να ξέρω βέβαια τι είναι αλήθεια και τι όχι, αλλά έστω και σαν πιθανότητα, ποτέ δεν είχα σκεφτεί ότι ένα λαϊκό τραγούδι μπορεί να είναι γραμμένο εκ του πονηρού, για να διαβάλει κάποιον και να βγάλει λάδι κάποιον άλλο ο οποίος ούτε καν αναφέρεται μέσα.

Και φυσικά, μου έκανε τρομερή εντύπωση η φράση (αληθινή ή όχι) ότι η Αλεξάνδρα

1 «Μου αρέσει»

κάτι αντίστοιχο είχε βγει και για την “έλλη”, από απόγονο της έλλης σχεδόν έναν αιώνα μετά.

2 «Μου αρέσει»

@chrispanag έτυχε και διάβασα την εν λόγω ανάρτηση ελάχιστη ώρα μετά τη δημοσίευσή της στο fb. Εάν συνεχίσεις να διαβάσεις τα σχόλια θα δεις ότι περιγράφονται και άλλες εναλλακτικές ιστορίες.

Η αρχική ανάρτηση βρίσκεται εδώ.

Υπάρχουν πάντως κι άλλα τραγούδια παρόμοια που έμειναν στην ιστορία, όπως η “Έλλη” που είπε ο @liga_rosa (που γράφαμε μαζί) ή η “Ανδρονίκη” κλπ

2 «Μου αρέσει»

Το τραγούδι της Έλλης την καταδικάζει. Της Αντρονίκης παίρνει το μέρος της.

Για την Έλλη σαν να θυμάμαι αμυδρά την απόγονο να εμφανίζεται με πληροφορίες. Όχι όμως ότι το τραγούδι αλλοιώνει την ιστορία. Ίσως να τη διαστρεβλώνει λίγο για να υποστηρίξει αυτό που υποστηρίζει (ότι θέλει σκότωμα), όχι όμως τέτοια πλήρη αντιστροφή της αλήθειας όπως λέγεται για την Αλεξάντρα.

Για της Αντρονίκης, ακόμη περισσότερο δεν μπορώ να φανταστώ ότι υπάρχει αλλοίωση. Δηλαδή στην πραγματικότητα να έφταιγε η κοπέλα (όπως κι αν την έλεγαν) και το τραγούδι να προσπαθεί να την αθωώσει; Μπα, δε στέκει…

Και υπάρχει επίσης και το Κατερινιό. Από μνήμης νευσταζούσης:

Στη Μύκονο επάνω, μέσα στο …?
για ένα Κατερινάκι γίνεται φονικό.

Να σε σκοτώσω θέλω, σκύλα Κατερινιώ,
σε είδα που φιλιόσουν με τον Ζαμπιτιανό / Ζακυθιανό

Μη με σκοτώνεις άντρα, κι έχω μωρά παιδιά,
το ‘να …? και τ’ άλλο στην κοιλιά.

Και φυσικά ο Μενούσης.

Ας μαζέψω μερικές λοιπόν για να μην χαθούν στον κυκεώνα του Facebook:

  1. Από τη Μαρία Μαράκη

    Εχουν πει οτι το τραγουδι ητο ειρωνικο για κορη πολιτικου που το παιζε σεμνη κ ειχε πολλες σχεσεις την εκδοχη αυτη δεν την γνωριζα …

  2. Από τον Νίκο Θεοδωρακόπουλο

    Άσε που το Ροζικλαίρ το σινεμά ήταν στην 3ης Σεπτεμβρίου,πολύ μακριά για την εποχή.Σιγά μην πήγαινε κάποιος μέχρι εκεί για να την ψάξει

  3. Από τον Γιώργο Αλεξάτο

    Την εκδοχή που λες την έχω ακούσει, Αργυρώ, από τη μάνα σου το 2014. Το τραγούδι είναι γραμμένο από τον Κώστα Γιαννίδη (Κωνσταντινίδη) συνθέτη ελαφράς μουσικής μέχρι τότε (1961) και ήξερα πως γράφτηκε για μια Αλεξάνδρα που έμενε στην Αμφιάλη (συνοικία του Κερατσινίου). Τη δολοφόνησε ο αδελφός της λόγω “εκλύτου βίου”. Όπως και να 'χει, για δολοφονημένη γυναίκα πρόκειται. Και βέβαια, εδώ και δεκαετίες το τραγούδι αυτό αδυνατώ να το ακούσω.

    Στο σχόλιο αυτό έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον και οι απαντήσεις

    Δείτε τις απαντήσεις

    Κάντε δεξί κλικ πάνω στη φωτογραφία και “άνοιγμα σε νέα καρτέλα” για να δείτε μεγεθυμένη την εικόνα.

Και τώρα που το παρατηρώ λίγο καλύτερα, νομίζω ότι και της Αλεξάντρας το τραγούδι παίρνει το μέρος της.

Τι λέει ο πρόλογος:

Σ’ τ’ ορκίζομαι Βαγγέλη μου, για κάτσε να τα πούμε
στο τάβλι αυτό που παίζουμε, στο ούζο που θα πιούμε.

Δυο στερεοτυπικοί καφενόβιοι λένε στερεοτυπικά καφενόβιες κουβέντες. Αυτό δεν είναι υπονόμευση, εκ μέρους του στιχουργού, όσων ακολουθούν;

3 «Μου αρέσει»

δεν νομίζω… πιο πολύ σαν βεβαιότητα ασυλίας μου μοιάζει.
αυτό το τραγούδι ποτέ δεν μου άρεσε και το απέφευγα, μιλάει πολύ απαξιωτικά για την αλεξάνδρα και δεν μου ενέπνεε εμπιστοσύνη.

Ειδικά για την Έλλη πάντως, που το είχα ψάξει, ενώ κατά το τραγούδι «θέλει κρέμασμα, θέλει καραμανιόλα, που άφησε τον άντρα της και τα παιδιά της όλα», πέθανε στην Κοκκινιά στα χέρια των παιδιών της, που την υπεραγαπούσαν και τα υπεραγαπούσε.

2 «Μου αρέσει»

Μου φαντάζει εντελώς απίθανη αυτή η εκδοχή, την οποία διάβασα και εγώ και …προσπέρασα, είναι αλήθεια.

  1. Οι στίχοι του τραγουδιού περιγράφουν μια ιστορία, πιθανή, με ειρμό, με φωτογραφική ακρίβεια, θα έλεγα.
  2. Έπειτα, δέχτηκε ο Κ. Γιαννίδης στίχους από έναν άγνωστό του άνθρωπο ως δικούς του και γιατί, άραγε;
  3. θα συμφωνήσω με αυτό που λέει ο Περικλής, πιο κάτω:

Παραφιλολογία, μου θυμίζει!

3 «Μου αρέσει»

Απ’ ό,τι καταλαβαίνω, το τραγούδι (ίσως με άλλη μελωδία) κυκλοφορούσε ήδη προφορικά. Ναι μεν κάποιος το είχε γράψει, αλλά είχε ήδη γίνει κοινό κτήμα. (Δεν είδαμε σε κάποιο από τα παραπάνω μηνύματα ότι είχε μουσικούς που το έπαιζαν με άλλα λόγια επειδή το ήξεραν προφορικά και όχι δισκογραφικά;)

Το κομμάτι όπως το ξέρουμε κυκλοφορεί με τη φωνή του Στράτου Παγιουμτζή το 1960. Εάν θεωρήσουμε ότι η θεία της Αργυρώς (Βρεττού) ζει και είναι 80, όπως μας πληροφορεί η ίδια και το γεγονός έγινε πριν 60 χρόνια, οριακά είμαστε τη σωστή χρονολογία.
Για να υπάρχει λοιπόν το κομμάτι πριν το γράψει ο Γιαννίδης με άλλη μελωδία, από πιο πάλια και μάλιστα να ήταν γνωστό, σημαίνει ότι το γεγονός φεύγει ακόμα πιο πίσω και κατά πολύ.
Επομένως ξεκινούν οι αμφιβολίες είτε για τον Γιαννίδη είτε για το γεγονός το ίδιο.

Ελπίζω να μη σας μπέρδεψα με τον τρόπο που ξεδίπλωσα απλά μια σκέψη μου … :wink:

1 «Μου αρέσει»

Μ’ αρέσει αραιά και πού να το παίζω ντετέκτιβ, εδώ πάντως δεν τσιμπάω με τίποτα. Ας κάνουν όπως θέλουν, δεν με ελκύει το θέμα…