Πώς είναι δυνατόν να ψέγουμε τον Μάνεση του 1950 για τα «κακά ελληνικά» του, με το σκεπτικό ότι «δεν λέγεται» η φράση αυτή στα 2020
Και τον ψέγουμε αντί να είμαστε ευγνώμονες για τα καλά ελληνικά του και για το γεγονός ότι αποτελεί στα 1950 μέρος της γλωσσικής σκυταλοδρομίας που θέλει τη φράση αυτή να καταγράφεται ήδη από τα μέσα του 19ου αιώνα μέχρι και το 1997 περίπου!
Ας δούμε κάποια ενδεικτικά τεκμήρια:
Η καημένη η υπηρέτρια η Φλουρού (στην κωμωδία του Χουρμούζη «Μαλακώφ», 1865) διαμαρτύρεται που σκάσαν τα χέρια της να πλένει με το τσουβάλι τα σεντόνια των επισκεπτών του σπιτιού λέγοντας:
«-Όσο κι αν ήναι το μηνιάτικο Δανίλη, των μουσαφιρέων το κακό δεν τραβιέται!»
Στη Συλλογή του Τεφαρίκη «Λιανοτράγουδα, ήτοι συλλογή διστίχων δημοτικών ασμάτων» (1866) διαβάζουμε:
Της ξενιτιάς σου ο καϋμός, πουλί μου, δεν τραβιέται,
γίνεται της καρδούλας μου κλειδί κι’ ανοιγοκλειέται
Στο Ελληνοαγγλικο και αγγλοελληνικό Λεξικό του Κοντόπουλου (1868), στο λήμα «τραβώ» διαβάζουμε:
«τούτο δεν τραβιέται: this is too hard to bear, it is insupportable»
Στο Λεξικό του Δημητράκου (1936-1950) διαβάζουμε στο λήμμα «τραβώ» (για το παθητικό «τραβιέμαι»: υφίσταμαι, υποφέρω, υπομένω: «αυτός ο καημός δεν τραβιέται»
Στη «Χαμοζωή» (1945) του Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου διαβάζουμε: «Δεν τραβιέται αυτή η ζωή, Μερσεδή μου!»
Στην Εγκυκλοπαίδεια του Ελευθερουδάκη (μετά πλήρους Λεξικού της ελληνικής γλώσσης, 1979), διαβάζουμε:
τραβιέμαι: υποφέρομαι, είμαι ανεκτός: «η ζωή αυτή δεν τραβιέται»
Στο Λεξικό της Δημοτικής του Παπαϊωάννου (1979), στο λήμμα «τραβιέμαι» διαβάζουμε: είμαι ανεκτός, υποφέρομαι: «δεν τραβιέται το βάσανο αυτό, είναι μεγάλο»
Στο Μείζον Ελληνικό Λεξικό Φυτράκη (1997) στο “τραβιέμαι” διαβάζουμε: “είμαι ανεκτός, υποφέρομαι”