Κανονική εκτέλεση τραγουδιού ή ζωντανή ηχογράφιση;

Γεια σας παιδία παίζω μπουζούκι και έχω ένα θέμα που με προβληματίζει
Δεν ξέρω καλύτερα είναι να βγάζω τα τραγούδια από πρώτες εκτελέσεις?
η από ζωντανές ηχογραφήσεις που το μπουζούκι εκεί είναι ποιο πλούσιο και σε εισαγωγές αλλά και σε ανταποκρίσεις.
Το λέω αυτό γιατί όταν ένα τραγούδι δεν έχει καθόλου ανταποκρίσεις σε μερικά σημεία δεν έχω την εμπειρία να κάνω μια δική μου ανταπόκριση

σαφώς από την πρώτη εκτέλεση, όσο δύσκολο και αν είναι κάποιες φορές λόγω κακής ποιότητας ήχου. εκεί παίζει ο συνθέτης (συνήθως) όπως νοιώθει το κομμάτι τότε που το έγραψε.
όσο για τις (πολύ μεταγενέστερες) ζωντανές εκτελέσεις, η φλυαρία δεν είναι πλούτος ενώ και η αφαίρεση είναι κι αυτή τέχνη. όσο για τις ανταποκρίσεις, στις πρώτες εκτελέσεις υπάρχει ποικιλία γεμισμάτων η οποία συνήθως ισοπεδώνεται στις επανεκτελέσεις…

Συμφωνώ απόλυτα και εγώ ότι πρέπει να βγάζεις αγαπητέ μου τα τραγούδια απο τις πρώτες εκτελέσεις. Αυτό μου έχει βέβαια συστήσει και ο δάσκαλος μου γιατί με τις πρώτες εκτελέσεις σκοπεύεις να μάθεις το τραγούδι . Πρέπει να καταλάβεις το ρυθμό , το δρόμο και να βρεις τις νότες. Με τις επανεκτελέσεις υπάρχει ένας κυκεώνας εξτρα ανταποκρίσεων,ταξιμιών μέσα στο τραγούδι και στολίδια που τα περισσότερα αφαιρουν την ομορφιά από το τραγούδι και μπορεί να αποποροσανατολίσουν και εσένα. Χάρηκα που βοήθησα και καλή συνέχεια .

Που το ακουσες εσυ σε ζωντανα να εχει πιο πολλες ανταποκρισεις απο την πρωτη εκτελεση? Κι αν τυχον δεν εχει ανταποκριση σε καποιο σημειο στην πρωτη εκτελεση, ειναι γιατι δεν πρεπει να εχει.
Λες να μην ηξερε ο δημιουργος τι να παιξει και ειπε ασε να μην βαλουμε τιποτα? Να βγαζεις παντα τα κομματια απο την πρωτη εκτελεση οι παλιοι ειναι το μεγαλυτερο σχολειο.
Φαντασου να συναντηθεις με αλλον μπουζουξη και να ξεκινησετε να παιζετε το παλιωσε το σακκακι μου για παραδειγμα κι εσυ να το παιζεις απο τον Νταλαρα κι ο αλλος να παιζει οπως ο Τσιτσανης, θα βγεις απ το παιχνιδι με κοκκινη καρτα, θα ειναι σαν να μην το ξερεις καθολου το κομματι!!!

Συμφωνώ απόλυτα με το zabe.Εδώ στη συννεφιασμένη κυριακή χάνονται κάποιοι διότι ο ένας ακολουθεί το Β. Τσιτσανή πράγμα δύσκολο και οι υπόλοιποι ακολουθουν τα βήματα των νεων μπουζουκιών και το αποτέλεσμα ειναι άσχημο

Οταν υπάρχει συνθέτης, καλύτερα απο εκεί…αν και οι ίδιοι οι συνθέτες τα αλλάζουν…Οτι έχει ξαναηχογραφήσει ζωντανά ο Τσιτσάνης είναι διαφορετικό απο τους δίσκους του…Καλό είναι να ακούμε ότι υπάρχει απο πηγές που θεωρούνται πιστές.

Τώρα σε παραδοσιακή…τρέχα γύρευε…Εκεί νομίζω απλά ακούς οτι βρεις και διαλέγεις οτι σου αρέσει.

 	 Εδώ κι αν έχω ενστασάρα!... επιλέγοντας ένα νέο και άπειρο παιδί “ό τι του αρέσει” είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα διαλέξει είτε “μοντέρνο ήχο” είτε σκυλέ εκτέλεση.  Ό τι χειρότερο και τα δύο.

Δεν “ακούς ό τι βρείς”. Ψάχνεις μετά μανίας για την όσο το δυνατόν πιστότερη προς την παράδοση εκτέλεση. Συμπέρασμα: το αφήνεις για λίγο αργότερα, αν δεν έχεις κάποιον να σε κατευθύνει. Το πιο σίγουρο πάντως είναι οι δίσκοι 78 στροφών.

Σίγουρα έχετε δίκιο κύριε Νίκο και σίγουρα δεν το έγραψα σωστά. Ποιός όμως ξέρει πως πάει το …αϊβαλιωτικο ή ένα οργανικό απτάλικο που παίζουν όλοι διαφορετικά; Οταν δεν υπάρχει συνθέτης, θα υπάρχουν (και θα έπρεπε να υπάρχουν) συμαντικές διαφορές ανάμεσα σε ερμηνείες . Συγκεκριμένα, με το αιβαλιωτικο είχα πρόβλημα γιατί άκουσα τον Γκουβέντα να το παίζει και ήταν σαν να άκουγα άλλο κομμάτι…Φανταστικό και εντελώς διαφορετικο με οτι είχα ακούσει πριν

Το Αϊβαλιώτικο ζεϊμπέκικο είναι εύκολο… Αλλού είναι οι μεγάλες δυσκολίες με τα παραδοσιακά. Από το αϊβαλιώτικο έχουμε αρκετές παλαιές ηχογραφήσεις, ώστε να ξέρουμε και το ύφος που παιζόταν αλλά και τις πάρτες και την ακολουθία μεταξύ τους. Και αν δεν φτάνουν οι ελληνικοί 78ρηδες, υπάρχουν και οι τουρκικές ηχογραφήσεις, παλαιότερες αλλά και πιο σύγχρονες, να βοηθήσουν. Στις τελευταίες βέβαια πρέπει να είμαστε προσεκτικοί, επειδή και εκεί έχει αρχίσει πλέον να διαβρώνει τα πράγματα η σημερινή κατάσταση, με την κυριαρχία και λατρεία της δεξιοτεχνίας και άλλα πολλά και κακά.

Ειδικά για τον Γκουβέντα τώρα, φυσικά και είναι αναμενόμενο να νομίζεις πως ακούς άλλο κομμάτι, Γκουβέντας είναι αυτός. Τις ηχογραφήσεις του θα τις δείς σαν ευκαιρίες για εμπλουτισμό, αλλά πρέπει κάποιος να φτάσει αρκετά κοντά στο επίπεδο του Κυριάκου, υποκειμενικό και αντικειμενικό, πριν τολμήσει να υιοθετήσει φράσεις του ή προσεγγίσεις.

Για να βοηθήσουμε όμως και τα νέα παιδιά, που είναι πολύ ευχάριστο και μόνο το ότι προβληματίζονται, καλό είναι να μην τους σπρώχνουμε προς εξεζητημένες ηχογραφήσεις είτε για παραδοσιακά, είτε για κλασικά όπως Τσιτσάνης κλπ. Αυτό που μάλλον έχει ήδη φανεί σαφώς από τις τοποθετήσεις και άλλων συμφορουμιτών είναι ότι ο μόνος σίγουρος τρόπος είναι η εμμονή στις αρχικές ηχογραφήσεις. Βλέπεις ότι υπάρχει μεγάλη έλλειψη πληροφόρησης: Ο Emgbill νομίζει ότι οι μεταγενέστερες εκτελέσεις είναι πλουσιότερες, ενώ κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει κατά κανόνα. Όπως είπαν και άλλοι, αν μια πρώτη εκτέλεση φαίνεται πλουσιώτερη, ίσως ο “πλούτος” αυτός είναι φλυαρία και όχι ουσία. Πιστή προσκόλληση λοιπόν, αρχικά, στο πρωτότυπο και όταν νομίσουμε ότι κάπως έχουμε ανεβάσει το επίπεδό μας, ας τολμήσουμε και πιο υποκειμενικές προσεγγίσεις.

Κατ’αρχήν πρέπει να ξέρεις οπωσδήποτε την πρώτη εκτέλεση!!! Είναι η ιστορία σου, η οικογένεια σου, οι πρόγονοι σου, “ο παππούς, η γιαγιά”, ο Μάρκος, ο Παπαϊωάννου και η λοιπή παρέα. Είναι καλό να παίζεις πιστά την πρωτη εκτέλεση…

Το να παίζεις όμως κάτι που δεν είναι η πρώτη εκτέλεση, είναι όμως κοντά στο ύφος, δεν προσβάλλει, είναι δυνατή εκδοχή, πρωτότυπη και είναι η “δική σου ματιά”, αποτελεί πρόκληση, είναι εξαιρετικά δύσκολο και όταν πετυχαίνει, είναι μαγικό!!! Αντί πολλών, βλ. Μανώλη Πάππο, Γιάννη Βλάχο, Τατασσόπουλο Νίκο αλλά και, προεχόντως, παλιούς εκτελεστές σε δεύτερες εκτελέσεις: Ιορδάνη Τσομίδη, Γιάννη Τατασσόπουλο, Χάρη Λεμονόπουλο, Γιάννη Μωραΐτη, Γιάννη Αγγέλου κ.α. Δεν τολμάς να πείς ότι δεν είναι ωραία μια θανατερή φράση του Αγγέλου επειδή δεν είναι η πρώτη εκτέλεση. Σίγουρα κάτι άλλο φταίει αν επιμένεις. Ή βραδύνους είσαι ή απλά προκατειλημμένος, συντηρητικός και “αρτηριοσκληρωτικός”…(προσοχή, όχι να πεις “μου αρέσει εμένα καλύτερα η πρώτη εκδοχή πχ του Χατζηχρίστου”, αλλά να απορρίψεις με ανάθεμα έναν μπουζούκαρο επειδή έβαλε και τέσσερις νότες παραπάνω στον ενθουσιασμό του…Το ταλέντο και η μαγκιά του καθενός έχουν αξία και τον δικαιώνουν ή τον εκθέτουν, αν λείπουν…

Εξάλλου, οι παλιοί παίκτες ήταν αδύνατο να ακολουθήσουν αυστηρά την πρώτη εκτέλεση, αφού μάθαιναν τα τραγούδια εμπειρικά, από τα γραμμόφωνα ή στα πάλκα από άλλους μουσικούς που δεν τα θυμούνταν ακριβώς (έτσι είναι άλλωστε η λαϊκή μουσικοί και οι λαϊκοί μουσικοί που ακολουθούν την “προφορική παράδοση”). Ακόμη και οι ίδιοι οι συνθέτες δεν τα θυμούνταν (πχ. Τσιτσάνης κ΄Παπαϊωάννου σε ζωντανές ηχογραφήσεις). Έστι, ο Σπόρος δεν μπορούσε να ήταν ίδιος με τον Μητσάκη όταν θα έπαιζε το “πέφτουν τα φύλλα απ’ τα κλαδιά” ούτε και ζωντανά στο πάλκο είναι δυνατό να θυμόταν νότα-νότα τι έπαιξε στο στούντιο…

Φήμη που κυκλοφορεί για τον Ζαμπέτα επιεβεβαιώνει τα ανωτέρω: Τον επισκέφθηκε κάποτε κάποιος νέος, επίδοξος μπουζουξής για να μάθει τα μυστικά της δουλειάς κια της πείρας του. Παίζει μια εισαγωγή ο Ζαμπέτας το “Όταν θα λάβεις αυτό το γράμμα”, του λέει ο νέος: “Δάσκαλε έκανες δυο λάθη, στη εισαγωγή στην πρώτη εκτέλεση δεν το παίζεις ακριβώς έτσι, μου φαίνεται το έχεις παραλλάξει λίγο”. Παίζει ο Ζαμπέτας το “Βαθειά στη θάλασσα θα πέσω”, τα ίδια ο άλλος: “Δάσκαλε, εκεί, στο σημείο το έτσι το αλλιώς, δεν είναι ακριβώς, δεν το θυμάσαι” κλπ Παίζει ο Ζαμπέτας το “Μοίρα με καταδίκασες” τα ίδια ο άλλος, η πρώτη εκτέλεση είναι αλλιώς κλπ. Τα πάιρνει ο Ζαμπέτας και του λέει το αφοπλιστικό: “Δε μου λες ρε μάγκα, ποιανού είναι το τραγούδι που έπαιξα;;;” “Δικό σου Δάσκαλε”, απαντά ο νέος. “Ε, δικό μου είναι, ότι θέλω το κάνω”…

Συμπέρασμα: Μαθαίνεις καλά την πρώτη εκτέλεση, αλλά δεν κλείνεις τα αυτάκια σου και σε μια άλλη όμορφη και δυνατή πρόταση. Έτσι κι αλλιώς, η πρώτη εκτέλεση, που συνήθως δεν ξεπερνιέται, υπάρχει στα cd, γιατί λοιπόν να πάω να ακούσω διάφορους που πιθηκίζουν και κάνουν τις μαϊμούδες, “φωτογραφίζοντας” πρόχειρα και άχαρα φωνητικά και εκτελεστικά τον Χατζηχρίστο και τον Μάρκο και να μην ακούσω έναν παίκτη που θα βάλει τη δική του πινελιά;;;

Εννοειται οτι ακους και μαθαινεις την πρωτη εκτελεση. Αλλο υφος εχει ενα τραγουδι εκτελεσμενο απο το δημιουργο του. Αλλα προσοχη! Επειδη εγω την εχω πατησει, σε πολλα κομματια προσεχε το ρυθμο! Καλο θα ηταν αφου μαθεις τα πατηματα να εχεις ενα μετρονομο για να το μαθεις το κομματι σωστα. Στα παλια ρεμπετικα ειδικα, εχω παρατηρησει πολλα λαθη στο χρονο και στα μετρα. Βεβαια, οκ, δε μπορεις να πεις τιποτα διοτι οι ανθρωποι ουτε μετρονομους ειχανε, ουτε την πολυτελεια να ηχογραφουν πολλες φορες εαν εκαναν καποια λαθη.

Φίλε τσιμπίδα παρόμοιο περιστατικό έχω ακούσει για το Βασίλη Τσιτσάνη. Πάει ένα Τρικαλινός και του λέι: “Δάσκαλε και συμπατριώτη θέλω να μου παίξεις τα λερωμένα τα άπλυτα για να χορέψω”. Ο Τσιτσάνης επειδή δεν θυμόταν το τραγούδι καλά σε κάποια σημεία επειδή δεν ήταν το τραγούδι αιχμής του απαντα:" Mα που το θυμήθηκες τούτο το τραγούδι".

καλά τα λέει ο τριτσιμπίδας, έτσι κι αλλιώς η ηχογραφημένη εκτέλεση του μάρκου, του χατζηχρήστου, πόσο μάλλον του χαλκιά ή του καραπιπέρη, ήταν μια εκδοχή του κομματιού -ίσως παραπάνω δουλεμένη. την επόμενη μέρα θα παίζαν αλλιώς το κομμάτι. και όσοι παίχτες μπορούνε, καλά κάνουνε και βάζουν την πινελιά τους. όσοι αντιγράφουνε ξερά, έτσι κι αλλιώς θα πιθηκίζουνε. καλύτερα το μάρκο όμως παρά την κάθε επανεκτέλεση -πχ γυφτοπούλα από γλυκερία…
προσωπικά πάντως, παρ’ότι εκτιμώ και τον τσομίδη και τον πάππο και άλλους σύγχρονους, η πρώτη εκτέλεση από τον δημιουργό βγάζει όλο το κλίμα της εποχής και με αγγίζει πολύ περισσότερο. και επιτρέψτε μου να δηλώσω πως η εκδοχή της “τραγιάσκας” που όλοι πια την παίζουν κατά ιορδάνη, δεν μου αρέσει. επίσης ίδρωσα για να καταφέρω να παίξω τον “αλήτη” από πρώτη εκτέλεση χατζηχρήστου και να αποβάλλω τη δεύτερη και γνωστή!

Συμφωνώ και εγώ με τον liga rosa (ιδίως) για τον Χατζηχρίστο. Νομίζω ότι κάποια τραγούδια του εκπέμπουν μια γλύκα, ένα κανταδόρικο ύφος που δεν αποδόθηκε σε νεώτερες εκτελέσεις που φτιάχτηκαν μόνο για το επάγγελμα και το πάλκο…Τον “αλήτη” αλλιώς τον καταλαβαίνεις στην παλιά εκτέλεση και αλλιώς στην καινούργια, είναι πολύ ομορφότερος στην πρώτη εκδοχή. Σε κάθε περίπτωση, η παρέμβαση του νεώτερου εκτελεστή πρέπει να γίνεται με φειδώ και προϋποθέτει προσωπικότητα και σεβασμό. Αλλιώς, υπάρχει κίνδυνος για τους ακροατές - πέραν απο τους ταλαίπωρους “καλλιτέχνες” που κατακρεουργούν το τραγούδι και μπορεί να φάνε ντομάτες και ξύλο- να βγάλουν τα συκώτια τους από τον εμετό και την αηδία…Άκουσα το “Μπιρ Αλλάχ” από τραγουδίστρια σε πρόσφατη ζωντανή ηχογράφηση και έπαθα…γαστρεντερίτιδα!!![COLOR=“Grey”]

“Τριτσιμπίδας”; Φυγή προς τα εμπρός; Πάντως μερικές φορές Η εκτέλεση ενός τραγουδιού είναι κάποιο μεταγενέστερο λάιβ και όχι η ορίτζιναλ στούντιο ηχογράφηση (πχ Μάνταλα), βέβαια αυτό είναι πολύ πιο πιθανό να συμβεί σε κάποιο παλιό λάιβ με τον ίδιο τον Τσιτσάνη σε Τσιτσάνη με τη Νίνου στου Τζίμη του Χοντρού παρά σε μπουζουκοσυναυλία ανοιχτού χώρου ή σε εκπομπή μεγάλης τηλεθέασης. Και υπάρχουν και μουσικοί που αποδίδουν πολύ καλύτερα λάιβ παρά στούντιο, πχ ο Γκάλαχερ, δεν ξέρω αν υπάρχουν ελληνικά παραδείγματα;
Εντωμεταξύ έλεγα να βγάλω αυτές τις μέρες το Αϊβαλιώτικο κι έχω χαοθεί με τις εκδοχές που κυκλοφορούν, τι θα συνιστούσατε;

Μια από τις παλαιότερες και ταυτόχρονα καθαρότερες σε ήχο ηχογραφήσεις. Άκου και κρίνε:

//youtu.be/e7Yxyr8AOeY

Ευχαριστώ για την υπόδειξη, όντως εξαιρετική εκτέλεση που, δεν ξέρω πώς, αγνοούσα.

Δεν είχα αντιληφθεί ότι υπήρχε αυτό το συναρπαστικό παλιό θέμα.

Διαφωνώ έντονα με την ιδέα της αξιωματική προσήλωσης στην πρώτη εκτέλεση. Το ότι παίζει ο δημιουργός δεν παρέχει καμία εγγύηση ότι έτσι όπως το παίζει, έτσι είναι κι όχι αλλιώς. Εννοείται ότι για ένα τραγούδι που το ξανάβγαλε ο Χρηστάκης με νέα εισαγωγή, θα προτιμήσουμε την παλιά, αλλά το ζήτημα έχει πολύ περισσότερες πτυχές από αυτή την προφανή.

Τις πρώτες (και όλες) τις εκτελέσεις, πρέπει να ασκηθούμε να τις διαβάζουμε. Μέχρι ποιο σημείο αυτό που παίζει ο δημιουργός-εκτελεστής είναι προϊόν κατασταλαγμένης προαποφασισμένης σύνθεσης, και από πού και πέρα είναι ελεύθερη επεξεργασία μιας ιδέας που μόνο στα χοντρά-χοντρά της την είχε ετοιμάσει; Αυτό είναι ένα ερώτημα που δεν ήξερε να θέσει ο τύπος που τσάκωνε τον Ζαμπέτα να κάνει όλο λάθη (#10).

Υπάρχουν κι άλλα ερωτήματα: μήπως οι επιλογές της πρώτης εκτέλεσης είναι -και σε ποιο βαθμό- υπαγορευμένες από τις ανοίκειες συνθήκες του στούντιο, π.χ. το όριο διάρκειας; Μήπως ο ορίτζιναλ συνθέτης-εκτελεστής κλήθηκε να παίξει μ’ έναν επαγγελματία συνοδό με τον οποίο δεν είχαν κοινή εμπειρία, και αυτοπεριοριζόταν για να μην τον πετάξει έξω, σε σημεία όπου το κανονικό του ταίρι θα ισορροοπούσε με άνεση;

Άλλο συναφές ερώτημα: γνωρίζοντας τον Χ συνθέτη-εκτελεστή, σε ποιο σημείο του παραπάνω φάσματος είναι πιθανότερο να τοποθετείται; Προς τα κει όπου η σταθερή σύνθεση περιορίζεται σ’ έναν κάπως γενικό οδηγό και οι εκτελεστικές λεπτομέρειες αποφασίζονται εκείνη τη στιγμή, ή προς τα κει όπου κάθε νότα είναι εκ των προτέρων βαλμένη στη θέση της και καλοπροβαρισμένη; Γιατί αν είναι το δεύτερο, τότε τον ξεσηκώνουμε όσο καλύτερα μπορούμε. Αν όμως είναι το πρώτο, το να μάθουμε απέξω αυτό που για κείνον ήταν αυτοσχεδιασμός είναι απιστία προς το κομμάτι.


Βρέθηκα μια φορά στο ίδιο τραπέζι με μια παρέα ιδιαίτερα αξιόλογους σημερινούς νέους μπουζουξήδες, στη φάση που το γλέντι ήταν σχεδόν για πάρτη μας. Τους ζήτησα το «Μέσα στου Μάνθου τον τεκέ». Μου λέει, από Κατσαρό ή από Ρόζα;
Κύριε ελέησον, τι ερώτηση είναι αυτή; Από σένα βέβαια! Αν δε συμβιβαζόμουν με τίποτε λιγότερο από Κατσαρό ή Ρόζα, θα περίμενα δυο ωρίτσες μέχρι να πάω σπίτι μου. Έχω ένα σιντί-πλέιερ κι ένα ΥΤ που κάνουν πιστότερες μιμήσεις από σένα.

(Δεν το είπα βέβαια όλο αυτό.)


Για τα παραδοσιακά είναι ακόμη πιο δύσκολη η απάντηση. Κατά συντριπτική πλειοψηφία, η πιστή επανεκτέλεση οποιασδήποτε ηχογράφησης, από τον οσοδήποτε έγκυρο ερμηνευτή, είναι εξ ορισμού λάθος.

Ένας νεαρός μαθητευόμενος παραδοσιακός μουσικός, που στην πορεία εξελίχθηκε και σε μουσικολόγο, έχει καταθέσει σε άρθρο του την εξής αποκαλυπτική εμπειρία:

Κάθεται μήνες και μελετάει ένα κομμάτι, από εκτέλεση ενός εν ζωή συγχωριανού του που κατά γενική ομολογία ήταν «ο καλύτερος». Μετά από κόπους και βάσανα έχει καταφέρει να μάθει την κάθε λεπτομέρεια καλύτερα κι από μαγνητόφωνο, και περιμένει την ευκαιρία να το παίξει σε πραγματικές συνθήκες. Έρχεται λοιπόν η στιγμή, σ’ ένα γλέντι, όπου μάλιστα παρίσταται και ο μουσικός που είχε κάνει αυτή την ηχογράφηση. Ο νεαρός περιμένει υπομονετικά τη σειρά του, ανάμεσα σε πιο αναγνωρισμένους οργανοπαίχτες, και τελικά πιάνει το περίφημο κομμάτι. Η παρέα, που μέχρι τότε ήταν ενθουσιασμένη, σταδιακά ξενερώνει. Αποκαρδιωμένος και απορημένος αυτός, βγάζει το κομμάτι μέχρι το τέλος όπως-όπως, για να εισπράξει μια χλιαρή κριτική του τύπου «για πρώτη φορά δεν είσαι κακός, αλλά θες πολλή δουλίτσα ακόμα».

Και μετά τον πιάνει κατά μέρος ο οργανοπαίχτης της ηχογράφησης, και του λέει λίγο-πολύ: Βρε μπουμπούνα, απέξω έκατσες και το έμαθες; Μα αυτά δεν παίζονται έτσι! Κρίμα τον κόπο σου, φαντάζομαι πόση προσπάθεια χρειάστηκες!


Τα παραδοσιακά κομμάτια θέλουν όσο το δυνατόν περισσότερες εκτελέσεις, ιδανικά μάλιστα από την ίδια περιοχή και εποχή ή και από τους ίδιους μουσικούς, μέχρι να μπορέσουμε να βρούμε τι είναι σταθερό, τι αυτοσχεδιάζεται, ποιες δυνατότητες αυτοσχεδιασμού είναι ανοιχτές και ποιες θα ξέφευγαν από το σωστό, κλπ… Εξαιρείται βέβαια η περίπτωση ενός κομματιού από περιοχή που γενικά ξέρουμε καλά το ιδίωμά της.

Παραδοσιακό κομμάτι με παγιωμένη μορφή δεν υπάρχει, παρά μόνο όταν πάψει πια να είναι παραδοσιακό και περάσει στην κατηγορία του ρεπερτορίου (δισκογραφικού, συναυλιακού, ή των γλεντιών εκείνων όπου το πρότυπο για τη ζωντανή μουσική είναι η ηχογραφημένη μουσική). Τα παραδοσιακά κομμάτια δεν είναι ρεπερτόριο, είναι, το καθένα, ένα σύνολο από μουσικές και στιχουργικές δυνατότητες και από κανόνες για τη διαχείρισή τους.

(Έχω ξαναπαραπέμψει σε ένα κείμενό μου, όπου κάνω μια προσπάθεια διερεύνησης αυτών των κανόνων, κατά τρόπο που όσο γνωρίζω δεν έχει ξαναδημοσιευτεί.)

Η εκτέλεση του Νισύριου είναι όχι μόνο αριστουργηματική, ντοκουμέντο είναι. Όμως, έχει βάλει πολύ προσωπικό στοιχείο, γιαυτό δεν θα τη συνιστούσα για πρότυπο αντιγραφής. Δεν μου είναι δυνατόν να θυμηθώ ποιά εκτέλεση είχε «σταθεί μοντέλο» για μένα, όταν είχα θελήσει κι εγώ να μάθω το αϊβαλιώτικο, αλλά ψάχνοντας στο εν τω μεταξύ ανακύψαν γιουτιούμπ βρήκα τούτη δώ με τον Κουκουλάρη, που είναι πάρα πολύ κοντά στο δικό μου πρότυπο (που, παρεμπιπτόντως, είναι περίπου 50 χρονών).

Υ.γ. Περικλή, συμφωνώ με όλα και προσυπογράφω!* Ιδίως γι αυτή τη μανία ξεσηκώματος νότα – νότα.

*και στο κείμενο του Ημερολογίου

Μιας και αναφέρθηκε ο Νισύριος, ιδού άλλο ένα παράδειγμα του ότι οι παλιές ηχογραφήσεις πρέπει να ακούγονται κριτικά, να διαβάζονται:

Ο Νισύριος θεωρείται, με μεγάλη πιθανότητα να ισχύει, ως ο γενάρχης των βιολιτζήδων, μεταξύ άλλων, της Καλύμνου (άσχετα ότι δεν ήταν Καλύμνιος: ήταν, αν όχι ο πρώτος που έπαιξε βιολί στην Κάλυμνο, πάντως ο πρώτος που έπαιξε βιολί και άφησε και συνεχιστές).

Ο Νισύριος έπαιζε μεταξύ άλλων και αυτό το κομμάτι. Στην ετικέτα γράφει «Λέρικος χορός», γιατί έτσι λέγεται στη Λέρο, αλλά το ίδιο ακριβώς κομμάτι είναι και Ίσσος Καλύμνου, και παίζεται και σήμερα κατά κόρον στην Κάλυμνο. Είναι εύλογο να θεωρήσουμε ότι κάθε καλύμνικη εκτέλεση αυτού του Ίσσου κατάγεται από την εκτέλεση του Νισύριου, αφού πριν έρθει το βιολί στο νησί υπήρχαν μόνο λύρες και τσαμπούνες, που δεν είναι τεχνικά δυνατόν να το παίξουν (οι σημερινοί Ίσσοι της τσαμπούνας -γιατί η λύρα έχει χαθεί από το νησί χωρίς ίχνη- είναι τελείως διαφορετικοί, άλλα κομμάτια για τον ίδιο χορό). Το αν στη Λέρο το κομμάτι προϋπήρχε του Νισύριου δεν το ξέρω, αλλά δεν αλλάζει τίποτε για τους Καλύμνιους.

Ωστόσο, από τον Νισύριο μέχρι σήμερα, με τη μεσολάβηση του Κουρούνη, του Μαγριπλή, του Εννημάτου κλπ. (όλοι αυτοί είναι μια αλυσίδα δασκάλων και μαθητών), το καλύμνικο βιολί διαμόρφωσε ένα ύφος που έχει απομακρυνθεί τελείως από το παίξιμο του Νισύριου. Αν λοιπόν παίξει κάποιος σήμερα στην Κάλυμνο τον Ίσσο όπως τον ηχογράφησε πριν 99 χρόνια ο Νισύριος, στους ντόπιους μερακλήδες θα τους ακουστεί ξένο, ανοίκειο. Δεν το 'χουμε ξανακούσει έτσι, θα σου πούνε: τον ξέρουμε βέβαια τον σκοπό, αλλά αυτό δε μοιάζει με το βιολί με το οποίο γλεντούσαμε μια ζωή εμείς και οι πατεράδες μας. Άρα, δεν είναι παραδοσιακό (αφού δε μας παραδόθηκε).

Αυτή η γνώμη (δηλαδή, εν προκειμένω, αυτή η πραγματικότητα) δε θα αλλάξει με την εγκυκλοπαιδική πληροφορία ότι έτσι το έπαιζε ο πρώτος δάσκαλος όλων των δασκάλων και μαθητών του βιολιού στην Κάλυμνο.

Αυτό δεν ακυρώνει φυσικά την ηχογράφηση. Δείχνει όμως ότι πρέπει να ξέρει κανείς πολύ καλά πώς θα ζυγίσει την κάθε πληροφορία που του δίνει η ηχογράφηση για να την αξιοποιήσει στο δικό του παίξιμο, αν θέλει να παίξει καλύμνικο Ίσσο.