Ιωάννα Γεωργακοπούλου - μπενετάδες

Θα μπορούσε η λέξη να είναι “μπενετάδες”;;; ʼκουσα και άκουσα και νομίζω τώρα που ακούω “να δώσει μπενετάδες”. Αλλά τι σημαίνει; Στο στίχο λέει “ο Νικολός εγύρισε μεσ’ στο μικρό νησί”, δηλαδή αυτός δεν φεύγει από το νησί. Μήπως δεν καταλαβαίνω “μπενετάδες”;!

Δαυίδ

Ioanna avait 16 ans quand elle s’est mise a chanter.Et avec quelle voix.Lors de sa rencontre avec un ami, nous nous dision queelle devait avoir beaucoup souffert et beaucoup fait souffrir pour avoir une telle voix (en amour).Elle touche a des sentiments trθs subtil, trθs rare.Amie musical pour la vie.

Στα δεκατέσσερα χρόνια που μεσολάβησαν η συλλογική γνώση προχώρησε. Βρέθηκε ότι η λέξη είναι μπενετάδες, και σημαίνει:

Η ετυμολογία μού φαίνεται κάπως περίεργη, φωνολογικά και σημασιολογικά (χωρίς να λέω «απίθανη»), αλλά η ερμηνεία είναι σωστή, καθώς διασταυρώνεται:

-στον Γαρουφιά του Ν. Λισβά, άγνωστης χρονολογίας (ο ποιητής έζησε 1898-1933)
-στο Συναξάρι Ανδρέα Κορδοπάτη του Θ. Βαλτινού (απόσπασμα σε σχολικό βιβλίο, με γλωσσάρι)
-στον Παπαδιαμάντη, Τ’ Αγνάντεμα, ως «παινετάδες» (παρετυμολογική ορθογραφία).

Ο λόγος τώρα στον Φώτη! :slight_smile:

2 «Μου αρέσει»

Κάπου το βρήκα ως μπενετάδα, η, με την σημείωση ότι συνήθως απαντά στον πληθυντικό. Κι εμένα κάπως παράξενο μου φαίνεται, δεν κολλάει ευλογία σε γλέντι ξενιτευόμενου, παλιννοστούντος ή του οποιουδήποτε. Είμαστε όμως υποχρεωμένοι να το δεχτούμε, οι διασταυρώσεις είναι πάρα πολλές.

Το τραγουδάκι αυτό πάντως, μάλλον ως νησιωτικίζον θα έπρεπε να καταταγεί, όχι ως νησιώτικο: Όποιος καταφέρει να μαϊνάρει άγκυρα σκάφους χωρίς αυτή να του πέσει πάνω στο κεφάλι, θα πάρει (και αυτός…) από μένα χρυσούν ωρολόγιον ως βραβείο. Ανάλογο βραβείο και σ’ εκείνον που μαϊνάροντας την άγκυρα, θα καταφέρει να «πιάσει στεριά», χωρίς να μπατάρει καλάροντας και νερά από πάνω, στις ρηχάδες του γιαλού…. Και ο μεν Τσιτσάνης, που προτρέπει «να μάσουμε τα κάτασπρα πανιά», δύσκολο είναι ως Τρικαλινός να ξέρει ότι τα πανιά, ανεξαρτήτως χρώματος, μαϊνάρονται, δεν μαζεύονται(*). Ο Φώτης Πούλος όμως, ξέρουμε από πού καταγόταν;

(*)
στο ωραιότατο δημοτικό για την κόρη που ετραγούδησε τώρα το βράδυ βράδυ, όσα καράβια την άκουσαν να τραγουδάει, στάθηκαν μαϊνάρι, δηλαδή μαϊνάρισαν τα πανιά για να μην απομακρυνθούν ταξιδεύοντας και χάσουν τη χαρά να ακούν το ωραίο τραγούδι της κόρης.

Το 2015 που είχαμε ξανασυζητήσει περί “Νησιώτισσας”, είχα από ένστικτο πει πως η “δικιά μου (αυθαίρετη) αίσθηση είναι ότι το τραγούδι έχει ως ένα βαθμό παραδοσιακές ρίζες μεν αλλά υπέστη μουσική/στιχουργική επεξεργασία από κάποιον επώνυμο συνθέτη και στη συνέχεια χαρίστηκε στη Γεωργακοπούλου η οποία και το κατοχύρωσε μέσω ψευδωνύμου”. Στο δε sealabs αναφέρεται μετά βεβαιότητος ότι το όνομα “Πούλος” είναι ψευδώνυμο της Γεωργακοπούλου και πως πηγή αυτού είναι η ίδια η τραγουδίστρια (δεν ξέρω πού και πότε το είπε, ίσως να προέρχεται από κάποια ιδιωτική καταγραφή). Υπάρχει ωστόσο και πιο απτή ένδειξη στην όλη ιστορία:

Στη λίστα μελών της ΑΕΠΙ (σ. 230) υπάρχει το όνομα ΠΟΥΛΟΣ ΦΩΤΙΟΣ και εκεί σημειώνεται ότι πρόκειται για ψευδώνυμο ενώ μαθαίνουμε ότι το άτομο που το χρησιμοποιούσε απεβίωσε το 2007. Αν και από τη λίστα της ΑΕΠΙ, όπως είναι διαθέσιμη διαδικτυακά, δεν γίνεται σύνδεση του ψευδώνυμου με τον πραγματικό κάτοχο αυτού, για μένα είναι αρκετά προφανές ότι πρόκειται για τη Γεωργακοπούλου αφού πέθανε εκείνη τη χρονιά.

Άρα, για να απαντήσω στην ερώτησή σας, κ. Νίκο, από τον Πύργο καταγόταν ο “Φώτης Πούλος”! :sunglasses:

Και εδώ η ετικέτα του δίσκου: http://rebetiko.sealabs.net/app.php/gallery/image/2011/source

2 «Μου αρέσει»

Πηγή μου για την ετυμολογία που παρέθεσα στο γλωσσάρι είναι το βιβλίο του Κ. Καραποτόσογλου ¨Ετυμολογικό γλωσσάρι στο έργο του Παπαδιαμάντη»
από την «Πρωτοπορία», το 1990.

Εκτός όμως από αυτή την πηγή, το έχω διασταυρώσει και με Ιταλό, σύμφωνα με τον οποίο είναι πολύ συνηθισμένο στην Ιταλία κατ’ αρχήν,
το όνομα
Benedictus το οποίο προέρχεται από το bene (ευ, καλώς) + dictum (λόγος),
το ρήμα benedire =λέω καλά λόγια, εύχομαι, ευλογώ
όπως πολύ συνηθισμένο είναι και το benedetto=ευλογημένος, αυτός που τον συνοδεύουν ευχές, ευλογίες, ο ευλογημένος.

Οπότε, από το benedetto με αναγραμματισμό – φαινόμενο σύνηθες – φαίνεται να προήλθε η «μπενετάδα», οι ευχές, η ευλογία των παρευρισκομένων - πριν ή μετά το ταξίδι - προς προσφιλές τους πρόσωπο.

Όσο για τη Γεωργακοπούλου, μου φαίνεται περίεργο το γεγονός ότι δεν κατοχύρωσε και αυτό το τραγούδι στο όνομά της και προτίμησε να κρυφτεί πίσω από το ψευδώνυμο «Πούλος», αν όντως είχε συμβάλλει έστω και στο ελάχιστο στη διαμόρφωσή του.
Εδώ κατοχύρωσε τον «Τρελό τσιγγάνο», γιατί να έκανε πίσω σ’ αυτό;

Μήπως, αν πραγματικά είναι ψευδώνυμο το «Πούλος», είναι άλλος ο «δημιουργός» του;

Ναι, benedetto φυσικά σημαίνει ευλογημένος. (Benedictus δεν είναι ιταλικά, είναι λατινικά. Βενέδικτος. Και σημαίνει πάλι αυτό που λες Ελένη.)

Οι επιφυλάξεις μου ήταν:

α) σημασιολογικά, ότι από το «ευλογημένος» (όχι «ευλογία», που είναι benedizione) η απόσταση μέχρι το «αποχαιρετιστήρια γιορτή» είναι μεγάλη. Δε λέω ότι είναι αγεφύρωτη.

β) φωνολογικά, ότι το ιταλικό [a] είναι περίεργο να γίνει στα ελληνικά [e], ιδίως μάλιστα όταν τονίζεται. Για άτονα φωνήεντα, προπάντων στις καταλήξεις (που πιο πολύ επηρεάζονται από τη γραμματική της γλώσσας-δανειολήπτη παρά από την αρχική τους μορφή στη γλώσσα-δανειστή) είναι πιο εύκολο να γίνουν αλλαγές.

Συμπλήρωσις:

Δεν έχω τον ίδιο τον Καραποτόσογλου, αλλά στο σχετικό λήμμα του Σαραντάκου (Λέξεις που χάνονται), ο οποίος μόνο αυτόν αναφέρει (τον Καρ.) και άρα μάλλον μόνο αυτόν βρήκε να προτείνει κάποια ετυμολογία, λέει ότι η ετυμολογία:

α) είναι αβέβαιη αλλά
β) προέρχεται από τα ιταλικά,
γ) μάλλον από το benedetto.

Η επιφύλαξη αφορά το benedetto, όχι την ιταλική προέλευση.

Benedictus, ναι, στα λατινικά, αλλά και σήμερα (στο πιο επίσημο) και Benedetto, πιο απλά, στα ιταλικά.

Όσον αφορά στο σημασιολογικό.
Για σιγουριά περισσότερη – πάντα στο μέτρο του δυνατού – καλό είναι όποιος έχει τη δυνατότητα να απευθύνεται σε γηγενή Ιταλό, τα λεξικά δεν βοηθούν απόλυτα.

Εγώ τουλάχιστον διαπίστωσα πως δεν υπάρχει άλλη ιταλική λέξη συναφής, εκτός από τα: Benedictus - Benedetto (κύρια ονόματα), benedire και benedetto που αναφέρθηκαν ήδη.

Όμως – για να γεφυρωθεί πράγματι η απόσταση ανάμεσα στο «αποχαιρετιστήρια γιορτή» και στο «ευλογημένος» - πρέπει να τροποποιηθεί το λήμμα, ως εξής, περίπου:

«ευχολόγια, ευλογίες των παρευρισκομένων σε μια οικογενειακή – φιλική - σύναξη, εν όψει ταξιδιού προσφιλούς τους προσώπου ή με αφορμή την επιστροφή αυτού.

Όσον αφορά στο φωνολογικό, Περικλή, το αντίθετο γίνεται από αυτό που είπες: το ιταλικό [e] μετατρέπεται σε [a] στα ελληνικά.
Εδώ όμως λαμβάνουμε υπόψη μας πως οι δάνειες λέξεις ανακατασκευάζονται, για να ταιριάξουν φωνολογικά, μορφολογικά κ.λπ. στη δομή και στους τύπους της γλώσσας – στόχου.
Έτσι, στην ενσωμάτωση, το benedetto γίνεται μπενετάδα [προληπτική αφομοίωση λέγεται], όπως και
το caserma (ιταλ. , βενετσιαν.) στην ενσωμάτωσή του γίνεται καζάρμα= στρατώνας
και το remesser (ιταλ. και πάλι) γίνεται ρεμασαδόρος=επιπλοποιός, τα οποία επίσης τονίζονται στο τροποποιηθέν φωνήεν.

Περιμένω κάποιος με πρόσβαση σε γηγενή Ιταλό/Ιταλίδα, αν υπάρξει κάτι που διαφοροποιεί τα όσα είπαμε, να τοποθετηθεί επ’ αυτού και να γίνουν – αν χρειαστεί – οι όποιες αλλαγές.

Ναι, σωστά, Μπερδεύτηκα. Συνεννοηθήκαμε όμως.

Όχι δα! Το ερμήνευμα που δίνεις είναι σωστό. Μπενετάδα είναι η γιορτή.