Η περίφημη διάλεξη Μ. Χατζιδάκι

Το “υπεράνθρωποι” κι όλο το σχετικό μήνυμα πήγαινε στην “απαίτηση” (όπως εξέλαβα το σχόλιο για τον ελλ. κιν/φο), ότι η “αριστερά” θα έπρεπε να έχει αντιστρέψει αυτήν την κινηματογραφική εικόνα που περιγράφεις. “Εικόνα” που έχει να κάνει με τον ελλ. κιν/φο των δεκαετιών 50 και κυρίως 60. Δεν είχε όμως “καθοριστικές” δυνατότητες τέτοιας παρέμβασης στον κιν/φο η “αριστερά” εκείνων των χρόνων (κατά κάποιο τρόπο: ούτε και των κατοπινών). Μια “αριστερή” (ως οργανωμένη ας πούμε συνεύρεση αριστερών δημιουργών) απόπειρα κινηματογραφικής παραγωγής ήταν απ’ ό,τι έχω ακουστά η “Συνοικία το όνειρο”, όπου δεν ακολουθιέται καθόλου το μοτίβο αυτό του φτωχόπαιδου που ανεβαίνει τα σκαλοπάτια της κοινωνίας κτλ. Ίσα ίσα το μοτίβο της ταινίας συνίσταται σε ένα ορισμένο τραγικό ατομικό αδιέξοδο. Πράγματα δηλαδή δύσκολα έως καθόλου αποδεκτά για τους εμπορικούς όρους της κιν/φικής παραγωγής και, συν τοις άλλοις, τους μηχανισμούς της λογοκρισίας όπως μαρτυρούν και τα περιστατικά εξόδου της ταινίας στο κοινό.

Το ίδιο νομίζω, ότι όπου υπήρχε στην κιν/φική παραγωγή μια δρώσα κι όχι απλώς κατ’ όνομα αριστερή τοποθέτηση του δημιουργού (και σε όσο βαθμό ο δημιουργός είχε το περιθώριο να λειτουργήσει ως τέτοιος), υπήρχε μια τουλάχιστον αποστασιοποίηση, αν όχι και ανατροπή, απέναντι στη χολυγουντιανή προσομοίωση αλα ελληνικά και από το (με μια νεολογική διατύπωση) “greek dream” που χαρακτηρίζει την κινηματογραφική εικόνα που περιγράφεις.
Σχετική κριτική αυτών των κινηματογραφικών προτύπων, προερχόμενη από τα ίδια εκείνα χρόνια, δεν ανακαλείται αυτή τουλάχιστον τη στιγμή στη μνήμη μου…

Τώρα, επίσης, δεν νομίζω ότι είναι η “Αριστερά” αυτή που θα πει (που είναι “ρόλος” της να πει) πώς πρέπει να χορεύεται το ζεϊμπέκικο. Το ότι κάποιος ασχολείται με το θέμα και το ότι ενδεχομένως μπορεί να είναι αυτός “αριστερός διανοούμενος” το καταλαβαίνω. Δεν μπορώ όμως επί του θέματος να κατανοήσω τη φράση “να πει η Αριστερά”.

Τέλος ειλικρινά δεν με απασχολεί αν “κατηγορείς την αριστερά”. Κατανοητό αυτό που λες για τις ανεπάρκειες κλπ, αλλά δεν είναι η έγνοια μου μήπως “κατηγορείς”. Κουβέντα κάνουμε. Και επίσης να πω κι εγώ: “μη νομίζεις ότι προσπαθώ να κάνω τον συνήγορο της αριστεράς”. Εκφράζω απλώς τον τρόπο με τον οποίο κατανοώ τα πράγματα.

Η ερώτησή μου ήταν:
“Άγη, εάν έχεις υπόψιν σου μία κριτική της Αριστεράς (ή, και άλλη), δημοσιευμένη, σχετικά με τις εν γένει σκηνοθετημένες παραποιήσεις του ρεμπέτικου από την τηλεόραση και τον κινηματογράφο, σε παρακαλώ να (μου) την αναφέρεις…
Εννοώ: Σήμερα (να γίνεται η κριτική), προτού το σήμερα να γίνει χθες και να ψάχνουμε το “πως διάολο;” έχουμε τέτοια (ακόμη πιο “τέτοια”) ιδέα για το ρεμπέτικο…”

Επ’ αυτού δεν πήρα απάντηση:
Αντιθέτως μου λέγεις ότι δεν είναι δουλειά της Αριστεράς να ασχοληθεί με αυτό που ακολουθεί (το γράφω για τρίτη φορά):

“Όταν ο ένας δεν σέβεται τον χορό του άλλου (στα διάφορα μαγαζιά), στην πραγματικότητα, του αμφισβητεί το δικαίωμα έκφρασης και υπονομεύει τις αρχές της δημοκρατίας. Αυτό, το απλό πράγμα, για να το πει η Αριστερά, πρέπει να γίνει πρώτα …εξουσία;;; Και, πώς θα γίνει, με τέτοια άγνοια;;; Μα καλά, ποτέ δεν έχουν πάει σε κάποιο παραδοσιακό πανηγύρι να δουν πως γίνεται;;;”

Εγώ λέγω ότι κοινός παρονομαστής και των δύο είναι ή ‘υπαίτιος άγνοια’. Ειδεμή, η ανομολόγητος ανικανότης.

Όμως, το θέμα μας, εδώ, δεν είναι το αν ‘σκαμπάζει’ η Αριστερά αυτά που πρέπει αλλά, το τι πρέπει να ‘σκαμπάζουμε’ εμείς. Αλλά, διά να ενδιαφερθούμε σχετικώς πρέπει να απαλλαγούμε από κάθε πεποίθηση ότι, δήθεν, εάν χρειαζόταν να ξέρουμε κάτι… κάποιος θα είχε βρεθεί να μας το πει… Διότι (επίσης τρίτη φορά το γράφω)
Μη νομίζεις ότι την κατηγορώ (την Αριστερά)… Όμως, η δικαιολογημένη ανεπάρκεια δεν παύει να είναι ανεπάρκεια.
Εμείς δε, πρέπει να εξετάζουμε τα αποτελέσματά της, όχι να κάνουμε… σαν να ήταν επαρκής.

Δηλαδή, να μη νομίζουμε πως η αλαλία της Αριστεράς είναι αποτέλεσμα …επιστημονικής μελέτης.
Δεν μιλάει, σχετικώς, όχι επειδή “δεν είναι ο ρόλος της” (όπως λέγεις) αλλά, επειδή δεν ξέρει πως παίζεται αυτός ο ρόλος. Εν τέλει όμως, ένας εκ τριών ρόλων είναι υποχρεωτικός: Ή (προ)ηγείσαι ή, ακολουθείς ή, σε πάνε (το πόσοι, δεν έχει σημασία).

Εκεί πάει το “δεν την κατηγορώ”. Δεν την κατηγορώ μεν αλλά, πρέπει να συμβάλλω εις την αναπλήρωση του κενού που αφήνει η ανεπάρκειά της. Και, αυτό, μπορεί να γίνει (π.χ.) εδώ διότι δεν υπάρχει κανένα κομματικό όργανο εις το οποίο να μπορέσει να αναπτυχθεί ένας προβληματισμός τέτοιος που να αφορά και τον ρόλο της Αριστεράς και την ουσία των προβλημάτων (και ας περιοριστούμε στο προκείμενο).
Αυτό είναι πεποίθησή μου και ήταν ο μόνος λόγος για τον οποίο ανέφερα την “Αριστερά”.

Εδώ, λοιπόν, έχομε μία διάλεξη η οποία αποτελεί ιδεολογικοπολιτικό καθοδηγητικό κείμενο:
Τί συμπεραίνουμε;

Υπάρχουν πολλοί λόγοι ένεκα των οποίων, ένας μεμονωμένος ‘μελετητής’, μπορεί να κάμει ‘καλλίτερη’ δουλειά από μία οργάνωση… ακόμη και όταν η οργάνωση είναι αξιόπιστη και ‘σοβαρή’. Διότι, ακριβώς, ο “μεμονωμένος”, μπορεί να διακυβεύσει κατά βούληση την …σοβαρότητά του…:

“Και γλέπω, που λες, ρε μάγκα μου, στην τηλεόραση, τον Αλ Καπόνε… στο μισοσκόταδο, με το καβουράκι, να παίζει το μπουζούκι… Ναι μα τη Βαγγελίστρα…
Έπειτα,… φουντώσανε τα φώσα… Τί να δω;… Ολάκερο ασκέρι… Σαράντα νοματαίους, μέτρησα; Πενήντα; -Χορωδία να πούμε… -Και όλοι με καπελάκια… να μη τους κάψει ο προβολέας… Και προβολέηδες;… Μάτσο. Κόκκινοι, πράσινοι, κίτρινοι… -“Μανχάταν”, να πούμε. Να δεις που στην επόμενη σκηνοθεσία, όλοι αυτοί - άντρες, γυναίκες - θα φοράνε αυτά τα καπελάκια με το κιούγκι πάν’ απ’ τους φεγγίτες τους… Στο λέω εγώ, ο Αλεξίνοος…”

Τώρα, εάν, όντως, δούμε ένα συγκρότημα ρεμπέτικων (π.χ. το “Καφέ Ουάου”) με στενόγεισα καπελάκια του baseball, ο “Αλεξίνοος”, μπορεί να πει:
“Εγώ, το είχα προβλέψει αλλά, αυτοί, με λέγανε τρελό”.
Εάν πάλι, δεν το δούμε, μπορεί να πει:
“Εγώ, το απέτρεψα, διότι με λέγανε μεν τρελό, εγνώριζαν δε ότι “από μικρό κι’ από τρελό μαθαίνεις την αλήθεια”. Και εγνώριζαν επίσης ότι, εγώ, μικρός δεν είμαι…”
Ως τρελός, λοιπόν, προβλέπω ότι την επομένη “Ονειρεμένη Ελλάδα” (έτσι, θα την λένε την σειρά) θα την σκηνοθετήσει ο Νίκος Μαστοράκης…

Παιδιά, συνεχίζετε να είστε περιορισμένοι σε ένα μόνο θέμα, το αν η Αριστερά έφταιξε ή όχι που κατηγόρησε παλαιότερα το Ρεμπέτικο, συλλογικά ή με προσωπικές τοποθετήσεις, και τον σχετικό αντίλογο. Τα πράγματα αυτά έχουν συζητηθεί κατά κόρον και στην Επιθεώρηση Τέχνης και στον Ριζοσπάστη, μισόν αιώνα πριν, αλλά και πάλι κατά κόρον στο φόρουμ. Εδώ μιλάμε για τη διάλεξη του Χατζιδάκι, που ΔΕΝ ήταν ιδεολογικοπολιτικό καθοδηγητικό κείμενο (sic). Σας παρακαλώ να αντιληφθείτε ότι γίνεστε πια κουραστικοί.

(το μήνυμα που παραπέμπει στην οπτική Κ. Φ. εξαιρείται βέβαια από τα παραπάνω)

Τώρα θα πρέπει να δούμε αν και κατά πόσον το κείμενο της διάλεξης του Χατζηδάκη σχετίζεται με την εφεξής πορεία του ιδίου (και όχι μόνον). Αν δηλαδή, η πορεία αυτή φαίνεται να είναι σύμφωνη με τις προδιαγραφές που τίθενται εις την διάλεξη. Και, τελικώς, αν και κατά πόσον, η διάλεξη αυτή, μπορεί να θεωρηθεί ως ένα κείμενο οδηγός, ήτοι (όπως είπα) κείμενο καθοδηγητικό. Προς τούτο, αρκεί να δούμε αφ’ ενός κάποιες θέσεις διατυπωμένες εις αυτήν και αφ’ ετέρου, κάποια γεγονότα, υποτιθεμένου βεβαίως, ότι δεν πρόκειται περί ‘σατανικών συμπτώσεων’… Σημειωτέον πως εάν, κάτι, αποδειχθεί άπαξ, το δις και το τρις είναι περιττά.

Αυτά που στο κείμενο της διάλεξης ονομάζονται “ρεμπέτικα” έχουν (σύμφωνα με εκείνον που τα ονόμασε) κάποια χαρακτηριστικά. Ορισμένα από αυτά είναι τα εξής (δεν χρειάζεται να τα εξετάσουμε όλα):
Α) Λιτά, γυμνά, και απέριττα.
Β) Τα ζεϊμπέκικα, ειδικώς, είναι “τα νωχελικά 9/8”, όπως ήταν ο τίτλος του #31, όπου υπάρχουν κάποια στοιχεία ενδεικτικά σχετικά με το ζεϊμπέκικο.

Τώρα, την χρονιά κατά την οποία δίδεται η διάλεξη (1949) ο Τσιτσάνης γράφει τον “Τρελό Τσιγγάνο”
Έξι χρόνια αργότερα εμφανίζεται σε μία κινηματογραφική ταινία του Κακογιάννη (Στέλλα) ένα τραγούδι στο όνομα του Χατζηδάκη με τίτλο “Αγάπη που ‘γινες δίκοπο μαχαίρι”. Βεβαίως δεν ομιλώ περί της ‘πατρότητας’ του τραγουδιού (η ιστορία είναι γνωστή).
Εδώ όμως, έχομε δύο τραγούδια τα οποία μπορούμε να εξετάσουμε ‘κατ’ αντιπαραβολή’.
Μπορούμε να δούμε ποίο εκ των δύο είναι γυμνότερο, ποίο είναι πιο νωχελικό κτλ κτλ.:

http://www.youtube.com/watch?v=XXXn_ZEfQXk
http://www.youtube.com/watch?v=DtWelTYhBWs&feature=related

Σημείωση:
Το τραγούδι του Χατζηδάκη (δεύτερο) δεν είναι αυτό της ταινίας αλλά, κάποιο άλλο για … γενική ρεμπέτικη χρήση - 9/8 γαρ (βλ. διάλεξη).

Εγώ νομίζω ότι το τραγούδι του Τσιτσάνη δεν είναι καθόλου νωχελικό ενώ του Χατζηδάκη είναι. Και νομίζω ακόμη ότι το τραγούδι του Χατζηδάκη είναι τόσο απλούστερο από το Τραγούδι του Τσιτσάνη όσο ένα κείμενο του δημοτικού από ένα του πανεπιστημίου. Και επειδή και τα δύο είναι του Τσιτσάνη, με την διαφορά ότι το δεύτερο έγινε υπό τις καθ’ οδηγίες του Χατζηδάκη, και επειδή είναι και σύμφωνο με την γραμμή που χαράζει η περίφημη διάλεξη, λέγω: “Όπερ έδει δείξαι”.
Βεβαίως, μπορεί να έχω υποπέσει σε κάποιο σφάλμα… Βεβαιότερον είναι ότι, εδώ, δεν είναι μαθηματικά ώστε, η άπαξ απόδειξη, να είναι αρκετή… Αλλ’ είναι βεβαιότατον ότι δείγματα “νωχελοποίησης” τραγουδιών υπάρχουν πάμπολλα. Κατά την στιγμήν που εδίδετο η διάλεξη δεν υπήρχαν “νωχελικά ζεϊμπέκικα”. Αντικειμενικά λοιπόν, η διάλεξη υπέχει θέση εξαγγελίας (ει δε μή, προφητείας…)
Πάντως, αυτήν την εξαγγελθείσα γραμμή… ο Χατζηδάκης ποτέ δεν την …παρήκουσε. Δηλαδή δεν είπε ποτέ: “Καλά, εγώ κάνω βέβαια τόσες και τόσες διασκευές αλλ’ επειδή, όπως γνωρίζετε, αγαπώ και υπολήπτομαι το ρεμπέτικο τραγούδι, τιμής ένεκεν, βράζω και ένα δίσκο με αυθεντικές εκτελέσεις, τα έσοδα του οποίου θα πάνε εις εκείνους, των οποίων τα τραγούδια έχω κάμει αγνώριστα…”
Δεν εξετάζω το θέμα από την ηθική του πλευρά (παρ’ ότι θα έπρεπε). Αλλά, το γεγονός ότι (π.χ.) τα τραγούδια του Μάρκου (του και “πατριάρχη του ρεμπέτικου” επονομαζομένου) ήταν σε διάδοση ενώ, ο ίδιος, ήταν (σχεδόν) σε αφάνεια μία εξήγηση μόνον μπορεί να έχει… Ότι αυτό που συνετελείτο στα τραγούδια του απαιτούσε την απουσία του.

Μπορεί να γίνομαι κουραστικός, αλλά πρέπει να διευκρινίσω ότι το θέμα στο οποίο παρεμπιπτόντως τοποθετήθηκα, χωρίς νομίζω να περιοριστώ σε αυτό, δεν είναι το <<αν η Αριστερά έφταιξε ή όχι που κατηγόρησε παλαιότερα το Ρεμπέτικο, συλλογικά ή με προσωπικές τοποθετήσεις, και τον σχετικό αντίλογο>>.
Το θέμα που τοποθετήθηκα, κουραστικό ή όχι, σχολαστικό ή όχι, ουσιώδες ή μη, είναι το αν μπορεί να γίνεται λόγος υπό τον τύπο: “Η αριστερά κατηγόρησε” κλπ.
Για την “αριστερά” ή και για συγκεκριμένες κομματικές εκφράσεις της μπορεί να πει κανείς ότι, λχ, ίδρυσε το ΕΑΜ, ότι υπέγραψε τη συμφωνία του Λιβάνου και της Καζέρτας -λέω 2-3 παραδείγματα- αλλά δεν μπορεί να πει κανείς, νομίζω: “η αριστερά είπε για το ρεμπέτικο”. Εκτός κι αν με μια τέτοια φράση εννοεί κανείς όλες τις απόψεις που εκφράστηκαν στους κόλπους της αριστεράς γύρω από το θέμα. Οπότε δεν μπορεί και να της “καταλογιστεί” μία μόνο άποψη.
Κατά άλλα από την πλευρά μου έχω εξαντλήσει ό,τι θα μπορούσα να πω για το θέμα - τουλάχιστον προς το παρόν.

Εκ των τριών μερών του τίτλου, το πρώτο το εξέτασα στο #45. Το τρίτο, μπορώ να το παραλείψω, αρκούμενος, αφ’ ενός, στις προηγούμενες αναφορές περί τραγουδιών “καψούρικων” και “καψουροποιών” που άρχισε με το #9 και, αφ’ ετέρου, εις τις τελευταίες διασκευές τραγουδιών που είναι προσιτές εις τον καθένα. Δηλαδή, θα αρκεστώ να πω ότι αυτές είναι τόσο ηδυπαθείς, όσο φαίνονται εις τον καθένα (ταυτολογία αλλά, προτιμότερη από την περιττολογία και την απεραντολογία…).
Μένει το δεύτερο, δηλαδή, το: “χασάπικα ευρωπαϊκά” το οποίο θα το εξετάσω από την σκοπιά της ‘προσήλωσης’, του Χατζηδάκη, εις την γραμμή της διάλεξης. Υπενθυμίζω το σχετικό απόσπασμα:

Χατζηδάκης:
“…έρχεται (ο χασάπικος) σα μια προέκταση του δημοτικού χορευτικού τρόπου, με μιά κάποια ευρωπαϊκή επίδραση. Δεν ξέρω γιατί, μα πολλές φορές μου θυμίζει -πολύ μακριά όμως- τη γαλλική java.

Όπως και στο #45, θα αρκεστώ σε ένα μόνο παράδειγμα:
Εξετάζω, λοιπόν, το “Χασάπικο 40” (“Ήλιε μου, ήλιε μου, βασιλιά μου”)…
Με την σειρά όμως:

Πρώτον, η γαλλική java:
http://www.youtube.com/watch?v=hIUY67K4rFk
http://www.youtube.com/watch?v=GvQRrkbnx4s
Δεύτερον, η Συμφωνία 40 του Mozart:
http://www.youtube.com/watch?v=aZD9nt_wsY0
Τρίτον, το “ Χασάπικο 40” του Χατζηδάκη:
http://www.youtube.com/watch?v=HrvdURIf3II

Ωραία και ταιριαστά τα βρίσκω… Και εναρμονισμένα προς την γραμμή που χάραξε η περίφημη διάλεξη.
Εάν όμως, αυτό, είναι ορθό, τότε ευρίσκομαι αντιμέτωπος με μία αντίφαση των δικών μου λεγομένων:
Α) Η διάλεξη υπαγορεύει συμπεριφορές (περίπου) όπως μία θεωρεία υπαγορεύει τα θεωρήματά της.
[Αυτό το είπα μόλις τώρα. Εν τούτοις έχω ήδη δείξει ότι:]
Β) Η ίδια διάλεξη στερείται πάσης επιστημονικής αξιοπιστίας. Π.χ.: Μπουζούκι = τούρκικο μαντολίνο, μπαγλαμάς = κρητική λίρα (#5, μέσον).

Και όμως, η αντίφαση, είναι μόνον επιφανειακή:
Ο χαρακτήρας της διάλεξης δεν είναι επιστημονικός αλλά, ιδεολογικός. Και, όπως γίνεται συνήθως, η ιδεολογία περιφρονεί την επιστήμη. Δεν έχει σημασία το αν το γαλλικό java δεν έχει ουδεμία σχέση με το χασάπικο (βλέπε τα δύο πρώτα βίντεο). Αρκεί να ακουστεί ένα …γαλλικό, οξύτονο “ζαβά…” (“…απευθυνόμενο σε… ζαβά”, θα έλεγα - μα δεν το λέω…).

Ναι αλλά… Που ήξερε τέτοια ‘κόλπα’ ένας 24χρονος μουσικός;
Ναι αλλά… Ο 24χρονος μουσικός δεν ήταν και… μόόόνος του, στον κόσμο…
Χμμμ…
Το κείμενο που εξετάζουμε δεν είναι (π.χ.) …μία επιστολή, του Μάνου, σε κάποιο φίλο. Ούτε ένα άρθρο σε κάποιο περιοδικό.
Μία διάλεξη, σαν αυτή που εξετάζουμε, με τον Μάρκο παρόντα και… Και τί;;; -Να ακούει τον Χατζηδάκη να ομιλεί αντ’ αυτού;… για την δουλειά του;… Ο (επιλεγόμενος) “Πατριάρχης του ρεμπέτικου” να ακούει ένα νεαρό (εμφανώς άσχετο) που μιλάει για την δουλειά του και να λέγει για …“νωχελικά 9/8”… Ο Μάρκος τα τραγούδια του τα έφτιαχνε “πάνω στα πόδια” του και στα πόδια των χορευτών… Ποίων χορευτών; Εκείνων οι οποίοι δια του χορού επεδείκνυαν την αρτιμέλειά τους και την ικανότητά τους να αντεπεξέλθουν σε κάποια περίπτωση σαν αυτή που περιέγραφε το κάθε τραγούδι (Τράβα ρε μάγκα το σπαθί / τραβώ κι’ εγώ την κάμα / να δούμε ποιόν από τους δυό / θα πρωτοκλάψ’ η μάνα). Και όταν έπαιζε τον μπαγλαμά του, ήξερε ότι, αυτό, δεν έμοιαζε με …κρητική λύρα…
Εάν σκεφθούμε το όλο σκηνικό της διάλεξης, με τη συμμετοχή του Μάρκου (μάγκα, ‘ψημένου’ στην πιάτσα, στα 44 του…), θα αντιληφθούμε ότι, διά να στηθεί, χρειάζεται τέτοια μαστοριά (εννοείται: καταργαριά) και τέτοια εφόδια που δεν μπορεί να διαθέτει ένας 24χρονος (μόνος)…
Αλλά, ας πάρουμε μία ανάσα… και συνεχίζουμε…

Η παρουσία του Μάρκου στην διάλεξη που έδωσε ο Χατζηδάκης, από την άποψη της επιστημονικής εξέτασης του περιεχομένου της, ουδεμία σημασία έχει. Όμως, ούτε και η επιστημονική εξέταση της διάλεξης έχει σημασία διότι, όπως είδαμε (π.χ. #5 και αλλού) είναι εντελώς αντεπιστημονική.
Εκείνο που έχει σημασία είναι να δούμε τις ανακρίβειες που περιέχονται εις αυτήν, όχι σαν ‘σφάλματα’, αλλά σαν σκόπιμες παραποιήσεις προς τον σκοπόν της κατασκευής μία ΙΔΕΑΣ για το τι είναι το ρεμπέτικο. Μόλις πάμε να το σκεφτούμε έτσι, αμέσως ορθώνεται απέναντί μας μία αντίρρηση:
“Καλά, και ‘ολόκληρος Μάρκος’ τί παρίστανε εκεί;” Δηλαδή, μήπως, ο Χατζηδάκης, αντί να πει “ρώτα τον μπάρμπα μου τον ψεύτη”, έφερε ένα “μπάρμπα” ειλικρινέστατο υπονοώντας ότι:
“Εδώ είναι και ο ‘μπάρμπας’. Αν θέλετε ρωτήστε τον…
Καλά, εσείς δεν ρωτάτε… Αλλά αυτός δεν έχει στόμα να πεις τις αντιρρήσεις του εάν έχει;”

Κατόπιν αυτού, θα έπρεπε, κάποιος, να είναι …πολύ ‘τζαναμπέτης’ για να θέσει εν αμφιβόλω τα λεγόμενα του Χατζηδάκη.
Αλλά, και ‘τζαναμπέτης’ να είσαι (όπως ο υποφαινόμενος) δεν αρκεί… Διότι, πως “μάσησε” ο Μάρκος; Δηλαδή, επειδή άκουσε να παρομοιάζεται το ρεμπέτικο με “τις σπασμένες αρχαίες κολώνες του Παρθενώνος και του Ερεχθείου” και άλλα ηχηρά παρόμοια, ‘κατάπιε’ μαζί με αυτά και όλα τα άλλα, τα “ζαβά” (για το χασάπικο) και τα “νωχελικά” (για το ζεϊμπέκικο);
Βεβαίως, ο Μάρκος, μπορεί να είπε:
“Εγώ κάνω την τσάρκα μου κι’ ας με καλαμπουρίσουν…” Αυτό όμως, θα σήμαινε ότι πήρε την διάλεξη το Χατζηδάκη στο ‘καλαμπούρι’. Χμμμ… Αμφότερα τα προηγούμενα φαίνονται απίθανα. Οπότε πρέπει να αναζητήσουμε άλλες πιο εύλογες εξηγήσεις, όπως:
Ο Μάρκος, “ζορίστηκε” ή, “τουμπαρίστηκε” ή, “τσίμπησε τη μανίτα” ή, “του 'ριξαν γεμάτο ζάρι … και δεν πήρε χαμπάρι”… και άλλα παρόμοια.
Όπως και να έγινε το πράγμα, κατά τις σχετικές (προ)συνεννοήσεις, ο Μάρκος, θα πρέπει να είχε απέναντί του ανθρώπους έμπειρους και ιδεολογικά συγκροτημένους:
Ας το δούμε όσο πιο απλά γίνεται:

Όταν ο Μάρκος ήταν 24χρονος, δεν έδιδε διαλέξεις αλλά έπειθε τον Μπάτη (κατά είκοσι χρόνια μεγαλύτερό του και ψημένο μάγκα) να τον ‘ακολουθήσει’ εις αυτό που ξεκίνησε ή, ‘ανέλαβε’, σε σχέση με το λαϊκό τραγούδι… (παραλείπω οτιδήποτε σχετικό).
Μετά από είκοσι χρόνια εμπειρίας ο 44χρονος Μάρκος έχει (ας πούμε) ενώπιόν του ένα άλλο 24χρονο… ο οποίος συγχέει το μπουζούκι με το μαντολίνο, τον μπαγλαμά με την κρητική λύρα κτλ κτλ που είδαμε στα προηγούμενα. Και αυτός ο 24χρονος, ο Μάνος Χατζηδάκης, τον καλεί να συμμετάσχει εμπράκτως, σε μία διάλεξη που θα δώσει για το ρεμπέτικο.
Λοιπόν, ο επονομασθείς “πατριάρχης του ρεμπέτικου” δεν ρώτησε τον νεαρό;:
“Γιάάά… να δούμε, ρε καλόπαιδο, τί ξέρεις εσύ από αυτά και τι θα πεις;”
Ή μήπως το “καλόπαιδο” σκέφτηκε να ρωτήσει την γνώμη του “πατριάρχη” σχετικά με τις απόψεις που θα διατύπωνε στη διάλεξή του;;; -Ποσώς… Αλλά, κάτι τέτοιο, θα μπορούσε να το είχε συμπεράνει, ευλόγως, ο καθείς από αυτούς που παρακολούθησαν την διάλεξη… Αυτός όμως, θα είχε αχθεί σε ένα συμπέρασμα απατηλό χωρίς να τον είχε απατήσει κανένας… εκτός από τον σκηνοθέτη εάν υπήρξε τοιούτος τις… Αυτός ο σκηνοθέτης θα έπρεπε να είχε επαρκή ιδεολογική συγκρότηση και επαρκέστερη εάν δεν ήταν σκηνοθέτης. Εμ, βέβαια, εάν πρόκειται για κάποιον ή κάποιους οι οποίοι μιλώντας “μέσα απ’ την καρδιά τους”, έπεισαν τον Μάρκο να επικυρώσει δια την συμμετοχής του τα λεχθέντα υπό του Χατζηδάκη…
Οι διοργανωτές της διάλεξης μπορεί να τελούσαν υπό την εποπτεία ή/και τον έλεγχο του Χατζηδάκη. Μπορεί και το αντίστροφο… Ό,τι και από τα δύο να συνέβη ή, όποιος συνδυασμός, το κείμενο της διάλεξης δεν μπορεί παρά να είναι προϊόν μίας παρομοίως ισχυρής ιδεολογικής συγκρότησης.
Αυτή είναι μία δεύτερη ένδειξη, η οποία έρχεται να προστεθεί εις την ένδειξη που απορρέει από την μετέπειτα συμπεριφορά του Χατζηδάκη, την σύμφωνη προς το πνεύμα της διάλεξης που είδαμε στο σχόλιο #45 και στο προηγούμενο…
Επομένως μία περισσότερο επισταμένη εξέταση της διάλεξης από την σκοπιά αυτή, την ιδεολογική, κρίνεται απαραίτητη.
Πράγματι:
Η διάλεξη παράγει την “ΙΔΕΑ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ”. Την ιδέα που περιγράφει ο Χατζηδάκης. Στο βαθμό που, αυτή η ιδέα, γίνεται ιδέα και κάποιων άλλων, αυτοί οι άλλοι, έχουν στη διάθεσή ένα αυτονόητο δεδομένο: Γνωρίζουν την καταγωγή της ιδέας που έχουν για το ρεμπέτικο.
Το ρεμπέτικο τραγούδι, ως είδος, δυσκόλως εντοπίζεται και (επομένως) δυσκολότερα προσδιορίζεται, ενώ η ιδέα περί αυτού υπάρχει καταγεγραμμένη σε κείμενα όπως το προ κείμενο…
Άρα, αναφαίνεται ένα χώρος μελέτης, μέρος του οποίου είναι αυτό που θα πρέπει να γίνει ένα νέο σχόλιο αν όχι ένα ιδιαίτερο νήμα με τίτλο:
Η καταγωγή του ρεμπέτικου ως ιδέας (του Χατζηδάκη και όχι μόνον).

Ποία η καταγωγή της ιδέας που έχουμε περί του ρεμπέτικου;
Μήπως αυτή κατάγεται από διαλέξεις και βιβλία γραμμένα από ανθρώπους οι οποίοι ομιλούν αναρμοδίως;
Τί απομένει από την έννοια “ρεμπέτικο”, εάν απαλλαγούμε από ιδέες αυθαιρέτως πεποιημένες και επίπλαστες;
Και τί θα απέμενε, εάν μπορούσαμε να απαλλαγούμε από τις εντυπώσεις που μας παρέχουν οι υλοποιήσεις των ιδεών αυτών, που είναι αποτέλεσμα της εργασίας μεταρεμπετικών ή/και παραρεμπετικών καλλιτεχνών, δηλαδή ανθρώπων, που ασκούν την καλή τέχνη τους επί ενός ‘είδους τραγουδιού’ το οποίο αυτοί μεν ονομάζουν ρεμπέτικο, αυτό δε, απογίγνεται τοιούτο, κατόπιν της δικής τους παρέμβασης;
Ο Χατζηδάκης είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιου καλλιτέχνη (και όχι το μόνο).
Υπενθυμίζω ένα λογοπαιγνιώδες συμπέρασμα (#32):
Το ερώτημα διά το ρεμπέτικο δεν είναι το:
Πόθεν κατάγεται;
αλλά, το:
Πώς κατά άγεται;
Προσθέτω δε την διευκρίνιση:
Όχι το ρεμπέτικο, ως είδος αλλ’, ως ιδέα

Τα ανωτέρω - νομίζω πως - πρέπει να μεταγραφούν και στο θέμα:
Η καταγωγή των ρεμπέτικων (ΙΙ)”, #244
http://www.rembetiko.gr/forums/showthread.php?21490-%C7-%EA%E1%F4%E1%E3%F9%E3%DE-%F4%F9%ED-%F1%E5%EC%F0%DD%F4%E9%EA%F9%ED-(II)
Όταν ο Χατζηδάκης συνθέτει (έστω και διασκευάζοντας) κάτι το οποίο θεωρεί ως ζεϊμπέκικο ή ως χασάπικο, φτιάχνει, επίσης, κάτι το οποίο το θεωρεί και ως ρεμπέτικο. Αυτό, δεν λέγεται ρητώς αλλά, εννοείται. Και εννοείται ακόμη και από ορισμένους εξ εκείνων που λέγουν: “Ελα μωρέ, σιγά να μη κάνει ρεμπέτικα ο Χατζηδάκης”. Αυτή, είναι μία μεγάλη διαφορά ανάμεσα στον Χατζηδάκη και τους
μελετητές “ρεμπετολόγους”. Αυτοί μεν λέγουν ο δε πράττει. Οι πράξεις του Χατζηδάκη είναι απολύτως σύμφωνες με τις απόψεις που διετύπωσε στη περίφημη διάλεξη που έδωσε και στη γραμμή της οποίας έμεινε πιστός όπως είδαμε (#45, #47). Και αν το καλοσκεφθούμε δε έχομε δικαίωμα να αμφισβητήσουμε ότι τα ‘ζεϊμπέκικα’ και τα ‘χασάπικα’ του Χατζηδάκη είναι ρεμπέτικα δεδομένου ότι αυτός ο ίδιος έδωσε τον ορισμό ή, την περιγραφή του ρεμπέτικου και τα τραγούδια που έφτιαξε είναι, αυστηρώς, σύμφωνα προς αυτήν. (Στην διάλεξή του, ο όρος “ρεμπέτικο”, αναφέρεται περί τις 30 φορές ενώ πριν από αυτήν μόνο σποραδικώς συναντάται.)

Έχω χαρακτηρίσει το κείμενο της διάλεξης ως ιδεολογικό και έχω πει ότι (ως γνωστόν) η ιδεολογία περιφρονεί την επιστήμη. Σύμφωνα με αυτό θα πρέπει να εξετάσουμε τα επιστημονικά σφάλματα (ηθελημένα ή, αθέλητα) της διάλεξης όχι, απλώς, ως αυτά καθ’ εαυτά αλλά, ως προς το ιδεολογικό αποτέλεσμα του παράγουν και ως προς την αναγκαιότητα εκάστου σφάλματος προκειμένου να παραχθεί το αποτέλεσμα αυτό. Π.χ.:
—Το χασάπικο θυμίζει java: Σφάλμα μεν αλλά, προσδίδει στο χασάπικο …γαλλική φινέτσα.
—Το μπουζούκι είναι …τούρκικο μαντολίνο: Σφάλμα μεν αλλά παρέχει την εντύπωση ότι οι Τούρκοι χρησιμοποιούν παραδοσιακώς ένα ευρωπαϊκό μουσικό όργανο.
Αυτά, πάντως, μπορεί να θεωρηθούν και ως μικρές αβλεψίες.
—Ας δούμε όμως ένα απόσπασμα που δεν μοιάζει με αβλεψία:
Όλα φανερώνουν την πηγή, πού δεν είναι άλλη απ΄ την αυστηρή κι απέριττη εκκλησιαστική υμνωδία. Όχι πως το δημοτικό τραγούδι δεν έχει κι αυτό στοιχεία διοχετευμένα στο ρεμπέτικο. Μα πολύ λιγότερα. H παρουσία του είναι έντονη, ιδιαίτερα στο ελαφρότερο είδος που περισσότερο το χαρακτηρίζει μιά χάρη και μιά νnσιώτικη ελαφράδα.
Παραλείπεται ένα γεγονός αναμφισβήτητο: Η σχέση της ελληνο/τουρκ/αραβο… εκκλησιαστικής μουσικής και των αντιστοίχων (κοσμικών) αμανέδων… Όμως, είναι δικαίωμα παντός να (περί)ορίζει τους όρους που χρησιμοποιεί. Π.χ.: Ρεμπέτικο = Ζεϊμπέκικος, χασάπικος και ολίγον σέρβικος.
Αλλά, το απόσπασμα που παρετέθη, λέγει με δυό λόγια: Πηγή του ρεμπέτικου (όταν δεν είναι ελαφρύ), δεν είναι άλλη από την εκκλησιαστική μουσική.
Βεβαίως και αυτονοήτως, τα λεχθέντα παντός ομιλητού (ορθά ή, σφαλερά) αποσκοπούν εις να γίνουν πιστευτά… εν συνδυασμώ προς τά άλλα πιστευτά όπως π.χ. την γαλλική φινέτσα του χασάπικου και…:
“…τα εκατό χρόνια μόνον ελεύθερης ζωής (του λαού μας, που) δεν ήσαν ικανά ούτε να την ωριμάσουν (την ψυχή του) ούτε και ν΄ αφήσουν περιθώριο για να ριζωθούν τα τελευταία ευρωπαϊκά ρεύματα.
Αυτή δεν είναι η μόνη περίπτωση που ο Χατζηδάκης προσδίδει πολιτικό χαρακτήρα στην διάλεξή του.
Πράγματι, σύμφωνα με αυτόν, το ρεμπέτικο:
…ερχόταν αντιμέτωπο σε μια εποχή που μόνο συνθήματα κυκλοφορούσαν τρέχοντας.
Αλλ’ εάν στραφούμε και προς τα εκεί… το σχόλιο δεν θα τελειώσει ποτέ…
Λοιπόν, επιγραμματικώς:

Όσοι πιστεύουν ότι ο Χατζηδάκης αναδεικνύει την στενή και οργανική σχέση του ρεμπέτικου προς το δημοτικό, τους συμβαίνει επειδή γνωρίζουν ότι η σχέση αυτή είναι γεγονός και αποδίδουν εις αυτόν μία άποψη αντίστοιχη.
Όσοι πιστεύουν ότι ο Χατζηδάκης αγαπάει το ρεμπέτικο, τους συμβαίνει επειδή έχουν ακούσει (έστω και μέσω τρίτων) τα λόγια που έχει πει περί αυτού (“ελληνική τραγωδία”, “μαρμαροκολώνες του Ερεχθείου κτλ). Αλλά θα πρέπει να ενθυμούνται ότι το ρεμπέτικο που αγαπάει δεν είναι άλλο από αυτό που περιγράφει ο ίδιος. Και, ότι αυτό που παράγει είναι σύμφωνο προς την δική του ιδέα (νωχελικότητα των ζεϊμπέκικων και ο μόνιμος ανικανοποίητος ερωτισμός… - #9 και κατόπιν - κτλ).
Αυτήν την ιδέα μπορούμε να την αποκαλέσουμε:
Το χατζηδακικό ρεμπέτικο”.
Ο όρος, (νομίζω πως) μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά χρήσιμος… αλλά δεν (νομίζω πως) μπορώ να το εξηγήσω τώρα… δηλαδή, ερήμην ενός, εκπεφρασμένου, σχετικού ενδιαφέροντος.

Μολις διαβασα τις προηγουμενες σελιδες και πραγματικα τα εχασα . Η εκτροπη απο το θεμα ειναι και θεμιτη και αναμενομενη , και δεν με πειραζει κιολας . Αυτο ομως που με ξαφνιασε ειναι η μεχρι αηδιας εμμονη στη λεπτομερεια , ο τροπος γραφης , η διυλιση μεχρι τελικης πτωσης . Ενιωθα στιγμες στιγμες οτι επροκειτο για κακης ποιοτητας σχολια επι διδακτορικης διατριβης .

Και ,βεβαια, η διαλεξη του Χατζιδακη δεν ειναι διδακτορικη διατριβη περι ρεμπετικου , ουτε πολιτικο κειμενο , ουτε επιστημονικη πραγματεια . Μπορει αστοχη , μπορει και ανακολουθη , η ουσια της ομως ειναι ποιητικη . Οπως επιτελους παρατηρησε ο αποπανω , ειναι ενα κειμενο του Χατζιδακι " πώς νιωθω εγω το ρεμπετικο " .
Ακριβως γι αυτο , το σημειο της , που αξιζει για μενα την προσοχη , δεν ειναι η μουσικη αναλυση που κανει , αλλα π.χ. η περιγραφη του περιπατου με τον φιλο ή το τελος της ή εκει που μιλαει για το υφος του τραγουδιου .
Μην σας πω οτι ακομα και οι αστοχιες της ειναι αξεχωριστο μερος της . Νομιζω οτι οποιος στεκεται σε σαχλα σχολια σημειων , αμεσως χανει την ουσια

Ώστε, λοιπόν, αγαπητέ,
νομίζεις ότι λέγω πράγματα σαχλά.
Το εκλαμβάνω ως φιλοφρόνηση και ανταποδίδω:
Κι’, εγώ, νομίζω ότι λέγεις πράγματα σπουδαία…

Και, τώρα,… εντός και, επί του θέματος, του ουσιώδους.
Ορισμένοι ‘σχολιάζουν’ την άποψη κάποιου άλλου, ως εξής:
Ρίχνουν εις το αέρα ένα κέρμα, το οποίο:
Από την μία γράφει: “Πρόχειρη κι’ επιφανειακή, μέχρι αηδίας”.
Από την άλλη: “Επιμόνως λεπτομερής, μέχρι αηδίας”.
Εάν το κέρμα, μετά την πτώση, σταθεί όρθιο, εξετάζουν την άποψη…

Point taken που λενε , συγγνωμη αν ημουν εριστικος . Η διαφορα μας νομιζω ξεκιναει στα κινητρα . Το κειμενο της ομιλιας δεν ειναι μουσικο μανιφεστο με κοινωνικες προεκτασεις και υποπτα κινητρα που πρεπει να αναζητηθουν με υπεραναλυσεις .Ειναι ενα κειμενο με ουσια ποιητικη και εκει αξιζει να σταθουμε

Εχω μια απορια επι του θεματος.Ποτε εμφανιστηκε αυτο το κειμενο?Εγω νομιζα οτι δεν υπαρχει,και αυτο που ειχε δημοσιευτει, ηταν καποιες σημειωσεις ενος παρευρισκομενου δημοσιογραφου της Αυγης.Ισως κανω και λαθος.Μπορει καποιος να επιβεβαιωσει την αυθεντικοτητα του κειμενου?
Christos

Πραγματικά, για αρκετό καιρό υπήρχε η εντύπωση πως το κείμενο της διάλεξης έχει χαθεί. Όμως βρέθηκε στο αρχείο Φοίβου Ανωγειανάκη.

Νικο αφου ειναι διαπιστευμενο,εχει καλως.Ευτυχως.
Φιλικα Christos

Γεια σας,

Έχω παραθέσει ένα άρθρο για τη διάλεξη του Χατζιδάκι για το ρεμπέτικο.

Δεν ήταν καθόλου το άρθρο, αν δεν μπόρεσα να βγάλω το συνημμένο αρχείο, παρακαλώ τους συντονιστές να το εξαφανίσουν!

Εύα

Εύα, ο σύνδεσμος παραπέμπει σε άρθρο με τίτλο “Η φυματίωση και το ρεμπέτικο τραγούδι”. Δεν αναφέρεται σε αυτό, ο Χατζιδάκις ή η διάλεξή του. Αυτό ήθελες να παραθέσεις, ή έχει γίνει λάθος;

Ξέρουμε ποιός είναι ο συγγραφέας του άρθρου;

Γεια σου Νίκο,

Καθώς είμαι “computer idiot” τα έκανα θάλασσα ήταν ήθελα να βάλω το συνημμένο αρχείο, και σε λάθος μέρος κιόλας! Το άρθρο που ήθελα να βάλω είναι τώρα στο μπλογκ μου. Ο συγγραφέας είναι ο Μανώλης Σειραγάκης και ο τίτλος είναι “Μια πιο πρώιμη χρονολόγηση των επιδράσεων του ρεμπέτικου στο έργο του Μάνου Χατζιδάκι”. Αν μπορείς, σβήσε το αρχείο στο παραπάνω ποστ, παρακαλώ!

Εύα

Ένα άλλο ενδιαφέρον σημείο της διάλεξης είναι το το παρακάτω σχόλιο για το “Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι”. Πρώτα, απ’ ό, τι ξέρω, ο Καλδάρας το έγραψε και το πρωτοτραγούδησε η Χασκίλ. Το άλλο, που δεν μπορεί να το ήξερε ο Χατζιδάκις τότε (έτσι υποθέτω, τουλάχιστο) είναι ότι ο στίχος αρχικά (σύμφωνα με τη μαρτυρία του Καλδάρα) αναφερόταν σε έναν φυλακισμένο αντάρτη. Και να το ήξερε, δε θα μπορούσε να το αναφέρει μέσα στο μετεμφυλιακό κλίμα της εποχής, φαντάζομαι. Καμιά φορά σκέφτομαι ότι αυτός ο ερωτικός καημός που έκανε τόση εντύπωση στο Χατζιδάκι, ήταν, εν μέρει τουλάχιστο, ένα πρόσχημα για κάτι που οι συνθέτες/στιχουργοί δεν μπορούσαν να εκφράσουν “σταράτα”, και ότι ο κόσμος καταλάβαινε ότι στην πραγματικότητα μιλούσαν για άλλους “καημούς”.
[i]
Πριν δυο χρόνια ο ίδιος ο Τσιτσάνης τραγούδησε για πρώτη φορά πάλι αυτούς τους στίχους «Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι - το σκοτάδι είναι βαθύ - κι όμως ένα παλικάρι δεν μπορεί να κοιμηθεί», ο ερωτισμός προχωράει και θίγει ακέραια το ανικανοποίητο, δίδοντας μια τόσο λεπτή μα τόσο έντονη αίσθηση μιας βαριάς ατμόσφαιρας, λες και προμηνούσε ένα άγχος, μια καταιγίδα. Φέτος -ο Παπαϊωάννου αυτή τη φορά- μας δίνει ολάκερο αυτό το άγχος με μια δυνατή κραυγή πια- η μοναδική μες στα ρεμπέτικα, και γιʼ αυτό τόσο αληθινή με το «Άνοιξε – άνοιξε».Δεν ξέρω, αλλά σʼ αυτά τα τρία τραγούδια υπάρχει ένας συνδετικός κρίκος που δίνει ξεκάθαρα και μοναδικά το τραγικό στην ερωτική μας περιοχή».

[/i]Εύα

Γεια σας πάλι,

Διάβασα παλιότερα μηνύματα και κατάλαβα ότι επαναλαμβάνω πράγματα που έχουν ήδη ειπωθεί (και με πολύ καλύτερο τρόπο) από άλλους. Ζητώ συγνώμη για τη δική μου παρέμβαση!

Εύα