"απαγορεύονται οι λαϊκοί χοροί"

Δεν θυμάμαι καλά που το διάβασα, και θα ήθελα να ρωτήσω αν είναι αλήθεια που οι λαϊκοί χοροί ήταν απαγορευμένοι κατά την διάρκεια της χούντας ή σε μια άλλη εποχή?
Ευχαριστώ πάρα πολύ για πληροφορίες.

(Πάνος Καραγιώργος)
Γειά σου Μάρθα. Δεν είμαι ειδικός, ούτε ήμουνα γεννημένος κατά τη χούντα, όμως σίγουρα υπήρχε έξαρση λογοκρισίας και απαγορεύσεων. Δεν ξέρω σίγουρα αν ίσχυε αυτό. Μου φαίνεται κάπως τραβηγμένο να σου πω… (τώρα σε φώτισα, ε;)

Παρεπιπτόντως, και συγνώμη για την αδιακρισία, φαίνεται πως δεν είσαι Ελληνίδα. Από που είσαι, αν επιτρέπεται;

Πάνο, δεν είναι τόσο τραγηγμένο το πράγμα αυτό γιατί παντού στον κόσμο υπήρχε παλαιότερα αυτό το φαινόμενο (για παράδειγμα σχετικά με το τάγκο). Είμαι Γερμανίδα, και σε μας ορισμένοι χοροι ήταν απογορευμένοι, ανάλογα με τους καιρούς τότε. Θα ήταν ενδιαφέρον αν τελικά οι λαικοί χοροί της Ελλάδας πραγματικά ήταν απαγορευμένοι, ή ίσως ήταν “μόνο” ανεπιθύμητοι? Αυτοί που είναι πιο μεγάλοι πρέπει να το ξέρουν…

(Π. Κ.)
Γειά σου Μάρθα,

Μου κάνει εντύπωση (καλή) το ότι μια Γερμανίδα ασχολείται με τη Ρεμπέτικη μουσική, την ίδια ώρα πολλοί Έλληνες “δεν ξέρουν να βγάλουν τα μάτια τους” σε ότι αφορά την Ελληνική Λαίκή μουσική. Σε συγχαίρω, και ντρέπομαι ταυτόχρονα που δεν ξέρω σχεδόν τίποτα για τη Γερμανική μουσική κουλτούρα.

Όσο αφορά το θέμα μας.
Όταν λέω ότι μου φαίνεται τραβηγμένο, εννοώ πως δε νομμίζω να υπήρχε ρητή απαγόρευση. Σίγουρα οι μαζώξεις σε κουτούκια και κατά συνέπεια οι χοροί τα τραγούδια κλπ ήταν ανεπθύμητα. Παρά το ότι το Ρεμπέτικο δεν έχει τόσο άμεσα πολιτική και κοινωνική θεματολογία, είναι κάτι το ανυπόταχτο, το “αναρχικό”. Και μόνο η μάζωξη πολλών ανθρώπων είναι απειλητική για τέτοια καθεστώτα.

Χάρηκα για την γνωριμία!

Γειά σου Πάνο, θα ήταν ένα μεγάλο θέμα αν θα μιλούσαμε για αυτά που γράφεις στον πρώτο παράγραφο. Αλλά ίσως έχεις όρεξι να μου πεις τι είναι αυτό που αρέσει εσένα (που είσαι νεαρός) στα ρεμπέτικα τραγούδια, τα οποία είναι 50 / 70 χρόνια και ακόμα παραπάνω. Φυσικά δεν γνωρίζω τόσους Ελληνες, αλλά ξέρω ότι τους αρέσουν τα τραγούδια (ένα κλισέ, δεν ασχολούνται με αυτά πιστέυω). Εμένα μου έκανε εντύπωση ότι υπάρχουν Ελληνές που ακόμα σήμερα δεν αντέχουν τα ρεμπέτικα τραγούδια, γιατί τους δυμούνται λυπημένα πράγματα!

(Π. Κ.)
Γειά σου Μάρθα,

Λοιπόν, τί μου αρέσει στο Ρεμπέτικο. Θεμιτή η απορία σου! Καμιά φορά συζητάω με φίλους και γνωστούς για μουσικές προτιμίσεις και ώρες ώρες νιώθω σαν εξωγήινος! Μπορώ να σου πω, και με στεναχωρεί ιδιαίτερα αυτό, πως δεν έχω κανένα φίλο ή καν γνωστό στην πόλη που ζω, να ασχολείται με Ρεμπέτικα τραγούδια.

Δεν είμαι μονόχνωτος στις μουσικές μου επιλογές. Ακούω και χορεύω Κρητική μουσική και Νησιώτικα και Δημοτικά, εν γένει. Ανάλογα με την διάθεση, θα ακούσω όμως και το μπουάτ, το επαναστατικό, το πιο “εκλεπτισμένο” του Χατζιδάκι, το μπλούζ, το λάτιν-τζάζ κλπ. Όμως, στο Ρεμπέτικο βρίσκω τα εξής:

  1. Μια Μουσική κουλτούρα τόσο γνήσια λαϊκή. Έχω την άποψη ότι η Μουσική, και εν γένει η Τέχνη, δεν πρέπει να είναι κάτι το απόμακρο και ελιτίστικο (χωρίς να μειώνεται βέβαια η αξία του), αλλά κάτι το οποίο πηγάζει από το Λαό, για το Λαό. Το Ρεμπέτικο το έχει αυτό, περισσότερο από κάθε άλλο είδος μουσικής.

  2. Είναι λιτή και απλή μουσική, αλλά συγχρόνως τόσο γεμάτη!

  3. Μπορώ να ταυτιστώ τόσο πολύ με τις καταστάσεις τις οποίες αφηγείται. Και ίσως αυτός είναι ένας από τους λόγους που με έφερε τόσο κοντά στο Ρεμπέτικο. Και αν το σκεφτείς, ποιός δεν ταυτίζεται με αυτά τα πράγματα; Είναι η καθημερινότητά μας, οι έρωτές μας, οι καϋμοί μας, τα ανεκπλήρωτα όνειρα.
    Εδώ μπαίνει νομίζω και το θέμα του βιώματος. Εγώ σαν μικρό παιδί, τη πρώτη μουσική που άκουσα ήταν ο Μπιθικώτσης να τραγουδά Θεοδωράκη. Αυτή η φωνή χαράχτηκε βαθειά μέσα μου. Όταν λοιπόν κάποτε στα μαθητικά μου χρόνια -μετά από ερωτική απογοήτευση- έπεσε τυχαία στα χέρια μου μια κασσέτα με ζεϊμπέκικα, και άκουσα του Βαμβακάρη από τον Μπιθικώτση “Τα δυο σου χέρια” άλλαξε η ζωή μου για πάντα… (κι ακόμα παραμένει το αγαπητό μου ζεϊμπέκικο)

  4. Είναι, εκτός από τη Δημοτική μουσική, η μόνη γνήσια Νεοελληνική Μουσική.

  5. Είναι ανυπότακτη μουσική, και μουσική του περιθωρίου, πάντα κόντρα στο κατεστημένο.

  6. Είναι διαχρονικό. Ο Χατζιδάκις είχε πει πως το Ρεμπέτικο δεν υπάρχει πια. Πολλοί το λένε. Η κοινωνία έχει αλλάξει κτλ… Κι όμως, νομίζω έχουν άδικο. Το Ρεμπέτικο είναι ύμνος στον καθηγμερινό άνθρωπο. Τα προβλήματα των ανθρώπων δεν άλλαξαν (εκτός αν έχω χάσει κάτι!). Αλλά και οι κοινωνίες μας δεν άλλαξαν… Τί έχει αλλάξει; Έχει βελτιωθεί η ποιότητα ζωής των ανθρώπων; Έχουν τόσο πολύ αλλάξει οι συνθήκες εργασίας; Δεν ζούμε σε αστυνομοκρατούμενες κοινωνίες, κοινωνίες διεφθαρμένες οι οποίες εξυπηρετούν αντιλαϊκά συμφέροντα; Δεν υπάρχει φτώχεια, πόνος, δυστυχία; Νομίζω πως πολύ λίγα πράγματα έχουν αλλάξει.

Γι’αυτό αγαπώ το Ρεμπέτικο.

Μάρθα, συγνώμη για την πολυλογία, αλλά είχα όρεξη να γράψω! Τα λέμε!

Καλημέρα Πάνο, χαίρομαι για την απάντησή σου η οποία δεν την θεωρώ “πολυλόγια” γιατί δεν γίνεται να εκφράζεται το θέμα με λίγα λόγια. Μου αρέσουν αυτά που είπες, αν και εγώ πιστεύω ότι το ρεμπέτικο ανήκει σε μια άλλη επόχη, αλλά είναι και ταυτόχρονα διαχρονικά. Μου άρεσε πολύ και σίγουρα αυτό είναι πολύ σημαντικό ότι “μπορείς να ταυτιστέις τόσο πολύ με τις καταστάσεις τις οποίες αφηγηείται”. Φαίνεσαι πολύ ώριμος γιατί έχεις την ικανότητα να βλέπεις μια σχέση μεταξύ τα τότε προβλήματα με τις σημερινές δυσκολίες που υπάρχουν βέβαια (αλλά οι οποίες ευτυχώς δεν είναι τόσο υπαρξιστικά). Ίσως οι φίλοι σου δεν το καταλαβαίνουν. Εγώ ελπίζω και το πιστεύω ότι οι άνθρωποι, δηλαδή η κοινωνία, έχει αλλάξει. Είναι πιο ανοιχτοί, τουλάχιστον γενικά, αλλά σύχνα έγιναν και πιο εγωιστικοί.

(Νίκος Πολίτης)
μια μικρή παρένθεση, αφού βρέθηκα στο κομπιούτερ για σήμερα. δεν απαγορεύτηκαν λαικοί χοροί επι χούντας. βεβαίως απαγορεύτηκε ο Θεοδωράκης και μιά σειρά πραγμάτων, ήταν για μάς “πράξη αντίστασης” να τραγουδάμε Θ. στις ταβέρνες. περισσότερα όταν γυρίσω από το εξοχικό

Νίκο, αυτό φαντάστηκα και 'γω (πως δηλαδή δεν υπήρξε ρητή απαγόρευση). Για τον Θεοδωράκη ήξερα σίγουρα. (καλά να περάσεις στο εξοχικό!)

Μάρθα (ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια!). Νομίζω πως η ουσία δεν άλλαξε και τόσο. Αν δεν είχε διεισδύσει τόσο η “δύση” στην καθημερινότητά μας και στις συνήθειές μας, και δεν είχε καταντήσει η ελληνική δισκογραφία μια χυδαιοποίηση του ελληνικού τραγουδιού (πράγμα το οποίο έγινε από τα τέλη την δεκατετία του '70), είμαι σίγουρος πως ακόμα θα παίζονταν και θα γράφονταν ρεμπέτικα τραγούδια σε κάθε φτωχογειτονειά… Στο Πέραμα πχ, κυκλοφορεί το hip-hop, με χαρακτηριστικό αντιπρώσοπο το συγκρότημα active-member (αν δε κάνω λάθος). Η θεματολογία είναι η ίδια. Η ανάγκη για μουσική επίσης ίδια. Νομίζω πως η ουσία δεν έχει αλλάξει…

Να σε ρωτήσω τώρα εγώ με τη σειρά μου, μιας και το έχω μεγάλη απορρία. Αν επιτρέπεται, πώς κι εσύ ασχολείσαι με το ρεμπέτικο; Και ως παρατηρήτρια “απ’έξω”. το βλέπεις σαν κάτι το “μουσειακό”; μια γραφικότητα; (Δεν υπονοοώ κάτι! θέλω την ειλικρινή σου απάντηση… δε με θίγεις!)

Πρώτα για τον Νίκο>
Τώρα θυμάμαι ότι η δημοσίευση γράφτηκε πριν την χούντα, αλλά πρόκειται για μια πληροφορία που έχει ακούσει ο ερευνήτης, ιδιαίτερα σε σχέση με το ζειμπέκικο. Και εγώ δεν το πιστεύω, αλλά μάλλον έκλεισαν μαγαζιά (από 1937 και μετά).

Για τον Πάνο>
Έχεις δίκιο ότι η ουσία δεν έχει αλλάξει τόσο, αλλά εγώ θα προτιμούσα να έχουν τα καινούργια τραγούδια έναν άλλο ορισμό (είναι η γνώμη μου).

Σχετικά με την απορία σου γιατί ασχολούμαι τε τα ρεμπέτικα τραγούδια προσπαθώ να σου γράφω με λίγα λόγια για να μη βαρεθούν οι άλλοι. ΄Αρχισα με τους στίχους, έχω ενδιαφέρον προπάντον για κοινωνιολογικά στοιχεία, που πάλι έχουν μέσα τους την ιστορία, τις αλλαγές γενικά στης πόλεις, κτλ κτλ. Το ρεμπέτικο για μένα ούτε είναι “μουσειακό” ούτε είναι μια “γραφικότητα”, αντίθετα έχω την άποψή ότι οι Έλληνες έχουν ένα μεγάλο θησαυρό με αυτά τα τραγούδια. Είναι τόσο αυθεντικά (στην αρχή). Εμένα με συγκίνουν τα ρεμπέτικα τραγούδια γιατί είναι γεμάτο αισθήματα.
Με την εμπηρεία μου λέω ότι είναι αλήθεια η άποψη ότι “το ξένο σε αντιμετωπίζει με το δικό σου”. Όταν βλέπω τα ρεμπέτικα τραγούδια εγώ πρέπει να κοιτάζω φυσικά την εποχή και τις συνθήκες στην πατρίδα μου. Κατάλαβα ότι για παράδειγμα στη Βιέννη και στο Βερολίνο επίσης υπήρχε τόση φτώχεια γύρω το 1900 που δεν μπορείς να φανταστείς, και μετά πάρα πολύ δυσκολα χρόνια. Αυτοί οι ανθρωποί δεν είχαν τραγούδια σαν τα ρεμπέτικα. Οι Ελληνες κάνουν τον πόνο τους τραγούδια, ίσως σας ζηλεύω λίγο για την ικανότητα αυτήν που σίγουρα είναι είναι μέρος της νοοτροπίας σας. Ο Θεοθωράκης είπε ότι τα ελληνικά λαικά τραγούδια είναι βελόνιες. Εχει δίκιο! Αλλά δεν κρίνω καθολού τους ανθρωπους που δημιουργούν στα τραγούδια τους έναν ωραίο κόσομο γιατί βοηθάνε και αυτά. Είναι παρηγοριά και αυτά τα τραγούδια!
Νίκο, τη σημαίναι “heile Welt” στα ελληνικά?

(Ν. Π.)
Ψάχνοντας για κάτι βρέθηκα σε αυτό το θέμα και είδα ότι χρωστάω μία πιό εμπεριστατωμένη τοποθέτηση. Λοιπόν:

Μάρθα, αφού η πηγή σου αναφέρεται σε παλαιότερες εποχές (1937 που άρχισε η λογοκρισία και μετά) όχι, δεν έχω κανένα στοιχείο ότι απαγορεύτηκαν οι λαϊκοί χοροί οποτεδήποτε, αν και ο Μεταξάς πολύ θα το ήθελε. Ως γνωστόν, ονειρευόταν μία ελληνική κοινωνία όπου ο κόσμος, λαϊκός και όχι, θα άκουγε μόνο Μπετόβεν και Βάγκνερ. Τώρα μιά και αυτοί δεν έγραψαν πολλούς χορούς, δεν μπορώ να φανταστώ παρά τους Έλληνες να χορεύουν μενουέτο. Τέλος πάντων, ευτυχώς δεν το πέτυχε αυτό ούτε ο Μεταξάς ούτε κανένας.

Βέβαια, πρέπει να καθορίσουμε τι ακριβώς εννοούμε με «λαϊκούς» χορούς, όχι μόνο γιατί υπεισέρχονται παρερμηνείες σε σχέση με τη σημασία της λέξης σε άλλες γλώσσες, αλλά και οι ίδιοι εμείς τα έχουμε αρκετά μπερδεμένα. Στο βαθμό που η έννοια καθορίζει τους και λεγόμενους «παραδοσιακούς» χορούς, αντίθετα ήρθαν τα πράγματα: κανείς δεν σκέφτηκε να τους απαγορεύσει γιατί έχουν συνδεθεί με την εθνική ταυτότητα που με τόσο κόπο προσπαθήσαμε να χτίσουμε από τον 18ο αιώνα και πέρα. Και φυσικά βρέθηκαν κάποιοι που ανεκάλυψαν ότι οι αρχαίοι χόρευαν τσάμικο και τα λοιπά. Η ίδια η κοινωνία όμως, όταν άρχισε να μετασχηματίζεται σε αστική, τους απέρριψε συνδέοντάς τους με «υπανάπτυκτες» ομάδες που επιπλέον μιλάνε και σε διάλεκτο, που και αυτή την απαξίωσαν ονομάζοντάς την «βλάχικα». Αποτέλεσμα να πέσουν οι χοροί αυτοί σε απαξίωση για μεγάλο διάστημα, μέχρι πρόσφατα που (ευτυχώς) η επανάκαμψη του ρεμπέτικου και η «επανανακάλυψη» του παραδοσιακού που ακολούθησε, τους αποκατέστησε πάλι.

Αν πάλι εννοούμε τους χορούς που συνδέθηκαν με το ρεμπέτικο, αυτούς που δεν τολμήσαμε να τους ονομάσουμε «ρεμπέτικους», εκεί σίγουρα θα υπήρξαν περιπτώσεις όπου η «μπάλα» της απαξίωσης πήρε και τους χορούς, αφού το «ρεμπέτικο» τραγούδι μπήκε επίσημα σε διωγμό, τουλάχιστον με την ως τότε μορφή του. Δεν εντοπίστηκαν όμως σχετικές κινήσεις της κεντρικής εξουσίας. Το πολύ πολύ μπορώ εύκολα να φανταστώ κάποιον χωροφύλακα να «τσαμπουκαλεύεται» απαγορεύοντας κάτι σε επίπεδο ταβέρνας στην οποία έτυχε να βρεθή ή κάτι ανάλογο. Και μπορεί και να έκλεισε κανένα μαγαζί, για λίγο πάντως και χωρίς γενίκευση του θέματος. Δεν είχε γίνει ευρύτερα γνωστή η καταγωγή του ζεΪμπέκικου από την Τουρκία, βλέπεις. Και ο κύριος Βελούδιος, που ως Ελληνευρέτης που ήταν, ανακάλυψε ότι ο Ζεύς (προφέρεται Ζέφς) χόρευε Ζεϋμπέκικο (προφέρεται Ζεφμπέκικος) δεν έγινε τότε γνωστός πιό πέρα από τους κύκλους των σαλονιών της Αθήνας.

Τέλος πάντων. Σε ότι όμως αφορά τη χούντα, επειδή την έζησα (και) στο πετσί μου, χορούς δεν απαγόρεψαν τότε. Το ΚΚΕ θα ήθελε να τους απαγορεύσει αν μπορούσε, αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία που να δούμε ποιός, πότε, θα ασχοληθεί με αυτήν.

Αυτά. Και για εκείνους που δημιουργούν στα τραγούδια τους έναν ωραίο κόσμο όχι, δεν συμφωνώ ότι βοηθάνε, όχι περισσότερο από το όπιο. Και αυτό παρηγοριά είναι αλλά. . . . Η έκφραση «Heile Welt” δεν υπάρχει τόσο περιεκτική στα Ελληνικά, την έχει περιγράψει ο Σικελιανός νομίζω, λέγοντας «Όμορφος κόσμος, ηθικός, αγγελικά πλασμένος».

(Αρης Νικολαΐδης)
…Το ΚΚΕ θα ήθελε να τους απαγορεύσει αν μπορούσε, αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία που να δούμε ποιός, πότε, θα ασχοληθεί με αυτήν…

Αντε λοιπόν, λέω εγώ, τώρα, να ασχοληθώ με αυτή την άλλη ιστορία. Κι επειδή εσύ Νίκο φαίνεται πως εισηγείσαι, για πες μου για αρχή:
Από πού έβγαλες το συμπέρασμα ότι το ΚΚΕ “αν μπορούσε θα απαγόρευε”;
Στη βάση της απάντησής σου να το κουβεντιάσουμε.

(ωχ… μυρίζομαι δυνατή κουβέντα…!)

Νίκο, όπως ξέρεις εκτιμώ πάντα τις απόψεις και τις σκέψεις σου. Θυμάμαι ότι το διάβασα μαζί με την απογόρευση των αμανέδων (“απαγορεύονται και οι σχετικοί χοροί”), αλλά ίσως δεν ήξερα αν ήταν ένας πραγματικός νόμος. Είμαι σίγουρη ότι “λαικοί χοροί” στο θέμα εδώ είναι οι χοροί της Μικράς Ασίας σε αντίθετη με τους παραδοσιακούς ελληνικιούς χορούς, γιατί τότε μόνο αυτους δεωρούσαν “εθνικούς” χορούς.
Στο θέμα παρηγοριά και τραγούδια έχω τη γνώμη ότι έχει μεγάλη σχέση με τον πολιτισμό και με την νοοτροπία ένος λαο και ο κάθε ψυχολόγος χαίρεται για τον τρόπο που έχουν οι Έλληνες για να ζούνε τα αισθήματά τους (αν και τότε οι ψυχολόγοι έγραψαν το αντίθετο). Σήμερα ξέρουμε και καταλαβαίνουμε περισσότερα.

Μόλις είδα τις δύο άλλες postings, γι’ αυτό προσθέτω ότι υπάρχει και τη γνώμη ότι περίπου 1940 και μετά (?) οι στρατιώτες δεν επιτρέπονταν να χορεύουν ζειμπέκικο, αλλά δεν πιστεύω ότι ήταν ένας σωστός “νόμος”.

(Ν. Π.)
Μάρθα, την απαγόρευση των αμανέδων δεν έχω καταφέρει ακόμα να την εντοπίσω. Στο πλέγμα των μεταξικών νόμων και απαγορεύσεων βεβαιότατα εντάσσονται και οι αμανέδες, αφού ήταν ένα από τα «κόκκινα πανιά» των πολεμίων της «Ασιάτιδος Μούσης» και πραγματικά ούτε ένας δεν δισκογραφήθηκε μετά την επιβολή της λογοκρισίας, αλλά δεν βρήκα πουθενά να αναφέρονται στα νομοθετικά κείμενα με το όνομά τους. Σωστά επισημαίνεις ότι στους «εθνικούς» χορούς δεν περιλαμβάνονταν και οι μικρασιάτικοι (καρσιλαμάς, ζεΪμπέκικος, τσιφτετέλι κλπ.) αν και ο Καράς που καθιέρωσε τον όρο σαφώς τους περιλαμβάνει. Και βέβαια, φυσικά και έχει σχέση με τον πολιτισμό και την ιδιοσυγκρασία κάθε λαού το πώς αντιλαμβάνεται την παρηγοριά που δέχεται από τραγούδια και άλλα, και οι Έλληνες δεν συνηθίζουν τις τελευταίες χιλιετίες να ψάχνουν παρηγοριά στους όμορφους, αγγελικά πλασμένους κόσμους. Έχει βλέπεις καεί η γούνα τους πολλές φορές.

Για τον (πιθανό) νόμο που απαγόρευε στους στρατιώτες να χορεύουν ζεΪμπέκικο, το μόνο που μπορώ να σου πώ είναι ότι όποιος δεν γνώρισε από μέσα τον παραλογισμό του μιλιταρισμού δεν μπορεί να καταλάβει που βασίζονται τέτοιες απαγορεύσεις.

(Ν. Π.)
Συμπέρασμα, Άρη, δεν έβγαλα. Αυτό είναι ακριβώς το ζητούμενο που θα παραχθεί όταν, όπως ακριβώς εύχομαι, γίνει κάποτε κάποια εμπεριστατωμένη ανάλυση για το πώς η αριστερά αντιμετώπισε το λαϊκό (ρεμπέτικο) τραγούδι διαχρονικά, από τη δεκαετία του 30 μέχρι σήμερα ή μάλλον μέχρι λίγο μετά τη μεταπολίτευση, γιατί σήμερα υπάρχουν άλλες απόψεις.

Το ότι το ΚΚΕ θα απαγόρευε, αν μπορούσε, και το ρεμπέτικο τραγούδι και φυσικά τους άρρηκτα συνδεδεμένους με αυτό χορούς, πάντα βέβαια την εποχή της μεταξικής δικτατορίας στην οποία και είχα αναφερθεί, είναι μία εντύπωση που μου έχει δημιουργηθεί διαβάζοντας τη σχετική βιβλιογραφία. Συγκεκριμένα την εργασία του Βλησίδη «ο αριστερός λόγος για το ρεμπέτικο» από το βιβλίο του «Όψεις του ρεμπέτικου» και κάποια άρθρα του Κουνάδη, τα περισσότερα από το μεγάλο συλλογικό του βιβλίο των εκδόσεων Κατάρτι (το πιό περιεκτικό είναι το «Τι είναι το ρεμπέτικο τραγούδι», ομιλία στο κέντρο μαρξιστικών ερευνών, 1977, στον δεύτερο τόμο). Βεβαίως, είδα και την «Βιβλιογραφία» του Βλησίδη, όπου ψάχνοντας για τις απόψεις αριστερών με αρνητική στάση απέναντι στο ρεμπέτικο έχω τοποθετήσει σελιδοδείκτες σε 23 θέσεις, ενώ οι υπέρ του ρεμπέτικου απόψεις δεν ξεπερνούν τις 10. Και επειδή βέβαια, επιχειρηματολογία μόνο με απαρίθμηση του πλήθους των υπέρ και των κατά απόψεων δεν μπορεί να είναι σοβαρή, γιαυτό θέλω να υπάρξει αυτή η μελέτη που ζητάω.

Θα έχεις και εσύ σίγουρα υπόψη σου, Άρη, αυτές τις δύο εργασίες που αναφέρω, οπότε θα μπορούσαμε, αν διαφωνείς με αυτές, να δούμε τα δικά σου επιχειρήματα. Γιατί δεν υπάρχει αμφιβολία ότι όπου σε αριστερά έντυπα (ενδεικτικά: Ριζοσπάστης της περιόδου 1940 - 50, Επιθεώρηση Τέχνης) αναφέρονται απόψεις κατά, δημοσιεύονται και απόψεις υπέρ. Αλλά το γενικό συμπέρασμα είναι αρνητική (για να μην πω παθιασμένη από κάποιους) στάση της τότε αριστεράς. Και να σημειώσω εδώ ότι και οι δύο αναφερόμενες μελέτες δεν είναι αρκούντως εμπεριστατωμένες και εξαντλητικές, αφού ο μέν Βλησίδης χρησιμοποιεί ως πηγές αποκλειστικά τα κομμάτια που είχε ήδη εντοπίσει στον τύπο όταν ετοίμαζε τη «βιβλιογραφία» του, ο δε Κουνάδης εκφράζει κατά πάγια συνήθειά του προσωπικές απόψεις. Γιαυτό και περιμένω τον αντίλογο.

Αυτό που θα περίμενα από την υπό ευχήν ακόμη ευρισκόμενη εργασία είναι να βρή και να τεκμηριώσει την επίσημη άποψη του ΚΚΕ της περιόδου 1930 – 1960, χοντρικά βέβαια, όπως αυτή εκφράζεται από τα επίσημα όργανά του, αν κάποτε εκφράστηκε επίσημα. Γιατί η ευρέως διαδεδομένη ρήση (κατά τον Βλησίδη) ότι το ρεμπέτικο είναι «το τραγούδι της κάμας και της ντεκαντέντσιας» δεν έγινε μέχρι σήμερα δυνατό να αποδοθεί ή όχι στον Ζαχαριάδη, όπως θρυλείται. Και η άποψη μεμονωμένων στελεχών του ΚΚΕ μέσα από την παραπάνω βιβλιογραφία μιλάει για «κινδύνους για τη νεολαία από την ελεύθερη κυκλοφορία τραγουδιών όπως «όταν καπνίζει ο λουλάς» και για «καταστροφή ανυπάκουων κέντρων» (Θ. Λιακόπουλος, Γ. Γ. ΕΠΟΝ Αθήνας 1946), για «ύμνο της μαύρης» και «ρεμπέτικο σκοπό που διανύοντας την τροχιά Τρούμπα – Κολωνάκι απέδειξε ότι τα άκρα συναντώνται» (Γ. Σταύρου στο Όργανο του πολιτικού συνασπισμού των κομμάτων του ΕΑΜ), για την «αρρωστιάρικη ατμόσφαιρα του ρεμπέτικου χασικλήδικου πορνογραφικού τραγουδιού» (Α. Ξένος, συνθέτης ύμνων του ΕΛΑΣ στο Ριζοσπάστη, 1946) και για πολλά άλλα.