Για να τα λέμε όλα όμως, ο Τούντας δεν κράτησε την εισαγωγή του Αραμπά, έφτιαξε δική του.
Και ρεφραίν έβαλε, 50% δικιά του σύνθεση. Τα του καίσαρος τω καίσαρι, εδώ δικαιούταν να βάλει το όνομα του.
Μόνο που ο μπουζουξής της Γλυκερίας δεν ήξερε να μετρήσει καρσιλαμα και έπαιξε λάθος την εισαγωγή (πέρα από την γενικότερη κακοποίηση).
Όχι, “Διασκευή” θα υποχρεωνόταν να βάλει.
Με τα δεδομένα της εποχής, που διάλεγαν για τους εαυτούς τους ο,τι γουσταραν, πάλι καλά να λέμε ![]()
(Μιλάω για επώνυμους με θέσεις σε εταιρίες, όχι λαϊκούς μουσικούς).
Παιδιά, με στείλατε “down the rabbithole” όπως λένε οι Άγγλοι, ψάχνοντας για την τούρκικη εκδοχή του τραγουδιού. Βρήκα μία αναφορά σε διήγημα του Τούρκου λογοτέχνη HÜSEYİN RAHMİ GÜRPINAR, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό της Κωνσταντινούπολης το 1898. Εδώ είναι το απόσπασμα σε ελληνική μετάφραση ΑΙ:
Μετά το Guruptan επιστρέψαμε στο σπίτι.
Προς τα μεσάνυχτα ακούσαμε από ψηλά, διαπεραστικό και χαμηλό, σαν να έκλαιγε, ένα κλαψουριστό βογγητό ζούρνας να σκίζει τα ομιχλώδη, μελαγχολικά ημιφωτεινά του δειλινού και να φτάνει ως εμάς.
Πρώτα έγινε ένα ταξίμι σε Χιτζάζ.
Έπειτα άρχισαν το τραγούδι «Entarisi ala benziyor, şeftalisi bala benziyor» μεταφρασμένα: «Το ένταρι (μακριά ρόμπα) της μοιάζει πορφυρό, το ροδάκινό της μοιάζει με μέλι».
Ναι, το ένταρι της όντως έμοιαζε πορφυρό, αλλά η αφήγηση για το ροδάκινό της απαιτούσε επιβεβαίωση από τον γαμπρό.
Κρίνοντας από το διήγημα του Gürpinar, το τραγούδι ήταν γνωστό σε ένα αστικό περιβάλλον τουλάχιστο από τα τέλη του 19ου αιώνα.
Στο ΕΜΠΡΟΣ το 1903 παρατίθενται οι στίχοι:
Αραμπάς περνάει
αραμπατζής τρελός
στην μπάντα κοριτσάκια μου
να μη σας πάρη εμπρός
…………………………….
Στα 1914 σε άλλη εφημερίδα:
Αραμπάς περνάει
σκόνη γίνεται
σήκωσ’ το παντελόνι σου
γιατί σκονίζεται
Τό ΄χω ακούσει να τραγουδιέται, με “τρεχάτε κοριτσάκια” αντί “στην μπάντα κοριτσάκια μου”.
και το δεύτερο με
“σήκωσ’ το φουστανάκι σου
να μη σκονίζεται”.
Ούτε τα δύο ελληνικά τραγούδια συμπίπτουν μεταξύ τους σε όλη τους τη μελωδία, ούτε το ένα ή το άλλο με το τούρκικο. Μόνο στο βασικό κουπλέ συμπίπτουν και τα τρία. Ρεφρέν, γυρίσματα, γέφυρες, εισαγωγές, ποικίλλουν.
Ο Τούντας σίγουρα είχε υπόψη του το τούρκικο, αυτό φαίνεται κι από τα μελωδικά σημεία που έχει κρατήσει. Αλλά και το ελληνικό αποκλείεται να μην το ‘ξερε, ήταν κλασικό αδέσποτο της Σμύρνης.
Άρα ο Τούντας έρχεται τρίτος χρονολογικά-γενεαλογικά. Πρώτος και δεύτερος ποιοι ήταν;
Θεωρώ πιθανότερο να προηγήθηκε το τούρκικο, και σ’ αυτό να πάτησε ο Αραμπάς. Η λαβή γι’ αυτή την υπόθεση είναι η ίδια όπως και σε άλλα ελληνοτούρκικα, Ντόκτορ, Ντούρνα (Κάστρο της Αστροπαλιάς) κ.ά.: το ποιητικό μέτρο.
Ενώ τα καθαυτού ελληνικά παραδοσιακά τραγούδια έχουν στίχους ομοιόμορφους μέσα σε κάθε στροφή (1ος-2ος ίδιες συλλαβές, ίδιοι τονισμοί, ομοιοκαταληξία Α-Β) και η ποικιλία των μετρικών σχημάτων είναι περιορισμένη (ιαμβικά και τροχαϊκά 15σύλλαβα και 8σύλλαβα και σχεδόν μόνο αυτά, σπανίως μερικά άλλα σχήματα), εδώ έχουμε τον κάθε στίχο διαφορετικό, τις στροφές ανομοιόμορφες, και απλώς όλο μαζί ταιριάζει να τραγουδηθεί σε μια μελωδία που λογικά προϋπήρχε. Προϋπήρχε και τι έκανε; προφανώς τραγουδούσε σε άλλη γλώσσα, της οποίας η λαϊκή ποίηση μπορεί να ακολουθεί άλλους κανόνες.
Άλλο το «αραμπάς περνά, σκόνη γίνεται», άλλο το «αραμπάς περνά, αραμπατζής τρελός» (ή κουφός), άλλο το «στην μπάντα κοριτσάκια να μη σας πάρει ομπρός», άλλο το «σήκωσ’ το φουστανάκι σου να μη σκονίζεται».
Τέλος, ο στίχος του Τσιτσάνη «αραμπάς περνά», που εμβληματικά επαναλαμβάνεται ως πρώτος και στις τρεις στροφές του δικού του τραγουδιού, αποκλείεται να αποτελεί σύμπτωση. Το σμυρναίικο ήταν πασίγνωστο, θα το ήξερε σίγουρα.
Ο Τσιτσάνης εμπνεύστηκε από δύο λέξεις - μισό στίχο του σμυρναίικου τραγουδιού, κι έβγαλε ένα πρωτότυπο δικό του. Ο Τούντας είχε δανειστεί αναλογικά μεγαλύτερα τμήματα μελωδίας, αλλά και πάλι θεωρώ πως αυτό που έβγαλε ήταν δικό του. Με ίδιο ένα σημαντικό ποσοστό της πρώτης ύλης, αλλά διαφορετική διαχείριση, βγάζει αισθητά διαφορετικό τελικό αποτέλεσμα.
(Βέβαια είναι ζήτημα χρόνου να μας δείξει κάποιος, η Εύα π.χ., ότι στην παλιά Σμύρνη το τραγούδι υπήρχε και σε κάποια τρίτη γλώσσα, οπότε το πράγμα θα περιπλακεί…)
@pepe, το έκανα ήδη…ή μάλλον παρέθεσα το τούρκικο Wikipage, όπου υπάρχουν αναφορές σ’ενα αρμένικο και ένα αλβανικό τραγούδι! ![]()
Πάντως, το τραγούδι πρέπει να ήταν ευρύτερα γνωστό. Εδώ είναι μία ενδιαφέρουσα ιστορία για το τραγούδι, παρμένο από τούρκικη ιστοσελίδα και μεταφρασμένο στα ελληνικά.
Το 1913, όταν το θωρηκτό που είχε παραγγελθεί στη Βρετανία ολοκληρώθηκε (το REŞADİYE ZIRHLISI), τριακόσιοι Οθωμανοί ναύτες πήγαν να το πάρουν. Ακριβώς τη στιγμή της παράδοσης, οι Άγγλοι άρχισαν να παίζουν και να τραγουδούν τον εθνικό τους ύμνο. Όλοι στάθηκαν προσοχή· μετά οι Άγγλοι είπαν ότι θα πρέπει και εμείς να τραγουδήσουμε έναν ύμνο. Όμως εκείνη την εποχή δεν είχαμε εθνικό ύμνο. Τότε ένας από τους Τούρκους, ο τσαρκτσίμπασι (αρχηγός των μηχανικών του πλοίου), συνειδητοποίησε τη σημασία της κατάστασης και για να τη σώσει ρώτησε τους συντρόφους του· «Γνωρίζετε το Entarisi Ala benziyor;» — «Ναι, το ξέρουμε», είπαν. «Εντάξει», είπε ο τσαρκτσίμπασι και έδωσε το σύνθημα. Άρχισαν όλοι μαζί να το τραγουδούν.
Οι Άγγλοι, επίσημοι σε στάση προσοχής, άκουσαν τον στόλο μας. Μάλιστα σε ένα σημείο του κομματιού έκαναν και μια αλλαγή, και το μέρος «şeftalisi bala benziyor» το έκαναν «Sultan Reşat bal’a benziyor», και τραγούδησαν το τραγούδι σαν εθνικό ύμνο.
Το δημοτικό τραγούδι με τίτλο Entarisi Ala Benziyor συνέλεξε και κατέγραψε ο Muzaffer Sarısözen, έχει αριθμό 621 και είναι καταγεγραμμένο στο ρεπερτόριο της TRT.
Όχι που θα τ’ άφηνες!
Δεν είχα ανοίξει τα λινκ. Τώρα που τα άνοιξα, μαθαίνω και για το Μαρουλιώ:
Και για το Μη με δέρνεις μάνα, αλλά αυτό δε θα βρίσκεται εύκολα γιατί είναι γνωστό σε πάρα πολλές εκτελέσεις, σε διάφορους σκοπούς ανά την Ελλάδα.
Παρατηρώ ότι το άρθρο της Βίκης χαρακτηρίζει το τούρκικο κομμάτι καρσιλαμά χουσεϊνί. Χουσεϊνί; Δεν είναι χιτζάζ; Αλλά τέλος πάντων, επειδή δεν ξέρω τούρκικα το έβαλα σε αυτόματη αγγλική μετάφραση και πώς λέτε ότι αποδίδεται ο καρσιλαμάς στα αγγλικά; Welcome song! Πράγματι, σε άλλο παλιό νήμα είχαμε βρει ότι πρόκειται για χορό υποδοχής (σε γαμήλια έθιμα), αλλά δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι πρόκειται για λέξη του κοινού (όχι ειδικού, μουσικού) τουρκικού λεξιλογίου που σημαίνει ακριβώς αυτό. Γιατί προφανώς το μεταφραστήρι καταλαβαίνει τις πιο τρέχουσες σημασίες των λέξεων, όχι τις πιο εξειδικευμένες.
(Ας μην εκτραπεί η συζήτηση προς αυτό. Απλώς το σημειώνω για μελλοντική χρήση, μιας και το βρήκα τυχαία. Με άλλο νήμα σχετίζεται.)
_____________________________
Το αλβανικό και το αρμένικο δεν είναι εννιάρια, είναι τεσσάρια, οπότε δεν είναι εύκολο να πεις αν είναι ο ίδιος σκοπός σε άλλο ρυθμό ή απλώς ένας σκοπός χιτζάζ που μοιάζει στη γενική του κίνηση μ’ έναν άλλο σκοπό χιτζάζ.
Αλλά ακούγοντας το αλβανικό, θαρρώ πως θυμήθηκα έναν ελληνικό σκοπό ίδιο ή παρόμοιο (συρτό), όπου λένε το Μη με δέρνεις μάνα!! Το ξέρει κανείς;
“Αραμπάς περνάει “.
ούτε Καλαματιανός ούτε Καρσιλαμάς.
λεγεται “αγκριλαμάς” (και οχι αργιλαμάς) 2+3+2+2, παραλλαγή του καρσιλαμά (που εχει δηλαδή 2+2+2+3).
Κι αυτό, στο ίδιο «άλλο νήμα» που αναφέρω στο #30 συζητήθηκε, αν θυμάμαι καλά.
Και αγκριλαμάς μπορεί να λέγεται, και αργιλαμάς, και αγιρλαμάς και, κατά τόπους, και αλλιώς. Προέρχεται από το τουρκικό ağırlamak = περιποιούμαι, φιλοξενώ, υποδέχομαι. Για το πώς η λέξη αυτή έφτασε να υπονοεί τον χορό αγριλαμάς ή αγιρλαμάς, δες εδώ:
Υπάρχουν και εξαιρέσεις βέβαια σε δομή 2322 που δεν ανήκουν σε αντικριστούς, ουτε απτάλικα ουτε καρσιλαμάδες
«Ταπεινός» χορός, σύμφωνα με τα σχόλια του ΥΤ.
Ειλικρινά δεν το ήξερα.
Αυτό πρέπει να είναι το «άλλο νήμα» που θυμόμουν. Το ενδιαφέρον μέρος αρχίζει λίγο πιο πάνω από κει που δείχνει ο Νίκος, τραβάει κάμποσο, μετά γίνεται μια αλλαγή θέματος, και στον πάτο του νήματος έχει λινκ προς άλλο νήμα όπου συνεχίζεται η συζήτηση (μέχρι που ξεστρατίζει κι αυτό).
Ε καλά, σίγουρα δεν είναι καλαματιανός, ούτε συζήτηση. Ο @mavrakos που ξεκίνησε το νήμα απλά μπερδεύτηκε. Κάνουν όντως κάτι κόλπα με τον χρόνο που μπορείς να νομίσεις ότι σε πετάνε έξω.
Aυτά, Φώτη μου, για ποιό λόγο τα ανέβασες; Με ποιό τρόπο “κουμπώνουν” στο θέμα που συζητάμε;
Υποθέτω, επειδή δείχνουν ότι ήδη το 1899 ο Αραμπάς ήταν γνωστός στην Αθήνα.
Μα, το θέμα μας δεν ήταν αν, και από πότε, ήταν γνωστός ο αραμπάς στην Αθήνα, άλλα μας απασχόλησαν σ’ αυτό το νήμα.

