Κούνα παραμάνα το παιδί.

Να το:
https://youtube.com/watch?v=56bFr3jfNd

Πολύ ενδιαφέρον τραγούδι, και ιδιαίτερα συγκινητικό για μένα για διάφορους λόγους. Ένας είναι ότι το είχα ακούσει προ πολλών πολλών ετών, ίσως αρχές δεκαετίας ‘80, και νομίζω ποτέ ξανά έκτοτε. Λογικά θα πρέπει να υπήρχε σε κάποιον σπάνιο δίσκο που είχε ακούσει η φωτισμένη δασκάλα μου της μουσικής στο Δημοτικό, καλή της ώρα, και επίσης και η Σαβίνα.
Ένας άλλος είναι ότι πρόκειται για παραλλαγή ενός από τα σημαντικότερα ελληνικά δημοτικά τραγούδια. Είναι η παραλογή της «Επιστροφής του ξενιτεμένου», που την έχουμε αναφέρει, μαζί με άλλα τραγούδια, στις συζητήσεις αυτού του θέματος (σελ. 4 και κυρίως 5).
Οι φράσεις «κούνα παραμάνα το παιδί» και «κούνα το παιδί μην τύχει και ξυπνήσει» παρεμβάλλονται σε κάθε στίχο. Είναι τσακίσματα που, όπως συμβαίνει συχνά, δεν έχουν σχέση με τα κυρίως λόγια. Μια άλλη παραλλαγή του ίδιου τραγουδιού, πάλι μικρασιάτικη, υπάρχει στο δίσκο του Σίμωνος Καρά με τα μικρασιάτικα (μόνο σε βινύλιο νομίζω). Έχει τα ίδια τσακίσματα, οι κυρίως στίχοι έχουν το ίδιο νόημα αλλά με μικροδιαφορές στη διατύπωση, και ο σκοπός είναι άλλος. Συγκεκριμένα πρόκειται για το σκοπό που είναι γνωστός σε διάφορα νησιά και ιδιαίτερα στην Αμοργό ως συρτός «Ποταμός» (ο ίδιος με το αμοργιανό «Αγία μου Παρασκευή» που έχει ηχογραφήσει ο Κατσαρός).
Άρα σ’ ένα μέρος της Μικράς Ασίας αυτό το τραγούδι ήταν συρτό, δηλ. χορευτικό, και σε άλλο μέρος ήταν νανούρισμα! Το πώς ένα τραγούδι μπορεί να καταλήγει σε χρήση διαφορετική από αυτήν που θα περίμενε κανείς βάσει περιεχομένου έχει επίσης συζητηθεί σε προηγούμενες σελίδες του ίδιου θέματος που παρέπεμψα προηγουμένως. Εν προκειμένω, υποθέτω ότι η φράση «κούνα παραμάνα το παιδί» κλπ. οδήγησε τους ανθρώπους να το θεωρήσουν νανούρισμα και τελικά να το κάνουν όντως νανούρισμα.
Αρχικά όμως πώς βρέθηκε αυτή η φράση σ’ ένα τραγούδι για την ξενιτιά; Επιπλέον πρόκειται για φράση που τη βρίσκουμε και σ’ άλλα τραγούδια, ακόμη και ρεμπέτικα (Παραμάνα κούνα κούνα), και εκεί επίσης φαντάζει μυστηριώδης.
Έχω μια προσωπική ερμηνεία και σας την προτείνω:
Η παραμάνα είναι μια γυναίκα που αφού γεννήσει και αρχίσει να θηλάζει το παιδί της, προσφέρει τις υπηρεσίες της θηλάζοντας κι άλλα παιδιά (τα οποία στη συνέχεια μεγαλώνει κιόλας: η βάγια, η τροφός). Μια γυναίκα μπορεί να βγάζει γάλα για πολύ καιρό, εφόσον υπάρχει παιδί να το τραβάει. Ο θηλασμός προκαλεί, πλην εξαιρέσεων, αμηνόρροια: μια γυναίκα που θηλάζει δεν πιάνει παιδί, επομένως μπορεί κανείς να πάει μαζί της με περιορισμένο τον κίνδυνο να την εκθέσει (και μετά να μπλέκει κι ο ίδιος, να πρέπει να αποκαταστήσει την τιμή της, να τον σκοτώσουν τ’ αδέρφια της κλπ.). Αν το δούμε αυτό με τα κριτήρια και τα δεδομένα εκείνης της εποχής, καταλήγουμε ότι η παραμάνα θα ήταν ιδανικός στόχος για άντρες που ψάχνουν μια ερωτική σχέση χωρίς δεσμεύσεις αλλά και χωρίς να καταφύγουν στην πορνεία. Άρα η παραμάνα ήταν αντικείμενο του πόθου! Ιδίως αν ήταν και χήρα (που μάλλον θα ήταν, γιατί αλλιώς μια γυναίκα που έχει ήδη γεννήσει και συνεπώς είναι παντρεμένη θα ήταν σπάνιο να πάει να δουλέψει και μάλιστα εσωτερική σε άλλο σπίτι -αν πάλι ήταν ανύπαντρη μητέρα κανείς δε θα την έπαιρνε, έτσι «ατιμασμένη», να του μεγαλώσει τα παιδιά).
Ίσως γι’ αυτό λοιπόν σε αρκετά τραγούδια η προσφώνηση προς την παραμάνα σφηνώνεται κατά ανάλογο τρόπο όπως αλλού το «μαυρομάτα και ξανθή» ή «τζιβαέρι μου» ή «ψιλή μου δεντρολιβανιά, ζαχαροκαντιοζύμωτη» ή χιλιάδες άλλες αποστροφές προς ποθητές γυναίκες. Ούτως ή άλλως έχουμε πάρα πολλά τραγούδια όπου ενώ οι κυρίως στίχοι μπορεί να λένε οτιδήποτε, τα τσακίσματα συνδέονται όχι με το περιεχόμενο αλλά με τους παρευρισκόμενους ή αυτούς που σκέφτεται ο τραγουδιστής τη στιγμή που λέει το τραγούδι.

1 «Μου αρέσει»