Τυποποιημένοι μανέδες

  1. Σι μπεμόλ μανές.

Μ’ αυτό τον τίτλο υπάρχουν τουλάχιστον οχτώ μανέδες, από τους οποίους μόνο των τεσσάρων βρήκα ν’ ακούσουμε τις ηχογραφήσεις. Ξεκινώ παραθέτοντας μία, για να ξέρουμε γιατί μιλάμε, και στη συνέχεια θα δούμε τι ακριβώς μας παραδίδουν οι πηγές:

Οι οχτώ μανέδες είναι οι εξής:

Γιάννης Τσανάκας 1909 ή 1910. Στίχος: Όταν σε βλέπω χαίροµαι, την τύχη µου δοξάζω, / κι όταν µακρύνεις από µε κλαίω κι ανεστενάζω. Δίσκος Odeon NO-54737 (αρ. μήτρας XSC-71). Στη βάση του Σίλαμπς το ακούμε εδώ. Τον έχει και ο Μανιάτης, με μικρές διαφορές στην εμφάνιση του αριθμού δίσκου (ODR-54737), στον στίχο (όσο απομακρύνεις απ’ εμέ με βάσανα στενάζω, που είναι ολοφάνερα παράκουσμα) και στη χρονολογία (1909). Σχετικά με τον αριθμό δίσκου, υποθέτω ότι το ODR του Μανιάτη σημαίνει απλώς Odeon Records και το ΝΟ του Σίλαμπς σημαίνει νούμερο, άρα τελικά ο αριθμός είναι απλώς 54737. Κατά το Σίλαμπς, συνοδευει η Σμυρναίικη Εστουδιαντίνα.

Γιάννης Τσανάκας 1910 (άλλο). Στίχος: Γυρίζω μόνος μου παντού για να σε αντικρίσω, / για να σου πω μελαχρινό μαζί σου πως θα ζήσω. Τον έχουν μόνο ο Μανιάτης και οι Ρεμπετικοι Διάλογοι, άρα δεν έχουμε ηχητικό. Δίσκος TGC-11-12157 (Μανιάτης), ή The Gramophone CO 11-12157 (Ρ. Διάλογοι, που προσθέτουν και τον αριθμό μήτρας: 1585Y). (*)

Σταμάτης Μπόγιας 1911: Τον έχει μόνο ο Μανιάτης, με το ίδιο δίστιχο όπως ο πρώτος μανές (και με τα ίδια παρακούσματα), και με αριθμό δίσκου FAV-1-56007. Στο τέλος της καταχώρησής του ο Μανιάτης σημειώνει «???», αναφερόμενος μάλλον στη χρονολογία - στα ευρετήρια τον έχει αχρονολόγητο.

Λευτέρης [Μενεμενλής] 1927, στίχος: Την τελευταία μου στιγμή εσένα θα ζητήσω, / να δεις με τι παράπονο τα μάτια μου θα κλείσω. Δίσκος Columbia 8019 (αρ.μήτρας: 20056). Τον έχουν μόνο ο Μανιάτης και οι Ρ. Διάλογοι. Όπως και αλλού, ο Μανιάτης δίνει τον τίτλο «Σιμπεμόλ μανές» στο κύριο σώμα και «Σι Μπεμόλ μανές» στα ευρετήρια, τινάζοντας στον αέρα το ctrl+F! Ο αριθμός μήτρας, όπως και το επώνυμο του ερμηνευτή, προέρχονται από τους Ρ. Διαλόγους.

Σωφρονίου 1928, στίχος: Όρκοι δεν παραδέχεσαι, δάκρυα δεν πιστεύεις, / κορμί που χάνεται για σε γιατί να το παιδεύεις; Δίσκος ODEON GA-1306. Τον έχουν και οι τέσσερις πηγές. Στη βάση του Σίλαμπς τον ακούμε εδώ, όπου όμως καταγράφουν τον στίχο αλλοιωμένο (κι άδικα το παιδεύεις), λάθος που επαναλαμβάνουν και οι Ρ. Διάλογοι. Ο Μανιάτης και -περιέργως!- το φυλλάδιο του Σίλαμπς δίνουν τον στίχο σωστά. Περίεργο μου φαίνεται επίσης ότι το φυλλάδιο δίνει αριθμό μήτρας (Go-699 - τον έχουν και οι Ρ.Διάλογοι, ως GO-699), ενώ η βάση όχι. Οι Ρ. Διάλογοι προσθέτουν στο τέλος του αριθμού δίσκου τα ψηφία DE (=Γερμανία;). Τέλος, ο Μανιάτης έχει το «Σιμπεμόλ» μονολεκτικά.

Νταλγκάς 1928 ή 1931, τίτλος «Μανές Σι Μπεμόλ Σμυρναίικος», στίχος: Για πες μου, δε βαρέθηκες για να με βασανίζεις; / πότε μου λες πως μ’ αγαπάς και πότε μ’ απελπίζεις. Δίσκος His Masters Voice Ελλάδος, AO-1009 (αρ.μ. OW-132-2). Τον έχουν και οι τέσσερις πηγές, με μια ασάφεια ως προς τη χρονιά και με ποικιλία ως προς την ορθογραφία του τίτλου (Σι Μπεμόλ / Σιμπεμόλ, Σμυρναίικος / Σμυρνέικος) και τη σειρά των λέξεών του. Στη βάση του Σίλαμπς τον ακούμε εδώ. Από τις προσφωνήσεις προκύπτει ότι παίζει βιολί ο Πάνος Μακρυκώστας ή «Κίτρο» (δεν ξέρω τον μουσικό, ούτε βέβαια το παρατσούκλι του, αλλά θα περίμενα «ο Κίτρος», αρσενικό), ενώ η βάση του Σίλαμπς δίνει και τον Γιάννη Λειβαδίτη στο τσέμπαλο (sic - προφανώς τσίμπαλο). Ο Μανιάτης τον έχει καταχωρημένο δύο φορές με διαφορετικές χρονολογίες και όλα τα υπόλοιπα στοιχεία ίδια, η βάση του Σίλαμπς έχει και τις δύο χρονολογίες σε μία καταχώρηση, και οι δύο χωρίς κανένα σχόλιο για το ασύνηθες του πράγματος, ενώ το φυλλάδιο του Σίλαμπς και οι Ρ. Διάλογοι έχουν μόνο 1931.

Νταλγκάς 1930. Στίχος: Όσο κι αν μ’ αποστρέφεται αυτή η σκληρή καρδιά σου, / ποτέ μου δε θα τραβηχτώ από τον έρωτά σου. Δίσκος ΑΟ-396. Τον έχει μόνο ο Μανιάτης, καταχωρημένον δύο φορές, με μικρές διαφορές στον στίχο (τη μία λείπει το «αυτή» και ο στίχος χωλαίνει μετρικά) και τις προσφωνήσεις, τις οποίες γενικά ο Μανιάτης καταγράφει, και από τις οποίες προκύπτουν οι μουσικοί Κίτρο (sic, Πάνος Μακρυκώστας), βιολί, και Λειβαδίτης, σαντούρι (=τσίμπαλο;).

Το «τραβηχτώ» μοιάζει παράκουσμα. Στα ευρετήρια ο Μανιάτης παραθέτει κι έναν Ματζόρε μανέ με τον Νταλγκά, με τον ίδιο στίχο εκτός από το «ποτέ μου δε θα τραβηχτώ», που τώρα είναι «ποτέ δε θ’ αποχωριστώ». Πιστεύω ότι αυτό είναι πολύ πιο σωστό, και πιστεύω επίσης ότι η παράδοξη διπλή καταχώρηση είναι λάθος αντί μιας καταχώρησης για τον Σι Μπεμόλ και μιας για τον Ματζόρε. Πάντως για τον Ματζόρε μανέ (τη συγκεκριμένη ηχογράφηση) είχαμε σχολιάσει παλιότερα:

Να προσθέσω ότι στην πραγματικότητα ο Νταλγκάς στον Ματζόρε λέει «ποτέ μου δε θα χωριστώ», όχι «ποτέ δε θ’ αποχωριστώ», και ότι οι προσφωνήσεις προς Κίτρο και Λειβαδίτη ακούγονται (και;) εδώ.

Νταλγκάς 1931. Στίχος: Σαν αγαπήσω, αγαπώ, μα όμως αν μισήσω / μπροστά μου να 'ρθει να σφαχτεί, τα μάτια μου θα κλείσω. Δίσκος COLUMBIA DG 210 (αρ.μ. W.G. 347). Τον έχουν και οι τέσσερις πηγές, ακούμε στη βάση του Σίλαμπς - ή στο ΥΤ στην αρχή του μηνύματος. Από τις προσφωνήσεις προκύπτει ότι παίζει βιολί ο Μακρυκώστας (Κίτρο[?ς]), ενώ το Σίλαμπς προσθέτει: μαντόλα ο Τζινιόλος, κιθάρα ο Κασιμάτης και κύμβαλο (τσίμπαλο) ο Λειβαδίτης. Οι Ρ. Διάλογοι έχουν ένα παράκουσμα στον στίχο (μπροστά μου να την ασπαστείς, που βέβαια δε βγάζει νόημα, δείχνει όμως πρωτότυπη δουλειά κάποιου και όχι αντιγραφή από τις άλες τρεις πηγές), ο δε Μανιάτης δίνει και πάλι το «Σιμπεμόλ» ως μία λέξη.


(*) Με τον ίδιο τίτλο, ερμηνευτή (Τσανάκα) και στίχο (Γυρίζω μόνος μου παντού…) οι δύο πηγές, Μανιάτης και Διάλογοι, δίνουν άλλους δύο δίσκους. Ο πρώτος είναι ξανά του 1910, ODR-54737 1910 (αρ.μ. XSC-71). Για τον δεύτερο υπάρχει μια σύγχυση. Ο Μανιάτης δίνει αριθμό OK-82008 και χρονολογία 1928 στο κυρίως σώμα του βιβλίου του, αλλά στα ευρετήρια έχει διπλή καταχώριση, 1928 και 1938, ενώ οι Ρ.Δ. δίνουν Okeh OK-82008 US 1929. Όμως για τον ODR-54737 μάλλον πρέπει να έχει γίνει λάθος, καθώς τον ίδιο αριθμό δίσκου έχει ο πρώτος μανές της λίστας μας, πάλι του Τσανάκα, με άλλο στίχο.

Να σημειώσω ότι ο Μανιάτης δεν πρέπει να έχει χρησιμοποιήσει καθόλου copy-paste: στα ευρετήρια ξαναπληκτρολογεί όλα τα στοιχεία από την αρχή, με αποτέλεσμα το TGC-11-12157 να γίνεται σκέτο 11-12157, και το «Σι Μπεμόλ μανές» σκέτο και μονολεκτικό «Σιμπεμόλ», κάτι που όχι μόνο δυσχεραίνει την αναζήτηση αλλά γεννά υπόνοιες και για ποιος ξέρει πόσα άλλα λάθη. Όσο για τους Ρ. Διαλόγους, μου κάνει εντύπωση ότι κάποια από τα στοιχεία που δίνουν τα έχουν μόνο αυτοί (εδώ τους τρεις δίσκους, που δεν τους έχει το Σίλαμπς ούτε στη βάση ούτε στο φυλλάδιο, παρά μόνο ο Μανιάτης, αλλά και με αριθμούς μήτρας, που δεν τους έχει ούτε ο Μανιάτης) - από πού αντλούν; Οι ίδιοι δηλώνουν μόνο «εξαιρετική δουλειά μελών της ρεμπετοσελίδας», εννοώντας υποθέτω το Σίλαμπς, αλλά… ;


Αυτά λοιπόν ως προς την τεκμηρίωση για το κομμάτι. Θα επανέλθουμε για να δούμε τι αποκαλύπτουν οι αναλυτικές ακράσεις της μουσικής.

1 «Μου αρέσει»

Με αφορμή τα στοιχεία δίσκου του πρώτου μανέ από τους οκτώ που αναφέρεις.
Το Odeon No είναι σειρά δίσκων της Odeon.
Από ότι έχω καταλάβει από την σύντομη ενασχόλησή με τις ετικέτες μέσω του sealabs, η Odeon σε κάθε χώρα είχε διαφορετικό τρόπο αρίθμησης των δίσκων.
Το Odeon No xxxxx είναι από τις πρώτες κυκλοφορίες στην Ελλάδα.
To Odeon xxxxx είναι από την Odeon Αμερικής, μία από τις δύο σειρές.
Η μία είναι από το Odeon 28001 κι η άλλη από το Odeon 82014.Δεν ξέρω όμως μέχρι ποιο νούμερο.
Επιπλέον, έχω παρατηρήσει και δίσκους της Okeh Αμερικής να βγαίνουν με ίδια αρίθμηση με της Odeon και με ίδιο αριθμό μήτρας. Φαίνεται πως υπήρχε κάποια συνεργασία ή ήταν θυγατρική ή κάτι τέτοιο. Ασφαλέστερο κριτήριο πιστεύω πως είναι ο αριθμός μήτρας.
Διορθώσεις και σωστές λεπτομέρειες ελπίζω να έχει ο Φώτης ο ανικανοποίητος.

1 «Μου αρέσει»

Παρατηρώ τώρα ότι στο βίντεο που έβαλα στην αρχή του #201 έχει φωτογραφία της ετικέτας. Βλέπουμε λοιπόν ότι:

  • από εκεί προκύπτουν τα ονόματα των μουσικών, συμπεριλαμβανομένου του περίεργου «Κίτρο» (σε ουδέτερο αντί του αναμενόμενου «Κίτρος» σε αρσενικό), που ωστόσο εξακολουθεί να μη με πείθει: τα λάθη στις ετικέτες δεν είναι σπάνια, και θα μπορούσε κάλλιστα να έχει πει κάποιος στον τυπογράφο «Κίτρο τον ξέρουν όλοι τον Μακρυκώστα» και να βγήκε έτσι «το» Κίτρο.
  • η ακριβής μορφή των αριθμών είναι D. G. 210 για τον δίσκο και W. G. 347 για τη μήτρα, δηλαδή με τελείες και κενά μετά τα αλφαβητικά ψηφία
  • ο ακριβής τίτλος είναι «Μανές Σι Μπεμόλ (Σαν αγαπήσω αγαπώ)», έτσι, με την αρχή του στίχου σε παρένθεση.

Να 'ναι καλά ο ανεβάστορας Sekarius87 που με μια τόσο απλή κίνηση βάζει τα πράγματα στη θέση τους.

Πάμε λοιπόν:

Ακούσαμε τέσσερις ηχογραφήσεις, Τσανάκα, Σωφρονίου και δύο Νταλγκά. Τα τραγουδιστά μέρη, δηλαδή ο ίδιος ο μανές, είναι σχεδόν πανομοιότυπα και στις τέσσερεις, και είναι δύο, σχεδόν πανομοιότυπα και μεταξύ τους. Στο πρώτο λέγεται ο πρώτος στίχος και στο δεύτερο η επανάληψη του β’ ημιστιχίου και ολόκληρος ο δεύτερος.

Δεν μπορώ να καταλάβω τι δρόμο υποτίθεται ότι έχουμε. Μοιάζει σαν Χουζάμ, δηλαδή 3χ Σεγκιάχ και από πάνω 4χ Χιτζάζ, και ακόμη πιο πάνω μια υπομονάδα Ραστ (θα μπορούσε και να εναλλάσσεται μεταξύ Ραστ και Μπουσελίκ), όμως το βασικό 3χ Σεγκιάχ δεν ακούγεται πουθενά, και οι καταλήξεις γίνονται μετέωρα στη βάση του 4χόρδου. Τι εννοώ:

Ας πούμε ότι παίζαμε από Ντο, δηλ. Μι Χουζάμ. Αρχίζουμε πολύ ψηλά, στο Μι πάνω από την οκτάβα. Το εναρκτήριο Αμάν καλύπτει αυτές τις τρεις νότες, Μι-Ρε-Ντο. Τα λόγια, αρχίζοντας, ξαναπετάγονται ψηλά στο Μι για να ξανακατέβουν, αλλά τώρα προσπερνάνε το Ντο, κάνουν μια πρώτη μικρή στάση στο Σι, κατεβαίνουν όλο το 4χ Σολ Χιτζάζ, φλέρτάρουν λίγο με τα δύο ημιτόνια που περιστοιχίζουν το Σολ (το Λα ύφεση και το Φα#, προσαγωγέα του 4χ καθ’ έλξη), και τελικά καταλήγουν στο Σολ. Όλα καλά μέχρι εδώ, αλλά περιμένει κανείς τη συνέχεια, την τελική κατάληξη στο Μι, όπως σε κάθε Χουζάμ, ή ίσως και πιο κάτω, στο Ντο, σε περίπτωση που τελικά είχαμε Σουζινάκ. Αυτή η συνέχεια δεν έρχεται ποτέ, και δε μαθαίνουμε τι υπάρχει κάτω από αυτό το Σολ. Θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι στην πραγματικότητα το Σολ είναι η τονική, και ότι ο δρόμος είναι ένα Χιτζάζ με ασυνήθιστη χρήση της 6ης βαθμίδας, αλλά η μελωδική αίσθηση δεν είναι επ’ ουδενί αυτή, χώρια που υπάρχουν και οι συγχορδίες, και η συγχορδία τονικής είναι σαφώς η Ντο.

Μένουμε λοιπόν μ’ αυτή την απορία.

Σε κάθε ηχογράφηση υπάρχουν επίσης τρία οργανικά μέρη: στην αρχή, στη μέση και στο τέλος. Πάντα έρρυθμα, συγκεκριμένες συντεθειμένες μελωδίες. Ούτε ταξίμια, ούτε αυτοσχεδιασμοί. Δεν είναι ίδια σε όλες τις ηχογραφήσεις, αλλά ούτε και εντελώς διαφορετικά.

Αν ξεκινήσουμε με τον «Σμυρναίικο Σι Μπεμόλ μανέ» του Νταλγκά (Για πες μου, δε βαρέθηκες…), το πρώτο θέμα, το εισαγωγικό, είναι ένα κανονικότατο ματζόρε, αλά φράγκα. Αρχίζει στην τονική του, Ντο όπως ονομάσαμε (συμβατικά) τις νότες, εκτείνεται μέχρι την οκτάβα, κλείνει ξανά στην τονική, και σαν «ουρά» κάνει και δύο ολόκληρες κατεβασιές της κλίμακας, ώστε να μην αφήσει καμία αμφιβολία: ούτε Ραστ, ούτε Χουζάμ, τίποτε παρά ένα καθαρό ματζόρε.

Το δεύτερο οργανικό μέρος ακούγεται κι αυτό κάπως δυτικότροπο, όχι όμως φουλ όπως το πρώτο, και πάντως η κλίμακά του είναι Χουζάμ. Μάλιστα τώρα πάνω από την οκτάβα έχουμε μινόρε, και μάλιστα ολόκληρο τετράχορδο (Ντο-Ρε-Μιb-Φα). Το κλείσιμο γίνεται κανονικά στο Μι, και ακολουθεί «ουρά» που αναλύει τη συγχορδία βάσης καταλήγοντας τελιά στο Ντο. Αυτό το οργανικό μπορούμε να πούμε ότι έρχεται κάπως πιο κοντά στον μανέ, αλλά τη δική του (του μανέ) ιδιορρυθμία να σταματά μες στη μέση της κλίμακας δεν την κάνει.

Το τελευταίο οργανικό είναι επανάληψη του δεύτερου.

Στην άλλη ηχογράφηση του Νταλγκά (Σαν αγαπήσω αγαπώ…) έχουμε περίπου τα ίδια: πρώτο και δεύτερο οργανικό πανομοιότυπα με της πρώτης ηχογράφησης, αλλά στο τέλος, αντί για επανάληψη του δεύτερου, έχουμε γύρισμα σ’ ένα αλέγρο δίσημο χασαποειδές, πάλι σε κλίμακα Χουζάμ με δυτικότροπη διαχείριση.

Στον Σωφρονίου έχουμε άλλα οργανικά. Και το πρώτο και το δεύτερο είναι στην ίδια ιδιόρρυθμη κλίμακα του μανέ, με μετέωρο κλείσιμο στο Σολ, αλλά με μινόρε πάνω από την οκτάβα. Μάλιστα παρατηρεί κανείς (αν θέλει) ότι στο δεύτερο η μουσική αρχίζει να ζωηρεύει: θα μπορούσε να είναι και συρτό. Πάντως και τα δύο, μετά το μετέωρο κλείσιμο, έχουν «ουρές» που, όπως και παραπάνω, αναλύουν τη συγχορδία τονικής καταλήγοντας στο Ντο. Το τρίτο οργανικό, το κλείσιμο του κομματιού, είναι παραλλαγή του θέματος που ακούσαμε στον Νταλγκά ως δεύτερο (και στη μία από τις δύο ηχογραφήσεις και ως τρίτο).

Του Τσανάκα την ηχογράφηση την άφησα τελευταία, αν και είναι χρονολογικά η πρώτη, γιατί δεν την καλοκαταλαβαίνω. Είναι πολύ κακοπαθημένη στην ψηφιακή επεξεργασία, και η μελωδία βγαίνει μετά βίας και χωρίς βεβαιότητα. Πάντως έχω την εντύπωση ότι το εισαγωγικό θέμα είναι παραλλαγή του εισαγωγικού του Νταλγκά, δηλαδή ματζόρε (εδώ ακούω κάπου και μια χαμηλωμένη 7η σαν Ραστ, αλλά το όλο άκουσμα παραμένει δυτικότροπο). Το δεύτερο μάλλον είναι καινούργιο, και το τρίτο είναι πάλι γύρισμα σε αλέγρο δίσημο.
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
Συνολικά λοιπόν έχουμε ξεκάθαρα έναν τυποποιημένο μανέ της δυτικοπρεπούς κατηγορίας στην οποία ανήκουν και το Σμυρναίικο Μινόρε, το Τζιβαέρι, ο Ταμπαχανιώτικος κλπ. Τροπικά οπωσδήποτε αφήνει απορίες, ενώ δεν έχω καταλάβει και το νόημα του τίτλου «Σι Μπεμόλ»: οι ηχογραφήσεις του Νταλγκά και του Σωφρονίου είναι κι οι τρεις κάπου μεταξύ Φα και Φα# ματζόρε (με την απόκλιση που δημιουργεί ενίοτε η διαφορά στροφών ανάμεσα στην ηχογράφηση και την αναπαραγωγή, που δεν είναι πάντοτε αυστηρά 78 ανά λεπτό αλλά +/- κάτι), και του Τσανάκα στο Λα ματζόρε. Το Σι μπεμόλ σε καμία από αυτές τις τονικότητες δεν έχει κάποιον χαρακτηριστικό ρόλο: δεν είναι τονική, δεν είναι τρίτη (=τονική του αντίστοιχου Χουζάμ), δεν είναι πέμπτη (=καταληκτήρια νότα του μανέ και, στον Σωφρονίου, των δύο από τα τρία οργανικάμέρη). Το μόνο που θα μπορούσα να σκεφτώ είναι να έπαιζε ο Τσανάκας σε τονικότητα Σι μπεμόλ που στην αναπαραγωγή βγήκε μισό τόνο κάτω στο Λα και, καθώς του Τσανάκα είναι οι παλιότεες μαρτυρούμενες ηχογραφήσεις, οι επόμενοι να κράτησαν τον τίτλο κι ας το έπαιξαν σε άλλους χαμηλότερους τόνους.

Με την άδεια, ελπίζω, του Αλέξανδρου παραθέτω και τον δικό του σχετικό προβληματισμό, που μου κοινοποίησε, και τον ευχαριστώ:

Έχω μαυρίσει δύο σημεία που δεν τα καταλαβαίνω.

Σε κάθε περίπτωση, θεωρώ ότι ο τίτλος «Μανές Σι Μπεμόλ» είναι μια σκόπιμη δήλωση ότι πρόκειται για δυτικότροπο μανέ, όπως με τον Ματζόρε, τον Φα ματζόρε, το Σμυρναίικο Μινόρε, και σε αντιδιαστολή με τους διάφορους Ραστ, Χιτζάζ κλπ. μανέδες (και πόσο μάλλον Φεραχνάκ, Μπεστενιγκιάρ κλπ. σε σπάνια μακάμια).

Εντωμεταξύ, είδαμε τη μία από τις οχτώ ηχογραφήσεις να έχει επιπλέον στον τίτλο και τη λέξη «Σμυρναίικος». Είναι ήδη κοινός τόπος ότι αυτό το είδος μανέδων μάλλον συνδέεται με τη Σμύρνη, κι εδώ έχουμε μια επιπλέον ένδειξη. Δεν ξέρω κατά πόσο θα μπορούσε να θεωρηθεί ένδειξη σμυρναίικης εντοπιότητας και ο ιδιωματισμός του Σωφρονίου «όρκοι δεν παραδέχεσαι»: αυτή η αιτιατική με κατάληξη ονομαστικής (συγκεκριμένα στον πληθυντικό των αρσενικών σε -ος: με τέτοιοι φίλοι κλπ.) είναι χαρακτηριστική στη σμυρναίικη ντοπιολαλιά, αν και δεν ξέρω μήπως απαντά εξίσου και στην πολίτικη, οπότε εδώ αφήνω ένα ερωτηματικό.

Προσθήκη:

Για τις άλλες τέσσερις ηχογραφήσεις, που δεν τις ακούσαμε, δεν μπορούμε να ξέρουμε αν και πάλι είναι ο ίδιος μανές. Είναι μία ακόμη του Τσανάκα, μία του Σταμάτη Μπόγια, μία του Λευτέρη Μενεμενλή και μία ακόμη (τρίτη) του Νταλγκά. Τουλάχιστον για τον Τσανάκα και τον Νταλγκά θεωρώ λογικό ότι όταν ξαναηχογράφησαν τον ίδιο τίτλο θα ήταν ο ίδιος μανές. Για τους άλλους δύο και πάλι το θεωρώ αρκετά πιθανό, ιδίως που δεν είναι γνωστοί άλλοι μανέδες με τέτοιους τίτλους (μανές Ντο, μανές Ρε…) ώστε να υποθέταμε ότι υπάρχει κι άλλος μανές Σι Μπεμόλ όπως υπάρχουν πολλοί μανέδες Ραστ ή Σαμπάχ.

Πάντως αξίζει να παρατηρήσει κανείς ότι μεταξύ 1909 ή 1910 και 1911 έχουμε τρεις ηχογραφήσεις, τη μία μάλιστα πιθανώς με δύο επανεκδόσεις, μετά ένα μεγάλο κενό, και μετά άλλες πέντε μεταξύ 1927 και 1931. Δεν αποκλείεται βέβαια να υπάρχουν και ενδιάμεσες που δεν έχουν εντοπιστεί.

Καλημέρα στην παρέα!

Για τον Παναγιώτη Μακρυκώστα ή Κίτρος έχω γράψει στο Περδικόπουλος-Τσιτσάνης στα Τρίκαλα το 1936 όπου έχουμε και φωτογραφία του.

Δυστυχώς έχω κοντινούς δίσκους αλλά όχι αυτόν.

Ο δίσκος είναι αυτός αλλά δεν φαίνεται ο τίτλος του τραγουδιού λόγω φθοράς. Ηχογραφήθηκε στην Σμύρνη.

11-12157

Αυτά βρήκα.

Φίλε @giwrgos_p συνέχισε να ψάχνεις στον δαιδαλώδη κόσμο των δίσκων 78 στροφών!

3 «Μου αρέσει»

Στις 20 Αυγούστου του '19 έγραψα το μήνυμα #72. Εκεί εμφανίζεται η λίστα των προς εξέταση μανέδων, η ίδια που προσέθεσα (τότε ή αργότερα) και στο «Ευρετήριο», αρχή αρχή του μηνύματος #1. Στο Ευρετήριο, τη λίστα την αναθεωρώ με κάθε καινούργιο μανέ που ανεβαίνει, ενώ το #72 έχει μείνει σαν χρονοκάψουλα να μας δείχνει τι είχε γίνει μέχρι εκείνη τη στιγμή.

Κι έτσι βλέπω ότι στον καιρό του #72, κι ενώ ήδη είχε αρχίσει να συζητείται το ότι «τι θα γίνει, θα καταλήξουμε ποτέ κάπου ή θα αναλύουμε μανέδες επί μανέδων στο διηνεκές;», η λίστα είχε 30 μανέδες και από αυτούς ήταν έτοιμοι οι 9. Σήμερα στο Ευρετήριο έχει 31 μανέδες και έχουν ολοκληρωθεί οι 27! Βέβαια και μετά τους 30 ή 31 αριθμημένους περιμένουν μερικοί ακόμη, ο Φα Ματζόρε, ο Σούστα μανές κλπ., αλλά το αναντίρρητο γεγονός είναι ότι όσο αργή κι αν είναι η πρόοδος, ωστόσο προχωράμε.

Είμαι λοιπόν ικανοποιημένος και αισιόδοξος. Μέσα σε κάποιο χρονικό διάστημα, του οποίου το τέρμα έχει αρχίσει να φέγγει αρκετά έντονα πλέον στο βάθος του τούνελ, θα είμαστε έτοιμοι για την εξαγωγή συμπερασμάτων.

5 «Μου αρέσει»

Λίγο εκτός θέματος, βέβαια, αλλά υπάρχει μία υπέροχη ιστοσελίδα για τους Λεβαντίνους, όπου μπορεί κανείς να βρει πληροφορίες για όλες τις εθνότητες αυτής της ομάδας.

Όπως γράφει και ο Κοσμάς Πολίτης οι περισσότεροι από αυτούς (τουλάχιστο στη Σμύρνη) μιλούσαν ελληνικά μεταξύ τους, τα λεγόμενα Smyrneika. Υπάρχει ακόμα ένα λεξικό, που δίνει πολύτιμες πληρφορίες για σπάνιες λέξεις, που απαντούνται και σε σμυρνέικα τραγούδια. Το έχω και είναι όντως ένας θησαυρός για όσους ενδιαφέρονται για την γλώσσα και την καθημερινή ζωή/συνήθειες των Σμυρναίων:

http://www.levantineheritage.com/book93.htm

Όσο για την γαλλική γλώσσα, η Σμύρνη είχε 2.500 Γαλλούς το 1910, και έχω την εντύπωση ότι τα γαλλικά ήταν επίσης μια σημαντική δεύτερη γλώσσα και για τους Έλληνες και για τους Εβραίους (μέσα στα σχολεία του Alliance Francaise). Δεν το λέω για να υποστηρίζω τη μία ή την άλλη άποψη. Και όπως σημαίνουν και άλλοι στο νήμα, γαλλικά/δυτικότροπα τραγούδια ακούγονταν σίγουρα στα περίφημα “café chantant” της Σμύρνης.

1 «Μου αρέσει»

To Levantine Heritage είναι πραγματικά θησαυρός, με πολλή και ενδιαφέρουσα πληροφόρηση.

2 «Μου αρέσει»

Δεν ξέρω αν έχει καθόλου σημασία για την έρευνά σου, αλλά βρήκα ένα άλλο τραγούδι, του Σοφρωνίου, με πανομοιότυπους στίχους. Μια που είναι μεταγενέστερο, μήπως υπάρχει περίπτωση να τους “δάνεισε” από το τραγούδι του Τσανάκα;

Όσο για την κάπως “τυποποιημένη” μορφή των στίχων, έχεις υπόψη σου τις έρευνες που έχουν δημοσιευτεί για την στιχουργία των δημοτικών τραγουδιών, νωρίτερα από το Roderick Beaton και λίγο μεταγενέστερα από το Σιφάκη; (είμαι αρκετά σίγουρη ότι τις έχεις υπόψη σου!):

Διαβάζοντας τους στίχους των αμανέδων έχω την εντύπωση ότι οι στιχουργοί/τραγουδιστές πατάνε πάνω σε κάποιους “φόρμουλες” ή “κοινούς τύπους”, που όμως τους χειρίζονται με τη δική τους τέχνη και ευαισθησία. Δηλαδή, π.χ. τα θέματα της νύχτας ή του άτυχου έρωτα απαιτούν έναν συγκεκριμένο τρόπο λεξικής περιγραφής, που τον έχουν αφομοιώσει οι στιχουργοί και οι τραγουδιστές. Για να γίνω πιο κατανοητή, σκεφτείτε το “I woke up this morning” εισαγωγή σε πολλά blues τραγούδια:

https://youtu.be/_oL_pCjPgUg

1 «Μου αρέσει»

Σε πάρα πολούς μανέδες σ’ αυτή την έρευνα (και ακόμη περισσότερους εκτός της έρευνας!) έχουμε συναντήσει δύο ή περισσότερους να έχουν τα ίδια λόγια. Εδώ όμως κοιτάω τη μουσική. Διαπιστώνοντας ότι όλο και περισσότεροι από τους ηχογραφημένους μανέδες δεν είναι, όπως γενικά πιστεύαμε, αυτοσχέδιοι (ως προς τη μουσκή πάντα), το βασικό ερώτημα που διαμόρφωσα στην πορεία είναι σε τι βαθμό συμβαίνει αυτό; Μήπως 100%;

Μεγάλη σημασία, αλλά για άλλον λόγο:

Αυτός ο μανές (αυτός ο σκοπός) είναι το Σμυρναίικο Μινόρε. Ήταν ο πρώτος μανές που καταπιάστηκα (#1 κ.εξ.), και, όπως σημείωσα και άλλη φορά,

…αλλά ούτε και την ύπαρξη ορισμένων πηγών όπου μπορώ να τους βρω συγκεντρωμένους αντί να ψάχνω κουτουρού στο ΥΤ. Έτσι, τη συγκεκριμένη ηχογράφηση δεν την είχα εντοπίσει, και ευχαριστώ.

Αλλά η ιδιαίτερη σημασία της δεν είναι ότι υπάρχει κι αυτή, ανάμεσα σε δεκάδες άλλες ηχογραφήσεις του Σμυρναίικου Μινόρε. Είναι ότι πρόκειται για μπάλο, δηλωμένα μάλιστα και στον τίτλο. Διότι, μπορεί μεν να είπα αμέσως παραπάνω ότι το βασικό ερώτημα που προέκυψε στην πορεία είναι αν υπάρχουν ολωσδιόλου αυτοσχέδιοι μανέδες, όμως ένα από τα αρχικά ερωτήματα, πριν προχωρήσω και δω καλύτερα το όλο θέμα, ήταν η ιδιαίτερη σχέση ανάμεσα στον μανέ και τον μπάλο, και κάθε τόσο υπενθυμίζω ότι δεν το έχω εγκαταλείψει, ίσα ίσα που φυλάω για το τέλος εκείνους τους μανέδες που παρουσιάζουν πιο ανάγλυφα αυτή τη σχέση:

Στους «ίσως μερικούς ακόμη σχετικούς» δεν είχα αρχικά στον νου μου το Σμυρναίικο Μινόρε. Βρήκα βέβαια αργότερα κάποια στοιχεία που το εντάσσουν κι αυτό (το Σμ. Μινόρε) σ’ αυτή την ομάδα, όμως κανένα δεν ήταν τόσο παλιό.

Επομένως, ευχαριστώ!

1 «Μου αρέσει»
  1. Σμυρναίικος μπορδέλο μανές

Γιάγκος Ψαμαθιανός 1911, δίσκος Favorit Record 7-55009. Στίχος: Ποτέ δεν αποφάσισα εγώ να σε προσβάλω, / ανάμεσα στα σκέλια σου τον ψώλο μου να βάλω.

Δεν υπάρχουν πολλά να σχολιάσει κανείς:

Μουσικά, είναι απλώς το Σμυρναίικο Μινόρε. Στιχουργικά, …καλές Απόκριες! :confetti_ball: :tada:

Εκείνος, ο Χιώτικος μανές:

«Ας ήμουνα, τι να ‘μουνα γύρος του φουστανιού σου
να έσκυπτα, να έβλεπα την τρύπα του μουνιού σου»

σε τι δρόμο είναι; Έχει ξανασχολιαστεί;

Καλή Σαρακοστή.

1 «Μου αρέσει»

Μνμ #10. Στην αρχή αρχή του παρόντος νήματος έχει ευρετήριο των μανέδων, που διαρκώς επικαιροποιείται.

Υπάρχει οργάνωση λέμε!

2 «Μου αρέσει»

Ταγκό από το 1911; Το ταγκό ήταν στα μπουρδέλα του Μπουένος Άιρες τότε σύμφωνα με τον Πιατσόλα (Histoire du Tango). Μην είναι η στάνταρ κανταδόρικη εκδοχή του συρτού με συνοδεία ρυθμού χαμπανέρας;

Όσο δεν είναι ταγκό, άλλο τόσο δεν είναι και χαμπανέρα. Ο ανεβάστορας του Σίλαμπς προσπαθεί να περιγράψει τον μουσικό ρυθμό (όχι τον χορό) αλλά, όπως έχουμε χιλιοξανασχολιάσει, αυτός ο χώρος, οι μουσικοί ρυθμοί, έχει πρόβλημα με το λεξιλόγιο. Αρκεί να σκεφτούμε λίγο την όχι σπάνια σημείωση «συρτός σε ρυθμό μπάλου» για να μην έχουμε καμία αυταπάτη για την ακρίβεια αυτής της ονοματολογίας.

Η ακρίβεια, στη συγκεκριμένη περίπτωση, είναι μία και μοναδική: το κομμάτι είναι τεσσάρι. Τίποτα λιγότερο, τίποτα παραπάνω, απλό τεσσάρι. Ούτε φυσικά ως ταγκό είναι τονισμένο, ούτε ως χαμπανέρα, μπαγιό ή οτιδήποτε. Ο οργανοπαίκτης ακολουθεί πιστότατα το τεσσάρι και ο Γιαγκούλης προσπαθεί να ακολουθήσει, σωστά σε ό,τι αφορά τον ρυθμό. Στο τέμπο τα χαλάει λιγάκι κάποιες φορές, οπότε η φύσα αναγκάζεται να αλλάξει κι αυτή λίγο το τέμπο, να προσαρμοστεί στο τραγούδισμα.

  1. Τσακπίν Κατηφές μανές.

Δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα. Ο τίτλος απαντά 8 φορές στη λίστα μανέδων των Ρεμπέτικων Διαλόγων. Και οι 8 αντιστοιχούν σε ηχογραφήσεις του σκοπού που είναι γνωστός ως Τσακπίν ή (για αδιευκρίνιστους λόγους) ως Κατιφές. Οι πραγματικοί τίτλοι των δίσκων είναι άλλοι, συνήθως «Κατιφέ» ή «Κατηφές», ενίοτε ο πρώτος στίχος (οι στίχοι ποικίλλουν πολύ ανά ηχογράφηση), πάντως το πλήρες αυτούσιο «Τσακπίν Κατηφές μανές» δε νομίζω να υπάρχει πουθενά, και οπωσδήποτε όχι και τις 8 φορές.

Δεν είναι μανές, είναι κανονικό τραγούδι ή μάλλον σκοπός (με μεγάλο μουσικολογικό ενδιαφέρον, αλλά εκτός της παρούσας θεματολογίας μας).

Από τις οχτώ ηχογραφήσεις:

  • μία (Ατραΐδης 1929) περιλαμβάνει έναν σύντομο φωνητικό αυτοσχεδιασμό, εξαιρετικό πρέπει να πούμε, πάνω στις λέξεις «αμάν» και «ωχ», που πολύ διασταλτικά μπορεί κανείς να τον πει και μανέ, τεχνικά όμως όχι βέβαια, αφού δεν έχει στίχους
  • μία (Σωφρονίου 1929) έχει ένα παρόμοιο αλλά ακόμη πιο σύντομο, υποτυπώδες, ουσιαστικά απλώς ένα μακρύ αμάν σε 2-3 νότες χωρίς καν μελωδική ανάπτυξη
  • μία (Γιώργος Παπαδόπουλος 1967) δεν την εντοπίζω πουθενά -λογικό, με τόσο κοινό όνομα και χωρίς να ξέρουμε τον πραγματικό τίτλο της ηχογράφησης- και άρα δεν ξέρω τι περιλαμβάνει, αλλά με τέτοια χρονολογία δεν ξέρω και τι θα έπρεπε να περιμένω…
  • και οι άλλες πέντε δεν περιλαμβάνουν τίποτε άλλο εκτός από κανονικό έρρυθμο τραγούδι με έμμετρους στίχους, και οργανικά μέρη.

Οι άλλες πέντε είναι με τον Ασίκη 1928, με τον Νταλγκά 1928, με την κυρία Πιπίνα (Δέσποινα Καλλιγέρη) 1929, με τη Ρόζα 1931, και άλλη μία πολύ μεταγενέστερη, πάλι με τη Ρόζα, γριά, σε ζωντανή ηχογράφηση. Αναμφίβολα αυτός ο δημοφιλέστατος σκοπός θα είχε κι άλλες ηχογραφήσεις. Το γιατί αυτές οι οχτώ επιλέχτηκαν για να μετονομαστούν σε «Τσακπίν Κατηφές μανές» και να περιληφθούν σε μια λίστα μανέδων δεν μπορώ να το εξηγήσω.

Αν και εκτός θεματολογίας, μια απορία που έχω από καιρό:
Ο «Μεθυσμένος» του Ογδοντάκη (εδώ με τον Ρούκουνα, 1931) μού θυμίζει σε μεγάλο βαθμό τον κατηφέ, σε ένα κομμάτι του τραγουδιστικού μέρους. Ιδέα μου είναι;

Μοιάζει, αλλά όχι σε βαθμό κακουργήματος θα έλεγα…

1 «Μου αρέσει»