"Καπετανάκης"

Με τη μία προσωποποιημένη τα κάνει ακόμη χειρότερα:

«Ο γνωστός ρεμπετολόγος Νίκος Πολίτης (εγγονός του πατέρα της Ελληνικής Λαογραφίας), […] πιστεύει… + ακριβής παράθεση»

Το πιστεύει, αλλά εσύ πού το ξέρεις; Πηγή;;;

Βέβαια το κείμενο είναι γενικά χωρίς παραπομπές. Ακριβώς το ίδιο όπως παραπάνω με το Νίκο επαναλαμβάνεται και σε άλλα σημεία, π.χ. «Σύμφωνα δε με τον γνωστό ρεμπέτη Μανώλη Δημητριανάκη…» (πάλι δε μαθαίνουμε πού το είπε). Αλλά ακόμη κι εκεί όπου ο συντάκτης δεν κρύβει ότι χρησιμοποίησε πηγές, και πάλι δεν τις αναφέρει («Ολα ξεκίνησαν από την ατεκμηρίωτη πληροφορία του Ηλία Πετρόπουλου…» - δε λέει πού, αλλά υποθέτω πως τη διάβασε, δεν πιστεύω να την κοπιπάστωσε κι αυτήν από δω έτσι κουτουρού).

Μήπως υπάρχει κάποιο είδος “ελαφρότερων” κειμένων που δεν υπόκεινται στην αυστηρή επιστημονική δεοντολογία; Όπως λέει ο Γιάννης, από εφημερίδα προέρχεται, όχι από επιστημονικό περιοδικό ή φόρουμ ή κάτι τέτοιο.

Αν δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση εξαίρεσης, τότε ο Πλεμμένος θα έπρεπε να ξέρει ότι ουδέν κρυπτόν υπό τον ήλιον.

Λοιπόν, κύττα να δεις πώς δημιουργούνται οι μύθοι: Κάποιος, κάπου, κάποτε, «βασιζόμενος στην ιδιότητα της ρουφιανιάς που του αποδίδεται», πιστεύει* (ότι)** ο Καπετανάκης πρέπει να ήταν «γνωστός και συχνός τρόφιμος των φυλακών, κατάδικος δηλαδή: αν ένας δεσμοφύλακας καρφώσει κρατούμενο στη διεύθυνση, τη δουλειά του κάνει, ενώ ένας συγκρατούμενος χαρακτηρίζεται ρουφιάνος».* αν κάνει το ίδιο. Ο ίδιος ο κάποιος βέβαια, με σημερινή του δημοσίευση σ’ αυτό εδώ το θέμα, την οποία και διαβάζετε αυτή τη στιγμή, βεβαιώνει ότι όχι, δεν πιστεύει, απλά υποθέτει μήπως καί. Κάποιος άλλος όμως, αλλού, πρόσφατα, βασιζόμενος στην παραπάνω αναφερόμενη “πίστη” (και πηγή), δημιουργεί ολόκληρη ιστορία και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι δίκιο έχει αυτός που κάπου, κάποτε κλπ, πιστεύει, μάλιστα θεωρεί ότι το αποδεικνύει κιόλας (το δίκιο αυτού που πιστεύει), δημοσιεύοντας συγκεκριμένα ονόματα.

Όχι, ποτέ μου δεν θεώρησα (ή πίστεψα) ότι ο Καπετανάκης (του συγκεκριμένου τραγουδιού) ήταν – ό,τι ήταν, τέλος πάντων, ή δεν ήταν. Ποτέ δεν με απασχόλησε σοβαρά το θέμα.

*τα italics, δικά μου
**η πρόσθεση λέξης σε παρένθεση, δική μου

(πάντως, πολύ θα με ενδιέφερε να δώ και της Ελένης την απάντηση!)
(σχεδόν μαζί γράφαμε, Περικλή!)

Το “Χρονολόγιο” αναδημοσιεύει το άρθρο του κ. Ιωάννη Πλεμμένου που πρωτοδημοσιεύθηκε στην “Ελευθερία” της Καλαμάτας, με ημερομηνία 1/3/2015.
Είναι αλήθεια ότι εξεπλάγην όταν διάβασα το άρθρο αυτό, στην καλαματιανή εφημερίδα.
Ο κ. Πλεμμένος έχει εκδώσει βιβλία, τεκμηριωμένα και άψογα, ενώ σ’ αυτό το άρθρο, η υπόθεση την οποία υιοθετεί ως προς το πρόσωπο του Καπετανάκη κυρίως, αλλά και άλλα σημεία (στα οποία αναφερθήκατε ήδη) με έκαναν να ανταπαντήσω, πιο πολύ για να μη μένουν εσφαλμένες εντυπώσεις στους αναγνώστες.
Ένας λόγος παραπάνω που αναπαράγονται - όπως διαπίστωσα - τα άρθρα αυτά.

Αναφέρθηκα, αρχικά, γενικότερα στο θέμα της πατρότητας των λαϊκών μας τραγουδιών, στο οποίο οφείλουμε να είμαστε πολύ προσεκτικοί, δεδομένου ότι στην εποχή μας υπάρχουν και πηγές και ντοκουμέντα, ώστε να αποκαθίστανται ηθικά οι πραγματικοί δημιουργοί.
Στη συνέχεια, στάθηκα στο θέμα της πατρότητας των στίχων του συγκεκριμένου τραγουδιού.
Απέδειξα πως εδώ πρόκειται για συρραφή στίχων από την παλιότερη δημοτική μας παράδοση και τη ρεμπέτικη στιχουργία, όπως φανερώνει η δομή του τραγουδιού
[δυο δίστιχα 15συλλαβα και ενδιάμεσα τσακίσματα, τα οποία συνήθως δεν έχουν νοηματική συνάφεια με το ποιητικό κείμενο],
άρα το στιχούργημα δεν είναι του Π. Μιχαλόπουλου, ο οποίος φέρεται ως στιχουργός.

Ούτε όμως και η μουσική είναι του αναγραφόμενου στην ετικέτα, Λ. Μπουρνέλη:
η εισαγωγή έχει κοινά στοιχεία με το [b] “Παρασύρθηκες”[/b]
[που είχε ερμηνεύσει η Κασ. Βασιλείου],
ενώ κουπλέ και ρεφραίν με το [b] “Καταστράφηκα”[/b]
[του Γ. Ροβερτάκη, του 1957, με τους Στ. Σουγιουλτζή και Β. Γκίκα]

Όσον αφορά στο πρόσωπο του Καπετανάκη.
Κατά πρώτον, αποκλείεται να είναι ο Καπετανάκης της Μικρασιατικής εκστρατείας.
Όπως προκύπτει από τα βενιζελικά αρχεία, το πρόσωπο αυτό είχε τη δική του πορεία και είτε πρόκειται για συνωνυμία είτε για συγγένεια, πάντως δεν σχετίζεται καθόλου με το πρόσωπο του τραγουδιού, άρα είτε το αναφέρουμε και το αποκλείουμε
είτε (λόγω συντομίας - για άρθρο πρόκειται, όχι για διατριβή) το παραλείπουμε.

Έχουμε κάθε λόγο να πιστεύουμε ότι το τραγούδι αναφέρεται στον Καπετανάκη, το διευθυντή της φυλακής της Παλιάς Στρατώνας. Πρώτον, γιατί υπάρχουν τα ντοκουμέντα από τον παλαιότερο Τύπο, τα οποία τον κατονομάζουν και αναφέρονται και στο γνωστό περιστατικό βίας απέναντι στους ποινικούς κρατούμενους, μιας βίας η οποία διεκτραγωγήθηκε στο συγκεκριμένο τραγούδι.
Έπειτα, έρχεται η μαρτυρία του Ηλ. Πετρόπουλου ο οποίος το χρονολογεί γύρω στο 1924, με αναφορά στον Καπετανάκη, λέγοντας παράλληλα πως πρόκειται για διασκευή αδέσποτου, παλιού μουρμούρικου της φυλακής, του 19 ου αιώνα.

Έτσι, αποκλείεται εκ των πραγμάτων να αναφέρεται σε [u]νεότερο[/u] Καπετανάκη…
Ακόμα και η φράση “ντούγκλα το μουστάκι”, το περίφημο μουστάκι με τα τσιγκελωτά άκρα, με το οποίο είχε λανσάρει τον εαυτό του ο ηθοποιός Douglas Fairbanks παραπέμπει στην εποχή του 1920-1922, εποχή που μεσουρανούσε ο ηθοποιός, με τις ταινίες του. “Ντούγκλας” αντί για “Ντάγκλας” όπως ήταν το σωστό, λόγω ελλιπούς γνώσης της αγγλικής, το οποίο στο στίχο έγινε “ντούγκλα”.
Το 1978 που δισκογραφήθηκε το τραγούδι, θεωρείται αδύνατον να θυμόταν κάποιος τον Ντάγκλας και το μουστάκι του, ενώ την εποχή που μεσουρανούσε, γύρω στο 1920, λογικό είναι να επηρέασε τον άγνωστο δημιουργό.

Ελένη μου, με όλα σου τα γραφόμενα συμφωνώ απόλυτα. Εκτός από ένα:

Μα, στατιστικά και μόνο να το πάρεις, οι πιθανότητες να συνέβησαν τα πράγματα έτσι όπως τα παρουσιάζει ο Πετρόπουλος, πρέπει να είναι μία στις δύο ή στις τρείς. Δεν έχω βέβαια κάνει στατιστική έρευνα, να καταγράψω απ’ το βιβλίο του πόσο πλήθος πληροφοριών καταγράφεται για όλα όσα αναφέρονται στο βιβλίο, και πόσες από αυτές έχουν αποδειχτεί λανθασμένες. Το ομολογώ. Αλλά εκτιμώ ότι το ποσοστό των σωστών πληροφοριών θα πρέπει να κυμαίνεται κάπου εκεί, στο περίπου 33 – 50 %. Ποσοστό ανεπαρκέστατο…

Ναι, ο Πετρόπουλος έχει αρκετά λάθη και παραβλέψεις, σύμφωνοι.

Όμως, αναφέρει το όνομα “Καπετανάκης” και τον α’ στίχο του τραγουδιού, αυτούσιο και αναφέρει και μια ακόμα παραλλαγή.
Δεν μπορεί απλώς να φαντάστηκε και το όνομα και το στίχο, σίγουρα τα άκουσε.
Μόνο και μόνο το γεγονός της μνείας του ονόματος “Καπετανάκης”, ήδη από το '64, απορρίπτει την άποψη το τραγούδι να γράφτηκε για κάποιον μεταγενέστερο.

Έπειτα, η δομή του τραγουδιού δικαιώνει την άποψή του ότι είναι διασκευή παλαιότερου τραγουδιού της φυλακής, άρα. σε καμιά περίπτωση δεν ανάγεται στο 1978, εποχή που δισκογραφήθηκε το συγκεκριμένο.

Λαμβάνουμε, επομένως υπόψη μας και την πληροφορία του Πετρόπουλου και κοιτάζουμε να την διασταυρώσουμε και με άλλες πηγές, όσο αυτό είναι δυνατόν.

Μια νέα έρευνα για το δημοφιλές αυτό τραγούδι αποδίδει τα εξής στοιχεία, τα οποία πρέπει να υπάρχουν στο δικό μας χώρο, στο ρεμπέτικο φόρουμ, πολύ περισσότερο από μια τοπική εφημερίδα ή κάποιο άλλο άσχετο site (*)

  1. Για πρώτη φορά στη δισκογραφία εμφανίστηκε με τίτλο:
    “Έσπασες τα πιάτα”, 1928-1929, από την Columbia Αγγλίας (αρ.δ.: 18055 / απ.μήτ.: 20593), με εκτελεστή το Νούρο, με διαφορετική μελωδία απ’ αυτήν που γνωρίζουμε, σε ρυθμό χασάπικο.
    Οι στίχοι:

“Δεν πάω πια στη φυλακή, βρ’ αμάν
και στου Καπετανάκη, γιαφ- γιουφ
γιατί μού βγάλαν τ’ όνομα, βρ’ αμάν
πως πίνω το μαυράκι, γιαφ- γιουφ”

  1. Στη δισκογραφία των 45 στροφών, εμφανίστηκε το 1965, με τίτλο: “Δεν ξανακάνω φυλακή”, από την RCA Victor (48g /2598/1538), με τον Περικλή Κόκκινο, ενώ ως συνθέτης αναφέρεται ο Δ. Μανησαλής και στους στίχους περιλαμβάνονται οι 1η και η 3η στροφή, όπως παρατίθενται πιο κάτω.

  2. Το 1972, στις συναυλίες που διοργάνωσε ο Πετρόπουλος στο “Κύτταρο”, το τραγούδησαν οι Γενίτσαρης - Κηρομύτης - Σταμούλης, αρκετές φορές, με τους παρακάτω στίχους:

"Δεν ξανακάνω φυλακή
με τον Καπετανάκη
που χει ντούγκλας το μουστάκι,
έλα να σε δω να παρηγορηθώ.

Τη δόλια τη μανούλα μου
την επότισες φαρμάκι
ρουφιανιά Καπετανάκη.
Τα μελιτζανιά να μην τα βάλεις πια.

Ξυπνώ και βλέπω σίδερα
στη γη στερεωμένα.
Τα παιδάκια τα καημένα.
Έλα να σε δω, να παρηγορηθώ.

Μάς έσπασες το ναργιλέ
εσύ και οι φυλάκοι,
ρουφιανιά Καπετανάκη
Τα μελιτζανιά να μην τα βάλεις πια.

Τα χέρια μου στον κελεπτσέ
κι ο νους μου στην αγάπη,
πονηρέ Καπετανάκη.
Αχ, μανούλα μου, πονάει η καρδούλα μου".

  1. Επόμενη εμφάνιση στη δισκογραφία είναι στις 45 στροφές, το 1973, από την Olymbic - OE 8194, με τον τραγουδιστή των δημοτικών τραγουδιών Δ. Ζάχο και με τη μελωδία με την οποία το γνωρίζουμε σήμερα.

  2. Και ακολουθεί η γνωστή του 1976, των φερόμενων ως δημιουργών, Μιχαλόπουλου - Μπουρνέλη.

Επομένως, δεν υπάρχει περίπτωση καμιά απολύτως να αναφέρεται σε νεότερο “Καπετανάκη” και θεωρείται πια πιθανό να αφορά στον Καπετανάκη, το διευθυντή της φυλακής (όπως “μαρτυρά” και η πρώτη εγγραφή “…στου Καπετανάκη…”)

*Και ελπίζω οι αντιγραφείς να αναφέρουν και την εδώ πηγή. :085:

Kαι μια συντομη αναφορα για τον Καπετανακη απο τον Μαθεση στον Λευτερη Παπαδοπουλο δημοσιευμενη στο βιβλιο του Να συλληφθει το Ντουμανι σελ.220.

Ητανε ο Καπετανάκης ,δεν ξανακανω φυλακη με τον Καπετανακη.Σωστός καπετανάκης και Ζόρικος.Μετά τον πιάσανε για κατάχρηση και τον βάλανε και αυτόν μέσα.Ρουφιανιά Καπετανάκη ,να σου χέσω το μουστάκι.

Ερ.Τόνε λέγανε και ρουφιάνο αυτόν;Hτανε;

Δεν ήτανε ρουφιάνος,αλλα δεν τον χωνεύανε ,ήτανε πολύ ζόρικος.

Μπράβο Σταύρο που θυμήθηκες το παράθεμα. Και λέει μια αράδα πιο πάνω ο Μάθεσης: “Η δε παλιά στρατώνα, μπαίνανε μέσα κι είχανε τα καφενεία έτοιμα, τα χασίσια έτοιμα. Στη φυλακή στο Μοναστηράκι. Έτοιμα όλα. Ήτανε ο Καπετανάκης κλπ κλπ”. Άρα, βάσει των λεγομένων του Μάθεση σε συνδυασμό με το δημοσίευμα της εφημ.ΠΑΤΡΙΣ (5/11/1920) που έφερε στο φως ο Σαραντάκος, τεκμαίρεται πλέον ότι ο λόγος είναι για τον Δντη των φυλακών Παλιάς Στρατώνας Καπετανάκη.

Ο Μανιάτης αναφέρει οκτώ (!) ηχογραφήσεις με αυτόν τον τίτλο, με τους Κώστα Νούρο, Αντώνη Νταλγκά, Γιώργο Βιδάλη, Βασ. Ψαμαθιανό, Πωλ Γαδ (όλοι αυτοί το 1929), Χαρίλαο Πιπεράκη (1926), Βασ. Ψαμαθιανό (1928) και Κυρία Πιπίνα (1927) όλα χασάπικο (του Πιπεράκη δεν το λες χασάπικο), στις εταιρίες (κατά την ίδια σειρά) Columbia Αγγλίας, His Masters Voice, Odeon Γερμανίας, Parlophon Γερμανίας, Parlophon Γερμανίας (με διαφορετική μήτρα κα διαφορετικό αριθμό καταλόγου απ’ την προηγούμενη), Pharos Αμερικής, Polydor Γερμανίας και Χομοκόρδ Γερμανίας. Στις στήλες “συνθέτης” και “στιχουργός” αναφέρεται για όλα “παραδοσιακό”.

Στο Σήλαμπς βρήκα μόνο έξ απ’ αυτές. Όλες έχουν θέμα το “γιαφ γιούφ”, δηλαδή την ιστορία με το χασικλή που τον υποχρεώνουν να τραβάει κουπί σε μια βάρκα μέχρι να απεξαρτηθεί, ενώ ως “ρεφρέν” αναφέρονται τα περί σπασίματος των πιάτων και ριξίματος του φταιξίματος στη γάτα. Μόνο του Νούρου η ηχογράφηση, μετά τα περί γιαφ γιούφ αναφέρει και το τετράστιχο με τη φυλακή και τον Καπετανάκη

Μάλλον ο Μάθεσης αναφέρεται στην “κατάχρηση” του ποσού των 30.000 δρχ. το οποίο πήρε μαζί του ο Καπετανάκης από την επαναστατημένη φυλακή.
Δεν νομίζω ότι φυλακίστηκε, τουλάχιστον όχι για μεγάλο διάστημα, ίσως για λίγες ώρες μόνο, έως ότου να επιστρέψει τα χρήματα αυτά.
Απόδειξη πως παρέμεινε διευθυντής της φυλακής αυτής και μετά απ’ αυτό το περιστατικό, έως το 1926, τουλάχιστον.

Σωστά, Νίκο.
Εγώ ανέφερα μόνο εκείνη τη ηχογράφηση που έχει και τους σχετικούς στίχους.

Ελένη, καταρχάς χαίρομαι που συμφωνήσαμε για την ταυτότητα του Καπ.
Μετά, επειδή δεν το είδα, από πού συνάγουμε ότι ο Καπ. έμεινε ως το 1926 διευθυντής στη φυλακή; Δεν το αμφισβητώ, απλώς ρωτάω. Πάντως δεν μπορεί να τον διατήρησε στη θέση του το βασιλικό καθεστώς μετά τον Νοε. 1920. Θα παύθηκε τότε και θα επανηλθε στα τέλη του 1922.

Και κάτι άσχετο, όταν γκρέμισαν τη φυλακή της Παλιάς Στρατώνας είχε βγει ένα επιθεωρησιακό που το θυμάμαι από τον παππού μου και που δεν γκουγκλίζεται (εκ πρώτης όψεως τουλάχιστον):

Κι όταν έμαθα προχτές πως τη γκρεμίζανε,
πήγα αμέσως εις τον τόπο του εγκλημάτου
για να κλάψω την παλιά που εξαφανίζανε,
σαν τον γιο, καλέ, που κλαίει τη μαμά του
(από μνήμης)

Νίκο, εφημερίδα “Εμπρός”, 30/6/1925:
"…ο διευθυντής της φυλακής Π.Σ., Καπετανάκης, που είναι αγροίκος, νευρικός, απότομος, απρόσιτος… είναι μεγάλης αντοχής όμως άνθρωπος …κ.λπ.
Άρα, μέχρι τουλάχιστον το 1925, είναι εκεί.

“Σκριπ”, 6/6/1928:
Αναφέρεται άλλος διευθυντής στη φυλακή αυτή, με το όνομα “Νίκου”.

“Ριζοσπάστης”, 10/6/1927:
Αναφέρεται μια διαμαρτυρία κατάδικων και υπόδικων ενάντια στο δ/ντή των φυλακών Συγγρού, Καπετανάκη
(Για συνωνυμία, μου φαίνεται απίθανο…, πήρε μετάθεση για εκεί, ίσως;)

Άλλο ένα στοιχείο (δεν ξέρω σ’ αυτή την περίπτωση αν πρόκειται απλά για συνωνυμία ή για το ίδιο πρόσωπο)
“Σκριπ”, 28/3/1930:
Αναφέρεται ένας Καπετανάκης δ/ντής (και πάλι) αλλά στις φυλακές Επταπυργίου !

Ο ρεπόρτερ του ΕΜΠΡΟΣ δεν νομίζω ότι κακοχαρακτηρίζει έτσι σε προσωπικό επίπεδο τον Καπετανάκη… (και πώς θα «τολμούσε» άλλωστε;) Μιλάει γενικά ότι όταν ζη κανείς μέσα σε αυτό το αίσχος της Παλιάς Στρατώνας πώς να μη γίνει «αγροίκος, νευρικός, απότομος, απρόσιτος» και μάλλον επαινεί τον Καπετανάκη ως «μεγάλης αντοχής άνθρωπο διά να κατορθώνη να μένη εκεί μέσα»…

Ελένη σε ευχαριστώ, δεν έψαξα στην ΕΒΕ επειδή το ψαχτήρι τους είναι ελαττωματικό -αλλά κάτι βρίσκει, μπράβο. Ασφαλώς γι’ αυτόν μιλάμε, πολύ περισσότερο που το αντιβενιζελικό το 1925 τον επικρίνει έμμεσα -παινεύοντάς τον κιόλας, αφού είμαστε ακόμα στην αρχή της (βενιζελικής) δικτατορίας Πάγκαλου.

Πάντως, θεωρώ εντελώς απιθανο να έμεινε στη θέση του το 1921-22, τους είχαν εκκαθαρίσει όλους. Για μετά, αυτός πρέπει να είναι και να έπαιρνε μεταθέσεις.

Σημερινό κείμενο επί του περιβοήτου πλέον καπετανάκειου άσματος από τον καλό παρακάτω ιστότοπο (και με κάποια παραπονάκια προς το Φόρουμ…):
http://rebetcafe.blogspot.gr/2015/04/2.html#more

Όλως τυχαίως, μόλις έπεσα πάνω σε ενδιαφέρον κομματάκι. Δεν θυμάμαι να έχει ξεκαθαριστεί ονοματολογικά το ζήτημα στην προηγηθείσα συζήτηση, αλλά εδώ αποδεικνύεται ότι ο Καπετανάκης της μικρασιατικής εκστρατείας και ο Καπετανάκης της Π. Στρατώνας είναι διαφορετικά πρόσωπα: Νικόλαος ο πρώτος, Ιωάννης ο δεύτερος. Άρα ο πρώτος φεύγει ανεπιστρεπτί από το πλάνο ως υποψήφιος ήρωας του άσματος.

ΑΙ ΦΥΛΑΚΑΙ Π. ΣΤΡΑΤΩΝΟΣ (ΣΦΑΙΡΑ 11/1/1920)
Όλοι οι εξερχόμενοι των επανορθωτικών φυλακών του Παλαιού Στρατώνος εκφράζονται ενθουσιωδώς διά τον διευθυντήν των κ. Ιωάν. Καπετανάκην, όστις μετά πολλής στοργης και επιβολής εν ταυτώ, φέρεται προς πάντας ανεξαιρέτως, ούτως ώστε πλήρης τάξις επικρατεί εν αυταίς. Επίσης ευφήμως εκφράζονται και διά τους υπαρχιφύλακας κ.κ. Κουτσογιανάκην, Μπούζαν, Τσιριγώτην και Καλογεράκον, διά την προσήνειαν και την ευσυνειδησίαν, ιδία δε την αμεροληψίαν προς το καθήκόν των.

Οπότε, μετά την ανεύρεση του δημοσιεύματος της ΣΦΑΙΡΑΣ, που ξεκαθάρισε το μικρό του όνομα, ο Καπετανάκης του Επταπυργίου ταυτίζεται με τον της Παλιάς Στρατώνας, εφόσον αναφέρεται ως Ι. Καπετανάκης στο ΣΚΡΙΠ.

Το διάβασα βιαστικά και διαγώνια, χωρίς ν’ ακούσω τις μουσικές.

Καλή δουλίτσα γίνεται κι εκεί. Και καλό που η δουλειά γίνεται ταυτόχρονα σε πολλές εστίες. Βέβαια είναι λιγάκι αστείο που κι εκεί μας διαβάζουν (και το δηλώνουν) κι εμείς εδώ τους διαβάζουμε (και το δηλώνουμε επίσης) αλλά μεταξύ μας δε μιλάμε! Αλλά δεν πειράζει.

Το σχόλιο ότι εδώ όποιος δεν τα πει σωστά τρώει λεκτικό μπούλινγκ δεν το καταλαβαίνω.

Το σχόλιο, πάλι, ότι εδώ έχουμε απορροφηθεί από το στίχο και θα μπορούσαμε να ασχοληθούμε περισότερο με τη μουσική, είναι χρήσιμο.

Kαι πού να δείς τί πλάκα έχει να τα διαβάζεις, να τα παραδέχεσαι μέσα σου, αλλά να παριστάνεις επιδεικτικά πως τάχα «δεν υπάρχουν»…

Μήπως του έχουν μείνει κακές αναμνήσεις από τότε που ήταν μέλος του Φόρουμ;