ΔΙΣΤΙΧΑ vs ΤΡΑΓΟΥΔΙΩΝ

Υπάρχει κάποιο πρόβλημα προς το παρόν. Θα το διορθώσουμε.

Ανάλογη “διατονικοποίηση” του σαμπάχ έπαθε το “Στη Σμύρνη μες στην αρμενιά” για να γίνει το κυπριακό “αγάπησα την που καρκιάς”. Συναντιέται και αλλού το φαινόμενο? μπορούμε να το ορίσουμε χοντρικά με μια γραμμή στο χάρτη πέρα από την οποία το σαμπάχ γίνεται μινόρε?

Τις δυο γυφτοπούλες ο Μάρκος τις παρέλαβε διατονικές. Και στα παιδιά της γειτονιάς σου της Παπαγκίκα, ο βιολιτζής την εισαγωγή την έκανε διατονική (πέρα από το ότι πείραξε και το ρυθμό, ώστε να μην είναι κανονικός καρσιλαμάς). Αλλά τι γραμμή στο χάρτη να ορίσουμε; παρηχήσεις είναι αυτά, από μουσικά αμόρφωτους ανθρώπους. Πάντως, και στην εκκλησιαστική μουσική οι Ήχοι πρώτοι (περίπου μινόρε) συχνά παρουσιάζουν πρόσκαιρη μετάπτωση σε ¨Ηχο Νάο (σαμπά).

Το συγκεκριμένο παράδειγμα δεν το γνωρίζω. Ξέρω ένα άλλο παράδειγμα, την «Κανελλόριζα», τραγούδι της Θράκης ή/και της Μικράς Ασίας, που στην Κάρπαθο παίζεται διατονικά.

Νομίζω ότι αυτό το ερώτημα μπορεί να απαντηθεί. Αν όχι εξαντλητικά, πάντως αρκετά ικανοποιητικά.

  1. Το Σαμπάχ, που απ’ όλους τους δρόμους ξεχωρίζει για το ιδιαίτερο άκουσμά του, δεν είναι γηγενές παντού. Νομίζω ότι χονδρικά συνδέεται με τα μέρη όπου η κουλτούρα ήταν ιδιαιτέρως ανατολίτικη, δηλαδή αφενός τη μικρασιάτικη ύπαιθρο και αφετέρου όλες τις πόλεις. Η αστική κουλτούρα, ως γνωστόν, δεν ακολουθεί γεωγραφικές διακρίσεις: οι πόλεις είναι ένα δίκτυο όπου το πολιτισμικό πάρε δώσε δεν εξαρτάται από τη γειτνίαση αλλά από άλλου είδους επαφές (εμπορικές κλπ.). Έτσι οι δύο μεγαλύτερες πόλεις της ελληνικής Ανατολής,η κοσμοπολίτικη Σμύρνη και η ίσως πιο ανατολίτικη Πόλη, συγκέντρωναν επιδράσεις από παντού και τις διέχεαν παντού. (Το «παντού» με όλες τις αυτονόητες επιφυλάξεις). Στις μη αστικές και μη μικρασιάτικες τοπικές κουλτούρες το σαμπάχ ήρθε εισαγόμενο.

  2. Το εισαγόμενο γίνεται ή δε γίνεται δεκτό σε κάθε τόπο με κάποια κριτήρια. Ένα κριτήριο είναι αν οι ντόπιες μουσικές νόρμες διαμορφώνονται από κάποιο όργανο που τεχνικά δεν μπορεί να ξεφύγει από αυτές. Τέτοιο όργανο ήταν κάποτε, για τα περισσότερα νησιά του Αιγαίου, η τσαμπούνα. Η τσαμπούνα παίζει μια αυστηρά συγκεκριμένη κλίμακα, στην οποία δεν περιλαμβάνεται η δυνατότητα να αποδοθεί το σαμπάχ. Η λύρα ή το σουραύλι, που επίσης παίζονταν στα ίδια νησιά, έχουν μεγαλύτερες μελωδικές δυνατότητες αλλά μικρότερο κύρος και επιρροή: τεχνικά μπορούν να παίξουν σαμπάχ, δε θα το κάνουν όμως γιατί έχουν μάθει να ακολουθούν την τσαμπούνα. Ακόμα και οι φωνές θα κάνουν το ίδιο: αν μια νότα ξεφεύγει από ό,τι έχουμε ακούσει να παίζει μια ζωή το βασικό και σχεδόν μοναδικό μας όργανο, το αυτί μας αδυνατεί να την πιάσει. Υπάρχουν μέρη, όπως π.χ. η Κάσος, όπου η τσαμπούνα έχει μεν σβήσει εδώ και γενιές, το καλούπι της όμως σε κάποιο βαθμό εξακολουθεί να ισχύει.
    Δεύτερο κριτήριο είναι αν ο ντόπιος πληθυσμός ρέπει περισσότερο προς τη συντήρηση ή την ανανέωση. Αυτό είναι ένα εξαιρετικά σύνθετο ζήτημα που συνδέεται με την ιδιαίτερη ιστορία, οικονομία κλπ. του κάθε τόπου ξεχωριστά.
    Τρίτο κριτήριο είναι το κύρος του νεωτερισμού: Π.χ. ένας καινούργιος βιολιτζής που έρχεται και φέρνει στο νησί καινούργιους σκοπούς από την Πόλη, αν είναι τόσο χαρισματικός ώστε να αφήσει εποχή με τα γλέντια και την τέχνη του θα επιβάλει και μερικές μελωδίες στις οποίες ο συντηρητικός ντόπιος δε θα σκεφτεί τόσο «αυτό είναι παράξενο, δε μου λέει τίποτα γιατί …δε θυμίζει τσαμπούνα (this ain’t Jim Beam)» αλλά μάλλον «συνολικά αυτός παίζει ωραία, βγάζει τα μεράκια μου».

Έτσι, στα νησιά που έπαιζαν ή παίζουν ακόμα τσαμπούνα, θεωρώ ότι η τσαμπούνα από μόνη της επαρκεί να ερμηνεύσει την αλλαγή του σαμπάχ σε διατονικό: Κρήτη (Ντόκτορ), Μύκονος (Σάλα σάλα), Κάρπαθος (Κανελλόριζα). Ιδού λοιπόν μία πρώτη γραμμή στο χάρτη: Κυκλάδες-12νησα-Κρήτη-ΒΑ Αιγαίο = τσαμπούνα = το σαμπάχ [όχι απαγορεύεται, αλλά] δυσκολεύεται περισσότερο να έρθει. Στην Κύπρο δεν είναι γνωστό να έπαιζαν ποτέ ούτε τσαμπούνα ούτε κανένα άλλο όργανο με τέτοιους κατασκευαστικούς περιορισμούς, οπότε εκεί αναζητούμε άλλη ερμηνεία.

Ο Νίκος αναφέρει και την περίπτωση του διατονικού σόλου στα Παιδιά της γειτονιάς σου στην ηχογράφηση της Παπαγκίκα. Εδώ ίσως δεν έχουμε καν αλλαγή: δεν ξέρω αν παραδίδεται από κάποια παλιά ηχογράφηση το ίδιο σόλο σε σαμπάχ, αν όμως όχι, πιθανώς μπορούμε να θεωρήσουμε ότι απλούστατα η «αρχική» (και καλά) μορφή του κομματιού πηγαινοερχόταν από σαμπάχ σε διατονικό, όπως συμβαίνει και στο επίσημο μακάμ σαμπάχ της λόγιας οθωμανικής μουσικής. Οπωσδήποτε η Παπαγκίκα και οι μουσικοί της δεν ανήκουν σε καμία τοπική κουλτούρα αλλά στην υπερτοπική αστική.

Τα παδιά της γειτονιάς σου, με τον Νταλγκά, δίσκος Κολούμπια Αγγλίας 8390, 1929: και εισαγωγή σε σαμπά και εννιάρι κανονικό. Η ίδια εισαγωγή, με τον εννεάσημο ρυθμό της, υπάρχει και σε (νεώτερη βέβαια) ηχογράφηση του τραγουδιού ως τοπικού της Ικαρίας, στο δίσκο του Καρά με τραγούδια Ικαρίας.

ευχαριστώ για ακόμα ένα ενδιαφέρον κείμενο. Για το κυπριακό τραγούδι δες το θέμα για τη Σίφνο

Την ίδια περίπου διατονική μελωδία δίνει στο βιβλίο του για την κυπριακή μουσική ο Αβέρωφ και σχολιάζει:

Το τραγούδι αυτό όταν πρωτοεμφανίστηκε τραγουδιότανε τόσο από Τούρκους όσο και από Έλληνες και με τούρκικα λόγια με την ονομασία “Αμάν ντόκτορ”. Στην μετάφραση στα ελληνικά έγινε “Αχ! γιατρέ μου”. Και σε μια μεταγενέστερη παραλλαγή παρουσιάστηκε με την παράφραση “κότσινη τριανταφυλλιά μου”
Μετά παραθέτει τις 2 στροφές του αχ γιατρέ μου που είναι περίπου αυτές των παλιών ηχογραφήσεων της αμερικής και μετά τις 2 κυπριακές:
Κότσινη τριανταφυλλιά μου, αμάν αμάν
έβκα αππέξω στο στενόν,
να μου δώσ’ η μυρωδκιά σου, φως μου
να μου γιάνει τον καμόν

Κότσινη τριανταφυλλιά μου, αμάν αμάν
πόψε νάσιεις ανοιχτά,
νάρτω να σε συναντήσω,φως μου
τζι η καρκιά μου εν βαστά

Και από τον Ττερλικκά

http://www.mousalyra.com.cy/sound/Kypraia_Foni_Kalos_Irtan%20oi_Xenoi_mas/CD%20B/Track%20No06_0.mp3

Καταπληκτικό! Αυτή η περίπτωση είναι απολύτως ανάλογη με την κρητική:

Είχαμε πει μερικές σελίδες πριν ότι όταν ένας λαός δανείζεται σκοπό άλλου λαού, συχνά υπάρχει δυσκολία να ταιριάξουν οι συλλαβές του καινούργιου (στη γλώσσα του «λαού υποδοχής», ούτως ειπείν) στίχου στη μελωδία.
Εδώ λοιπόν, τόσο οι Κρητικοί όσο και οι Κύπριοι, αφού απέβαλαν διάφορα άλλα στοιχεία του αρχικού σκοπού που δεν κολλούσαν με τη δική τους παράδοση (το εμφανέστερο είναι ότι άλλαξαν το σαμπάχ σε διατονικό), προχώρησαν μέχρι του σημείου να χωρέσουν μέσα στην ίδια μελωδία στίχους σ’ ένα υπαρκτό, παραδεδομένο ποιητικό μέτρο της παράδοσής τους. Αυτά τα στιχάκια, και τα κρητικά και τα κυπριακά, είναι τροχαϊκά 15σύλλαβα. Υπάρχουν πολλές δεκάδες σκοποί ανά τον ελληνισμό στους οποίους τραγουδιούνται τέτοιοι στίχοι, υποθέτω δε ότι οι συγκεκριμένοι θα τραγουδιούνται/τραγουδιούνταν και σ’ άλλους σκοπούς. (Τουλάχιστον ο ένας του Ξυλούρη σίγουρα, γιατί τον έχω ακούσει. Για τους κυπριακούς το θεωρώ απλώς πιθανό.) Ενώ αντίθετα όλοι οι ελληνικοί στίχοι του κανονικού ντόκτορ, όσους γνωρίζω, είναι σε άγαρμπα μέτρα χωρίς συνέπεια.

Αυτός ο ντόκτορ λοιπόν, ο κυπραίικος και ο κρητικός, είναι καθαρά ελληνικός, καθαρά ντόπιος σκοπός. Ξένης προέλευσης, αναμφισβήτητα, αλλά όχι ξένος ο ίδιος.

Πολύ τη χάρηκα αυτή τη συζήτηση!

Παρεμπιπτόντως, θα ήθελα να ευχαριστήσω όλους τους αγνώστους που έχουν γεμίσει το Γιουτιουμπ θησαυρούς. (Όταν άρχισε η κουβέντα για τον Ντόκτορ, θυμήθηκα ότι προ 5-10 ετών είχα ακούσει κάπου το «σώσε με γιατρέ μου» με τον Ψαραντώνη. Ούτε το δίσκο ήξερα ούτε τίποτα. Στο γιουτιουμπ δε μου πήρε πάνω από 5 λεπτά να το βρω, και μαζί και εναλλακτικές εκτελέσεις!)

Μιας και παρουσιάστηκαν διάφορες εκδοχές του «Ντόκτορ» ας παρουσιάσω και εγώ αυτή που ξέρω (τη σιφνέικη). Η μουσική είναι πάνω-κάτω η ίδια αλλά χρησιμοποιούνται άλλοι στίχοι:

Άφες με γλυκειά μου αγάπη
νʼ ακουμπήσω πλάι σου
και ντερμάνι πια δεν έχω
να θωρώ τα κάλη σου

Γύρω γύρω στο κρεβάτι
κάθονται όλοι οι γιατροί
κι ο ένας με τον άλλο λένε
πως δεν έχει πια ζωή

Χέρια, πόδια που δεν τα βλέπει ο ήλιος
πώς τα βλέπουν οι γιατροί
κι ο ένας με τον άλλο λένε
θα τον φάει η μαύρη γη.

Η πρώτη στροφή, νομίζω, βρίσκεται και σε άλλες μελωδίες (Ο Gilles έχει εντοπίσει μερικές). Στο βιβλίο του Μ. Φ. Δραγούμη (Η Παραδοσιακή μας Μουσική, Τόμος Ι, ΚΜΣ/ΜΛΑ, Αθήνα 2003) υπάρχει άρθρο του για το Νίκο Φαρδύ (1853-1901) από τη Σαμοθράκη ο οποίος πρέπει να είναι από τους πρώτους(:wink: που κατέγραψαν σε νότες με το δυτικό τρόπο γραφής διάφορα Αιγαιοπελαγίτικα και Μικρασιάτικα τραγούδια. Για το «άφες με …», ο Φαρδύς είχε καταγράψει δύο διαφορετικές μελωδίες τις οποίες, ως αγράμματος, δεν μπορώ να καταλάβω. Από το κεφάλι μου λείπει ο κατάλληλος converter. Έτσι, δεν μπορώ να ξέρω αν κάποια από αυτές τις καταγραφές σχετίζεται με τη μελωδία του «Ντόκτορ».

Οι άλλες δυο στροφές θυμίζουν στίχους από την «Αληθινή Αγάπη» του Τούντα (εδώ με τη Ρόζα).

Η άλλη ιδιαιτερότητα της σιφνέικης εκδοχής είναι ότι μόλις ολοκληρώνεται κάθε μια από τις παραπάνω στροφές, η μελωδία αλλάζει και εν είδει τσακίσματος, λέγονται μερικά δίστιχα όπως:
Εσύ κοιμάσαι στην κουνουπιέρα και γω γυρίζω νύχτα και μέρα
Εσύ κοιμάσαι κι εγώ νυστάζω, σε συλλογίζομαι κι αναστενάζω
Εσύ κοιμάσαι με τη μαμά σου και γω γυρίζω στη γειτονιά σου
(και μερικά παρόμοια)

Η άλλη αυτή μελωδία, ως αυτόνομος σκοπός και με παρόμοιους στίχους, υπάρχει σε συλλογή με τραγούδια της Σαμοθράκης [CD: ο Ηλιος και το Φεγγάρι, ΛΥΡΑ]

Έχω την εντύπωση ότι η κρητική εκτέλεση του Ν. Ξυλούρη δεν είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη. Εγώ πάντως τώρα την ανακάλυψα (και μου άρεσε), από το μήνυμα του Pepe. Πράγματι, το yοutube εξελίσσεται σε πολύ χρήσιμο εργαλείο.
Να και ο Κατσαρός στον «ντόκτορ» λίγο πριν ποθάνει

Πλην εξαιρέσεων, κανένα δίστιχο δε συνδέεται με κανέναν σκοπό. Ούτε κανένα δίστιχο συνδέεται με άλλο δίστιχο.

πωπω, φοβερή μπλουζιά έπαιξε ο κατσαρός… βάλτε στη θέση του έναν μαύρο και έχετε τον muddy waters! με αυτή την σκέψη εξηγείται ο ήχος του μαγνήτη στην κιθάρα, και η εκτέλεση, και τα “σπιτάλια” κλπ. και να μην βγαίνω εκτός θέματος, οι ηχογραφήσεις (στίχοι και οι μελωδίες) κατσαρού/δούσια/κωστή είναι πολύ χαρακτηριστικές αυτού που συζητάμε εδώ.

Τρομερό βίντεο!!! :110::109: Ποιοι #$%^&*δες ήταν εκεί και έζησαν όλη τη βραδιά…

Κλασική περίπτωση συμφυρμού. Το πρώτο τετράστιχο δεν συνδέεται νοηματικά με τα επόμενα δύο. Αλλά και τα δεύτερο και τρίτο τετράστιχα είναι αρκετά διαδεδομένα. Στο μυαλό μου έχω μίαν ηπειρώτικη (πολυφωνική) εκδοχή, όπου μάλιστα ονοματίζεται η ασθενής (στης Ελένης το κρεβάτι, γύρω γύρω είναι γιατροί). Δεν έχει το κομμάτι όμως καμμία σχέση με τον μικρασιάτικο Ντόκτορ.

Δεν ξέρω αν προσθέτει αυτό κάτι στην κουβέντα:

Υπάρχει στο σήλαμπς μια ηχογράφηση του 1930 με την Ειρήνη Μπογιατζή και με τίτλο “Μανες (τίποτις δεν ικέρδισα)”.

Στην αρχή τραγουδιέται ο μανές α καπέλα:

Τίποτις δεν ικέρδισα στα χρόνια τα δικά μου
μόνο το αχ απόχτησα και το χω στην καρδιά μου

Και μετά η μελωδία γυρνάει στον “ντόκτορα”:

Έλα να τα μοιραστούμε, ντόκτορ,
τα δικά μου βάσανα
σα δεν ήσουν η αιτία, ντόκτορ.
τούτα δεν θα πάθαινα

Υπάρχει και το «Τέτοιο όμορφο κορίτσι» (Κατσαρός / Ρόζα), που πρέπει να είναι είτε άλλη παραλλαγή του ίδιου τραγουδιού -σε διαφορετικό σκοπό- είτε εμπνευσμένο από αυτό είτε, αντιστρόφως, το πρωτότυπο απ’ όπου εμπνεύστηκε το ηπειρώτικο. (Το ηπειρώτικο τραγουδιέται μεν σε εντελώς παραδοσιακή, αρχαιοπρεπή μελωδία, αλλά στιχουργικά θα μπορούσε να είναι νεότερο και να προέρχεται από ατομική δημιουργία).

Το “τίποτις δεν ηκέρδισα” το είχα χρησιμοποιήσει στο πρώτο μου άρθρο, εκείνο για τον αμανέ. Έλεγα ότι συχνά στους αμανέδες προστίθεται, στο τέλος, ένα οργανικό συνήθως εύθυμο κομματάκι με σκοπό να αποδεσμεύσει τον ακροατή από την έντονη προσήλωση και μέθεξη. Όταν δεν υπάρχει οργανική συνοδεία, το κομματάκι αυτό μπορεί να είναι τραγουδιστικό: Σε ένα ωραιότατο κομμάτι όπου τραγουδάει μία γιαγιά στις πολυτιμότατες ηχογραφήσεις του Μουσικού Λαογραφικού αρχείου της Μέλπως Μερλιέi, θέση επωδού παίρνει το γνωστότατο, για την εποχή, δημοφιλές τραγουδάκι “Αμάν, Ντόκτορ“. Κατάληξη είναι, λοιπόν, όχι γύρισμα.

 Όοο για το ηπειρώτικο, Περικλή, βεβαίως νεώτερο στιχούργημα είναι.  Φυσικά και μπορεί να προήλθε το ένα απ' το άλλο ή το άλλο απ' το ένα.


  [i](http://www.rembetiko.gr/forums/#sdendnote1anc)

Μπορώ να ρωτήσω αν αυτό(μανάκι μου-Παπαγκίκα) αποτελεί άλλο ένα παράδειγμα ασύνδετων δίστιχων ή αν υπάρχει κάτι στο νόημα που συνδέει το ρομαντικό με το…αστυνομικό μέρος που μου διαφεύγει.
Ελπίζω να μην έχει ήδη αναφερθεί το συγκεκριμένο, έχω καιρό να διαβάσω το θέμα.
Υπάρχουν περισσότεροι στίχοι για αυτή τη μουσική;
Ευχαριστώ, χρόνια πολλά.

Χαρακτηριστικότατο παράδειγμα, Αλέξανδρε. Ό, τι έβρισκαν μπροστά τους, το τραγούδαγαν. Τώρα, τι σχέση έχει ο μανδύας του αξιωματικού με το φουκαρά που τον βαράνε οι αστυνόμοι και όλα αυτά με τους ερωτικούς στίχους; η απάντηση είναι “καμμία απολύτως”. Όπως επίσης και ο οστεϊκός πόνος δεν έχει καμμία σχέση με τον ερωτικό, έλα όμως που ταιριάζει το κοκκαλάκι με το μανάκι…

Στη μουσική αυτή έχουν ηχογραφηθεί και άλλοι στίχοι, όπως φαίνεται από τις εκτελέσεις (με τον ίδιο τίτλο μάλλον, δεν το έψαξα) των Νταλγκά και Βιδάλη, μπορεί να υπάρχουν και άλλες ακόμα εκτελέσεις. Σίγουρα όμως θα κυκλοφορούσαν μέσω προφορικής παράδοσης δεκάδες στίχοι που σήμερα έχουν χαθεί. Αντίστροφα, στίχοι που βρίσκονται σε …”μανάκια” μπορούν ωραιότατα να τραγουδηθούν και σε τραγουδάκια με άλλη μουσική.

ευχαριστώ κύριε Νίκο.

Είχα όμως την εντύπωση οτι πονεί το κεφαλάκι και όχι το κοκκαλάκι
και επίσης
οτι έχασε την μανδύλα (;:wink: της και όχι τον μανδύα του. Τρέχα γύρευε…:019:

Αναρωτιέμαι αν γνωρίζει κανείς άλλες παραλλαγές…Θα ψάξω για άλλες ηχογραφήσεις μήπως εντοπίσω διαφορετικούς στίχους.
Ευχαριστώ

Σωστά, κεφαλάκι είναι. Αλλά και πάλι, πονοκέφαλο δεν φέρνει ο σεβντάς, πόνο στην καρδιά και φούντωμα στα στήθια φέρνει. Και ναι, μανδύα ή μαντήλα έχασε (εγώ ακούω μαντία, χωρίς λ). Το μπέρδεψα με τον άλλο στίχο, “(κυρ λογαγέ, μας έσπασες τον αργιλέ), τον έσπασ’ η μανδύα σου απ’ την απροσεξία σου”. Φυσικά, και το χάσιμο αντικειμένου δεν συνδέεται νοηματικά με κανέναν από τους άλλους στίχους.

Δες μανάκι με Νταλγκά και με Βιδάλη.

Για τον μανδύα υπάρχουν και τα εξής δίστιχα:

Κυρ λοχαγέ κυρ λοχαγέ / μας έσπασες το ναργιλέ,
τον σπας με τη μαντύα σου / απ’ την απροσεξία σου
.

Το δεύτερο στέκει μόνο ως συνέχεια του πρώτου. Επομένως αν κάποιος δεν πει το πρώτο αλλά θυμηθεί ότι υπάρχει κι ένα δίστιχο με μαντύα / απροσεξία, μπορεί ίσως να το διασκευάσει σε έχασα τη μαντύα μου / απ’ την απροσεξία μου.

Λέω τώρα… Όχι πως έχει καμιά σημασία πώς προέκυψε το συγκεκριμένο δίστιχο, απλώς επισημαίνω ότι η μαντύα συνδέεται συνειρμικά με μπάτσους, χασισοποσία, δίωξη της χασισοποσίας, και όλη γενικά τη θεματική του τεκέ.

— Νέο μήνυμα προστέθηκε στις 16:39 ::: Το προηγούμενο μήνυμα δημοσιεύθηκε στις 16:37 —

Γεια σου και πάλι Νίκο! Πιάσε κόκκινο!

Άλλη φορά να συνεννοούμαστε ποιος από τους δύο θα μιλήσει -έτσι κι αλλιώς τις ίδιες σκέψεις κάνουμε.

Χριστός Ανέστη.