Ρεμπέτικο και περιθώριο

Τιποτα το σπουδεο Αρη μονο ουζο 12 με ενα παγακι:102: . . . εισασται εσυς και ο κυριος Πολιτης κακα γκελλια μου βαζεται φιτηλια και περνω φωρα και λεγω την αλιθηα . . . και μετα μετανοινω λιγακι . . .αλλα μονο λιγακι. . .:019:γιατι το χιουμορ ειναι το κυριοτερο οταν διαβασα τον ΜΠΟΥΣΟΥΛΑ η μνημη μου πιγε αμεσος στον ΜΠΙΘΟΥΛΑ της μανταμ ΣΟΥΣΟΥΣ του Δημητριου Ψαθα …

Αυτό το “κύριε” ήταν σκέτη μαχαιριά!

… κι εκεί που είμαι, θά ΄ρθεις. Αλλά μέχρι να έρθεις σου μένουν ακόμα αρκετά χρονάκια χωρίς (ή με λιγότερο) φρένο σε ένα σωρό ωραία πράγματα…

Αρη το κυριε δεν ηταν χλεβασμα μα το αφερεσα ,οπος δεν ειναι και για τον Πολιτη.Θα σας πω ενα μυστικο ,βαζω τριαντα σταγονες απο τον ορω της αλιθηας στο ουζο μου :102:πριν να βαλω το παγακι . . .

Δεν τις κάνεις είκοσι, βρε Νικολάρα, για αρχή; Παγάκι βάζε, δεν πειράζει.

Καλη συνβουλη !!!Απο σημερα θα βαζω μονο εικοση σταγονες μα παγακια παραπανο δεν θα βαλω, εχεται δυκεο,κυριε Πολιτη το παρακανα και το φιλοτημο μου με εποχρεονει να αναγνορησω οτι τα αστεια σοβαρα ηταν λιγο βαρια και ζηταω συγνομη στους φιλους που τσατιστικαν με την αγεννια μου.Και για να αποδειξω οτι παραδεχομαι την επαρχια πρεπη να πω πος ξερω πολυ καλα οτι ο μεγαλος και αθανατος Τσιτσανης ηταν γεννιμενος στην Καρδιτσα εαν δεν σφαλω . . .

Στα Τρίκαλα γεννήθηκε.

Και μιά και το θέμα μας είναι ακόμα το “περιθώριο”, κι ο Άρης μ’ έπεισε πως “τα χώνω”, να λοιπόν μιά “χωστή” σε πολιτικό επίπεδο, που ταιριάζει απόλυτα με τις απόψεις μου.

ΠΑΝΟΣ ΝΙΚΟΛΗ ΤΣΕΛΕΠΗΣ: ΕΝΑΣ ΝΤΑΗΣ (απόσπασμα)
Η ύπαρξη και η δράση των νταήδων εξηγείται, αν αναλογισθή κανείς τις καταθλιπτικές συνθήκες της ζωής του λαού στο τέλος του δεκάτου έννατου αιώνα. Τέλεια εγκατάλειψη απʼ το κράτος, εξοντωτική εκμετάλλευση απ΄ τους κυρίαρχους στην Πολιτεία, περιφρόνηση, κιʼ αδιαφορία απʼ την κοινωνία. Οι νταήδες ήτανε το ξέσπασμα κόντρα σʼ αυτή την καταδυνάστευση, και η μαχητική συνισταμένη του φτωχού κόσμου, συγκεντρωμένη σʼ αυτούς ανεπίλεκτη απʼ τη φύση δύναμη, στο συνεχή και σκληρό αγώνα επιβίωσης του λαού. Οι αιτίες που προκαλούσαν τους άθλους του νταή μοιάζανε ύποπτες, ανεξιχνίαστες, εγκληματικές. Στα μάτια του «καθωσπρέπει» κόσμου, κάθε πράξη των νταήδων φαινότανε προστυχιά, μπερμπαντιά, ληστεία, κακούργημα. Αρχές και Κοινωνία, τους θεωρούσανε αναρχικούς. Κιʼ ίσως αυτός ο χαρακτηρισμός να τους ταίριαζε. Μα στους πραγματικούς νταήδες ξεχώριζε πάντα η πίστη στον εαυτό τους και στο δίκιο της πράξης τους. Για ένα ξεσκολισμένο νταή, το να μην έχει δοκιμάσει τη φυλακή, το να μην πέρασε απʼ τη «χάψη» την ψειρού, ας είναι και για λίγο, ʽήταν σα να του έλειπε ένα Δίπλωμα. Κιʼ αν κατάφερνε να βγη γρήγορα από κει μέσα, ήτανε κιʼ αυτό ένα απʼ τα ζηλευτά κατορθώματά του.

Το νταηλίκι ήταν άγνωστος θεσμός μιας φατρίας που λειτουργούσε στο περιθώριο της κοινωνίας και πίσω απʼ τη ράχη της αρχής. Ένας αντικόσμος, που τον είχανε δημιουργήσει οι νταήδες. Μια κατηγορία από ανθρώπους ασυμμόρφωτους στις επιταγές της Πολιτείας και τους νόμους του Κράτους. Συγκροτημένοι αυθόρμητα κιʼ ανοργάνωτα σʼ ένα είδος αδελφάτου μυστικού, το νταηλίκι, δίχως καταστατικό και δίχως έδρα. Είχαν όμως άγραφους νόμους δικούς τους, που ρυθμίζανε τη ζωή τους και κανονίζανε τη δράση τους. Τυπωμένο στην ψυχή τους και χαραγμένο στη συνείδησή τους. Οι νόμοι τούτοι στηρίζονταν πρώτα και κύρια, σωματικά, ψυχικά, και πνευματικά, σʼ ένα αίσθημα άκρατης ελευθερίας στη ζωή τους, με επακόλουθο ασυδοσία στις πράξεις τους, που ήτανε το ολοκλήρωμα αυτής της λευτεριάς. Αποκτημένης όμως όχι με μέσα ανέντιμα και σκοπούς εγκληματικούς. Και τούτο για να χαίρεται ο νταής τη ζωή του «σελμπές» (ελεύθερος), αυτεξούσιος, περήφανος, όπως την ένιωθε. Το ηθικό αντίβαρο αυτής της ακριβής λευτεριάς, ήταν η ιερή αντίληψη που ʽχαν οι νταήδες για το δίκιο, που το εφάρμοζαν όποτε μπορούσαν, παρά τις απότομες ψυχικές και πνευματικές αντιθέσεις του χαρακτήρα τους. Οι νταήδες προτιμούσανε να κάνουνε τους «άθλους» τους σε παράμερες περιοχές. Μαχαλάδες, ενορίες, προάστια της μεγάλης πόλης, λημέρια πρόσφορα στις παράνομες πράξεις τους και στη διαφυγή τους. Οι δουλειές που εξασκούσαν οι νταήδες, οι πιότερες έτσι μόνο για τα μάτια, ήταν από τις ασήμαντες και κοινές, ίσαμε τις πιο αναπάντεχες και σημαντικές. Οι καλοστεκάμενοι είχανε καφενείο ή καπηλειό, που τα φέρνανε βόλτα τα φιντάνια τους.

Λίγοι ήταν σημαίνοντα μέλη τουλούμπας, πυροσβεστικής αντλίας, ρεϊζήδες, αρχηγοί, κιοκεμτζήδες, υπαρχηγοί. Μερικοί είχανε κανένα κτηματάκι σε χωριό κοντά στην Πόλη. Μα το πιο προσοδοφόρο επάγγελμά τους ήτανε το λαθρεμπόριο, κατά προτίμηση χασίς, όπιο, τουμπεκί, καπνό. Το ελκυστικώτερο για έναν νταή.

Η ζωή του νταή ήτανε μια συνεχής ανταρσία στην οποία κυρίαρχη κατάσταση που επικρατούσε, και μια ασταμάτητη αντίσταση στην άρχουσα τάξη που την υποστήριζε. Ο νταής ήταν ένας ατίθασος σε όλα όσα θέλουν να του επιβάλουν οι κουρνάζοι (δηλαδή οι πονηροί) ή οι ισχυροί, και που αυτός θα έκρινε δυναστικά στην ατομική του ελευθερία και ταπεινωτικά για την ανθρώπινή του αξιοπρέπεια. Συνειδητά αδέσμευτος και ανεξάρτητος από ψυχόρμητο, δεν δεχόταν να του βάλουνε φίμωτρο στο στόμα για να του απαγορεύουνε να λέη την αλήθεια. Να του περνάνε θηλειά στον λαιμό, για να τον αναγκάζουνε να προσκυνά. Να του δένουνε χέρια-πόδια, για να μη μπορεί να πάη όπου είναι ανάγκη και να κάνη ό,τι πρέπει. Στους αγώνες τους για την απόκτηση της λευτεριάς, της επιβολής του δικαίου, της βοήθεια στους αδύνατους, ένα συναίσθημα εσώψυχης ανθρωπιάς, εμπόδιζε τους νταήδες να βλάψουνε εκείνους που δεν φταίγανε. Και όχι μόνον αυτό, παρά όταν βλέπανε πως οι εκτελεστές του Νόμου και οι φαύλοι συνεργάτες τους αδικούσανε τους φουκαρά αντάμ, τους φουκαράδες, τους αναγκαιμένους, που ήταν κιʼ αθώοι, αισθάνονταν γιʼ αυτούς συμπόνια. Και τους προστατεύανε, σα ναʼ τανε δικοί τους άνθρωποι. Πολλές φορές, με κίνδυνο της ζωής τους. Σάμπως το κακό να γινότανε σʼ αυτους, κιʼ ήτανε ζήτημα τιμής προσωπικό τους. Και τούτο, γιατί κιʼ οι νταήδες ανήκανε στην ίδια κοινωνική τάξη: τους περιφρονημένους. Κάτι που όχι μόνο δεν το αρνούνται, παρά ήταν περήφανοι. Γιʼ αυτό και τα κατορθώματά τους, ήτανε σύγκαιρα τιμωρία και εκδίκηση εναντίον όλων εκείνων που αντιμάχονταν.

Πολυ ενδιαφερον!
Απο που ειναι το αποσπασμα αυτο;
Λογικα θα πρεπει να αναφερεται στους νταηδες της Πολης, απο οπου ειχε εμπειρεια ο Τζελεπης.

Το ωραίο και γλαφυρόγλωσσο απόσπασμα που μας έβαλε ο Κ.Φ. είναι από το :
Ιστορίες του Νταή-Σταβρή στον καιρό των Σουλτάνων - Ιστορίες από τη ζωή των ταπεινών στην Κωνσταντινούπολη στα τέλη του 19ου και αρχές του 20ου αιώνα του Πάνου-Νικολή Τζελέπη(εκδόσεις Τροχαλία-2003).

Αφηγήσεις που ζωντανεύουν τον κόσμο του περιθωρίου της Πόλης. Καταγραφές των λούμπεν στοιχείων πολλών κοινωνικών ομάδων της.
(βρείτε το εδώ)

Ο Σταβρής δεν είναι πρόσωπο φανταστικό ήτανε συγγενής μου, συνεργάτης και φίλος μου. Γεννήθηκε στο Σινέμ - Κιοΐ στα 1866… Ποθούσε να γίνει γλύπτης, μα το σχολειό της ζωής, όπου ρίχτηκε με το κεφάλι από πολύ μικρός, τον έκανε μαρμαρά.
Από φυσικού του οπαδός του Επίκουρου, έπιασε φιλίες με τύπους ανέμελους και γλεντζέδες. Σύχναζε σε ταβέρνες και κέντρα αγοραίου έρωτα δίχως να παραμελεί και τον σπιτικό… Από 27 μέχρι 31 ετών στάθηκε ένας από τους “νταήδες” με το όνομα " Ο Σταβρής-ο- Πετράς" στους Ρωμιούς και “Τατσή-Σταβρή” στους Τούρκους, αγαπητός σε όλους για τη ντομπροσύνη και την παλικαριά του… Πέθανε στην Αθήνα, 76 χρονών, απ’ τις κακουχίες της γερμανικής κατοχής.


Στην άπνοια του Σεπτεμβρίου ένα βιβλίο απολαυστικό όσο και παράταιρο. Ιστορίες για τους «αθλίους» της Κωνσταντινούπολης κατά την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα εκδίδονται στην Αθήνα του 21ου, όπου ευδοκιμούν αφηγήσεις για τον άθλιο βίο όχι των λούμπεν στοιχείων της πρωτεύουσας αλλά των εύπορων και γραμματισμένων με υπαρξιακά άγχη και προβλήματα. Ιστορίες για νταήδες στον καιρό των σουλτάνων γεμάτες ανθρωπιά και ευψυχία, όταν η αναγνωστική μόδα ρέπει προς τους σκληρούς και ανενδοίαστους ήρωες, χωρίς μπέσα ούτε κώδικες ηθικής.
Το 1965, οπότε πρωτοεκδόθηκαν οι ιστορίες, ο συγγραφέας κατέληγε τον πρόλογό του με την ευχή: «… κι αν βρεθεί ένας μόνο να τις διαβάσει, θα είμαι ευτυχής σαν τον πέρση ποιητή Σαήχ-Ουλ-Ραής που φώναζε μια μέρα στην Αγορά χαρούμενος: “Ενας συνάνθρωπός μου απήγγειλε τους στίχους μου. Σ’ ευχαριστώ, Αλλάχ, που δεν πήγαν στο βρόντο”…»
Δεν γνωρίζουμε πόσοι διάβασαν τις ιστορίες πριν από 40 χρόνια. Σήμερα, πάντως, που στην τύχη ενός βιβλίου παίζει καθοριστικό ρόλο το όνομα του συγγραφέα, θα ήταν απαραίτητος ένας δεύτερος πρόλογος ή έστω το σύνηθες βιογραφικό σημείωμα στο αφτάκι του βιβλίου ώστε να παρουσιάζεται ο παραγνωρισμένος Πάνος-Νικολής Τζελέπης· πρωτοπόρος αρχιτέκτονας από το Φουρνά Ευρυτανίας, διακεκριμένος στην προπολεμική Αθήνα και μετά την Κατοχή στο Παρίσι.
Το 1952 εξέδωσε στα γαλλικά την τετράτομη μελέτη του Λαϊκή ελληνική αρχιτεκτονική, η οποία σε επιτομή κυκλοφόρησε στην Ελλάδα μόλις το 1977 (Θεμέλιο). Βιβλίο που θεωρείται ως σήμερα θεμελιώδες. Σε αυτό, για να διασώσει την αρχιτεκτονική των λαϊκών σπιτιών, παραθέτει μετά το κείμενο σχέδια με απλές σταθερές γραμμές, δίχως σκιές, σχέδια ζωντανά και αποκαλυπτικά. Παρόμοια λειτουργεί και στο βιβλίο του με τις ιστορίες για τους «ταπεινούς» όλων των φυλών που σχημάτιζαν «τον λαό εκείνης της Νέας Βαβυλώνας, της Κωνσταντινούπολης του τέλους του δέκατου ένατου αιώνα».

H μνήμη του μαρμαρά

Δεκατρείς συνολικά πραγματικές ιστορίες, όπως τις έζησε ο Σταβρής Ζαρφής, γνωστός εκείνα τα χρόνια ως Σταβρής-ο-Πετράς και νταη-Σταβρής. 'H τουλάχιστον όπως τις θυμόταν, γεμάτος νοσταλγία πολλά χρόνια αργότερα, κάπου μέσα στη δεκαετία του ‘30. Οταν, εργολάβος πια μαρμαράς, εγκατεστημένος στην Αθήνα, τις διηγήθηκε στον φίλο και συνεργάτη του, τον αρχιτέκτονα Τζελέπη, και αυτός «κρατούσε πολλές και πιστές σημειώσεις». Το 1942 ο Σταβρής πέθανε από τις κακουχίες της Κατοχής στα 76 του χρόνια.
Ο Τζελέπης, ήδη πενηντάρης το 1945 (γενν. 1894), έφυγε στο Παρίσι με εκείνη την περιβόητη «καραβιά» ελλήνων υποτρόφων του γαλλικού κράτους. Οι ιστορίες έμειναν σπαράγματα μνήμης. Ο Τζελέπης θα τις γράψει «δίχως καμιά αξίωση λογοτεχνική», όπως σημειώνει, και θα τις εκδώσει ιδίοις αναλώμασιν. Θα πεθάνει το 1976, μη προλαβαίνοντας την ελληνική έκδοση της Λαϊκής ελληνικής αρχιτεκτονικής που ετοιμαζόταν από τους φίλους του. Δεν αποκλείεται τότε να επανεξέδιδε και τις ιστορίες του.
Οπως έχει πολλαπλώς σχολιαστεί, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, οι προφορικές αφηγήσεις για να μεταμορφωθούν σε γραπτό λόγο απαιτούν, το λιγότερο, δημιουργικές επεμβάσεις. Οι ιστορίες που έγραψε ο Τζελέπης, χωρίς εξαιρετικά συμβάντα, ζωντανεύουν τις γειτονιές εκείνης της Κωνσταντινούπολης με την πανσπερμία των φυλών. Μικροαπάτες, κομπίνες, λαθρεμπόριο καπνού και ινδικής καννάβεως, κάποτε και γυναικοδουλειές, ένωναν παρανόμους, άνεργους ή και χασικλήδες με τους νταήδες ενάντια «στους κομισέρηδες και τις πολίτσιες του Καρακολιού». Ιστορίες ή μάλλον «μικρά χρονικά» όπου αντανακλώνται νοοτροπίες και στάσεις οι οποίες σήμερα, εντελώς ανοίκειες, ξενίζουν.
Μερικές ιστορίες βρίσκουν αφορμή από κάποιο περιστατικό, όπως ο καβγάς δύο νταήδων, το ζευγάρωμα με μια τσιγγάνα, τα τσιμπούσια σε χασάπικο του Πέρα ή και τα κόλπα των ρωμιών μαστόρων, που δούλευαν λαθραίοι, για να ξεφύγουν τον έλεγχο. Αλλες πάλι ιστορίες ξεκινούν από έναν χαρακτηριστικό τύπο: Πόντιο, Εβραίο, Αρμένη, Ρωμιό ή Τούρκο, που άφησε όνομα με την αμυαλιά ή την πονηριά του, την αγαθότητα ή την καπατσοσύνη του. Με πρώτους και καλύτερους τους Ταταυλιανούς. Απόσταγμα εμπειρίας οι αφηγήσεις, κλείνουν συνήθως με ένα επιμύθιο. Ωστόσο, χάρη στους ζωηρούς διαλόγους και στις κωμικές ή και ιλαροτραγικές σκηνές, απαλύνονται οι διδακτικοί και ηθογραφικοί τόνοι. Πρόσθετο δέλεαρ, η γλώσσα, ένα ιδιόλεκτο χαρμάνι, που χωνεύει και τις ερμηνείες των λέξεων, αν και ο συγγραφέας έχει προβλέψει γλωσσάρι.
Ενας κόσμος αντρών που περιγράφεται με κάθε λεπτομέρεια, από τις ιδιαιτερότητες στην ένδυση και τις διατροφικές προτιμήσεις ως τους τρόπους αναψυχής, τις ιδιάζουσες συνήθειες και τα πάθη. Ταυτόχρονα αναδύεται «ολόκληρη η απέραντη Πόλη με τα πολύμορφα κάλλη της»· η τοπογραφία - σοκάκια, δρόμοι, συνοικίες - αλλά και το πανόραμα της Πόλης. Ο αφηγητής χρονοτριβεί σε κάποιους παράξενους χώρους συνάντησης, όπως «Ο γιαταχανές του Μπεχλιούλ-Αγά», ένα υπόγειο στέκι για «το κοπάδι των εξαθλιωμένων» που έβρισκε εκεί απάγκιο τις νύχτες, ή «Ο τεκές του Χατζη-Μηνά». Σε αυτή τη δεύτερη ιστορία η αφήγηση ουσιαστικά εξαντλείται με την περιγραφή του τεκέ, του ιδιοκτήτη του και των θαμώνων. Και όμως τελικά πρόκειται για ένα συναρπαστικό διήγημα καθώς ο συγγραφέας κατορθώνει να δώσει την ανατολίτικη ατμόσφαιρα.
Κατ’ εξαίρεσιν, και μια πολυσέλιδη ερωτική ιστορία: «Ποκρής και Σιρανούς», όπως λέμε «Ρωμαίος και Ιουλιέτα». Μόνο που ο Ποκρής είναι ένας καλός τεχνίτης από ελληνικό κεφαλοχώρι της Θράκης και η Σιρανούς Αρμένισσα και «τρόφιμη κερχανά». Κι όμως ο έρωτάς τους, αγνός και μεγάλος, θα θριαμβεύσει. Τελικά 13 ιστορίες που ανασταίνουν έναν ολόκληρο κόσμο, άλλοτε κοντινό και συγγενή μας και σήμερα εντελώς άγνωστο και ξένο. Το πιθανότερο, οι ιστορίες που έγραψε ο Τζελέπης, όπως και η αρχιτεκτονική των ταπεινών και αφανών που διέσωσε, να μη μας αφορούν πλέον.

[κριτική : MAPH ΘΕΟΔΟΣΟΠΟΥΛΟΥ /ΤΟ ΒΗΜΑ]

Έ, μάλλον με όλων μας τις απόψεις ταιριάζει.

< < ΠΑΝΟΣ ΝΙΚΟΛΗ ΤΣΕΛΕΠΗΣ: ΕΝΑΣ ΝΤΑΗΣ >>

Δεν έχω διαβάσει το βιβλίο αυτό.
Παρατηρώ όμως πως, ενώ στην πρώτη παράγραφο υπάρχει αναφορά και σύνδεση της συμπεριφοράς των νταήδων με τις κοινωνικά επικρατούσες συνθήκες της εποχής, στην τελευταία τονίζεται πιο πολύ το “ψυχόρμητο” ως αιτία.
Υπάρχουν πάντως αρκετές πηγές για τη ληστοκρατία, όπως εμφανίζεται στην Ελλάδα, από το 19 ο αιώνα, με έμφαση στις συνθήκες που οδήγησαν στο πέρασμα από τον Κλέφτη (με κεφαλαίο Κ) στον κλέφτη (με μικρό κ)…

ΑΣ ΜΗΝ ΞΕΧΝΑΜΕ ΠΩΣ Ο ΟΡΟΣ <<ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ>> ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΣΤΗ ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ ΕΙΚΟΣΤΟΥ ΑΙΩΝΑ ΣΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ <<ΤΙΚ ΤΑΚ>> ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΙΝΑΙ ΕΡΩΤΙΚΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ…Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΟΡΟΥ ΕΙΝΑΙ ΚΑΘΑΡΑ ΕΜΠΟΡΙΚΗ…ΕΠΙΚΡΑΤΗΣΕ ΝΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΟΝ ΟΡΟ <<ΡΕΜΠΕΤΕΣ>> ΑΤΟΜΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΘΟΡΙΟΥ…ΣΤΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΠΟΛΛΟΙ ΜΕΛΕΤΗΤΕΣ ΘΕΛΗΣΑΝ ΝΑ ΣΥΜΠΕΡΙΛΑΒΟΥΝ ΣΤΟΝ ΟΡΟ ΑΥΤΟ, ΕΚΤΟΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙΘΩΡΙΑΚΟΥΣ, ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΛΑΪΚΟΥΣ ΣΥΝΘΕΤΕΣ ΤΟΥ ΠΑΛΙΟΥ ΛΑΪΚΟΥ ΑΣΤΙΚΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΙΟΥ ΠΟΥ ΟΙ ΠΙΟ ΠΟΛΛΟΙ ΗΤΑΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΡΧΕΣ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ! ΑΥΤΟ ΙΣΩΣ ΠΑΛΙ ΝΑ ΤΟ ΚΑΝΟΥΝ ΓΙΑ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΦΟΥ Ο ΟΡΟΣ ΑΥΤΟΣ <<ΠΟΥΛΑΕΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΣΥΜΦΕΡΕΙ…ΙΣΩΣ Η ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΑΡΧΟΥΣΑ ΤΑΞΗ ΝΑ ΕΠΙΔΩΚΕΙ ΤΗΝ ΕΞΑΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΟΡΟΥ <<ΛΑΪΚΟΣ>> ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΜΑΣ…ΜΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΟΤΑΝ ΠΗΓΑΖΕΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΛΑΟΥ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΛΑΪΚΟ ΚΙΝΗΜΑ…
ΤΕΛΟΣ ΓΙΑ ΝΑ ΓΡΑΨΕΙ ΚΑΠΟΙΟΣ ΤΡΓΟΥΔΙΑ ‘Η ΝΑ ΠΑΙΞΕΙ ΜΟΥΣΙΚΗ ΠΡΕΠΕΙ <<ΝΑ ΤΗΝ ΠΙΝΕΙ>> Ή ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΧΕΙ ΚΑΝΕΙ ΦΥΛΑΚΗ…? Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΜΟΥ ΕΙΝΑΙ ΠΩΣ ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΜΕΓΑ ΛΑΘΟΣ ΚΑΙ ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ Μ ’ ΑΥΤΑ ΚΑΠΟΙΟΙ ΨΕΥΤΟΜΑΓΚΕΣ…! ΑΣ ΜΗΝ ΞΕΧΝΑΜΕ ΠΩΣ ΤΑ ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ ΣΤΙΣ ΜΕΡΕΣ ΜΑΣ ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ ΤΟ ΠΟΙΟ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΜΕΣΟ ΓΙΑ ΝΑ ΣΤΕΡΟΥΝ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΑΠΟ ΕΝΑ ΑΤΟΜΟ ΩΣΤΕ ΝΑ ΤΟ ΚΑΘΙΣΤΟΥΝ ΑΔΥΝΑΜΟ ΝΑ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙ Σ’ ΟΠΟΙΟΝ ΚΑΤΑΠΑΤΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ…ΚΑΛΑ ΚΡΑΣΙΑ!!!

Καποτε κάποια μερα
σε τουτη τη ζωη,
ο ηλιος και για μενα
θα φεξει ενα πρωί…

Kontostayros, σε παρακαλώ, μην γράφεις με κεφαλαια, κουράζουν.
Καλωσήρθες στο Φόρουμ.

Γιά τη φωτογραφία αυτή δεν έχω πληροφορίες, δεν θυμάμαι από που την έχω “κατεβάσει”. Μάλλον πρόκειται γιά (Ελληνο)Αρβανίτες. Την έχω στο αρχείο με τίτλο Bashi Bazuk Singing, όποιος γνωρίζει, ας βοηθήσει με περισσότερες πληροφορίες.
Πρέπει να ομολογήσω πως με μικροδιαφορές (ρούχα, χώρος), το σκηνικό , το ζούσα σχεδόν καθημερινά γιατί… άργησα να βάλω μυαλό:):016:

Όταν πριν ένα χρόνο διάβασα το βιβλίο “ένας νταής”, Ιστορίες του Νταή Σταβρή" και το άλλο για τους νταήδες αναρωτιόμουνα αν υπάρχουν και τέτοια βιβλία που γράφτηκαν στην εποχή πριν το 1922? Απ’ όλα που διάβσα μέχρι τώρα έχω την εντύπωση ότι οι καπανταήδες ήταν οι καυχησιάρες, ενώ οι νταήδες (όπως στο βιβλίο παραπάνω) αυτοί ήταν οι “καλοί”, δηλαδή οι “κοινωνικές λήστες των πόλεων”. Θυμάμαι ότι πριν περίπου δυο εβδομάδες ανέφερες ότι υπάρχει και ένα τουρκικο βιβλίο της εποχής. Τι είναι το περιεχόμενο του τουρκικο βιβλίο?

η ερώτηση σχετικά με το τουρκικο βιβλίο είναι για τον κώστα Φέρρη, ξέχασα το όνομα.

Εκτος απο τους νταηδες και καπανταηδες που αναφερονται στην Οθωμανικη αυτοκρατορια.
Μαγκες, με την εννοια του ατακτου στρατου, αναφερονται;
Με ενδιαφερει να βρω πηγες και πληροφοριες που να αναφερονται και σ΄αυτους.

Δεν υπάρχει καμιά γραπτή πηγή , σύμφωνα με την οποία να απαντά ο όρος “μάγκας” ούτε κατά τη Βυζαντινή εποχή ούτε και κατά το 1821.
Ακόμα και λεξικογράφοι που αναφέρονται για εκείνες τις εποχές σε “μάγκα = στρατιωτικό σώμα” ή “άτακτος πολεμιστής” δεν έχουν να παραθέσουν καμιά πηγή που να επιβεβαιώνει αυτή την άποψη.

Η γνώμη μου είναι ότι η λέξη “μάγκας”, όπως τη χρησιμοποιούμε στη γλώσσα μας, δεν έχει καμιά σχέση με την τουρκική “manga = στρατιωτικό τμήμα” και ούτε ποτέ χρησιμοποιήθηκε με αυτή ή συναφή έννοια η λέξη αυτή.
Είναι απλά εφεύρημα των λεξικογράφων η χρήση της λέξης με αυτή την έννοια, επηρεασμένη από την τουρκική χρήση και σημασία της.

Το πιο πιθανό είναι πως η λέξη “μάγκας” - με την έννοια που της προσδίνουμε - προέρχεται από την αλβανική λέξη “menge = μανίκι”.
Πώς προέκυψε η έννοια που σήμερα δίνουμε στη λέξη “μάγκας”:
Οι Αρβανίτες αρχικά και μετά και οι Έλληνες συνήθιζαν και όταν χόρευαν και όταν πολεμούσαν, για λόγους πρακτικούς, να βγάζουν το δεξί μανίκι του πανωφοριού τους.
Έτσι, ετυμολογικά, η λέξη “μάγκας” στη χώρα μας συνδέεται με την αλβανική προέλευση της λέξης (mange = μανίκι).
Ήταν αυτός που άφηνε ελεύθερο το δεξί του χέρι, κίνηση που έκανε κυρίως ο μπροστάρης στο χορό και στη μάχη, με εντυπωσιακά αποτελέσματα.
Πολλοί ζωγραφικοί πίνακες απεικονίζουν τους πολεμιστές του ΄21 σ΄αυτή τη στάση, αλλά και χορευτές.
Αργότερα, το νεοσύστατο ελληνικό κράτος πέταξε στο δρόμο ακόμα και τους αγωνιστές του ΄21 αναγκάζοντας πολλούς από αυτούς να καταφύγουν στη ληστεία για να επιβιώσουν.
Τότε πολλοί από αυτούς τριγύριζαν με το δεξί χέρι έξω από το πανωφόρι , έτοιμοι για οτιδήποτε…
Η λέξη “μάγκας” ταυτίστηκε έτσι στη χώρα μας με τον ξύπνιο άνδρα, που υπάκουε σε ένα αυστηρό κώδικα τιμής και αξιοπρέπειας και που ήξερε καλά τους άγραφους νόμους της πιάτσας και επιβίωνε σύμφωνα με αυτούς, προκαλώντας το θαυμασμό του συναφιού του και την αποδοχή τους.
Αντίθετα απ΄ό,τι λένε μερικοί λεξικογράφοι, ποτέ στη χώρα μας “μάγκας” δεν σήμαινε “άτακτος πολεμιστής”, όπως στην Τουρκία.

(Προσωπική εκτίμηση για την ετυμολογία της λέξης )

Θα ελεγα να ανοιξουμε ξεχωριστο θεμα για τη λεξη μαγκας, να μην ειναι εδω, στο θεμα “Ρεμπετικο και περιθωριο”.
Παντα με προβληματιζε κεινο που λεει ο Μαρκος:
"Ημουνα μαγκας μια φορα
με φλεβα αριστοκρατη"