Αισχρολογία στα ρεμπέτικα τραγούδια

Άλλ’ αντ’ άλλων θυμόμουνα. Λάθος τραγουδιστής, λάθος αιώνας, λάθος περιγραφή, αλλά παρ’ όλα αυτά το βρήκα:

//youtu.be/muLz8L5I9yU

Πάντως μου κάνει εντύπωση.Πως επέτρεψαν οι δισκογραφικές να βγει τέτοιο τραγούδι και με τέτοιο όνομα εκείνη την εποχή.Όχι ότι άλλαξε και κάτι,όχι ότι με πειράζει…
Και άκουγα κι εγώ αυτά τα λόγια και δεν ήμουν σίγουρος αν άκουγα καλά.
Αν και δεν ήταν, αν δούμε τα ήθη και τα έθιμα μας, και τόσο περίεργο.Υπήρχαν πάντοτε τραγούδια σκωπτικά,αποκριάτικα κ.α. που γνωρίζουμε τις λέξεις που περιείχαν.Αισχρολογίες και όχι μόνο…:slight_smile:
Αλλά στα μεγάλα αστικά κέντρα,δεν φαντάζομαι οι πολλοί πλούσιοι να άκουγαν τέτοιους δίσκους. Μικρασιάτες, Χριστιανοί Ορθόδοξοι με γαλλικά και πιάνο…:092:

Από τους παλιούς που έτυχε να δουλέψω στα μαγαζιά, μόνο ο μπαρμπα Θόδωρος Πολυκανδριώτης έριχνε μπινελίκια ακατάπαυστα στο μικρόφωνο αλλάζοντας τα λόγια των τραγουδιών. Έτσι τα λέγαμε από παλιά μου έλεγε, αλλά προσωπικά δεν ξέρω τι να πιστέψω, γιατί οι υπόλοιποι έδιναν μια εντελώς διαφορετική και κοινή -ηθικά- εικόνα. Θυμάμαι επίσης, πως οι πελάτες που τον προέτρεπαν να βρίζει, ήταν “λεφτάδες” φίλοι του που τον ακολουθούσαν στα μαγαζιά και μάλιστα αν δεν έβριζε τους…απογοήτευε. Πολλές φορές τους έβριζε στα τραγούδια και εκείνοι γελούσαν ευχαριστημένοι.Ίσως ήταν ένα από τα χαρακτηριστικά μιας μεταγενέστερης εποχής, που κάποιοι από μας την ονομάζουν παρακμή.

Εχω ακούσει εδώ κάτω το “με ξέχασες” του Μπαγιαντέρα με παραλλαγμένους στίχους
από γνωστούς του Γκολέ.Σίγουρα θα τους ξέρει κι ο ίδιος.

Αποστόλη, μη σου κάνει καθόλου εντύπωση: οι έναντι του νόμου υπεύθυνοι των εταιριών δεν είχαν την παραμικρή ιδέα για τους καλλιτέχνες που μπαινόβγαιναν στους χώρους ηχογραφήσεων, για το λεξιλόγιο που χρησιμοποιούσαν καθώς και τις λέξεις που έδιναν για να μπούν ως ονομασία του κομματιού στον τυπωμένο δίσκο και φυσικά δεν καταλάβαιναν ελληνικά, τούρκικα, αρμένικα, εβραίικα, αρβανίτικα ή αραβικά. Αλισιβερίσι να γίνεται και χρήματα να εισρέουν στο ταμείο της δισκογραφικής, αυτά τους ενδιέφεραν. Όλα τα άλλα ήταν τριτεύοντα. Αλλά και ο εισαγγελέας ήταν Τούρκος: το τι κάνουν στο εσωτερικό τους οι εθνότητες που ανέφερα παραπάνω, δεν τον αφορούσε παρά μόνο αν κάποτε κατατεθεί κάποια μήνυση, που φυσικά κανείς δεν είχε τέτοιαν όρεξη. Άλλες εποχές. Βέβαια, δεν μπορώ κι εγώ εύκολα να φανταστώ κουβαλητή νοικοκύρη οικογενειάρχη αστικής και καθωσπρέπει οικογένειας να έρχεται σπίτι και να φωνάζει γυναίκα και παιδιά να ακούσουν τον καινούργιο δίσκο που “τους” αγόρασε, με τον Γιαγκούλη… Υπήρξαν όμως αυτά και ο βακελίτης είναι αδιάψευστος. Πουλήθηκαν κι από πάνω! Ευτυχώς, ούτε και μένα με πειράζει στο ελάχιστο.

Λίγο πιο πάνω, στο #50, ο Περικλής αναφερόμενος στην αυθεντικότητα ή μη των στίχων στο τραγούδι “Ήσουνα ξυπόλυτη” του “Α. Κωστή” και απαντώντας στη δική μου άποψη ότι “Οι ηχογραφημένοι στίχοι είναι αυθεντικότατοι” έλεγε:

Να παραθέσω λοιπόν τα όσα ξέρω εγώ, σχετικά με το συγκεκριμένο τραγούδι. Φυσικά, θα ζητήσω και από τον Περικλή, αλλά και από όποιον άλλον θέλει να συμμετέχει, να μας δώσει τα δικά του στοιχεία.

Ο νέος, ωραίος και φινετσάτος Κώστας Μπέζος, εκ Κορίνθου, κυκλοφορεί αρχές δεκαετίας 30 στην Αθήνα. Έχει παρατήσει, μετά από σύντομη φοίτηση, τη Σχολή Καλών Τεχνών, παίζει κιθάρα και κάνει (όπως συμπεραίνουμε) πολλή παρέα με μάγκες, γνήσιους μάγκες, ενώ ο ίδιος είναι αστός. Είναι και γελοιογράφος / δημοσιογράφος άρα γνωρίζεται κάποια στιγμή με τον Φωκίωνα Δημητριάδη, γνωστότατο γελοιογράφο επίσης. Ο Τέτος Δημητριάδης, αδελφός του Φωκίωνα, εγκατεστημένος στην Αμερική από καιρό (καταγωγή τους η Κων/λη) και υπεύθυνος στην δισκογραφική RCA Victor για το ελληνόφωνο ρεπερτόριο, ταξιδεύει συχνότατα στην Αθήνα την εποχή αυτή, με σκοπό να προωθήσει συνεργασίες με Έλληνες καλλιτέχνες, για παραγωγή δίσκων στην Αμερική. Στο εργοστάσιο της Βίκτορ καταλήγουν (μεταξύ πολλών άλλων) τα χρόνια 1930 / 31, 10 μήτρες με ηχογραφήσεις τραγουδιών που θα μπορούσαν να είναι αδέσποτα μάγκικα, καθώς και δύο ακόμα, με ηχογραφήσεις κιθάρας, χωρίς στίχο (οργανικά). Είναι τα εξής (κατά σειράν τίτλος, τραγουδιστής, συνθέτης, στιχουργός, όλα κατά Μανιάτη):

Στην υπόγα, Α. Κωστής, Τέντης, Τέντης
Ήσουνα ξυπόλυτη, Α. Κωστής, Τέντης, Α. Κωστής
Γιάννης Χασικλής, Α. Κωστής, Ιωάννης Πρίμος, Ιωάννης Πρίμος
Κάηκε ένα σχολείο, Α. Κωστής, Τέντης, Α. Κωστής
Τούτο το καλοκαιράκι, Α. Κωστής, Συγχρόνικ, Συγχρόνικ
Αδυνάτησα ο καημένος, Α. Κωστής, Συγχρόνικ, Συγχρόνικ
Τουμπελέκι – τουμπελέκι, Α. Κωστής, Συγχρόνικ, Συγχρόνικ
Η φυλακή είναι σχολείο, Α. Κωστής, Δ. Σκόττι, Δ. Σκόττι
Από την πόρτα σου περνώ, Α. Κωστής, Δ. Σκόττι, Δ. Σκόττι
Με πιάσανε ζαλάδες, Α. Κωστής, Α. Κωστής, Α. Κωστής
Τρούμπα, οργανικό, Α. Κωστής, Α. Κωστής
Ντερτιλήδικος χορός, οργανικό, Α. Κωστής, Α. Κωστής

Κατά Κουνάδη, στο αρχείο ηχογραφήσεων της RCA Victor βρίσκεται, στις σχετικές καρτέλες, δίπλα από το “Α. Κωστής” το όνομα του Κώστα Μπέζου μέσα σε παρένθεση. Ο “Τέντης” είναι χωρίς αμφιβολία ο Τέτος Δημητριάδης (Ted στην Αμερική), ενώ ο Ιωάννης Πρίμος είναι ψευδώνυμο του Γιάννη Δραγάτση (του Ογδόντα), στον οποίο και θα πρέπει μάλλον να αποδοθεί το σχετικό κομμάτι, υπάρχει και ηχογράφηση του ίδιου κομματιού στην Ελλάδα με τον Καμβύση. Για τους Συγχρόνικ και Δ. Σκόττι δεν έχω στοιχεία. Αν θέλει κανείς να το ψάξει, μπορεί και να βγεί ότι η γραμματέας του Δημητριάδη στην Ορθοφώνικ (παράρτημα της Βίκτορ) λεγόταν (π.χ.) Dorothy Scotti, λέω τώρα εγώ.

Δεν διαθέτω το χρόνο να γράψω κάτω όλους τους στίχους και των δέκα κομματιών, έγραψα όμως αυτούς του “από την πόρτα σου περνώ”. Ιδού:

Απ’ την πόρτα σου περνώ, στέκω και κυττάζω, κι από την αγάπη μου αρχίζω και νυστάζω
Απ’ την πόρτα σου περνώ, στέκω και μπανίζω, κι από τις χαραματιές πάντα σε μπανίζω

στάσου λίγο, κύτταζέ με και στο στόμα σβέλτα μην αργείς και φίλησέ με
στάσου λίγο κύτταζέ με, πάρ’ ένα σκουπόξυλο και κυνήγησέ με

Απ’ την πόρτα σου περνώ κι έριξα τα ζάρια, ένα φιλί σου ζήτησα και μου κανες παζάρια
απ’ την πόρτα σου περνώ, μιλάς (;:wink: μ’ ένα κορτάκια, τα ζάρια μου ξανάριξα και μου ρθανε ντορτάκια

στάσου …

Απ’ την πόρτα σου περνώ μανάρα μου τσακίστρα, τα μαλλιά σου χτένισες και τά κανες χωρίστρα
Απ’ την πόρτα σου περνώ μου κάνεις την κορόϊδα, κι αμέσως το ανθίστηκα πως έχεις φάει σκόρδα

στάσου …

Όποιος νομίζει ότι αυτός ο στίχος είναι χαρακτηριστικός για αδέσποτο μουρμούρικο, έχει όλο το δικαίωμα να το κάνει, εμένα όμως δεν μου φαίνεται πως είναι έτσι. Και εκτός από τη γνησιότητα, έλειψε εξόφθαλμα και ο χρόνος να χτενιστεί λιγάκι το στιχούργημα, να αποφευχθούν επαναλήψεις (μπανίζω) και άστοχα ταιριάγματα ομοιοκαταληξίας όπως κυττάζω – νυστάζω, ζάρια – παζάρια, κορόϊδα – σκόρδα. Εμφανέστατη είναι και η πρόθεση, και εδώ και σε σχεδόν όλα τα κομμάτια, εντυπωσιασμού με συσσώρευση ιδιωματισμών της μάγκικης γλώσσας που, σίγουρα, ο Μπέζος την ήξερε καλά. Όμως, το πιό πιθανό είναι να έβαλαν το χέρι τους και άλλοι από την παρέα, ίσως ο Καμβύσης, ίσως ο Κυριακός, σίγουρα ο “Αμερικάνος” Τέντ με το “ρούφο” στην υπόγα, αφού φαίνεται ότι δεν βρισκόταν πρόχειρη κάποια λέξη να ομοιοκαταληκτεί με το κούφιο. Ή, μήπως, έχει κανείς να μας παραθέσει έστω ακόμα μία περίπτωση όπου το ταβάνι ενός χώρου καταγράφεται ως “Ρούφο”, αρχές 20ού ή τέλος 19ου;

Και κάτι ακόμα, πάρα πολύ σημαντικό: Υπάρχει ρεφραίν, που επαναλαμβάνεται μετά από κάθε στίχο. Ρεφραίν υπάρχει και στο “Τουμπελέκι”. Αυτό είναι κάτι παντελώς άγνωστο για τους λαϊκούς στιχοπλόκους / οργανοπαίκτες της εποχής.

Βέβαια, στο “Ήσουνα ξυπόλυτη” δεν είναι ακριβώς έτσι τα πράγματα. Έχει πολλούς στίχους που θυμίζουν αδέσποτο, ενώ τα περίεργα “ιπποκόμους” ή “αεροπόρους” θα μπορούσαμε να τα δεχτούμε, δεδομένης της εποχής. Παρεμφερή ισχύουν και για το “Κάηκε ένα σχολείο” (η μελωδία του είνα μάλιστα αποδεδειγμένα πολύ παλαιότερη, ίσως και ηλικίας αιώνων), ίσως και το “καλοκαιράκι” αλλά όχι π.χ. το τουμπελέκι, όπου ισχύουν περίπου αυτά του “από την πόρτα σου περνώ”.

Κανονικά, θα έπρεπε να δούμε και τα δέκα κομμάτια ως “πακέτο”, δηλαδή ως “παραγγελία από Αμερική”, την οποία εξετέλεσε μία ντόπια ομάδα με πρωτοστατούντα τον Μπέζο. Συνελέγησαν στίχοι, γράφτηκαν επιπλέον στίχοι όπου χρειαζόταν, βρέθηκαν μουσικές και κατάληξη το στούντιο του Περισσού. Περικλή, σου κάνω μία πρόταση: Να συμφωνήσω εγώ στο ότι η “παξιμαδοκλέφτρα”* μπορεί και να είναι γνήσιο αδέσποτο, και εσύ στο ότι το “από την πόρτα σου περνώ” και κάποια ακόμα, είναι “παραγγελία επί μέτρω” (- “Κωστή, θέλω μάγκικα να κάνουν μπάμ, και στη μουσική και στο στίχο, ξέρεις τώρα εσύ!..”).

*: Υπάρχει τραγούδι “Τρελή μου παξιμαδοκλέφτρα”, του Γιώργου Καρρά, μάλλον το 1928 (sealabs) που πρέπει να σημείωσε μεγάλη επιτυχία αφού ηχογραφείται 4 (!) φορές, με τους Γιώργο Σαβαρή, Νταλγκά, Γιώργο Βιδάλη και Κώστα Κοντόπουλο. Άλλη μελωδία, άλλοι στίχοι αλλά ο τίτλος έμεινε!

Νίκο, ευχαριστώ πολύ για όλες τις πληροφορίες περί Κωστή / Μπέζου.

???
Ότι το «Από την πόρτα σου περνώ» είναι “φτιαχτό” το δέχομαι και τζάμπα!!

Θα μπορούσε να ισχύει το ίδιο και για το «Αδυνάτησα ο καημένος», και ακόμη πιθανότερα για το «Η φυλακή είναι σχολείο». Για όλα μαζί όμως, δε νομίζω. Το να ήταν και τα δέκα μια συνολική παραγγελία δε σημαίνει ότι δημιουργήθηκαν με τον ίδιο τρόπο όλα.

Το θέμα είναι ενδιαφέρον και θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε επί μακρόν, αλλά θα πρέπει να το κάνουμε σε άλλη σελίδα. Προς το παρόν έχω να πω κάτι που δεν έχουμε σκεφτεί, και αν κανείς το σκέφτηκε δεν το έχει πει μέχρι τώρα ή εγώ δεν το πρόσεξα:

Η κινητικότητα μουσικών θεμάτων και στίχων από τραγούδι σε τραγούδι, που στα μουρμούρικα και τα παραδοσιακά τη θεωρούμε κάτι φυσικό αλλά στα επώνυμα την καταδικάζουμε ως λογοκλοπή, φαίνεται πως παλιότερα υπήρχε με την ίδια φυσικότητα και σε επώνυμα τραγούδια, πριν η νομοθεσία περί πν. δικαιωμάτων αλλάξει ριζικά τον τρόπο σκέψης των δημιουργών.

— Νέο μήνυμα προστέθηκε στις 21:40 ::: Το προηγούμενο μήνυμα δημοσιεύθηκε στις 21:11 —

Για να ξέρουν όλοι για τι πράγμα μιλάμε:

Ευχαριστώ τον εξαιρετικό γιουτουμπίστα Πάνο Κωνσταντόπουλο.

Πολύ σωστά. Αλλά είχε ήδη αλλάξει ο τρόπος σκέψης: Ο Δημητριάδης αναγκάστηκε να “εφεύρει” τους Κωστή, Τέντη, Συγχρόνικ και Σκόττι ακριβώς γιατί ήταν από τον αμερικανικό (και τον ελληνικό!) νόμο υποχρεωμένος να παρουσιάσει “πρωτότυπα” κομμάτια, που δεν είχαν μέχρι τότε κατοχυρωθεί από κανέναν, ή να κάνει συμφωνίες με έναν που είχε ήδη κάτι κατοχυρώσει (Πρίμο). Μου έρχεται πάντως πολύ δύσκολο να θεωρήσω “γνήσια” παραγωγή στίχου (δηλαδή που ακολουθεί τους παραδεδεγμένους κανόνες) οτιδήποτε μπήκε στο πακέτο αυτό, που δημιουργήθηκε εξ αρχής για να περιλάβει παραγγελίες με συγκεκριμένες προδιαγραφές, κάτι που κανένας στιχουργός λαϊκός δεν μπορεί να κάνει, ακόμα και αν τις προδιαγραφές τις έχει συντάξει ο ίδιος.

Μπράβο για τη χαμαλήδικη δουλειά της εντόπισης από το γτ, εξαιρετική!

την “τρελή μου παξιμαδοκλέφτρα” θα τη βρείς στο σήλαμπς

Μπερδεύτηκα… Δηλαδή αν κάποιο τραγούδι δεν ήταν πρωτότυπο, η τσιμπίδα θα κυνηγούσε τον ανύπαρκτο Συγχρονίκ; Και ύστερα, πόσο ανύπαρκτος ήταν, αφού εισέπραττε δκαιώματα;
Πάντως ο Α. Κωστής όχι απλώς ανύπαρκτος δεν ήταν, τουναντίον ήταν τουλάχιστον δύο πρόσωπα. Με κανένα τρόπο δεν είναι του ίδιου ανθρώπου οι φωνές στα 8 τραγούδια.

Και ομως ειναι ο ιδιος ,απλα ο Μπεζος ειχε την ικανοτητα να αλλαζει την φωνη του.Αυτο που λεγεται οτι ειναι ο Δημητριαδης στις μισες μονο ως αστειο μπορω να το λαβω.
Το φαινομενο αυτο ο Μπεζος το κανει οχι μονο στα Victor οπου εμφανιζεται σαν Κωστης αλλα και στις υοπολοιπες ελληνικες εταιρειε ς που ηχογραφησε λιγα τραγουδια με την φωνη του.Επισης πολλες φορες αυτο εχει να κανει και με τον ηχοληπτη.Πολλα απο τα τραγουδια που λεμε στην Victor ειδικα αυτα που ειναι Κ.Κωστης ειναι ενα χρονο αργοτερα κμε διαφορετικο ηχοληπτη .Τα πρωτα τα ηχογραφει στην σειρα CG στις 20-5-30 και με ηχοληπτη τον Ε.GOWER ενώ τα υπολοιπα στην σειρα 2W στις 21 και 22-5-1931 με ηχοληπτη τον A.D LAWRENCE.
Ο Δημητριαδης ως υπεθυνος της σειρας και ανθρωπος των εταιρειων βρηκε ευκαιρια να επωφεληθει δικαιωματα και συνθεσεις αδεσποτες ,δεν λεω σημαντικος και πανεξυπνος παραγωγος αλλα εκανε καταχρηση αυτης της εξουσιας του ,αφου σαν τραγουδιστη εγω προσωπικα θα τον χαρακτηριζα ασημαντο μπροστα στα ιερα τερατα της εποχης ,παρολα αυτα εχει δισκογραφια ,σχεδον ισαριθμη με αυτη της Παπαγκικας,ενω ισως θα πρεπε στην θεση αυτων των ηχογραφησεων να υπαρχουν πολλοι ακομη σπουδαιοι μουσικοι.Παρολα αυτα το εργο που εκανε στην Ελλαδα μεταξυ 1930-31 ειναι σημαντικη υποθεση.

Συμφωνώ απόλυτα με τον Σταύρο: Ο Κουνάδης λανθασμένα θεωρεί ότι η άλλη φωνή είναι ο Δημητριάδης. Όμως, όπως και ο Σταύρος έχει πει νωρίτερα, διατηρώ το σεβασμό μου στον Κουνάδη για το υπόλοιπο κομμάτι της έρευνάς του. Όσο για τον Τ. Δημητριάδη, κακά είν’ τα ψέμματα, γλυκό είναι το παραδάκι και, άμα σε δέχονται, στέκεσαι μπροστά στο μικρόφωνο και ηχογραφείς χωρίς δεύτερη κουβέντα. Και η ωφέλειά του από δικαιώματα μουσικής και στίχου δεν περιορίζεται μόνο σε αδέσποτες μελωδίες και στίχους, εδώ έχουμε και αποδεδειγμένα προσωπικές δημιουργίες του Μπέζου ή κάποιου άλλου, τμηματικά τουλάχιστον. Τέλος πάντων…

Αλήθεια, Σταύρο, υπάρχει περίπτωση να μάθουμε ποτέ ποιοί ήταν, κατά κόσμον, οι Συγχρόνικ και Σκόττι;

Για το Σκόττι δεν ειμαι σιγουρος .Επίσης έχω ακουσει χωρις να το έχω δει οτι στις Καρτέλες των κομματιών αυτών στην αεπι κάποια ποσοστά ελάμβανε και ο Κώστας Σκαρβέλης.
Οι συχρονίξ εικάζω οτί ειναι το συγκρότημα του Μπέζου ,δηλαδή ο Μπέζος με τον Χρήστο τον Μνηματίδη στις κιθάρες .
Πάντως ο Μπέζος εκτός απο μεγάλη φωνή υπήρξε και τρομερός κιθαρίστας και αυτό το αποδυκνύει και εδώ

Ε, καλά!.. Όμως, ο τύπος που ανέβασε το κομμάτι, μπέρδεψε τα ηχητικά με τις φωτογραφίες: αυτές που εμφανίζονται θα έπρεπε να συνοδεύουν το “Πάμε στη Χονολουλού”…

υ.γ. μήπως, τελικά, σε κάποιο / - α απ’ τα κομμάτια, δεύτερη κιθάρα παίζει ο Σκαρβέλης;

Αυτο ειναι κατι που δεν θα το μαθουμε ποτε εκτος και αν αποκαλυφθουνε καποια στιγμη οι πρωτοτυπες καρτελες της his masters voice η οποιες φημολογειται οτι κρατουνται στα χερια καποιου συλλεκτη εδω και χρονια.Παντως δεν νομιζω να ειναι ο Σκαρβελης γιατι το στυλ του ειναι πολυ ευδιακριτο,εγω πιστευω οτι ειναι καποιος απο την ομαδα του Μπέζου ,ο Στύπας η ο Μνηματίδης η κάποιος άλλος.

Σωστά μεν, Σταύρο, αλλά ας μην παραβλέψουμε ότι και ο Σκαρβέλης, όπως και κάθε άλλος κιθαρίστας του πιό “παραδοσιακού” στίλ (Καρίπης, ακόμα και Περιστέρης αλλά αυτόν δεν θα τόλμαγαν) μπορεί να “δασκαλευτεί” από τον Μπέζο “να, έτσι θέλω να παίξεις σε αυτό το κομμάτι”. Και μάλλον δεν θα έλεγε όχι, λεφτά ήταν αυτά. Αλλά βεβαίως, μάλλον δεν θα το μάθουμε ποτέ.

Σύμφωνοι,αλλα νομιζω οτι ο Σκαρβελης δυσκολα θα συγκρατιοταν να μη βαλει το κατι παραπανω εδω ακουμε μια λιτη συνοδεία και γενικως μιλώντας για Σκαρβέλη μιλάμε για τον μεγαλυτερο κιθαριστα της ελληνικης δισκογραφιας ολων των εποχων,απο την άλλη σε αυτες τις ηχογραφήσεις που έγιναν για λογαριασμο της Victor από τους ηχολήπτες της his masters voice έπαιξε σε πολλα κιθάρα ο Καρίπης.Επίσης κάτι ακόμα που με κάνει να πιστεύω οτί η δεύτερη κιθάρα είναι συνεργάτης του Μπέζου είναι οτί οι διπλανές μήτρες με αυτές του Κωστή είναι κομμάτια με τα άσπρα πουλιά και συνήθως τραγουδιστή τον Δημητριάδη.Τα ίδια τραγούδια τον ίδιο καιρό τα ηχογράφησε ο Μπέζος και στην His masters voice με άλλους ερμηνευτές.

Ε, αυτό ναι! Σοβαρότατο στοιχείο. Βάλε μας όμως, να ακούσουμε και τη Χονολουλού, που εγώ δεν ξέρω να ανεβάζω ή να ψάχνω στο γτ!

Πεντακαθαρο μιας και προέρχεται από το αρχείο της His master voice στην Αγγλία

Ωωωωω!!! εκπληκτικό. Ακούγεται πράγματι γιουκουλίλι!

Το “παναγία μου”, ακόμα εκπληκτικότερο…

Μετά από 3 χρόνια δεν ξέρω αν υπάρχει κάτι νεώτερο σχετικά με την προέλευση των στίχων του “΄Ήσουνα ξυπόλυτη”.
Τυχαία, έπεσα σε μια ομιλία (περίπου στο 11:20) στο yt για Κασιώτικες μαντινάδες στην οποία, μεταξύ άλλων, γίνεται αναφορά σε μαντινάδες οι οποίες ειπώθηκαν κάποτε σε ένα γλέντι και επειδή έκαναν εντύπωση παρέμειναν και λέγονται μέχρι σήμερα. Μια λοιπόν από αυτές η οποία αναφέρεται ότι έχει καταγραφεί το 1926 σε Κασιώτικο γλέντι είναι και η εξής:

Ωστα[1] που σ’ έχε η μάνα σου εσύναζες ακάνους[2]
και τώρα που σε πήρα γω θέλεις και αμπρακάμους[3]

[1] Ωστα: Έτσι ακούω. Μπορεί να μην το μεταφέρω σωστά.
[2] ακάνοι (αν το τονίζω σωστά): είδος χόρτου
[3] αμπρακάμοι: κοσμήματα.

Η θεματολογία και η δομή του διστίχου ταιριάζει αξιοσημείωτα με το “ήσουνα ξυπόλυτη” (ηχογράφηση 1930). Λεπτομέρειες για τις συνθήκες που ειπώθηκε η μαντινάδα αυτή στην Κάσο δεν έχω. Π.χ. δεν ξέρω αν ο Κασιώτης που την είπε την έβγαλε εκείνη τη στιγμή από το κεφάλι του ή αν διασκεύασε ήδη υπάρχον δίστιχο, χρησιμοποιώντας το τοπικό ιδίωμα. Όπως και να χει, το συγκεκριμένο δίστιχο ενισχύει την υπόθεση ότι ο σπόρος προϋπήρχε και, στιχουργικά, το “ήσουνα ξυπόλητη” στηρίχτηκε σε ανώνυμα δίστιχα.