Αριστερά και ρεμπέτικο (άρθρο)

τότε γίνε λίγο πιο σαφής…

Αφού λοιπόν μιλάς σοβαρά:

Χίλιες φορές έχω αναφερθεί, κι άλλοι επίσης, σε περιπτώσεις δημιουργών του ρεμπέτικου που με την προσωπική στάση και με το έργο τους συμπορεύτηκαν με το ΕΑΜικό κίνημα και με το ΚΚΕ, χωρίς να κάτσω να κάνω έρευνα τι καπνό φουμάριζε ο καθένας από αυτούς, τι ποτά έπινε, αν του άρεσε το μπαρμπούτι ή προτιμούσε το σκάκι.
Και τώρα που φέρνω ένα άκρως αντίθετο παράδειγμα (όχι από την πλευρά δημιουργού αλλά δεν έχει αυτό σημασία) μού ζητάς “να αποφασίσω” (“αποφασίστε” μάλιστα, σε β΄πληθ.) αν είναι όλοι έτσι ή όλοι αλλιώς.
Δηλαδή όταν φέρνω το παράδειγμα της Μπέλου ή του Μπαγιαντέρα, συμπεραίνεις ότι λέω πως το ρεμπέτικο είναι κομμουνιστικό. Τώρα που φέρνω το παράδειγμα του Κ.Στρ. συμπεραίνεις ότι λέω πως το ρεμπέτικο είναι φασιστικό.
Αλλά δε χρωστάω κάτι για να το πληρώνω με τέτοια συμπεράσματα.

Παραπέρα, στην αρχή του θέματος μπήκε ένα μέρος της προσωπικής μαρτυρίας του Μ. Αναγνωστάκη, για την έφοδο της ΟΠΛΑ ή της “Στενής Αυτοάμυνας” σε τεκέ και την εκτέλεση των θαμώνων. Απ’ αυτή τη μαρτυρία θεωρήθηκε “πρέπον” να βγει το συμπέρασμα ότι το ΚΚΕ σκότωνε χασικλήδες για το λόγο ότι ήταν χασικλήδες, “για να ασκήσει έλεγχο” κλπ, ανιστορικά, χωρίς καν την υποψία ότι ένας τεκές μπορεί να είναι όχι “μη ελεγχόμενος χώρος” αλλά αντίθετα, χώρος άσκησης πολιτικού ελέγχου με πολύ συγκεκριμένο περιεχόμενο, ότι μπορεί να είναι “παρακρατική φωλιά” και μάλιστα σε συνθήκες εμφύλιου πόλεμου (πραγματικού και όχι “εικονικού”).
Παραθέτω λοιπόν ένα ντοκουμέντο που δείχνει τι άλλο μπορεί να είναι ένας τεκές εκτός από “μη ελεγχόμενος χώρος”, και από πάνω με “κατηγορείς” κιόλας που υπενθυμίζω αυτό που “ξέρετε” (“ξέρουμε πως λειτουργεί το παρακράτος”) αλλά το οποίο παραλείψατε να το θυμηθείτε για χάρη μιας αξιοποίησης της μαρτυρίας του Αναγνωστάκη διαφορετικής από αυτήν που θα υπαγόρευε αυτό που “ξέρετε”. Από εκεί λοιπόν και το τρίτο ηθικό δίδαγμα.

Παραπέρα επίσης, γράφω στο προηγούμενο ποστ “… από τέτοιους χώρους προέρχονται και στάσεις «διαμετρικά αντίθετες»”, αλλά σαν να μην το διάβασες αυτό με “εγκαλείς” γιατί δήθεν κατά τη γνώμη μου “όλοι οι περιθωριοποιημένοι είναι προορισμένοι νομοτελειακά να γίνουν όργανά του παρακράτους”.
Φυσικά και δεν είναι όλοι προορισμένοι. Αλλά αυτοί που γίνονται, συγκροτούν μηχανισμό, κι ο μηχανισμός επιδιώκει να επιβάλει την κυριαρχία του σε όλο το χώρο και σε όλες τις πτυχές του χώρου από τον οποίο πηγάζει η συγκρότησή του. Διαφορετικά θα χάσει το χώρο από τον οποίο συγκροτείται, για να συγκροτηθεί από αυτόν πρέπει να τον κρατάει στα μέτρα του… Από εκεί και το πρώτο ηθικό δίδαγμα.
Και είναι πραγματικά “αφέλεια” να παραγνωρίζονται όλα αυτά, να παραγνωρίζονται τέτοιες μορφές σκληρού πολιτικού ελέγχου, για να αποδοθεί στο ΚΚΕ η πρόθεση να ελέγξει με φόνους κάτι το δήθεν “μη ελεγχόμενο”.

Ελπίζω να ήμουν σαφέστερος τώρα.

Θεωρούσαν οτί οι ρεμπέτες ήταν συνεργάτες των χιτών, γι αυτό τους κυνήγαγαν, και φυσικά γιατί ήταν ενάντια στην ιδεολογία τους, τα μπουζούκια χασίσια και η υποκουλτούρα. Νομίζω οτί ο ίδιος ο Μάρκος κάπου λέει ερχόντουσαν οι χίτες παίζαμε άλλα , ερχόνταν το εάμ παίζαμε άλλα κομμάτια και είμασταν στόχος και των δύο, μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα αυτή την μαύρη περίοδ για την χώρα.Όλοι ήταν ύποπτοι, ρουφιάνοι γενικά παντού, σε στιγματίζαν χωρίς λόγο, ήταν δύσκολη κατάσταση.Νομίζω και ο Ζαμπέτας στην βιογραφία του τα αναφέρει πολύ γλαφυρά όλα αυτά.

1 «Μου αρέσει»

Κατά τ’ άλλα, ο Πάνος Τζαβέλας με την ωραία και σωστή τοποθέτηση που παρατίθεται στο αρχικό ποστ, είναι ο ίδιος Πάνος Τζαβέλας που έχει γράψει και τραγουδήσει τους στίχους “κι ο Βάρναλης μας το ʼχε πει / χωρίς καμιά περιστροφή / στης Χούντας το αλισβερίσι / λεύτερο ήταν το χασίσι / ποτέ ο λαός να μην ξυπνήσει”.
Οπότε, χωρίς να πάρεις υπόψη όλα τα παραπάνω, κι όχι τα μισά, (και για την ακρίβεια αν δεν πάρεις υπόψη σου περισσότερα κι από όλα τα παραπάνω) μπορεί στη μια περίπτωση να τον “κατηγορήσεις” για το μεν και στην άλλη για το δε, να αναρωτιέσαι πώς τάχα ο ίδιος άνθρωπος έχει πει κι αυτό κι εκείνο κλπ…

Απ’ την άλλη ο Γενίτσαρης έγραψε το τραγούδι που υμνεί (ανεπιτήδευτα…) το μέλος της ΟΠΛΑ Στέλιο Καρδάρα, και λέει στην αυτοβιογραφία του ότι τον φωνάζανε με το μπουζούκι του να τραγουδήσει σε εκδηλώσεις του ΕΑΜ στην Κοκκινιά. Μάλλον λοιπόν το θέμα δεν ήταν “με τους ρεμπέτες” και με το μπουζούκι, αλλά πιο συγκεκριμένο.
Επίσης διαβάζοντας ένα από τα 2 πρώτα βιβλία του Μίσσιου, φαίνεται πόσο η “Στενή Αυτοάμυνα” στον εμφύλιο έλεγχε προσεκτικά τις πληροφορίες που είχε πριν προβει σε οποιαδήποτε ενέργεια. Τουλάχιστον ο ίδιος ο Μίσσιος λέει, ότι προκειμένου να ελέγξει τις πληροφορίες που του είχαν δόσει έχασε χρόνο με αποτέλεσμα να βρεθεί κρατούμενος στα χέρια τού μέχρι εκείνη τη στιγμή στόχου του και να δεινοπαθήσει στα χέρια του όπως δεινοπάθησαν τόσοι και τόσοι, όπως ακριβώς ανέφεραν οι πληροφορίες αυτές… Δεν πρόκειται λοιπόν για χτυπήματα “στα τυφλά”, χωρίς κανείς να μπορεί βέβαια ν’ αποκλείσει και αστοχίες μέσα σ’ αυτές τις συγκεκριμένες συνθήκες πολέμου. Άλλωστε κι ο Μίσσιος για ν’ αποφύγει αστοχία ανέβαλε την εκτέλεση της αποστολής του.

Ο Ζαμπέτας επίσης, αν θυμάμαι καλά, αναφέρει και το περιστατικό επί Μεταξά, όπου στο κέντρο που έπαιζε εμφανίστηκαν μαύρες επίσημες λιμουζίνες, οι κάτοχοι των οποίων (οι “διώκτες”) υποσχέθηκαν φεύγοντας “προστασία” στο μαγαζί και στα “χασικλίδικα”.

Και από την άλλη Σταύρο στο απόσπασμα ο Βαμβακάρης δεν λέει ότι τον κυνήγησαν οι χίτες αλλά:
«–Αυτό θα μας κάνεις. Θα μας τα λες όλα, θα σου δίνουμε ό,τι γουστάρεις να τρως στο σπίτι σου. Ψωμιά, φαγιά, μυστήρια και θα σε πληρώνουμε."
Και παρακάτω:
"
Ενώ οι χίτες λέγανε. Παίξε ότι γουστάρεις και δεν μπορεί να σ’ εμποδίσει κανένας.”
Αυτό εμένα για προστασία, (την συγκεκριμένη εποχή), μου ακούγεται παρά για κυνήγι.

Είναι νομίζω λάθος να θεωρούμε το ρεμπέτικο και τους ρεμπέτες σαν κάτι το πολιτικά ενιαίο μέσα σ’ εκείνα τα χρόνια.
Η πολιτική αντίθεση που υπήρχε στην κοινωνία, σίγουρα θα διαπέρναγε και το χώρο αυτό, Και όπως στην κοινωνία θα υπήρχαν και πολιτικά “ενδιάμεσοι” ή “ουδέτεροι”, έτσι θα υπήρχαν και σ’ αυτό το χώρο.
Αλλά εκεί όπου δεν έμπαινε ζήτημα “ουδετερότητας” οι θέσεις θα ήταν συγκεκριμένες και αλληλο-εχθρικές.
Ο Χιώτης συμπλήρωσε τους στίχους του Μάθεση για το Βελουχιώτη με τα λόγια που τους συμπλήρωσε… Τη Μπέλου την πλάκωσε στις μπουνιές μουσικός του μαγαζιού γιατί δεν τραγουδούσε τις παραγγελίες των χιτών… Αν ο Μπαγιαντέρας κι ο Κ.Στρ. τύχαινε να βρεθούν στο ίδιο μέρος δε θα κάθονταν να πιουν αργιλεδάκι και να σπάσουνε νταλκαδάκι παρέα… Δηλ. ας αναλογιστούμε πώς έβλεπαν και μέσα στο χώρο του ρεμπέτικου τις δραστηριότητες της μιας και της άλλης πολιτικής πλευράς που άγγιζαν το ρεμπέτικο και τους ρεμπέτες.


Τέλος (τουλάχιστον προς το παρόν) θέλω (από καιρό) να κάνω μια συμπλήρωση σε ποστ που είχα βάλει στην παλιότερη συζήτηση με το ίδιο θέμα. Αν μάλιστα δεν έκλεινε εκείνη η συζήτηση, και προχωρούσε έτσι που η συμπλήρωση να “κολλήσει” θα την έκανα εκεί.
Η συμπλήρωση αφορά το εξής:
Σε αρκετά από τα σχόλια αυτού εδώ του θέματος διαβλέπω μια εξιδανίκευση του χασίς, οφειλόμενη ίσως στο ότι πολλές φορές ο καθένας κρίνει τα πράγματα από τον εαυτό του και το περιβάλλλον του χωρίς ευρύτερη εμπειρία. Οφειλόμενη ίσως επίσης και σε μια σχετική “μυθολογία” που δεν επιτρέπει σαφή εκτίμηση του πράγματος όπως πραγματικά είναι, δηλαδή σε όλες τις πλευρές του, που από τη φύση του πράγματος δεν χωράνε “τυποποίηση” όπως χωρά πχ τυποποίηση το κοινωνικό περιβάλλον αλλά και οι ίδιες οι επιδράσεις του κρασιού… Ένας παραπάνω λόγος είναι μάλλον κι αυτή η αδυναμία τυποποίησης, που ωθεί τον καθένα να βγάζει συμπεράσματα από όσα ο ίδιος μόνο ξέρει ή απ’ όσα έχει απλώς ακούσει.
Μια αντίστροφη όψη αυτής της “μυθολογίας” είναι η όψη που κλίνει σε μορφές όχι εξιδανίκευσης όπως εδω, αλλά δαιμονοποίησης. Και μ’ αυτή τη λέξη δεν εννοώ την αντίθεση προς τα ναρκωτικά, την επισήμανση κινδύνων που αφορούν “ψυχοδηλωτικές” κλπ ουσίες σαν το χασίς, εννοώ με τη λέξη “δαιμονοποίηση” ό,τι βρίσκεται πέρα από πραγματικές επιδράσεις των ουσιών, πραγματικά αίτια κλπ.
Η συμπλήρωση που θέλω να κάνω δεν αφορά βέβαια “δαιμονοποίηση”, αλλά αφορά μια μικρή “αρνητική” ας το πω έτσι όψη αυτής της μυθολογίας.
Στην παλιά συζήτηση λοιπόν είχα παραθέσει ένα ανεκτίμητο κατά τη γνώμη μου τεκμήριο γύρω απ’ το θέμα, από το αυτοβιογραφικού χαρακτήρα βιβλίο του Φοίβου Τσέκερη, με τον τίτλο “Εδώ Πολυτεχνείο Στα χρόνια της κατοχής - Από τους αγώνες με τη σπουδάζουσα”, εκδόσεις Εντός, 2007, και συγκεκριμένα την περιγραφή της συνεύρεσης στα κρατητήρια της κομαντατούρας στην Κοραή, ενός ΕΠΟΝίτη φοιτητή, του ηλικιωμένου καθηγητή του (μάλλον πατέρα του σκηνοθέτη Αλέξη Δαμιανού) και μιας παιδικής ομάδας σαλταδόρων. Το ξαναπαραθέτω και μετά το συμπληρώνω:

[i]"…Στην άκρη του κρεβατιού μου στεκόταν όρθιος και ακίνητος ο καθηγητής μου από το Πρακτικό Λύκειο, Δαμιανός.
Απόρησα που τον είδα και δε φαντάστηκα ότι η σύλληψή του θα μπορούσε να είχε κάποια σχέση μ’ εμένα. Βέβαια τα παιδιά του, ο Αλέξης και ο Γιώργος, ήταν Επονίτες και φίλοι μου. Αυτός όμως; Το μόνο του έγκλημα ήταν ότι δίδασκε την αξιοπρέπεια, την ευγένεια και την ανθρωπιά. Όλοι στο Λύκειο τον αγαπούσαμε αυτόν τον ήρεμο άνθρωπο.
Σηκώθηκα και τον χαιρέτησα. Εξεπλάγη που με είδε. “Ήξερα, μου λέει, πως σε είχανε πιάσει, αλλά δε φανταζόμουνα ότι μετά από τόσον καιρό θα βρισκόσουνα ακόμα εδώ”.
Καθίσαμε πλαί - πλάι στο κρεβάτι μου και μου διηγήθηκε τι έγινε.
“Ήρθαν οι Γερμανοί να πιάσουνε τα παιδιά. Ο Γιώργος έλειπε, ο Αλέξης κοιμότανε στην ταράτσα. Μόλις άκουσε τη φασαρία κατάφερε να ξεφύγει, πηδώντας σε πλαϊνές ταράτσες. Εμένα με πήρανε σαν όμηρο. Θα με αφήσουνε λένε, όταν παρουσιαστούνε εδώ τα παιδιά. …”

…Με τον καθηγητή μου τα πήγαμε καλά. Ήτανε καλόβολος και υπομονετικός και γρήγορα προσαρμόστηκε στην καινούργια ζωή. Εκείνο που δεν μπορούσε να υποφέρει, με κανένα τρόπο, ήτανε οι βωμολοχίες των σαλταδόρων.

  • “Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί, αυτά τα παιδιά, χρησιμοποιούνε τέτοια χυδαία φρασεολογία. Ακόμα γιατί, ενώ τραγουδάνε ωραία, όλα τους τα τραγούδια τα λένε παραφρασμένα προς το χυδαίο”.
    Του είπα ότι, κατά τη γνώμη μου, αυτό είναι πρώτον, μια διαμαρτυρία προς την κοινωνία, που τα αδίκησε τόσο πολύ, και δεύτερο, μια ένδειξη ανδρισμού. Ένα είδος αυτοάμυνας εναντίον των κινδύνων που τα απειλούνε εδώ μέσα. Προ ημερών ένας κρατούμενος ενοχλούσε τόσο επίμονα και τόσο ξετσίπωτα ένα πιτσιρίκο ώστε είχε προκαλέσει την αγανάκτηση όλων. Έτσι κανείς μας δεν επενέβη, όταν, ένα βράδυ, πέσανε πάνω του πέντε - έξι σαλταδόροι και τον κάνανε μαύρο στο ξύλο.
    Συμφώνησε μαζί μου.
    “Βλέπω ότι, ενώ εγώ σου δίδαξα ψυχολογία, στην πράξη με ξεπέρασες. Με έπιασες αδιάβαστο”.
    “Φαίνεται, του λέω, ότι θα σας έλειπε το φύλλο ή θα είσαστε στην Αίγινα”.
    Μ’ αυτό το αστείο, ο καθηγητής μου, ειρωνευότανε, πολλές φορές κάποιο αδιάβαστο μαθητή.
    “Πού τα θυμήθηκες αυτά;”, μού είπε κι έβαλε τα γέλια.
    Παρακάλεσα τους μικρούς να του μιλάνε με σεβασμό και να μην τον φωνάζουνε, “ρε μπάρμπα”. Το τηρήσανε απολύτως. Μόνο που τον φωνάζανε “κυρ Γιάννη” και φυσικά στον ενικό, μα αυτό δεν τον πείραζε.

…Ήρθε κοντά μας ο σαλταδόρος, ο Μπατίρης.
“Κυρ Γιάννη, να σου πω ένα τραγούδι, να το μάθεις στα παιδιά του σχολείου σου, αλλά μετά θα μου πεις και συ ένα. Ξηγηθήκαμε;”
“Εντάξει, λέγε”.
Ο Μπατίρης έβαλε την παλάμη του δεξιού του χεριού πλάι από το στόμα του κι άρχισε.
“Αλλού να πας φιγουρατζή
να κάνεις τη φιγούρα
γιατί κι εγώ φουμάρησα
κι έχω τρελλή μαστούρα.
Ρίχνω τα ζάρια και φέρνω ντόρτια
μπρος στης γκόμενας την πόρτα.
Ρίχνω τα ζάρια και φέρνω εξάρες
και μου τα τρώνε οι αλανιάρες”.
“Λέγε τώρα, η σειρά σου”. Ο καθηγητής σοβαρεύτηκε και με σπασμένη φωνή και με λίγο τρακ, είπε ένα τραγούδι που τραγουδούσανε οι στρατιώτες στους Βαλκανικούς πολέμους.
“Στρατιώτες περνάνε στο δρόμο
γοργό τραγουδώντας σκοπό.
Ντουφέκι κρατάνε στον ώμο
και ξίφος βαρύ στο πλευρό.
Κοπέλα στην πόρτα πετιέται
και λέει το τραγούδι σιγά.
Μ’ ασίκη φαντάρο αγαπιέται
και να ο λεβέντης περνά.
Ο γέρος τους βλέπει και κλαίει
Θαρρεί πως κι αυτός στη γραμμή.
Τ’ ανήλικο αγόρι γυρεύει
στρατιώτης κι αυτό να γενεί”.
Του εξήγησα ότι αυτό το τραγούδι, που είχε γράψει ο Ρώτας πριν 30 χρόνια, τραγουδιότανε και τώρα σαν αντάρτικο τραγούδι. Μόνο που η λέξη “στρατιώτης” είχε αντικατασταθεί με τη λέξη “αντάρτης”.
Ο Μπατίρης έφυγε απογοητευμένος.
“Ώχου μωρ’ αδελφέ μου, εσείς το γυρίσατε στο πατριωτικό” …"[/i]

Η σχετική περιγραφή δεν παρατίθεται ολόκληρη, και ούτε και τώρα θα τη βάλω ολόκληρη, συμπληρώνω απ’ αυτή μόνο το εξής:

Γράφει λοιπόν ο συγγραφέας για τους μικρούς σαλταδόρους συγκρατούμενούς του, τα παιδιά:

“Ελάχιστα ευτυχώς, ήταν αυτά που είχαν δοκιμάσει ναρκωτικά. Τα διέκρινες αμέσως από το αποχαυνωμένο ύφος και από μια κιτρινίλα στα μάτια τους”.

Όσο ασήμαντο κι αν φαίνεται: δεν ξέρω για το αποχαυνωμένο ύφος (μπορεί κι αυτό να ήταν μορφή προσωπικής άμυνας, άλλωστε), αλλά η κιτρινίλα στα μάτια μάλλον δεν προερχόταν από ναρκωτικά. Πιθανότερο, νομίζω, να προερχόταν από κάποιο είδος αβιταμίνωσης λόγω της ασιτίας…

1 «Μου αρέσει»

σαφώς έγινες πιο σαφής, οπότε κρατώ από το μήνυμά μου το παρακάτω:

(διάβασα την εξήγησή σου για το πρώτο και το τρίτο, αλλά δεν με καλύπτει)

επίσης, ποτέ δεν εξιδανίκευσα το χασίς. αφού ξέρεις πως ούτε τσιγάρο δεν βάζω στο στόμα μου!
και τέλος, το να επικαλείσαι τον χρόνη μίσσιο σαν υπόδειγμα, είναι προκλητικό τη στιγμή που είναι γνωστή η πορεία του. με την έννοια ότι, η ανθρώπινη στάση του στο περιστατικό που αναφέρεις είναι αντίστοιχη της συνέπειάς του κατά την εικοσάχρονη φυλάκισή του (21 χρόνια για την ακρίβεια) αλλά και της κατοπινής σύγκρουσής του με το κκε. είναι πολύ πρόσφατος ο θάνατός του και τα βιβλία του ζωντανά για να τον οικειοποιηθεί το κόμμα.
αλλά ξεφύγαμε πάλι σε θέματα που και άσχετα είναι και τελειωμό δεν έχουν…

Δε σου είπα ότι εξιδανίκευσες το χασίς. Απλά έχω ακούσει ανθρώπους να μου λένε ότι το χασίς σε κάνει “καλό άνθρωπο” και έχω σχηματίσει την εντύπωση ότι τέτοιες αυταπάτες έχουν σχετικά ευρεία διάδοση…
Και στην παρούσα συζήτηση αντίστοιχη μορφή εξιδανίκευσης εκφράζει η βεβαιότητα ότι κάποιοι απλώς καθόντουσαν στην ησυχία τους (γιατί τι άλλο μπορεί να κάνουν κάποιοι χασικλήδες εκτός από το να κάθονται στην ησυχία τους;) και μπήκαν μέσα οι άλλοι και τους σκότωσαν “για να μάθουν”.
Ούτε υποψία για διαφορετικούς ρόλους στις συγκεκριμένες συνθήκες.
Κι όταν φέρνω αυτή την εκδοχή, παίρνω απάντηση ουσιαστικά: “τα ξέρουμε αυτά, αλλά δεν μας βολεύουν”.
Πραγματικά αυτήν την απάντηση δεν την κατατάσσω στην εξιδανίκευση.
Άλλο: Αν η αναφορά στο Μίσσιο σε προκαλεί, λυπάμαι, δεν μπορώ να βοηθήσω.
Αλλά δε θεωρώ και σωστή τη στάση σου στη συζήτηση, την αναφορά μου σε μια ιστορική πηγή που εν προκειμένω ούτε αυτή σε βολεύει, να την παρακάμπτεις με τα περί “κομματικής οικειοποίησης”.
Δεν πρόκειται να δόσω εξηγήσεις για το αν “οικειοποιούμαι” ή δεν “οικειοποιούμαι κομματικά”.
Απλά και μόνο, θεωρώ ότι η συγκεκριμένη αναφορά απηχεί γενικά χαρακτηριστικά και δεν αφορά μόνο τον Μίσσιο σαν άτομο.
Δε σκοπεύω να δόσω τροφή σε άλλες υπεκφυγές.

δεν μιλάω με υπεκφυγές, και σου είπα που συμφωνώ με τα λεγόμενά σου και πού διαφωνώ. εν πάσει περιπτώσει, νομίζω πως δεν ωφελεί να απαντάμε προσωπικά ο ένας στον άλλον, μια που κατά περίπτωση αναφερόμαστε και οι δύο σε απόψεις πέραν των άμεσων συνομιλητών μας. δεν έχω τίποτα μαζί σου (όπως έγραψα και αρκετά πιο πρίν σε σχέση με λουκά και τζίτζη), και στο συγκεκριμένο ζήτημα νομίζω πως εκθέσαμε επαρκώς τις απόψεις μας.

Εδώ ο Τσιτσάνης παίζει μόνος του ένα απόσπασμα από “της κοινωνίας η διαφορά”. Το ενδιαφέρον είναι η δήλωσή του μετά, (1:03) που νομίζω είναι σχετική με το θέμα.

Οι ερωτήσεις που έθεσε ο dimak έδειξαν τον δρόμο που πρέπει κατά την γνώμη μου να ακολουθήσουμε.
Η τοποθέτηση του Άγη δείχνει μια πλευρά που συνήθως δεν αγγίζεται καθόλου ή υποτιμάται κάτω από μια “ρομαντική” αν θέλετε η για μένα εσκεμμένη αντίληψη περί περιθωρίου. Αλλά πριν προχωρήσω σε αυτό θα ήθελα κατά την γνώμη μου να ξεκαθαρίσουμε κάποια πράγματα.

  1. Το ρεμπέτικο είναι εργατικό τραγούδι από την στιγμή που και το περιθώριο είναι κομμάτι της εργατικής τάξης.
  2. Το ρεμπέτικο δεν έχει σαφή πολιτικό προσδιορισμό αλλά εμπεριέχει μέσα του και το συντηρητικό και το προοδευτικό στοιχείο. Το ποιο θα αναδειχτεί είναι θέμα των γενικότερων κοινωνικών καταστάσεων.
    Κανείς δεν είπε ότι το ρεμπέτικο είναι στρατευμένο. Δημιουργοί όμως του ρεμπέτικου μπορεί να είναι, κάτω από τις συνθήκες που τους επηρέασαν. Και με την μια και με την άλλη πλευρά. Και να δημιουργήσουν αντίστοιχα τραγούδια.
    Αυτό σημαίνει ότι όλο το ρεμπέτικο είναι στρατευμένο? ΟΧΙ
    Υπάρχει σύνδεση περιθωρίου και παρακράτους? Για μένα ξεκάθαρα ΝΑΙ.
    Την εποχή που εξετάζουμε κατοχή - εμφύλιος, το παρακράτος έδρασε με συγκεκριμένο τρόπο?
    Για μένα συνεργάστηκε με τους γερμανούς επανδρώνοντας τα τάγματα ασφαλείας και άλλες συνεργαζόμενες μαζί τους ομάδες.
    Όλο το περιθώριο συνεργάστηκε με το παρακράτος΄? Όχι βέβαια.
    Έχουμε στοιχεία ότι κατά την περίοδο της κατοχής αυξήθηκε η χρήση χασίς και οι τεκέδες με τις ευλογίες των γερμανών?
    Ξεκάθαρα ναι.
    Το να καταστρέφει η ΕΠΟΝ ή ο ΕΛΑΣ τους τεκέδες στρέφεται ενάντια στους χασικλήδες σαν ιδιότητα ή στα μπουζούκια που κρέμονται στους τοίχους? ΟΧΙ!
    Στρέφεται ενάντια στο παρακράτος που με την ανοχή των γερμανών εξουσιάζει και εκμεταλλεύεται τους τεκέδες. Είναι ξεκάθαρα πολιτική επιλογή.
    Κάτω από αυτό το πλαίσιο για μένα η στάση της αριστεράς είναι εύλογο να είναι επιφυλακτική απέναντι στο περιθώριο, όχι απέναντι στο ρεμπέτικο ως τραγούδι.
    Θυμίζω κάτι που “βολικά” προσπερνάνε όλοι όσοι θέλουν να “αφορήσουν” την αριστερά σε σχέση με το ρεμπέτικο. Οι απόψεις που παρουσιάζονται και ξεκίνησαν το θέμα, είναι απόψεις μέσα στην αριστερά. Άλλες πιο ήπιες άλλες πιο έντονες. Άλλες υπέρ και άλλες κατά. Γίνεται μια συζήτηση. Επίσημη άποψη της αριστεράς για το ρεμπέτικο δεν υπάρχει με την έννοια που θέλουν να την παρουσιάσουν αφοριστικά.
    Και εδώ θυμίζω αυτό που είπε η Ελένη στο μήνυμα #57 της προηγούμενης κουβέντας:
    "Είναι παραλογισμός να μιλάμε για πολεμική της αριστεράς απέναντι στο ρεμπέτικο.
    Η αριστερή ιδεολογία αντιπαρατίθεται με την αστική ιδεολογία, δεν είχε κανένα λόγο να αντιπαραταχθεί με το ρεμπέτικο…"

    Ο Αλέκος Ξένος, Νίκο, τα ίδια έλεγε και το '50 και το '60 και το '70 και το '80 και το '90. Είναι λαθροχειρία να τον παρουσιάζεις ως την επίσημη άποψη.
1 «Μου αρέσει»

Καλησπέρα παιδιά. Πολλά ήθελα να γράψω αλλά με κάλυψαν αρκετές τοποθετήσεις, χώρια που τώρα δεν είμαι σε θέση να διαβάσω πολύ καλά όλα τα ποστ για να τοποθετηθώ.

Θα πω απλά για την ιστορία, το 'πα και πριν άλλωστε ότι οι ρεμπέτες ήταν μες τις αντιφάσεις. Ο Τσιτσάνης ας πούμε το 43 είχε παίξει σε εκδήλωση του ΕΑΜ στα Τρίκαλα κι έχει γράψει και τραγούδι για την περίσταση. Ή ας πούμε το για ποιόν λόγο έγραψε την συννεφιασμένη κυριακή είναι ακόμα θέμα μεγάλης συζήτησης (αν κι ο ίδιος είχε πει ότι το έγραψε για μια μέρα που δε να σκοτώνουν ένα παλικάρι). Όπως και να χει τοποθετείται και στον εμφύλιο με πλάγιο τρόπο με τραγούδια όπως το κάνε λιγάκι υπομονή, το κάποια μάνα αναστενάζει, το για μια κόρη ξελογιάστρα και άλλα. Το ίδιο κι ο Μπάμπης Μπακάλης που από την μια γράφει το “Συρματοπλέγματα βαριά”, τη “φυλακισμένη” κι από την άλλη τον “ανταρτόπληκτο”. Αυτουνού η στάση κι αν είναι αμφιλεγόμενη. Είναι ανθρώποι χαμελέοντες (κυρίως ο Τσιτσάνης) αλλά ακόμα κι το τραγούδι της κοινωνίας η διαφορά που ποτέ δεν ηχογραφήθηκε (ακόμα και επι…δημοκρατίας…γιατί άραγε;) δείχνει μια ανησυχία που μπορώ να πω στρέφεται προς τα κάπου. Ε, όπως και να το κάνουμε υπήρχε η “αριστερά” τότε που αυτά τα πράματα που λέει το τραγούδι έλεγε και προσπαθούσε να εξηγήσει. Κάτι η παρέα με την Μπέλου, κάτι οι εκδηλώσεις για το ΕΑΜ, κάτι το συνολικότερο κλίμα ανεπηρέαστος δεν έμεινε. Οργανωμένος μπορεί να μην ήταν, τραγούδησε όμως τον λαό.

Και το απολίτικο. Αρκετά έντονα μερικές φορές.

Διότι όσοι είναι οι δημιουργοί του ρεμπέτικου, τόσες (τουλάχιστον) είναι και οι τοποθετήσεις. Χώρια φυσικά όλες οι περιπτώσεις όσων δεν είχαν τη βελόνα τους κολλημένη απ’ αρχής μέχρι τέλους σ’ ένα συγκεκριμένο σημείο της πυξίδας.

Pepe, προσωπικά δεν πιστεύω ότι υπάρχει “απολίτικη” στάση. Για μένα ακόμα και αν κάποιος πιστεύει ότι έχει “απολίτικη” στάση στην ουσία εξηπηρετεί την κρατούσα κατάσταση.

Μιλάμε για περιθώριο αλλά να διευκρινιστεί ότι το περιθώριο είναι μια ευρύτατη έννοια χωρίς ευδιάκριτα όρια, που περιλαμβάνει από εγκληματίες, μέχρι και ανειδίκευτους, εξαθλιωμένους που ενδεχομένως να εμπλέκονταν με κάποιο τρόπο σε κάποια παράνομη δραστηριότητα. Τα παραπάνω τα εξηγεί πολύ καλά και ο Gaunlet.
Από την άλλη για να πούμε και να συνδέσουμε το ρεμπέτικο με την εργατική τάξη πρέπει πρώτα να συζητήσουμε τι είναι εργατική τάξη (πράγμα άσχετο με το forum άλλα εντέλει σχετικό…) και να δούμε τι θα κάνουμε με τους καλλιτέχνες όπως ο Μπέζος, ο Τούντας, ο Σέμσης κλπ… θα τους βάλουμε και αυτούς σε αυτό που θεωρούμε εργατική τάξη;

υγ. Το απολίτικο απλά δεν σχετίζεται με την πολιτική. Δεν έχει σχέδιο για να κερδίσει κάτι. Οπότε ναι υπάρχει το απολίτικο στοιχείο στο ρεμπέτικο (θα έλεγα κυρίως απολίτικο, σύμφωνα με την έννοια που αναφέρθηκε παραπάνω, αυτή ότι δεν πράττει για να κερδίσει κάτι ή να διατηρήσει κάτι).

Ειναι μαλλον αστειο να συνδεουμε την εργατικη ταξη,η και την αστικη ακομη,η και οποιαδηποτε ταξη με το ρεμπετικο.Γενικοτερα,ηταν (και θα ειναι για τους ελευθερους)αταξικο και απολιτικ,δημιουργημα της αναγκης να εκφραστουν συναισθηματα και βιωματα μιας σκληρης και τραγικης πολλες φορες καθημερινοτητας.Η χρηση χασις,’‘μαλακωνε’'θα λεγαμε τα χτυπηματα της μοιρας,επετρεπε μια εσωτερικη ‘‘αγαλλιαση’’,σαν να λεμε πως ξαλαφρωναν τα στηθια απ’τα βασανα.Ο ρεμπετης γνωριζε τη σκληραδα της κοινωνιας βιωματικα και την απαξιωνε κατα συνειδηση καθως ουτε μπορουσε,ουτε ηθελε να της μοιασει.Ακομα και αρχοντορεμπετες σπουδαγμενοι,Σμυρνιοι πχ και αλλοι,τον πονο της καρδιας τραγουδησαν,η,τη γλυκια '‘αποδραση’'της χρησης χασις και τις τιμωριες και συνεπειες του.Η πολιτικη ως σταση ζωης,δεν τους ενδιεφερε και μη χρωματιζουμε το ρεμπετικο,διωχθηκε διοτι ηταν συνειδητη αρνηση μιας σαπιας κοινωνιας(και θα ειναι),και διωχθηκε απ’ολους χωρις εξαιρεση.Μεμονωμενα ατομα απο διαφορες πολιτικες ιδεολογιες κ θεσεις το αγαπησαν και το στηριξαν αλλα ηταν εξαιρεσεις.Αυτα σαν δικη μου αποψη.

Μου φαίνετε λίγο δύσκολο να μπορούσαν οι αντάρτες να κάνουν μουσική εκδήλωση το 1943!!
επίσης είναι λίγο άδικο να κρίνουμε ανθρώπους και καταστάσεις 70 χρόνια μετά από την άνεση του καναπέ μας.
Σήμερα το κράτος έχει παραδώσει την οικονομία μας στην Γερμανική ΕΕ και κυριολεχτικά έχουν ξεπουληθεί τα πάντα
Ας κάνουμε εμείς την αυτοκριτική μας ας κοιταχτούμε στον καθρέπτη και να σκεφτούμε τι θα λένε για μας οι επόμενες γενιές σε 70 χρόνια …

“Μου φαίνετε λίγο δύσκολο να μπορούσαν οι αντάρτες να κάνουν μουσική εκδήλωση το 1943!!”
Γι αυτό το θέμα έχουμε μαρτυρίες ότι ο Τσιτσάνης όντως έλαβε μέρος σε τέτοια εκδήλωση.

  1. “Ο στενός φίλος και συνεργάτης του συνθέτη, Αντρέας Σαμαράς, διηγείται: «Πολλές φορές διάφοροι φίλοι του Βασίλη του κάνανε πρόταση να γίνει μέλος του ΕΑΜ. Ηταν όμως διστακτικός, δεν το αποφάσιζε. Κάποια φορά, άνοιξη του '44, ήρθε απεσταλμένος από την επιτροπή του ΕΑΜ Επανωμής και τον κάλεσε να τους επισκεφθεί για να μιλήσουνε. Ο Βασίλης αφού το σκέφθηκε πολύ του λέει: “Να τους πεις πως θά 'ρθω σε λίγες μέρες”. Πράγματι σε κάνα δυο μέρες πήγαμε. Εγώ, ο Βασίλης και η Ζωή. Μας υποδέχτηκαν τα μέλη της επιτροπής του ΕΑΜ. Είχανε πανηγύρι, γιορτές, θέατρο, Καραγκιόζη, σε ένα πάλκο στην πλατεία έπαιζαν τα κλαρίνα και χόρευαν. Εκεί ζούσαν ελεύθεροι. Ολοι ήταν αρματωμένοι. Μας συμπεριφέρθηκαν με μεγάλο σεβασμό. Πολλοί ήξεραν τον Βασίλη και τον παρακάλεσαν να τους παίξει τραγούδια του. Εκεί έγραψε και τα δυο τραγούδια για το ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ. Τα έπαιζε συνέχεια και τα μάθανε και οι κλαρινιτζήδες και τα παίζανε μαζί. Ολοι ήταν ξετρελαμένοι με τον Τσιτσάνη. Εγώ ύστερα από τρεις τέσσερις μέρες έφυγα, γιατί έπρεπε να κοιτάξω και το μαγαζί, για. Ο Βασίλης και η Ζωή ήρθαν ύστερα από μερικές μέρες. Αποφασίστηκε να μείνει έξω από το ΕΑΜ και να το βοηθάει όποτε υπήρχε ανάγκη. Ετσι κι έγινε. Πολλοί βρήκαν καταφύγιο στο “Ουζερί” για μια δυο μέρες».
    Παραθέτουμε τον ύμνο του ΕΑΜ, που έγραψε ο Τσιτσάνης:
    «Ζήτω το ΕΑΜ, ο ΕΛΑΣ.
    Χρόνια τώρα πάνω στα βουνά
    της Ελλάδος τα γερά τα παιδιά
    το ντουφέκι πάντα συντροφιά
    πολεμούν για την ελευθεριά.
    Ζήτω το ΕΑΜ, ο ΕΛΑΣ
    της ΕΠΟΝ ο κάθε ήρωας.
    Δόξα και τιμή στους τρεις εσάς».” Πηγή:http://www.rizospastis.gr/story.do?id=2137906

  2. "Το Σεπτέμβρη του 1943, μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας, οι άντρες της ιταλικής μεραρχίας Πινερόλο παραδόθηκαν στους αντάρτες μαζί με τον οπλισμό τους. Αρκετοί μάλιστα προσχώρησαν στο Αντάρτικο και πολεμήσανε μαζί με τους Έλληνες εναντίον των Γερμανών. Για να γιορτάσουν το γεγονός οι αντάρτες της περιοχής Τρικκάλων πήγανε στην Πύλη (Πόρτα) Τρικάλων, όπου μαζεύτηκε και πολύς κόσμος για να τους υποδεχτεί. Επικεφαλής των ανταρτών εκείνων ήταν ο καπετάν Κόζιακας, το τμήμα του οποίου ήτανε ντυμένο με φουστανέλες, γιʼ αυτό το ονομάζανε Ευζωνικό.

Ο Βασίλης Τσιτσάνης, μαζί με την κομπανία του, έφυγε απʼ τη Θεσσαλονίκη όπου εργαζόταν κι έφτασε στην Πύλη για την υποδοχή των ανταρτών. Ο Τσιτσάνης και οι μουσικοί του παίξανε και τραγουδήσανε και χορέψαν οι αντάρτες μαζί με τον κόσμο. Εκτός από τον Τσιτσάνη τραγουδούσε και ο Δημήτρης Ασβεστάς, μέλος της κομπανίας. Εκτός από τα ρεμπέτικα, τα συρτά, τα καλαματιανά και τα τσάμικα που παίξανε εκείνη την ημέρα, ο Τρικαλινός συνθέτης συνέθεσε κι ένα τραγούδι ειδικά για την περίσταση. Το τραγούδι αυτό, που διασώθηκε στη μνήμη του αντάρτη Σπύρου Οικονόμου, έχει φανερά τα ίχνη του αυτοσχεδιασμού, αλλά και κάποιες έννοιες που χαρακτηρίζουν το έργο του Τσιτσάνη. Για παράδειγμα, η λέξη ελευθερία ή λευτεριά, που τη χρησιμοποίησε ο συνθέτης σε μισή ντουζίνα τραγούδια του. Ιδού λοιπόν οι στίχοι του άγνωστου μέχρι τώρα αντιστασιακού τραγουδιού, που συνέθεσε ο Τσιτσάνης εκείνη την ημέρα:

Καλώς τα τα ανταρτόπουλα απʼ τα νερά τα κρύα
που πολεμάνε στα βουνά για την ελευθερία.

Κατέβηκε κι ο Κόζιακας απάνω απʼ το βουνό
παρέλαση να κάνει με το Ευζωνικό.
Εδιάλεξε παιδάκια με μάτια γαλανά

ξέρουν να πολεμάνε για την ελευθεριά."

Πηγή: http://rembetikoidialogoigmail.blogspot.gr/2011/09/blog-post_29.html

Μάλλον θα πρόκειται για το χρονικό διάστημα μεταξύ αποχώρησης των Ιταλών από Τρίκαλα και μέχρι να καταφθάσουν οι Γερμανοί (Σεπτέμβρης 1943), βλ.εδώ.
Κατά τ’ άλλα σ’ όλη τη χώρα, ακόμα και σε συνοικίες της Αθήνας και του Πειραιά, ήταν μεγάλη η έκταση της περιοχής όπου, λόγω της δράσης του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, τα κατοχικά στρατεύματα δεν ήταν ασφαλή, δεν μπορούσαν να εγκατασταθούν μόνιμα και πλησίαζαν μόνο όταν έκαναν δολοφονικές επιδρομές. Εννοώ ότι μουσικές εκδηλώσεις οργανωμένες από την αντίσταση το 1943 δεν είναι κάτι το αδιανόητο.

Επίσης θα ήθελα εδώ να παραθέσω και ένα σχόλιο από αυτή τη συζήτηση που πιστεύω είναι μια αξιόλογη προσέγγιση.

Σχόλιο #170:
"Μπετατζής said

5 Σεπτεμβρίου, 2016 στις 12:52 Μία κατά τη γνώμη μου έλλειψη του άρθρου είναι ότι δεν αναφέρει καθόλου ότι σχετική διαπάλη, αντίθετες γνώμες και αντιθέσεις υπήρχαν και μέσα στους ίδιους τους ρεμπέτες, όπως δείχνει το παράδειγμα του Δημήτρη Γκόγκου – Μπαγιαντέρα, αντάρτη του ΕΛΑΣ μεταξύ άλλων, που δεν έχανε ευκαιρία να ασκησει κριτική στα χασικλίδικα. Για να μην παραξηγηθώ, πιστεύω ότι το Σπαθόλουρο είναι ένας σε βάθος και ειλικρινής ερευνητής, ίσως τον ενδιέφερε μόνη η γνώμη της επίσημης αριστεράς και όχι η η γνώμη κάποιων όπως ο Μπαγιαντέρας. Σε ό,τι αφορά τον χορό των σχολιαστών περί συντηρητικών κκεδων κλπ., απλά να πω ότι είναι τελείως διαφορετική η πρόσληψη περί ρεμπέτικου σήμερα, όπου το ρεμπέτικο, αφού έγινε ακίνδυνη και εν πολλοίς μοδάτη μουσική και αφού εξαλείφθηκαν εντελώς οι ρεμπέτες, απέκτησε την καθολική κοινωνική αποδοχή, και τελείως διαφορετική είναι η τότε εποχή (ειδικά η δεκαετία του ΄40) όπου έμπαιναν εντελώς διαφορετικά θέματα και προτεραιότητες. Αν θέλουν οι σχολιαστές περί συντηρητικού κκε κλπ να εξασκήσουν τα προοδευτικά κοινωνικά τους αντανακλαστικά, ας αναζητήσουν αν έχουν την τόλμη το υπαρκτό σημερινό περιθώριο και την υπαρκτή κουλτούρα του και ας εκφράσουν την κοινωνική τους αποδοχή στο σημερινό περιθώριο και όχι στο ακίνδυνο πλέον και μακρινό περιθώριο του παρελθόντος το οποίο επί της ουσίας έχει γίνει μουσειακό είδος (με την έννοια ότι δεν γράφονται πια ρεμπέτικα/χασικλίδικα ούτε υπάρχουν ρεμπέτες)."