Είχαμε συζητήσει παλιότερα (εδώ, από το #32 και μετά) πώς οριοθετούνται γεωγραφικά οι μουσικοί δρόμοι (αν π.χ. υπάρχουν περιοχές που ξέρουν το σαμπάχ και άλλες που το αγνοούν). Αντιγράφω ένα δικό μου απόσπασμα από εκείνη τη συζήτηση:
Δεν είναι καμιά βαθειά σοφία ώστε να χρειάζεται απόδειξη. Λέει το προφανές: ότι άμα κάποιες κλίμακες δεν έχεις συνηθίσει να τις ακούς, δεν τις αναγνωρίζεις, και τα τραγούδια τους τα αλλοιώνεις μεταφέροντάς τα στην πλησιέστερη οικεία σου κλίμακα.
Το διαπίστωσα αυτό αυτόν τον καιρό, μέσα από τη συνεργασία μου με τη σχολική μας χορωδία. Σ’ ένα σχολείο γενικά πολύ στερημένο από κάθε είδους κουλτούρα, υπάρχει δίψα για οποιαδήποτε πολιτιστική δραστηριότητα. Έτσι φτιάξαμε μια χορωδία από μαθητές που απλώς αγαπάν να τραγουδούν (ή ούτε καν αυτό: μερικοί απλώς έχουν την περιέργεια να δουν πώς θα ήταν να τραγουδούσαν), χωρίς κανένα απολύτως «προσόν» του τύπου να είναι καλλίφωνοι, να ξέρουν μουσική κλπ… (Ντάξει, όχι και εντελώς γαϊδουρόφωνοι βέβαια!)
Μία από τις δραστηριότητες της χορωδίας είναι το πρότζεκτ με τη Μικρά Ασία, στο οποίο εντάσσεται ένα μικρό μουσικό πρόγραμμα με μικρασιάτικα τραγούδια.
Εκεί λοιπόν παρατήρησα ότι ορισμένους δρόμους τα παιδιά αδυνατούν ολωσδιόλου να τους αποδώσουν. Ένα από τα τραγούδια μας είναι η Κανελόριζα. Ως γνωστόν είναι σαμπάχ, και κάνει σ’ ένα σημείο μια κατεβασιά τύπου μπεστενιγκιάρ (δηλ., με τονική Ρε, κατεβαίνει στο Σι κάτω από την τονική), μετά από το οποίο πετάγεται στο Σολ ύφεση, την κατεξοχήν περίεργη νότα του σαμπάχ:
Κό - ο - ρην - α (σι) -
κό (σολ ύφ.) -ρην - α - γα - πώ.
Εκείνο το σημείο ήξερα εκ των προτέρων ότι δε θα μπορούσαν να το πουν, εδώ ακόμα κι εγώ δεν το λέω σωστά: το σολ ύφεση της συλλαβής κο- το ψαχουλεύω. Έτσι τους το έδειξα στην πιο απλή εκδοχή, όπως το λέει εδώ ο Πανούσης.
Έλα όμως που στην πορεία παρατήρησα ότι ακόμα κι έτσι κάτι δεν πήγαινε καλά. Το έψαξα και βρήκα ότι, με την εξαίρεση ενός χορωδού, όλοι οι άλλοι δεν έλεγαν την ύφεση στο σολ ούτε στα άλλα σημεία. Δηλαδή αντί σαμπάχ το έλεγαν διατονικό! (Βασικά μόλις παρατήρησα ότι κι ο Πανούσης το ίδιο κάνει!) Ο ένας που το έλεγε σωστά είναι ο κιθαρίστας της ομάδας μας, ο μόνος που ακούει λίγο λαϊκά και ελάχιστα ψευτορεμπέτικα και έχει μια κάποια εξοικείωση, αλλά κυρίως ο μόνος που, λόγω της κιθάρας, έχει σαφή επίγνωση της κάθε νότας και τη «σημαδεύει» με τη φωνή του, ενώ οι υπόλοιποι ρίχνουν τη φωνή τους κι όπου πέσει.
Ωραία, λέω, ας πούμε την Κανελόριζα διατονικά. Έτσι κι αλλιώς υπάρχει (έτσι τη λένε στην Κάρπαθο, όπου και την πρωτοάκουσα), δεν κάνουμε κάτι αθέμιτο - και άλλωστε το Σαμπάχ σίγουρα είναι περίεργος δρόμος, οπότε και αθέμιτη να ήταν η εκδοχή μας πες ότι δικαιολογείται λόγω ιδιαίτερης δυσκολίας.
Εκεί που πραγματικά παραξενεύτηκα ήταν όταν διαπίστωσα ότι τα παιδιά δεν πιάνουν ούτε την ελαττωμένη δεύτερη του Χιτζάζ (π.χ. από βάση Ρε λένε το Μι χωρίς ύφεση - ουσιαστικά το κάνουν ματζόρε), ούτε τη μικρή έβδομη του Ραστ όταν κατεβαίνει (π.χ. από βάση Ντο λένε το άνω Σι χωρίς ύφεση). Έκατσα αναλυτικά και τους εξήγησα: εσύ μου λες αυτό (τραγουδάω το σημείο που λένε λάθος), εγώ θέλω αυτό (το τραγουδάω όπως το θέλω). Τους το έπαιξα και στο όργανο: έτσι το λες εσύ, έτσι το θέλω εγώ. Άκουγαν και τις δύο φορές το ίδιο!
Ειδικά η περίπτωση του Ραστ με έπεισε ότι το θέμα δεν είναι τόσο τα περίεργα διαστήματα ή οι περίεργες αλληλουχίες διαστημάτων, όσο απλώς ότι τα τραγούδια που ξέρουν τα παιδιά είναι σε άλλες κλίμακες: ραδιοφωνικά χιτάκια, ελαφροπόπ κλπ., που προφανώς είναι πάντοτε σκέτα ματζόρια ή σκέτα μινόρια. Το Ραστ με μικρή έβδομη παραμένει διατονικό, δεν έχει τίποτε το “ιδιόρρυθμο” όπως τα απανωτά ημιτόνια του Σαμπάχ ή το χρώμα του Χιτζάζ. Όμως δεν τους ήταν γνωστό.
Εξυπακούεται ότι ούτε που διανοήθηκα να τους βάλω στη διαδικασία των ασυγκέραστων διαστημάτων. Κάτι τέτοιο θα ήταν εκτός πραγματικότητας.
Το συμπέρασμά μου από όλα αυτά, και ο λόγος που έκατσα να τα γράψω, ήταν η διαπίστωση ότι ένα τεράστιο και όχι ιδιαίτερα εξωτικό κεφάλαιο της μουσικής μας είναι παντάπασιν άγνωστο ακόμα και σε παιδιά που, με τον τρόπο τους, αγαπάνε τη μουσική.