Μινόρε της αυγής

Παιδιά ο στίχος λέει:
“ξύπνα, μικρό μου, κι άκουσε, κάπου μινόρε της αυγής…” ;
κι όχι “κάποιο” ή “κάποιου”
Τί εννοεί κατά τη γνώμη σας, εάν ακούτε το ίδιο;

Έχουν γραφτεί πόλλα στο παρελθον για το συγκεκριμένο σημειό του τραγουδιού.Νομιζω οτι η επικρατούσα άποψη είναι ΑΚΟΥ ΜΙΝΟΡΕ ΤΗΣ ΑΥΓΗΣ και έτσι βγάζει και σαφεστερο νόημα.Με καθέ επιφύλαξη. Γιώργος

Χμμμμμ δεν ξέρω, δε νομίζω βρε Γιώργο…
Ξύπνα μικρό μου κι άκουσε, άκου μινόρε της αυγής;

Θα συμφωνήσω με τον “φίλο” Γιώργο. Κι εγώ πιστεύω ότι λέει “άκου μινόρε της αυγής”, χωρίς όμως να είμαι απόλυτα σίγουρος επίσης. Απλά για να βοηθήσω και τους υπολοίπους που ίσως θέλουν να ακούσουν την πρώτη ηχογράφηση την παραθέτω (σαν βοήθεια) παρακάτω:

[video=youtube_share;LMGfDq39LVA]http://youtu.be/LMGfDq39LVA[/video]

Τραγουδούν φυσικά οι Απόστολος Χατζηχρήστος, Μάρκος Βαμβακάρης και Γιάννης Σταμούλης και στο μπουζούκι ο (εκπληκτικός εδώ) Κώστας Καπλάνης, σε ενορχήστρωση Σπύρου Περιστέρη!

κι εγω "ακου"ακουω.

Δυστυχώς ούτε εγώ μπορώ να βγάλω άκρη. Όταν διάβασα το μήνυμα του Μπάμπη και έβαλα το κομμάτι άκουσα “κάπου”, όταν διάβασα το μήνυμα του Γιώργου άκουσα “άκου”:084:. Κλείνω όμως προς το "άκου" Μπάμπη άκουσέ το προσεχτικά και όντως βγαίνει κάποιο νόημα.

Το σίγουρο είναι ότι δεν λέει “κάποιο”, όπως και έχει επικρατήσει στις νέες εκτελέσεις με Μπέλου ή Τσομίδη ή Αλεξίου κλπ. Ακόμα και στις μαζώξεις μας το τραγουδάμε με την λέξη “κάποιο”.

Εδώ όμως προκύπτει και ένα άλλο θέμα. Όλοι αυτοί οι επαγγελματίες το έχουν χιλιοτραγουδήσει αυτό το κομμάτι είτε επαγγελματικά είτε σε κάποιο μαγαζί είτε σε κάποιο cd. Δεν βρέθηκε κανείς να τους πει πως ακριβώς είναι εκείνο το σημείο?

Έπρεπε να φτάσω στο 2014 για να μάθω ότι τραγουδιέται έτσι με την βοήθεια μηχανημάτων?

Ειναι σαν το ‘‘μπορει ακομα μπορει’’ στο ακρογιαλιες δειλινα…Εμενα παντως μαρεσει ετσι

(Γιώργος Παρίδης)
Κι εγώ ακούω χωρίς πρόβλημα "άκου’. Και, νοηματικά, μια χαρά -και ευρηματικό- το βρίσκω, το “άκου” μετά το “άκουσε”. Τώρα, πώς του άλλαξαν ολίγο τον αδόξαστο οι μεταγενέστεροι, δεν είναι και να απορεί κανείς. Πάντως, εφόσον νομίζω ζούσε ο Μίνως Μάτσας, ας το “μάζευε” το πράγμα…

Η φράση «άκου μινόρε της αυγής» είναι προβληματική. Αντικειμενικά δεν πολυστέκει στα ελληνικά. Όχι λόγω της επανάληψης -αυτή μια χαρά είναι, έτσι συνηθίζεται στα τραγούδια- αλλά λόγω της έλλειψης άρθρου. Πώς μπορείς να ακούς μινόρε της αυγής; Θα το λέγατε ποτέ; Μπορείς να ακούς το μινόρε της αυγής αν υποτίθεται ότι είναι ένα και μοναδικό, ή να ακούς κάποιο μινόρε της αυγής αν εκληφθεί ως μια πιο γενική κατηγορία.

Ανεξαρτήτως αυτών, εγώ πάντα «άκου» άκουγα.

(Μην αναλωθούμε βέβαια πάλι στο “οι λαϊκοί δεν πήγαιναν με τη γραμματική στο χέρι”, τα 'χουμε πει αυτά. Οι λαϊκοί ξέρουν αλάνθαστα καλύτερη γραμματική από τους γραμματικούς, αλλά καμιά φορά πασσαλείφουν κιόλας.)

Πρώτα πρώτα, να παρατηρήσω ότι εδώ δεν καταλείπεται έδαφος να εμφιλοχωρήσει κάποια προβληματική του τύπου: οι «λαϊκοί» πήγαιναν ή δεν πήγαιναν με τον Τζάρτζανο στο χέρι κλπ κλπ, διότι έχουμε προ οφθαλμών (εάν δεν κάνω κανένα θηριώδες λάθος) λόγιο στιχουργό, τον Μίνωα Μάτσα.
Επί της γραμματικής διατύπωσης, τώρα, (και κατά κυριολεξία με τη γραμματική στο χέρι μου) θεωρώ ότι όχι μόνο προβληματική δεν είναι η επίμαχη φράση -και μη πολυστεκάμενη ως ελληνικά-, αλλά απεναντίας στέκεται πολύ γερά στα πόδια της και στο συγκείμενό της.
Για να δούμε λοιπόν λιγάκι το στιχουργικό όλον, κατά την υποκειμενική μου βέβαια ανάγνωση: ο ήρωάς μας στέκεται έξω από το παραθύρι της αγαπημένης και της κρούει/άδει ένα παρακλαυσίθυρο, και συγκεκριμένα (πιο συγκεκριμένα δεν γίνεται!) ένα μινόρε της αυγής που τόγραψε για κείνη (με την τόσο τελεσίδικη και πανηγυρική διατύπωση: «για σένανε είναι γραμμένο»). Της λέει δηλαδή: «άκου μινόρε πού ʽγραψα για σένα», σα να λέμε –και λέμε!: «άκου πενιές (που παίζω για πάρτη σου)», «άκου στιχάκια (πού ʽγραψα για σένα)», «άκου τραγούδισμα» κλπ κλπ.
Για ποια έλλειψη άρθρου (που «απονομιμοποιεί» τη διατύπωση ως ελληνικά) λοιπόν γίνεται λόγος, δεν αντιλαμβάνομαι, και τι είναι αυτό που «δεν λέμε», πάλι δεν εννοώ. Το αντικείμενο του «άκου» είναι «μινόρε [της αυγής]», σωστά; Δεν αληθεύει λοιπόν ότι «υφίσταται» μηδενικό άρθρο και στην περίπτωση που θέλουμε να τονίσουμε την ιδιαιτερότητα του αντικειμένου; Ότι νομιμοποιείται γραμματικώς το άναρθρο αντικείμενο, όταν θέλουμε να μιλήσουμε συγκεκριμένα (εξειδικευτικά) για κάτι;

Ντάξει, μ’ αυτή την έννοια (άκου πενιές, άκου κάτι πράγματα) όντως στέκει. Δεν το είχα σκεφτεί.

Θα συμφωνήσω κι εγώ (“άκου” ακούω) με τον Περικλή και το Γιώργο Παρίδη ότι η επανάληψη (… κι άκουσε, άκου …) δεν είναι καθόλου προβληματική. Εκατοντάδες είναι οι φορές που επιλέγονται τέτοιου είδους επαναλήψεις σε στίχους δημοτικών τραγουδιών, αν μάλιστα “συνεισφέρουν” να βγεί πιό άνετα και το μέτρο, ακόμα καλύτερα. Η έλλειψη του άρθρου δεν πειράζει το λαϊκό στιχουργό και, πώς να το κάνουμε, ο Μίνο Μάτσας λαϊκό στιχουργό ήθελε να μιμηθεί όταν έγραφε “λαϊκούς” στίχους κι ας είχε παιδεία λογίου. Αν, βέβαια, θεωρήσουμε ότι ο Μάτσας έγραψε τους στίχους, γιατί στο δίσκο μάλλον ο Περιστέρης αναφέρεται και για στιχουργός (κατά Μανιάτη τουλάχιστον), ενώ ο Κουνάδης βάζει το όνομα του Μάτσα ως στιχουργού σε παρένθεση.

Άρα, για να συνοψίσουμε και να παραμείνουμε εντός του προκειμένου: ουδεμία επιρροή ασκεί στη συζητούμενη υπόθεση το εάν τους στίχους έγραψε ο λαϊκός φούφουτος ή ο λόγιος ξεφούφουτος, αφής στιγμής τεκμαίρεται ότι η επίμαχη φράση («άκου μινόρε της αυγής»), αφενός ακουστικώς έχει έτσι στην πρώτη εκτέλεση, και αφετέρου γραμματικώς και νοηματικώς έχει επίσης καλώς.

Άκου οχι μόνο είναι αυτό, αλλά αμα τώρα προσπαθήσετε να ακούσετε “κάποιο” θα καταλάβετε οτι κάτι δεν ταιριάζει. Καιρό με χαλούσε αλλά δεν ήξερα τι ήτανε.
GAs πώς κατάφερες να το ξεδιαλύνεις;

Αφού σημείωσω ενα like στο λεγειν-γραφειν του Γ.Παριδη (παντοτε μου άρεσαν οι καλοί χρήστες τις ελληνικής γλώσσας) θέλω να απαντήσω στον n.forlan οτι, ψαχνομαι με το ρεμπέτικο πανω απο 40 χρόνια, αν και παίζω μονο τα τρια τελευταια (αποφάσισα να μάθω κιθάρα στα 57 μου).Με τον απόλυτο σεβασμο στα νειατα σας, οι γνώσεις συμπληρώνονται (δυστυχώς) και προιόντος του χρονου.Γιώργος.

Άλλο ένα και από μένα!

Πέρα από ότι ολοκάθαρα ακούγεται “άκου” στην αυθεντική εκτέλεση και ταιριάζει και νοηματικά (όπως ειπώθηκε, ήδη), το τραγούδι αυτό βασίζεται σε παλιό σμυρνέικο,
[που έλεγε και εκεί “άκου”],
συγκεκριμένα:

“Ξύπνησε μικρή μου,
άκου μινόρε την αυγή”

Το “Μινόρε της αυγής” κατά πάσα πιθανότητα είναι σύνθεση του Απόστολου Χατζηχρήστου, όχι αυτών που γράφει η ετικέτα του δίσκου.
Ως Σμυρνιός ο Χατζηχρήστος είχε ακούσει αυτή τη σμυρνέικη πατινάδα και αυτή αποτέλεσε την έμπνευση να δημιουργήσει το τραγούδι αυτό, με τη βοήθεια του Βασιλειάδη - Τσάντα, στην ολοκλήρωση των στίχων.
Ίσως, ως μελωδία να ήταν επίσης ήδη γνωστό, στο περιβάλλον της Σμύρνης, της πατρίδας του Χατζηχρήστου.

Θυμίζει πάντως έντονα και άλλες συνθέσεις που φέρουν τη δική του σφραγίδα.

Αν και όντως συστελλόμενος, ευχαριστώ θερμά για τα… likes, που πάντως αποδίδονται σε κάτι που έχει για μένα τον χαρακτήρα της φυσικότητας και όχι μιας κάποιας «επίδοσης». Εκτός και εάν στις μέρες μας καταλήξαμε ο απλώς επαρκής χειρισμός των ελληνικών να επισύρει εύσημα… Αλλά αυτή είναι μια άλλη συζήτηση.

Τώρα, η εκδοχή περί Χατζηχρήστου θαρρώ θυμάμαι να εγέρθηκε γύρω στο 2008-9, μέσω Π. Σαββόπουλου και της κόρης Χατζηχρήστου που βγήκε σε κάποια εκπομπή της Τσουκαλά κλπ κλπ. Επίσης θυμίζω και την εκδοχή Καπλάνη ότι αυτός ήταν ο δημιουργός κλπ, άκρη δεν βρίσκω προσωπικά, και από πολλά χρόνια τώρα δεν υπεισέρχομαι σε ζητήματα πατρότητος. Έχω επικεντρωθεί στο «τι» και έχω παραπλεύσει το «ποιος», ιδιαίτερα σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ο αυθεντικός πατήρ είναι σχεδόν κεκρυμμένος από καταβολής…

Ρε παιδια σοβαρα τωρα ,κανετε τα δυσκολα δυσκολοτερα.
Μινορε της αυγης λεγεται το μινορε που παιζει ο παικτης,τουλαχιστον ετσι το ονομαζει αυτος.
Οποτε μιλαει στην κοπελα και τις λεει ,ξυπνα κι ακουσε,ακου μινορε της αυγης.
Δλδ ,ακου αυτο που σου παιζω.

Και κατι ακομη που διαβασα περι γραμματικης,θα πρεπει να εχετε ακουσει για την αδεια του ποιητη.

Αυτήν, την έχουν ανάγκη οι τριτοκλασάτοι “ποιητές”, άντε και κάποιοι ελάχιστοι δευτεροκλασάτοι. Ο Σολωμός, ο Παλαμάς, ο Καβάφης, ο Σεφέρης, δεν την χρειάστηκαν…

(άσχετο, αλλά έπρεπε να ειπωθεί)

Ομολογώ ότι πρώτη φορά ακούω για «άδεια του ποιητή». Εγώ γνωρίζω για την «ποιητική άδεια», δηλ. την ελευθερία του ποιητή να παραβιάζει τους κανόνες της γλώσσας/λογικής προκειμένου να πετύχει κάποιο αισθητικό αποτέλεσμα. Αλλά έχω μείνει με την απορία: πού είδε ο φίλος Elias 1 την μη κανονική χρήση της γλώσσας στο κείμενο που συζητούμε, ώστε να κάνει λόγο για «ποιητική άδεια»;

(Νίκο, θα μου επιτρέψεις μια παρέμβαση: εκείνο το «επέστρεφε» [αντί «επίστρεφε», εφόσον η προστακτική είναι αναύξητη] του Καβάφη δεν είναι ένα από τα ηχηρότερα παραδείγματα ποιητικής αδείας;)