Ρεμπέτικο και προσφυγιά

Χαίρετε και πάλι! Θέλω να θέσω ένα θέμα προς συζήτηση, το οποίο με απασχολεί τελευταία.
Λοιπόν, κοινώς αποδεκτό νομίζω, το γεγονός ότι μεγάλο ρόλο στην εξέλιξη του ρεμπέτικου, τις δεκαετίες του '20 και του '30, έπαιξαν οι μικρασιάτες πρόσφυγες από την ανταλλαγή πληθυσμών.
Δεύτερο γεγονός, οι στίχοι των ρεμπέτικων ασχολούνται εκτενώς με τις κακουχίες και της δυσκολίες της ζωής, συγκεκριμένα δε αναφέρεται συχνά η ξενιτιά.
Παρ’όλα αυτά: οι αναφορές στην προσφυγιά συγκεκριμένα και στον “μεγάλο ξεριζομό” είναι από ελάχιστες εώς ανύπαρκτες- τουλάχιστον εξ’όσον γνωρίζω εγώ. Οι μικρασιάτες μουσικοί πολύ συχνά φέρνουν μαζί τους τις μελωδίες τους, βρίσκουμε άφθονες παραλλαγές ή επανεκτελέσεις παραδοσιακών μικρασιατικών τραγουδιών. Δε γνωρίζω όμως περιπτώσεις αναφοράς στις “χαμένες πατρίδες”, κάτι το οποίο ήταν κοινός τόπος σε πολλές μορφές τέχνης τουλάχιστον από το '30 και μετά και παραμένει της μόδας μέχρι και σήμερα (βλ. Σμυρνέικα Τραγούδια του Θαλασσινού και τα αμέτρητα που έχει βγάλει ο Νταλάρας).

Πώς το βλέπετε αυτό το θέμα; Εγώ προς το παρόν δυσκολεύομαι να βγάλω κάποιο συμπέρασμα.

Θα έλεγα πως γενικά η Τέχνη σε όλες της τις μορφές (και όχι μόνο το τραγούδι *) δεν απέδωσε στην έκταση που θα της ταίριαζε τη μικρασιατική καταστροφή.

Οι εξηγήσεις που μπορούν να δοθούν, πολλές…
Τα βιώματα των προσφύγων ήταν τόσο τραγικά που ξεπερνούσαν το ανθρώπινο μέτρο, ήταν αδύνατο κάποιος να τα αντικρίσει κατά πρόσωπο.

Λειτούργησε ίσως εδώ και η συλλογική (όλου του ελληνισμού, όχι μόνο των προσφύγων) απώθηση της ήττας και του πόνου;

Ήταν και ο φόβος από τα οξυμένα πολιτικά πάθη που λειτουργούσαν διχαστικά, μαζί και ο φόβος του χαρακτηρισμού ως «εθνικιστή» κάποιου που θα επιχειρούσε να τα αναμοχλεύσει;

Υπήρχε επίσης και η – γενικά – «προσεκτική» πολιτική απέναντι στη γείτονα, η προσπάθεια οικοδόμησης μιας φιλίας στηριγμένης στη λήθη του παρελθόντος ή στην αποσιώπηση τέτοιων τραγικών γεγονότων.

Για την πρώτη γενιά των προσφύγων ήταν επιτακτική η ανάγκη επιβίωσης, άλλωστε για μια ψύχραιμη αποτίμηση του παρελθόντος πρέπει πάντα να περνά ένα εύλογο χρονικό διάστημα, να υπάρξει η αποστασιοποίηση από τα γεγονότα, να καταλαγιάζονται τα πάθη.

Μην ξεχνάμε άλλωστε πως πριν καλά καλά καταλαγιάσει και αυτός ο πόνος, ήρθαν και άλλα γεγονότα να αναταράξουν τα νερά, νέες περιπέτειες προστέθηκαν στον ελληνισμό, έτσι που οι παλιότερες απωθούνταν στο συλλογικό μνημονικό…

[* με εξαίρεση ίσως το μυθιστόρημα ]

Τον πρώτο καιρό σίγουρα δεν ήταν κάτι το οποίο απασχόλησε πολλούς καλλιτέχνες. Ας μην ξεχνάμε ότι μέχρι το 1930 οι πρόσφυγες ζούσαν με την ελπίδα ότι θα επέστρεφαν στα σπίτια τους. Νομίζω όμως ότι στις μετέπειτα δεκαετίες άρχισε να παίρνει αρκετή έκταση το θέμα.
Το γεγονός με εκπλήσσει βασικά για δύο λόγους. Κατ’αρχή γιατί είναι γνωστό ότι οι Μικρασιάτες διατήρησαν πολύ έντονα την ταυτότητά τους για πολλές γεκατίες (για όποιον ενδιαφέρεται, εξαιρετικό το βιβλιο της Ρενέ Χίρσον Κληρονόμοι της Μικρασιατικής Καταστροφής) και δεν το έκρυβαν- χαρακτηριστικότατα παραδείγματα οι προσφυγικοί αθλητικοί σύλλογοι.
Δεύτερον, το ρεμπέτικο, ως κατ’εξοχήν λαϊκό τραγούδι (στην αρχή τουλάχιστον), και με δεδομένο ότι συχνότατα πραγματευόταν πολύ παραπλήσια θέματα, θα περίμενε κανείς να είναι πρόσφορο πεδίο για μια τέτοια έκφραση.

Τι να πρωτοθρηνήσει, ποιον καϋμό να πρωτοψαλλει το λαϊκο τραγούδι;;;;

Μια σημείωση: μόλις ανακάλυψα την Προσφυγοπούλα του Τούντα, που είναι το μόνο κομμάτι που ξέρω με τόσο σαφή αναφορά στη Μικρασιατική Καταστροφή:

Γύρνα προσφυγοπούλα ξέχνα την συμφορά
και στα παλιά λημέρια θα πάμε μια φορά
Στην έμορφη μας Σμύρνη που ζήσαμε παλιά
και 'κει γλυκιά μου αγάπη θα ζούμε με φιλιά

Είναι κάμποσα τα τραγούδια αυτού του περιεχόμενου. Σε σχέση με το σύνολο βέβαια είναι ελάχιστα. Από μνήμης μου’ ρχεται το “προσφυγάκι”:
Εγώ είμαι προσφυγάκι, σας το λέω
που με διώξαν απ’ τη Σμύρνη κι όλο κλαίω,
πότε φτώχεια, πότε πλούτη
έμαθα και παίζω ούτι
στο καφέ-αμάν
οχ αμάν αμάν.

Είναι αρκετά τα ραγούδια παιδιά. Βέβαια το “αρκετά”, τώρα που το σκέφτομαι, ας μην το βάλουμε και σε κανένα μέτρο. Από μνήμης μόνο τώρα, μια που είναι και αργά και δεν λειτουργεί και τόσο καλά το…μηχάνημα, “Σαν της Σμύρνης το γιαγκίνι”, “Σμύρνη με τα Περίχωρα” και ας μην μας διαφεύγει ότι υπάρχουν και τραγούδια που δεν πέρασαν στην δισκογραφία της εποχήςς εκείνης, αλλά αργότερα.
Σίγουρα κάποιοι συ-ν-φορουμίτες θα έχουν υπ’ όψη τους και τίτλους και άλλα στοιχεία .

“Υης Σμύρνης το γιανκίνι” δεν είναι για τη Μικρασιατική Καταστροφή, είναι παλιότερο. Αναφέρεται σε κάποια μεγάλη πυρκαγιά. Απλά μάλλον το τραγουδούσαν κάποιοι αλλάζοντας τους στίχους, προσαρμόζοντάς το στην μικρασιατική καταστροφή.
Ο Ρούκουνας π.χ. έλεγε τη δεκαετία του '70:
“…κάηκε κι έγινε στάχτη
κι έβγαλ’ ο Κεμάλ το άχτι”.

Δεκαετία του '70; Αν το έγραψες σωστά τότε μάλλον επιβεβαιώνει την εντύπωση μου ότι οι αναφορές έγιναν πιο τακτικές αργότερα.
Ευχαριστώ παιδιά για τις υποδείξεις. Έχουμε κι άλλες;

Να θυμηθούμε και τον δίσκο που κυκλοφόρησε το 1972, και σε Cd το 1988, “Ο Αγιος Φεβρουαριος”. ΔΗΜΟΣ ΜΟΥΤΣΗΣ και ΜΑΝΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ οι δημιουργοί και ο Δημήτρης Μητροπάνος με την Πετρή Σαλπέα ερμηνεύουν αυτά τα σπουδαία τραγούδια. :088:

Να προσθέσω ότι υπάρχουν και δημοτικά ή δημοτικίζοντα τραγούδια με θέμα τη μικρασιατική καταστροφή, πολλά από τα οποία διασώθηκαν στο αρχείο Μερλιέ.

        “...Κακό μεγάλο γένηκε
       στης Σμύρνης την ακρογιαλιά
       στης Πούντας το λιμάνι..."

     "... ’ξήντα καράβια βούλιαξαν
       κι εξήντα δυο βαρκούλες.
      γέμισ’ η θάλασσα κορμιά..."

«…Σήμερα έβαλαν φωτιά στη ματωμένη Σμύρνη,
σήμερα εκρεούργησαν της Σμύρνης το Δεσπότη,
σήμερα επυρπόλησαν τους Έλληνες της Σμύρνης…»

«…Τσεσμέ Βουρλά κι Αλάτσατα και Κάτω Παναγία,
χάθηκαν οι λεβέντες σας δεν έμεινεν ελπίδα.
Στ Αλάτσατα ο ντουσεμές ήταν όλο λιλάδια,
είχε κορίτσια όμορφα και άντρες παληκάρια…»

“…Εσείς βουνά της Άγκυρας και της Μικράς Ασίας,
Ποτέ να μην ανθίσετε, ποτέ μη λουλουδίστε
Με το κακό που πάθαμε στις δεκατρείς τ’ Αυγούστου.
Γιόμισαν τα βουνά κορμιά κι οι κάμποι παλικάρια.
Κι άλλα παιδιά ‘ν’ αιχμάλωτοι και άλλα ‘ναι λαβωμένα.
Κι ένα παιδί απ’ τον τόπο μας άλλων παιδιώνε λέει:
Βλέπω κι ετοιμαζόσαστε στον τόπο μας να πάτε,
Τουφέκι να μην ρίξετε, τραγούδι μην ειπείτε,
Κι αν σας ρωτήσει η μάνα μου κι ο δόλιος μου πατέρας,
Πέστε τους πως παντρεύτηκα εδώ μες την Τουρκιά,
Την πλάκα πήρα πεθερά, τη μαύρη γη γυναίκα,
δυο κυπαρίσσια αγκαλιά στο μνήμα μου απάνου…”

Από τα νεότερα ας θυμηθούμε και το δίσκο “Μικρά Ασία”, σε στίχους Πυθαγόρα και μουσική Καλδάρα.
(Κρίμα που τελικά δεν τα τραγούδησε ο Καζαντζίδης…)

Ένα ξεχωριστό τραγούδι του Καλδάρα από τον αγώνα επιβίωσης των ξεριζωμένων.
“Πέτρα πέτρα χτίσαμε”:

“Πέτρα πέτρα χτίσαμε μια φτωχή γωνιά
τη ζωή μας κλείσαμε μες την Κοκκινιά
δάκρυ δάκρυ φτάσαμε ως τη λησμονιά
τι είμασταν ξεχάσαμε μες την Κοκκινιά
Μα το βράδυ που ‘ρχεται τ’ όνειρο μας παίρνει
στην Πέργαμο μας φέρνει και στο Μαρμαρά
Δρόμο δρόμο βρήκαμε χώμα και νερό
απ’ τον πόνο βγήκαμε κι από το χαμό
συννεφάκια αρμένισαν σ’ άλλους ουρανούς
τα παιδιά μας γέννησαν κόρες κι εγγονούς
Μα το βράδυ που ‘ρχεται τ’ όνειρο μας παίρνει
στην Πέργαμο μας φέρνει και στο Μαρμαρά”

Χαρηκα πολύ που βρήκα αυτό το θέμα που ποτέ δε θίγεται. Συμφωνώ απόλυτα με όσα γράφετε και θέλω να προσθέσω μερικά ακόμα.
Τον τελευταίο χρόνο, κάνοντας συνεχείς καταδύσεις στα μικρασιάτικα τραγούδια, άρχισα σιγά-σιγά να ακούω και να καταλαβαίνω πως θέλουν “ξεκλείδωμα”.
Είμαι παιδί μικρασιάτικου σογιού που αποτελούνταν από μία αδερφή και έξη αδέρφια. Ποτέ μα ποτέ, δε θυμάμαι να άκουσα ή να μου είπαν μιά έστω κουβέντα γιά τη Σμύρνη απ΄όπου έρχονταν. Είναι μιά πολύ μεγάλη κουβέντα, θα πω μονάχα πως με μεγάλωσαν με ταχταρίσματα και τραγούδια που έρχονταν απο κεί, αλλά ποτέ δε μου το ανέφεραν. Μόλις πριν δυό μήνες, τυχαία ανακάλυψα ότι το “Όταν θα πάω κυρά μου στο παζάρι θε να σου πάρω…” είναι μικρασιάτικο.

Μέσα στα τραγούδια που έγραψαν εδώ ανέπτυξαν ένα είδος, ας πούμε, “κρυφής” και διφορούμενης γλώσσας που τα νοήματά της τα καταλάβαιναν μόνο αυτοί. Οι γηγενείς δεν ενδιαφέρονταν, δεν υποψιάζονταν, δεν ενδιαφέρονταν να υποψιαστούν. Ένα χτυπητό παράδειγμα είναι η λέξη “ξενητιά”. Στις συντριπτικά περισσότερες περιπτώσεις εννοούν την Ελλάδα. Στο πολύ γνωστό και καλοπουλημένο τραγούδι του Μήτσου Ατραϊδη “Τα έρημα τα ξένα”, ξένα είναι η Ελλάδα. Ακούστε το, μ΄αυτόν ή την τρομερή Μηττάκη και θα με δικαιώσετε. Στο τραγούδι “Κάθε βράδυ στις ταβέρνες” με τη Ρίτα Αμπατζή, συμβαίνει ακριβώς το ίδιο, πολύ πιό καθαρά. Εκφράσεις σαν “τα χρόνια τα καλά”, “τα πρώτα”, “τα χρόνια τα παλιά”, αναφέρονται στη ζωή στη Μικρασία. Υπάρχει αφθονία τέτοιων τραγουδιών, υπάρχει άφθονη έμμεση ειρωνία, κοροϊδία κλπ.

Οι λόγοι που τα κάλυπταν ήταν πολλαπλοί. δε τους κυνηγούσε άμεσα κανείς, αλλά δε θέλαν επιπλέον προβλήματα κα αν το τραγούδι είχε διπλό νόημα, λειτουργούσε και γιά τους ντόπιους και ο δίσκος πουλούσε περισσότερο. Αυτοί που ήταν να καταλάβουν, καταλάβαιναν. Μετά, έρχονται οι μηχανισμοί απώθησης του τραύματος κλπ., πράματα που θίξατε.

Οπωσδήποτε ήταν ένας κόσμος διαφορετικός και “κλειστός” απέναντι στους ντόπιους, γιά διάφορους πρακτικούς και ψυχολογικούς λόγους. Δεν ήθελαν και δε “καταδέχονταν” ανοιχτές παρτίδες γιατί δε τους εμπιστεύονταν, αποκόμισαν κακές εμπειρίες κλπ.

Ακούστε το τρ. “Σαν είσαι μάγκας και και νταής” του Μάρκου και προσέξτε ότι η Ρίτα, στη μοναδική συνεργασία μαζί του, τον αγνοεί ολοκληρωτικά, ενώ χαιρετάει τον Τρίμη.

Με όλ΄αυτά και πολλά άλλα καταγίνομαι στα blogs μου:

www.elkibra-rebetiko.blogspot.com
www.elkibra-rebetiko2.blogspot.com
www.elkibra-Nouros.blogspot.com
www.elkibra-Ritaabadzi.blogspot.com
www.elkibra-rebetisses.blogspot.com
www.elkibra-lexicon.blogspot.com
www.elkibra-sofiaabadzi.blogspot.com

Να είστε καλά
Κώστας Λαδόπουλος (elkibra)

Αρχικά, να επισημάνω τον εκπληκτικής συγκινησιακής φόρτισης στίχο που αναφέρει και η Ελένη

Τσεσμέ, Βουρλά κι Αλάτσατα και κάτω Παναγία, χαθήκαν οι λεβέντες σας, δεν έμεινεν ελπίδα

που προστέθηκε στο τραγούδι Αλατσατιανή όταν πιά οι πρώην κάτοικοι της Ερυθραίας ήταν στην προσφυγιά.

Αυτό το «δεν έμεινεν ελπίδα» νομίζω ότι φωτίζει αρκετά το ψάξιμο για τους λόγους της ολοφάνερης αποσιώπησης των σχετιζομένων με τις χαμένες πατρίδες στα τραγούδια: η πικρή συνειδητοποίηση ότι όλα χάθηκαν, δεν θα υπάρξει επαναφορά όπως π.χ. σε εκείνο το ελπιδοφόρο «πάλι με χρόνους, με καιρούς, πάλι δικά μας θα ʽναι» που είχε βασιστεί στα πρόσφατα, τότε, γεγονότα της Άλωσης από τους Φράγκους και της επανάκτησης της Βασιλεύουσας.

Βεβαίως και αναπτύχθηκε ένας κώδικας μεταξύ των Μικρασιατών προσφύγων, που αφορούσε μόνο τους ίδιους και όχι τους Ελλαδίτες, που το μόνο που τους είχε πειράξει ήταν ότι δεν μπήκε νικηφόρος ο Ελληνικός Στρατός στην Κωνσταντινούπολη και χάθηκε το όραμα των «δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών», και βεβαίως όχι το δράμα των προσφύγων.

Δεν νομίζω όμως ότι ο χαιρετισμός της Ρίτας στον Τρίμη είχε την αιτία που υπαινίσσεσαι, Κώστα, μάλλον για τυχαία έμπνευση της στιγμής το βλέπω. Ήταν και γνωστή η συμπάθεια του Μάρκου για τους πρόσφυγες.

Υ.Γ. Δηλαδή, Γιαγτζόγλου ήταν το όνομα του σογιού σας, Κώστα;

Νίκο, σ΄ευχαριστώ που απάντησες για τη λεπτομέρεια. Κανείς ποτέ δε μου ανάφερε ότι μπορεί να λεγόμασταν Γιαγτζόγλου. Είχα ακούσει απ΄τον παππού μου ότι τον λέγανε Λαδά, αλλά υπήρχε το επίθετο Λαδόπουλος στη Σμύρνη, όπως ξέρεις.

΄Εχω περάσει χοντρά μέσα από το Μάρκο, όπως όλοι μας. Τον έχω πιά βάλει σε κάποια πίσω δωμάτια του μυαλού μου. Τον έχω ψάξει μέσα από χιλιάδες διασταυρώσεις ακουσμάτων, πληροφοριών, γραφτών και γνωμών. Εκτιμώ πάρα πολύ όσα έχει πει. Κανείς άλλος δε τόλμησε να ξανοιχτεί τόσο.Έχω κοιτάξει όμως και πίσω απ΄ τα λόγια του και βρήκα πολλά σκιερά πράγματα. Όπως και νά΄ναι, δεν εμπλέκομαι πιά σε κουβέντες γι αυτόν, απλά τον θεωρώ σπουδαίο.

Το ότι είναι ο μόνος που αφιέρωσε πέντε συμπαθητικές σκέψεις γιά τους πρόσφυγες, δεν αρκεί πιά γιά να με πείσει ιδιαίτερα. Όλοι του πειραιώτικου τους αγνόησαν, σα να μην υπήρξαν, σα νά΄ταν οπτασίες που εξατμίστηκαν. Κολλάω σε λεπτομέρειες που δε κολλάν άλλοι. Το ότι ο Μάρκος έγραψε κάμποσα τραγούδια με τη Φωφίτσα Αμπατζή-Καρίβαλη, συνεργάστηκε μαζί της στο πάλκο και δε “θυμάται” τ΄όνομά της, αλλά την αναφέρει σαν “η αδερφή της Ρίτας”, μου λέει. Ο Μάρκος είχε μνήμη. Μπορεί να μην ήταν σα του Μπίνη, είχε όμως.

Τη Ρίτα την Αμπατζή την έχω πολύ βαθιά στη καρδιά μου. Έχω ψάξει τα τρακόσια τόσα τραγούδια της ψίθυρο-ψίθυρο και κάπου νιώθω ότι καταλαβαίνω πως αντιδρούσε, ίσως και πως σκεφτόταν, αν και ακούγομαι υπερβολικός και αιθεροβάμων.
Ναι, πιστεύω πως εσκεμμένα “αγνόησε” το Μάρκο και χαιρέτησε τον Τρίμη. Όχι σα Ρίτα, αλλά σα πετυχημένη και πλατιά αγαπημένη Μικρασιάτισσα. Η Ρίτα σχεδόν πάντα, εκτός όταν δεν ήταν στα κέφια της, χαιρετούσε τον κύριο μουσικό και τον εαυτό της. Τα πρόσεχε αυτά πολύ. Στους Μικρασιάτες πρόσθετε και το “μου” (γειά σου, Νούρο μου). Το “μου” το κολλούσε και στο Σαλονικιό (Σέμση). Είναι σύμπτωση ότι δε χαιρετάει το συνθέτη και τον ανερχόμενο αστέρα Μάρκο, αν υπολόγιζε σε προσεχείς πιθανές συνεργασίες; Δυσκολεύομαι να το πιστέψω. Εκείνο που πιστεύω είναι ότι παιζόντουσαν πολύ σοβαρές στιγμές γιά τους Μικρασιάτες όταν έσκασε μύτη το πειραιώτικο με το Μάρκο. Η Ρίτα τό΄ξερε, το καταλάβαινε ότι δεν είχε μέλλον, ότι δε θα περνούσε πιά η μπογιά της. Γι αυτό και στράφηκε ακόμα περισσότερο στην ύπαιθρο.

Η Ρίτα ήταν άνθρωπος του παλιού κόσμου όπως ο Νούρος, ο Παπάζογλου, ο Νταλκάς. Δε τους έλεγε το να συνεχίσουν, ούτε και γινόταν. Δεν είχαν μέλλον στο καινούριο…

Έχουν πολύ ενδιαφέρον για συζήτηση οι απόψεις σου, Νίκο. Θα τα πούμε στην Ύδρα; Ο Tony Klein πάντως θα είναι εκεί.

Συνήθως οι λογής Λαδόπουλοι από Σμύρνη (δές και Σταύρος Παντελίδης), Γιαγτζόγλου λέγονταν.