Θα ήθελα να θυμίσω ότι εδώ και κάποια χρόνια υπάρχει στο ρεμπέτικο μία τάση επανανακάλυψης του παλιού. Παλιά τραγούδια που δεν τα ξέραμε πριν την έκρηξη του ίντερνετ, παλαιινά παιξίματα (3χ με ντουζένια, ξεχασμένες και ξαναθυμημένες τεχνικές λαϊκής κιθάρας) κλπ. Και με τρόπο δημιουργικό, ουσιώδη, με διάθεση προσέγγισης και όχι πιθηκισμού.
Αυτό είναι πρόοδος, αφού πιο παλιά ούτε είχε γίνει ούτε και υπήρχε η δυνατότητα να γίνει. Αλλά από μια άλλη οπτική μπορεί κανείς να το πει και οπισθοδρόμηση. Μετά από τη συζήτηση που έγινε εκεί, εγώ θα έλεγα ότι είναι απλώς μια επιλογή ορισμένων μουσικών και ορισμένων από το κοινό.
Αντίστοιχες λοιπόν τάσεις έχουν εκδηλωθεί και σε δημοτικές παραδόσεις. Σε τοπικά μουσικά ιδιώματα που τις τελευταίες γενιές κυριαρχούνταν από κιθάρες, μπάσα, πλήκτρα, εφέ κλπ. βλέπουμε περισσότερα νεανικά συγκροτήματα με βιολί-κλαρίνο-λαούτο-ντέφι απ’ ό,τι, ας πούμε, μέχρι το 2000.
Και έχουν απήχηση σε ορισμένη μερίδα του κοινού: χονδρικά, όσους κάνουν τις ίδιες επιλογές με αυτούς τους μουσικούς.
Πρόκειται για μία μόδα; εξέλιξη; οπισθοδρόμηση; …που ενδεχομένως δεν έχει φτάσει σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, και ενδεχομένως να μη φτάσει και ποτέ, ή ενδεχομένως κάπου να την ανακαλύψουν όταν κάπου αλλού θα έχει πλέον ξεπεραστεί και αντικατασταθεί από κάτι άλλο.
Είναι κι αυτός ένας τρόπος που προχωράει ο κόσμος. Δε γίνονται όλα ευθύγραμμα προς τα μπρος, πετώντας ό,τι έχει κλείσει μια άλφα ηλικία και αντικαθιστώντας το με ό,τι πιο καινούργιο. Κατά περίπτωση γίνεται κι αυτό, συνολικά όμως είναι πολύ πιο σύνθετες οι διεργασίες.