ΝΕΟ ΒΙΒΛΙΟ - Τίνος είναι το ρεμπέτικο - ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΚΙΟΥΣΗΣ

Νίκο, και λεξιλογικά και σημασιολογικά ως προς τις λέξεις και ερμηνευτικά ως προς τους στίχους απέχει η κατανόησή μας και βέβαια όπως είπες δε θα χαλάσουμε τις καρδιές μας, αλλά πάντως εξηγούμαι:

“Αντίσταση, επανάσταση” είναι μόνο μια από τις ιδιαίτερες σημασίες του ρεμπελιού, και μάλιστα η πιο σπάνια γιατί αντίσταση κι επανάσταση, με το να χαρακτηρίζουν τομές και άλματα του κοινωνικού γίγνεσθαι, είναι οι πιο σπάνιες εκδηλώσεις της κοινωνικής ζωής, ενώ το ρεμπελιό κι ο ρέμπελος είναι στάσεις που αναφέρονται και στην καθημερινότητα. Ο ρέμπελος στη γενικότητα της λέξης είναι αυτός που έχει “αντικομφορμιστική” συμπεριφορά, απείθαρχη, ασύμβατη με τις “καθεστηκυίες” ή καθιερωμένες νόρμες, καταρχήν άσχετα αν πρόκειται για συμπεριφορά καλή ή κακή, ωφέλιμη ή βλαβερη για τον εαυτο του ή για την κοινωνία. Έτσι ρέμπελος μπορεί να χαρακτηριστεί κι όποιος πχ κρατάει μπουζούκι ενώ “απαγορεύεται”, αλλά μπορεί κι ο “ερημοσπίτης”, ο γλεντζές ή ο μπεκρής (όπου εδώ η λέξη τείνει να συναντήσει τον “ρεμπεσκέ” του Γενίτσαρη). Αυτή λοιπόν η έννοια όπως χρησιμοποιείται στην καθημερινότητα (γενικά ξαναλέω: με την έννοια του προσωπικού “αντικομφορμισμού”, την έννοια του απείθαρχου) είναι τόσο κοντινή στη έννοια της λέξης ρεμπέτης, κι είναι τόσο κοντινές οι δυο λέξεις και γραμματολογικά, ώστε το να μην είναι κοινή ετυμολογικά η ρίζα τους και το να πρόκειται απλώς για σύμπτωση θα μπορούσε να εξηγηθεί μόνο με την κοινή καταγωγή των ανθρώπων από τον Αδάμ και την Εύα και το ότι επομένως κάποτε όλοι μιλούσαν την ίδια γλώσσα.

Κι ακόμα και ότι band σημαίνει και τον επίδεσμο, δεν είναι άσχετο με ό,τι σηζητάμε, γιατί δεν σημαίνει τον επίδεσμο μόνο αλλά και γενικότερα τον δεσμό, το “δέσιμο”, την ένωση. Και όπως στη “ρεμπέτα” έχουμε μια ειδική σημασία μέσα σε μια γενικότερη, έτσι και στο band και το bandit ή bandido, έχουμε τη γενική σημασία του δεσμού - της ένωσης - της ομάδας κάποιων ανθρώπων γενικά (ήδη καθιερωμένη στη γλώσσα για την ομάδα των μουσικών) και την ειδική σημασία του ληστή σαν μέλος κι αυτού μιας ιδιαίτερης ανθρώπινης ανθρώπινης ένωσης ή δεσμού κλπ, της ομάδας των ληστών (ή και της “ρεμπέτας” με την έννοια που έχει στην έκδοση του 19ου αιώνα). Κι όπως από το bandit δεν μπορούμε να βγάλουμε γενικά συμπεράσματα για το band, έτσι κι από τη ρεμπέτα δεν μπορούμε να βγάλουμε για το ρεμπέτικο. Είναι σχεδον ακριβώς το ίδιο, η μόνη διαφορά ότι στο ζεύγος band - bandit το γενικό και το ειδικό αφορούν τη σχέση (ομαδικότητας) μεταξύ των ανθρώπων, ενώ στο ζεύγος ρεμπέτικο - ρεμπέτα το γενικό και το ειδικό αφορούν ιδιότητες συμπεριφοράς (γενικά το απείθαρχο, ειδικά μια συγκεκριμένη του εκδήλωση).

Τέλος, σχετικά με τους “Νέους χασικλήδες” σαφώς ισχύει και αυτό:

Όπως κι αυτό:

Με άλλα λόγια, το τραγούδι βγάζει στον τάκο, αλλά με έναν τρόπο που όποιος καθρεφτίζει τον εαυτό του στα λόγια του μπορεί και ν’ ανέβει και πάνω στον τάκο και να το χορέψει και ν’ αφήσει και καλό φιλοδώρημα στην ορχήστρα (σαν λεφτάς που προφανώς είναι) κι από κει και πέρα όποιος καταλάβαινε καταλάβαινε.
Στην τελική, μου είναι και αδιάφορο αν ο στιχουργός - δημιουργός κλπ είχε σκοπό να επικροτήσει ή όχι αυτό το είδος του μάγκα. Σε σχέση με το θέμα, μου αρκεί η διαφορά του σχετικού ήθους σε σύγκριση με αυτό που χαρακτηρίζει τη γενικότητα των τραγουδιών του είδους.

Άγη, έχε υπόψη σου ότι από την ομοιότητα μεταξύ λέξεων μέχρι τη συγγένεια η απόσταση μπορεί να είναι απείρως μεγαλύτερη απ’ ό,τι βλέπει ένα κοινό μάτι. Να θυμίσω ως χαρακτηριστικό παράδειγμα τις λέξεις σατιρικό και σατυρικό, που είναι 100% άσχετες και όμως 100% ομόηχες και με σημασίες που εύκολα μπορούμε να τις μπερδέψουμε.

Ειδικότερα για τη λέξη ρέμπελος, επικρατεί μια παρανόηση, δεν ξέρω από πού προέρχεται, που τη συνδέει με το ραχάτι, την ευχάριστη τεμπελιά, το αραλίκι. Μόνο κάποιος που ποτέ δεν έχει πέσει σ’ αυτή την παρανόηση -ή που έπεσε αλλα΄την ξεδιάλυνε- μπορεί να μας πει πόσο έκδηλη και έντονη είναι η αντισυμβατική συμπεριφορά του ρέμπελου. Σίγουρα πάντως ο ρέμπελος στην αρχική του σημασία έπαιρνε όπλα και σκότωνε για τις διεκδικήσεις του, δεν έριχνε απλώς το φέσι του στραβά.

Σαν τελευταίο (ίσως) σχόλιο, ξαναπιάνω το νήμα από το #17 και τα περί προλεταριάτου η περιθώριου, δανειζόμενος λίγα λόγια (και το γενικό νόημα) από το βιβλίο του Ένγκελς “Η κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία”.
Το βιβλίο βέβαια γράφτηκε σχεδόν έναν αιώνα πριν την περίοδο που μας ενδιαφέρει, αλλά και η οικονομική εξέλιξη της Αγγλίας προηγείται της ελληνικής έναν αιώνα και βάλε.

Έγραψα σε ένα σχόλιο, ότι για τον “μέσο άνθρωπο” οι όροι ζωής του προλεταριάτου (στην Ελλάδα των πρώτων δεκαετιών του 20ου) μπορεί να αποτελούσαν πραγματικά “άλλο κόσμο”.
Στο βιβλίο του Ένγκελς αυτό εκφράζεται πολύ πιο ωραία με τα λόγια της εποχής, ενός ιεροκήρυκα, που παρατίθενται:
“Πιστεύω ότι προτού ο επίσκοπος του Λονδίνου επισύρει την προσοχή του κοινού σ’ αυτή την τόσο άθλια ενορία, ήταν τόσο λίγο γνωστή στο δυτικό άκρο της πόλης όσο οι άγριοι της Αυστραλίας ή των νησιών των αυστραλιανών θαλασσών”.

Στο βιβλίο περιγράφονται οι συνθήκες ζωής εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων προορισμένων για εργατικό δυναμικό στις βιομηχανικές πόλεις της Αγγλίας, η οικιστική αθλιότητα, ο υποσιτισμός κι οι αρρώστιες όπου ήταν εκτεθιμένοι, η εναλλαγή από την εξαντλητική εργασία και τον έστω πενιχρό μισθό στη χρόνια ανεργία και στην πλήρη ανέχεια και πείνα, το καταφύγιο στις διάφορες δουλειές του ποδαριού, και οι “φυσικοί” καρποί των συνθηκών αυτών, το κατρακύλισμα στην ζητιανιά και την κλεψιά, στον αλκοολισμό και την πορνεία.

Φυσικά η άλλη όψη αυτής της πλευράς βρίσκεται στην εμφάνιση και την ανάπτυξη τιου εργατικού κινήματος.

Δε λείπει κι η μετανάστευση, με τους Ιρλανδούς που ριχνουν μεροκάματα και βιοτικό επίπεδο της εργατικής τάξης, αλλά ταυτόχρονα “με τον ολοζώντανο κι όλο πάθος χαρακτήρα που διακρίνει τους Ιρλανδούς” ασκούν μια σημαντική επίδραση στο χαρακτήρα των Άγγλων εργατών, στον “βάρβαρο εγωισμό της αγγλικής εργατικής τάξης”.

Δεν θυμίζει αυτό το τελευταίο τη μικρασιατική προσφυγιά και την επίδρασή της στο χαρακτήρα του ντόπιων λαϊκών - εργατικών στρωμάτων;
Κι όλα ανεξαιρέτως τα παραπάνω, τηρουμένων των αναλογιών, δεν υποβάλλουν έντονες κοινωνικές ομοιότητες καθώς και την ανάγκη μιας παρόμοιας αντιμετώπισης στο θέμα μας και στις κοινωνικές συνθήκες που το ορίζουν σε αυτή την σχετικά πρώιμη ιστορική περίοδο, δεδομένου και του γεγονότος, ότι το βιβλίο, όπως λέει κι ο τίτλος του, εξετάζει την κατάσταση της εργατικής τάξης (έκφραση, όπως σημειώνει, συνώνυμη με τις εκφράσεις εργάτες, προλετάριοι, τάξη των φτωχών, προλεταριάτο) κι όχι την κατάσταση του “περιθωρίου”;

Βλέποντας το έτσι, μπορούμε να συμπεράνουμε, πως το ζήτημα δεν είναι ότι τα τραγούδια στο Μάρκο “τα φέρνει ο αργιλές”. Το ζήτημα είναι ότι άλλα τραγούδια θα μπορούσε να φέρει ο αργιλές στον Μάρκο λιμενεργάτη, στον Μάρκο εργάτη των σφαγείων, στο “Μάρκο πολυτεχνίτη”, κι άλλα τραγούδια θα έφερνε ο ίδιος αργιλές στους πλούσιους που ήθελε να “ελκύσει”, ή στους πλούσιους βιομήχανους που κάνουν - κατά Γιοβάν Τσαούς - το σταυρό τους.

— Νέο μήνυμα προστέθηκε στις 17:53 ::: Το προηγούμενο μήνυμα δημοσιεύθηκε στις 17:44 —

Βέβαια η ηχητική ομοιότητα πολλές φορές παραπλανεί. Αλλά όταν τη συνοδεύει τέτοια σημασιολογική κοινότητα;
Εν πάση περιπτώσει ο “αντικομφορμισμός” που γράφω δεν είναι θέμα μόδας. (Άλλο που και τα μακριά μαλλιά ή το μανίκι του σακακιού ή τα ψάθινα συριανά ψαθάκια έχουν αποτελέσει αφορμή “ρεμπελιού”, το καθένα υπό διαφορετικούς όρους). Το νόημα που έδωσα είναι αυτό της απείθαρχης προσωπικής στάσης, της “μη υποταγής σε κοινωνικές νόρμες”, κι αυτό το νόημα (άσχετα τι έκαναν οι πρώτοι ρέμπελοι) δεν χρειάζεται να το βρω σε λεξικό γιατί μου είναι γνωστό από την καθημερινή ζωή. Δεν πρόκειται για νεκρή λέξη.

Συμφωνώ απόλυτα.

Νομίζω ότι είναι πια ξεκάθαρο πως άλλη εντελώς λέξη είναι το “ρέμπελος”, με άλλη ετυμολογία από το λατιν. “rebellare” < bellum=πόλεμος.

Από τη στιγμή που έχει καταγραφεί η λέξη “ρεμπέτα” ήδη από το 1871 (Μ. Χαμουδόπουλος, στο μυθιστόρημα του για τους “Μυστηριώδεις νυκτοκλέπτας”), όπου γίνεται πολύ συχνά μάλιστα αναφορά στη λέξη αυτή, με την έννοια “υπόκοσμος”

και όταν η λέξη αυτή συναντάται επίσης στο σατιρικό Σουρή (1889),
επίσης, σε αφήγηση για ένα πανηγύρι στη Σηλυβρία (1895),
όταν τη λέξη αυτή τη συμπεριλαμβάνουν τα λεξικά του Δημητράκου (ο οποίος μάλιστα έχει και το “ο ρεμπέτας”)
και της “Πρωίας”

σημαίνει ότι η λέξη αυτή υπάρχει ήδη στο λεξιλόγιο, είναι γνωστή, ταιριάζει και ηχητικά και σημασιολογικά και δεν χωρά αμφισβήτηση η προέλευση της μεταγενέστερης λέξης “ρεμπέτης” και “ρεμπέτικο” απ’ αυτήν.

Όσο για την προέλευση της λέξης “ρεμπέτα”, συναντάται και στη Δύση [“rebato”, στα ισπανικά, “arrembare”, στα ιταλικά, “arrebata” , “rebata” κ.λπ.], με την έννοια της “επίθεσης σε εχθρικό πλοίο”, του “ρεσάλτου”
αλλά υπάρχει και στα αραβικά το “ribat”, με παρεμφερή σημασία.

Τώρα, αν προηγήθηκε στα αραβικά και από εκεί πέρασε στη Δύση ή το αντίστροφο, θέλει ψάξιμο.

Βρε Άγη, δεν χρειαζόταν και αυτό

παράθεση! Προστέθηκε απλά την ώρα του (πρώτου) σεισμού…

Δεν ξέρω γιατί μιλάμε για «παρανόηση» εκεί στο #62, που συνδέει τον ρέμπελο με το αραλίκι κλπ.

Πρόκειται για υπαρκτή σημασιολογική εκδοχή, καταγεγραμμένη και λεξικογραφικά από πάμπολλα χρόνια τώρα (=ο ασκόπως τήδε κακείσε περιφερόμενος, αργόσχολος, χασομέρης/που κάνει ζωή ακατάστατη και τεμπέλικη, χωρίς προορισμό και προκοπή, ακαμάτης, τεμπέλης). Αρκεί μάλιστα να σκεφτούμε ότι το φρεσκοεκδοθέν Χρηστικό Λεξικό της Ακαδημίας Αθηνών αναγνωρίζει και καταγράφει μόνο τη μία αυτή σημασία και καμμία άλλη: «ρέμπελος»= που ρεμπελεύει, αργόσχολος, «ρεμπελιό»= τεμπελιά, «ρεμπελεύω»= περνώ αργόσχολα και τεμπέλικα τον καιρό μου.

Καμμία ετυμολογική σχέση μεν ο ρεμπέτης με τον ρέμπελο, σημασιολογική συνάφεια όμως μπολικούτσικη…

Λοιπόν, δίκιο έχεις Παρασάνταλε. Είναι υπαρκτή η σημασία και όχι παρανόηση. Βλέπω ότι τη δίνουν και ο Μπαμπινιώτης (μαζί και με την άλλη, του επαναστάτη) και το Λεξικό Ιδρ. Τριανταφυλλίδη (ως κύρια, παραθέτοντας την άλλη του επαναστάτη ως παρωχημένη). Το παίρνω πίσω λοιπόν, εν μέρει (βλ. παρακάτω). Βέβαια, αν το Χρηστικό δίνει μόνο αυτή τη σημασία, το θεωρώ παράλειψη γιατί και η άλλη μια χαρά χρηστική είναι, θα τη βρούμε σε λογοτεχνικά κείμενα και θα καταλάβουμε άλλα αντ’ άλλων…

Παρά ταύτα θα επιμείνω σ’ αυτό που έγραψα: όποιος πρωτοέμαθε τη λέξη με τη σημασία “χασομέρης, εύθυμος τεμπέλης”, και κάποια στιγμή τη δει σ’ ένα παλιότερο κείμενο όπου έχει την τότε επικρατέστερη σημασία “επαναστάτης”, είναι εύκολο να παρασυρθεί από τις δικές του γλωσσικές συνήθειες και να εκλάβει τον επαναστάτη ως κάτι λάιτ, κάποιον που απλώς είναι λίγο αντικομφορμιστής*, επομένως ως κάτι σχετικό με τον ρεμπέτη, γιατί πώς να συνταιριάξει στο μυαλό του τον ένοπλο αγώνα με το αραλίκι και το ραχάτι; Και όμως, ο παλιός συγγραφέας είναι πιθανότατο να μιλάει μόνο για κανονική ένοπλη επανάσταση, χωρίς την παραμικρή απόχρωση από την άλλη έννοια.


*Σκέψου ότι και η ίδια η λέξη επαναστάτης έχει ευρύ φάσμα αποχρώσεων: επαναστάτες ήταν και στο πολιορκημένο Μεσολόγγι, επαναστάτης και ο έφηβος που διαλέγει μια “φυλή” με δική της μουσική και δικό της ενδυματολογικό κώδικα για να σπάσει το κατεστημένο των γονιών και των δασκάλων του. Όταν όμως λέμε «ρέμπελος = 1. επαναστάτης […]» δεν εννοούμε όλο αυτό το φάσμα.

Πάντως κι η έννοια του αντικομφορμισμού έχει επίσης σημασία ευρύτερη από όση εξαντλείται στο στυλ και στη μοδα. Διότι αν κομφορμισμός είναι το να προσαρμόζεται κανείς σε κάθε κατάσταση ανάλογα με το ατομικό του συμφέρον, είναι προφανές ότι αντικομφορμισμός είναι γενικά το αντίθετο: η επιμονή σε κάποιες αρχές, κάποιο ήθος, κάποιες ιδέες, κάποια συμπεριφορά ακόμη κι αν αυτή η επιμονή έχει σαν συνέπεια προβλήματα και ταλαιπωρία. Το να αντιμετωπίζει κανείς τις καταστάσεις όχι με κριτήριο το ατομικό του βόλεμα (=κομφορμισμός) αλλά με κάποιο κριτήριο περί του σωστού και του λάθους ακόμα κι αν αυτό αντίκειται στο ατομικό του βόλεμα.
Δες και τον “κομφορμίστα” του Μπερτολούτσι: δεν πρόκειται για κάποιον που απλά φορά ίσια το φέσι του.
Όσο για τον ρέμπελο, είναι νομίζω λάθος των λεξικών (!) αν βάζουν τις δυο σημασίες έτσι: α) ο επαναστάτης β) ο αραχτός κι έτσι. Υπάρχουν πολλά χαρακτηριστικά που προσιδιάζουν στον 'ρέμπελο" χωρίς να πρόκειται για αραχτό αλλά και χωρίς να φτάνει και στη σημασία της λέξης επαναστάτης.

ΥΓ Νίκο, #65, πού να το φανταστώ, εδώ τον σεισμό τον ένιωσα σαν κουτσουλιά, άσε που στην περιοχή οι σεισμοί είναι ρουτίνα, αν δεν έχουμε 2-3 το μήνα αρχίζουμε κι ανησυχούμε. (τα δε μπρρρ και όποιος κουνηθεί κλπ, ταίριαζαν και σαν γλαφυρή περιγραφή του επικίνδυνου τύπου και του μπελά που μπορεί να προκαλέσει κλπ!!!)

Τα λεξικά κάνουν μια χαρά νομίζω τη δουλειά τους. Δίνουν όλες τις σημασιολογικές εκδοχές που έχει ενσωματώσει η λέξη στη διαχρονία:

[ul]
[li]· (για πολεμιστές): αυτός που δεν ανήκει σε τακτικό στρατιωτικό σώμα, ο αντάρτικος [/li][li]· αυτός που περιφέρεται ασκόπως [/li][li]· ο άτακτος, ακατάστατος [/li][li]· ο μη αμέμπτου ηθικής («ρέμπελη γυναίκα») [/li][li]· ο επαναστάτης [/li][/ul]

OK, τώρα είναι καλύτερα, παρόλο που ίσως θα μπορούσαν ακόμα να προστεθούν καναδύο σημασίες, που δεν περιλαμβάνονται στις παραπάνω.

Αν δεν πλατειάζω, πάντως, ακόμα και σημασίες που φαινομενικά είναι απομακρυσμένες έως ξένες από την αρχική (της επανάστασης, της εξέγερσης) μπορεί να έλκουν την καταγωγή τους από αυτήν.
Λ.χ. η σημασία ρεμπελιό = ραχάτι: Εφόσον το ραχάτι είναι προνόμιο του πασά, ο ραγιάς που ραχατεύει αποφεύγοντας την αγγαρεία και βάζοντας σε διακινδύνευση τα δοσίματα, είναι επόμενο να χαρακτηριστεί ρέμπελος. Ενώ για την ίδια ιδιότητα, του ραχατιού, δεν θα χαρακτηριστεί βέβαια ρέμπελος ο πασάς.
Από την άλλη βέβαια το ραχάτι σα συνήθεια μπορεί να συνιστά συμπεριφορά αρνητική και εντός της κοινωνίας των “ραγιάδων” όταν στρέφεται σε βάρος της μεταξύ τους συνύπαρξης, όταν λχ το ραχάτι συνδέεται με την απαίτηση κάποιου να κάθεται και να τον τρέφουν οι άλλοι: τότε το “ρέμπελος” αυτού του τύπου αποκτά αρνητικά φορτισμένη σημασία από κοινωνική άποψη.
Εν ολίγοις αυτό που προσάπτω στα λεξικογραφικά λήμματα (και εν μέρει ίσως είναι οργανικό τους “ελάττωμα”) είναι ότι ενίοτε μέσα στην περιπτωσιολογία τους εξαφανίζεται η κεντρική λογική που διέπει τη σημασία της λέξης.

Κάποια σχόλια τώρα σχετικά με όσα ειπώθηκαν για τους «Νέους Χασικλήδες»

Κατʼ αρχάς να ρισκάρω την εξής υπόθεση εργασίας: στα 4 τραγούδια που εντόπισα με περίπου αυτούς τους στίχους («Οι χασικλήδες» [1928 με Β. Σωφρονίου], «Νέοι χασικλήδες» [1928, με Π. Γαδ], «Νέοι χασικλήδες» [1928 με Α. Νταλγκά], «Νέοι χασικλήδες» [1930; Με Καρίπη]), το πρώτο που παρατηρώ είναι ότι ναι, όντως υπήρξε τραγούδι με τίτλο «Χασικλήδες», αυτό που λέει ο Σωφρονίου και, στην περίπτωση που αυτό προηγήθηκε δισκογραφικά, μου φαίνεται εύλογο όσα ακολούθησαν να επιγράφονται «Νέοι χασικλήδες». Εάν ισχύει η υπόθεσή μου, τότε δεν αληθεύουν τα περί ελεύσεως νέου μάγκα και αμάν είναι και ο πρώτος κλπ κλπ Και, έτι περαιτέρω, αυτές τις επικλήσεις «πες το ναι και ό,τι θέλεις από με» κλπ, τις βρίσκω καθαρά ερωτικού χαρακτήρα εκδηλώσεις (του στυλ ότι εάν τα φτιάξουμε θα γίνω λιώμα για σένα κλπ)

Τέλος, σε εκείνο το στιχάκι «χασίκλα είσαι και ντερβίσης, τραβάς την κουμπουριά και σ’ όλα τα παιχνίδια μέσα φωνάζεις τη μαγκιά», δεν μου φαίνεται πως η επίμαχη λέξη είναι «φωνάζεις» αλλά «τρομάζεις», όπως ακούγεται στο πρώτο τραγούδι της ομάδας που συζητάμε (εάν είναι χρονολογικά το πρώτο…), δηλαδή στους «Χασικλήδες» με τον Σωφρονίου: «Χασίκλα και λεβέντης είσαι, τραβάς την κουμπουριά/και σʼ όλα τα παιχνίδια μέσα τρομάζεις τη μαγκιά», όπου έτσι έχει και παραέχει νόημα…

Πράγματι έτσι είναι φανερό ή έστω πάρα πολύ πιθανό
[li], νομίζω, αυτό που έλεγε και ο pepe, ότι ο τίτλος “Νέοι χασικλήδες” υποδηλώνει νέο τραγούδι. Και προφανώς κανείς στην κουβέντα δεν είχε προσέξει ότι το τραγούδι με το μοτίβο “δε μου λέτε - δε μου λέτε η νταμίρα που πουλιέται” κυκλοφορούσε με τον τίτλο “χασικλήδες”. [/li]Επίσης το ότι η επίκληση “πες το ναι και ό,τι θέλεις από με” είναι ερωτική: δεν είχα σκεφτεί ότι το τραγούδι έχει γυναικα “αφηγητή”, ότι δηλαδή τα λόγια είναι γραμμένα σαν να απευθύνονται από γυνάικα σε άντρα, ή ακόμα και σαν να είναι διάλογος μεταξύ άντρα - γυναίκας. Σχετικά με αυτή την εκδοχή, η εκτέλεση του Νταλγκά με τον τρόπο που βάζει τη σειρά των στροφών δεν δίνει αυτή την εντύπωση, το στοιχείο αυτό σχεδόν χάνεται, όμως σε μια από τις παραλλαγές (Καρίπης) αυτό γίνεται πιο καθαρό, η στροφή “είσαι χασικλού, είσαι και γιαβουκλού” έχει αυτοτέλεια (ενώ στο Νταλγκά συνεχίζει απευθείας με την κουμπουριά κλπ) και ακολουθείται και από την επικληση “πες το μανίτσα μου το ναι”, κι όχι “μάγκα μου”.
Εκεί που κρατάω επιφύλαξη είναι για το “φωνάζεις τη μαγκιά” και αν βγάζει νόημα ή όχι. Ακούγοντας την εκτέλεση του Νταλγκά, και μη μπορώντας ν’ ακούσω παρά “φωνάζεις”, το νόημα που μου έρχεται στο μυαλό είναι είτε κάτι σαν “εσύ τη μαγκιά σου τη φωνάζεις, τη δείχνεις” είτε το (ίσως τραβηγμένο;) ότι στα παιχνίδια πας με συνοδεία, με προστασία (η μαγκιά με την έννοια της μάγκας). Η κουμπουριά στα παιχνίδια βέβαια μένει στοιχείο απαράλλαχτο και στις δυο παραλλαγές όπου υπάρχει η σχετική στροφή.

Όλα αυτά βέβαια θα τα έπαιρνα υπόψη, επί το μετριότερον, αν ξαναδιάβαζα ή αν ξανάγραφα τα προηγούμενα σχόλιά μου.
Ωστόσο δε μπορώ να μην εμμένω στο στοιχείο μιας διαφορετικότητας “ήθους” που χαρακτηρίζει τους “νέους χασικλήδες” όχι μόνο από τους σκέτους “χασικλήδες” αλλά και γενικότερα από τα τραγούδια αυτής της θεματολογίας.
Έγραφα σε άλλο σχόλιο για το “πού 'ναι τα χρόνια τα παλιά” που τραγουδάει ο Ρούκουνας και το κάπως πικρό “τώρα βγήκανε οι μάγκες όλο τρίχες ματσαράγκες”, στιχάκι που όπως και να το κάνουμε είναι αρκετά καταδηλωτικό.
Ενώ και το γενικό πνεύμα που όπως μου φαίνεται αποπνέει η κατηγορία αυτή των τραγουδιών, χαρακτηρίζεται από μια ορισμένη σεμνότητα έως και “αυτοδυσφήμιση”: Στους “χασικλήδες”, “τη νταμίρα μου την έμαθε μια χήρα, μ’ έκανε και αλανιάρη, χασικλή και κουρελιάρη”. Αλλού (μπαγλαμάδες) “το χασίσι μ’ έφερε σ’ αυτή την κρίση”. Και αν θυμάμαι καλά σε ένα τραγούδι της φυλακής, που μου διαφεύγει ο τίτλος, υπάρχει εν είδη πρόζας ο διάλογος “γεια σου χασίκλα - ίσα μωρή μαρίκα”.
Αντίθετα οι “νέοι χασικλήδες” είναι το μόνο ή από τα ελάχιστα τραγούδια που η ιδιότητα του “χασίκλα” προβάλλεται τόσο επιδεικτικά, συνοδευόμενη από νταβατζιλίκι, κουμπουριά, φώναγμα ή τρόμαγμα της μαγκιάς κλπ.

[*] Στην αναζήτηση τραγουδιών του σηλαμπς με τη λέξη “χασικλήδες” φαίνεται ότι όλα αυτά τα τραγούδια (παλιοί και νέοι) κυκλοφορησαν σε διπλές και τριπλές παραλλαγές την ίδια χρονιά το 1928

Η Νταμίρα είναι πράγματι ο “πρώτος” χασικλής. Κατοχυρώθηκε, φαίνεται, ο τίτλος όταν η Κολούμπια επέλεξε να ονοματίσει ως “Χασικλήδες” κάποιαν ηχογράφηση της “νταμίρας” με τον Καρίπη (όχι τον Σοφρωνίου, αυτός τους “Νέους” τραγούδησε και μάλιστα το 1929, όχι 28). Όταν, τον ίδιο χρόνο αλλά μάλλον λίγο αργότερα, ο Καρίπης συμφωνείται να ηχογραφήσει στην (ανταγωνίστρια) Οντεόν το “τούρνε κλπ.”, δεν μπορούσαν να το ονομάσουν σκέτο “Χασικλήδες” και έφτιαξαν τους “νέους χασικλήδες”.

Να σημειωθεί ότι υπάρχει και άλλος δίσκος με σκέτο “ΟΙ ΧΑΣΙΚΛΗΔΕΣ”, και αυτός 1928, με τραγουδιστή “ΜΕΡΑΚΛΗΣ ΠΩΛ”, δηλαδή μάλλον τον Πωλ Γαδ.

Ο Σωφρονίου τραγούδησε “Οι χασικλήδες”, σύμφωνα με τα στοιχεία του Μανιάτη και τον πρωτότυπο δίσκο της συλλογής της L. Torp, στον οποίο παραπέμπουν και τον οποίο μετέγραψαν οι Aulin-Vejleskov στο βιβλίο τους Χασικλιδικα ρεμπέτικα. Το sealabs γράφει τον τίτλο που γράφει, αλλά μπορεί να λαθεύει.

Ναι, αλλά ο Σοφρωνίου ηχογράφησε το 1929 ενώ ο Καρίπης το 1928.

Σημειωτέο ότι με διάφορες παραλλαγές στους στίχους το “δε μου λέτε - δε μου λέτε” κυκλοφορεί από το 1925 (και σαν “μπαρμπαγιάννη σαν πεθάνεις” από το 1920), οπότε άσχετα από τίτλο είναι κι από αυτή την άποψη το “παλιό”.

Για την εκτέλεση του Σωφρονίου (εφόσον βεβαιώσαμε τον τίτλο) ο ανεβάσας το άσμα στο You tube αναφέρει 1928, το ίδιο και ο Κουνάδης που παίζει και τις 2 πλευρές του δίσκου στα ΡΕΜΠΕΤΙΚΑ- ένα ταξίδι στο λαϊκό αστικό τραγούδι των Ελλήνων, τόμος 2 (Β9 και Β17)

Όταν θα προχωρήσει μία “πατέντα” που φτιάχνω, για να εκτιμώ χρονολογίες ηχογραφήσεων / καταλογογραφήσεων, ίσως να μπορέσω να τεκμηριώσω κάτι. Αυτό όμως θα τραβήξει αρκετούς μήνες, ίσως και χρόνια, να ολοκληρωθεί. Προς το παρόν λοιπόν, Καρίπης – Σωφρονίου: Σημειώσατε Χ.

βάζω εδώ κι αυτόν το σύνδεσμο ενός ποστ από άλλο νήμα, με το οποίο υπάρχει θεματολογική κοινότητα.

Εγω παντως χρόνια τώρα ακούω…“Κουρναζος στη μαγκια…”