Συζήτηση για το λήμμα ΜΠΑΓΙΑΝΤΕΡΑ

Στο λήμμα αυτό, και σε αναφορά στο συγκεκριμένο τραγούδι, έχουμε ως πρώτη σημασία «είδος κουρέματος», που νομίζω ότι προκαλεί επιφυλάξεις. Πρώτα πρώτα, από πού μας προκύπτει ότι υπήρξε τέτοιο κούρεμα που ονομαζόταν «μπαγιαντέρα»; Δεν βλέπω κάποια πηγή. Και δεύτερον, νομίζω επιπλέον ότι δεν προκύπτει ούτε από τους στίχους του τραγουδιού: προσωπικά σε όλο το στιχούργημα διαβάζω μια κλητική (α, ρε Μπαγιαντέρα, πάλι στα κοψε τα μαλλιά σου η μαμά, ααααχ Μπαγιαντέρα, τα μαλλιά σου τα κομμένα τρέλαναν κλπ) και όχι ότι της τα έκοψε «κούρεμα μπαγιαντέρα».

Στο σημείο αυτό πιστεύω μας βοηθάει κι ένα άλλο τραγούδι, απαλλαγμένο από «κουρέματα», ήδη από τον τίτλο του (« Μπαγιαντέρα» - των Ασίκη-Περιστέρη με τη Μαρίκα Πολίτισσα, 1935):

Μπαγιαντέρα, Μπαγιαντέρα, τι μου κάνεις κι έχω τρέλα
χθες σε είδα στ’ όνειρο μου, πως με χάιδευες, μωρό μου
Αχ, ένα βράδυ, βρε, θα φυλάξω,αχ Μπαγιαντέρα να σ’ αρπάξω
αχ, δεν θ’ αντέξω, βρε, θα σε μπλέξω, ωχ, δε βαστώ, πια, θα σε κλέψω
Πες μου ποιανού κόρη είσαι και βαστάς, βρε, τόση πόζα
οι ματιές σου σε προδίνουν π’ αγαπάς κρυφά, σκερτσόζα
Μπαγιαντέρα, πόσα ξεύρεις, κάνεις γούστο να παιδεύεις
δεν λυπάσαι και λιγάκι, τι κι αν είμαι φτωχαδάκι

Συνοψίζω και τις σημασίες που αναγράφουν τα λεξικά (π.χ. ΜΗΛΝΕΓ, ΧΡΗΣΤΙΚΟ Ακαδημίας, ΠΑΠΥΡΟΣ, ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΣ):

  1. Ινδή χορεύτρια
  2. Δημώδες όνομα των ινδών χορευτριών ή ιεροδούλων
  3. (κατ’ επέκτ.) χορεύτρια θεάτρου ή καμπαρέ
  4. γυναίκα φορτωμένη με πολλά στολίδια/πόρνη

Και ας συγκρίνουμε με τις σημασίες στο Ρεμπέτικο Γλωσσάρι:

1.Είδος κουρέματος των αρχών του αιώνα, σε στυλ αντρικό, κοντοκουρεμένο, που προήλθε από μίμηση της ομώνυμης πρωταγωνίστριας της όπερας «Μπαγιαντέρα».

2.“Μπαγιαντέρας” ήταν και το παρατσούκλι του Δ. Γκόγκου, λόγω της προτίμησής του στην όπερα αυτή.

Αυτό λοιπόν που προσωπικά συμπεραίνω από την όλη περιδιάβασή μου είναι ότι «μπαγιαντέρες» λαϊκότερα ονομάζανε τις κοπέλες τις κάπως πιο «πεταχτές», τις πιο «προκλητικά» φερόμενες, τις «αδιάντροπες» κλπ κλπ Είδαμε ότι και λεξικογραφικά καλύπτονται αυτές οι σημασίες.

Πολύ λογική σκέψη.

Αφετέρου, όταν διαβάζω όχι «είδος κουρέματος», έτσι σκέτα, αλλά «είδος κουρέματος σε στυλ αντρικό, κοντοκουρεμένο, που προήλθε από μίμηση της ομώνυμης πρωταγωνίστριας της όπερας “Μπαγιαντέρα”», σκέφτομαι ότι όλη αυτή η λεπτομερής πληροφορία από κάπου θα πρέπει να προέρχεται. Δε μοιάζει να τη σκέφτηκε κάποιος από απλη παρανόηση των στίχων ενός τραγουδιού.

Για να μην μπερδευόμαστε, ήταν γνωστό το κούρεμα σε στυλ «μπαγιαντέρα» και αναφέρεται και αλλού π.χ.

«…Aγάπη είχα κι έχασα από την αμελιά μου,
τώρα τη βλέπω σ’ άλλονε και καίγετ’ η καρδιά μου,
ντούνες και ντούνες, μα την Παναγιά,
φαραώ και μπαγιαντέρα έχεις τα μαλλιά…»

Και στο λευκαδίτικο ιδίωμα, για το στυλ γυναίκας που είχε ξετρελάνει:
“… “φαραώ και μπαγιαντέρα
να σ΄πάρ΄ ο διάολος τον πατέρα”…”
[«φαραώ» ήταν μαντήλι]

Έπειτα, το συγκεκριμένο τραγούδι σε μαλλιά αναφέρεται, από την αρχή έως το τέλος.

Αντίθετα, ξεκάθαρα υπαινίσσεται γυναικεία μορφή το « Μπαγιαντέρα» - των Ασίκη-Περιστέρη με τη Μαρίκα Πολίτισσα και όχι κουρέματα…

Δεν το βρίσκω κάπου να το ακούσουμε αυτό το “δημοτικό Ίμβρου”, αλλά υποψιάζομαι ότι ο στίχος είναι “φαραώ και μπαγιαντέρα έχεις στα μαλλιά”

«Στολίδι της φορεσιάς, εκτός από τις καδίνες του γελεκιού, ήταν και το μαντιλάκι στην αριστερή απάνω τσεπούλα του σακακιού. Συνήθως ήταν άσπρο μα τα πιο φιγουράτα ήταν τα χρωματιστά μαντιλάκια που τα ‘λεγαν, γύρω στα 1900, και Φαραώ. Σχετικά έλεγαν και το παρακάτω πειραχτικό, σατιρικό δίστιχο: Φαραώ και μπαγιαντέρα να σ’ παρ 'ο διάολος τον πατέρα. Μπαγιαντέρα έλεγαν ένα ειδικό μεταξωτό λουλουδάτο γυναικείο ύφασμα, από το οποίο προφανώς έκαναν και μαντιλάκια Φαραώ.»

https://www.ggb.gr/sites/default/files/basic-page-files/ΛΑΪΚΗ%20ΦΟΡΕΣΙΑ%20001%20Η%20ΛΕΥΚΑΔΙΤΙΚΗ%20ΛΑΪΚΗ%20ΦΟΡΕΣΙΑ%20ΠΑΝΤΑΖΗΣ%20ΚΟΝΤΟΜΙΧΗΣ.pdf

Επίσης στα υφάσματα συναντάμε το Μοτίβο «μπαγιαντέρα» (pattern bayadere)

Άλλη πηγή πλην του δημοτικού Ίμβρου έχουμε, από όπου να προκύπτει το κούρεμα «μπαγιαντέρα»;

Μέσα από το όλο σκεπτικό μου, στα κομμένα μαλλιά της Μπαγιαντέρας θεωρώ πως αναφέρεται

Το μόνο που βρίσκω στο διαδίκτυο εάν βάλω αυτή τη φράση είναι το Ρεμπέτικο Γλωσσάρι…

Ε καλά, η φράση με τη συγκεκριμένη διατύπωση προφανώς είναι της Ελένης. Αυτό δε σημαίνει τίποτα (παρεκτός ότι το Γλωσσάρι δεν συντάσσεται με κόπι-πέιστ).

Κατά τα άλλα, δεν ξέρω αν έχει καμιά χρησιμότητα σε σχέση με την προβληματική που μόλις άνοιξε αλλά φαραό (κλιτό: πληθ. «τα φαραά») λένε το παγώνι σε κάποια μέρη.


Λοιπόν, αρχίζω να διαμορφώνω την εξής σκέψη:

Γενικά τα λεξικά δε συνηθίζεται να δίνουν παραπομπές για το κάθε ερμήνευμα. Ευλόγως: αν κάθε φορά που ο λεξικογράφος λέει π.χ. «χέρι: καθένα από τα δύο άνω άκρα του ανθρώπινου σώματος» προσθέτει και παραπομπές που να στηρίζουν αυτή την πληροφορία, θα πνιγούμε στην πολυλογία.

Ούτε το Ρεμπέτικο γλωσσάρι συνηθίζει να δίνει παραπομπές, και αν θυμάμαι καλά είχα υπερασπιστεί κάποτε αυτή την επιλογή, βάσει ακριβώς της παραπάνω λογικής. Ένα παράδειγμα από τραγούδι (ή έστω καναδυό) αρκούν.

Ίσως όμως τελικά ανακαλέσω. Όσο εμβαθύνουμε σε λέξεις που η σημασία τους δεν είναι καθόλου προφανής, βέβαιη ή ευρέως γνωστή, τόσο πείθομαι ότι οι πηγές πρέπει να αξιολογούνται και άρα, για να γίνει αυτό, να παρατίθενται.

Φυσικά αυτό (η αναζήτηση πηγών και η αξιολόγησή τους) προϋποθέτει συζήτηση που δεν μπορεί να γίνει μες στο Γλωσσάρι: θα γίνει εδώ, όπως την κάνουμε και τώρα και όπως την έχουμε ξανακάνει τελευταία και για άλλα λήμματα, π.χ. την περίφημη Κλαπαδόρα. Αν όμως η συζήτηση καταλήξει ότι τελικά το σωστό ερμήνευμα προκύπτει από κάποιες συγκεκριμένες πηγές, καλό είναι αυτές να παρατίθενται και στο Γλωσσάρι. Αλλιώς, υπάρχει ο εξής κίνδυνος:
-Ξεκινάμε ότι, φερειπείν, μπαγιαντέρα σημαίνει κούρεμα
-Εγείρεται μια ένσταση, το συζητάμε, το γυρνάμε από δω κι από κει, μπαίνει στη μέση η Ινδή χορεύτρια και η φτιασιδωμένη κοπέλα.
-Έστω ότι μετά από πολλή βάσανο προκύπτει ότι το σωστό είναι «φτιασιδωμένη κοπέλα», και ότι το κούρεμα είναι λάθος.
-Το περνάμε στο Γλωσσάρι χωρίς τεκμηρίωση.
-Και μετά εμφανίζεται ένας νέος σχολιαστής και λέει «όχι ρε παιδιά, κούρεμα ήταν»! Και φτου κι απ’ την αρχή…

Γιατί πρέπει να είναι Ινδή η χορεύτρια;

Όταν πάντως φτάσουμε να διαβάσουμε ένα λήμμα στο γλωσσάρι, δεν «ξεκινάμε». Έχουμε καταλήξει σε μία σημασιολογική εκδοχή, μέσα από επεξεργασία που έχει ήδη γίνει, υποθέτω, σε προηγούμενο στάδιο («Συζήτηση για τα λήμματα του ΡΓ»), έχουν εκεί υποστηριχθεί οι διάφορες εκδοχές και μέσω της πειστικότερης επιχειρηματολόγησης και τεκμηρίωσης προκύπτει ένα consensus, που καταλήγει να γίνει λήμμα.

Όταν κάποιος ρωτήσει λοιπόν «γιατί έτσι το γράφετε και όχι γιουβέτσι;», τον παραπέμπουμε στην προηγηθείσα συζήτηση. Αν καλύπτεται από την εκεί τεκμηρίωση, καλώς. Αν όχι, την ανασκευάζει, ξαναγίνεται η συζήτηση, ξανά το consensus, και τροποποιείται το λήμμα. Δεν βλέπω πώς αλλιώς.

Το ερώτημα είναι: στο συγκεκριμένο λήμμα (ή και σε άλλα ενδεχομένως) ακολουθήθηκε αυτή η διαδικασία; Ή πάντως, ποια είναι η διαδικασία για να φτάσει να διαβάσει ο αναγνώστης ένα αποκρυσταλλωμένο λήμμα;

ΜΠΑΓΙΑΝΤΕΡΕΣ: ΟΙ ΧΟΡΕΥΤΡΙΕΣ ΤΩΝ ΙΝΔΙΚΩΝ ΝΑΩΝ

Στην Ινδία οι χορεύτριες, οι μπαγιαντέρες, που αφιερώνονταν στους ναούς για να υπηρετήσουν τον θεό ονομάζονταν deva – dasis που θα πει «υπηρέτριες ή δούλες των θεών» αλλά στην κοινή γλώσσα τις έλεγαν απλά πόρνες, όπως παραδίδει ο Frazer που μας δίνει πληθώρα εθνολογικών στοιχείων για την Ιερά Πορνεία στα νεότερα χρόνια. Σχεδόν όλοι οι ναοί Ταμίλ της νότιας Ινδίας έχουν στρατιά ολόκληρη από παρόμοιες ιερές γυναίκες και τα επίσημα καθήκοντά τους είναι να χορεύουν δυο φορές την ημέρα, το πρωί δηλαδή και το βράδυ, για να διασκεδάζουν το θεϊκό είδωλο.

Από τα παιδικά τους χρόνια μαθαίνουν να χορεύουν και να τραγουδούν και επιγραφές του 11ου αιώνα αναφέρουν ότι στο μεγάλο ναό της Τσόλα, ο βασιλιάς είχε προσφέρει 400 «γυναίκες του ναού» που ζούσαν και έξω απ’ το ναό και τους επιτρεπόταν να κατέχουν γη χωρίς να πληρώνουν φόρο.

Πολλές μητέρες στην επιθυμία τους να έχουν καλό τοκετό εύχονταν να αφιερώσουν το παιδί που θα γεννιόταν στην υπηρεσία του θεού, αν ήταν κορίτσι, ενώ γνωρίζουμε ότι οι υφάντριες μιας μικρής πόλης της επαρχίας του Μαντράς αφιέρωναν τη μεγαλύτερη κόρη κάθε οικογένειας στο ναό. Τα κορίτσια που αφιερώνονταν μ’ αυτό τον τρόπο ορισμένες φορές παντρεύονταν επίσημα το είδωλο προτού αναλάβουν καθήκοντα, γεγονός που σήμαινε ότι εθεωρούντο σύζυγοι του θεού.

Στο Τραβανκόρ της Ινδίας η χορεύτρια που προσκολλάται στο ιερό είναι γνωστή ως Dasi, ή Devaddasi, ή Devaratial, που σημαίνει «δούλη του Θεού» και σε ηλικία έξι ή οκτώ χρόνων καθιερώνεται με μια θεογαμία, όπου το ρόλο του νυμφίου παίζει ο ιερέας.

Στην Τουλάβα, μια περιοχή της νότιας Ινδίας, κάθε γυναίκα από τις τέσσερις ανώτερες κάστες, αν είναι χήρα και κατά συνέπεια δεν μπορεί να παντρευτεί, ή κάποια που δεν αντέχει τον γάμο, μπορεί να πάει στο ναό και να φάει από το ρύζι που προσφέρεται στο είδωλο.

Αν είναι γυναίκα Βραχμάνας, έχει το δικαίωμα να ζήσει είτε μέσα στο ναό είτε έξω από αυτόν. Αν όμως αποφασίσει να ζήσει μέσα στο ναό τότε τρέφεται από το ναό, είναι υποχρεωμένη να καθαρίζει το ιερό, να διασκεδάζει το είδωλο, και να προσφέρει τον έρωτά της στους Βραχμάνες. Η Βραχμάνισσα καθώς και όλες οι άλλες γυναίκες των τριών κατώτερων τάξεων, που δεν επιλέγουν να ζήσουν μέσα στο ναό, συζούν με οποιονδήποτε άντρα καθαρής καταγωγής, όμως θα πρέπει να πληρώνουν ένα καθορισμένο ποσό κάθε χρόνο στο ναό.

(ΑΝΔΡΕΑ ΛΕΝΤΑΚΗ «ΙΕΡΑ ΠΟΡΝΕΙΑ», 1990)

1 «Μου αρέσει»

Μα δεν προέρχονται όλα τα λήμματα από ιδέες που έριξαν τα άλλα μέλη πλην της Ελένης, ώστε να γίνει συζήτηση. Ούτε από επιμέρους συζητήσεις που να τις ξεκίνησε η Ελένη λέγοντας «για την αβανιά έχω βρει αυτό, τι λέτε;» - «για την αβάντα έχω βρει αυτό, τι λέτε;» - «για τον αβανταδόρο έχω βρει αυτό, τι λέτε;» κ.ο.κ., και ο καθένας να έριξε τη συμβολή του. Πολλά λήμματα έχουν προκύψει από εντελώς ατομική δουλειά της Ελένης. Αυτό δεν εμποδίζει να αρχίσει η συζήτηση και μετά τη δημοσίευσή τους, όπως ακριβώς λες κι εσύ, με προοπτική την πιθανή διόρθωση του λήμματος.

1 «Μου αρέσει»

Α, μάλιστα, ΟΚ, ευχαριστώ

Θέλω να ελπίζω ότι η όλη συζήτηση γίνεται με πνεύμα συνεισφοράς και όχι αποδόμησης της προσπάθειας καταγραφής λέξεων /φράσεων για το γλωσσάρι και ελπίζω να μην διαψευστώ.

-Από τα δυο παραδείγματα που αναφέρθηκαν
«…φαραώ και μπαγιαντέρα έχεις τα μαλλιά…» και
“…φαραώ και μπαγιαντέρα…»

ούτε με την πιο τρελή φαντασία δεν υπονοείται οποιαδήποτε αναφορά είτε σε χορεύτρια Ινδή [ή άλλης εθνότητας] είτε απλά σε κάποια γυναίκα η οποία να αποκαλείται «μπαγιαντέρα».

Είναι ξεκάθαρο από τα δυο αυτά παραδείγματα ότι τα αποσπάσματα αφορούν κάποιου είδους κόμμωσης και τίποτε άλλο.

  • Το τραγούδι μιλά για κομμένα μαλλιά, γενικά, όχι κάποιου προσώπου και σ’ αυτά [στα μαλλιά] επικεντρώνεται.

  • Την ερμηνεία για τρόπο κουρέματος δίνει ο Σχορέλης στη «Ρεμπέτικη Ανθολογία» του, στο Δ’ τόμο.

  • Για να καταλήξω στο συμπέρασμα πως τρόπος κουρέματος υπονοείται εδώ και όχι κάτι άλλο, ανέτρεξα και στο βιβλίο του Π. Κουνάδη «Τα Ρεμπέτικα: 1850-1960» που μοίραζαν τα «ΝΕΑ».
    Είναι από το Β’ τόμο, όπου γράφει για το τραγούδι «Τα κομμένα τα μαλλιά σου:

«Ένα από τα παλαιότερα τραγούδια των παραλίων της Μικράς Ασίας και των νησιών του Αιγαίου. Το συναντάμε με διαφορετικούς στίχους και τον τίτλο «Ψαράδες» ή «Σε καινούργια βάρκα μπήκα».
Το κόψιμο των μαλλιών στα κορίτσια, εκτός από μόδα την εποχή του Μεσοπολέμου, συχνά ήταν βαριά τιμωρία σε περιπτώσεις “ερωτικών παρεκτροπών”, κάτι που σε ορισμένες περιοχές, δυστυχώς, διατηρείται ακόμη και σήμερα.

-Ότι ήταν μόδα το κοντοκουρεμένο – σε στυλ αντρικό – κούρεμα των γυναικών, την εποχή του Μεσοπολέμου, επιβεβαιώνεται επίσης από πολλές πηγές, όπως και από φωτογραφίες.

Αυτά είναι τα στοιχεία, στα οποία στηρίχτηκα.

1 «Μου αρέσει»

Ορίστε;;;;;;
Οπότε, περιττεύει να συνεχίσω

Αν κοντά σ’ αυτά υπάρχει και μαρτυρία ότι η Μπαγιαντέρα της ομώνυμης όπερας (#1) είχε τέτοια κοντά μαλλιά, τότε όλο μαζί φαίνεται πράγματι πειστικό.

Βέβαια τα μαλλιά της πρωταγωνίστριας μιας όπερας μάλλον αλλάζουν με την κάθε σκηνοθεσία και διανομή, αλλά αν υπήρξε κάποια συγκεκριμένη παράσταση που να έκανε τόσο σουξέ ώστε να δημιούργησε μόδα, και στην οποία η Μπαγιαντέρα να είχε κοντά μαλλιά, πιθανόν αυτό να αναφέρεται σε τίποτα ρεπορτάζ εποχής.

(Απ’ ό,τι βρίσκω στη Βικιπαίδεια, πρόκειται για μπαλέτο -όχι όπερα- που πρωτοπαρουσιάστηκε στη Ρωσία το 1877, έγινε αμέσως διεθνές σουξέ, και μία συγκεκριμένη σκηνή του που είχε ακόμη πιο ξεχωριστή επιτυχία απομονώθηκε από το υπόλοιπο έργο και αυτονομήθηκε ως δημοφιλές νούμερο. Η πρωταγωνίστρια είναι Ινδή χορεύτρια, ίσως κάποιο είδος ιέρειας-χορεύτριας. Μένει να βρούμε αν κάποια παράσταση στην Ελλάδα, είτε του πλήρους έργου είτε της αυτονομημένης σκηής, είχε αυτό τον συγκεκριμένο αντίκτυπο που μας ενδιαφέρει.)

Α, ξέχασα να τοποθετηθώ σε αυτό, για το συγκεκριμένο τραγούδι («Τα μαλλιά σου τα κομμένα»).
Τραγουδάει λοιπόν η Παπαγκίκα:

«Μπαγιαντέρα μου κυρά μου, Μπαγιαντέρα μου κυρά μου, Μπαγιαντέρα μου κυρά μου, έλα γειάνε την καρδιά μου»

Οπότε, είναι και σε αυτό το τραγούδι πολύ αισθητή η γυναικεία μορφή (η «Μπαγιαντέρα»)…

Άλλο είναι το μπαλέτο “Μπαγιαντέρα” του Μίνκους που παρουσιάστηκε πρώτη φορά στην Αθήνα το 1966 με Νουρέγεφ - Φοντέιν και άλλη η οπερέτα “Μπαγιαντέρα” του Έριχ Κάλμαν που από αυτή πήρε το παρατσούκλι του ο Δημήτρης Γκόγκος ή Μπαγιαντέρας.
“Ἡ “Μπαγιαντέρα” πρωτοπαίχθηκε στὴν Ἀθήνα τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1922 ἀπὸ τὸν θίασο Παπαϊωάννου…”
Εδώ το ομώνυμο τραγούδι με τον Τέτο Δημητριάδη που έχει και τα στοιχεία.

1 «Μου αρέσει»

Coupe garc*on, που λέγανε και οι καθωσπρέπει κυρίες της εποχής.

( * ) συγχωρήστε μου την έλλειψη ειδικών στοιχείων, δεν έχω γαλλική γραμματοσειρά

Ευχαριστώ για την ενδιαφέρουσα αναφορά, Άνθιμε. Έγινα σίγουρα σοφότερος, αφού έμαθα (ε, το ψιλοπερίμενα βέβαια…) ότι και στην Ινδία οι ιέρειες είχαν ενδιαφέρουσα (για τους πιστούς, αλλά και για τους ιερείς) ενασχόληση πολύ συγγενή με εκείνην των Ελληνίδων συναδέλφων τους της αρχαίας εποχής, όμως η απορία δεν μου λύθηκε. Αν ερμηνεύω σωστά την πρώτη φράση του κειμένου της παράθεσης, μπαγιαντέρες είναι,κατά τον συγγραφέα, συνώνυμο ή συγγενικό του χορεύτριες, αλλά αυτό όχι αναγκαστικά και μόνο στην Ινδία. Και στην Ευρώπη πάντως συνέβαινε κάτι ανάλογο και το ήξερε καλά ο Emmerich Kalman, όταν σε συνεργασία με τους Brammer και Grünwald (λιμπρέτο) συνέθετε την οπερέτα Die Bajadere (Η μπαγιαντέρα) και της έδωσε τον συγκεκριμένο τίτλο. Τώρα βέβαια, το ότι οι επαγγελματίες χορεύτριες συχνά είναι και ιέρειες του αγοραίου έρωτα, είναι τοις πάσι γνωστό. Το ερώτημά μου παραμένει: Γιατί ειδικά Ινδές, κατά τους λεξικογράφους;

Στη Σέρφο μες στον καφενέ μου το 'πανε και μένα
πως τα 'χες τα μαλλάκια σου αλά γκαρσόν κομμένα

(υπάρχει και κρητική παραλλαγή)