Θεέ μου μεγαλοδύναμε πού'σαι ψηλά κει πάνω

Μπράβο Εύα, και γω έσπαγα το κεφάλι μου να θυμηθώ που ενσωματώθηκε, ξέροντας ότι όχι, στην όπερα Μάρκος Μπότσαρης δεν ήταν. Κάποτε είχα βρεί και τον Ιταλό συνθέτη αλλά το αρχείο μου πάσχει σφόδρα. Όσο για ταινία δεν ξέρω, μήπως όμως το συγχέεις με τον «Αγαπητικό της Βοσκοπούλας»;

Για το φολκλόρ της υποθέσεως, που λές, παραθέτω εδώ απόσπασμα από κάποια εργασία μου σχετική με την ελληνικότητα στη μουσική (το νησί είναι η Σίφνος):

Όταν μιλάμε για ελληνικότητα στην ελληνική μουσική πρέπει να καθορίσουμε τι ακριβώς εννοούμε. Έχει ελληνικότητα «Η βοσκοπούλα»; «Ο γερο Δήμος»; Η όπερα «Μάρκος Μπότσαρης» που δεν ξέρουμε καν πως είναι; Οι οπερέτες του Σακελλαρίδη; Το τραγουδάκι «Ροκ εντ ρολ με μπουζούκια» του Χιώτη, που μάλλον κανείς δεν το θυμάται; Βεβαίως και έχουν. Από Έλληνες κυρίως, σε ελληνική γλώσσα είναι γραμμένα, σε Έλληνες βασικά απευθύνονται, στην Ελλάδα έγιναν γνωστά και αγαπητά. Θυμάμαι ένα επεισόδιο σε κυκλαδίτικο νησί, όπου σε ένα γλέντι «πικαρίστηκα» όταν μία φίλη άρχισε να τραγουδάει τη «βοσκοπούλα». Σε παρατηρήσεις μου για «ελληνικότητα κλπ.» το κορίτσι αντέταξε «μα εγώ, εδώ στο νησί το έχω ακούσει, σε γλέντια, από ντόπιους». Πώς θα καθορίσουμε λοιπόν την ελληνικότητα;

Και κάτι ακόμα, που διηγείται ο αδερφός μου: Φιλόδοξος ερευνητής αθησαύριστων δημοτικών τραγουδιών καταγράφει με τρέμουσα πένα (μπορεί να ήταν και μαγνητόφωνο…) το παμπάλαιο δημοτικό τραγούδι που αφηγείται μία γριούλα και που δεν το έχει ακούσει ποτέ του. Απογοητεύεται όταν η γιαγιά δηλώνει «δεν θυμούμαι παρακάτω, παιδάκι μου» και την προτρέπει να προσπαθήσει, για το καλό της επιστήμης. Τότε εκείνη λέει: «στάσου λίγο να φέρω τη φυλλάδα μου, να το διαβάσεις ο ίδιος».

Σύμφωνα με μια πηγή το τραγούδι “Μια βοσκοπούλα…” το έφεραν οι σεφαραδίτες Εβραίοι όταν διώχτηκαν από την Ισπανία σε όλη την υπόλοιπη Ευρώπη, ήταν εβραϊκή αρχικά η μελωδία και ισπανικοί οι στίχοι.
Ο Γ. Ζαλοκώστας ίσως απέδωσε στα ελληνικά τους στίχους, ίσως πήρε την αρχική ιδέα και τη διαμόρφωσε… δεν ξέρουμε ακριβώς. Πάντως, και γι΄αυτό του το ποίημα είχε βραβευτεί το 1851, σε ποιητικό διαγωνισμό.

Ένα μεγάλο κεφάλαιο είναι αυτά τα αθησαύριστα δημοτικά μας τραγούδια, που σιγά σιγά χάνονται. Η ελληνική πολιτεία αδιαφόρησε, μας μένει η πρωτοβουλία
ερευνητών και άλλων ή… η εύνοια της τύχης.
Σε ορεινό χωριό του Παρνασσού άκουσα από γέροντα πριν από 10 χρόνια ένα καταπληκτικό τραγούδι, σε ρυθμό τσάμικο, που κατέληγε σε αμανέ, να μιλά για την ανθρώπινη τύχη, που είναι προδιαγεγραμμένη, χαραγμένη μάλιστα στο χέρι του ανθρώπου και τον προειδοποιεί για συμφορές, αλλά ο άνθρωπος προτιμά να κόψει το χέρι του και όχι να ακούσει την προειδοποιητική φωνή. Και όλα αυτά προσαρμοσμένα στη ζωή και το τέλος του Άρη…
Ένα συγκλονιστικό τραγούδι, όπως πολλά άλλα που χάνονται δυστυχώς.

Πριν καμια ώρα διάβασα σε τεύχος τού περιοδικού “Μη χάνεσαι” του 1882, ένα ευθυμογράφημα που αναφέρει πως η σπουδασμένη νεαρή δασκάλα ήξερε να τραγουδάει “Τ’ ορφανό” και την “Βοσκοπούλα”.
Εχουμε πολλά να “ανακαλύψουμε” ακόμα !
Μα πάρα πολλά !!! :slight_smile:

Γεια σας,

Ελένη, χτες βράδυ είχα γράψει ολόκληρο κατεβατό για το τι γράφει ο Αλμπέρτος Ναρ για τη “Βοσκοπούλα” και πως μεταμορφώθηκε σε σεφαρδίτικο τραγούδι…αλλά χάθηκε γιατί δεν είχα κάνει log in, φαίνεται. Δεν έχω χρόνο να τα ξαναγράψω, πάντως ο Ναρ δείχνει με πειστικά επιχειρήματα και με αναφορές σε πολλές πηγές ότι Una pastora yo ami είναι διασκευή του ελληνικού τραγουδιού, που το γνώρισαν οι Σμυρνιώτες Εβραίοι μέσω των ελληνικών παραστάσεων του έργου του Κορομηλά που ανεβάστηκαν στη Σμύρνη. Το 1906 ένας Εβραϊκός ερασιτεχνικός θίασος ανέβασε τη Βοσκοπούλα σε Λαντίνο, με το τραγούδι (επίσης στο Λαντίνο) ενσωματομένο. Βγήκε σε φυλλάδα, και από εκεί ξεκίνησε την πορεία του ως λαϊκό τραγούδι πλέον (βλ. τη νόστιμη ιστορία του Νίκου!). Ο στίχος του σεφαρδίτικου ταγουδιού είναι λίγο πολύ μια πιστή μετάφρασή του ποιήματος “Το φίλημα” του Ζαλοκώστα.

Νίκο, έχεις απόλυτο δίκιο όσον αφορά το φολκλόρ. Μάλλον τα σύνορα ανάμεσα στη λόγια και στη δημοτική παράδοση ήταν ανέκαθεν αρκετά ρευστά. Οι Έλληνες ποιητές εμπνεύστηκαν από τη λαϊκή παράδοση, και έγραψαν έργα σε “δημώδες” ύφος, που έγιναν αργότερα δημοφιλή τραγούδια-όπως η Βοσκοπούλα που έγινε αγαπητή σαν “αθηναϊκή καντάδα”. Μια άλλη περίπτωση είναι ο Ερωτόκριτος, που είναι βέβαια λόγιο ποίημα (επηρεασμένο από την ιταλική Αναγέννηση) γραμμένο από Κρητικό “αριστοκράτη”, αλλά που βγήκε σε φυλλάδες και τραγουδήθηκε από τον κόσμο.

Αν ενδιαφέρεται κανείς να μάθει περισσότερα για τις “φουστανέλες” ταινίες, που συχνά ήταν βασισμένες σε θεατρικά κωμειδύλλια, μπορεί να στείλω τα άρθρα που έχω σε PDF.

Εύα

Καλημέρα, Εύα απο την ηλιόλουστη Αθήνα.
Τα στοιχεία που παραθέτεις για τον Αλμπέρτο Ναρ εμπεριέχονται στο βιβλίο
“Κειμένη επί ακτής θαλάσσης …”;
Φιλικούς χαιρετισμούς, Alessia.

Pε παιδιά τόση συζήτηση έχει γίνει τια το “Θεέ μου μεγαλοδύναμε”
Δεν μου το στέλνει κάποιος να το ακούσω και γώ;

Να σου το στείλει, αλλά πού; Εκτός κι αν απευθύνεσαι σε κάποιους που ξέρουν.
Θανάσης

Οι παππούδες μου που κατάγονται από αυτά τα μέρη τραγουδάγανε δημοτικά και τα κλείνανε πάντα με έναν αμανέ που, απ’ όσο θυμάμαι, ήταν σχεδόν πάντα ο ίδιος, ίσως και ολίγον άσχετος με το προηγούμενο τραγούδι.

Ο Κωσταντής ο Κάζος (του οποίου το όνομα φέρω) ήταν ιδιαίτερα καλλίφωνος και τον βάζανε να τραγουδάει στα γλέντια. Αυτός είχε συνήθειο στο τέλος να ρίχνει μακρόσυρτο αμανέ με εντυπωσιακά τσακίσματα σε μια πολύ περίεργη διάλεκτο με παχιά σύμφωνα και ένα “ο” (όμικρον) που πήγαινε προς το “οε”, λες και έχει ούμλαου. Ελληνικά ήταν, ίσως με ολίγα τούρκικα.

Δε ζει κανείς από εκείνη τη γενιά για να μου λύσει την απορία. Μόνο ένας νεαρός μελετητής των δημοτικών κάποτε μου είχε πει ότι μπορεί να ήταν η παλιά μικτή ντοπιολαλιά των χρόνων της τουρκοκρατίας.

Αν ξέρετε τίποτα σχετικό, με ενδιαφέρει να το λύσω αυτό το quiz.

Αλήθεια, τι έγινε το χτεσινό κείμενο της Εύας, που εγώ πρόλαβα χτες και το διάβασα;

Το χωριό λεγόταν Καλοσκοπή (;), αν θυμάμαι καλά.
Ο γέροντας είχε γαλανά μάτια, ήταν ψηλός, αδύνατος και πολύ απόμακρος.
Όσο για την ντοπολαλιά, μήπως είναι αρβανίτικα; Αρβανίτες πρέπει να κατοίκησαν την ορεινή περιοχή του Παρνασσού, εξάλλου Γκιώνα είναι αρβανίτικη λέξη.
Το τραγούδι που άκουσα ήταν παλιό κλέφτικο μάλλον και το τελείωμα του, ο αμανές, είχε προσαρμόσει νεότερα στοιχεία από τη ζωή του Άρη.

Άρη, έγραψα δύο μηνύματα χτες, μια απάντηση στο Νίκο, που υπάρχει, και μια απάντηση στην Ελένη σχετικά με την ελληνικότητα του Una pastora yo ami. Το τελευταίο είχε τσιτάτα από το βιβλίο του Ναρ, και παιδεύτηκα αρκετά για να τα γράψω όλα…και μετά χάθηκε στο cyberspace. Ανάθεμα την ασχετοσύνη μου! Δεν έχω καταλάβει ακόμα ότι πρέπει να συνδεθείς πριν προσπαθήσεις να στείλεις οποιοδήποτε μήνυμα, αλλιώς χάνεται στην διαδικασία της σύνδεσης (εμένα μου χάνονται, τουλάχιστο!).

Εύα

Στην Καλοσκοπή ε; Δηλαδή στη Κουκουβίστα, το λεγόμενο και “μπαλκόνι της Γκιώνας”. Καταπληκτικό μέρος. Την επισκέπτομαι πάντα όταν περνάω απ’ τη Φωκίδα. Ο λόγος: Κοντοσούφλι προβατίνας, ελιές, ντομάτες, κρεμύδι, οψομοτύρι και μοσχάτο κοκινέλι! Αξίζει.

Αρβανιτιά δεν νομίζω να έχουν εκείνα τα μέρη.
Οι αρβανίτες πήγαν σε πολύ πιο πλούσια εδάφη (Κωπαϊδα κλπ).
Στη Φωκίδα μόνο ελιές έχει στον κάμπο της Αμφισσας (στα Σάλωνα δηλαδή) αλλά αυτές ανήκαν παραδοσιακά στους ντόπιους καθότι πολλά τα λεφτά.

Κώστα μας πέθανες, τι κουβέντες είναι αυτές τέτοια ώρα?

Υ.Γ
το tm αφορά μοτό?

Ευα αν θες στειλε μου, εχω ενα αρχειο -χειρογραφο ακομα- για τις ελληνικες ταινιες γενικα και με ενδιαφερει κι αυτο το κομματι !! Εχουν “πλακα” καποιες ταινιες εκει στα '59-'62 με μουσικη Θεοδωρακη, Μαρκοπουλου και αλλων στα πρωτα τους βηματα …

[quote=“theos1960,post:74,topic:4907”]

tm = trade mark διότι πιστεύω ότι μόνον εγώ ονομάζομαι Kostas
:019: :019: :019:

Ευα αν θες στειλε μου, εχω ενα αρχειο -χειρογραφο ακομα- …[/QUOTE]

Εύα και Γιώργη,
για προωθήστε τα και στα δικά μου ταχυδρομικά ιντερνετικά κουτάκια… :slight_smile:

Είπα και και εγώ να ένας σύντροφος δικυκλιστής! αλλά ατύχησα…

Ευα αν θες στειλε μου, εχω ενα αρχειο -χειρογραφο ακομα- …[/quote]Εύα και Γιώργη,για προωθήστε τα και στα δικά μου ταχυδρομικά ιντερνετικά κουτάκια… :)[/quote]

Ευα ευχαριστω πολυ !!!
:090:

η Ελένη έγραψε το εξής (δεν ξέρω με ποιο τρόπο οι άλλοι καταφέρνουν τη μπλε γραφή)>

Ο Τσιτσάνης, στη συνέντευξή του, εξηγεί με ποια έννοια ονομάζει “καντάδες” τα πρώτα του τραγούδια: “είναι - λέει - καντάδες, δηλαδή, μαντζοράκια - μινοράκια”.

Δεν είμαι σίγουρη, αλλά νομίζω ότι ελληνικές καντάδες είναι οι “σερενάδες”, Η ιταλική λέξη περιέχει τη λέξη sera δηλδή νύχτα, αλλά μπορεί να είναι και sereno που σημαίνει ευθυμο και καταλαβαίνουμε τραγούδια που τραγουδιούνται (τη νύχτα) κάτω από το παράθυρο για τη τιμή ένος άνθρωπο, κανονικά αυτός που τραγουδάει είναι ερωτευμένος (σήμερα είδα τυχαία τη λέξη “paraklausinthron” για εξήγηση της ιταλικής σερενάδας.

Πιστεύω ότι “ματζοράκια/μινοράκια” για τον Τσιτσάνη ήταν γενικά ένα συνόνυμο για μικρά τραγούδια για έρωτα και τέτοιο με ωραία μελωδία, στυλ ελαφρά δηλαδή ιταλικά και πάλι σαν συνόνυμο. Γιατί είπε αυτός ο ίδιος ότι τα πρώτα του τραγούδια ήταν μόνο “τραγουδάκια”, ενώ επιθυμούσε αυτός να γράψει μεγάλα τραγούδια με σημασία και μεγάλη αξία για όλους τους Έλληνες (και τα κατάφερε τελικά αργότερα).

Λαική καντάτα είναι για μένα ένα τραγούδι με θέμα “έλα στο παράθυρο και εγώ θα σου τραγουδώ με το μπουζούκι μου” και δεν έχω καμία ιδέα γιατί το τραγούδι “Θεέ μεγαλοθύναμε” να έχει σχέση με μια καντάδα?

α)Στα επτάνησα (πρώτα και αργότερα σε όλη την ελλάδα), όταν κάποιος αγαπούσε μια κοπέλα, πήγαινε κάτω από το παραθύρι της και με την (λιγοστή συνήθως) κιθάρα που ήξερε της τραγουδούσε : αυτά τα τραγούδια είναι για μένα οι αυθεντικές καντάδες και κάπως έτσι θα όριζα και το είδος *. Είναι γλυκήτατα και απλούστατα (δεν βλέπω απλώματα), πανέμορφες, καθαρά λαϊκές δημιουργίες, αστικά τραγούδια των επτανήσων. Μπορεί να μην έχουν το ίδιο μουσικό υπόβαθρο με τα ρεμπέτικα (ναι, έχουν κ ιταλικά στοιχεία), αλλά το επηρρέασαν (όταν έγραφε ο Παπαιωάννου τη Φαληριώτισσα και τραγουδούσε πρώτη-δεύτερη φωνή δεν είχε στο μυαλό του το “τούτοι οι μπάτσοι που’ρθαν τώρα” ή κανά γιουρούκικο !) ,
Επειδή είμαι κεφαλονίτης στην καταγωγή, σας τονίζω πως οι περισσότεροι άνθρωποι που τις λέγανε (κι έχω στην οικογένεια τέτοιους-γιαγιά, θείο) δεν είχαν καμία επαγγελματική η ωδειακή σχέση με την μουσική, αλλά μια απέραντη έμφυτη μουσικότητα. Κι όταν παρατηρώ το θείο μου το Γεράσιμο (75 χρονών) να παίζει κιθάρα, βλέπω κάτι πιασίματα “αλά Δέδε” που οι “ρεμπέτες” κιθαρίστες (κι εγώ ο ίδιος) θα ζήλευαν.

άρα όταν μιλάμε για καντάδες, να σκεφτόμαστε τις πραγματικές, κι όχι τις δήθεν (Βοσκοπούλες, σ’αγαπώ γιατί 'σαι Εβραία…).

*για να γελάσουμε σας θυμίζω μια διαφήμιση εταιρείας κινητής τηλεφωνίας που έδειχνε έναν πιτσιρίκο με ηλεκτρική κιθάρα να τραγουδάει στην κοπελιά “'έβγα στο μπαλκόνι σου και ρίξε μου ένα εεεεεεεεε…”. Κι αυτό το άσμα, καντάδα είναι.