Συζήτηση για το "γιαφ - γιουφ"

Αυτό λέει ο Παξινός. Ο Παξινός φαίνεται, από αυτό το σύντομο παράθεμα (#1), να ξέρει τι λέει.

Παρά ταύτα επιμένω να θεωρώ πιθανότερο ότι το μεν γιουφ είναι η ντουμανότρυπα, η δε άλλη τρύπα, για το τραβηχτό, δεν έχει ολωσδιόλου όνομα. Μην ξεχνάμε ότι υπάρχει και στην κορυφή της καρύδας άλλο άνοιγμα, και ούτε αυτό έχει όνομα.

Τις δύο κύριες τρύπες της καρύδας, μία για το σέρι και τον λουλά και μία για το τραβηχτό, ούτε τις βλέπει ο χρήστης ούτε κάνει τίποτε μ’ αυτές. Είναι απλώς υποδοχές για καλάμια, τα οποία είναι σφηνωμένα εκεί μέσα σχεδόν μόνιμα. Μόνο όταν αποσυναρμολογείται ο ναργιλές (για καθάρισμα μετά τη χρήση) εμφανίζονται. Γι’ αυτό δε θα με εξέπληττε να μην έχουν όνομα: πόσο συχνά θα χρειαστεί να αναφερθεί κανείς σ’ αυτές; Ούτε στη σύγχρονη ορολογία του ναργιλέ φαίνονται να έχουν όνομα, σύμφωνα με τη φτγρ πιο πάνω. (Και σε άλλες περιπτώσεις, η υποδοχή όπου στερεώνεται ένα εξάρτημα συναρμολογούμενης κατασκευής δεν έχει κατ’ ανάγκην ειδικό όνομα.)

Αντίθετα η ντουμανότρυπα είναι γυμνή, ορατή, και έτσι ακριβώς χρησιμοποιείται. Πάντα θα τύχει κάποιος πρωτάρης να μην ξέρει ότι πρέπει να την κλείνει και να του το εξηγήσουν: το όνομα της είναι απαραίτητο.

Αυτά εναντίον της άποψης ότι γιουφ=η υποδοχή του τραβηχτού.

Τώρα, υπέρ της άποψης ότι γιουφ=ντουμανότρυπα συνηγορούν οι άλλες σημασίες της λ. «γιουφ»: αφενός το γιουφ του μπαγλαμά, που είπαμε ήδη ότι μοιάζει με την ντουμανότρυπα και όχι με την άλλη τρύπα. Αφετέρου το «γιουφ» - μυτιά (ηρωίνης ή άλλου ναρκωτικού που ρουφιέται με τον ίδιο τρόπο), πιο κοντά μού φαίνεται να είναι στη χρήση της ντουμανότρυπας, που όταν την ανοίξεις χρησιμεύει στο απότομ ρούφηγμα των ντουμανιών μέσα στην καρύδα, παρά στη χρήση της τρύπας για το τραβηχτό, η οποία δε χρησιμοποιείται η ίδια, άμεσα και ορατά, για ρουφηξιές, παρά μόνο ως υποδοχή για το τραβηχτό.

Από τον Βαμβακάρη μέχρι τον Στριγγάρη, με ενδιάμεσους σταθμούς άλλα αστυνομικά και λοιπά συγγράμματα και πηγές, η ντουμανότρυπα λέγεται “ντουμανότρυπα”, χωρίς πρόβλημα κατανόησης από τον αρχάριο (ενώ αν του έλεγες “γιουφ” την ντουμανότρυπα μάλλον θα σε κοίταζε ενεός…)

Κατά τη γνώμη μου όσον αφορά το σκέτο «γιούφ», το λήμμα καλό είναι να διαμορφωθεί ως εξής:

Γιουφ:

1)χαρτί ή άλλο υλικό, που τυλίγεται σαν σωλήνας, μέσω του οποίου γίνεται η λήψη ναρκωτικής ουσίας

2)τρύπα σε μία πλευρά του ναργιλέ, από όπου περνάει το καλάμι

Εννοείς Άνθιμε ότι έχεις βρει πολλά κείμενα που να λένε την ντουμανότρυπα «ντουμανότρυπα» και κανένα που να τη λέει «γιουφ»;

Εντάξει, αυτό είναι σίγουρα ένα επιχείρημα. Έχεις βρει όμως και κείμενα που να λένε την τρύπα υποδοχής του καλαμιού «γιουφ»;

Η δική μου εντύπωση είναι ότι κάπου το έχω διαβάσει, παλιά, ότι «ντουμανότρυπα»=«γιουφ». Δεν μπορώ να θυμηθώ πού, πιθανότατα σε κανέναν Πετρόπουλο (Άγιο χασισάκι;) ή Τσιφόρο ή σε κάποιο παλιό λεξικάκι της αργκό - πάντως όχι σε πρωτογενή πηγή.

Αυτό το λεξιλόγιο δεν προορίζεται να γίνεται άμεσα κατανοητό. Στον αρχάριο, αν του πεις γιουφ εννοώντας οτιδήποτε, εξίσου ενεός θα σε κοιτάξει. Όπως και αν του πεις λουλάς, τραβηχτό, θανάσης, μη δίνεις το γραμματόσημο της κυρά-Μαρίας κλπ.

Ε, πού αλλού θα το είχες διαβάσει; (“Ρεμπέτικα τραγούδια” σελ. 14 και επανάληψη ΄προς εμπέδωσιν στο “Άγιο χασισάκι”)…

Έχει στραβώσει κόσμο και ντουνιά ο τζες ο Ηλίας -και όχι μόνο: όσο ήταν εν ζωή και του υποδείκνυαν πανταχόθεν τα μύρια όσα λάθη και ανακρίβειες στα “Ρεμπέτικα τραγούδια”, εκείνος πετροπούλειο αγρό αγόραζε και δεν σεβόταν καν τους τόσους αγοραστές του
πανάκριβου “Ευαγγελίου” του.

Δεν διόρθωσε ποτέ τίποτα!

Από εδώ και για καμιά 10ριά μηνύματα έχει ξαναγίνει η συζήτηση, και είναι εν πολλοίς η ίδια. Μεταξύ άλλων έχει κι εκεί το παράθεμα του Ψευδοπαναγιωτάκου για την ντουμανόπορτα, φωτογραφία από το γιουφ του μπαγλαμά, και παραδείγματα χρήσης της λ. γιουφ με την πρεζάκικη έννοια.

Οκέι λοιπόν, άμα είναι του Πετρόπουλου ν’ αφήσω το καλάθι μου να πιάσω μικρότερο. Άλλες πηγές, που να λένε ότι γιιουφ είναι η άλλη τρύπα, έχουμε; (Εκτός από αυτή τη μία, εντάξει, την είδαμε αυτήν.)

Δεν έχω δει άλλη πηγή για αυτό. Όλες οι πηγές που έχω υπόψη απλώς λένε τη ντουμανότρυπα “ντουμανότρυπα”

Τώρα, όσον αφορά παραπεμπόμενους “ψευδοπαναγιωτάκους”, ε, ας “στολίζει” και αυτός τον γαλαξία του διαδικτύου. Απλώς, αν του κάνανε τέτοιο χουνέρι όσο ζούσε, αυτός ο Πειραιώτης τζες θα κατρακύλαγε στην “κατώγα” τους δράστες για τα περαιτέρω! :joy:

Άρα, για να βεβαιωθώ ότι το κατάλαβα σωστά:

Οι μοναδικές εντοπισμένες πληροφορίες ότι «γιουφ» είναι κάτι σχετικό με τον ναργιλέ είναι αυτές οι τρεις;

  • (Παξινός) «γιουφ» = η υποδοχή του καλαμιού
  • (Ψευδοπαπαδάκος) «γιουφ» ή «ντουμανόπορτα» = η ντουμανότρυπα
  • (Πετρόπουλος) «γιουφ» ή «ντουμανότρυπα» = η ντουμανότρυπα

Νομίζω ότι σ’ αυτή την περίπτωση το λήμμα θα πρέπει να δίνει τις άλλες, πιο σίγουρες έννοιες, και εν υποσημειώσει να αναφέρει και κάτι του τύπου: «Ως γιουφ αναφέρεται και μία από τις τρύπες του ναργιλέ, άλλοτε η τάδε (πηγή) και άλλοτε η δείνα (πηγή)».

Α, και βέβαια κάτι που πρέπει να τονιστεί είναι ότι τόσην ώρα συζητάμε για το «γιουφ», όχι για το «γιαφ-γιουφ».


Ξέχασα να ρωτήσω πριν: ο Στριγγάρης ποιος είναι;

Αυτό είναι το παράθεμα από τον Ψευτοπαναγιωτάκο

Και αυτό είναι το αυθεντικό παράθεμα από τα "Ρεμπέτικα “τραγουδια”:

«….στο επάνω μέρος του αργιλέ υπάρχει το γιουφ, ή, ντουμανότρυπα , είναι μια μικρή οπή που στο φουμάρισμα την κλείνουν με το δάχτυλο για να εξισορροπούν οι πιέσεις…»


Ο ψυχίατρος Μ. Στριγγάρης έχει γράψει την κλασική διατριβή “Χασίς” (1937)

1 «Μου αρέσει»

Έκτακτα. Είχα μόλις αρχίσει να ψάχνω από πού προέκυψε αυτή η περίεργη λέξη, η ντουμανόπορτα, και κόντευα στο συμπέρασμα ότι είναι συνδυασμός Πετρόπουλου με σπασμένο τηλέφωνο. Τώρα Άνθιμε το αποδεικνύεις απτά.

Άρα τελικά υπάρχει μία (1) πληροφορία ότι γιουφ είναι η ντουμανότρυπα, και άλλη μία (1) ότι είναι η υποδοχή του τραβηχτού. Και καμία άλλη που να συνδέει τη λέξη με την ονοματολογία του ναργιλέ, πόσο μάλλον που να διευκρινίζει τι δεν είναι το γιουφ.

Δύο πληροφορίες. Η μία αδιασταύρωτη, και προερχόμενη από σεσημασμένο ανακριβολόγο. Η άλλη απλώς αδιασταύρωτη. Και οι δύο λοιπόν αμφίβολες (απλώς η μία πιο πολύ).

Παρά ταύτα, έχουμε δύο αλληλοδιασταυρούμενες πληροφορίες ότι γιουφ είναι κάποια από τις τρύπες του ναργιλέ! Αυτό με αποτρέπει από το να απορρίψω άμεσα και τις δύο.

1 «Μου αρέσει»

Δεν μπορεί κανείς να αντιπαραβάλει ακόμα και για πλάκα τον Παξινό (τον σουπερ τζε της αστυνομίας με το κλασικό εν λόγω εγχειρίδιο από το 1940) με τον Η. Π …

Όποιος ανοίξει το βιβλίο του Παξινού, βλέπει πως ό,τι γράφει τα ξέρει πιο καλά ακόμα και από τους ίδιους…

Αφού το λες. Εγώ δεν τον ήξερα.

Η ντουμανόπορτα αναφέρεται και εδώ:

«…ΝΑΡΓΙΛΕΣ:
Ήταν από καρύδα (την έκοβαν και έβγαζαν από μέσα το φαί της , βάζανε καλάμι. Φτιάχναν την ντουμανόπορτα, το σερί ), από σταμνάκι, από τενεκέ του γάλακτος, από πέτρα, από τούβλο (σκαλιστό σαν φλιτζανάκι), ναργιλέδες από γυαλί δεν υπήρχαν, αυτοί υπήρχαν στα καφενεία…»

Έχω την εντύπωση πως η ντουμανόπορτα είναι μια άλλη ονομασία της ντουμανότρυπας.

Γιουφ είναι η οπή που ανοίγεται στο ναργιλέ για το καλάμι [ή τραβηχτό] που χρησιμοποιείται για το κάπνισμα.
Σέρι είναι ο κάθετος σωλήνας
Και ντουμανότρυπα / ντουμανόπορτα είναι η άλλη οπή που ανοίγεται.

Στον παρακάτω σύνδεσμο, έχει αρκετές πληροφορίες και εικόνες:

Πάντως, αναφορά στο γιουφ /γιούφι γίνεται και στις ημέρες μας και με επεξηγήσεις για να καταλαβαίνουν όλοι, π.χ.:

“…ο συλληφθείς κατείχε ποσότητα κάνναβης και ένα αυτοσχέδιο μεταλλικό σωλήνα εισπνοής ναρκωτικών ουσιών (γιούφι), τα οποία κατασχέθηκαν…”

Δύο ευρήματα βγάζει το Γκουγκλ για την ντουμανόπορτα (αν εξαιρέσουμε το φόρουμ): αυτό το κείμενο που παρέθεσες Ελένη, και τον Ψευδοπαναγιωτάκο. Και τα δύο αναπαράγονται σε μερικά σάιτ.

Αυτό εδώ είναι πολύ προχειρογραμμένο. Λογικά πρέπει κι αυτό να είναι κακοαντιγραφή από τον περιβόητο τζε.

Η ντουμανόπορτα / ντουμανότρυπα ούτως ή άλλως δεν ενδιαφέρει το γλωσσάρι, καθώς δεν απαντά σε κάποιο ρεμπέτικο.

Ας προχωρήσουμε στη σύνταξη ενός λήμματος για το γλωσσάρι.

Φως φανάρι…
Πώς δεν γράψαν και “μπαλκονόπορτα” απορώ…

Το λήμμα δεν θα περιέχει και τη λέξη “γιουφ” σκέτη;
Αν ναι, δεν θα πρέπει να διευκρινιστεί εάν το γιουφ= ντουμανότρυπα ή όχι;

Πώς δεν ενδιαφέρει σε αυτή την περίπτωση το Γλωσσάρι;

1 «Μου αρέσει»

Είχα δώσει παραπάνω μια απάντηση:

Αυτό δεν είναι πολύ σαφές. Όλος ο ναργιλές, άρα και όλα τα μέρη του, για κάπνισμα χρησιμοποιούνται.

Άσ’ το σκέτο «το καλάμι [ή τραβηχτό]». Όποιος δεν καταλαβαίνει, μπορεί να το βρει κι αυτό στο γλωσσάρι, ή αλλιώς να το προσθέσουμε.

Συγκεκριμένα όμως, το καλάμι ή τραβηχτό ή όπως αλλιώς λέγεται χρησιμοποιεί ο χρήστης, όχι ολόκληρο το ναργιλέ.